travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Τετάρτη 14/9/2022. Τασκένδη
- Πέμπτη 15/9/2022. Επίσκεψη στην Kokand
- Παρασκευή 16/9/2022. Κοιλάδα της Fergana.
- Σάββατο 17/9/2022. Τασκένδη, πτήση για Urgench
- Κυριακή 18/9/2022. Urgench, και Nukus.
- Δευτέρα 19/9/2022. Λίμνη Αράλη.
- Τρίτη 20/9/2022. Πάμε Khiva και στο δρόμο βλέπουμε κάστρα.
- Τετάρτη 21/9/2022. Khiva.
- Πέμπτη 22/9/2022. Από Khiva για Μπουχάρα.
- Παρασκευή 23/9/2022. Μπουχάρα πρώτη μέρα.
- Βίντεο
- Σάββατο 24/9/22. Μπουχάρα δεύτερη μέρα.
- Κυριακή 25/9/2022. Από Μπουχάρα στη Σαμαρκάνδη. Shahrisabz.
- Δευτέρα 26/9/2022. Σαμαρκάνδη. Μικρή ανασκόπηση.
- Τρίτη 27/9/2022. Σαμαρκάνδη. Με τρένο στην Τασκένδη
- Βίντεο
- Τετάρτη 28/9/2022. Ημέρα επιστροφής
Δευτέρα, 19/9/2022. Λίμνη Αράλη.
Το ξυπνητήρι χτύπησε στις 6:00, αλλά εγώ είχα ήδη ξυπνήσει για να ετοιμαστούμε και να πάμε σήμερα μία από τις πιο σημαντικές εκδρομές. Όχι από άποψη ενδιαφέροντος και θεάματος, αλλά από άποψη σημασίας και ιδιαιτερότητας, αφού θα πηγαίναμε εκεί που κάποτε ήταν η λίμνη Αράλη. Και συγκεκριμένα στο μέρος με την παραλιακή κάποτε πόλη Muynoq ή Muynak. Αυτό βέβαια λέγεται Disaster Tourism, αφού πας να δεις μια καταστροφή. Όπως ας πούμε όταν πας να δεις το Τσερνομπίλ. Ή μια πόλη που καταστράφηκε από σεισμό ή τυφώνα. Εγώ δεν το σκέφτηκα έτσι. Ήθελα να δω το νεκροταφείο πλοίων.
Όταν σκεφτόμουν αυτό το ταξίδι ήθελα οπωσδήποτε να πάω σε αυτή τη λίμνη. Βασικά τώρα δεν είναι λίμνη, είναι έρημος. Από το Muynoq το νερό σήμερα απέχει περισσότερα από 150 χιλιόμετρα. Καταλαβαίνει κανείς ότι έχει μείνει ελάχιστη από τη λίμνη. Λέγεται ότι υπάρχει περίπου το 25% της επιφάνειας σε σχέση με την επιφάνεια που είχε το 1960. Όμως η ποσότητα του νερού είναι μόλις το 10%. Αυτό οφείλεται στο ότι παίρνουν τα νερά των ποταμιών που χύνονταν στη λίμνη και τα χρησιμοποιούν στις τεράστιες έρημες εκτάσεις ώστε να γίνουν καλλιεργήσιμες. Αρκετές πόλεις και χωριά αναπτύχθηκαν, όμως τα παλιά παράλια της λίμνης σήμερα πλέον φυτοζωούν. Και τα περισσότερα βέβαια από αυτά βρίσκονται στη μέση μιας νέας ερήμου. Πριν το 1960 η έκταση της λίμνης ήταν 68.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή σχεδόν όσο η μισή Ελλάδα.
Σε κάποιο σημείο εκείνης της περιοχής ήθελα να πάω. Οι εκδρομές γίνονται στο Muynoq γιατί εκεί βρίσκονται τα κουφάρια κάποιων καραβιών που κάποτε έπλεαν στην Λίμνη μεταφέροντας φορτία ή ανθρώπους. Επίσης ψάρευαν τεράστιες ποσότητες ψαριών. Για να κάνω αυτή την ημερήσια μετακίνηση όμως φαινόταν πολύ δύσκολο, γιατί όλα τα πρακτορεία ζητούσαν πολλά χρήματα και μάλιστα απαιτούσαν να μείνεις και ένα βράδυ σε εκείνη την περιοχή. Εμένα ο σκοπός μου δεν ήταν να πάω μέχρι εκεί που βρίσκεται το σημερινό νερό της λίμνης, αλλά μόνο μέχρι εκεί που κάποτε ήταν η λίμνη, δηλαδή στην πόλη που προανέφερα. Ευτυχώς βρήκα το πρακτορείο Islambek Travel και με 69 δολάρια θα μας πήγαινε εκεί. Είναι το ίδιο πρακτορείο που μας μετέφερε από το Ουργκέντς μέχρι την πόλη Νούκους. Εκτός όμως από την Αράλη θα πηγαίναμε στην νεκρόπολη Mizdakhan, που βρίσκεται είκοσι χλμ από τη Νούκους.
Το πρωί στο ξενοδοχείο μας η ημέρα δεν άρχισε πολύ καλά αφού δεν είχαμε νερό στην τουαλέτα. Ευτυχώς μετά από μισή ώρα περίπου ήρθε και έτσι μπορέσαμε και ταχτοποιηθήκαμε. Στο ξενοδοχείο κυκλοφορούσαμε υποχρεωτικά χωρίς παπούτσια, είτε ξυπόλητοι είτε με παντόφλες. Αφήνουμε τα παπούτσια στην είσοδο, εγώ δεν είχα πρόβλημα. Αυτό έγινε και σε άλλα ξενοδοχεία που μείναμε.
Στις 7:20 κατεβήκαμε κάτω και ο οδηγός που θα μας έκανε την δραστηριότητα ήδη είχε φτάσει. Ήταν ένας ψηλός και γενικά μεγαλόσωμος Καζάκος, και στην καταγωγή και στην εμφάνιση. Μιλούσε ελάχιστα αγγλικά. Δηλαδή ο εγγονός μου ο Παναγιώτης ξέρει λίγο λιγότερα, αλλά του χρόνου θα ξέρει περισσότερα. Όμως ήταν πολύ καλός οδηγός και το σπουδαιότερο γρήγορος. Μιλάμε για ταχύτητες 100 και 110 χιλιόμετρα ανά ώρα, εκεί που εγώ δεν θα πήγαινα παραπάνω από 60, επειδή θα πρόσεχα το αμάξι και τις λακκούβες του δρόμου. Τέλος πάντων, όλα καλά.
Πρώτα λοιπόν πήγαμε στην νεκρόπολη Mizdakhan. Μας άφησε στην είσοδο και εμείς κάναμε βόλτες για περίπου μιάμιση ώρα. Ο χώρος εκεί είναι τεράστιος και περιλαμβάνει κυρίως ένα μεγάλο λόφο, ο οποίος έχει τρεις τέσσερις κορυφές. Παντού υπάρχουν μουσουλμανικά μνήματα. Χιλιάδες. Πολύ συχνά τα μνήματα είναι μικρά τζαμιά. Μονάχα σε ένα μπορέσαμε και μπήκαμε που ήταν καθαρό και είχε κάποιες σαρκοφάγους μέσα. Αυτό ίσως ήταν και το πιο μεγάλο, εκτός από ένα άλλο που είχε μήκος 30 με 40 μέτρα και είχε μία σαρκοφάγο σε σχεδόν όλο αυτό το μήκος. Το πλάτος του ήταν 5-6 μέτρα και στην κορυφή είχε μία δεκαριά τρούλους.
Το εσωτερικό ενός μνήματος:
Καλή ανάπαυση:
Ο χώρος είναι εκεί από αρχαιοτάτων χρόνων. Όμως ακόμα και σήμερα οι ντόπιοι θάβουν τους δικούς τους ανθρώπους και χτίζουν ό,τι μπορούν. Όμως το κάνουν τελείως άναρχα με αποτέλεσμα να μην μπορείς να περπατήσεις εύκολα από το ένα μέρος στο άλλο. Μόνο ένα περιφερειακός δρόμος υπάρχει αλλά από κει και έπειτα το χάος. Πρέπει να έχεις εξασκηθεί στα μονοπάτια για να μπορέσεις να πας εκεί που θες, αλλιώς ενδέχεται να βρεις κλειστή τη δίοδο και να πρέπει να γυρίσεις πίσω. Εμείς καταφέραμε και κάναμε μία τεράστια περιφέρεια των μηνυμάτων αυτών, και είδαμε όλα όσα φαίνονταν ενδιαφέροντα, δηλαδή είχαν μεγάλο μέγεθος και φαίνονταν από μακριά. Να πω βέβαια ότι πολλοί τάφοι ήταν ουσιαστικά ανοιχτοί από τα νερά της βροχής που παρέσυραν αυτό που είχαν ως κάλυψη. Ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον μέρος. Κυρίως ως εμφάνιση είναι κάτι που δεν το βλέπεις αλλού, αλλά δεν ξέρω αν αξίζει ως αρχαιολογικός χώρος. Στην κατάσταση που βρίσκεται όμως εγώ δεν ήθελα να το χάσω.
Το άσχημο είναι πως σε μια στιγμή η Ντίνα στραμπούλιξε το αριστερό της πόδι. Πονούσε σε όλο το ταξίδι αλλά δεν μειώσαμε καθόλου το περπάτημα. Τελικά όταν γυρίσαμε Ελλάδα έκανε ακτινογραφία και ήταν μικρό ράγισμα και έβαλε για ένα διάστημα νάρθηκα.
