dbalats
Member
- Μηνύματα
- 125
- Likes
- 1.240
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ. ΚΑRAKORAM HIGHWAY: Στο Φαράγγι του Ινδού Ποταμού
Ξεκινήσαμε πολύ νωρίς από το Ισλαμαμπάντ, επειδή στο δρόμο μας θα συναντούσαμε μια μεγάλη πόλη, την Abbottabad, όπου αν αργήσεις και σε πιάσει η κυκλοφορία, μπορείς να καθυστερήσεις πολλές ώρες. Πήραμε τον αυτοκινητόδρομο προς Peshawar, έναν αυτοκινητόδρομο Ευρωπαϊκών προδιαγραφών, με διόδια και μεγάλους σταθμούς με πρατήρια καυσίμων. Παρότι η διαδρομή αυτή κάνει έναν μεγάλο κύκλο, εντούτοις είναι πολύ πιο σύντομη από το να πάρει κανείς τον κατευθείαν δρόμο, που είναι στενός και με μεγάλη κυκλοφορία. Τυπικά, ο Karakoram Highway αρχίζει από το Hasan Abdal, κάπου 60 χιλιόμετρα μετά το Ισλαμαμπάντ. Και τώρα δυό λόγια για τον δρόμο αυτό. Συμπληρώθηκε το 1979 και παραδόθηκε στο κοινό το 1985, με μήκος 1300 χιλιομέτρων, συνδέοντας το Hasan Abdal με το Kashgar, στην επαρχία Xinjiang της Κίνας. Ο δρόμος αυτός που ήταν κάποτε ο σημαντικός Νότιος Δρόμος του Μεταξιού συνδέοντας την Κίνα με την Ινδική υποήπειρο, ενώ συνεχιζόταν με τους θαλάσσιους δρόμους στην Αφρική και την Ευρώπη, σήμερα θεωρείται το 8ο θαύμα του κόσμου, λόγω του υψομέτρου και των αντίξοων συνθηκών για την κατασκευή του, που τον ανέδειξαν σε ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα.
Ο Karakoram Highway αποτελεί σημαντικό στόχο για τους ταξιδευτές όλου του κόσμου, επειδή όχι μόνο είναι ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος με το μεγαλύτερο υψόμετρο στον κόσμο, φθάνοντας στα 4.700 μέτρα στο Khunjerab Pass, στα σύνορα του Πακιστάν με την Κίνα, αλλά επειδή διασχίζει τρεις από τις μεγαλύτερες οροσειρές στη Γή: τα Ιμαλάϊα, το Καρακορούμ και τον Ινδοκαύκασο. Μπορείς έτσι να απολαύσεις τα μεγαλοπρεπή αυτά βουνά άνετα από το παράθυρο του αυτοκινήτου σου, δίχως να χρειάζεσαι πολυήμερες πεζοπορίες και ορειβατικό εξοπλισμό. Αυτό δεν ισχύει βέβαια για το Κ2, το δεύτερο ψηλότερο βουνό στον κόσμο μετά το Έβερεστ που βρίσκεται απομονωμένο στα βορειοανατολικά σύνορα με την Κίνα, μακριά από κάθε κατοικημένη περιοχή, με αποτέλεσμα να μην έχει και τοπική ονομασία και να πάρει την ονομασία του αυτή από τους Άγγλους χαρτογράφους, την περίοδο της Εταιρείας της Ανατολικής Ινδίας.
Στο Hasan Abdal χωρίζει ο δρόμος προς την Peshawar και ξεκινάει και τυπικά πλέον ο Karakoram Highway (θα τον αναφέρω στη συνέχεια σαν ΚΗ για συντομία) προς τον Βορρά. Για ένα μικρό κομμάτι είναι αυτοκινητόδρομος και αμέσως μετά στενεύει, αλλά σε μεγάλα τμηματά του μετά, σχεδόν σε όλη την πορεία του μέχρι το Gilgit, γίνονται έργα από Κινεζικές εταιρείες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν κάποιες μικροκαθυστερήσεις. Περάσαμε διάφορα χωριά και μικρές πόλεις, με μεγαλύτερες την Haripur και την Havelian, κοντά στην Abbottabad. Πάντως, όλος σχεδόν ο δρόμος μέχρι την Abbottabad φαινόταν κατοικημένος, ενώ οι πόλεις και τα χωριά που περνούσαμε έχουν όλες παζάρια, στα οποία είχε ήδη ξεκινήσει η πρωινή κίνηση. Η τοπική επαρχία που διασχίζαμε λέγεται Hazara, αρχικά πεδινή και στη συνέχεια λοφώδης μέχρι το Abbotabad, από όπου θα αρχίζαμε σιγά σιγά να ανεβαίνουμε σε υψόμετρο. Εδώ ο Farooq πλέον, έχει ξεδιπλώσει όλες τις οδηγικές του ικανότητες. Στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής βρίσκεται στην απέναντι λωρίδα, παρά στην δική μας, περνώντας ξυστά από αυτοκίνητα, μηχανές, κάρα, πεζούς. Έχοντας πάντως εμπειρία από οδήγηση σε παρόμοιες χώρες δεν ανησυχήσαμε, έτσι έχουν μάθει να οδηγούν και αν προσπαθήσεις να τους “συνετίσεις” και να τους δώσεις οδηγίες για να ακολουθήσουν τα Ευρωπαϊκά πρότυπα, τότε είναι που κινδυνεύεις, μιάς και βγαίνουν έξω από τα νερά τους.
Τελικά φθάσαμε στην Abbotabad σχετικά νωρίς, υπήρχε αρκετή κυκλοφορία, αλλά δεν είχε φθάσει ακόμη στο peak της. Η Abbottabad είναι μια όμορφη αποικιακή πόλη που ιδρύθηκε από τους Βρετανούς το 1850, με σκιερούς κήπους, κωδωνοστάσια και πλατιούς δρόμους. Έχει εξαιρετικά σχολεία και αποτελεί έδρα πολλών στρατιωτικών σχολών και στρατευμάτων. Περάσαμε από την αγορά στον κεντρικό δρόμο της πόλης, και είδαμε και εκεί το τοπικό παζάρι, τα μαγαζιά με τα πολυποίκιλα εμπορεύματα ανακατεμένα, από χασάπικα, υφασματάδικα, μπακάλικα και ότι μπορείς να σκεφτείς, αυτοκίνητα παρκαρισμένα παντού, κάρρα, φορτηγά, τρίκυκλα, θόρυβοι, μυρωδιές από κρεατικά που ψήνονταν σε φαγάδικα και πολύς κόσμος να κινείται κάνοντας τα πρωϊνά ψώνια του. Σε μερικά χασάπικα υπήρχαν απέξω περιφραγμένοι χώροι με πρόβατα που τα είχαν φέρει από τα γειτονικά χωριά και περίμεναν υπομονετικά πότε θα έρθει η σειρά τους προς σφαγή. Το ίδιο και με τα κοτόπουλα, που τα φυλάνε σε μεγάλα κλουβιά ζωντανά και όταν έρθει πελάτης του το ετοιμάζουν επί τόπου. Η Abbotabad όμως δεν είναι γνωστή τόσο για την αγορά της, όσο επειδή υπήρξε για πολλά χρόνια η κρυφή έδρα του Osama bin Laden, τον οποίον κατάφεραν να εκτελέσουν Αμερικανικές Ειδικές Δυνάμεις το 2011, μέσα στο κρησφύγετό του.
Στον δρόμο για την Abbotabad
Στην Abbotabad, την πρώτη μεγάλη πόλη που συναντάμε στον Αυτοκινητόδρομο Karakoram
Συνεχίζουμε χωρίς στάση για την επόμενη μεγάλη πόλη, την Mansehra, και εδώ πια μας έχει πιάσει για τα καλά η κίνηση. Περνάμε από το κεντρικό παζάρι που μοιάζει με όλα τα παζάρια που έχουμε συναντήσει πιο πριν. Κάθε πόλη ή χωριό στο Πακιστάν έχει την κεντρική αγορά του στον κύριο δρόμο που τα διασχίζει. Στην Mansehra γίνεται μια μεγάλη διακλάδωση, ο μεν ΚΗ συνεχίζει προς τον βορρά, όπου θα συναντηθεί στο Thakot με τον Iνδό Ποταμό, υπάρχει όμως ένας παράλληλος ανατολικότερος δρόμος που περνάει από την Κοιλάδα Kaghan στα Ελάσσονα Ιμαλάϊα, και μετά από την ορεινή διάβαση Babusar κατεβαίνοντας στην κοιλάδα του Ινδού στην Chilas, εκεί που είναι και ο προορισμός μας για διανυκτέρευση. Ο δρόμος αυτός, σύμφωνα με τον Farooq, είναι αρκετά συντομώτερος και όμορφος, αλλά τελικά δεν τον επιλέγουμε επειδή θέλουμε να ακολουθήσουμε τον ΚΗ σε όλη την διαδρομή του μέχρι την Κίνα. O KH αρχίζει και ανεβοκατεβαίνει σε όμορφες χαμηλές ορεινές περιοχές, καταπράσινες, με μεγάλα δέντρα και χωριουδάκια. Eδώ προς τα δυτικά μας βρίσκονται τα Μαύρα Όρη (Tor Ghar) της Ηazara, φθάνοντας τα 2.500 μέτρα ύψος, που θα μας ακολουθήσουν μέχρι το Thakot. Η διαδρομή αυτή συνεχίζεται μέχρι να συναντήσουμε τον Ινδό ποταμό, όπου ο δρόμος κατεβαίνει και περνάει με μιά γέφυρα επάνω από τον ορμητικό Ινδό, φθάνοντας τελικά στο χωριό Thakot.
Στην Mansehra, την επόμενη μεγάλη πόλη κατά μήκος του Αυτοκινητοδρόμου Karakoram
Το τοπίο μετά την Mansehra, ακόμη σε χαμηλό υψόμετρο
Στο Τhakot
Mετά από μια σύντομη και σχετική ομαλή διαδρομή φθάνουμε στην Besham, μια μικρή πόλη περίπου στο μέσον της απόστασης μεταξύ του Ισλαμαμπάντ και του Gilgit, με μερικά ξενοδοχεία, φθηνά σεράϊ, οπλοπωλεία και έναν κύριο δρόμο πνιγμένο στα φορτηγά και τα λεωφορεία. Eίναι μια πόλη δημιούργημα κυριολεκτικά του ΚΗ, που χρησιμεύει και για διανυκτέρευση σε όσους κάνουν σε πιό αργό ρυθμό την διαδρομή. Κάνουμε μια σύντομη στάση για να φάμε κάτι πρόχειρο και ξαναξεκινάμε, ενώ ο δρόμος συνεχώς ανεβαίνει και το τοπίο γίνεται όλο και αγριότερο.
Στον δρόμο για Besham
Στο Besham
Μπαίνουμε πια στο Kohistan, την Γη των Βουνών, στο φαράγγι του Ινδού που περιβάλλεται από κορυφές των 6.000 μέτρων. Είναι ένα γυμνό, μεγαλοπρεπές, άγριο τοπίο, με ελάχιστο πράσινο, με κάθετα βραχώδη τοιχώματα από τα οποία κατεβαίνουν μικροί καταρράκτες που καταλήγουν στον Ινδό ποταμό στο βάθος, αρκετές εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω. Είναι ένας τόπος με άγρια ομορφιά, τόσο απότομος που δέχεται μόνο λίγες ώρες το φώς του ήλιου, ακόμη και σε ηλιόλουστες μέρες, με μετρημένα στα δάχτυλα χωριά και οικισμούς, όπου υπάρχει ελάχιστη καλλιεργήσιμη γη. Ο Ινδός ποταμός κυλάει χαμηλότερα με φοβερή ορμή, παρασύροντας τα πάντα στο πέρασμά του και εμείς συνεχίζουμε την πορεία μας ανεβαίνοντας συνεχώς στα τοιχώματα του φαραγγιού, ενώ ο ΚΗ είναι κυριολεκτικά σκαμμένος μέσα στα βράχια του βουνού. Για πολύ μεγάλα κομάτια της διαδρομής ο ΚΗ έχει από την μιά πλευρά του ένα κάθετο, ανώμαλο, βραχώδες τοίχωμα που φαίνεται να ανεβαίνει ψηλά δίχως τέλος, και από την άλλη έναν κάθετο γκρεμό που καταλήγει στον Ινδό που κυλάει αφρισμένος. Είναι ένας χώρος κλειστοφοβικός, και δεν συνιστάται σε όσους φοβούνται τα ύψη, αλλά και οποιοσδήποτε ταξιδεύει εκεί νοιώθει την αδρεναλίνη του να ανεβαίνει. Φαίνεται ότι οι περισσότεροι backpackers, που αποτελούν την πλειοψηφία των τουριστών στην περιοχή αυτή, παίρνουν το λεωφορείο από το Ισλαμαμπάντ, το οποίο κάνει 17 ώρες για να φθάσει στο Gilgit, και όταν περνάνε από εδώ έχει ήδη βραδιάσει, μιάς και το φως διαρκεί για ελάχιστες ώρες. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν αντιλαμβάνονται την άγρια ομορφιά του τοπίου, γιαυτό και υπάρχουν ελάχιστες περιγραφές στο Ίντερνετ.
Σε μερικά κομάτια βόρεια του Besham ο δρόμος δεν είναι παρά μια εντομή σε μιά κατακόρυφη γρανιτένια επιφάνεια, εκατοντάδες μέτρα επάνω από τον λασπερό Ινδό. Αυτή η περιοχή του δρόμου πήρε έναν πλήρη χρόνο για να χαραχθεί και κόστισε περισσότερες ζωές ανά χιλιόμετρο στην κατασκευή του από κάθε άλλο μέρος του ΚΗ. Διαβάζοντας τους οδηγούς που είχα φέρει, μου λύθηκε η απορία γιατί ο δρόμος χαράχθηκε τόσο ψηλά. Πιό κάτω, κοντά στον Ινδό, υπήρχαν κάποιες ομαλότερες πλαγιές από όπου θα ήταν ευκολώτερη η κατασκευή του ΚΗ και όπου είχε σχεδιασθεί αρχικά να περάσει, αλλά η απώλεια της ελάχιστης καλλιεργήσιμης γης που υπήρχε στην περιοχή αυτή, έφερε την άγρια τοπική αντίσταση και οδήγησε στην επαναχάραξη του δρόμου πολύ ψηλότερα. Δυστυχώς, επειδή ο δρόμος είναι πολύ στενός και έχει πολύ κίνηση, είναι αδύνατον να σταματάει κανείς για φωτογραφίες, και ότι βγάζουμε είναι εν κινήσει, μέσα από το αυτοκίνητο. Αυτό ισχύει και για το μεγαλύτερο μέρος των διαδρομών στο Βόρειο Πακιστάν.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του Kohistan και της διαδρομής μας αυτής, είναι ότι κάθετα στο φαράγγι του Ινδού υπάρχουν πολλές κοιλάδες που σχηματίζονται από παραποτάμους του Ινδού και είναι πολύ χαρακτηριστικά τα σημεία όπου διαυγείς, λαμπερές κυανές στήλες νερού από τους παραποτάμους μπαίνουν και ανακατεύονται με τα λασπερά νερά του Ινδού. Οι κοιλάδες αυτές είναι απομονωμένες και κατοικούνται από διάφορες φυλές, στις οποίες δεν έχει δικαιοδοσία η κεντρική εξουσία. Ακόμη και οι Βρετανοί δεν μπόρεσαν να τις ελέγξουν και η διακυβέρνησή τους γίνεται με τοπικές φυλετικές συνελεύσεις. Η είσοδος στις κοιλάδες αυτές είναι απαγορευμένη στον επισκέπτη, οι κάτοικοί τους είναι πολύ εσωστρεφείς, παραδοσιακοί και εχθρικοί προς κάθε ξενική επιρροή, με αποτέλεσμα οι ξένοι όχι να μην είναι καλοδεχούμενοι, αλλά να κινδυνεύουν κιόλας. Τα βράδυα πολλοί από τις φυλές αυτές βγαίνουν στον κεντρικό δρόμο και έχουν σημειωθεί και ληστείες, και αυτός είναι ο λόγος που δεν επιτρέπεται το βραδυνό ταξίδι στον ΚΗ, πράγμα όμως, που τελικά δεν το αποφύγαμε.
Φθάσαμε αργά το μεσημέρι στο Pattan, μιά μικρή πόλη κατά μήκος του KH, η οποία είναι απλωμένη σε ένα εύφορο κοίλωμα κοντά στην συμβολή του Ινδού με τους Ποταμούς Chowa και Palas. Το Pattan υπήρξε το επίκεντρο ενός μεγάλου σεισμού το 1974, κατά τον οποίον ολόκληρα κομμάτια του τοιχώματος της κοιλάδας κατέρρευσαν, θάβοντας ολόκληρα χωριά και φονεύοντας πάνω από 5. 000 ανθρώπους και τραυματίζοντας 15.000. Μετά το Pattan το Φαράγγι του Ινδού στενεύει για ακόμη μιά φορά, ενώ ο ΚΗ ανεβαίνει κι άλλο, σε ένα στενό χείλος αρκετές εκατοντάδες μέρα επάνω από τον Ινδό. Ο Farooq έχει αυξήσει την ταχύτητα του Prado, το οποίο μπαίνει με μεγάλη ταχύτητα σε κάθε στροφή, πολλές φορές χωρίς ορατότητα, ενώ συχνά στριγγλίζουν οι ρόδες του, φέρνοντάς μας κάποια ανησυχία. Πιθανόν να θέλει να φθάσουμε στον προορισμό μας προτού νυχτώσει, αλλά το άκουσμα του Ινδού που μουγκρίζει πιό κάτω στον γκρεμό δεν είναι ιδιαίτερα καθησυχαστικό. Κοιτάζω τον φίλο μου, αλλά μάλλον και αυτός σκέφτεται το ίδιο και όταν τον ρωτάω, “δεν σου φαίνεται ότι πηγαίνουμε κάπως γρήγορα για τον δρόμο αυτό;” χωρίς δεύτερη κουβέντα λέει στον Farooq να επιβραδύνει επειδή δεν βιαζόμαστε ιδιαίτερα και μπορούμε να κοιμηθούμε όπου βρούμε. Αυτό μάλλον αποδείχθηκε κουβέντα του αέρα, επειδή δεν βρήκαμε πουθενά, αλλά ο Farooq πραγματικά επιβράδυνε κάνοντάς μας να αισθανθούμε μεγαλύτερη ασφάλεια, και δεν μετανοιώσαμε που παραβήκαμε την αρχή μας, της μη επέμβασης στον οδηγό.
Στο Kohistan και την Κοιλάδα του Pattan
Στον Αυτοκινητόδρομο Karakoram, βόρεια του Pattan
Ο βαθυκύανος Jalkot Nala, μικρός παραπόταμος του Ινδού στο Samer Nala, ένα χωριό στην Κοιλάδα Kandia, κατά μήκος του Αυτοκινητόδρομου Karakoram
Tα Κiru και Mandrasa, στις όχθες του Ινδού Ποταμού
Aφού περάσαμε τα χωριά Κiru και Mandrasa, έχει αρχίσει πιά να σουρουπώνει, όταν φθάνουμε στους γειτονικούς οικισμούς Komila και Dasu, όπου αποφασίσαμε να διανυκτερεύσουμε, επειδή ο αρχικός προορισμός μας, η Chilas, ήταν αρκετά μακριά. Οι οικισμοί αυτοί βρίσκονται αριστερά και δεξιά από μιά γέφυρα επάνω από τον Ινδό, με την Komila να αποτελεί ένα μικρό παζάρι με λίγα θλιβερά και βρώμικα ξενοδοχεία, και τα ανάλογα φαγάδικα, και το Dasu να αποτελεί το διαχειριστικό κέντρο της περιοχής, με κάποια κυβερνητικά γραφεία και μερικά –θεωρητικά- καλύτερα ξενοδοχεία. Δυστυχώς, αυτά τα ξενοδοχεία υπάρχουν μόνο στους ταξιδιωτικούς οδηγούς και το Google. Όσο και αν ψάξαμε και αν ρωτήσαμε (φάγαμε καμιά ώρα, τελικά χωρίς λόγο), δεν βρήκαμε τίποτα. Και εντάξει οι οδηγοί, ήταν παλιοί, αλλά το Google Μaps υποτίθεται ότι είναι ενημερωμένο. Ο Farooq μας πρότεινε να συνεχίσουμε προς Chilas και αν βρούμε κάτι στην διαδρομή να μείνουμε. Δεν είχαμε και άλλη επιλογή, και μάλιστα είχαμε και μιά βάσιμη ελπίδα να βρούμε αξιοπρεπές κατάλυμα 10 χιλιόμετρα μετά, σε ένα χωριό Darseen, μιάς και ο κατάλογος των ξενοδοχείων του PTDC, του Πακιστανικού Οργανισμού Τουρισμού, έδειχνε ότι εκεί υπάρχει ξενοδοχείο, και όλα τα ξενοδοχεία του PTDC είναι αξιοπρεπή. Φθάνοντας λοιπόν, βρήκαμε μεν το κτίριο χρησιμοποιώντας το GPS, αλλά διαπιστώσαμε ότι δεν ήταν πλέον ξενοδοχείο αλλά χρησίμευε σαν κέντρο διαμονής των Κινέζων εργατών που έκαναν έργα στον ΚΗ λίγο πιο πέρα! Αποτυχία και σε επόμενη στάση στο Sazin, οπότε το πήραμε απόφαση ότι θα κοιμηθούμε στην Chilas, όποια ώρα και αν φθάσουμε.
Στον Οικισμό Dasu, ψάχνοντας για κατάλυμα χωρίς επιτυχία
Είχε νυχτώσει για τα καλά, το οδόστρωμα είχε χειροτερέψει πολύ, με πολύ μεγάλα κομμάτια άσχημου χωματόδρομου, και δεν διακρίναμε τίποτα στην ερημιά, παρά μόνο ακούγαμε τον βρυχηθμό του Ινδού στα χαμηλά. Και η περιοχή αυτή, άγρια, αφιλόξενη και επικίνδυνη, είναι εκείνη που πρέπει κυρίως να αποφύγεις να ταξιδέψεις βράδυ, όπως μας είχαν πει οι συνάδελφοι του φίλου μου στο Faisalabad, αλλά όπως συμβουλεύουν και οι ταξιδιωτικοί οδηγοί. H απόσταση από το Dasu στην Chilas είναι μόλις 125 χιλιόμετρα, και το Google Maps την δείχνει στις 4 30΄ώρες, αλλά εμείς πρέπει να το κάναμε περισσότερο. Καμιά ώρα προτού φθάσουμε στην Chilas, συναντήσαμε κάποιο αστυνομικό φυλάκιο, όπου μας έκαναν έλεγχο στα διαβατήρια – τους αρκούσαν και οι φωτοτυπίες τους, που μας φάνηκαν πολύ χρήσιμες σε όλο το ταξίδι. Μας πρότειναν να έρθει μαζί μας ένοπλος φρουρός, αλλά αρνηθήκαμε, αφενός επειδή πλησιάζαμε στην πόλη και αφετέρου επειδή δεν θεωρούσαμε και σαν ασφαλέστερο ενδεχόμενο μια ένοπλη σύγκρουση στο αυτοκίνητό μας, σε τυχόν περίπτωση ληστείας. Οι αστυνομικοί δεν πολυεπέμειναν, μάλλον βαριόντουσαν και αυτοί τέτοια ώρα και συνεχίσαμε φθάνοντας στο ξενοδοχείο μας (είχαμε ήδη ανακαλύψει ένα καλούτσικο στο Booking), χωρίς απρόοπτα. Προτού κοιμηθούμε – θα πλησίαζαν μεσάνυχτα, φάγαμε ψάρια στο εστιατόριο του ξενοδοχείου, που μας φάνηκαν αρκετά άγευστα, παρά την πείνα μας, θέλαμε όμως να τα δοκιμάσουμε. Το δωμάτιο μας, άνετο και καθαρό, με θέα στον Ινδό ποταμό που περνούσε μπροστά μας, μας φάνηκε μια όαση μπροστά στα ξενοδοχεία που είχαμε δει νωρίτερα στην διαδρομή μας, και τελικά δεν μετανοιώσαμε που συνεχίσαμε μετά το Dasu, παρά την ταλαιπωρία που τραβήξαμε.
Ξεκινήσαμε πολύ νωρίς από το Ισλαμαμπάντ, επειδή στο δρόμο μας θα συναντούσαμε μια μεγάλη πόλη, την Abbottabad, όπου αν αργήσεις και σε πιάσει η κυκλοφορία, μπορείς να καθυστερήσεις πολλές ώρες. Πήραμε τον αυτοκινητόδρομο προς Peshawar, έναν αυτοκινητόδρομο Ευρωπαϊκών προδιαγραφών, με διόδια και μεγάλους σταθμούς με πρατήρια καυσίμων. Παρότι η διαδρομή αυτή κάνει έναν μεγάλο κύκλο, εντούτοις είναι πολύ πιο σύντομη από το να πάρει κανείς τον κατευθείαν δρόμο, που είναι στενός και με μεγάλη κυκλοφορία. Τυπικά, ο Karakoram Highway αρχίζει από το Hasan Abdal, κάπου 60 χιλιόμετρα μετά το Ισλαμαμπάντ. Και τώρα δυό λόγια για τον δρόμο αυτό. Συμπληρώθηκε το 1979 και παραδόθηκε στο κοινό το 1985, με μήκος 1300 χιλιομέτρων, συνδέοντας το Hasan Abdal με το Kashgar, στην επαρχία Xinjiang της Κίνας. Ο δρόμος αυτός που ήταν κάποτε ο σημαντικός Νότιος Δρόμος του Μεταξιού συνδέοντας την Κίνα με την Ινδική υποήπειρο, ενώ συνεχιζόταν με τους θαλάσσιους δρόμους στην Αφρική και την Ευρώπη, σήμερα θεωρείται το 8ο θαύμα του κόσμου, λόγω του υψομέτρου και των αντίξοων συνθηκών για την κατασκευή του, που τον ανέδειξαν σε ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα.
Ο Karakoram Highway αποτελεί σημαντικό στόχο για τους ταξιδευτές όλου του κόσμου, επειδή όχι μόνο είναι ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος με το μεγαλύτερο υψόμετρο στον κόσμο, φθάνοντας στα 4.700 μέτρα στο Khunjerab Pass, στα σύνορα του Πακιστάν με την Κίνα, αλλά επειδή διασχίζει τρεις από τις μεγαλύτερες οροσειρές στη Γή: τα Ιμαλάϊα, το Καρακορούμ και τον Ινδοκαύκασο. Μπορείς έτσι να απολαύσεις τα μεγαλοπρεπή αυτά βουνά άνετα από το παράθυρο του αυτοκινήτου σου, δίχως να χρειάζεσαι πολυήμερες πεζοπορίες και ορειβατικό εξοπλισμό. Αυτό δεν ισχύει βέβαια για το Κ2, το δεύτερο ψηλότερο βουνό στον κόσμο μετά το Έβερεστ που βρίσκεται απομονωμένο στα βορειοανατολικά σύνορα με την Κίνα, μακριά από κάθε κατοικημένη περιοχή, με αποτέλεσμα να μην έχει και τοπική ονομασία και να πάρει την ονομασία του αυτή από τους Άγγλους χαρτογράφους, την περίοδο της Εταιρείας της Ανατολικής Ινδίας.
Στο Hasan Abdal χωρίζει ο δρόμος προς την Peshawar και ξεκινάει και τυπικά πλέον ο Karakoram Highway (θα τον αναφέρω στη συνέχεια σαν ΚΗ για συντομία) προς τον Βορρά. Για ένα μικρό κομμάτι είναι αυτοκινητόδρομος και αμέσως μετά στενεύει, αλλά σε μεγάλα τμηματά του μετά, σχεδόν σε όλη την πορεία του μέχρι το Gilgit, γίνονται έργα από Κινεζικές εταιρείες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν κάποιες μικροκαθυστερήσεις. Περάσαμε διάφορα χωριά και μικρές πόλεις, με μεγαλύτερες την Haripur και την Havelian, κοντά στην Abbottabad. Πάντως, όλος σχεδόν ο δρόμος μέχρι την Abbottabad φαινόταν κατοικημένος, ενώ οι πόλεις και τα χωριά που περνούσαμε έχουν όλες παζάρια, στα οποία είχε ήδη ξεκινήσει η πρωινή κίνηση. Η τοπική επαρχία που διασχίζαμε λέγεται Hazara, αρχικά πεδινή και στη συνέχεια λοφώδης μέχρι το Abbotabad, από όπου θα αρχίζαμε σιγά σιγά να ανεβαίνουμε σε υψόμετρο. Εδώ ο Farooq πλέον, έχει ξεδιπλώσει όλες τις οδηγικές του ικανότητες. Στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής βρίσκεται στην απέναντι λωρίδα, παρά στην δική μας, περνώντας ξυστά από αυτοκίνητα, μηχανές, κάρα, πεζούς. Έχοντας πάντως εμπειρία από οδήγηση σε παρόμοιες χώρες δεν ανησυχήσαμε, έτσι έχουν μάθει να οδηγούν και αν προσπαθήσεις να τους “συνετίσεις” και να τους δώσεις οδηγίες για να ακολουθήσουν τα Ευρωπαϊκά πρότυπα, τότε είναι που κινδυνεύεις, μιάς και βγαίνουν έξω από τα νερά τους.
Τελικά φθάσαμε στην Abbotabad σχετικά νωρίς, υπήρχε αρκετή κυκλοφορία, αλλά δεν είχε φθάσει ακόμη στο peak της. Η Abbottabad είναι μια όμορφη αποικιακή πόλη που ιδρύθηκε από τους Βρετανούς το 1850, με σκιερούς κήπους, κωδωνοστάσια και πλατιούς δρόμους. Έχει εξαιρετικά σχολεία και αποτελεί έδρα πολλών στρατιωτικών σχολών και στρατευμάτων. Περάσαμε από την αγορά στον κεντρικό δρόμο της πόλης, και είδαμε και εκεί το τοπικό παζάρι, τα μαγαζιά με τα πολυποίκιλα εμπορεύματα ανακατεμένα, από χασάπικα, υφασματάδικα, μπακάλικα και ότι μπορείς να σκεφτείς, αυτοκίνητα παρκαρισμένα παντού, κάρρα, φορτηγά, τρίκυκλα, θόρυβοι, μυρωδιές από κρεατικά που ψήνονταν σε φαγάδικα και πολύς κόσμος να κινείται κάνοντας τα πρωϊνά ψώνια του. Σε μερικά χασάπικα υπήρχαν απέξω περιφραγμένοι χώροι με πρόβατα που τα είχαν φέρει από τα γειτονικά χωριά και περίμεναν υπομονετικά πότε θα έρθει η σειρά τους προς σφαγή. Το ίδιο και με τα κοτόπουλα, που τα φυλάνε σε μεγάλα κλουβιά ζωντανά και όταν έρθει πελάτης του το ετοιμάζουν επί τόπου. Η Abbotabad όμως δεν είναι γνωστή τόσο για την αγορά της, όσο επειδή υπήρξε για πολλά χρόνια η κρυφή έδρα του Osama bin Laden, τον οποίον κατάφεραν να εκτελέσουν Αμερικανικές Ειδικές Δυνάμεις το 2011, μέσα στο κρησφύγετό του.
Στον δρόμο για την Abbotabad
Στην Abbotabad, την πρώτη μεγάλη πόλη που συναντάμε στον Αυτοκινητόδρομο Karakoram
Συνεχίζουμε χωρίς στάση για την επόμενη μεγάλη πόλη, την Mansehra, και εδώ πια μας έχει πιάσει για τα καλά η κίνηση. Περνάμε από το κεντρικό παζάρι που μοιάζει με όλα τα παζάρια που έχουμε συναντήσει πιο πριν. Κάθε πόλη ή χωριό στο Πακιστάν έχει την κεντρική αγορά του στον κύριο δρόμο που τα διασχίζει. Στην Mansehra γίνεται μια μεγάλη διακλάδωση, ο μεν ΚΗ συνεχίζει προς τον βορρά, όπου θα συναντηθεί στο Thakot με τον Iνδό Ποταμό, υπάρχει όμως ένας παράλληλος ανατολικότερος δρόμος που περνάει από την Κοιλάδα Kaghan στα Ελάσσονα Ιμαλάϊα, και μετά από την ορεινή διάβαση Babusar κατεβαίνοντας στην κοιλάδα του Ινδού στην Chilas, εκεί που είναι και ο προορισμός μας για διανυκτέρευση. Ο δρόμος αυτός, σύμφωνα με τον Farooq, είναι αρκετά συντομώτερος και όμορφος, αλλά τελικά δεν τον επιλέγουμε επειδή θέλουμε να ακολουθήσουμε τον ΚΗ σε όλη την διαδρομή του μέχρι την Κίνα. O KH αρχίζει και ανεβοκατεβαίνει σε όμορφες χαμηλές ορεινές περιοχές, καταπράσινες, με μεγάλα δέντρα και χωριουδάκια. Eδώ προς τα δυτικά μας βρίσκονται τα Μαύρα Όρη (Tor Ghar) της Ηazara, φθάνοντας τα 2.500 μέτρα ύψος, που θα μας ακολουθήσουν μέχρι το Thakot. Η διαδρομή αυτή συνεχίζεται μέχρι να συναντήσουμε τον Ινδό ποταμό, όπου ο δρόμος κατεβαίνει και περνάει με μιά γέφυρα επάνω από τον ορμητικό Ινδό, φθάνοντας τελικά στο χωριό Thakot.
Στην Mansehra, την επόμενη μεγάλη πόλη κατά μήκος του Αυτοκινητοδρόμου Karakoram
Το τοπίο μετά την Mansehra, ακόμη σε χαμηλό υψόμετρο
Στο Τhakot
Mετά από μια σύντομη και σχετική ομαλή διαδρομή φθάνουμε στην Besham, μια μικρή πόλη περίπου στο μέσον της απόστασης μεταξύ του Ισλαμαμπάντ και του Gilgit, με μερικά ξενοδοχεία, φθηνά σεράϊ, οπλοπωλεία και έναν κύριο δρόμο πνιγμένο στα φορτηγά και τα λεωφορεία. Eίναι μια πόλη δημιούργημα κυριολεκτικά του ΚΗ, που χρησιμεύει και για διανυκτέρευση σε όσους κάνουν σε πιό αργό ρυθμό την διαδρομή. Κάνουμε μια σύντομη στάση για να φάμε κάτι πρόχειρο και ξαναξεκινάμε, ενώ ο δρόμος συνεχώς ανεβαίνει και το τοπίο γίνεται όλο και αγριότερο.
Στον δρόμο για Besham
Στο Besham
Μπαίνουμε πια στο Kohistan, την Γη των Βουνών, στο φαράγγι του Ινδού που περιβάλλεται από κορυφές των 6.000 μέτρων. Είναι ένα γυμνό, μεγαλοπρεπές, άγριο τοπίο, με ελάχιστο πράσινο, με κάθετα βραχώδη τοιχώματα από τα οποία κατεβαίνουν μικροί καταρράκτες που καταλήγουν στον Ινδό ποταμό στο βάθος, αρκετές εκατοντάδες μέτρα πιο κάτω. Είναι ένας τόπος με άγρια ομορφιά, τόσο απότομος που δέχεται μόνο λίγες ώρες το φώς του ήλιου, ακόμη και σε ηλιόλουστες μέρες, με μετρημένα στα δάχτυλα χωριά και οικισμούς, όπου υπάρχει ελάχιστη καλλιεργήσιμη γη. Ο Ινδός ποταμός κυλάει χαμηλότερα με φοβερή ορμή, παρασύροντας τα πάντα στο πέρασμά του και εμείς συνεχίζουμε την πορεία μας ανεβαίνοντας συνεχώς στα τοιχώματα του φαραγγιού, ενώ ο ΚΗ είναι κυριολεκτικά σκαμμένος μέσα στα βράχια του βουνού. Για πολύ μεγάλα κομάτια της διαδρομής ο ΚΗ έχει από την μιά πλευρά του ένα κάθετο, ανώμαλο, βραχώδες τοίχωμα που φαίνεται να ανεβαίνει ψηλά δίχως τέλος, και από την άλλη έναν κάθετο γκρεμό που καταλήγει στον Ινδό που κυλάει αφρισμένος. Είναι ένας χώρος κλειστοφοβικός, και δεν συνιστάται σε όσους φοβούνται τα ύψη, αλλά και οποιοσδήποτε ταξιδεύει εκεί νοιώθει την αδρεναλίνη του να ανεβαίνει. Φαίνεται ότι οι περισσότεροι backpackers, που αποτελούν την πλειοψηφία των τουριστών στην περιοχή αυτή, παίρνουν το λεωφορείο από το Ισλαμαμπάντ, το οποίο κάνει 17 ώρες για να φθάσει στο Gilgit, και όταν περνάνε από εδώ έχει ήδη βραδιάσει, μιάς και το φως διαρκεί για ελάχιστες ώρες. Το αποτέλεσμα είναι ότι δεν αντιλαμβάνονται την άγρια ομορφιά του τοπίου, γιαυτό και υπάρχουν ελάχιστες περιγραφές στο Ίντερνετ.
Σε μερικά κομάτια βόρεια του Besham ο δρόμος δεν είναι παρά μια εντομή σε μιά κατακόρυφη γρανιτένια επιφάνεια, εκατοντάδες μέτρα επάνω από τον λασπερό Ινδό. Αυτή η περιοχή του δρόμου πήρε έναν πλήρη χρόνο για να χαραχθεί και κόστισε περισσότερες ζωές ανά χιλιόμετρο στην κατασκευή του από κάθε άλλο μέρος του ΚΗ. Διαβάζοντας τους οδηγούς που είχα φέρει, μου λύθηκε η απορία γιατί ο δρόμος χαράχθηκε τόσο ψηλά. Πιό κάτω, κοντά στον Ινδό, υπήρχαν κάποιες ομαλότερες πλαγιές από όπου θα ήταν ευκολώτερη η κατασκευή του ΚΗ και όπου είχε σχεδιασθεί αρχικά να περάσει, αλλά η απώλεια της ελάχιστης καλλιεργήσιμης γης που υπήρχε στην περιοχή αυτή, έφερε την άγρια τοπική αντίσταση και οδήγησε στην επαναχάραξη του δρόμου πολύ ψηλότερα. Δυστυχώς, επειδή ο δρόμος είναι πολύ στενός και έχει πολύ κίνηση, είναι αδύνατον να σταματάει κανείς για φωτογραφίες, και ότι βγάζουμε είναι εν κινήσει, μέσα από το αυτοκίνητο. Αυτό ισχύει και για το μεγαλύτερο μέρος των διαδρομών στο Βόρειο Πακιστάν.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του Kohistan και της διαδρομής μας αυτής, είναι ότι κάθετα στο φαράγγι του Ινδού υπάρχουν πολλές κοιλάδες που σχηματίζονται από παραποτάμους του Ινδού και είναι πολύ χαρακτηριστικά τα σημεία όπου διαυγείς, λαμπερές κυανές στήλες νερού από τους παραποτάμους μπαίνουν και ανακατεύονται με τα λασπερά νερά του Ινδού. Οι κοιλάδες αυτές είναι απομονωμένες και κατοικούνται από διάφορες φυλές, στις οποίες δεν έχει δικαιοδοσία η κεντρική εξουσία. Ακόμη και οι Βρετανοί δεν μπόρεσαν να τις ελέγξουν και η διακυβέρνησή τους γίνεται με τοπικές φυλετικές συνελεύσεις. Η είσοδος στις κοιλάδες αυτές είναι απαγορευμένη στον επισκέπτη, οι κάτοικοί τους είναι πολύ εσωστρεφείς, παραδοσιακοί και εχθρικοί προς κάθε ξενική επιρροή, με αποτέλεσμα οι ξένοι όχι να μην είναι καλοδεχούμενοι, αλλά να κινδυνεύουν κιόλας. Τα βράδυα πολλοί από τις φυλές αυτές βγαίνουν στον κεντρικό δρόμο και έχουν σημειωθεί και ληστείες, και αυτός είναι ο λόγος που δεν επιτρέπεται το βραδυνό ταξίδι στον ΚΗ, πράγμα όμως, που τελικά δεν το αποφύγαμε.
Φθάσαμε αργά το μεσημέρι στο Pattan, μιά μικρή πόλη κατά μήκος του KH, η οποία είναι απλωμένη σε ένα εύφορο κοίλωμα κοντά στην συμβολή του Ινδού με τους Ποταμούς Chowa και Palas. Το Pattan υπήρξε το επίκεντρο ενός μεγάλου σεισμού το 1974, κατά τον οποίον ολόκληρα κομμάτια του τοιχώματος της κοιλάδας κατέρρευσαν, θάβοντας ολόκληρα χωριά και φονεύοντας πάνω από 5. 000 ανθρώπους και τραυματίζοντας 15.000. Μετά το Pattan το Φαράγγι του Ινδού στενεύει για ακόμη μιά φορά, ενώ ο ΚΗ ανεβαίνει κι άλλο, σε ένα στενό χείλος αρκετές εκατοντάδες μέρα επάνω από τον Ινδό. Ο Farooq έχει αυξήσει την ταχύτητα του Prado, το οποίο μπαίνει με μεγάλη ταχύτητα σε κάθε στροφή, πολλές φορές χωρίς ορατότητα, ενώ συχνά στριγγλίζουν οι ρόδες του, φέρνοντάς μας κάποια ανησυχία. Πιθανόν να θέλει να φθάσουμε στον προορισμό μας προτού νυχτώσει, αλλά το άκουσμα του Ινδού που μουγκρίζει πιό κάτω στον γκρεμό δεν είναι ιδιαίτερα καθησυχαστικό. Κοιτάζω τον φίλο μου, αλλά μάλλον και αυτός σκέφτεται το ίδιο και όταν τον ρωτάω, “δεν σου φαίνεται ότι πηγαίνουμε κάπως γρήγορα για τον δρόμο αυτό;” χωρίς δεύτερη κουβέντα λέει στον Farooq να επιβραδύνει επειδή δεν βιαζόμαστε ιδιαίτερα και μπορούμε να κοιμηθούμε όπου βρούμε. Αυτό μάλλον αποδείχθηκε κουβέντα του αέρα, επειδή δεν βρήκαμε πουθενά, αλλά ο Farooq πραγματικά επιβράδυνε κάνοντάς μας να αισθανθούμε μεγαλύτερη ασφάλεια, και δεν μετανοιώσαμε που παραβήκαμε την αρχή μας, της μη επέμβασης στον οδηγό.
Στο Kohistan και την Κοιλάδα του Pattan
Στον Αυτοκινητόδρομο Karakoram, βόρεια του Pattan
Ο βαθυκύανος Jalkot Nala, μικρός παραπόταμος του Ινδού στο Samer Nala, ένα χωριό στην Κοιλάδα Kandia, κατά μήκος του Αυτοκινητόδρομου Karakoram
Tα Κiru και Mandrasa, στις όχθες του Ινδού Ποταμού
Aφού περάσαμε τα χωριά Κiru και Mandrasa, έχει αρχίσει πιά να σουρουπώνει, όταν φθάνουμε στους γειτονικούς οικισμούς Komila και Dasu, όπου αποφασίσαμε να διανυκτερεύσουμε, επειδή ο αρχικός προορισμός μας, η Chilas, ήταν αρκετά μακριά. Οι οικισμοί αυτοί βρίσκονται αριστερά και δεξιά από μιά γέφυρα επάνω από τον Ινδό, με την Komila να αποτελεί ένα μικρό παζάρι με λίγα θλιβερά και βρώμικα ξενοδοχεία, και τα ανάλογα φαγάδικα, και το Dasu να αποτελεί το διαχειριστικό κέντρο της περιοχής, με κάποια κυβερνητικά γραφεία και μερικά –θεωρητικά- καλύτερα ξενοδοχεία. Δυστυχώς, αυτά τα ξενοδοχεία υπάρχουν μόνο στους ταξιδιωτικούς οδηγούς και το Google. Όσο και αν ψάξαμε και αν ρωτήσαμε (φάγαμε καμιά ώρα, τελικά χωρίς λόγο), δεν βρήκαμε τίποτα. Και εντάξει οι οδηγοί, ήταν παλιοί, αλλά το Google Μaps υποτίθεται ότι είναι ενημερωμένο. Ο Farooq μας πρότεινε να συνεχίσουμε προς Chilas και αν βρούμε κάτι στην διαδρομή να μείνουμε. Δεν είχαμε και άλλη επιλογή, και μάλιστα είχαμε και μιά βάσιμη ελπίδα να βρούμε αξιοπρεπές κατάλυμα 10 χιλιόμετρα μετά, σε ένα χωριό Darseen, μιάς και ο κατάλογος των ξενοδοχείων του PTDC, του Πακιστανικού Οργανισμού Τουρισμού, έδειχνε ότι εκεί υπάρχει ξενοδοχείο, και όλα τα ξενοδοχεία του PTDC είναι αξιοπρεπή. Φθάνοντας λοιπόν, βρήκαμε μεν το κτίριο χρησιμοποιώντας το GPS, αλλά διαπιστώσαμε ότι δεν ήταν πλέον ξενοδοχείο αλλά χρησίμευε σαν κέντρο διαμονής των Κινέζων εργατών που έκαναν έργα στον ΚΗ λίγο πιο πέρα! Αποτυχία και σε επόμενη στάση στο Sazin, οπότε το πήραμε απόφαση ότι θα κοιμηθούμε στην Chilas, όποια ώρα και αν φθάσουμε.
Στον Οικισμό Dasu, ψάχνοντας για κατάλυμα χωρίς επιτυχία
Είχε νυχτώσει για τα καλά, το οδόστρωμα είχε χειροτερέψει πολύ, με πολύ μεγάλα κομμάτια άσχημου χωματόδρομου, και δεν διακρίναμε τίποτα στην ερημιά, παρά μόνο ακούγαμε τον βρυχηθμό του Ινδού στα χαμηλά. Και η περιοχή αυτή, άγρια, αφιλόξενη και επικίνδυνη, είναι εκείνη που πρέπει κυρίως να αποφύγεις να ταξιδέψεις βράδυ, όπως μας είχαν πει οι συνάδελφοι του φίλου μου στο Faisalabad, αλλά όπως συμβουλεύουν και οι ταξιδιωτικοί οδηγοί. H απόσταση από το Dasu στην Chilas είναι μόλις 125 χιλιόμετρα, και το Google Maps την δείχνει στις 4 30΄ώρες, αλλά εμείς πρέπει να το κάναμε περισσότερο. Καμιά ώρα προτού φθάσουμε στην Chilas, συναντήσαμε κάποιο αστυνομικό φυλάκιο, όπου μας έκαναν έλεγχο στα διαβατήρια – τους αρκούσαν και οι φωτοτυπίες τους, που μας φάνηκαν πολύ χρήσιμες σε όλο το ταξίδι. Μας πρότειναν να έρθει μαζί μας ένοπλος φρουρός, αλλά αρνηθήκαμε, αφενός επειδή πλησιάζαμε στην πόλη και αφετέρου επειδή δεν θεωρούσαμε και σαν ασφαλέστερο ενδεχόμενο μια ένοπλη σύγκρουση στο αυτοκίνητό μας, σε τυχόν περίπτωση ληστείας. Οι αστυνομικοί δεν πολυεπέμειναν, μάλλον βαριόντουσαν και αυτοί τέτοια ώρα και συνεχίσαμε φθάνοντας στο ξενοδοχείο μας (είχαμε ήδη ανακαλύψει ένα καλούτσικο στο Booking), χωρίς απρόοπτα. Προτού κοιμηθούμε – θα πλησίαζαν μεσάνυχτα, φάγαμε ψάρια στο εστιατόριο του ξενοδοχείου, που μας φάνηκαν αρκετά άγευστα, παρά την πείνα μας, θέλαμε όμως να τα δοκιμάσουμε. Το δωμάτιο μας, άνετο και καθαρό, με θέα στον Ινδό ποταμό που περνούσε μπροστά μας, μας φάνηκε μια όαση μπροστά στα ξενοδοχεία που είχαμε δει νωρίτερα στην διαδρομή μας, και τελικά δεν μετανοιώσαμε που συνεχίσαμε μετά το Dasu, παρά την ταλαιπωρία που τραβήξαμε.
Last edited by a moderator: