psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.741
- Likes
- 62.676
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Προετοιμασία & σχεδιασμός
- Εν αρχή ην το Vilnius
- Διερεύνησης συνέχεια
- Η βόλτα στο κάστρο
- Στη Δημοκρατία της Ουζούπης
- Λιθουανία, για λίγο ακόμα
- Η πρώτη δόση Λετονίας
- Και η …επιστροφή
- Συνέχεια εντός Vibrant Vecrīga
- Απ’ το σούρουπο ως την αναχώρηση
- Επόμενη στάση: Εσθονία
- Στους πύργους και την κούφια γη
- Παραπλεύρως των τειχών
- Νυχτώνει στην παλιά πόλη του Tallinn
- Δεκαπενταύγουστος εν πλω
- Η συνέχεια στο Helsinki
- Φινλανδία για λίγο κι επιστροφή
- Αποτίμηση, συμπεράσματα & ταξιδιωτικός απολογισμός
Και η …επιστροφή
Σα να μη πέρασε μια μέρα (μόνο κάποια ευχάριστα ενδιάμεσα ταξιδάκια), μετά δύο μήνες ακριβώς βρισκόμουν και πάλι στο αεροπλάνο και τη βραδινή πτήση με προορισμό την πρωτεύουσα της Λετονίας.
Παρόλο που όπως διαπίστωσα με έκπληξη για Δευτέρα βράδυ είχε κάποια μπαρ ανοικτά, αποφάσισα να μη φερθώ αλαζονικά μιας και η ώρα ήταν κοντά τρεις, ξεκινώντας όπως πρέπει, από την αρχή της επόμενης ημέρας μετά το εξαιρετικό πρωινό του ξενοδοχείου. Καημό το ‘χω να μη με υποδεχτεί αυτή η πόλη μια φορά με βροχή, κάτι που έγινε δευτερόλεπτα με το που πάτησα το πόδι μου στο πεζοδρόμιο:
Με τον καιρό δε μπορούμε να τα βάλουμε όμως, έτσι ανοίγοντας την υπερπολύτιμη σε τέτοια ταξίδια ομπρέλα μου ξεκίνησα προσδοκώντας για το καλύτερο, αρχής γενομένης από την όχθη του ποταμού Daugava με το σπουδαίο κτήριο της εθνικής Λετονικής βιβλιοθήκης στην άλλη πλευρά να δεσπόζει και να το βλέπω επιτέλους καλύτερα, αν κι από μακριά. Δεν είχα φτάσει βέβαια τυχαία ως εκεί, αλλά με αφορμή το μνημείο των μαχητών της επανάστασης του 1905 και της ματωμένης Κυριακής, πρώτο στη λίστα από τα αξιοθέατα μου:
Προσπερνώντας την ξακουστή σιδηροδρομική γέφυρα «Dzelzceļa» που κατασκευάστηκε το 1914 κι έπαιξε σημαντικό ρόλο κατά τον Β’ παγκόσμιο, αλλά και τη θέα του πύργου ραδιοφώνου και τηλεόρασης απέναντι, βρέθηκα να περπατάω στην περιοχή του Latgale, εκτός ιστορικού κέντρου και πιο συγκεκριμένα στην συνοικία Spīķeri:
Ο πρώτος στόχος της ημέρας δεν ήταν άλλος από την επίσκεψη στο μουσείο γκέτο «Rīgas geto un Latvijas holokausta muzejs» της πόλης, αφιερωμένο στη μνήμη της Εβραικής κοινότητας της Λετονίας και στο ολοκαύτωμα. Μπήκα αμέσως στο γραφείο πληροφοριών προκειμένου να πάρω το φυλλάδιο περιήγησης στα Ελληνικά (το οποίο σε ορισμένα σημεία της αφήγησης βρήκα επιεικώς άθλιο), εκδίδοντας παράλληλα το προαιρετικό νομίζω εισιτήριο των 5€.
Γνωστή φυσικά η ιστορία, γνωστά και τα βαγόνια της φρίκης με τη διαφορά πως υπήρχαν και αντίθετα θα χαρακτήριζα δρομολόγια Γερμανών Εβραίων μονής διαδρομής προς τη Ρίγα, αποσκοπώντας φυσικά στην εξόντωση τους:
Πολύ σημαντικός χώρος του μουσείου είναι και αυτός που εκτίθενται τα έργα και οι δημιουργίες της καλλιτέχνιδος Αλεξάνδρας Μπέλτσοβα, η οποία ήταν εκ των λίγων επιζησάντων του Γκέτο της Ρίγας
Εξίσου σημαντικό ενδιαφέρον προκαλεί και το σπίτι του Γκέτο, ένα διώροφο ξύλινο δημιούργημα του 19ου αιώνα, που αρχικά χτίστηκε στη συνοικία της «Μόσχας» εντός του γκέτο και μετακινήθηκε αυτούσιο στο μουσείο για ανακαίνιση και παρουσίαση, καθώς το διαμέρισμα μικρών διαστάσεων που βλέπετε φιλοξενούσε πάνω από 30 ψυχές κατά τη διάρκεια ύπαρξης του γκέτο:
Αποχώρησα φανερά προβληματισμένος όπως κάθε φορά συμβαίνει σε τέτοιο μέρος με όσα είδα αλλά και μετά από τη θέαση των σημαιών σκεπτόμενος και τα όσα θλιβερά και κατάπτυστα συμβαίνουν στον πλανήτη τελευταία, με τους συσχετισμούς να είναι αναπόφευκτοι…
Λίγο πιο πάνω ήταν που άρχισα ξαφνικά ν’ αναρωτιέμαι αν και οι πόλεις κλέβονται μεταξύ τους όπως ο ΘΒ στην ομώνυμη ταινία, με το μυαλό μου να πετάει προς Βαρσοβία μεριά στην οποία βρισκόμουν προ λίγων ημερών. Λογικό θα μου πείτε, μιας και το κτήριο ακαδημίας επιστημών «Latvijas Zinātņu akadēmija» μοιάζει πάρα πολύ με το αντίστοιχο ξαδερφάκι του και είναι και αυτό επισκέψιμο, κάτι που δε γνώριζα:
Έτσι αρκέστηκα σε μια μικρή φωτογράφιση κι έφυγα προς την κεντρική λαϊκή αγορά της πόλης «Centrāltirgus» για εικόνες που πάντα επιδιώκω στα ταξίδια μου, θέλοντας μάλιστα να βάλω τα κλάματα με κάτι τιμές στα φρούτα –χαμηλότερες από τις αντίστοιχες Ελληνικές- που αντίκρυσα:
Όσο περπατούσα κάτω από την υπόγεια διάβαση με κατεύθυνση το κέντρο, τόσο η ανάγκη μου για δροσιά έγινε παραπάνω από εμφανής, με τη στάση στην «Aussie Pub» που βρέθηκε ξαφνικά μπροστά μου να γίνεται με ευχαρίστηση, αφού σερβιρίστηκα μάλιστα την μπύρα μου μέσα από το Ww που διακοσμεί πολύ προτώτυπα το χώρο. Ωραία πατέντα:
Ήμουν ήδη αρκετά κεντρικά όπως διαπίστωσα μέσω του χάρτη στην εύκολα περπατήσιμη αυτή πόλη (όταν δε βρέχει), συναντώντας στο διάβα μου λίγο μετά το κτήριο της εθνικής όπερας και μπαλέτου «Nacionālā opera un balets» της Λετονίας, κτήριο του 1863 αν και δε του φαίνεται:
Κάπου εκεί ορίζεται και η αρχή του κεντρικότερου ίσως πάρκου της πόλης με το όνομα «Bastejkalna», που δε γίνεται να μη σε κερδίσει αμέσως με την ομορφιά του:
Στιγμιαία αποφάσισα να επιστρέψω σ’ αυτό αργότερα, μιας και ο καιρός επιτέλους έδειχνε να στρώνει εντελώς, οπότε αμέσως κατευθύνθηκα βόρεια προς την περιοχή Centrs, συναντώντας στο απέναντι πεζοδρόμιο το κτήριο του πανεπιστημίου «Latvijas Universitāte» που ξεχώριζε από μακριά. Καταλάβαινα πως έμπαινα–έστω και για λίγο- σε μία ακόμη διαφορετική εκδοχή του κέντρου της πόλης που είχε κι αυτή το ενδιαφέρον της:
Ένα από αυτά ή μάλλον καλύτερα ακόμα ένα από αυτά τα πολλά πάρκα που φιλοξενεί η πόλη ήταν και το «Vērmanes» που μάλιστα δεν είχα στις σημειώσεις μου κι ευτυχώς που πέρασα απ’ αυτό:
Σκοπός μου ήταν να δω όμως από κοντά και τον μεγαλύτερο ορθόδοξο καθεδρικό ναό στις επαρχίες της βαλτικής Rīgas Kristus Piedzimšanas , που κατασκευάστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα κι έχει κι αυτός την ιστορία του, μετατρεπόμενος μάλιστα σε Λουθηρανικό ναό στη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου.
Μπορείτε ίσως να φανταστείτε που βρισκόταν ο ναός… Πολύ σωστά, σ΄ ένα ακόμα πάρκο όπου περιηγούμουν, που εκτός των άλλων φιλοξενεί και το άγαλμα του σπουδαίου Λετονού ποιητή «Rainis» αλλά και το εξαίρετο κτήριο «Mākslas akadēmija», δηλαδή της ακαδημίας τέχνης:
Είχα ακόμα αρκετά πράγματα μπροστά μου…
Σα να μη πέρασε μια μέρα (μόνο κάποια ευχάριστα ενδιάμεσα ταξιδάκια), μετά δύο μήνες ακριβώς βρισκόμουν και πάλι στο αεροπλάνο και τη βραδινή πτήση με προορισμό την πρωτεύουσα της Λετονίας.

Παρόλο που όπως διαπίστωσα με έκπληξη για Δευτέρα βράδυ είχε κάποια μπαρ ανοικτά, αποφάσισα να μη φερθώ αλαζονικά μιας και η ώρα ήταν κοντά τρεις, ξεκινώντας όπως πρέπει, από την αρχή της επόμενης ημέρας μετά το εξαιρετικό πρωινό του ξενοδοχείου. Καημό το ‘χω να μη με υποδεχτεί αυτή η πόλη μια φορά με βροχή, κάτι που έγινε δευτερόλεπτα με το που πάτησα το πόδι μου στο πεζοδρόμιο:


Με τον καιρό δε μπορούμε να τα βάλουμε όμως, έτσι ανοίγοντας την υπερπολύτιμη σε τέτοια ταξίδια ομπρέλα μου ξεκίνησα προσδοκώντας για το καλύτερο, αρχής γενομένης από την όχθη του ποταμού Daugava με το σπουδαίο κτήριο της εθνικής Λετονικής βιβλιοθήκης στην άλλη πλευρά να δεσπόζει και να το βλέπω επιτέλους καλύτερα, αν κι από μακριά. Δεν είχα φτάσει βέβαια τυχαία ως εκεί, αλλά με αφορμή το μνημείο των μαχητών της επανάστασης του 1905 και της ματωμένης Κυριακής, πρώτο στη λίστα από τα αξιοθέατα μου:


Προσπερνώντας την ξακουστή σιδηροδρομική γέφυρα «Dzelzceļa» που κατασκευάστηκε το 1914 κι έπαιξε σημαντικό ρόλο κατά τον Β’ παγκόσμιο, αλλά και τη θέα του πύργου ραδιοφώνου και τηλεόρασης απέναντι, βρέθηκα να περπατάω στην περιοχή του Latgale, εκτός ιστορικού κέντρου και πιο συγκεκριμένα στην συνοικία Spīķeri:



Ο πρώτος στόχος της ημέρας δεν ήταν άλλος από την επίσκεψη στο μουσείο γκέτο «Rīgas geto un Latvijas holokausta muzejs» της πόλης, αφιερωμένο στη μνήμη της Εβραικής κοινότητας της Λετονίας και στο ολοκαύτωμα. Μπήκα αμέσως στο γραφείο πληροφοριών προκειμένου να πάρω το φυλλάδιο περιήγησης στα Ελληνικά (το οποίο σε ορισμένα σημεία της αφήγησης βρήκα επιεικώς άθλιο), εκδίδοντας παράλληλα το προαιρετικό νομίζω εισιτήριο των 5€.


Γνωστή φυσικά η ιστορία, γνωστά και τα βαγόνια της φρίκης με τη διαφορά πως υπήρχαν και αντίθετα θα χαρακτήριζα δρομολόγια Γερμανών Εβραίων μονής διαδρομής προς τη Ρίγα, αποσκοπώντας φυσικά στην εξόντωση τους:



Πολύ σημαντικός χώρος του μουσείου είναι και αυτός που εκτίθενται τα έργα και οι δημιουργίες της καλλιτέχνιδος Αλεξάνδρας Μπέλτσοβα, η οποία ήταν εκ των λίγων επιζησάντων του Γκέτο της Ρίγας


Εξίσου σημαντικό ενδιαφέρον προκαλεί και το σπίτι του Γκέτο, ένα διώροφο ξύλινο δημιούργημα του 19ου αιώνα, που αρχικά χτίστηκε στη συνοικία της «Μόσχας» εντός του γκέτο και μετακινήθηκε αυτούσιο στο μουσείο για ανακαίνιση και παρουσίαση, καθώς το διαμέρισμα μικρών διαστάσεων που βλέπετε φιλοξενούσε πάνω από 30 ψυχές κατά τη διάρκεια ύπαρξης του γκέτο:


Αποχώρησα φανερά προβληματισμένος όπως κάθε φορά συμβαίνει σε τέτοιο μέρος με όσα είδα αλλά και μετά από τη θέαση των σημαιών σκεπτόμενος και τα όσα θλιβερά και κατάπτυστα συμβαίνουν στον πλανήτη τελευταία, με τους συσχετισμούς να είναι αναπόφευκτοι…

Λίγο πιο πάνω ήταν που άρχισα ξαφνικά ν’ αναρωτιέμαι αν και οι πόλεις κλέβονται μεταξύ τους όπως ο ΘΒ στην ομώνυμη ταινία, με το μυαλό μου να πετάει προς Βαρσοβία μεριά στην οποία βρισκόμουν προ λίγων ημερών. Λογικό θα μου πείτε, μιας και το κτήριο ακαδημίας επιστημών «Latvijas Zinātņu akadēmija» μοιάζει πάρα πολύ με το αντίστοιχο ξαδερφάκι του και είναι και αυτό επισκέψιμο, κάτι που δε γνώριζα:

Έτσι αρκέστηκα σε μια μικρή φωτογράφιση κι έφυγα προς την κεντρική λαϊκή αγορά της πόλης «Centrāltirgus» για εικόνες που πάντα επιδιώκω στα ταξίδια μου, θέλοντας μάλιστα να βάλω τα κλάματα με κάτι τιμές στα φρούτα –χαμηλότερες από τις αντίστοιχες Ελληνικές- που αντίκρυσα:


Όσο περπατούσα κάτω από την υπόγεια διάβαση με κατεύθυνση το κέντρο, τόσο η ανάγκη μου για δροσιά έγινε παραπάνω από εμφανής, με τη στάση στην «Aussie Pub» που βρέθηκε ξαφνικά μπροστά μου να γίνεται με ευχαρίστηση, αφού σερβιρίστηκα μάλιστα την μπύρα μου μέσα από το Ww που διακοσμεί πολύ προτώτυπα το χώρο. Ωραία πατέντα:


Ήμουν ήδη αρκετά κεντρικά όπως διαπίστωσα μέσω του χάρτη στην εύκολα περπατήσιμη αυτή πόλη (όταν δε βρέχει), συναντώντας στο διάβα μου λίγο μετά το κτήριο της εθνικής όπερας και μπαλέτου «Nacionālā opera un balets» της Λετονίας, κτήριο του 1863 αν και δε του φαίνεται:

Κάπου εκεί ορίζεται και η αρχή του κεντρικότερου ίσως πάρκου της πόλης με το όνομα «Bastejkalna», που δε γίνεται να μη σε κερδίσει αμέσως με την ομορφιά του:


Στιγμιαία αποφάσισα να επιστρέψω σ’ αυτό αργότερα, μιας και ο καιρός επιτέλους έδειχνε να στρώνει εντελώς, οπότε αμέσως κατευθύνθηκα βόρεια προς την περιοχή Centrs, συναντώντας στο απέναντι πεζοδρόμιο το κτήριο του πανεπιστημίου «Latvijas Universitāte» που ξεχώριζε από μακριά. Καταλάβαινα πως έμπαινα–έστω και για λίγο- σε μία ακόμη διαφορετική εκδοχή του κέντρου της πόλης που είχε κι αυτή το ενδιαφέρον της:


Ένα από αυτά ή μάλλον καλύτερα ακόμα ένα από αυτά τα πολλά πάρκα που φιλοξενεί η πόλη ήταν και το «Vērmanes» που μάλιστα δεν είχα στις σημειώσεις μου κι ευτυχώς που πέρασα απ’ αυτό:


Σκοπός μου ήταν να δω όμως από κοντά και τον μεγαλύτερο ορθόδοξο καθεδρικό ναό στις επαρχίες της βαλτικής Rīgas Kristus Piedzimšanas , που κατασκευάστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα κι έχει κι αυτός την ιστορία του, μετατρεπόμενος μάλιστα σε Λουθηρανικό ναό στη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου.

Μπορείτε ίσως να φανταστείτε που βρισκόταν ο ναός… Πολύ σωστά, σ΄ ένα ακόμα πάρκο όπου περιηγούμουν, που εκτός των άλλων φιλοξενεί και το άγαλμα του σπουδαίου Λετονού ποιητή «Rainis» αλλά και το εξαίρετο κτήριο «Mākslas akadēmija», δηλαδή της ακαδημίας τέχνης:


Είχα ακόμα αρκετά πράγματα μπροστά μου…
Last edited by a moderator: