travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Τετάρτη 14/9/2022. Τασκένδη
- Πέμπτη 15/9/2022. Επίσκεψη στην Kokand
- Παρασκευή 16/9/2022. Κοιλάδα της Fergana.
- Σάββατο 17/9/2022. Τασκένδη, πτήση για Urgench
- Κυριακή 18/9/2022. Urgench, και Nukus.
- Δευτέρα 19/9/2022. Λίμνη Αράλη.
- Τρίτη 20/9/2022. Πάμε Khiva και στο δρόμο βλέπουμε κάστρα.
- Τετάρτη 21/9/2022. Khiva.
- Πέμπτη 22/9/2022. Από Khiva για Μπουχάρα.
- Παρασκευή 23/9/2022. Μπουχάρα πρώτη μέρα.
- Βίντεο
- Σάββατο 24/9/22. Μπουχάρα δεύτερη μέρα.
- Κυριακή 25/9/2022. Από Μπουχάρα στη Σαμαρκάνδη. Shahrisabz.
- Δευτέρα 26/9/2022. Σαμαρκάνδη. Μικρή ανασκόπηση.
- Τρίτη 27/9/2022. Σαμαρκάνδη. Με τρένο στην Τασκένδη
- Βίντεο
- Τετάρτη 28/9/2022. Ημέρα επιστροφής
Δευτέρα. Σαμαρκάνδη. Μικρή ανασκόπηση.
Σήμερα ήταν η μέρα της Σαμαρκάνδης. Έπρεπε να βρούμε τα πιο σπουδαία μνημεία για να πάμε. Τα ψάξαμε στο ξενοδοχείο και κάναμε ένα σχεδιασμό της μετακίνησής μας. Τα προλάβαμε σχεδόν όλα μέσα στη μέρα. Στο ξενοδοχείο είχαμε πρωινό το οποίο ήταν αρκετά καλό και λίγο πριν τις 9:00 ξεκινήσαμε για τη βόλτα μας. Στο Google οι οδηγίες για να πάμε στον πρώτο προορισμό έδειχνα μία πολύ μεγάλη απόσταση, αλλά εγώ στο χάρτη είδα ότι αν πήγαινα σχεδόν ευθεία θα φτάναμε πολύ σύντομα. Έτσι και κάναμε. Περάσαμε από κάτι πολύ φτωχές γειτονιές και με πολλή ακαθαρσία. Περάσαμε ένα ρυάκι και καταφέραμε και βγήκαμε στην απέναντι πλευρά. Από κει δεν ήταν μακριά το επιβλητικό Bibi Khanym Mosque και απέναντι το ομώνυμο μαυσωλείο. Άλλωστε ήταν τόσο μεγάλο που φαινόταν από μακριά. Από κοντά ήταν υπέροχο. Μόνο με φωτογραφίες μπορείς να περιγράψεις την ομορφιά αυτού του οικοδομήματος και πάλι λίγο θα είναι.
Εκεί κοντά είχε και άλλα πράγματα να δούμε και αποφασίσαμε να μην τα χάσουμε. Γι αυτό πήγαμε στο Hazrat Hizr Mosque. Πάλι δεν εμπιστευτήκαμε τους χάρτες του Google διότι ενώ το βλέπαμε πολύ κοντά μας, οι χάρτες μας έστελναν να κάνουμε τουλάχιστον δύο με τρία χιλιόμετρα απόσταση, ενώ ήταν μόνο 500 μέτρα. Πήγαμε παίρνοντας μία αερογέφυρα πάνω από ένα δρόμο και εκεί καταλάβαμε ότι ήταν το μαυσωλείο του ηγέτη του Ουζμπεκιστάν Ισλάμ Καρίμοφ. Ήταν πολύ όμορφη περιοχή. Ειδικά από μακριά έβγαζες ωραίες φωτογραφίες.
Λίγο πιο κάτω ήταν όμως η μεγάλη έκπληξη, που ονομάζεται Shah i Zinda. Στην περιοχή του Hazrat Hizr Mosque είναι ένα μεγάλο νεκροταφείο. Στην είσοδο αυτού του νεκροταφείου υπάρχουν σχεδόν 20 μαυσωλεία σπουδαίων ανθρώπων της περιοχής. Αυτό είναι το Shah i Zinda. Να σημειώσουμε ότι στη Σαμαρκάνδη μιλούν πολύ τα φαρσί της Περσίας και οι άνθρωποι είναι κυρίως Τατζίκοι, αλλά γενικά νιώθουν φαίνεται Ουζμπέκοι.
Σε αυτό το σημείο με τα μαυσωλεία θαυμάσαμε την μουσουλμανική τέχνη. Όλα ήταν πολύ όμορφα σε μία όχι και τόσο μεγάλη έκταση. Αν δεν είσαι κουρασμένος μπορείς να καθίσεις πάνω από μία ώρα να τα θαυμάζεις και να τα φωτογραφίζεις. Είχε αρκετό κόσμο. Φαντάζομαι τι γίνεται στην υψηλή τουριστική περίοδο. Δεν θα μπορέσεις να βγάλεις εύκολα φωτογραφίες γιατί ο χώρος είναι περιορισμένος. Έχουμε δει ότι στο Ουζμπεκιστάν οι τουρίστες εκτός από τους περισσότερους βέβαια που είναι Ρώσοι, έχει πολλούς Ιταλούς, Γερμανούς και λιγότερους Ισπανούς και Γάλλους. Αγγλικά ακούς μόνο από τους Tour guides.
Έξω από τον χώρο είδα ένα πολύ όμορφο και αξιοπρεπή γέροντα και ήθελα μια φωτογραφία μαζί του. Φυσικά δε μου την αρνήθηκε και κάτι μου είπε. Κατάλαβα πως με ρώτησε από πού είμαστε και του είπα: Γκρέτσια. Αμέσως έλαμψε το πρόσωπό του και μου λέει: Αλεξάντερ Μασεδόνας.
Μετά και από αυτά τα μαυσωλεία το Lonely Planet πρότεινε δύο παλιά τζαμιά, στην περιοχή πάλι του Bibi Khanym Mosque. Πήγαμε αλλά ενώ ήταν παλιά δεν μας έκαναν εντύπωση. Δεν ήταν κάτι αξιόλογο.
Ήταν άλλωστε πολύ μικρά και γι’ αυτό αποφασίσαμε να πάμε κατευθείαν στην περιοχή του Registan, όπου βρίσκονται οι τρεις μεγάλες μεντρέσες, αντικριστά η μία με την άλλη.
Μένεις εκστατικός στο θέαμα. Τις έχουν συντηρήσει πολύ καλά και έτσι θαυμάζεις την ζωγραφική αλλά και την κεραμική που έχουν. Τα ύψη είναι τεράστια και η διακόσμηση σχεδόν πλήρης. Καμία σχέση με τις μεντρέσες που είχαμε δει ως τώρα. Οι άλλες στην Χίβα και στην Μπουχάρα, συνήθως στο εσωτερικό δεν είχαν καθόλου διακόσμηση. Όμως στη Σαμαρκάνδη υπήρχε πλήρης διακόσμηση στο εσωτερικό. Βέβαια εδώ το κακό που έχουν πάλι είναι ότι έχουν πολλά μαγαζιά παντού. Έτσι κυκλοφορείς και σε ενοχλούν για να ψωνίσεις συνέχεια, σχεδόν ακόμα και μέσα στα τζαμιά. Σίγουρα πάντως μέσα στις μετρέσες.
Εμείς κινηθήκαμε βγάζοντας πολλές φωτογραφίες και βίντεο. Το καλό που υπάρχει στη χώρα είναι ότι βρίσκεις πολύ εύκολα φθηνό νερό. Επίσης πολύ εύκολα βρίσκεις και φτηνές τουαλέτες. Το νερό το πληρώνεις από 30 έως το πολύ 50 λεπτά το λίτρο. Στις τουαλέτες πληρώνουμε από 1.000 μέχρι 3.000 σουμ, δηλαδή από 10 έως 30 λεπτά του ευρώ. Να πω εδώ ότι ενώ όταν φτάσαμε στο Ουζμπεκιστάν τα μηχανήματα ATM μου έδιναν για κάθε ευρώ σχεδόν 11.000 σουμ, τις τελευταίες μέρες του ταξιδιού έδιναν ελαφρώς πάνω από τις 10.000. Το έψαξα και είδα ότι έχει πέσει αρκετά το ευρώ σε σχέση με το δολάριο και σε σχέση με το Ουζμπέκικο νόμισμα. Το ευρώ έχει πέσει, ναι, αλλά όχι τόσο πολύ όσο μου έδινε πλέον η Revolut. Τέλος πάντων δεν είναι μεγάλο το πρόβλημα. Έτσι κι αλλιώς τέλειωνε το ταξίδι.
Όταν ολοκληρώσαμε την επίσκεψή μας, μετά από δύο ώρες δηλαδή, σε αυτό το καταπληκτικό μέρος με τις τρεις μεντρέσες η ώρα είχε φτάσει 2:45 και αποφασίσαμε να πάμε στο ξενοδοχείο να ξεκουραστούμε. Αν και η απόσταση με τα πόδια δεν ήταν μεγάλη, πιστεύω θα μπορούσαμε να την κάνουμε σε μισή ώρα, αποφασίσαμε να πάρουμε ταξί, αφού ήταν φθηνά. Θέλαμε ακόμα να αγοράσουμε μία μπύρα και ψωμί με τυρί για να τσιμπήσουμε κάτι το μεσημέρι. Πράγματι πήραμε ένα ταξί ο οποίος για λιγότερο από 3 χιλιόμετρα μας πήρε 5 ευρώ. Ήταν μία καθαρή κλεψιά, αν και στην Αθήνα το ίδιο θα πληρώναμε. Του έδειξα λίγο την απογοήτευσή μου, αλλά δεν συγκινήθηκε.
Λίγα λεπτά μετά τις 17:00 ξεκινήσαμε, χωρίς καπέλο γιατί ο ήλιος ήταν χαμηλά, να κάνουμε την απογευματινή μας βόλτα. H διαφορά στην ανατολή, αλλά και τη δύση του ηλίου, μεταξύ της Τασκένδης και της Νούκους, είναι περίπου μισή ώρα. Μπορεί και λίγο παραπάνω. Δηλαδή όταν στην Τασκένδη ο ήλιος δύει στις 6:30 στην Νούκους δύει στις 7:00. Έτσι οι μέρες στη Σαμαρκάνδη για μας ήταν λίγο μικρότερες, αφού το πρωί είναι ίδιο παντού, αφού ξυπνάμε με το ρολόι και όχι με το ήλιο. Έτσι έχουμε μισή ώρα λιγότερη για απογευματινή βόλτα. Ουσιαστικά ξέραμε λοιπόν ότι μέχρι τις 18:30, 19:00 το πολύ, θα είχαμε λίγο φως. Μετά τέρμα.
Ο σκοπός μας αρχικά ήταν να πάμε στο μαυσωλείο του Ταμερλάνου, Amir Temur, που ονομάζεται Gur e Amir Mausoleum. Το είχαμε θαυμάσει την προηγούμενη μέρα το απόγευμα, αλλά είπαμε να μην μπούμε μέσα, αφού τις πρώτες βόλτες τις κάνουμε συνήθως ανιχνευτικά, όταν ξέρουμε ότι έχουμε χρόνο για να δούμε την πόλη αργότερα. Πήγαμε με τα πόδια μέσα σε 20 λεπτά στο μαυσωλείο, το οποίο ουσιαστικά το είχαμε δει μόνο εξωτερικά. Μπήκαμε με το μικρό εισιτήριο που είχε και είδαμε επιπλέον το εσωτερικό του. Ήταν μία τεράστια αίθουσα με υπέροχη διακόσμηση, κυρίως ζωγραφική πάνω στους τοίχους. Είδαμε και τις σαρκοφάγους του Ταμερλάνου και άλλων στο κέντρο. Είναι ένας χώρος που πραγματικά αξίζει να τον θαυμάσεις πάρα πολύ. Η κατασκευή είναι υπέροχη και η διακόσμηση προσθέτει πολύ περισσότερα.
Αφού κάναμε αυτό δεν είχαμε κάτι άλλο καινούργιο στο πρόγραμμα. Έτσι πήγαμε ξανά στο Registan για να δούμε πάλι τις υπέροχες μεντρέσες απ’ έξω. Είχαν αρχίσει να ανάβουν και τα φώτα και τραβήξαμε φωτογραφίες με τεχνητό φωτισμό.
Επειδή θέλαμε να κάνουμε βόλτα, προχωρήσαμε ακόμα πιο κάτω και πήγαμε στο τζαμί Bibi Khanym Mosque, που και αυτό είχαμε δει το ίδιο πρωινό. Ενώ στο Registan είχε αρκετή κίνηση, στο τζαμί είχε ελάχιστους ανθρώπους. Είναι ένας πεζόδρομος πολύ φαρδύς που ενώνει αυτά τα δύο σημεία. Έχει διάφορα μαγαζιά στις δύο πλευρές του που είχαν πολύ λίγη κίνηση. Μόνο ένα εστιατόριο είχε αρκετό κόσμο. Ήταν μάλιστα πολύ όμορφο. Αν πεινούσαμε θα μπαίναμε για φαγητό.
Πήραμε το δρόμο της επιστροφής μέσα στο μισοσκόταδο και σκεφτήκαμε ότι αν βρίσκαμε ένα μέρος που να μας άρεσε για να πιούμε ένα ποτό θα το κάναμε. Όμως στο Ουζμπεκιστάν δεν έχει πολλά μαγαζιά που να μπορείς να καθίσεις έξω. Φαίνεται ότι το χειμώνα κάνει πολύ κρύο οπότε δεν προσφέρεται αυτός ο τρόπος. Το καλοκαίρι πάλι κάνει πολλή ζέστη και φυσικά όλοι θέλουν τον κλιματισμό. Μόνο σε ένα μεγάλο πεζοδρόμιο βρήκαμε αρκετά μαγαζιά που ήταν όμως για φαγητό. Δεν μας άρεσε όμως γιατί πρώτον είχε τσίκνα και δεύτερον εμείς δεν θέλαμε να φάμε. Μακάρι να πεινούσαμε. Για να καθόμασταν μέσα δεν το συζητούσαμε. Βέβαια ελπίζαμε ότι θα βρίσκαμε παρακάτω κάτι που να μας άρεσε περισσότερο, όμως δεν βρήκαμε τίποτα.
Η περιοχή του ξενοδοχείου μας έχει μονάχα το εστιατόριο που φάγαμε την προηγούμενη. Είδα στο Google ότι αν περπατούσαμε περίπου ένα χιλιόμετρο θα βρίσκαμε κάποια αντίστοιχα μαγαζιά. Εμείς φυσικά δεν είχαμε διάθεση για περπάτημα, αλλά ούτε για να βγούμε ξανά. Αν πεινούσαμε θα πηγαίναμε στο διπλανό εστιατόριο. Μάλιστα όταν μπαίναμε στο ξενοδοχείο, είδαμε ότι είχε ανάψει ψησταριά και έψηνε το γνωστό μας σουβλάκι που και εδώ όπως και στην Ουκρανία το λένε σασλίκ.
Να πω μερικά πράγματα ακόμα για το Ουζμπεκιστάν, τα οποία θα είναι γενικά.
Τα ξενοδοχεία τους ακόμα και όταν πρόκειται για σπίτια, είναι αρκετά περιποιημένα, αλλά έχουν βασική επίπλωση. Δεν είδαμε πουθενά να έχουν ένα τραπεζάκι. Αντί για τραπέζι έχουν μία μικρή συρταριέρα. Ή βάζουν ένα ή δυο μικρά κομοδίνα, δίπλα στο προσκέφαλο του κρεβατιού. Συνήθως δεν έχουν καρέκλα ή έχουν μόνο μία. Ντουλάπα δεν έχουν τα περισσότερα, αλλά έχουν στον τοίχο κρεμάστρες για να κρεμάς τα πράγματά σου. Δεν ξέρω πώς ονομάζεται αυτό που βάζουμε πάνω τις βαλίτσες αλλά τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε πουθενά. Εμείς συνήθως τη μία βαλίτσα την αφήναμε στο πάτωμα και την άλλη πάνω στην καρέκλα, εάν υπήρχε. Στο πάτωμα συνήθως υπήρχε ένα χαλί που δεν έπιανε όλο το χώρο. Το πάτωμα του δωματίου ήταν καλυμμένο με πλαστικό που έμοιαζε με ξύλο ή πλακάκι. Το ίδιο και το μπάνιο. Όπου μείναμε, πλακάκι δεν θυμάμαι να είδα πουθενά. Νομίζω ούτε αληθινό ξύλο, εκτός από μια εξαίρεση που όμως καλυπτόταν με μοκέτα που κάλυπτε όλο το πάτωμα και μάλιστα έτριζε. Ήταν στο Ουργκέντς, που το ξενοδοχείο ήταν πολύ παλιό. Τα υδραυλικά στο μπάνιο ήταν πάντα από μέτρια μέχρι πολύ καλά. Δεν είχαμε προβλήματα στην υποδοχή οποιουδήποτε από τα ξενοδοχεία που μείναμε. Υπήρχε συνήθως μόνο ένα άτομο που μιλούσε αγγλικά. Αν έλειπε αυτό δεν μπορούσες να επικοινωνήσεις εύκολα. Μόνο στη Νούκους ήταν νεαρά παιδιά, μιλάμε για το πολύ 20 ετών, τα οποία όλα μιλούσαν αγγλικά.
Οι άνθρωποι το έχουμε πει ήταν πολύ ευγενικοί και τους άρεσε να τους τραβάμε φωτογραφία. Πολλοί μας το ζητούσαν από μόνοι τους. Είτε δηλαδή να τους τραβήξουμε εμείς μόνους τους, χωρίς να συμμετέχουμε εμείς. Είτε μας έλεγαν να πάμε κοντά τους και να φωτογραφηθούμε με τις δικές μας κάμερες και όχι με τις δικές τους. Το έκαναν γιατί ήξεραν ότι οι τουρίστες θέλουν να φωτογραφηθούν με τους ντόπιους και ήθελαν να μας ευχαριστήσουν. Βεβαίως υπήρχαν και πάρα πολλές περιπτώσεις, οι περισσότερες ίσως, που ήθελαν να φωτογραφηθούν και με το δικό τους κινητό μαζί μας. Μάλιστα μου έκανε εντύπωση που στην Σαμαρκάνδη, μία κοπέλα που μου είπε ότι σπούδαζε Αγγλική Φιλολογία, μου το ζήτησε η ίδια. Και δεν το ζήτησε από την Ντίνα αλλά από εμένα. Ακόμα πολλές φορές που μας έβλεπαν ότι πηγαίναμε να τους φωτογραφίσουμε λίγο κρυφά, μας έκαναν νόημα και έπαιρναν πόζα για να τους φωτογραφίσουμε κανονικά. Και μάλιστα ορισμένοι όπως είπα μας ζητούσαν να πάμε να φωτογραφηθούν μαζί τους. Έτσι στο θέμα της φωτογράφησης πήραμε πολλές εικόνες από τους ανθρώπους.
Οι θερμοκρασίες έχω ξαναγράψει ότι ήταν το μεσημέρι αρκετά υψηλές, δηλαδή στους 30 έως 32 βαθμούς. Πάντα είχαμε ήλιο και ελάχιστες φορές είχαμε λίγα σύννεφα. Οπότε έκανε ζέστη αλλά το κλίμα ήταν ξηρό, με αποτέλεσμα να μην είναι αποπνικτική η ατμόσφαιρα. Όμως μόλις έπεφτε το σούρουπο χρειαζόσουν ένα φανελάκι γιατί έπεφτε η θερμοκρασία και το πρωί συνήθως ήταν 15 με 18 βαθμούς Κελσίου. Συγκεκριμένα στο ξενοδοχείο στην Σαμαρκάνδη στο δωμάτιο κρυώναμε με ένα σεντόνι το πρωί, ενώ το βράδυ ήταν καλά. Το κακό ήταν ότι το κλιματιστικό είχε τηλεχειριστήριο μόνο με ρωσικά, οπότε δεν μπόρεσα μέσα στη νύχτα να το βάλω λίγο στη θέρμανση.
Να πω εδώ, ως παρένθεση, ότι το Ουζμπεκιστάν ήταν ένας προορισμός στο μυαλό μας από παλιότερα, αλλά το πήραμε απόφαση όταν μάθαμε ότι τα πρακτορεία στην Ελλάδα το χρεώνουν περίπου 1.700 ευρώ για 11 μέρες, δεν ήταν πολλά. Σκεφτήκαμε μήπως πηγαίναμε με πρακτορείο, όμως ψάχνοντας ανακαλύψαμε ότι θα ήταν πολύ καλύτερα να πάμε μόνοι μας, αφού τα πρακτορεία πολύ σπάνια και με πολύ μεγάλο κόστος πηγαίνουν στην κοιλάδα της Φεργκάνα αλλά και στη λίμνη Αράλη. Έτσι το αποφασίσαμε μες στο καλοκαίρι να το κάνουμε μόνοι μας.
Τα εισιτήρια με τις τουρκικές αερογραμμές κόστισαν λίγο πάνω από 600 ευρώ το άτομο και η εσωτερική πτήση λίγο πάνω από 50 ευρώ. Κάναμε την πτήση για να πάμε από την Τασκένδη στο Ουργκέντς. Τα ξενοδοχεία κόστισαν από 20 μέχρι 44 ευρώ το δίκλινο Τα πιο ακριβά ήταν στην Τασκένδη, 44 ευρώ και στην Σαμαρκάνδη, 40 ευρώ.
Μας έκανε εντύπωση που στη Νούκους και στο Ουργκέντς δεν είδαμε καθόλου τουριστικά μαγαζιά. Σε όλες τις άλλες πόλεις ήταν περισσότερα από αυτά που χρειάζονται. Αναρωτιέμαι αν την εποχή που πήγαμε κάποιοι από αυτούς πουλάνε έστω και ένα πράγμα τη μέρα. Είναι πάρα πολλοί όλοι αυτοί. Μπορείς να κάνεις παζάρια στα περισσότερα είδη, αλλά όχι μεγάλα. Πιστεύω στην καλύτερη περίπτωση έχεις ένα 30% έκπτωση. Εμείς αν μας φαινόταν καλή η τιμή δεν προσπαθούσαμε για χαμηλότερη. Αλλά αν ξέραμε ότι μας το δίνει λίγο ακριβά ή ήταν μεγάλο το ποσόν του συζητούσαμε έκπτωση. Τα σουβενίρ που πήραμε άξιζαν γύρω στα 120 ευρώ όλα μαζί.
Μαγαζιά για σουβενίρ υπήρχαν παντού, συνήθως όμως ήταν μικρού μεγέθους αλλά και πάγκοι. Τα έβλεπες παντού στους αρχαιολογικούς χώρους. Αυτό δεν ήταν και πολύ όμορφο γιατί εσύ ήθελες να τραβήξεις φωτογραφία ένα πολύ ωραίο τοίχο και μπροστά ήταν οι πάγκοι με τα πράγματα που πουλούσαν. Πολύ ωραίες ήταν οι τοπικές αγορές που απευθύνονταν κυρίως σε ντόπιους. Στην αρχή του ταξιδιού είδαμε πολλές γιατί το επιδιώκαμε, αλλά προς το τέλος επειδή είχαμε κουραστεί να τις βλέπουμε δεν τις ψάχναμε. Όμως ήταν όμορφες και έβγαζες πολύ ωραίες φωτογραφίες με τον κόσμο εκεί που πουλούσε τα πράγματά του. Μου έκανε εντύπωση που τα φρούτα ήταν πολύ φθηνά. Έτσι κι αλλιώς βέβαια δεν θα μπορούσαν να τα πουλάνε και ακριβά. Για παράδειγμα είδαμε σταφύλια πολύ ωραία με 60 λεπτά το κιλό. Κάτι αντίστοιχο ήταν και τα μήλα, που εδώ παράγουν πάρα πολλά και από τα δύο. Οι μπανάνες μάλλον είναι εισαγόμενες και κάνουν περίπου 1,5 ευρώ το κιλό, δηλαδή αρκετά. Πάντως στην Τασκένδη είδαμε κληματαριά που να έχει πιο πολλά σταφύλια παρά φύλλα. Υπερβολή αλλά δεν είναι υπερβολικό να πω ότι από ένα τσαμπί κρεμόταν και τρία κιλά σταφύλια.
Σήμερα ήταν η μέρα της Σαμαρκάνδης. Έπρεπε να βρούμε τα πιο σπουδαία μνημεία για να πάμε. Τα ψάξαμε στο ξενοδοχείο και κάναμε ένα σχεδιασμό της μετακίνησής μας. Τα προλάβαμε σχεδόν όλα μέσα στη μέρα. Στο ξενοδοχείο είχαμε πρωινό το οποίο ήταν αρκετά καλό και λίγο πριν τις 9:00 ξεκινήσαμε για τη βόλτα μας. Στο Google οι οδηγίες για να πάμε στον πρώτο προορισμό έδειχνα μία πολύ μεγάλη απόσταση, αλλά εγώ στο χάρτη είδα ότι αν πήγαινα σχεδόν ευθεία θα φτάναμε πολύ σύντομα. Έτσι και κάναμε. Περάσαμε από κάτι πολύ φτωχές γειτονιές και με πολλή ακαθαρσία. Περάσαμε ένα ρυάκι και καταφέραμε και βγήκαμε στην απέναντι πλευρά. Από κει δεν ήταν μακριά το επιβλητικό Bibi Khanym Mosque και απέναντι το ομώνυμο μαυσωλείο. Άλλωστε ήταν τόσο μεγάλο που φαινόταν από μακριά. Από κοντά ήταν υπέροχο. Μόνο με φωτογραφίες μπορείς να περιγράψεις την ομορφιά αυτού του οικοδομήματος και πάλι λίγο θα είναι.




Εκεί κοντά είχε και άλλα πράγματα να δούμε και αποφασίσαμε να μην τα χάσουμε. Γι αυτό πήγαμε στο Hazrat Hizr Mosque. Πάλι δεν εμπιστευτήκαμε τους χάρτες του Google διότι ενώ το βλέπαμε πολύ κοντά μας, οι χάρτες μας έστελναν να κάνουμε τουλάχιστον δύο με τρία χιλιόμετρα απόσταση, ενώ ήταν μόνο 500 μέτρα. Πήγαμε παίρνοντας μία αερογέφυρα πάνω από ένα δρόμο και εκεί καταλάβαμε ότι ήταν το μαυσωλείο του ηγέτη του Ουζμπεκιστάν Ισλάμ Καρίμοφ. Ήταν πολύ όμορφη περιοχή. Ειδικά από μακριά έβγαζες ωραίες φωτογραφίες.



Λίγο πιο κάτω ήταν όμως η μεγάλη έκπληξη, που ονομάζεται Shah i Zinda. Στην περιοχή του Hazrat Hizr Mosque είναι ένα μεγάλο νεκροταφείο. Στην είσοδο αυτού του νεκροταφείου υπάρχουν σχεδόν 20 μαυσωλεία σπουδαίων ανθρώπων της περιοχής. Αυτό είναι το Shah i Zinda. Να σημειώσουμε ότι στη Σαμαρκάνδη μιλούν πολύ τα φαρσί της Περσίας και οι άνθρωποι είναι κυρίως Τατζίκοι, αλλά γενικά νιώθουν φαίνεται Ουζμπέκοι.


Σε αυτό το σημείο με τα μαυσωλεία θαυμάσαμε την μουσουλμανική τέχνη. Όλα ήταν πολύ όμορφα σε μία όχι και τόσο μεγάλη έκταση. Αν δεν είσαι κουρασμένος μπορείς να καθίσεις πάνω από μία ώρα να τα θαυμάζεις και να τα φωτογραφίζεις. Είχε αρκετό κόσμο. Φαντάζομαι τι γίνεται στην υψηλή τουριστική περίοδο. Δεν θα μπορέσεις να βγάλεις εύκολα φωτογραφίες γιατί ο χώρος είναι περιορισμένος. Έχουμε δει ότι στο Ουζμπεκιστάν οι τουρίστες εκτός από τους περισσότερους βέβαια που είναι Ρώσοι, έχει πολλούς Ιταλούς, Γερμανούς και λιγότερους Ισπανούς και Γάλλους. Αγγλικά ακούς μόνο από τους Tour guides.


Έξω από τον χώρο είδα ένα πολύ όμορφο και αξιοπρεπή γέροντα και ήθελα μια φωτογραφία μαζί του. Φυσικά δε μου την αρνήθηκε και κάτι μου είπε. Κατάλαβα πως με ρώτησε από πού είμαστε και του είπα: Γκρέτσια. Αμέσως έλαμψε το πρόσωπό του και μου λέει: Αλεξάντερ Μασεδόνας.

Μετά και από αυτά τα μαυσωλεία το Lonely Planet πρότεινε δύο παλιά τζαμιά, στην περιοχή πάλι του Bibi Khanym Mosque. Πήγαμε αλλά ενώ ήταν παλιά δεν μας έκαναν εντύπωση. Δεν ήταν κάτι αξιόλογο.

Ήταν άλλωστε πολύ μικρά και γι’ αυτό αποφασίσαμε να πάμε κατευθείαν στην περιοχή του Registan, όπου βρίσκονται οι τρεις μεγάλες μεντρέσες, αντικριστά η μία με την άλλη.
Μένεις εκστατικός στο θέαμα. Τις έχουν συντηρήσει πολύ καλά και έτσι θαυμάζεις την ζωγραφική αλλά και την κεραμική που έχουν. Τα ύψη είναι τεράστια και η διακόσμηση σχεδόν πλήρης. Καμία σχέση με τις μεντρέσες που είχαμε δει ως τώρα. Οι άλλες στην Χίβα και στην Μπουχάρα, συνήθως στο εσωτερικό δεν είχαν καθόλου διακόσμηση. Όμως στη Σαμαρκάνδη υπήρχε πλήρης διακόσμηση στο εσωτερικό. Βέβαια εδώ το κακό που έχουν πάλι είναι ότι έχουν πολλά μαγαζιά παντού. Έτσι κυκλοφορείς και σε ενοχλούν για να ψωνίσεις συνέχεια, σχεδόν ακόμα και μέσα στα τζαμιά. Σίγουρα πάντως μέσα στις μετρέσες.





Εμείς κινηθήκαμε βγάζοντας πολλές φωτογραφίες και βίντεο. Το καλό που υπάρχει στη χώρα είναι ότι βρίσκεις πολύ εύκολα φθηνό νερό. Επίσης πολύ εύκολα βρίσκεις και φτηνές τουαλέτες. Το νερό το πληρώνεις από 30 έως το πολύ 50 λεπτά το λίτρο. Στις τουαλέτες πληρώνουμε από 1.000 μέχρι 3.000 σουμ, δηλαδή από 10 έως 30 λεπτά του ευρώ. Να πω εδώ ότι ενώ όταν φτάσαμε στο Ουζμπεκιστάν τα μηχανήματα ATM μου έδιναν για κάθε ευρώ σχεδόν 11.000 σουμ, τις τελευταίες μέρες του ταξιδιού έδιναν ελαφρώς πάνω από τις 10.000. Το έψαξα και είδα ότι έχει πέσει αρκετά το ευρώ σε σχέση με το δολάριο και σε σχέση με το Ουζμπέκικο νόμισμα. Το ευρώ έχει πέσει, ναι, αλλά όχι τόσο πολύ όσο μου έδινε πλέον η Revolut. Τέλος πάντων δεν είναι μεγάλο το πρόβλημα. Έτσι κι αλλιώς τέλειωνε το ταξίδι.
Όταν ολοκληρώσαμε την επίσκεψή μας, μετά από δύο ώρες δηλαδή, σε αυτό το καταπληκτικό μέρος με τις τρεις μεντρέσες η ώρα είχε φτάσει 2:45 και αποφασίσαμε να πάμε στο ξενοδοχείο να ξεκουραστούμε. Αν και η απόσταση με τα πόδια δεν ήταν μεγάλη, πιστεύω θα μπορούσαμε να την κάνουμε σε μισή ώρα, αποφασίσαμε να πάρουμε ταξί, αφού ήταν φθηνά. Θέλαμε ακόμα να αγοράσουμε μία μπύρα και ψωμί με τυρί για να τσιμπήσουμε κάτι το μεσημέρι. Πράγματι πήραμε ένα ταξί ο οποίος για λιγότερο από 3 χιλιόμετρα μας πήρε 5 ευρώ. Ήταν μία καθαρή κλεψιά, αν και στην Αθήνα το ίδιο θα πληρώναμε. Του έδειξα λίγο την απογοήτευσή μου, αλλά δεν συγκινήθηκε.
Λίγα λεπτά μετά τις 17:00 ξεκινήσαμε, χωρίς καπέλο γιατί ο ήλιος ήταν χαμηλά, να κάνουμε την απογευματινή μας βόλτα. H διαφορά στην ανατολή, αλλά και τη δύση του ηλίου, μεταξύ της Τασκένδης και της Νούκους, είναι περίπου μισή ώρα. Μπορεί και λίγο παραπάνω. Δηλαδή όταν στην Τασκένδη ο ήλιος δύει στις 6:30 στην Νούκους δύει στις 7:00. Έτσι οι μέρες στη Σαμαρκάνδη για μας ήταν λίγο μικρότερες, αφού το πρωί είναι ίδιο παντού, αφού ξυπνάμε με το ρολόι και όχι με το ήλιο. Έτσι έχουμε μισή ώρα λιγότερη για απογευματινή βόλτα. Ουσιαστικά ξέραμε λοιπόν ότι μέχρι τις 18:30, 19:00 το πολύ, θα είχαμε λίγο φως. Μετά τέρμα.

Ο σκοπός μας αρχικά ήταν να πάμε στο μαυσωλείο του Ταμερλάνου, Amir Temur, που ονομάζεται Gur e Amir Mausoleum. Το είχαμε θαυμάσει την προηγούμενη μέρα το απόγευμα, αλλά είπαμε να μην μπούμε μέσα, αφού τις πρώτες βόλτες τις κάνουμε συνήθως ανιχνευτικά, όταν ξέρουμε ότι έχουμε χρόνο για να δούμε την πόλη αργότερα. Πήγαμε με τα πόδια μέσα σε 20 λεπτά στο μαυσωλείο, το οποίο ουσιαστικά το είχαμε δει μόνο εξωτερικά. Μπήκαμε με το μικρό εισιτήριο που είχε και είδαμε επιπλέον το εσωτερικό του. Ήταν μία τεράστια αίθουσα με υπέροχη διακόσμηση, κυρίως ζωγραφική πάνω στους τοίχους. Είδαμε και τις σαρκοφάγους του Ταμερλάνου και άλλων στο κέντρο. Είναι ένας χώρος που πραγματικά αξίζει να τον θαυμάσεις πάρα πολύ. Η κατασκευή είναι υπέροχη και η διακόσμηση προσθέτει πολύ περισσότερα.


Αφού κάναμε αυτό δεν είχαμε κάτι άλλο καινούργιο στο πρόγραμμα. Έτσι πήγαμε ξανά στο Registan για να δούμε πάλι τις υπέροχες μεντρέσες απ’ έξω. Είχαν αρχίσει να ανάβουν και τα φώτα και τραβήξαμε φωτογραφίες με τεχνητό φωτισμό.

Επειδή θέλαμε να κάνουμε βόλτα, προχωρήσαμε ακόμα πιο κάτω και πήγαμε στο τζαμί Bibi Khanym Mosque, που και αυτό είχαμε δει το ίδιο πρωινό. Ενώ στο Registan είχε αρκετή κίνηση, στο τζαμί είχε ελάχιστους ανθρώπους. Είναι ένας πεζόδρομος πολύ φαρδύς που ενώνει αυτά τα δύο σημεία. Έχει διάφορα μαγαζιά στις δύο πλευρές του που είχαν πολύ λίγη κίνηση. Μόνο ένα εστιατόριο είχε αρκετό κόσμο. Ήταν μάλιστα πολύ όμορφο. Αν πεινούσαμε θα μπαίναμε για φαγητό.

Πήραμε το δρόμο της επιστροφής μέσα στο μισοσκόταδο και σκεφτήκαμε ότι αν βρίσκαμε ένα μέρος που να μας άρεσε για να πιούμε ένα ποτό θα το κάναμε. Όμως στο Ουζμπεκιστάν δεν έχει πολλά μαγαζιά που να μπορείς να καθίσεις έξω. Φαίνεται ότι το χειμώνα κάνει πολύ κρύο οπότε δεν προσφέρεται αυτός ο τρόπος. Το καλοκαίρι πάλι κάνει πολλή ζέστη και φυσικά όλοι θέλουν τον κλιματισμό. Μόνο σε ένα μεγάλο πεζοδρόμιο βρήκαμε αρκετά μαγαζιά που ήταν όμως για φαγητό. Δεν μας άρεσε όμως γιατί πρώτον είχε τσίκνα και δεύτερον εμείς δεν θέλαμε να φάμε. Μακάρι να πεινούσαμε. Για να καθόμασταν μέσα δεν το συζητούσαμε. Βέβαια ελπίζαμε ότι θα βρίσκαμε παρακάτω κάτι που να μας άρεσε περισσότερο, όμως δεν βρήκαμε τίποτα.
Η περιοχή του ξενοδοχείου μας έχει μονάχα το εστιατόριο που φάγαμε την προηγούμενη. Είδα στο Google ότι αν περπατούσαμε περίπου ένα χιλιόμετρο θα βρίσκαμε κάποια αντίστοιχα μαγαζιά. Εμείς φυσικά δεν είχαμε διάθεση για περπάτημα, αλλά ούτε για να βγούμε ξανά. Αν πεινούσαμε θα πηγαίναμε στο διπλανό εστιατόριο. Μάλιστα όταν μπαίναμε στο ξενοδοχείο, είδαμε ότι είχε ανάψει ψησταριά και έψηνε το γνωστό μας σουβλάκι που και εδώ όπως και στην Ουκρανία το λένε σασλίκ.

Να πω μερικά πράγματα ακόμα για το Ουζμπεκιστάν, τα οποία θα είναι γενικά.
Τα ξενοδοχεία τους ακόμα και όταν πρόκειται για σπίτια, είναι αρκετά περιποιημένα, αλλά έχουν βασική επίπλωση. Δεν είδαμε πουθενά να έχουν ένα τραπεζάκι. Αντί για τραπέζι έχουν μία μικρή συρταριέρα. Ή βάζουν ένα ή δυο μικρά κομοδίνα, δίπλα στο προσκέφαλο του κρεβατιού. Συνήθως δεν έχουν καρέκλα ή έχουν μόνο μία. Ντουλάπα δεν έχουν τα περισσότερα, αλλά έχουν στον τοίχο κρεμάστρες για να κρεμάς τα πράγματά σου. Δεν ξέρω πώς ονομάζεται αυτό που βάζουμε πάνω τις βαλίτσες αλλά τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε πουθενά. Εμείς συνήθως τη μία βαλίτσα την αφήναμε στο πάτωμα και την άλλη πάνω στην καρέκλα, εάν υπήρχε. Στο πάτωμα συνήθως υπήρχε ένα χαλί που δεν έπιανε όλο το χώρο. Το πάτωμα του δωματίου ήταν καλυμμένο με πλαστικό που έμοιαζε με ξύλο ή πλακάκι. Το ίδιο και το μπάνιο. Όπου μείναμε, πλακάκι δεν θυμάμαι να είδα πουθενά. Νομίζω ούτε αληθινό ξύλο, εκτός από μια εξαίρεση που όμως καλυπτόταν με μοκέτα που κάλυπτε όλο το πάτωμα και μάλιστα έτριζε. Ήταν στο Ουργκέντς, που το ξενοδοχείο ήταν πολύ παλιό. Τα υδραυλικά στο μπάνιο ήταν πάντα από μέτρια μέχρι πολύ καλά. Δεν είχαμε προβλήματα στην υποδοχή οποιουδήποτε από τα ξενοδοχεία που μείναμε. Υπήρχε συνήθως μόνο ένα άτομο που μιλούσε αγγλικά. Αν έλειπε αυτό δεν μπορούσες να επικοινωνήσεις εύκολα. Μόνο στη Νούκους ήταν νεαρά παιδιά, μιλάμε για το πολύ 20 ετών, τα οποία όλα μιλούσαν αγγλικά.
Οι άνθρωποι το έχουμε πει ήταν πολύ ευγενικοί και τους άρεσε να τους τραβάμε φωτογραφία. Πολλοί μας το ζητούσαν από μόνοι τους. Είτε δηλαδή να τους τραβήξουμε εμείς μόνους τους, χωρίς να συμμετέχουμε εμείς. Είτε μας έλεγαν να πάμε κοντά τους και να φωτογραφηθούμε με τις δικές μας κάμερες και όχι με τις δικές τους. Το έκαναν γιατί ήξεραν ότι οι τουρίστες θέλουν να φωτογραφηθούν με τους ντόπιους και ήθελαν να μας ευχαριστήσουν. Βεβαίως υπήρχαν και πάρα πολλές περιπτώσεις, οι περισσότερες ίσως, που ήθελαν να φωτογραφηθούν και με το δικό τους κινητό μαζί μας. Μάλιστα μου έκανε εντύπωση που στην Σαμαρκάνδη, μία κοπέλα που μου είπε ότι σπούδαζε Αγγλική Φιλολογία, μου το ζήτησε η ίδια. Και δεν το ζήτησε από την Ντίνα αλλά από εμένα. Ακόμα πολλές φορές που μας έβλεπαν ότι πηγαίναμε να τους φωτογραφίσουμε λίγο κρυφά, μας έκαναν νόημα και έπαιρναν πόζα για να τους φωτογραφίσουμε κανονικά. Και μάλιστα ορισμένοι όπως είπα μας ζητούσαν να πάμε να φωτογραφηθούν μαζί τους. Έτσι στο θέμα της φωτογράφησης πήραμε πολλές εικόνες από τους ανθρώπους.
Οι θερμοκρασίες έχω ξαναγράψει ότι ήταν το μεσημέρι αρκετά υψηλές, δηλαδή στους 30 έως 32 βαθμούς. Πάντα είχαμε ήλιο και ελάχιστες φορές είχαμε λίγα σύννεφα. Οπότε έκανε ζέστη αλλά το κλίμα ήταν ξηρό, με αποτέλεσμα να μην είναι αποπνικτική η ατμόσφαιρα. Όμως μόλις έπεφτε το σούρουπο χρειαζόσουν ένα φανελάκι γιατί έπεφτε η θερμοκρασία και το πρωί συνήθως ήταν 15 με 18 βαθμούς Κελσίου. Συγκεκριμένα στο ξενοδοχείο στην Σαμαρκάνδη στο δωμάτιο κρυώναμε με ένα σεντόνι το πρωί, ενώ το βράδυ ήταν καλά. Το κακό ήταν ότι το κλιματιστικό είχε τηλεχειριστήριο μόνο με ρωσικά, οπότε δεν μπόρεσα μέσα στη νύχτα να το βάλω λίγο στη θέρμανση.
Να πω εδώ, ως παρένθεση, ότι το Ουζμπεκιστάν ήταν ένας προορισμός στο μυαλό μας από παλιότερα, αλλά το πήραμε απόφαση όταν μάθαμε ότι τα πρακτορεία στην Ελλάδα το χρεώνουν περίπου 1.700 ευρώ για 11 μέρες, δεν ήταν πολλά. Σκεφτήκαμε μήπως πηγαίναμε με πρακτορείο, όμως ψάχνοντας ανακαλύψαμε ότι θα ήταν πολύ καλύτερα να πάμε μόνοι μας, αφού τα πρακτορεία πολύ σπάνια και με πολύ μεγάλο κόστος πηγαίνουν στην κοιλάδα της Φεργκάνα αλλά και στη λίμνη Αράλη. Έτσι το αποφασίσαμε μες στο καλοκαίρι να το κάνουμε μόνοι μας.

Τα εισιτήρια με τις τουρκικές αερογραμμές κόστισαν λίγο πάνω από 600 ευρώ το άτομο και η εσωτερική πτήση λίγο πάνω από 50 ευρώ. Κάναμε την πτήση για να πάμε από την Τασκένδη στο Ουργκέντς. Τα ξενοδοχεία κόστισαν από 20 μέχρι 44 ευρώ το δίκλινο Τα πιο ακριβά ήταν στην Τασκένδη, 44 ευρώ και στην Σαμαρκάνδη, 40 ευρώ.

Μας έκανε εντύπωση που στη Νούκους και στο Ουργκέντς δεν είδαμε καθόλου τουριστικά μαγαζιά. Σε όλες τις άλλες πόλεις ήταν περισσότερα από αυτά που χρειάζονται. Αναρωτιέμαι αν την εποχή που πήγαμε κάποιοι από αυτούς πουλάνε έστω και ένα πράγμα τη μέρα. Είναι πάρα πολλοί όλοι αυτοί. Μπορείς να κάνεις παζάρια στα περισσότερα είδη, αλλά όχι μεγάλα. Πιστεύω στην καλύτερη περίπτωση έχεις ένα 30% έκπτωση. Εμείς αν μας φαινόταν καλή η τιμή δεν προσπαθούσαμε για χαμηλότερη. Αλλά αν ξέραμε ότι μας το δίνει λίγο ακριβά ή ήταν μεγάλο το ποσόν του συζητούσαμε έκπτωση. Τα σουβενίρ που πήραμε άξιζαν γύρω στα 120 ευρώ όλα μαζί.
Μαγαζιά για σουβενίρ υπήρχαν παντού, συνήθως όμως ήταν μικρού μεγέθους αλλά και πάγκοι. Τα έβλεπες παντού στους αρχαιολογικούς χώρους. Αυτό δεν ήταν και πολύ όμορφο γιατί εσύ ήθελες να τραβήξεις φωτογραφία ένα πολύ ωραίο τοίχο και μπροστά ήταν οι πάγκοι με τα πράγματα που πουλούσαν. Πολύ ωραίες ήταν οι τοπικές αγορές που απευθύνονταν κυρίως σε ντόπιους. Στην αρχή του ταξιδιού είδαμε πολλές γιατί το επιδιώκαμε, αλλά προς το τέλος επειδή είχαμε κουραστεί να τις βλέπουμε δεν τις ψάχναμε. Όμως ήταν όμορφες και έβγαζες πολύ ωραίες φωτογραφίες με τον κόσμο εκεί που πουλούσε τα πράγματά του. Μου έκανε εντύπωση που τα φρούτα ήταν πολύ φθηνά. Έτσι κι αλλιώς βέβαια δεν θα μπορούσαν να τα πουλάνε και ακριβά. Για παράδειγμα είδαμε σταφύλια πολύ ωραία με 60 λεπτά το κιλό. Κάτι αντίστοιχο ήταν και τα μήλα, που εδώ παράγουν πάρα πολλά και από τα δύο. Οι μπανάνες μάλλον είναι εισαγόμενες και κάνουν περίπου 1,5 ευρώ το κιλό, δηλαδή αρκετά. Πάντως στην Τασκένδη είδαμε κληματαριά που να έχει πιο πολλά σταφύλια παρά φύλλα. Υπερβολή αλλά δεν είναι υπερβολικό να πω ότι από ένα τσαμπί κρεμόταν και τρία κιλά σταφύλια.