Στη διαδρομή ένας καμηλιέρης:
Και οι καμήλες:
Μετά από αυτή την επίσκεψη στη νεκρόπολη ξεκινήσαμε για να πάμε στο Muynoq. Φτάσαμε μετά από τρεις ώρες. Στη διαδρομή κάναμε 5-6 στάσεις για να φωτογραφίσουμε είτε την έρημο, είτε καμήλες, το ποτάμι (Amu Darya) και διάφορα άλλα που βρίσκαμε ότι άξιζαν μία φωτογραφία. Ο χώρος στον οποίο βρίσκεται το νεκροταφείο πλοίων, όπως ονομάζεται, είναι αμέσως μετά την πόλη η οποία έχει ένα τεράστιο και πολύ μακρύ δρόμο με αρκετά όμορφα κτίρια στις δύο πλευρές του. Υποτίθεται ότι εκεί που κάναμε στάση βρισκόταν το λιμάνι κάποτε. Όμως τώρα δεν μπορείς να καταλάβεις τίποτα. Δηλαδή αν το έβλεπες χωρίς τα κουφάρια των πλοίων κάτω χαμηλά, δεν θα καταλάβαινες ότι εκεί ήταν ένα λιμάνι κάποτε με οποιοδήποτε τρόπο. Έχει μάλιστα εκεί και ένα μνημείο και ένα περίεργο στο σχεδιασμό καφενείο δίπλα σε ένα καμπ με γιούρτες.
Στημένο φυσικά:
Εμείς κατεβήκαμε στα πλοία από εκεί επάνω. Μία μικρή κατηφόρα και σε δύο λεπτά είσαι κάτω. Φωτογραφίσαμε όλα, μα όλα, τα κουφάρια. Είχε τη σημασία του αυτό το μέρος. Ήταν ελάχιστοι τουρίστες στην περιοχή αυτή, περίπου 10. Περιφερθήκαμε στην περιοχή με την άμμο, σαν έρημος ήταν πλέον, για πάνω από μισή ώρα να δούμε τα σκουριασμένα κουφάρια, τα οποία ήταν μια ντουζίνα περίπου. Ήταν μικρά και λίγο μεγαλύτερα. Μετά την επίσκεψη στα πλοία πήγαμε στο μουσείο, όπου με 3 δολάρια είσοδο είδαμε κάποιες φωτογραφίες της περιοχής την εποχή που υπήρχε η λίμνη ως εκεί. Επίσης κάποιους πίνακες ζωγραφικής και σε μία αίθουσα ένα βίντεο σχετικό με τη λίμνη του τότε και του σήμερα. Και όταν λέμε σήμερα εννοούμε πριν από 15 χρόνια που φτιάχτηκε το βίντεο. Ίσως και περισσότερα.
Όταν τελειώσαμε όλα αυτά η ώρα είχε πάει 13:20 και ο οδηγός μας χωρίς να κάνει καμία στάση εκτός από το να βάλει αέριο ως καύσιμο στο αυτοκίνητο ήρθε με τεράστιες ταχύτητες στις 16:00 έξω από το ξενοδοχείο μας στη Νούκους. Και μιλάμε για μία απόσταση 200 χιλιομέτρων σε ένα δρόμο που ναι μεν είναι άσφαλτος αλλά στη μέση είχε πολλές λακκούβες, ευτυχώς όχι μεγάλες Έτσι, ακόμα και όταν έμπαινε σε κάποιες από αυτές, και έμπαινε συνέχεια, δεν υπήρχε πρόβλημα. Μέχρι βέβαια να συμβεί κάτι.
Η μέρα είχε το ενδιαφέρον της. Όχι κάτι περισσότερο από αυτό που περίμενα. Βέβαια θα μπορούσαμε αν το ξέραμε ότι θα τελειώναμε στις 16:00, να μη μείνουμε άλλο στην Νουκούς. Να συνεχίζαμε δηλαδή στη Χίβα την ίδια μέρα. Όμως αυτά τα πράγματα δεν τα ξέρεις από την αρχή. Και εγώ πιστεύω ότι καλύτερα έτσι γιατί είδαμε ακόμα περισσότερο αυτή την πόλη.
Στον οδηγό του ταξί έδωσα 70 δολάρια, συν άλλα 50.000 δικά τους δηλαδή Περίπου 6 δολάρια φιλοδώρημα, που δεν είναι πολλά για μας, αλλά νομίζω γι αυτόν ήταν αρκετά γιατί κοίταζε τα χρήματα χαρούμενος σαν να μην ήξερε καλά καλά τι είναι. Δεν ξέρω αν οι άλλοι επισκέπτες δεν του δίνουν κάποιο φιλοδώρημα. Τα ίδια χρήματα ως φιλοδώρημα έδωσα και στον οδηγό που μας είχε μεταφέρει την προηγούμενη στην πόλη Νούκους. Τον οποίο μάλιστα οδηγό συναντήσαμε με μεγάλη χαρά στο νεκροταφείο των πλοίων. Θα μπορούσε να μας είχε φέρει ο ίδιος αλλά μάλλον το αφεντικό δεν θέλει να αποκτούν πολλές επαφές οι επισκέπτες με τους οδηγούς, γιατί ίσως θα μπορούσα να ακυρώσω μία εκδρομή και να την κάνω απ’ ευθείας με αυτόν, με λιγότερα χρήματα βέβαια. Εγώ φυσικά σε καμία περίπτωση δεν θα το έκανα αφού το είχα κανονίσει. Μάλιστα θα σύστηνα αυτό το πρακτορείο σε οποιονδήποτε, αφού ξέρεις τι σου γίνεται. Και μόνο ότι οι οδηγοί σε περιμένουν νωρίτερα, πριν βγεις και να τους περιμένεις, έχεις ήσυχο το κεφάλι σου.
Να πω μερικά πράγματα που έχουν πέσει ως τώρα στην αντίληψή μου για το Ουζμπεκιστάν. Δεν έχω δει πολλές μοτοσυκλέτες να κυκλοφορούν. Κανονικά θα έπρεπε αφού 6 μήνες του χρόνου έχει καλό καιρό για μοτοσυκλέτα. Επίσης δεν είδα και πολλά ποδήλατα. Σε όλο το ταξίδι είδα μόλις ένα αγροτικό αυτοκίνητο στη χώρα. Ένα άλλο που μου έχει κάνει εντύπωση είναι ότι δεν έχω δει πολλές μητέρες με μωρά να κυκλοφορούν. Ιδίως δεν έχω δει παρά ελάχιστα καροτσάκια μωρών. Ίσως οι μητέρες λόγω θρησκείας οι περισσότερες να μένουν στα σπίτια τους.
Μετά την επιστροφή και τη μεσημεριανή ξεκούραση και αφού αφήσαμε να πέσει λίγο ο ήλιος, βγήκαμε έξω για την απογευματινή βόλτα. Πήγαμε πάλι στο παζάρι κάνοντας βόλτα εκεί. Στις 19:00 περίπου ενώ όλοι μάζευαν τα πράγματά τους για να κλείσουν, άρχισαν να έρχονται οι βραδινοί τύποι οι οποίοι πουλούσαν διάφορα αντικείμενα και αυτοί. Αλλά αυτό που μας έκανε πιο πολύ εντύπωση και μας άρεσε, ήταν οι γυναίκες που πουλούσαν έτοιμο φαγητό. Ήταν αραδιασμένες κάτω σε μία πλατεία και πουλούσαν αυτό που είχαν φέρει. Το βράδυ δεν πήγαμε σε εστιατόριο, αφού δεν προσφέρουν μπύρα ή οποιοδήποτε αλκοόλ, αλλά αγοράσαμε ένα κομμάτι σαλάμι και δύο κομμάτια τυρί με ψωμί και μπύρα. Τα τρώγαμε στο δωμάτιο λέγοντας ότι είναι ακριβώς σαν να τρώμε πίτσα, αλλά ταυτόχρονα πίναμε και την μπύρα μας. Είχαμε αγοράσει και δύο κρασιά τα οποία δεν ξέρω αν είναι από τα ακριβά τους αλλά έκαναν 6 ευρώ το καθένα. Το ένα το ήπιαμε κάποιο βράδυ και το άλλο το φέραμε στην Ελλάδα.
Μετά από το φαγητό μας, βγήκαμε έξω για να πάμε να φάμε ένα παγωτό ή οτιδήποτε και καταλήξαμε στο ωραίο μαγαζί που είχαμε φάει την προηγούμενη μέρα την πίτσα. Εγώ ήπια ένα milkshake και η Ντίνα έφαγε ένα τεράστιο γλυκό και όλα αυτά για 4 ευρώ συνολικά. Καταλήξαμε φυσικά στο δωμάτιο για καλή ξεκούραση και να ετοιμάσουμε τα πράγματα για την αυριανή αναχώρηση.
Στα παζάρια, στους δρόμους και στα μαγαζιά που κυκλοφορούσαμε, πάρα πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι μας κοίταζαν σε αυτή τη χώρα. Ίσως με εξαίρεση την Τασκένδη, βλέπουν λίγους τουρίστες. Ειδικά στην Nukus δεν έχει τόσο πολλούς, γι’ αυτό βλέπουν τους ξένους με ενδιαφέρον. Αφού σκεφτόμουνα ότι αν είχα instagram (τυπικά έχω δηλαδή, αλλά δεν ασχολούμαι) και το έδινα σε όλους αυτούς που με κοιτάνε θα είχα χιλιάδες ακόλουθους, μόνο από την Nukus. Υπήρχαν πολλοί που μιλούσαν Αγγλικά, αλλά οι περισσότεροι όχι. Όμως κάθε φορά που θέλαμε να ρωτήσουμε κάτι έπρεπε να ρωτήσουμε πρώτα εάν μιλάνε αγγλικά. Στα μαγαζιά που μπαίναμε μιλούσαμε κατευθείαν Αγγλικά και ό,τι έγινε.
Το ξυπνητήρι χτύπησε στις 6:00, αλλά εγώ είχα ήδη ξυπνήσει για να ετοιμαστούμε και να πάμε σήμερα μία από τις πιο σημαντικές εκδρομές. Όχι από άποψη ενδιαφέροντος και θεάματος, αλλά από άποψη σημασίας και ιδιαιτερότητας, αφού θα πηγαίναμε εκεί που κάποτε ήταν η λίμνη Αράλη. Και συγκεκριμένα στο μέρος με την παραλιακή κάποτε πόλη Muynoq ή Muynak. Αυτό βέβαια λέγεται Disaster Tourism, αφού πας να δεις μια καταστροφή. Όπως ας πούμε όταν πας να δεις το Τσερνομπίλ. Ή μια πόλη που καταστράφηκε από σεισμό ή τυφώνα. Εγώ δεν το σκέφτηκα έτσι. Ήθελα να δω το νεκροταφείο πλοίων.
Όταν σκεφτόμουν αυτό το ταξίδι ήθελα οπωσδήποτε να πάω σε αυτή τη λίμνη. Βασικά τώρα δεν είναι λίμνη, είναι έρημος. Από το Muynoq το νερό σήμερα απέχει περισσότερα από 150 χιλιόμετρα. Καταλαβαίνει κανείς ότι έχει μείνει ελάχιστη από τη λίμνη. Λέγεται ότι υπάρχει περίπου το 25% της επιφάνειας σε σχέση με την επιφάνεια που είχε το 1960. Όμως η ποσότητα του νερού είναι μόλις το 10%. Αυτό οφείλεται στο ότι παίρνουν τα νερά των ποταμιών που χύνονταν στη λίμνη και τα χρησιμοποιούν στις τεράστιες έρημες εκτάσεις ώστε να γίνουν καλλιεργήσιμες. Αρκετές πόλεις και χωριά αναπτύχθηκαν, όμως τα παλιά παράλια της λίμνης σήμερα πλέον φυτοζωούν. Και τα περισσότερα βέβαια από αυτά βρίσκονται στη μέση μιας νέας ερήμου. Πριν το 1960 η έκταση της λίμνης ήταν 68.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή σχεδόν όσο η μισή Ελλάδα.
Σε κάποιο σημείο εκείνης της περιοχής ήθελα να πάω. Οι εκδρομές γίνονται στο Muynoq γιατί εκεί βρίσκονται τα κουφάρια κάποιων καραβιών που κάποτε έπλεαν στην Λίμνη μεταφέροντας φορτία ή ανθρώπους. Επίσης ψάρευαν τεράστιες ποσότητες ψαριών. Για να κάνω αυτή την ημερήσια μετακίνηση όμως φαινόταν πολύ δύσκολο, γιατί όλα τα πρακτορεία ζητούσαν πολλά χρήματα και μάλιστα απαιτούσαν να μείνεις και ένα βράδυ σε εκείνη την περιοχή. Εμένα ο σκοπός μου δεν ήταν να πάω μέχρι εκεί που βρίσκεται το σημερινό νερό της λίμνης, αλλά μόνο μέχρι εκεί που κάποτε ήταν η λίμνη, δηλαδή στην πόλη που προανέφερα. Ευτυχώς βρήκα το πρακτορείο Islambek Travel και με 69 δολάρια θα μας πήγαινε εκεί. Είναι το ίδιο πρακτορείο που μας μετέφερε από το Ουργκέντς μέχρι την πόλη Νούκους. Εκτός όμως από την Αράλη θα πηγαίναμε στην νεκρόπολη Mizdakhan, που βρίσκεται είκοσι χλμ από τη Νούκους.
Το πρωί στο ξενοδοχείο μας η ημέρα δεν άρχισε πολύ καλά αφού δεν είχαμε νερό στην τουαλέτα. Ευτυχώς μετά από μισή ώρα περίπου ήρθε και έτσι μπορέσαμε και ταχτοποιηθήκαμε. Στο ξενοδοχείο κυκλοφορούσαμε υποχρεωτικά χωρίς παπούτσια, είτε ξυπόλητοι είτε με παντόφλες. Αφήνουμε τα παπούτσια στην είσοδο, εγώ δεν είχα πρόβλημα. Αυτό έγινε και σε άλλα ξενοδοχεία που μείναμε.
Στις 7:20 κατεβήκαμε κάτω και ο οδηγός που θα μας έκανε την δραστηριότητα ήδη είχε φτάσει. Ήταν ένας ψηλός και γενικά μεγαλόσωμος Καζάκος, και στην καταγωγή και στην εμφάνιση. Μιλούσε ελάχιστα αγγλικά. Δηλαδή ο εγγονός μου ο Παναγιώτης ξέρει λίγο λιγότερα, αλλά του χρόνου θα ξέρει περισσότερα. Όμως ήταν πολύ καλός οδηγός και το σπουδαιότερο γρήγορος. Μιλάμε για ταχύτητες 100 και 110 χιλιόμετρα ανά ώρα, εκεί που εγώ δεν θα πήγαινα παραπάνω από 60, επειδή θα πρόσεχα το αμάξι και τις λακκούβες του δρόμου. Τέλος πάντων, όλα καλά.
Πρώτα λοιπόν πήγαμε στην νεκρόπολη Mizdakhan. Μας άφησε στην είσοδο και εμείς κάναμε βόλτες για περίπου μιάμιση ώρα. Ο χώρος εκεί είναι τεράστιος και περιλαμβάνει κυρίως ένα μεγάλο λόφο, ο οποίος έχει τρεις τέσσερις κορυφές. Παντού υπάρχουν μουσουλμανικά μνήματα. Χιλιάδες. Πολύ συχνά τα μνήματα είναι μικρά τζαμιά. Μονάχα σε ένα μπορέσαμε και μπήκαμε που ήταν καθαρό και είχε κάποιες σαρκοφάγους μέσα. Αυτό ίσως ήταν και το πιο μεγάλο, εκτός από ένα άλλο που είχε μήκος 30 με 40 μέτρα και είχε μία σαρκοφάγο σε σχεδόν όλο αυτό το μήκος. Το πλάτος του ήταν 5-6 μέτρα και στην κορυφή είχε μία δεκαριά τρούλους.
Το εσωτερικό ενός μνήματος:


Καλή ανάπαυση:

Ο χώρος είναι εκεί από αρχαιοτάτων χρόνων. Όμως ακόμα και σήμερα οι ντόπιοι θάβουν τους δικούς τους ανθρώπους και χτίζουν ό,τι μπορούν. Όμως το κάνουν τελείως άναρχα με αποτέλεσμα να μην μπορείς να περπατήσεις εύκολα από το ένα μέρος στο άλλο. Μόνο ένα περιφερειακός δρόμος υπάρχει αλλά από κει και έπειτα το χάος. Πρέπει να έχεις εξασκηθεί στα μονοπάτια για να μπορέσεις να πας εκεί που θες, αλλιώς ενδέχεται να βρεις κλειστή τη δίοδο και να πρέπει να γυρίσεις πίσω. Εμείς καταφέραμε και κάναμε μία τεράστια περιφέρεια των μηνυμάτων αυτών, και είδαμε όλα όσα φαίνονταν ενδιαφέροντα, δηλαδή είχαν μεγάλο μέγεθος και φαίνονταν από μακριά. Να πω βέβαια ότι πολλοί τάφοι ήταν ουσιαστικά ανοιχτοί από τα νερά της βροχής που παρέσυραν αυτό που είχαν ως κάλυψη. Ήταν ένα πολύ ενδιαφέρον μέρος. Κυρίως ως εμφάνιση είναι κάτι που δεν το βλέπεις αλλού, αλλά δεν ξέρω αν αξίζει ως αρχαιολογικός χώρος. Στην κατάσταση που βρίσκεται όμως εγώ δεν ήθελα να το χάσω.



Το άσχημο είναι πως σε μια στιγμή η Ντίνα στραμπούλιξε το αριστερό της πόδι. Πονούσε σε όλο το ταξίδι αλλά δεν μειώσαμε καθόλου το περπάτημα. Τελικά όταν γυρίσαμε Ελλάδα έκανε ακτινογραφία και ήταν μικρό ράγισμα και έβαλε για ένα διάστημα νάρθηκα.
Στη διαδρομή ένας καμηλιέρης:

Και οι καμήλες:



Μετά από αυτή την επίσκεψη στη νεκρόπολη ξεκινήσαμε για να πάμε στο Muynoq. Φτάσαμε μετά από τρεις ώρες. Στη διαδρομή κάναμε 5-6 στάσεις για να φωτογραφίσουμε είτε την έρημο, είτε καμήλες, το ποτάμι (Amu Darya) και διάφορα άλλα που βρίσκαμε ότι άξιζαν μία φωτογραφία. Ο χώρος στον οποίο βρίσκεται το νεκροταφείο πλοίων, όπως ονομάζεται, είναι αμέσως μετά την πόλη η οποία έχει ένα τεράστιο και πολύ μακρύ δρόμο με αρκετά όμορφα κτίρια στις δύο πλευρές του. Υποτίθεται ότι εκεί που κάναμε στάση βρισκόταν το λιμάνι κάποτε. Όμως τώρα δεν μπορείς να καταλάβεις τίποτα. Δηλαδή αν το έβλεπες χωρίς τα κουφάρια των πλοίων κάτω χαμηλά, δεν θα καταλάβαινες ότι εκεί ήταν ένα λιμάνι κάποτε με οποιοδήποτε τρόπο. Έχει μάλιστα εκεί και ένα μνημείο και ένα περίεργο στο σχεδιασμό καφενείο δίπλα σε ένα καμπ με γιούρτες.


Στημένο φυσικά:



Εμείς κατεβήκαμε στα πλοία από εκεί επάνω. Μία μικρή κατηφόρα και σε δύο λεπτά είσαι κάτω. Φωτογραφίσαμε όλα, μα όλα, τα κουφάρια. Είχε τη σημασία του αυτό το μέρος. Ήταν ελάχιστοι τουρίστες στην περιοχή αυτή, περίπου 10. Περιφερθήκαμε στην περιοχή με την άμμο, σαν έρημος ήταν πλέον, για πάνω από μισή ώρα να δούμε τα σκουριασμένα κουφάρια, τα οποία ήταν μια ντουζίνα περίπου. Ήταν μικρά και λίγο μεγαλύτερα. Μετά την επίσκεψη στα πλοία πήγαμε στο μουσείο, όπου με 3 δολάρια είσοδο είδαμε κάποιες φωτογραφίες της περιοχής την εποχή που υπήρχε η λίμνη ως εκεί. Επίσης κάποιους πίνακες ζωγραφικής και σε μία αίθουσα ένα βίντεο σχετικό με τη λίμνη του τότε και του σήμερα. Και όταν λέμε σήμερα εννοούμε πριν από 15 χρόνια που φτιάχτηκε το βίντεο. Ίσως και περισσότερα.

Όταν τελειώσαμε όλα αυτά η ώρα είχε πάει 13:20 και ο οδηγός μας χωρίς να κάνει καμία στάση εκτός από το να βάλει αέριο ως καύσιμο στο αυτοκίνητο ήρθε με τεράστιες ταχύτητες στις 16:00 έξω από το ξενοδοχείο μας στη Νούκους. Και μιλάμε για μία απόσταση 200 χιλιομέτρων σε ένα δρόμο που ναι μεν είναι άσφαλτος αλλά στη μέση είχε πολλές λακκούβες, ευτυχώς όχι μεγάλες Έτσι, ακόμα και όταν έμπαινε σε κάποιες από αυτές, και έμπαινε συνέχεια, δεν υπήρχε πρόβλημα. Μέχρι βέβαια να συμβεί κάτι.

Η μέρα είχε το ενδιαφέρον της. Όχι κάτι περισσότερο από αυτό που περίμενα. Βέβαια θα μπορούσαμε αν το ξέραμε ότι θα τελειώναμε στις 16:00, να μη μείνουμε άλλο στην Νουκούς. Να συνεχίζαμε δηλαδή στη Χίβα την ίδια μέρα. Όμως αυτά τα πράγματα δεν τα ξέρεις από την αρχή. Και εγώ πιστεύω ότι καλύτερα έτσι γιατί είδαμε ακόμα περισσότερο αυτή την πόλη.
Στον οδηγό του ταξί έδωσα 70 δολάρια, συν άλλα 50.000 δικά τους δηλαδή Περίπου 6 δολάρια φιλοδώρημα, που δεν είναι πολλά για μας, αλλά νομίζω γι αυτόν ήταν αρκετά γιατί κοίταζε τα χρήματα χαρούμενος σαν να μην ήξερε καλά καλά τι είναι. Δεν ξέρω αν οι άλλοι επισκέπτες δεν του δίνουν κάποιο φιλοδώρημα. Τα ίδια χρήματα ως φιλοδώρημα έδωσα και στον οδηγό που μας είχε μεταφέρει την προηγούμενη στην πόλη Νούκους. Τον οποίο μάλιστα οδηγό συναντήσαμε με μεγάλη χαρά στο νεκροταφείο των πλοίων. Θα μπορούσε να μας είχε φέρει ο ίδιος αλλά μάλλον το αφεντικό δεν θέλει να αποκτούν πολλές επαφές οι επισκέπτες με τους οδηγούς, γιατί ίσως θα μπορούσα να ακυρώσω μία εκδρομή και να την κάνω απ’ ευθείας με αυτόν, με λιγότερα χρήματα βέβαια. Εγώ φυσικά σε καμία περίπτωση δεν θα το έκανα αφού το είχα κανονίσει. Μάλιστα θα σύστηνα αυτό το πρακτορείο σε οποιονδήποτε, αφού ξέρεις τι σου γίνεται. Και μόνο ότι οι οδηγοί σε περιμένουν νωρίτερα, πριν βγεις και να τους περιμένεις, έχεις ήσυχο το κεφάλι σου.

Να πω μερικά πράγματα που έχουν πέσει ως τώρα στην αντίληψή μου για το Ουζμπεκιστάν. Δεν έχω δει πολλές μοτοσυκλέτες να κυκλοφορούν. Κανονικά θα έπρεπε αφού 6 μήνες του χρόνου έχει καλό καιρό για μοτοσυκλέτα. Επίσης δεν είδα και πολλά ποδήλατα. Σε όλο το ταξίδι είδα μόλις ένα αγροτικό αυτοκίνητο στη χώρα. Ένα άλλο που μου έχει κάνει εντύπωση είναι ότι δεν έχω δει πολλές μητέρες με μωρά να κυκλοφορούν. Ιδίως δεν έχω δει παρά ελάχιστα καροτσάκια μωρών. Ίσως οι μητέρες λόγω θρησκείας οι περισσότερες να μένουν στα σπίτια τους.


Μετά την επιστροφή και τη μεσημεριανή ξεκούραση και αφού αφήσαμε να πέσει λίγο ο ήλιος, βγήκαμε έξω για την απογευματινή βόλτα. Πήγαμε πάλι στο παζάρι κάνοντας βόλτα εκεί. Στις 19:00 περίπου ενώ όλοι μάζευαν τα πράγματά τους για να κλείσουν, άρχισαν να έρχονται οι βραδινοί τύποι οι οποίοι πουλούσαν διάφορα αντικείμενα και αυτοί. Αλλά αυτό που μας έκανε πιο πολύ εντύπωση και μας άρεσε, ήταν οι γυναίκες που πουλούσαν έτοιμο φαγητό. Ήταν αραδιασμένες κάτω σε μία πλατεία και πουλούσαν αυτό που είχαν φέρει. Το βράδυ δεν πήγαμε σε εστιατόριο, αφού δεν προσφέρουν μπύρα ή οποιοδήποτε αλκοόλ, αλλά αγοράσαμε ένα κομμάτι σαλάμι και δύο κομμάτια τυρί με ψωμί και μπύρα. Τα τρώγαμε στο δωμάτιο λέγοντας ότι είναι ακριβώς σαν να τρώμε πίτσα, αλλά ταυτόχρονα πίναμε και την μπύρα μας. Είχαμε αγοράσει και δύο κρασιά τα οποία δεν ξέρω αν είναι από τα ακριβά τους αλλά έκαναν 6 ευρώ το καθένα. Το ένα το ήπιαμε κάποιο βράδυ και το άλλο το φέραμε στην Ελλάδα.

Μετά από το φαγητό μας, βγήκαμε έξω για να πάμε να φάμε ένα παγωτό ή οτιδήποτε και καταλήξαμε στο ωραίο μαγαζί που είχαμε φάει την προηγούμενη μέρα την πίτσα. Εγώ ήπια ένα milkshake και η Ντίνα έφαγε ένα τεράστιο γλυκό και όλα αυτά για 4 ευρώ συνολικά. Καταλήξαμε φυσικά στο δωμάτιο για καλή ξεκούραση και να ετοιμάσουμε τα πράγματα για την αυριανή αναχώρηση.

Στα παζάρια, στους δρόμους και στα μαγαζιά που κυκλοφορούσαμε, πάρα πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι μας κοίταζαν σε αυτή τη χώρα. Ίσως με εξαίρεση την Τασκένδη, βλέπουν λίγους τουρίστες. Ειδικά στην Nukus δεν έχει τόσο πολλούς, γι’ αυτό βλέπουν τους ξένους με ενδιαφέρον. Αφού σκεφτόμουνα ότι αν είχα instagram (τυπικά έχω δηλαδή, αλλά δεν ασχολούμαι) και το έδινα σε όλους αυτούς που με κοιτάνε θα είχα χιλιάδες ακόλουθους, μόνο από την Nukus. Υπήρχαν πολλοί που μιλούσαν Αγγλικά, αλλά οι περισσότεροι όχι. Όμως κάθε φορά που θέλαμε να ρωτήσουμε κάτι έπρεπε να ρωτήσουμε πρώτα εάν μιλάνε αγγλικά. Στα μαγαζιά που μπαίναμε μιλούσαμε κατευθείαν Αγγλικά και ό,τι έγινε.