psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.095
- Likes
- 56.062
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προετοιμασία και σχεδιασμός
- Αναχώρηση, άφιξη & οι πρώτες βόλτες
- Φωτογραφίες 1ου κεφαλαίου
- Bonjour mon ami
- Φωτογραφίες 2ου κεφαλαίου
- Τα «διάσημα» του Παρισίου
- Φωτογραφίες 3ου κεφαλαίου
- Στη γειτονιά των καλλιτεχνών
- Φωτογραφίες 4ου κεφαλαίου
- Η νύχτα της παραμονής
- Φωτογραφίες 5ου κεφαλαίου
- Χριστούγεννα υπό βροχή
- Φωτογραφίες 6ου κεφαλαίου
- Στο ποτάμι και γύρω από τα νησιά
- Φωτογραφίες 7ου κεφαλαίου
- Μα πόσα αξιοθέατα έχετε ακόμα;
- Φωτογραφίες 8ου κεφαλαίου
- Βόλτες και μπύρες στο Saint-Germain
- Φωτογραφίες 9ου κεφαλαίου
- Οι τελευταίες στιγμές στο Παρίσι & αναχώρηση
- Φωτογραφίες 10ου κεφαλαίου
- Συμπεράσματα - Αποτίμηση - Προτάσεις
- Bonus κεφάλαιο: Έγχρωμη Χριστουγεννιάτικη ιστορία
Χριστούγεννα υπό βροχή
Τους Γάλλους κατηγορούσα αλλά κι εμείς δε πάμε πίσω όταν βρεθούμε σε μπουφέ πρωινού, ας είμαστε ειλικρινείς. Έτσι κι εγώ, καταστρώνω τα πλάνα της ημέρας στο τραπέζι μου, έχοντας απλώσει τριγύρω μου Γαλλικά ψωμάκια, βουτύρατα, κρουασάν και καμαμπέρ, τρώγοντας σα τον Ζεράρ στο επεισόδιο του προλόγου μου. Βλέπω τον κόσμο που κατεβαίνει στην αίθουσα και βγάζω γέλιο με τις στιλιστικές τους επιλογές (ο άλλος μου ‘σκασε με τερλίκια), διαπιστώνοντας εν τέλει ότι όλοι είναι Έλληνες, χωρίς να γνωρίζουν ότι τους καταλαβαίνω. Ρε τι πλάκα είχε!
Ο καιρός με προβλημάτισε προς στιγμήν όταν πριν τις 11 βρισκόμουν στο δρόμο με κατεύθυνση βόρεια προς το ποτάμι μιας και ήταν κάτι μεταξύ βρέχει - δε βρέχει, με διαλείμματα καλοκαιρίας. Αυτή τη φορά κινούμουν παράλληλα με το πεζόδρομο ανάμεσα στα καταπληκτικά δρομάκια του 5ου διαμερίσματος, με τη κίνηση λόγω Χριστουγέννων να είναι αισθητά μειωμένη.
Φτάνω σε ελάχιστο χρόνο πίσω από το εντυπωσιακό κτηριακό συγκρότημα, που έχει ως αποκορύφωμα το Πάνθεον, μαυσωλείο του 18ου αιώνα. Βλέπω με την ευκαιρία και την υπέροχη εκκλησία του Saint-Étienne-du-Mont, αλλά και την απέναντι βιβλιοθήκη, μ’ ένα κρεμασμένο πανό από το οποίο δε καταλαβαίνω λέξη πέρα από το «κίνδυνος». Ο καλύτερος περιστασιακά καιρός και η ομορφιά του αστικού αλλά ιδιαίτερα ιστορικού τοπίου με συναρπάζει, κάνοντας αρκετά ακόμα σχέδια για τη συνέχεια.
Η εμπειρία του να περπατάς στο σημείο αυτό της πόλης είναι μοναδική, καθώς οι εικόνες διαδέχονται γρήγορα η μία την άλλη χωρίς να προλαβαίνεις καλά – καλά να αφομοιώσεις ότι βλέπεις. Μέσω της Rue Saint-Jacques βλέπω το πανεπιστήμιο της Σορβόνης αλλά και το Γαλλικό κολλέγιο, χωρίς να σταματήσω καθόλου το βηματισμό μου. Οι καμπάνες ηχούν χαρμόσυνα κατά το τέλος της λειτουργίας στη Saint-Éphrem-le-Syriaque, το οποίο συμπέφτει με το πέρασμα μου από εκεί.
Έχω βάλει πλώρη για το μικρότερο νησάκι (Saint-Louis) του ποταμού, ωστόσο το πέρασμα μου γίνεται διαδοχικά από το μεγαλύτερο νησί χρησιμοποιώντας τις γέφυρες που τα συνδέουν μεταξύ τους και αποτελούν αξιοθέατα από μόνες τους, πόσο μάλλον αφορμή για φωτογραφία. Περνάω και από τη πίσω -θλιβερή- πλέον πλευρά της παναγίας των Παρισίων, στην οποία θα αφιέρωνα χρόνο αργότερα.
Βλέπετε η @Pel μου ‘χε επισημάνει ότι το ωραιότερο σημείο της πόλης είναι η θέα από το παγκάκι της Louis Aragon στο μικρότερο νησί, κάτι που δε μπορούσα φυσικά να αμφισβητήσω, κάνοντας παράλληλα και την πρώτη ολιγόλεπτη στάση της ημέρας, παρέα μ’ έναν Ασιάτη που είχε ακριβώς την ίδια ιδέα μ’ εμένα. Το Αγγλικό «shower» που έχει ξεκινήσει με προβληματίζει μόνο ως προς τη φωτογραφική μηχανή, ελπίζοντας να μη δυναμώσει.
Με τις συνθήκες αυτές διασχίζω το νησί απ’ άκρη σ’ άκρη και κατευθύνομαι πλέον ανατολικά. Κάνω στάση σε ένα ψιλικατζίδικο που βρήκα ανοιχτό αποτυγχάνοντας να πληρώσω με κάρτα μιας και το ποσό λέει δεν ήταν το απαιτούμενο. Βγαίνοντας διαπιστώνω ότι τα πράγματα είναι ζόρικα και αναγκάζομαι να ανοίξω την ομπρέλα που αγόρασα πρόσφατα (επένδυση), η οποία έχει αρχίσει και αποσβένει ήδη με τα τελευταία μου ταξίδια. Το φωτογραφικό χόμπι καθίσταται ακόμη πιο δύσκολο, είχα όμως προπονηθεί στο παράλληλο κράτημα ομπρέλας – μηχανής όταν σε Δρέσδη και Μπρέσια αναγκάστηκα να κάνω το ίδιο.
Σε ένα ήδη επαναλαμβανόμενο μοτίβο, περνάω τη γέφυρα De Sully και γκαζώνω για τη πλατεία της Βαστίλης που βρίσκεται μια ευθεία μπροστά μου, όσο η βροχή δυναμώνει. Βλέπω τη στήλη του Ιουλίου και το χριστουγεννιάτικο πανηγυράκι που έχει στηθεί και αναχωρώ προς την ίδια κατεύθυνση, μιας και δεν υπήρχε λόγος να μείνω παραπάνω, καθώς η περιοχή φημίζεται εκτός των άλλων για τη νυχτερινή της διασκέδαση. Εγώ όμως είχα άλλα στο μυαλό μου.
«Αφού θα είσαι Βαστίλη πετάξου και μέχρι το νεκροταφείο Père Lachaise να δεις το τάφο του Jim» μου ‘χε πει η @evaT ,κάτι που μου είχε διαφύγει τελείως αν και το είχα διαβάσει ουκ ολίγες φορές στη ζωή μου και αποτελούσε στόχο. Προχωρώ λοιπόν ευθεία στη la Roquette, διανύοντας τα 2,5 χιλιόμετρα σε χρόνο αξιοζήλευτο, συναντώντας λαό στα μόνα σημεία που θα μπορούσα εκείνη τη μέρα, δηλαδή τα ραπιντάδικα. Σημεία των καιρών.
Πολύς κόσμος θεωρεί αξιοθέατα σε ένα ταξίδι τα νεκροταφεία μιας πόλης, κάτι που προσωπικά έχω κάνει μέχρι τώρα μόνο στην Αβάνα. Το Père Lachaise είναι σίγουρα ένα από αυτά μιας και δε θέλει πολύ μυαλό να καταλάβεις ότι οι «ένοικοι» του αποτελούν σημαντικές προσωπικότητες.
Ανεβαίνω το δρομάκι καταϊδρωμένος από τη πεζοπορία φωτογραφίζοντας και ψάχνοντας το τάφο για τον οποίο είχα κάνει όλο αυτό το δρόμο. Σχεδόν κρυμμένο, στριμωγμένο, χαντακωμένο, γεμάτο φωτογραφίες, αφιερώσεις, λουλούδια και με μια μεγάλη περίφραξη γύρω του όπως είναι απόλυτα λογικό σε τέτοιες περιπτώσεις.
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΔΑΙΜΟΝΑ ΕΑΥΤΟΥ
Η φιλοσοφική ρήση πάνω στο τάφο του σπουδαίου ροκ σταρ Jim Morrison, ενός ακόμα θρύλου από το 27 club που αφορά όσους -πολλούς- μουσικούς έχασαν τη ζωή τους σ’ αυτή την ηλικία, και έχει να κάνει με το Δαίμων – προστάτη που πίστευαν οι αρχαίοι ότι ζει μέσα στο καθένα μας. Πράξε όπως θέλεις, πράξε σύμφωνα με τις προσωπικές σου επιθυμίες, χωρίς να σε νοιάζει τι πρέπει να πει η κοινωνία σε ελεύθερη μετάφραση, κάτι που ο σπουδαίος performer των Doors φρόντισε να κάνει με το πιο εμφατικό τρόπο, όπως προφητικά περιέγραψε και σε πολλά από τα τραγούδια του.
THE END
Ήμουν φανερά επηρεασμένος και συγκινημένος, όπως συμβαίνει κάθε φορά που επισκέπτομαι τέτοιου είδους μνημεία. Το μόνο που ήθελα ήταν να πιώ ένα, κάτι που μετουσιώθηκε σε πράξη σε ένα σπορ καφενείο που είχα τσεκάρει, κατά την επιστροφή μου.
Εις μνήμην…
Τους Γάλλους κατηγορούσα αλλά κι εμείς δε πάμε πίσω όταν βρεθούμε σε μπουφέ πρωινού, ας είμαστε ειλικρινείς. Έτσι κι εγώ, καταστρώνω τα πλάνα της ημέρας στο τραπέζι μου, έχοντας απλώσει τριγύρω μου Γαλλικά ψωμάκια, βουτύρατα, κρουασάν και καμαμπέρ, τρώγοντας σα τον Ζεράρ στο επεισόδιο του προλόγου μου. Βλέπω τον κόσμο που κατεβαίνει στην αίθουσα και βγάζω γέλιο με τις στιλιστικές τους επιλογές (ο άλλος μου ‘σκασε με τερλίκια), διαπιστώνοντας εν τέλει ότι όλοι είναι Έλληνες, χωρίς να γνωρίζουν ότι τους καταλαβαίνω. Ρε τι πλάκα είχε!
Ο καιρός με προβλημάτισε προς στιγμήν όταν πριν τις 11 βρισκόμουν στο δρόμο με κατεύθυνση βόρεια προς το ποτάμι μιας και ήταν κάτι μεταξύ βρέχει - δε βρέχει, με διαλείμματα καλοκαιρίας. Αυτή τη φορά κινούμουν παράλληλα με το πεζόδρομο ανάμεσα στα καταπληκτικά δρομάκια του 5ου διαμερίσματος, με τη κίνηση λόγω Χριστουγέννων να είναι αισθητά μειωμένη.
Φτάνω σε ελάχιστο χρόνο πίσω από το εντυπωσιακό κτηριακό συγκρότημα, που έχει ως αποκορύφωμα το Πάνθεον, μαυσωλείο του 18ου αιώνα. Βλέπω με την ευκαιρία και την υπέροχη εκκλησία του Saint-Étienne-du-Mont, αλλά και την απέναντι βιβλιοθήκη, μ’ ένα κρεμασμένο πανό από το οποίο δε καταλαβαίνω λέξη πέρα από το «κίνδυνος». Ο καλύτερος περιστασιακά καιρός και η ομορφιά του αστικού αλλά ιδιαίτερα ιστορικού τοπίου με συναρπάζει, κάνοντας αρκετά ακόμα σχέδια για τη συνέχεια.
Η εμπειρία του να περπατάς στο σημείο αυτό της πόλης είναι μοναδική, καθώς οι εικόνες διαδέχονται γρήγορα η μία την άλλη χωρίς να προλαβαίνεις καλά – καλά να αφομοιώσεις ότι βλέπεις. Μέσω της Rue Saint-Jacques βλέπω το πανεπιστήμιο της Σορβόνης αλλά και το Γαλλικό κολλέγιο, χωρίς να σταματήσω καθόλου το βηματισμό μου. Οι καμπάνες ηχούν χαρμόσυνα κατά το τέλος της λειτουργίας στη Saint-Éphrem-le-Syriaque, το οποίο συμπέφτει με το πέρασμα μου από εκεί.
Έχω βάλει πλώρη για το μικρότερο νησάκι (Saint-Louis) του ποταμού, ωστόσο το πέρασμα μου γίνεται διαδοχικά από το μεγαλύτερο νησί χρησιμοποιώντας τις γέφυρες που τα συνδέουν μεταξύ τους και αποτελούν αξιοθέατα από μόνες τους, πόσο μάλλον αφορμή για φωτογραφία. Περνάω και από τη πίσω -θλιβερή- πλέον πλευρά της παναγίας των Παρισίων, στην οποία θα αφιέρωνα χρόνο αργότερα.
Βλέπετε η @Pel μου ‘χε επισημάνει ότι το ωραιότερο σημείο της πόλης είναι η θέα από το παγκάκι της Louis Aragon στο μικρότερο νησί, κάτι που δε μπορούσα φυσικά να αμφισβητήσω, κάνοντας παράλληλα και την πρώτη ολιγόλεπτη στάση της ημέρας, παρέα μ’ έναν Ασιάτη που είχε ακριβώς την ίδια ιδέα μ’ εμένα. Το Αγγλικό «shower» που έχει ξεκινήσει με προβληματίζει μόνο ως προς τη φωτογραφική μηχανή, ελπίζοντας να μη δυναμώσει.
Με τις συνθήκες αυτές διασχίζω το νησί απ’ άκρη σ’ άκρη και κατευθύνομαι πλέον ανατολικά. Κάνω στάση σε ένα ψιλικατζίδικο που βρήκα ανοιχτό αποτυγχάνοντας να πληρώσω με κάρτα μιας και το ποσό λέει δεν ήταν το απαιτούμενο. Βγαίνοντας διαπιστώνω ότι τα πράγματα είναι ζόρικα και αναγκάζομαι να ανοίξω την ομπρέλα που αγόρασα πρόσφατα (επένδυση), η οποία έχει αρχίσει και αποσβένει ήδη με τα τελευταία μου ταξίδια. Το φωτογραφικό χόμπι καθίσταται ακόμη πιο δύσκολο, είχα όμως προπονηθεί στο παράλληλο κράτημα ομπρέλας – μηχανής όταν σε Δρέσδη και Μπρέσια αναγκάστηκα να κάνω το ίδιο.
Σε ένα ήδη επαναλαμβανόμενο μοτίβο, περνάω τη γέφυρα De Sully και γκαζώνω για τη πλατεία της Βαστίλης που βρίσκεται μια ευθεία μπροστά μου, όσο η βροχή δυναμώνει. Βλέπω τη στήλη του Ιουλίου και το χριστουγεννιάτικο πανηγυράκι που έχει στηθεί και αναχωρώ προς την ίδια κατεύθυνση, μιας και δεν υπήρχε λόγος να μείνω παραπάνω, καθώς η περιοχή φημίζεται εκτός των άλλων για τη νυχτερινή της διασκέδαση. Εγώ όμως είχα άλλα στο μυαλό μου.
«Αφού θα είσαι Βαστίλη πετάξου και μέχρι το νεκροταφείο Père Lachaise να δεις το τάφο του Jim» μου ‘χε πει η @evaT ,κάτι που μου είχε διαφύγει τελείως αν και το είχα διαβάσει ουκ ολίγες φορές στη ζωή μου και αποτελούσε στόχο. Προχωρώ λοιπόν ευθεία στη la Roquette, διανύοντας τα 2,5 χιλιόμετρα σε χρόνο αξιοζήλευτο, συναντώντας λαό στα μόνα σημεία που θα μπορούσα εκείνη τη μέρα, δηλαδή τα ραπιντάδικα. Σημεία των καιρών.
Πολύς κόσμος θεωρεί αξιοθέατα σε ένα ταξίδι τα νεκροταφεία μιας πόλης, κάτι που προσωπικά έχω κάνει μέχρι τώρα μόνο στην Αβάνα. Το Père Lachaise είναι σίγουρα ένα από αυτά μιας και δε θέλει πολύ μυαλό να καταλάβεις ότι οι «ένοικοι» του αποτελούν σημαντικές προσωπικότητες.
Ανεβαίνω το δρομάκι καταϊδρωμένος από τη πεζοπορία φωτογραφίζοντας και ψάχνοντας το τάφο για τον οποίο είχα κάνει όλο αυτό το δρόμο. Σχεδόν κρυμμένο, στριμωγμένο, χαντακωμένο, γεμάτο φωτογραφίες, αφιερώσεις, λουλούδια και με μια μεγάλη περίφραξη γύρω του όπως είναι απόλυτα λογικό σε τέτοιες περιπτώσεις.
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΔΑΙΜΟΝΑ ΕΑΥΤΟΥ
Η φιλοσοφική ρήση πάνω στο τάφο του σπουδαίου ροκ σταρ Jim Morrison, ενός ακόμα θρύλου από το 27 club που αφορά όσους -πολλούς- μουσικούς έχασαν τη ζωή τους σ’ αυτή την ηλικία, και έχει να κάνει με το Δαίμων – προστάτη που πίστευαν οι αρχαίοι ότι ζει μέσα στο καθένα μας. Πράξε όπως θέλεις, πράξε σύμφωνα με τις προσωπικές σου επιθυμίες, χωρίς να σε νοιάζει τι πρέπει να πει η κοινωνία σε ελεύθερη μετάφραση, κάτι που ο σπουδαίος performer των Doors φρόντισε να κάνει με το πιο εμφατικό τρόπο, όπως προφητικά περιέγραψε και σε πολλά από τα τραγούδια του.
THE END
Ήμουν φανερά επηρεασμένος και συγκινημένος, όπως συμβαίνει κάθε φορά που επισκέπτομαι τέτοιου είδους μνημεία. Το μόνο που ήθελα ήταν να πιώ ένα, κάτι που μετουσιώθηκε σε πράξη σε ένα σπορ καφενείο που είχα τσεκάρει, κατά την επιστροφή μου.
Εις μνήμην…
Last edited: