GTS
Member
- Μηνύματα
- 7.156
- Likes
- 21.552
Τι να πει κανείς (για το Τικάλ) θα μονολογούσε ο Φίλιππος Συρίγος, περιδιαβαίνοντας το φοβερό αυτό μέρος. Πυκνή ζούγκλα, αρχαία χωμένα στην αγκαλιά της, παραδείσια πουλιά να (μας) κράζουν, πιθήκια να κάνουν ακροβατικά πάνω από τα κεφάλια μας, παγώνια-γαλοπούλες-τι σκατά είναι δε ξέρω να κόβουν τριγύρω βόλτες….το σκηνικό είναι ένα μάτσο χάλια όπως φαντάζεστε. Έχει πια ξημερώσει, ο ξεναγός μας λέει ιστορίες για αγρίους, ποιος βασιλιάς βασίλεψε, πότε, πόσοι ζούσαν εδώ, πότε, πώς και τόσα άλλα ενδιαφέροντα τα οποία όμως ξέρεις ότι θα τα έχεις ξεχάσει σε μια ώρα. Οπότε, αντί να προσέχω τι μας λέει, χαζεύω ολόγυρα. Ναός Νο4, Νο5, δε θυμάμαι τι είναι τι και δε θα σας κουράσω. Το Τικάλ είναι απλά μαγικό. Είδαμε τόσα αρχαία σε αυτό το ταξίδι και νομίζω ότι τα είδαμε με τη σωστή κλιμάκωση: πρώτα η χαριτωμένη Τουλούμ με μπόνους την παραθαλάσσια τοποθεσία, έπειτα η Κομπά με τη φοβερή μεγάλη πυραμίδα όπου ανεβαίνεις όπως όπως και κατεβαίνεις μόνο με τον πισινό, το επιβλητικό Τσίτσεν Ιτσά, το μεγαλειώδες Παλένκε, το Yaxchilan το πάτησε το τρένο και τέλος το Τικάλ, θαρρώ ένα σκαλάκι παραπάνω. (από το Παλένκε, όχι το τρένο).
Μόνο ένα πράγμα με στεναχωρεί: δεν έχουμε πολύ χρόνο. Στο Τικάλ θέλεις να μείνεις πολύ, να τριγυρίσεις, να χαθείς στα μονοπάτια, απλά να σε καταπιεί η ζούγκλα και το μυστήριο που αποπνέει και πλανάται πάνω της. Όμως, χρόνος δεν υπάρχει. Το βράδυ έχουμε αναχώρηση με νυχτερινό λεωφορείο και μπροστά στην επιθυμία να κάτσουμε τουλάχιστον μέχρι το μεσημέρι, επικρατεί η ψυχρή λογική. Γυρνώντας στο δωμάτιο, θα είχαμε μια ώρα να κάνουμε ένα μπάνιο και να μην κάνουμε το μακρύ ταξίδι προς τη πρωτεύουσα μέσα στην ιδρωτίλα. Στεναχωρημένος, παίρνω με βαριά βήματα το μονοπάτι για την έξοδο, 7 ώρες στο Τικάλ και μας φάνηκαν σαν μισάωρο. Έτσι είναι όμως, το χωνεύεις και πας παρακάτω. Τρώμε ένα κλασσικό πρωϊνό με ομελέτα και φασόλια και περιμένουμε το βαν να μας γυρίσει στη βάση μας, το Φλόρες.
Μπανάκι, μάζεμα και checkout από το υπέροχο δωμάτιο. Για τις επόμενες ώρες, αράζουμε στο καφέ του ξενοδοχείου, με θέα την υπέροχη λίμνη, διαβάζοντας, συζητώντας και πίνοντας καφεδάκι. Για ένα 15’ η τροπική βροχή κάνει την εμφάνισή της μαστιγώνοντας τα νερά της λίμνης. Για πότε έβρεξε και στέγνωσε, ούτε που πήραμε χαμπάρι. Αυτό όμως που πήραμε χαμπάρι ήταν ότι τα καρότσια με το street food άρχισαν να στήνονται, τα εδέσματα τακτοποιήθηκαν επάνω τους, ο κόσμος άρχισε να μαζεύεται και μια μικρή μπάντα άρχισε να παίζει λάτιν μουσική. Ψώνιο. Γινόμαστε ένα με τον κόσμο, τρώμε υπέροχα τάκος και με ό,τι γέμιση ποθεί η ψυχή σου, πάμφθηνα, και χαζεύουμε άλλο ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα. Ειλικρινά, δε περίμενα το μέρος να είναι τόσο όμορφο, περίμενα να είναι πιο τουριστικό, ένα τουριστικό γκέτο, αλλά οι ντόπιοι είναι περισσότεροι από τους λιγοστούς τουρίστες, μαζεύονταν καθημερινά εδώ να απολαύσουν το ηλιοβασίλεμα, το φθηνό φαγητό, τη μουσική, τη παρέα, μικρά παιδιά και εμβληματικές γιαγιάδες. Είναι ένα μέρος που το σκέφτομαι και αυτή εδώ τη στιγμή με πολύ νοσταλγία. Κατά τις 8 όμως, πέρασε η ώρα και εμείς βρισκόμαστε στο σταθμό των ΚΤΕΛ της Σάντα Έλενα. Η πρωτεύουσα μας περιμένει. Πρώτο δείγμα από Γουατεμάλα, θετικότατο.Έχω αρχίσει να την ερωτεύομαι
Μόνο ένα πράγμα με στεναχωρεί: δεν έχουμε πολύ χρόνο. Στο Τικάλ θέλεις να μείνεις πολύ, να τριγυρίσεις, να χαθείς στα μονοπάτια, απλά να σε καταπιεί η ζούγκλα και το μυστήριο που αποπνέει και πλανάται πάνω της. Όμως, χρόνος δεν υπάρχει. Το βράδυ έχουμε αναχώρηση με νυχτερινό λεωφορείο και μπροστά στην επιθυμία να κάτσουμε τουλάχιστον μέχρι το μεσημέρι, επικρατεί η ψυχρή λογική. Γυρνώντας στο δωμάτιο, θα είχαμε μια ώρα να κάνουμε ένα μπάνιο και να μην κάνουμε το μακρύ ταξίδι προς τη πρωτεύουσα μέσα στην ιδρωτίλα. Στεναχωρημένος, παίρνω με βαριά βήματα το μονοπάτι για την έξοδο, 7 ώρες στο Τικάλ και μας φάνηκαν σαν μισάωρο. Έτσι είναι όμως, το χωνεύεις και πας παρακάτω. Τρώμε ένα κλασσικό πρωϊνό με ομελέτα και φασόλια και περιμένουμε το βαν να μας γυρίσει στη βάση μας, το Φλόρες.
Μπανάκι, μάζεμα και checkout από το υπέροχο δωμάτιο. Για τις επόμενες ώρες, αράζουμε στο καφέ του ξενοδοχείου, με θέα την υπέροχη λίμνη, διαβάζοντας, συζητώντας και πίνοντας καφεδάκι. Για ένα 15’ η τροπική βροχή κάνει την εμφάνισή της μαστιγώνοντας τα νερά της λίμνης. Για πότε έβρεξε και στέγνωσε, ούτε που πήραμε χαμπάρι. Αυτό όμως που πήραμε χαμπάρι ήταν ότι τα καρότσια με το street food άρχισαν να στήνονται, τα εδέσματα τακτοποιήθηκαν επάνω τους, ο κόσμος άρχισε να μαζεύεται και μια μικρή μπάντα άρχισε να παίζει λάτιν μουσική. Ψώνιο. Γινόμαστε ένα με τον κόσμο, τρώμε υπέροχα τάκος και με ό,τι γέμιση ποθεί η ψυχή σου, πάμφθηνα, και χαζεύουμε άλλο ένα όμορφο ηλιοβασίλεμα. Ειλικρινά, δε περίμενα το μέρος να είναι τόσο όμορφο, περίμενα να είναι πιο τουριστικό, ένα τουριστικό γκέτο, αλλά οι ντόπιοι είναι περισσότεροι από τους λιγοστούς τουρίστες, μαζεύονταν καθημερινά εδώ να απολαύσουν το ηλιοβασίλεμα, το φθηνό φαγητό, τη μουσική, τη παρέα, μικρά παιδιά και εμβληματικές γιαγιάδες. Είναι ένα μέρος που το σκέφτομαι και αυτή εδώ τη στιγμή με πολύ νοσταλγία. Κατά τις 8 όμως, πέρασε η ώρα και εμείς βρισκόμαστε στο σταθμό των ΚΤΕΛ της Σάντα Έλενα. Η πρωτεύουσα μας περιμένει. Πρώτο δείγμα από Γουατεμάλα, θετικότατο.Έχω αρχίσει να την ερωτεύομαι

Last edited by a moderator: