psilos3
Member
- Μηνύματα
- 6.094
- Likes
- 45.322
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Peru, Japan, Iceland
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προετοιμασία και σχεδιασμός
- Αναχώρηση, άφιξη & οι πρώτες βόλτες
- Φωτογραφίες 1ου κεφαλαίου
- Bonjour mon ami
- Φωτογραφίες 2ου κεφαλαίου
- Τα «διάσημα» του Παρισίου
- Φωτογραφίες 3ου κεφαλαίου
- Στη γειτονιά των καλλιτεχνών
- Φωτογραφίες 4ου κεφαλαίου
- Η νύχτα της παραμονής
- Φωτογραφίες 5ου κεφαλαίου
- Χριστούγεννα υπό βροχή
- Φωτογραφίες 6ου κεφαλαίου
- Στο ποτάμι και γύρω από τα νησιά
- Φωτογραφίες 7ου κεφαλαίου
- Μα πόσα αξιοθέατα έχετε ακόμα;
- Φωτογραφίες 8ου κεφαλαίου
- Βόλτες και μπύρες στο Saint-Germain
- Φωτογραφίες 9ου κεφαλαίου
- Οι τελευταίες στιγμές στο Παρίσι & αναχώρηση
- Φωτογραφίες 10ου κεφαλαίου
- Συμπεράσματα - Αποτίμηση - Προτάσεις
- Bonus κεφάλαιο: Έγχρωμη Χριστουγεννιάτικη ιστορία
Bonjour mon ami
Κι αν τη νύχτα δε τη περίμενα τόσο, το μπουφέ του πρωινού τον περίμενα με μεγάλη περιέργεια, μιας και τόσα έχω ακούσει ή διαβάσει κατά καιρούς για το σημαντικό αυτό γεύμα στη Γαλλία. Μικρός αλλά θαυματουργός, με εξαιρετική ποικιλία αλμυρών και γλυκών εδεσμάτων, αναγκάζοντας με να σηκωθώ να γεμίσω το πιάτο τρεις και τέσσερις φορές. Τι καλά!
Γεμάτος από φαγητό και σαφώς ανανεωμένος από το καλό ύπνο παίρνω ένα διπλό εσπρέσο και ξεχύνομαι στους φιλόξενους δρόμους της πόλης με ανυπομονησία. Η φωτογραφική μηχανή δε σταματάει να «γράφει» από την ώρα που βγαίνω εκτός ξενοδοχείου, αψηφώντας τη μουντάδα του καιρού που δίνει μια ξεχωριστή γοητεία στο όλο εγχείρημα.
Περνάω και πάλι από το πεζόδρομο Mouffetard, όπου υπό το φως της ημέρας φαίνεται εντελώς διαφορετικός, θυμίζοντας αρκετά τη χώρα μας και τις παραδοσιακές της αγορές, με τον κόσμο να κάνει τα χριστουγεννιάτικα του ψώνια προκειμένου να γεμίσει το τραπέζι του, στο οποίο βέβαια ξεχωριστή θέση έχουν τα θεσπέσια Γαλλικά κρασιά αλλά και τα τοπικά προϊόντα.
Προχωρώ στα στενάκια αλλά και σε μεγαλύτερους δρόμους του 5ου διαμερίσματος, έχοντας ήδη καταρτίσει το πλάνο μου από το προηγούμενο βράδυ, προκειμένου να συνδυάσω όσα περισσότερα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Η πόλη δε θέλει και πολύ να σε κερδίσει, κάτι που συνέβη -ίσως αναπάντεχα- από τα πρώτα μου κιόλας βήματα σ’ αυτήν, γεγονός για το οποίο με είχαν προειδοποιήσει αρκετοί, δε περίμενα όμως να συμβεί και σε μένα. Ποτέ μη λες ποτέ, γιατί τελικά το αποτύπωμα που αφήνει το Παρίσι στον επισκέπτη μόνο τυχαίο δε μπορείς να το πεις.
Με αυτά και άλλα διάφορα κατά νου περιφέρομαι ανάμεσα σε ιστορικά κτήρια, καταλήγοντας στους κήπους Luxembourg στους οποίους βλακωδώς δε μπαίνω για μια βόλτα (απορώ πως δε το σκέφτηκα) και παίρνω λεωφορείο για το 7ο διαμέρισμα, έχοντας εκδώσει εισιτήρια νωρίτερα από τους αυτόματους πωλητές του σταθμού του μετρό κοντά στο ξενοδοχείο, με τη βοήθεια μιας συμπαθέστατης υπαλλήλου.
Κατεβαίνω στη κυκλική πλατεία έξω απ’ το μουσείο των όπλων και το τάφο του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, μπαίνοντας στην αυλή του μετά από το τυπικό έλεγχο των αστυνομικών στη πύλη. Κάνω τη βόλτα μου παράλληλα απ’ τα κανόνια, θαυμάζοντας τους κήπους, το άγαλμα και συνολικά το οικοδόμημα βγαίνοντας όχι πολύ αργότερα από την άλλη πλευρά στην Maréchal Gallieni, προκειμένου να συνεχίσω τη πορεία μου.
Έχω κατεύθυνση πλέον προς το ποτάμι και το 16ο διαμέρισμα της πόλης, σε γειτονιές που με εντυπωσιάζουν περισσότερο από πριν. Τόσο όμορφες, τόσο προσεγμένες και μακριά από τη δική μας πραγματικότητα πλην όμως τόσο ζεστές και γνώριμες για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο.
Μην ήταν το διασημότατο αξιοθέατο που άρχισε δειλά να ξεπροβάλει πάνω από τις στέγες των κτιρίων ανάμεσα στην ομίχλη;
Μήπως είχα ξαναπερπατήσει σ’ αυτούς τους δρόμους σε μια άλλη ζωή;
Μήπως στα όνειρα μου;
Κι αν τη νύχτα δε τη περίμενα τόσο, το μπουφέ του πρωινού τον περίμενα με μεγάλη περιέργεια, μιας και τόσα έχω ακούσει ή διαβάσει κατά καιρούς για το σημαντικό αυτό γεύμα στη Γαλλία. Μικρός αλλά θαυματουργός, με εξαιρετική ποικιλία αλμυρών και γλυκών εδεσμάτων, αναγκάζοντας με να σηκωθώ να γεμίσω το πιάτο τρεις και τέσσερις φορές. Τι καλά!
Γεμάτος από φαγητό και σαφώς ανανεωμένος από το καλό ύπνο παίρνω ένα διπλό εσπρέσο και ξεχύνομαι στους φιλόξενους δρόμους της πόλης με ανυπομονησία. Η φωτογραφική μηχανή δε σταματάει να «γράφει» από την ώρα που βγαίνω εκτός ξενοδοχείου, αψηφώντας τη μουντάδα του καιρού που δίνει μια ξεχωριστή γοητεία στο όλο εγχείρημα.
Περνάω και πάλι από το πεζόδρομο Mouffetard, όπου υπό το φως της ημέρας φαίνεται εντελώς διαφορετικός, θυμίζοντας αρκετά τη χώρα μας και τις παραδοσιακές της αγορές, με τον κόσμο να κάνει τα χριστουγεννιάτικα του ψώνια προκειμένου να γεμίσει το τραπέζι του, στο οποίο βέβαια ξεχωριστή θέση έχουν τα θεσπέσια Γαλλικά κρασιά αλλά και τα τοπικά προϊόντα.
Προχωρώ στα στενάκια αλλά και σε μεγαλύτερους δρόμους του 5ου διαμερίσματος, έχοντας ήδη καταρτίσει το πλάνο μου από το προηγούμενο βράδυ, προκειμένου να συνδυάσω όσα περισσότερα σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Η πόλη δε θέλει και πολύ να σε κερδίσει, κάτι που συνέβη -ίσως αναπάντεχα- από τα πρώτα μου κιόλας βήματα σ’ αυτήν, γεγονός για το οποίο με είχαν προειδοποιήσει αρκετοί, δε περίμενα όμως να συμβεί και σε μένα. Ποτέ μη λες ποτέ, γιατί τελικά το αποτύπωμα που αφήνει το Παρίσι στον επισκέπτη μόνο τυχαίο δε μπορείς να το πεις.
Με αυτά και άλλα διάφορα κατά νου περιφέρομαι ανάμεσα σε ιστορικά κτήρια, καταλήγοντας στους κήπους Luxembourg στους οποίους βλακωδώς δε μπαίνω για μια βόλτα (απορώ πως δε το σκέφτηκα) και παίρνω λεωφορείο για το 7ο διαμέρισμα, έχοντας εκδώσει εισιτήρια νωρίτερα από τους αυτόματους πωλητές του σταθμού του μετρό κοντά στο ξενοδοχείο, με τη βοήθεια μιας συμπαθέστατης υπαλλήλου.
Κατεβαίνω στη κυκλική πλατεία έξω απ’ το μουσείο των όπλων και το τάφο του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, μπαίνοντας στην αυλή του μετά από το τυπικό έλεγχο των αστυνομικών στη πύλη. Κάνω τη βόλτα μου παράλληλα απ’ τα κανόνια, θαυμάζοντας τους κήπους, το άγαλμα και συνολικά το οικοδόμημα βγαίνοντας όχι πολύ αργότερα από την άλλη πλευρά στην Maréchal Gallieni, προκειμένου να συνεχίσω τη πορεία μου.
Έχω κατεύθυνση πλέον προς το ποτάμι και το 16ο διαμέρισμα της πόλης, σε γειτονιές που με εντυπωσιάζουν περισσότερο από πριν. Τόσο όμορφες, τόσο προσεγμένες και μακριά από τη δική μας πραγματικότητα πλην όμως τόσο ζεστές και γνώριμες για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο.
Μην ήταν το διασημότατο αξιοθέατο που άρχισε δειλά να ξεπροβάλει πάνω από τις στέγες των κτιρίων ανάμεσα στην ομίχλη;
Μήπως είχα ξαναπερπατήσει σ’ αυτούς τους δρόμους σε μια άλλη ζωή;
Μήπως στα όνειρα μου;
Last edited: