St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 898
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Περί του «Τέλους του Κόσμου» γενικώς – μέρος 1
- Περί του «Τέλους του Κόσμου» γενικώς – μέρος 2
- Buenos Aires
- San Telmo
- El Calafate & Largo Argentino
- Perito Moreno, Lo Mismo
- Ένα Φυσικό Θαύμα
- Paine
- Στον Γκρι Παγετώνα και στα παγόβουνα της λίμνης Gray
- Επαρχία Magallanes και οπτική επαφή με τα ομώνυμα Στενά
- Punta Arenas
- Tierra Del Fuego κι'εγώ!
- Ushuaia
- Ushuaia και Κρουαζιέρα στα Στενά Beagle
- Κι ένας στεργιανός περίπατος
- Bariloce
- Mentoza & Santiago
- Valparaiso
- Τα νόμπελ της ποίησης
- Επίλογος
PUNTA ARENAS
Η πρωτεύουσα της επαρχίας Magallanes
Στους πρόποδες των Άνδεων, στη δυτική πλευρά των Στενών του Μαγγελάνου, βρίσκεται το Πούντα Αρένας, με 100.000 ψυχές. Όντας περιοχή απαλλαγμένη δασμών, ελκύει εμπόρους, μεταπράτες, αγοραστές παντός είδους, μετανάστες…
Είναι μια πόλη ζωντανή, με υψηλό βιοτικό επίπεδο και πολυάσχολο λιμάνι. Δημιουργημένη στα 1848, ήταν, αρχικά, στρατιωτική βάση των Ισπανών, και τόπος εξορίας!
Ό,τι ήταν περίπου για τους Άγγλους η Αυστραλία.
Μέχρι το 1875 η επαρχία αριθμούσε μόλις 1.000 κατοίκους. Ωστόσο, η έκρηξη παραγωγης μαλλιού, τράβηξε πολλούς Ευρωπαίους εδώ. Όλοι έκαναν την τύχη τους ασχολούμενοι με την εκτροφή προβάτων, στις αχανείς Estancias. Από τότε, κι ως τα σήμερα, αυτές οι ιδιοκτησίες διατηρούν τις τεράστιες διαστάσεις τους, έτσι ώστε η κάθε μια τους να είναι το μισό, ως και τα ¾ της δικής μας… Πελοποννήσου, ας πούμε… Για τόσα τετραγωνικά χιλιόμετρα μιλάμε!
Ανάμεσα στους πιο γνωστούς μετανάστες ήταν και ο Ισπανός Menendez από την Asturias, ο γνωστός μετέπειτα μεγαλοκτηματομεσίτης αλλά και εργολάβος. Ήταν αυτός που δημιούργησε την περίφημη Sociedad Exploradora de Tierra del Fuego. Ήλεγχε 1.000.000 εκτάρια γης, μονάχα στην περιοχή Magallanes, και αποτελούσε την μεγαλύτερη Estancia σ’ όλη τη Χιλή. Η οικογένεια Menendez, μαζί με την οικογένεια Braun, έγιναν πολύ γρήγορα οι πλουσιότερες και ισχυρότερες της Νότιας Αμερικής. Και είναι αυτές, και οι απόγονοί τους, που ευθύνονται για τη σημερινή όψη της πόλης. Παρ’ ότι πολύ λίγοι από τους κατιόντες αυτών των δυο τζακιών, ζουν στο Πούντα Αρένας, τα εντυπωσιακά αρχοντικά τους διατηρούνται ανέπαφα. Σύμβολα της Χρυσής Εποχής της πρωτεύουσαν του Magallanes.
Ο Menendez και οι συνέταιροί του δεν θα κατάφερναν ποτέ να φτιάξουν εμπορική και κτηνοτροφική αυτοκρατορία μαλλιού, αν δεν είχαν τα εργατικά χέρια των μεταναστών. Έφτασαν εδώ, από όλα τα μέρη του κόσμου: την Αγγλία, την Ιρλανδία, τη Σκωτία, τη Γιουγκοσλαβία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία, την Ιταλία και δεν ξέρω από πού διάβολο αλλού… Τούτο επαληθεύεται από μιαν επίσκεψη στο πολύ ενδιαφέρον νεκροταφείο της πόλης. Γύρω από το μεγαλόπρεπο μαυσωλείο του Menendez, υπάρχουν οι ταπεινές ταφόπλακες των απλών ανθρώπων, που με τη σκληρή δουλειά και τον ιδρώτα τους έφτιαξαν τους PatronesGrandes –τα μεγάλα αφεντικά του τόπου.
Ο αναδασμός της περιοχής έγινε μόλις το 1960, οπότε και οι «ιερές» γαίες της Sociedad Exploradora έγιναν φύλλο και φτερό! Επί τέλους η γη μπορούσε, τώρα πια, να περάσει στα χέρια των μικρών και μεσαίων κτηνοτρόφων και καλλιεργητών.
Το ξενοδοχείο μας, το Cabo de Hornos, βρίσκεται στην καρδιά της πόλης. Στην κεντρική πλατεία Plaza de Armas. Φάτσα του, και καταμεσής της πλατείας, το επιβλητικό άγαλμα του μεγάλου θαλασσοπόρου, μέσα σε δροσερό πάρκο. Εδώ, και για πρώτη φορά σε τούτο το ταξίδι η Φρόσω κι εγώ θυμηθήκαμε το Pisco, το εθνικό κοκτέηλ όλης της Νότιας Αμερικής. Αυτό ήταν η δική μας μεγάλη «ανακάλυψη» στο πρώτο μας ταξίδι σε τούτα τα λημέρια το 1980. Χαλαρώνουμε, λοιπόν, μέσα στο συμπαθητικό bar του Cabo de Hornos –που σημαίνει «Ακρωτήρι του Χορν»-σιγοπίνουμε το ποτό μας και ψιλοκουβεντιάζουμε, αναμασώντας τα γεγονότα της μέρας.
- Την πόλη θα τη δούμε αύριο. Σήμερα έχει νωρίς ύπνο. Ποιος ξέρει τι καιρό θα μας ξημερώσει, μονολογώ.
- Πάντως, σήμερα, θα έλεγα πως είχε ζέστη. Περίεργο δεν είναι; Κουβαλήσαμε μαζί μας ένα σωρό μάλλινα, κι αρχίζω να φοβάμει πως δεν θα μας χρειαστούν. Θα το φανταζόμουν ποτέ πως τόσο κοντά στο Νότιο Πόλο θα μας περίμενε ένας τόσο καλός καιρός; απορεί το Φροσί.
- Κι εγώ ξαφνιάζομαι, δε σου το κρύβω. Περίμενα μαύρο ψόφο όλες τις ώρες της μέρας. Κι όμως, μονάχα τις πρωινές και τις βραδινές ώρες χρειάζεσαι ένα αμπέχωνο! Πρόσεξε! Αμπέχωνο! Όχι ζακετούλα! Καταλαβαίνουμε, τώρα, τις κλιματολογικές ιδιαιτερότητες αυτού του γεωγραφικού χώρου, δεν νομίζεις; Δεν υπάρχουν οι «γλυκειές βραδειές» της ανοιξιάτικης και φθινοπωρινής Μεσογείου! Άλλο σόι ταραχή το κλίμα εδώ. Άλλωστε, κάθε βράδυ, το κατιτίς μαλλινάκι μετά του τζάκετ, τα τιμούμε πάντα μετά τη δύση του ήλιου. Και, μην ξεχνάς πως έχουμε ακόμα μπροστά μας τη Γη του Πυρός, που είναι και το νοτιότερο σημείο της διαδρομής μας. Εκεί, δεν μπορεί, θα έχει κρύο όλες τις ώρες της μέρας. Άσε, πια, το τι μας περιμένει αύριο το απόγευμα στους πιγκουίνους! Σκέψου τι μπουγάζι θα φέρνει από τον Ειρηνικό! Μην ξεχαστούμε και δεν πάρουμε τα πιο ζεστά μας ρούχα. Κάλλιο να μας περισσέψουν παρά να μας λείψουν! Συμφωνείς;
Η άλλη μέρα είναι εξίσου λαμπρή. Ξεκινάμε τη γνωριμία μας με την πόλη, γύρω στις 09:00. Δεν έχουμε και πολλά να δούμε. Μετά την επίσκεψή μας στο νεκροταφείο –που είναι ένα πανέμορφο πάρκο- ο δρόμος μάς φέρνει στο ιστορικό, πολιτιστικό και ανθρωπολογικό μουσείο –Museo Regional Salesiano Mayorino Borgatello. Έχει πολύ ενδιαφέρον. Παλιά έπιπλα, ιστορικές φωτογραφίες, βαλσαμωμένα ζώα και πετεινά, στολές, κεντήδια, παλιές εκδόσεις, δημόσια έγγραφα, ιδιωτικά χειρόγραφα είναι τα εκθέματά του. Ο επισκέπτης παίρνει μιαν ιδέα της παράδοσης του τόπου.
Φυσικά, υπάρχει πάντα το θαυμάσιο σπίτι της κυριούλας Braun, κόρης του Mauricio Braun και της Josefina Menendez, 91 ετών σήμερα. Ζει τώρα πια στο Buenos Aires. Κι εδώ μέσα οι συλλογές επίπλων, ιστορικών φωτογραφιών και χειροτεχνημάτων προσπαθούν να σε μπάσουν στην αποικιοκρατική ατμόσφαιρα. Ψηλοτάβανα δωμάτια, μισοσκότεινοι χώροι, πολύ ξύλο στην κατασκευή, μια έντονη οσμή κλεισούρας κι ένας αέρας παρηκμασμένης αρχοντιάς… Λατρεύω την ατμόσφαιρα αυτών των παλιών σπιτιών. Μου φαίνεται πως κρύβουν πλήθος μυστικών, που πολύ θα ήθελα κάποτε να ανακαλύψω. Συνήθως, δεν χαζεύω τα εκθέματα μέσα σ’ αυτά. Παρατηρώ, κυρίως, το ίδιο το σπίτι. Τους γέρικους τοίχους. Τις κουρασμένες κουπαστές των κλιμακοστασίων. Τα γενικώς μικρά παράθυρα, που μοιάζουν με νυσταγμένα μάτια. Μάτια παράξενα που κάτι θαρρείς τα εμποδίζει να κλείσουν τα βλέφαρα και να ξεκουραστούν, επί τέλους!... Αμ εκείνες πάλι οι πανύψηλες μασίφ πόρτες… Μοιάζουν Κέρβεροι βουβοί, που φυλάν τα άγια των αγίων των χτεσινών ανθρώπων! Ίσως και των αλλοτινών καιρών! Μπορεί και του ίδιου του αδάμαστου Χρόνου!... Ποιος να το πει; Εγώ, πάντως, περπατώ μέσα στα μακρύστενα, σκοτεινά κοριντόρ, περιδιαβαίνω στα θαμπά σαλόνια, στις μουντές τραπεζαρίες, στις βλοσυρές… κρεβατοκάμαρες και φαντάζομαι… Και νοιώθω υπέροχα.
Και σε κάτι τέτοιες στιγμές αναρωτιέμαι:
- Μωρέ μπας κι έχω γεννηθεί σε λάθος εποχή;
Το Instituto Patagonico είναι τμήμα του Πανεπιστημίου της Επαρχίας Magallanes. Είναι, ουσιαστικά μια μικρή φάρμα, μ’ ένα τυπικό, αποικιακού ρυθμού, σπιτάκι που το βρίσκουμε όμως κλειστό. Κρίμα. Μέσα στην αυλή είναι μαζεμένα δείγματα μηχανών, που χρησιμοποίησαν κατά καιρούς οι άποικοι, για να δαμάσουν τη γη και τα πλάσματά της: άροτρα, καρότσες, ατμομηχανές, βαγόνια, αυτοκίνητα αντίκες, τρέιλερ που μέσα κατέφευγαν οι βοσκοί στις ερήμους και τα βουνά, για να βγάλουν τις παγερές νύχτες.
Κι ο γύρος της πόλης τελείωσε.
Δεν έχει πολλά να δεις. Όμως το Punta Arenas είναι μια πολύ όμορφη πόλη, ανοιχτόκαρδη, αερικιά, αρχοντική. Άξίζει πάντα ένας περίπατος στις λεωφόρους αλλά και στα κομψά μαγαζιά της αγοράς της.
Τρώμε σ’ ένα ξενοδοχείο στα προάστεια, κι αμέσως φεύγουμε για να γνωρίσουμε την πρώτη αποικία των πιγκουίνων, που εδώ τη λένε: Piguinera. Βρίσκεται στην παραλία του Seno Otway. Εκεί ζουν οι πιγκουίνοι, οι γνωστοί με το όνομα: του Μαγγελάνου. Στα ντοκιμαντέρ μας δείχνουν συνήθως την ομορφιά των «βασιλικών» πιγκουίνων, με τα χρυσοκόκκινα στολίδια στους λαιμούς και το κεφάλι. Είναι τα πιο κορδωμένα, τα πιο «στημένα» πλάσματα του κόσμου! Είναι μοναδικά. Όμως δεν ξέρω καθόλου τον πιγκουίνο του Μαγγελάνου. Κι επειδή κάνω μεγάλο χάζι αυτά τα πουλιά – που δεν είναι και ακριβώς πουλιά- καίγομαι να τα δω στο φυσικό τους περιβάλλον. Ωστόσο είμαι και χολοσκασμένη. Ο τηλεφακός μου έγινε… σούπα! Διαλύθηκε! Του ΄φυγαν βίδες, του ΄φυγαν ελάσματα… πανάθεμά τον! Κι εγώ πώς θα κουλαντρίσω τα πτηνά από, ποιος ξέρει, πόση απόσταση μακρυά; Αυτά, μια φορά, χαζά δεν είναι για να με πλησιάσουν εθελοντικώς!
Είμαι απαρηγόρητη.
-Φτου να πάρει! Πάλι ψείρες θα βγουν φωτογραφιζόμενα! Βρίζω συνέχεια μέσα από τα δόντια μου. Γιατί, Θεούλη μου, με δοκιμάζεις τις πιο ακατάλληλες ώρες!... Είμαι κυριολεκτικώς έξαλλη, αλλά ανήμπορη να διορθώσω τη ζημιά!
Χρειάζεται άραγε να το πω; Ψείρες, θεοψείρες βγήκαν οι πιγκουίνοι, παρ’ ότι παρανόμησα, παραβιάζοντας το συρματόπλεγμα, που εμποδίζει τη βάρβαρη ανθρώπινη φυλή να πλησιάσει και να ενοχλήσει τα ζωντανά. Ο Μάρκος με επιπλήττει ευγενικά, μα καταλαβαίνει τον καημό μου, καθώς με βλέπει περίλυπη έως θανάτου.
-Nada; ρωτά. «Τίποτα;»
- Mal suerte, απαντώ. Κακοτυχιά!
Ωστόσο το τοπίο είναι εκπληκτικό. Καθαρά παταγονικό. Το θερίζει ένας τρομερός άνεμος. Έρχεται από τον Ειρηνικό καλπάζων, παγωμένος θορυβοδέστατος και τυφλός! Σκοντάφτει άγρια και κουτουλάει πάνω σ’ ό,τι βρει μπροστά του. Κι εμάς μας σπρώχνει κατά πίσω με τέτοια λύσσα που, κάποια ώρα, σκέφτομαι να γυρίσω στο αυτοκίνητο! Σηκώνει φούστες, ορθώνει μαντήλια, αρπάζει ζακέτες, λύνει φουλάρια, τραβολογάει ανελέητα το πουλόβερ που κάποιος δυστυχής πολεμάει να περάσει πάνω από την ανεμόδαρτη κεφαλή του… Ταλαιπωρεί, γενικώς. Όλην την ακτή, κι όλους όσοι αφρόνως έρχονται εδώ από την άλλη άκρη του κόσμου! Πολύ αφιλόξενο πράμα η Παταγονία, φίλτατοι!
Η βλάστηση είναι χαμηλή. Πού να φτουρήσει εδώ μποϊλίδικο είδος!
Πίττα θα το κάνει ο παλαβιάρης άνεμος!
Ο Ειρηνικός φτάνει ως εδώ μέσα από μια πραγματική δαντέλλα ξηράς, που περιλαμβάνει φιόρδ, νησάκια, και μικρές χερσονήσους. Διατηρεί, παρ’ όλα αυτά τα φυσικά εμπόδια, μεγάλο μέρος τηςν μάνητάς του. Τα κύματα κάνουν τέτοιο θόρυβο, που κανείς δεν ακούει κανέναν. Χαλά ο κόσμος. Γκρεμίζονται τα τείχη της Ιεριχούς. Παντρεύονται δυο βροντεροί ήχοι: του νερού και του αέρα. Το αποτέλεσμα είναι τρομακτικό.
Μόνο μέσον επικοινωνίας, τα μάτια μας και η γλώσσα των κωφαλάλων!
Οι πιγκουίνοι είναι σκόρπιοι παντού.
Σεργιανούν στην ακτή αλλά και μακρυά απ’ το νερό, ψηλά σ’ ένα μικρό ανάχωμα, όπου έχουν και τις φωλιές τους, κάτω από καχεκτικούς θάμνους. Μας κοιτούν παραξενεμένοι. Κάποιοι τολμηροί μας πλησιάζουν κορδωμένοι, αλλά πάντα σε απόσταση ασφαλείας, και καθόλου βολική για τον δικό μου συμβατικό φακό… Άλλοι μας αποφεύγουν γυρνώντας μας την πλάτη. Ή χαντακώνονται στο κατάμερό τους. Ορισμένοι πάλι ούτε τολμούν ούτε φοβούνται. Μένουν ακίνητοι και μας κοιτούν από μακρυά.
-Θεέ μου, είναι χάρμα αυτά τα πουλερικά! Γιατί να μην έχω zoom; Και γιατί κι αυτά τα, θαρρείς παραγεμισμένα με ροκανίδι, πλάσματα δεν έρχονται κοντύτερα για ένα “OLA”, «γεια χαρά» δηλονότι ισπανιστί; Αμάν καντεμιά, πια!...
Μουρμουρίζω έξαλλη και τρέχω σαν τρελλή να φωτογραφίσω όσο κι όπως μπορώ αυτά τα χαριτωμένα πλασματάκια, που όμοιά τους δεν υπάρχουν στον πλανήτη. Αυτή η μοναδικότητά τους κάνει τη δυστυχία μου μεγαλύτερη! Αφού δεν μπορώ να πάρω ένα πουλί και να το κάνω… κατοικίδιο, ε, ας του πάρω μια όμορφη φωτογραφία. Αλλά πού; Με τι; Πάω να σκάσω απ’ το κακό μου.
Μόνη μου παρηγορία, η μελλοντική επίσκεψή μας στην Punta Tombo, την τεράστια αργεντίνικη Piguinera, έξω από το Trellew -Τρελλέου το λέγαμε εμείς-. Εκεί, επειδή υπάρχουν 700.000 πουλιά, σίγουρα κάποια θα ξεστρατίζουν έξω από τα συρματοπλέγματα και, όντα περίεργα κι έξυπνα, μπορεί να μας πλησιάζουν περισσότερο! Κι εκεί μπορεί να έχω σε μια λογική απόσταση αυτά τα κουκλάκια! Βρίσκω πολύ καλή αυτήν την παρηγοριά, και παύω να πηλαλώ.
Και για σας, επομένως, περισσότερα πιγκουινάκια σε λίγο…
Επιστρέφουμε ανεμοτσακισμένες στο Punta Arenas, και παίρνουμε ασπιρίνες! Το κεφάλι μας γυρίζει, τα αυτιά μας βουίζουν κι έχουμε έντονο το αίσθημα του αποπροσανατολισμού και της αστάθειας!
Καζάν τιμπί η κεφαλή μας, που έλεγε κι η μάνα μου.
Τι πειράζει όμως; Ήταν και σήμερα μια γεμάτη μέρα!
Κι αύριο; Α, αύριο θα ζήσω μιαν αξιομνημόνευτη εμπειρία. Ιστορική για μένα.
Θα περάσω –επί τέλους!- τα Στενά του Μεγγελάνου.
Και θα πατήσω –πάλι επί τέλους!- την Tierra Del Fuego…
Όνειρα γλυκά, λοιπόν….
Η πρωτεύουσα της επαρχίας Magallanes
Στους πρόποδες των Άνδεων, στη δυτική πλευρά των Στενών του Μαγγελάνου, βρίσκεται το Πούντα Αρένας, με 100.000 ψυχές. Όντας περιοχή απαλλαγμένη δασμών, ελκύει εμπόρους, μεταπράτες, αγοραστές παντός είδους, μετανάστες…
Είναι μια πόλη ζωντανή, με υψηλό βιοτικό επίπεδο και πολυάσχολο λιμάνι. Δημιουργημένη στα 1848, ήταν, αρχικά, στρατιωτική βάση των Ισπανών, και τόπος εξορίας!
Ό,τι ήταν περίπου για τους Άγγλους η Αυστραλία.
Μέχρι το 1875 η επαρχία αριθμούσε μόλις 1.000 κατοίκους. Ωστόσο, η έκρηξη παραγωγης μαλλιού, τράβηξε πολλούς Ευρωπαίους εδώ. Όλοι έκαναν την τύχη τους ασχολούμενοι με την εκτροφή προβάτων, στις αχανείς Estancias. Από τότε, κι ως τα σήμερα, αυτές οι ιδιοκτησίες διατηρούν τις τεράστιες διαστάσεις τους, έτσι ώστε η κάθε μια τους να είναι το μισό, ως και τα ¾ της δικής μας… Πελοποννήσου, ας πούμε… Για τόσα τετραγωνικά χιλιόμετρα μιλάμε!
Ανάμεσα στους πιο γνωστούς μετανάστες ήταν και ο Ισπανός Menendez από την Asturias, ο γνωστός μετέπειτα μεγαλοκτηματομεσίτης αλλά και εργολάβος. Ήταν αυτός που δημιούργησε την περίφημη Sociedad Exploradora de Tierra del Fuego. Ήλεγχε 1.000.000 εκτάρια γης, μονάχα στην περιοχή Magallanes, και αποτελούσε την μεγαλύτερη Estancia σ’ όλη τη Χιλή. Η οικογένεια Menendez, μαζί με την οικογένεια Braun, έγιναν πολύ γρήγορα οι πλουσιότερες και ισχυρότερες της Νότιας Αμερικής. Και είναι αυτές, και οι απόγονοί τους, που ευθύνονται για τη σημερινή όψη της πόλης. Παρ’ ότι πολύ λίγοι από τους κατιόντες αυτών των δυο τζακιών, ζουν στο Πούντα Αρένας, τα εντυπωσιακά αρχοντικά τους διατηρούνται ανέπαφα. Σύμβολα της Χρυσής Εποχής της πρωτεύουσαν του Magallanes.
Ο Menendez και οι συνέταιροί του δεν θα κατάφερναν ποτέ να φτιάξουν εμπορική και κτηνοτροφική αυτοκρατορία μαλλιού, αν δεν είχαν τα εργατικά χέρια των μεταναστών. Έφτασαν εδώ, από όλα τα μέρη του κόσμου: την Αγγλία, την Ιρλανδία, τη Σκωτία, τη Γιουγκοσλαβία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία, την Ιταλία και δεν ξέρω από πού διάβολο αλλού… Τούτο επαληθεύεται από μιαν επίσκεψη στο πολύ ενδιαφέρον νεκροταφείο της πόλης. Γύρω από το μεγαλόπρεπο μαυσωλείο του Menendez, υπάρχουν οι ταπεινές ταφόπλακες των απλών ανθρώπων, που με τη σκληρή δουλειά και τον ιδρώτα τους έφτιαξαν τους PatronesGrandes –τα μεγάλα αφεντικά του τόπου.
Ο αναδασμός της περιοχής έγινε μόλις το 1960, οπότε και οι «ιερές» γαίες της Sociedad Exploradora έγιναν φύλλο και φτερό! Επί τέλους η γη μπορούσε, τώρα πια, να περάσει στα χέρια των μικρών και μεσαίων κτηνοτρόφων και καλλιεργητών.
Το ξενοδοχείο μας, το Cabo de Hornos, βρίσκεται στην καρδιά της πόλης. Στην κεντρική πλατεία Plaza de Armas. Φάτσα του, και καταμεσής της πλατείας, το επιβλητικό άγαλμα του μεγάλου θαλασσοπόρου, μέσα σε δροσερό πάρκο. Εδώ, και για πρώτη φορά σε τούτο το ταξίδι η Φρόσω κι εγώ θυμηθήκαμε το Pisco, το εθνικό κοκτέηλ όλης της Νότιας Αμερικής. Αυτό ήταν η δική μας μεγάλη «ανακάλυψη» στο πρώτο μας ταξίδι σε τούτα τα λημέρια το 1980. Χαλαρώνουμε, λοιπόν, μέσα στο συμπαθητικό bar του Cabo de Hornos –που σημαίνει «Ακρωτήρι του Χορν»-σιγοπίνουμε το ποτό μας και ψιλοκουβεντιάζουμε, αναμασώντας τα γεγονότα της μέρας.
- Την πόλη θα τη δούμε αύριο. Σήμερα έχει νωρίς ύπνο. Ποιος ξέρει τι καιρό θα μας ξημερώσει, μονολογώ.
- Πάντως, σήμερα, θα έλεγα πως είχε ζέστη. Περίεργο δεν είναι; Κουβαλήσαμε μαζί μας ένα σωρό μάλλινα, κι αρχίζω να φοβάμει πως δεν θα μας χρειαστούν. Θα το φανταζόμουν ποτέ πως τόσο κοντά στο Νότιο Πόλο θα μας περίμενε ένας τόσο καλός καιρός; απορεί το Φροσί.
- Κι εγώ ξαφνιάζομαι, δε σου το κρύβω. Περίμενα μαύρο ψόφο όλες τις ώρες της μέρας. Κι όμως, μονάχα τις πρωινές και τις βραδινές ώρες χρειάζεσαι ένα αμπέχωνο! Πρόσεξε! Αμπέχωνο! Όχι ζακετούλα! Καταλαβαίνουμε, τώρα, τις κλιματολογικές ιδιαιτερότητες αυτού του γεωγραφικού χώρου, δεν νομίζεις; Δεν υπάρχουν οι «γλυκειές βραδειές» της ανοιξιάτικης και φθινοπωρινής Μεσογείου! Άλλο σόι ταραχή το κλίμα εδώ. Άλλωστε, κάθε βράδυ, το κατιτίς μαλλινάκι μετά του τζάκετ, τα τιμούμε πάντα μετά τη δύση του ήλιου. Και, μην ξεχνάς πως έχουμε ακόμα μπροστά μας τη Γη του Πυρός, που είναι και το νοτιότερο σημείο της διαδρομής μας. Εκεί, δεν μπορεί, θα έχει κρύο όλες τις ώρες της μέρας. Άσε, πια, το τι μας περιμένει αύριο το απόγευμα στους πιγκουίνους! Σκέψου τι μπουγάζι θα φέρνει από τον Ειρηνικό! Μην ξεχαστούμε και δεν πάρουμε τα πιο ζεστά μας ρούχα. Κάλλιο να μας περισσέψουν παρά να μας λείψουν! Συμφωνείς;
Η άλλη μέρα είναι εξίσου λαμπρή. Ξεκινάμε τη γνωριμία μας με την πόλη, γύρω στις 09:00. Δεν έχουμε και πολλά να δούμε. Μετά την επίσκεψή μας στο νεκροταφείο –που είναι ένα πανέμορφο πάρκο- ο δρόμος μάς φέρνει στο ιστορικό, πολιτιστικό και ανθρωπολογικό μουσείο –Museo Regional Salesiano Mayorino Borgatello. Έχει πολύ ενδιαφέρον. Παλιά έπιπλα, ιστορικές φωτογραφίες, βαλσαμωμένα ζώα και πετεινά, στολές, κεντήδια, παλιές εκδόσεις, δημόσια έγγραφα, ιδιωτικά χειρόγραφα είναι τα εκθέματά του. Ο επισκέπτης παίρνει μιαν ιδέα της παράδοσης του τόπου.
Φυσικά, υπάρχει πάντα το θαυμάσιο σπίτι της κυριούλας Braun, κόρης του Mauricio Braun και της Josefina Menendez, 91 ετών σήμερα. Ζει τώρα πια στο Buenos Aires. Κι εδώ μέσα οι συλλογές επίπλων, ιστορικών φωτογραφιών και χειροτεχνημάτων προσπαθούν να σε μπάσουν στην αποικιοκρατική ατμόσφαιρα. Ψηλοτάβανα δωμάτια, μισοσκότεινοι χώροι, πολύ ξύλο στην κατασκευή, μια έντονη οσμή κλεισούρας κι ένας αέρας παρηκμασμένης αρχοντιάς… Λατρεύω την ατμόσφαιρα αυτών των παλιών σπιτιών. Μου φαίνεται πως κρύβουν πλήθος μυστικών, που πολύ θα ήθελα κάποτε να ανακαλύψω. Συνήθως, δεν χαζεύω τα εκθέματα μέσα σ’ αυτά. Παρατηρώ, κυρίως, το ίδιο το σπίτι. Τους γέρικους τοίχους. Τις κουρασμένες κουπαστές των κλιμακοστασίων. Τα γενικώς μικρά παράθυρα, που μοιάζουν με νυσταγμένα μάτια. Μάτια παράξενα που κάτι θαρρείς τα εμποδίζει να κλείσουν τα βλέφαρα και να ξεκουραστούν, επί τέλους!... Αμ εκείνες πάλι οι πανύψηλες μασίφ πόρτες… Μοιάζουν Κέρβεροι βουβοί, που φυλάν τα άγια των αγίων των χτεσινών ανθρώπων! Ίσως και των αλλοτινών καιρών! Μπορεί και του ίδιου του αδάμαστου Χρόνου!... Ποιος να το πει; Εγώ, πάντως, περπατώ μέσα στα μακρύστενα, σκοτεινά κοριντόρ, περιδιαβαίνω στα θαμπά σαλόνια, στις μουντές τραπεζαρίες, στις βλοσυρές… κρεβατοκάμαρες και φαντάζομαι… Και νοιώθω υπέροχα.
Και σε κάτι τέτοιες στιγμές αναρωτιέμαι:
- Μωρέ μπας κι έχω γεννηθεί σε λάθος εποχή;
Το Instituto Patagonico είναι τμήμα του Πανεπιστημίου της Επαρχίας Magallanes. Είναι, ουσιαστικά μια μικρή φάρμα, μ’ ένα τυπικό, αποικιακού ρυθμού, σπιτάκι που το βρίσκουμε όμως κλειστό. Κρίμα. Μέσα στην αυλή είναι μαζεμένα δείγματα μηχανών, που χρησιμοποίησαν κατά καιρούς οι άποικοι, για να δαμάσουν τη γη και τα πλάσματά της: άροτρα, καρότσες, ατμομηχανές, βαγόνια, αυτοκίνητα αντίκες, τρέιλερ που μέσα κατέφευγαν οι βοσκοί στις ερήμους και τα βουνά, για να βγάλουν τις παγερές νύχτες.
Κι ο γύρος της πόλης τελείωσε.
Δεν έχει πολλά να δεις. Όμως το Punta Arenas είναι μια πολύ όμορφη πόλη, ανοιχτόκαρδη, αερικιά, αρχοντική. Άξίζει πάντα ένας περίπατος στις λεωφόρους αλλά και στα κομψά μαγαζιά της αγοράς της.
Τρώμε σ’ ένα ξενοδοχείο στα προάστεια, κι αμέσως φεύγουμε για να γνωρίσουμε την πρώτη αποικία των πιγκουίνων, που εδώ τη λένε: Piguinera. Βρίσκεται στην παραλία του Seno Otway. Εκεί ζουν οι πιγκουίνοι, οι γνωστοί με το όνομα: του Μαγγελάνου. Στα ντοκιμαντέρ μας δείχνουν συνήθως την ομορφιά των «βασιλικών» πιγκουίνων, με τα χρυσοκόκκινα στολίδια στους λαιμούς και το κεφάλι. Είναι τα πιο κορδωμένα, τα πιο «στημένα» πλάσματα του κόσμου! Είναι μοναδικά. Όμως δεν ξέρω καθόλου τον πιγκουίνο του Μαγγελάνου. Κι επειδή κάνω μεγάλο χάζι αυτά τα πουλιά – που δεν είναι και ακριβώς πουλιά- καίγομαι να τα δω στο φυσικό τους περιβάλλον. Ωστόσο είμαι και χολοσκασμένη. Ο τηλεφακός μου έγινε… σούπα! Διαλύθηκε! Του ΄φυγαν βίδες, του ΄φυγαν ελάσματα… πανάθεμά τον! Κι εγώ πώς θα κουλαντρίσω τα πτηνά από, ποιος ξέρει, πόση απόσταση μακρυά; Αυτά, μια φορά, χαζά δεν είναι για να με πλησιάσουν εθελοντικώς!
Είμαι απαρηγόρητη.
-Φτου να πάρει! Πάλι ψείρες θα βγουν φωτογραφιζόμενα! Βρίζω συνέχεια μέσα από τα δόντια μου. Γιατί, Θεούλη μου, με δοκιμάζεις τις πιο ακατάλληλες ώρες!... Είμαι κυριολεκτικώς έξαλλη, αλλά ανήμπορη να διορθώσω τη ζημιά!
Χρειάζεται άραγε να το πω; Ψείρες, θεοψείρες βγήκαν οι πιγκουίνοι, παρ’ ότι παρανόμησα, παραβιάζοντας το συρματόπλεγμα, που εμποδίζει τη βάρβαρη ανθρώπινη φυλή να πλησιάσει και να ενοχλήσει τα ζωντανά. Ο Μάρκος με επιπλήττει ευγενικά, μα καταλαβαίνει τον καημό μου, καθώς με βλέπει περίλυπη έως θανάτου.
-Nada; ρωτά. «Τίποτα;»
- Mal suerte, απαντώ. Κακοτυχιά!
Ωστόσο το τοπίο είναι εκπληκτικό. Καθαρά παταγονικό. Το θερίζει ένας τρομερός άνεμος. Έρχεται από τον Ειρηνικό καλπάζων, παγωμένος θορυβοδέστατος και τυφλός! Σκοντάφτει άγρια και κουτουλάει πάνω σ’ ό,τι βρει μπροστά του. Κι εμάς μας σπρώχνει κατά πίσω με τέτοια λύσσα που, κάποια ώρα, σκέφτομαι να γυρίσω στο αυτοκίνητο! Σηκώνει φούστες, ορθώνει μαντήλια, αρπάζει ζακέτες, λύνει φουλάρια, τραβολογάει ανελέητα το πουλόβερ που κάποιος δυστυχής πολεμάει να περάσει πάνω από την ανεμόδαρτη κεφαλή του… Ταλαιπωρεί, γενικώς. Όλην την ακτή, κι όλους όσοι αφρόνως έρχονται εδώ από την άλλη άκρη του κόσμου! Πολύ αφιλόξενο πράμα η Παταγονία, φίλτατοι!
Η βλάστηση είναι χαμηλή. Πού να φτουρήσει εδώ μποϊλίδικο είδος!
Πίττα θα το κάνει ο παλαβιάρης άνεμος!
Ο Ειρηνικός φτάνει ως εδώ μέσα από μια πραγματική δαντέλλα ξηράς, που περιλαμβάνει φιόρδ, νησάκια, και μικρές χερσονήσους. Διατηρεί, παρ’ όλα αυτά τα φυσικά εμπόδια, μεγάλο μέρος τηςν μάνητάς του. Τα κύματα κάνουν τέτοιο θόρυβο, που κανείς δεν ακούει κανέναν. Χαλά ο κόσμος. Γκρεμίζονται τα τείχη της Ιεριχούς. Παντρεύονται δυο βροντεροί ήχοι: του νερού και του αέρα. Το αποτέλεσμα είναι τρομακτικό.
Μόνο μέσον επικοινωνίας, τα μάτια μας και η γλώσσα των κωφαλάλων!
Οι πιγκουίνοι είναι σκόρπιοι παντού.
Σεργιανούν στην ακτή αλλά και μακρυά απ’ το νερό, ψηλά σ’ ένα μικρό ανάχωμα, όπου έχουν και τις φωλιές τους, κάτω από καχεκτικούς θάμνους. Μας κοιτούν παραξενεμένοι. Κάποιοι τολμηροί μας πλησιάζουν κορδωμένοι, αλλά πάντα σε απόσταση ασφαλείας, και καθόλου βολική για τον δικό μου συμβατικό φακό… Άλλοι μας αποφεύγουν γυρνώντας μας την πλάτη. Ή χαντακώνονται στο κατάμερό τους. Ορισμένοι πάλι ούτε τολμούν ούτε φοβούνται. Μένουν ακίνητοι και μας κοιτούν από μακρυά.
-Θεέ μου, είναι χάρμα αυτά τα πουλερικά! Γιατί να μην έχω zoom; Και γιατί κι αυτά τα, θαρρείς παραγεμισμένα με ροκανίδι, πλάσματα δεν έρχονται κοντύτερα για ένα “OLA”, «γεια χαρά» δηλονότι ισπανιστί; Αμάν καντεμιά, πια!...
Μουρμουρίζω έξαλλη και τρέχω σαν τρελλή να φωτογραφίσω όσο κι όπως μπορώ αυτά τα χαριτωμένα πλασματάκια, που όμοιά τους δεν υπάρχουν στον πλανήτη. Αυτή η μοναδικότητά τους κάνει τη δυστυχία μου μεγαλύτερη! Αφού δεν μπορώ να πάρω ένα πουλί και να το κάνω… κατοικίδιο, ε, ας του πάρω μια όμορφη φωτογραφία. Αλλά πού; Με τι; Πάω να σκάσω απ’ το κακό μου.
Μόνη μου παρηγορία, η μελλοντική επίσκεψή μας στην Punta Tombo, την τεράστια αργεντίνικη Piguinera, έξω από το Trellew -Τρελλέου το λέγαμε εμείς-. Εκεί, επειδή υπάρχουν 700.000 πουλιά, σίγουρα κάποια θα ξεστρατίζουν έξω από τα συρματοπλέγματα και, όντα περίεργα κι έξυπνα, μπορεί να μας πλησιάζουν περισσότερο! Κι εκεί μπορεί να έχω σε μια λογική απόσταση αυτά τα κουκλάκια! Βρίσκω πολύ καλή αυτήν την παρηγοριά, και παύω να πηλαλώ.
Και για σας, επομένως, περισσότερα πιγκουινάκια σε λίγο…
Επιστρέφουμε ανεμοτσακισμένες στο Punta Arenas, και παίρνουμε ασπιρίνες! Το κεφάλι μας γυρίζει, τα αυτιά μας βουίζουν κι έχουμε έντονο το αίσθημα του αποπροσανατολισμού και της αστάθειας!
Καζάν τιμπί η κεφαλή μας, που έλεγε κι η μάνα μου.
Τι πειράζει όμως; Ήταν και σήμερα μια γεμάτη μέρα!
Κι αύριο; Α, αύριο θα ζήσω μιαν αξιομνημόνευτη εμπειρία. Ιστορική για μένα.
Θα περάσω –επί τέλους!- τα Στενά του Μεγγελάνου.
Και θα πατήσω –πάλι επί τέλους!- την Tierra Del Fuego…
Όνειρα γλυκά, λοιπόν….
Last edited by a moderator: