psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.101
- Likes
- 56.111
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προετοιμασία και σχεδιασμός εκδρομής
- Έλα και φύγαμε για Ισπανία
- Καλημέρα στη Βροχερή πόλη
- Ιστορικού κέντρου συνέχεια
- Μήπως είναι καλύτερα τη νύχτα;
- Η Δευτέρα στη Σεβίλλη
- …στην Κόρδοβα ταξίδι
- Cordoba μέρος δεύτερο
- Οι τελευταίες στιγμές στην Ανδαλουσία
- Hola Barcelona
- Στα ωραία της πόλης ως τη νύχτα
- Οι τελευταίες βόλτες στην Καταλανική πρωτεύουσα
- Συμπεράσματα & απολογισμός ταξιδιού
Έλα και φύγαμε για Ισπανία
Σάββατο μεσημέρι δέκα του Φλεβάρη, με σκοτεινιασμένο καιρό στο αεροδρόμιο Μακεδονία, πρόδρομος της βροχής που θ’ ακολουθούσε αλλά ουδόλως μ’ απασχολούσε. Είχα αφήσει τ’ αμάξι σ’ ένα από τα πάρκινγκ και με συνοπτικές διαδικασίες βρέθηκα λίγη ώρα μετά στη σκάλα του αεροπλάνου για την καθιερωμένη φωτογραφία της αναχώρησης:
Η πτήση έφυγε νωρίτερα, διήρκησε λιγότερο του αναμενομένου και ήταν εξαιρετική, μ’ εμένα να βρίσκομαι σε μια άνετη επιτέλους θέση (μέχρι και Τόκιο πήγαινα υπό αυτές τις συνθήκες της Upfront), εκμεταλλευόμενος τα κουπόνια της αναβάθμισης που αν δε τα αξιοποιούσα θα ‘χαν λήξει. Παρέα μου το καλό λευκό κρασί της Aegean και το προαναφερθέν βιβλίο του Καζαντζάκη, έτσι δίχως να το σκεφτώ πέρασαν νεράκι οι 2:30 ώρες ως την προσγείωση στο αεροδρόμιο El Prat της Βαρκελώνης:
Μεγάλη αεροδρομιάρα πολύ καλύτερη του σιχάματος της Μαδρίτης με την ώρα να περνάει ευχάριστα, πόσο μάλλον δε όταν υπάρχει πρόσβαση στο Lounge και μπορείς να δοκιμάσεις όλο το αμπέλι από τα ξακουστά Ισπανικά κρασιά. Για πότε ήρθε η ώρα της επιβίβασης ως τη Sevilla ούτε καν το κατάλαβα:
Επίσης δε κατάλαβα υπό αυτές τις συνθήκες τη μιάμιση περίπου ώρα πτήσης ως τον προορισμό μας. Βγήκα με φούρια από το αεροσκάφος με τις εικόνες των τοπικών ομάδων, πρώτα της Betis και μετά της Sevilla να με καλωσορίζουν στο αεροδρόμιο κάνοντας μου εντύπωση. Για την ιστορία, φέτος λόγω του παικταρά γουστάρουμε την Betis, με το αμιγώς πασοκικό χρώμα:
Η στάση του λεωφορείου που οδηγεί στο κέντρο της πόλης βρίσκεται ακριβώς έξω απ’ τις αφίξεις, με το αντίτιμο των 4€ να πληρώνεται σε αυτόματα μηχανήματα που θα δει κανείς πίσω από τη στάση. Η διαδρομή είναι κοντινή, τα φανάρια όμως τη δυσκολεύουν, τερματίζοντας περίπου 40 λεπτά μετά στο σταθμό Estacion Plz. Armas της πόλης, μόλις λίγα μέτρα μακριά από το ξενοδοχείο μου.

Περιττό να πω ότι οι διαδικασίες του τσεκ ιν και του γνωστού αγαπημένου σουταρίσματος του βαλιτσακίου ολοκληρώθηκαν μέσα σε δευτερόλεπτα, με αποτέλεσμα να βρίσκομαι στο δρόμο απαλλαγμένος από φορτία λίγο μετά τις 11:30 του σαββατόβραδου. Πήρα το «παραλιακό» μονοπάτι και βρέθηκα μονομιάς κάτω από την περίφημη γέφυρα «Puente de Isabel II» ,άριστα φωτισμένη την ώρα εκείνη:
Η χαρά μου ήταν απεριόριστη, με αποτέλεσμα να κατευθυνθώ άμεσα από τις σκάλες στον επάνω δρόμο, βρίσκοντας το κιόσκι που είχα σταμπάρει από τη διαδρομή κιόλας του λεωφορείου. Με περισσή αυτοπεποίθηση πήγα με φόρα στον υπάλληλο, έτοιμος να ξεσκονίσω τα άρτια Ισπανικά μου:
Βέβαια όσο κι αν ήθελα να πάρω στα σοβαρά το όνομα και τις εικόνες του ποταμού Γουαδαλκιβίρ, κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό, ενθυμούμενος πάντα το τετράστιχο του σπουδαίου, του τεράστιου Χαρυ Κλυν βάζοντας τα γέλια όπως είναι λογικό:
Η δίψα όμως ήταν ένα συναίσθημα που δεν έλεγε να ησυχάσει τούτες τις ώρες, οδηγώντας με κεντρικότερα προς τα ενδότερα της Σεβίλλης, που είχε ήδη αρχίζει να μου γουστάρει πολύ. Οι σημειώσεις μου δε λάθεψαν, οδηγώντας με μετά από μικρή περιήγηση στον πολύ όμορφο εξωτερικά χώρο της «The Merchant pub», την οποία λες και Ιρλανδική:
Για κάποιο αδιευκρίνηστο λόγο έκανα εντύπωση στον μπάρμαν, ο οποίος με τσέκαρε από την πόρτα κιόλας κάνοντας μου σήμα τύπου «έλα-έλα» με το χέρι. Τι διάολο, κι εδώ με ξέρουν, πως γίνεται και τραβάω τέτοιους τύπους;
Ήταν νομοτελειακό πως θα άνοιγαν τα βαρέλια των τοπικών Ισπανικών, καλμάροντας έτσι προς ώρας τη δίψα μου, κάνοντας το βράδυ πολύ καλύτερο μέχρι να κλείσει εν τέλει η Pub γύρω στη μιάμιση, κι εμένα να επιστρέψω στο ξενοδοχείο με μια τεράστια κούραση.
Είχα δύσκολη μέρα την επομένη αλλά δε το ‘ξερα…
Σάββατο μεσημέρι δέκα του Φλεβάρη, με σκοτεινιασμένο καιρό στο αεροδρόμιο Μακεδονία, πρόδρομος της βροχής που θ’ ακολουθούσε αλλά ουδόλως μ’ απασχολούσε. Είχα αφήσει τ’ αμάξι σ’ ένα από τα πάρκινγκ και με συνοπτικές διαδικασίες βρέθηκα λίγη ώρα μετά στη σκάλα του αεροπλάνου για την καθιερωμένη φωτογραφία της αναχώρησης:

Η πτήση έφυγε νωρίτερα, διήρκησε λιγότερο του αναμενομένου και ήταν εξαιρετική, μ’ εμένα να βρίσκομαι σε μια άνετη επιτέλους θέση (μέχρι και Τόκιο πήγαινα υπό αυτές τις συνθήκες της Upfront), εκμεταλλευόμενος τα κουπόνια της αναβάθμισης που αν δε τα αξιοποιούσα θα ‘χαν λήξει. Παρέα μου το καλό λευκό κρασί της Aegean και το προαναφερθέν βιβλίο του Καζαντζάκη, έτσι δίχως να το σκεφτώ πέρασαν νεράκι οι 2:30 ώρες ως την προσγείωση στο αεροδρόμιο El Prat της Βαρκελώνης:


Μεγάλη αεροδρομιάρα πολύ καλύτερη του σιχάματος της Μαδρίτης με την ώρα να περνάει ευχάριστα, πόσο μάλλον δε όταν υπάρχει πρόσβαση στο Lounge και μπορείς να δοκιμάσεις όλο το αμπέλι από τα ξακουστά Ισπανικά κρασιά. Για πότε ήρθε η ώρα της επιβίβασης ως τη Sevilla ούτε καν το κατάλαβα:


Επίσης δε κατάλαβα υπό αυτές τις συνθήκες τη μιάμιση περίπου ώρα πτήσης ως τον προορισμό μας. Βγήκα με φούρια από το αεροσκάφος με τις εικόνες των τοπικών ομάδων, πρώτα της Betis και μετά της Sevilla να με καλωσορίζουν στο αεροδρόμιο κάνοντας μου εντύπωση. Για την ιστορία, φέτος λόγω του παικταρά γουστάρουμε την Betis, με το αμιγώς πασοκικό χρώμα:

Η στάση του λεωφορείου που οδηγεί στο κέντρο της πόλης βρίσκεται ακριβώς έξω απ’ τις αφίξεις, με το αντίτιμο των 4€ να πληρώνεται σε αυτόματα μηχανήματα που θα δει κανείς πίσω από τη στάση. Η διαδρομή είναι κοντινή, τα φανάρια όμως τη δυσκολεύουν, τερματίζοντας περίπου 40 λεπτά μετά στο σταθμό Estacion Plz. Armas της πόλης, μόλις λίγα μέτρα μακριά από το ξενοδοχείο μου.

Περιττό να πω ότι οι διαδικασίες του τσεκ ιν και του γνωστού αγαπημένου σουταρίσματος του βαλιτσακίου ολοκληρώθηκαν μέσα σε δευτερόλεπτα, με αποτέλεσμα να βρίσκομαι στο δρόμο απαλλαγμένος από φορτία λίγο μετά τις 11:30 του σαββατόβραδου. Πήρα το «παραλιακό» μονοπάτι και βρέθηκα μονομιάς κάτω από την περίφημη γέφυρα «Puente de Isabel II» ,άριστα φωτισμένη την ώρα εκείνη:


Η χαρά μου ήταν απεριόριστη, με αποτέλεσμα να κατευθυνθώ άμεσα από τις σκάλες στον επάνω δρόμο, βρίσκοντας το κιόσκι που είχα σταμπάρει από τη διαδρομή κιόλας του λεωφορείου. Με περισσή αυτοπεποίθηση πήγα με φόρα στον υπάλληλο, έτοιμος να ξεσκονίσω τα άρτια Ισπανικά μου:


- Una Cerveza
- No
- Τι no ρε κόπανε, είσαι σοβαρός; Νο στον ψηλό δεν έχει σε τέτοια ζητήματα…


Βέβαια όσο κι αν ήθελα να πάρω στα σοβαρά το όνομα και τις εικόνες του ποταμού Γουαδαλκιβίρ, κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό, ενθυμούμενος πάντα το τετράστιχο του σπουδαίου, του τεράστιου Χαρυ Κλυν βάζοντας τα γέλια όπως είναι λογικό:


Η δίψα όμως ήταν ένα συναίσθημα που δεν έλεγε να ησυχάσει τούτες τις ώρες, οδηγώντας με κεντρικότερα προς τα ενδότερα της Σεβίλλης, που είχε ήδη αρχίζει να μου γουστάρει πολύ. Οι σημειώσεις μου δε λάθεψαν, οδηγώντας με μετά από μικρή περιήγηση στον πολύ όμορφο εξωτερικά χώρο της «The Merchant pub», την οποία λες και Ιρλανδική:


Για κάποιο αδιευκρίνηστο λόγο έκανα εντύπωση στον μπάρμαν, ο οποίος με τσέκαρε από την πόρτα κιόλας κάνοντας μου σήμα τύπου «έλα-έλα» με το χέρι. Τι διάολο, κι εδώ με ξέρουν, πως γίνεται και τραβάω τέτοιους τύπους;

Ήταν νομοτελειακό πως θα άνοιγαν τα βαρέλια των τοπικών Ισπανικών, καλμάροντας έτσι προς ώρας τη δίψα μου, κάνοντας το βράδυ πολύ καλύτερο μέχρι να κλείσει εν τέλει η Pub γύρω στη μιάμιση, κι εμένα να επιστρέψω στο ξενοδοχείο με μια τεράστια κούραση.
Είχα δύσκολη μέρα την επομένη αλλά δε το ‘ξερα…
Last edited: