travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Τετάρτη 14/9/2022. Τασκένδη
- Πέμπτη 15/9/2022. Επίσκεψη στην Kokand
- Παρασκευή 16/9/2022. Κοιλάδα της Fergana.
- Σάββατο 17/9/2022. Τασκένδη, πτήση για Urgench
- Κυριακή 18/9/2022. Urgench, και Nukus.
- Δευτέρα 19/9/2022. Λίμνη Αράλη.
- Τρίτη 20/9/2022. Πάμε Khiva και στο δρόμο βλέπουμε κάστρα.
- Τετάρτη 21/9/2022. Khiva.
- Πέμπτη 22/9/2022. Από Khiva για Μπουχάρα.
- Παρασκευή 23/9/2022. Μπουχάρα πρώτη μέρα.
- Βίντεο
- Σάββατο 24/9/22. Μπουχάρα δεύτερη μέρα.
- Κυριακή 25/9/2022. Από Μπουχάρα στη Σαμαρκάνδη. Shahrisabz.
- Δευτέρα 26/9/2022. Σαμαρκάνδη. Μικρή ανασκόπηση.
- Τρίτη 27/9/2022. Σαμαρκάνδη. Με τρένο στην Τασκένδη
- Βίντεο
- Τετάρτη 28/9/2022. Ημέρα επιστροφής
Τρίτη. Πάμε Khiva και στο δρόμο βλέπουμε κάστρα.
Το πρωί αυτό στο ξενοδοχείο είχαμε νερό και έτσι δεν είχαμε θέμα όπως την προηγούμενη μέρα. Ετοιμαστήκαμε και ο ίδιος οδηγός που είχαμε στην εκδρομή στην Αράλη ήρθε για να μας μεταφέρει από την Nukus στη Khiva. Η περιοχή την οποία θα καλύπταμε έχει και αρκετά κάστρα από την εποχή που υπήρχε ο δρόμος του μεταξιού. Έτσι είχα κανονίσει στη μετακίνηση να περάσουμε από 4 κάστρα τα οποία είχα δει ότι έχουν αρκετό ενδιαφέρον και πραγματικά ήταν μία απόλαυση. Η κανονική διαδρομή έχει απόσταση 170 χλμ. Εμείς όμως με τις παρακάμψεις για να δούμε τα παλιά κάστρα θα διανύαμε πολύ περισσότερα.
Ο οδηγός λοιπόν ήρθε 10 λεπτά πριν τις 08:00, που είχαμε κανονίσει, την ώρα που εμείς κατεβαίναμε στην είσοδο του μικρού ξενοδοχείου μας. Αφού φορέσαμε στην εξώπορτα τα παπούτσια, γιατί μέσα κυκλοφορούσαμε χωρίς αυτά, φορτώσαμε το αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε τη σημερινή μας ημέρα. Η θερμοκρασία στο ταμπλό του αυτό έδειχνε ότι ήταν 16 βαθμοί Κελσίου. Μέχρι το μεσημέρι είχε φτάσει στους 31. Γενικά κάνει ζέστη τα μεσημέρια όμως όχι τόσο πολύ που να μας ενοχλεί. Το καλοκαίρι η θερμοκρασία συνήθως είναι πάνω από 40 βαθμούς, γι’ αυτό και εμείς επιλέξαμε να έρθουμε αυτή την εποχή. Φαντάζομαι τον Οκτώβρη θα είναι περίπου 8 βαθμούς χαμηλότερα από ό,τι το Σεπτέμβριο και ναι μεν την ημέρα δεν σε πειράζει αλλά το βράδυ θα κάνει αρκετό κρύο. Εμείς πολλές βραδιές όταν καθόμασταν έξω κρατούσαμε ένα μικρό μπουφάν, και ενίοτε το φορούσαμε.
Η απόσταση μεταξύ των δύο πόλεων αν δεν κάναμε παρακάμψεις για να δούμε αυτά τα κάστρα είπα ότι είναι 170 χιλιόμετρα, που με τις ταχύτητες και έτρεχε ο οδηγός μας σίγουρα σε δύο ώρες και ένα τέταρτο θα είχε φτάσει. Όμως εμείς πρέπει να κάναμε κοντά στα 300 χιλιόμετρα συνολικά και στο ξενοδοχείο μας στη Χίβα φτάσαμε λίγο μετά τις 2:30 το μεσημέρι.
Ξεκινήσαμε λοιπόν λίγο πριν τις 8:00 το πρωί και για πρώτο σταθμό είχαμε το κάστρο με το όνομα Chilpik Kala. Kala σημαίνει κάστρο στα Ουζμπέκικα. Αυτό το κάστρο το είχαμε δει και όταν πηγαίναμε στην Νούκους γιατί είναι περίπου 3 km από τον δρόμο. Όμως πέρα από μία φωτογραφία δεν είχαμε πλησιάσει περισσότερο, αφού έτσι κι αλλιώς θα πηγαίναμε μετά από δύο μέρες να το δούμε λεπτομερώς. Είναι ένα πολύ όμορφο κάστρο όπως φαίνεται από μακριά, γιατί το βλέπεις στην κορυφή ενός λόφου με ύψος 50 ή 70 μέτρων και έχει κάποια τείχη να υψώνονται από 5 μέχρι 15 μέτρα τους σε ύψος. Από απόσταση φαίνεται πως το σχήμα των τειχών είναι κυκλικό.
Η θέα από το κάστρο:
Και ο Αμού Ντάρια, Ώξος:
Το εσωτερικό στο κάστρο:
Όμως όταν μπαίνεις μέσα σε αυτό είναι ένα ρημαδιό. Φαίνεται ότι τότε τα κάστρα τα έχτιζαν με χώμα, δηλαδή πλίνθους από χώμα και άχυρα. Και φυσικά ενδιάμεσα τοποθετούσαν ξύλα. Τα ξύλα έλιωσαν και τώρα το χώμα έχει γίνει ένας σωρός εκεί που ήταν τα τείχη. Δεν ξέρω αν τα έχουν συντηρήσει έστω και λίγο (όπως σε ορισμένα από τα άλλα που είδαμε) για να μην πέσουν κάτω, αλλά το εσωτερικό είναι τελείως εγκαταλελειμμένο. Μάλιστα σε αυτό δεν είχε εισιτήριο. Ανεβαίνεις μόνος σου, κάνεις ό,τι θέλεις, δεν υπάρχει φύλακας, τίποτα. Μόνο στη βάση πριν ανέβεις, έχει μία τουαλέτα και ένα κιόσκι για τον ήλιο. Όμως εμείς το απολαύσαμε και παρά το ότι πονούσε το πόδι της Ντίνας, δεν είχε μεγάλο πρόβλημα στο να κυκλοφορήσει εκεί. Όταν τελειώσαμε λέω: Μακάρι να είναι τόσο όμορφα και τα άλλα κάστρα. Η ευχή μου βγήκε. Αυτό όμως ήταν πιο όμορφο από μακριά γιατί ήταν κυκλικό με μία διάμετρο ας πούμε 150 μέτρα. Τα άλλα δεν ήταν έτσι αφού είχανε διάφορα σχήματα και έτσι συνεχίσαμε για να πάμε να τα δούμε.
Το επόμενο κάστρο που σταματήσαμε είχε το όνομα Kizil Kala.
Το εσωτερικό του κάστρου:
Εν τω μεταξύ με το δρόμο που είχαμε πάρει είχαμε πλησιάσει κάπως στην Χίβα. Όμως μετά στρίψαμε βόρεια και έτσι απομακρυνθήκαμε πάρα πολύ. Στο κάστρο αυτό δεν χρειάστηκε να περπατήσουμε πολύ για μπούμε μέσα. Υπήρχε μία μικρή συντήρηση και ήταν σχετικά μικρό και ορθογώνιο. Εννοείται ότι στο εσωτερικό του επικρατούσε ένα χάος από τα χώματα, διότι πάλι είχαν πέσει κάτω τα κτίσματα χωρίς να τα τακτοποιήσει κάποιος. Φυσικά ο οδηγός μας περίμενε στην είσοδο μέχρι να τελειώσουμε την επίσκεψή μας και ποτέ δεν μας είπε κάντε γρήγορα ή όχι. Δεν τον ένοιαζε καθόλου. Όταν του έλεγα ότι θα κάνουμε, ας πούμε, μισή ώρα ή μία ώρα μέχρι να επιστρέψουμε, με κοίταζε αδιάφορα. Σαν να μου έλεγε: δεν με ενδιαφέρει όσο και να κάνεις. Και είχε δίκιο. Πόσο να κάνει πια κάποιος και ειδικά όταν κάνει ζέστη και είναι σε μία ερημιά; Ούτε μαγαζιά είχε κάτι να ψωνίσεις, ούτε κάτι παραπάνω να δεις. Έτσι πραγματικά μέχρι που τελειώσαμε τη διαδρομή ως τη Χίβα, ο χρόνος που κάναμε ήταν πολύ λογικός. Χώρια που όταν κάναμε βόλτα στην Χίβα τον είδαμε κάπου και καθόταν. Μας είπε ότι θα μείνει στην πόλη και την επομένη θα γυρνούσε με πελάτες στην Νουκούς. Αυτουνού η καταγωγή ήταν από εκεί, αλλά δυστυχώς σε αυτή τη δουλειά μπορεί να μείνει οπουδήποτε το βράδυ. Και από ό,τι κατάλαβα δεν το ξέρει κιόλας εάν θα μείνει, αλλά το μαθαίνει τελευταία στιγμή.
Δεν είδαμε μόνο αυτόν αλλά είδαμε και τον άλλον που μας είχε πάει από το Urgench στη Nukus. Αυτόν τον είδαμε λίγο μετά που νύχτωσε και είχαμε πάει μία βόλτα έξω από το τείχος της πόλης της Χίβα.
Μετά από το δεύτερο κάστρο πήγαμε για το τρίτο το οποίο ήταν κοντά και φαινόταν από το προηγούμενο αν και η απόσταση από εκεί ήταν περίπου 15 χιλιόμετρα. Το όνομά του ήταν Toprak. Και αυτό μας άρεσε πολύ. Είχε λίγο περπάτημα μέχρι να ανέβεις και ήταν σχετικά μεγάλο. Το τμήμα με ενδιαφέρον όμως ήταν μικρό σε σχέση με όλο το υπόλοιπο, που ήταν σε κακή κατάσταση. Όλο το άλλο ήταν τεράστιο αλλά δεν υπήρχε λόγος να πάμε να το επισκεφτούμε, αφού φαινόταν από εκεί που ήμασταν ότι δεν υπήρχε κάτι αξιόλογο. Τα τείχη, όπως είχα πει και στα προηγούμενα, ήταν λιωμένοι πλίνθοι από χώμα και ουσιαστικά ήταν σαν ένας αμμόλοφος. Τα τείχη τα οποία ήταν μακριά και δεν πήγαμε να τα δούμε ήταν πολύ χαμηλότερα από εκείνο που εμείς είδαμε. Να σημειώσω ότι είχε κάποια είσοδο, εισιτήριο δηλαδή, αλλά εμείς λόγω του οδηγού μας δεν πληρώσαμε γιατί βαρέθηκε να σταματήσει και δεν έγινε και τίποτα γι’ αυτόν.
Η είσοδος:
Εδώ το εσωτερικό είχε μια διαμόρφωση:
Και από μακριά φεύγοντας:
Μετά κατευθυνθήκαμε στο τέταρτο και τελευταίο κάστρο το οποίο ίσως ήταν και το καλύτερο. Αυτό ονομαζόταν Ayaz Kala. Και αυτό βρισκόταν πάνω σε ένα λόφο, τον οποίο εμείς έπρεπε να ανέβουμε με τα πόδια. Ο οδηγός μας σταμάτησε σε ένα σημείο όπου από τη μία μεριά ήταν το κάστρο και από την άλλη ήταν ένα ξενοδοχείο με γιούρτες. Ήρθε μία κυρία, η οποία μας ζήτησε ένα εισιτήριο, δεν θυμάμαι τώρα πόσο αλλά δεν ήταν μεγάλο το ποσό, νομίζω ήταν 3 ευρώ το άτομο. Κατόπιν ανεβήκαμε πάνω στο κάστρο. Όταν φτάσαμε ήμασταν μόνοι μας, αλλά πάνω που ξεκινούσαμε έφτασε και μία κυρία κοντά στα 60, η οποία ακολουθούσε ακριβώς τη δικιά μας πορεία. Δηλαδή την είχαμε δει σε όλα τα προηγούμενα κάστρα που είχαμε πάει. Μόνο που όταν εμείς αναχωρούσαμε, αυτή έφτανε με τον οδηγό της.
Το μικρό κάστρο:
Όπως ανεβαίναμε λοιπόν και οι τρεις μαζί, πιάσαμε την κουβέντα και μας είπε ότι είναι από την Αυστραλία. Δουλεύει στην Ολλανδία τα τελευταία δέκα χρόνια και μάλιστα στην Nike με τα παπούτσια και ταξιδεύει πάρα πολύ. Και γενικά πηγαίνει στις χώρες που έχουμε πάει και εμείς τα τελευταία χρόνια. Τη λέγανε Τζόντι.
Αυτό το κάστρο ήταν πολύ όμορφο και πιο πολύ η έρημος που έβλεπες γύρω του, καθώς και ένα μικρότερο κάστρο σε ένα πιο μικρό και χαμηλότερο λόφο δίπλα. Δηλαδή αυτό ήταν ένα διπλό κάστρο: έχει το μικρό χαμηλά και το μεγάλο από πάνω. Η βόλτα στο μεγάλο, στο μικρό δεν κατεβήκαμε, είχε πολύ ενδιαφέρον. Όλη την ώρα κάναμε παρέα με την Αυστραλέζα και μιλούσαμε κυρίως για τα ταξίδια μας.
Είχε πάει μεσημέρι και αποχαιρετήσαμε την Αυστραλέζα, η οποία συμπτωματικά θα κατέληγε αργότερα και αυτή, όπως και εμείς, στην Χίβα. Από εκεί η Χίβα απείχε 90 χιλιόμετρα σχεδόν. Ο οδηγός έβαλε τα δυνατά του και είχαμε φτάσει σε περίπου μιάμιση ώρα, μπορεί και λιγότερο. Όμως δεν ήξερε που είναι το ξενοδοχείο και εγώ του το έδειξα στο google maps που το είχα βρει. Αυτός ο καημένος δεν είχε εμπιστοσύνη σε αυτά που του έλεγα και πήρε τηλέφωνο μήπως καταφέρει να μάθει που ήταν. Όμως μέχρι να το μάθει ψάχναμε να βρούμε τη διεύθυνση που είχα βρει εγώ, βασικά τη διεύθυνση που μας οδηγούσε το Google Map. Όμως όταν φτάσαμε εκεί δεν υπήρχε τίποτα από ξενοδοχείο. Και ευτυχώς γιατί ήταν λίγο μακριά από την πόλη σε μία ερημιά. Αφού είχα απορήσει κι εγώ: πως ήταν δυνατόν να είχα κλείσει δωμάτιο σε τέτοιο απομακρυσμένο σημείο! Ευτυχώς με το τηλέφωνο ένας γνωστός του οδηγού μας τον ενημέρωσε ότι ήταν άλλου. Μάλιστα βρισκόταν μέσα στην Παλιά Πόλη. Το ωραίο είναι ότι εγώ είχα τη σωστή διεύθυνση και το Google την είχε επίσης, αλλά μας πήγαινε αλλού από κει που ήταν το ξενοδοχείο. Ίσως να υπάρχει ο ίδιος δρόμος με το ίδιο όνομα δύο φορές.
Φτάσαμε στο ξενοδοχείο αλλά ήταν κλειστό και κλειδωμένο. Από το Booking είχα το τηλέφωνο του καταλύματος και παίρνοντας τηλέφωνο τον ξενοδόχο αποδείχθηκε ότι το τηλέφωνο που έχει δώσει στο Βooking.com ήταν λάθος. Ευτυχώς ο οδηγός μας βρήκε το σωστό τηλέφωνο και ο ιδιοκτήτης έστειλε κάποιον να μας ανοίξει και να μας δώσει το δωμάτιο. Τον ιδιοκτήτη, ένα νεαρό στα τριάντα το πολύ, τον συναντήσαμε πολύ αργότερα κατά τις 7:30 που γυρίσαμε από μία πρώτη βόλτα που κάναμε.
Το ξενοδοχείο που μείναμε:
Η Χίβα είναι υπέροχη. Με την πρώτη απογευματινή βόλτα είδαμε μάλλον όλα τα μεγάλα κτίρια και μάλιστα τα γνωστά. Όμως δεν μπήκαμε μέσα σε κανένα γιατί δεν είχαμε εισιτήριο. Στο τέλος της διαδρομής βγάλαμε ένα εισιτήριο με 12 ευρώ το άτομο το οποίο έχει διάρκεια δύο ημερών και μπορείς να μπεις σε οποιοδήποτε μέρος που έχει εισιτήριο μέσα στην παλιά πόλη της Χίβα. Τέλεια λοιπόν. Το εισιτήριο αυτό το πουλάνε μόνο σε ένα σημείο, όπως μας είπαν και ευτυχώς το βρήκαμε συμπτωματικά πολύ εύκολα. Εμείς μόνο στο σημείο που αγοράσαμε το εισιτήριο μπήκαμε και ήταν το σημείο που ανεβαίνεις ψηλά και βλέπεις όλη την πόλη γύρω.
Ανεβήκαμε για να δούμε την ωραία θέα την ώρα που ο ήλιος έδυε. Ήταν μία ωραία ώρα για να τραβήξουμε φωτογραφίες. Την επόμενη είχαμε σκοπό να επισκεφτούμε από την αρχή τα ίδια μέρη και να τα δούμε πιο αναλυτικά. Και οτιδήποτε άλλο προκύψει, αλλά ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, για να ξέρουμε και πώς ονομάζεται το κάθε ένα.
Το βράδυ επιστρέψαμε νωρίς κουρασμένοι στο ξενοδοχείο. Το ξενοδοχείο μάλλον ήταν άδειο και ήμασταν ίσως οι μόνοι επισκέπτες, που σημαίνει ότι είχε ησυχία. Ο ιδιοκτήτης του είναι ένας νεαρός με τη γυναίκα του και ένα μωράκι πολύ μικρό. Καθίσαμε στο σαλόνι και φάγαμε κάτι πρόχειρο που είχαμε αγοράσει απ’ έξω και ήπιαμε το ένα από τα δυο κρασιά μας. Μετά κάναμε μία μικρή βόλτα πάλι στην πόλη να δούμε την κίνηση. Αλλά η ώρα είχε πάει περίπου 9:30 και δεν υπήρχε πολύς κόσμος έξω, ούτε μέσα στα μαγαζιά. Εδώ πάντως καταλάβαμε ότι τα μαγαζιά εστίασης σερβίρουν μπύρα και γενικά αλκοόλ.
Το πρωί αυτό στο ξενοδοχείο είχαμε νερό και έτσι δεν είχαμε θέμα όπως την προηγούμενη μέρα. Ετοιμαστήκαμε και ο ίδιος οδηγός που είχαμε στην εκδρομή στην Αράλη ήρθε για να μας μεταφέρει από την Nukus στη Khiva. Η περιοχή την οποία θα καλύπταμε έχει και αρκετά κάστρα από την εποχή που υπήρχε ο δρόμος του μεταξιού. Έτσι είχα κανονίσει στη μετακίνηση να περάσουμε από 4 κάστρα τα οποία είχα δει ότι έχουν αρκετό ενδιαφέρον και πραγματικά ήταν μία απόλαυση. Η κανονική διαδρομή έχει απόσταση 170 χλμ. Εμείς όμως με τις παρακάμψεις για να δούμε τα παλιά κάστρα θα διανύαμε πολύ περισσότερα.
Ο οδηγός λοιπόν ήρθε 10 λεπτά πριν τις 08:00, που είχαμε κανονίσει, την ώρα που εμείς κατεβαίναμε στην είσοδο του μικρού ξενοδοχείου μας. Αφού φορέσαμε στην εξώπορτα τα παπούτσια, γιατί μέσα κυκλοφορούσαμε χωρίς αυτά, φορτώσαμε το αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε τη σημερινή μας ημέρα. Η θερμοκρασία στο ταμπλό του αυτό έδειχνε ότι ήταν 16 βαθμοί Κελσίου. Μέχρι το μεσημέρι είχε φτάσει στους 31. Γενικά κάνει ζέστη τα μεσημέρια όμως όχι τόσο πολύ που να μας ενοχλεί. Το καλοκαίρι η θερμοκρασία συνήθως είναι πάνω από 40 βαθμούς, γι’ αυτό και εμείς επιλέξαμε να έρθουμε αυτή την εποχή. Φαντάζομαι τον Οκτώβρη θα είναι περίπου 8 βαθμούς χαμηλότερα από ό,τι το Σεπτέμβριο και ναι μεν την ημέρα δεν σε πειράζει αλλά το βράδυ θα κάνει αρκετό κρύο. Εμείς πολλές βραδιές όταν καθόμασταν έξω κρατούσαμε ένα μικρό μπουφάν, και ενίοτε το φορούσαμε.

Η απόσταση μεταξύ των δύο πόλεων αν δεν κάναμε παρακάμψεις για να δούμε αυτά τα κάστρα είπα ότι είναι 170 χιλιόμετρα, που με τις ταχύτητες και έτρεχε ο οδηγός μας σίγουρα σε δύο ώρες και ένα τέταρτο θα είχε φτάσει. Όμως εμείς πρέπει να κάναμε κοντά στα 300 χιλιόμετρα συνολικά και στο ξενοδοχείο μας στη Χίβα φτάσαμε λίγο μετά τις 2:30 το μεσημέρι.
Ξεκινήσαμε λοιπόν λίγο πριν τις 8:00 το πρωί και για πρώτο σταθμό είχαμε το κάστρο με το όνομα Chilpik Kala. Kala σημαίνει κάστρο στα Ουζμπέκικα. Αυτό το κάστρο το είχαμε δει και όταν πηγαίναμε στην Νούκους γιατί είναι περίπου 3 km από τον δρόμο. Όμως πέρα από μία φωτογραφία δεν είχαμε πλησιάσει περισσότερο, αφού έτσι κι αλλιώς θα πηγαίναμε μετά από δύο μέρες να το δούμε λεπτομερώς. Είναι ένα πολύ όμορφο κάστρο όπως φαίνεται από μακριά, γιατί το βλέπεις στην κορυφή ενός λόφου με ύψος 50 ή 70 μέτρων και έχει κάποια τείχη να υψώνονται από 5 μέχρι 15 μέτρα τους σε ύψος. Από απόσταση φαίνεται πως το σχήμα των τειχών είναι κυκλικό.


Η θέα από το κάστρο:

Και ο Αμού Ντάρια, Ώξος:

Το εσωτερικό στο κάστρο:


Όμως όταν μπαίνεις μέσα σε αυτό είναι ένα ρημαδιό. Φαίνεται ότι τότε τα κάστρα τα έχτιζαν με χώμα, δηλαδή πλίνθους από χώμα και άχυρα. Και φυσικά ενδιάμεσα τοποθετούσαν ξύλα. Τα ξύλα έλιωσαν και τώρα το χώμα έχει γίνει ένας σωρός εκεί που ήταν τα τείχη. Δεν ξέρω αν τα έχουν συντηρήσει έστω και λίγο (όπως σε ορισμένα από τα άλλα που είδαμε) για να μην πέσουν κάτω, αλλά το εσωτερικό είναι τελείως εγκαταλελειμμένο. Μάλιστα σε αυτό δεν είχε εισιτήριο. Ανεβαίνεις μόνος σου, κάνεις ό,τι θέλεις, δεν υπάρχει φύλακας, τίποτα. Μόνο στη βάση πριν ανέβεις, έχει μία τουαλέτα και ένα κιόσκι για τον ήλιο. Όμως εμείς το απολαύσαμε και παρά το ότι πονούσε το πόδι της Ντίνας, δεν είχε μεγάλο πρόβλημα στο να κυκλοφορήσει εκεί. Όταν τελειώσαμε λέω: Μακάρι να είναι τόσο όμορφα και τα άλλα κάστρα. Η ευχή μου βγήκε. Αυτό όμως ήταν πιο όμορφο από μακριά γιατί ήταν κυκλικό με μία διάμετρο ας πούμε 150 μέτρα. Τα άλλα δεν ήταν έτσι αφού είχανε διάφορα σχήματα και έτσι συνεχίσαμε για να πάμε να τα δούμε.



Το επόμενο κάστρο που σταματήσαμε είχε το όνομα Kizil Kala.


Το εσωτερικό του κάστρου:


Εν τω μεταξύ με το δρόμο που είχαμε πάρει είχαμε πλησιάσει κάπως στην Χίβα. Όμως μετά στρίψαμε βόρεια και έτσι απομακρυνθήκαμε πάρα πολύ. Στο κάστρο αυτό δεν χρειάστηκε να περπατήσουμε πολύ για μπούμε μέσα. Υπήρχε μία μικρή συντήρηση και ήταν σχετικά μικρό και ορθογώνιο. Εννοείται ότι στο εσωτερικό του επικρατούσε ένα χάος από τα χώματα, διότι πάλι είχαν πέσει κάτω τα κτίσματα χωρίς να τα τακτοποιήσει κάποιος. Φυσικά ο οδηγός μας περίμενε στην είσοδο μέχρι να τελειώσουμε την επίσκεψή μας και ποτέ δεν μας είπε κάντε γρήγορα ή όχι. Δεν τον ένοιαζε καθόλου. Όταν του έλεγα ότι θα κάνουμε, ας πούμε, μισή ώρα ή μία ώρα μέχρι να επιστρέψουμε, με κοίταζε αδιάφορα. Σαν να μου έλεγε: δεν με ενδιαφέρει όσο και να κάνεις. Και είχε δίκιο. Πόσο να κάνει πια κάποιος και ειδικά όταν κάνει ζέστη και είναι σε μία ερημιά; Ούτε μαγαζιά είχε κάτι να ψωνίσεις, ούτε κάτι παραπάνω να δεις. Έτσι πραγματικά μέχρι που τελειώσαμε τη διαδρομή ως τη Χίβα, ο χρόνος που κάναμε ήταν πολύ λογικός. Χώρια που όταν κάναμε βόλτα στην Χίβα τον είδαμε κάπου και καθόταν. Μας είπε ότι θα μείνει στην πόλη και την επομένη θα γυρνούσε με πελάτες στην Νουκούς. Αυτουνού η καταγωγή ήταν από εκεί, αλλά δυστυχώς σε αυτή τη δουλειά μπορεί να μείνει οπουδήποτε το βράδυ. Και από ό,τι κατάλαβα δεν το ξέρει κιόλας εάν θα μείνει, αλλά το μαθαίνει τελευταία στιγμή.
Δεν είδαμε μόνο αυτόν αλλά είδαμε και τον άλλον που μας είχε πάει από το Urgench στη Nukus. Αυτόν τον είδαμε λίγο μετά που νύχτωσε και είχαμε πάει μία βόλτα έξω από το τείχος της πόλης της Χίβα.


Μετά από το δεύτερο κάστρο πήγαμε για το τρίτο το οποίο ήταν κοντά και φαινόταν από το προηγούμενο αν και η απόσταση από εκεί ήταν περίπου 15 χιλιόμετρα. Το όνομά του ήταν Toprak. Και αυτό μας άρεσε πολύ. Είχε λίγο περπάτημα μέχρι να ανέβεις και ήταν σχετικά μεγάλο. Το τμήμα με ενδιαφέρον όμως ήταν μικρό σε σχέση με όλο το υπόλοιπο, που ήταν σε κακή κατάσταση. Όλο το άλλο ήταν τεράστιο αλλά δεν υπήρχε λόγος να πάμε να το επισκεφτούμε, αφού φαινόταν από εκεί που ήμασταν ότι δεν υπήρχε κάτι αξιόλογο. Τα τείχη, όπως είχα πει και στα προηγούμενα, ήταν λιωμένοι πλίνθοι από χώμα και ουσιαστικά ήταν σαν ένας αμμόλοφος. Τα τείχη τα οποία ήταν μακριά και δεν πήγαμε να τα δούμε ήταν πολύ χαμηλότερα από εκείνο που εμείς είδαμε. Να σημειώσω ότι είχε κάποια είσοδο, εισιτήριο δηλαδή, αλλά εμείς λόγω του οδηγού μας δεν πληρώσαμε γιατί βαρέθηκε να σταματήσει και δεν έγινε και τίποτα γι’ αυτόν.
Η είσοδος:


Εδώ το εσωτερικό είχε μια διαμόρφωση:




Και από μακριά φεύγοντας:

Μετά κατευθυνθήκαμε στο τέταρτο και τελευταίο κάστρο το οποίο ίσως ήταν και το καλύτερο. Αυτό ονομαζόταν Ayaz Kala. Και αυτό βρισκόταν πάνω σε ένα λόφο, τον οποίο εμείς έπρεπε να ανέβουμε με τα πόδια. Ο οδηγός μας σταμάτησε σε ένα σημείο όπου από τη μία μεριά ήταν το κάστρο και από την άλλη ήταν ένα ξενοδοχείο με γιούρτες. Ήρθε μία κυρία, η οποία μας ζήτησε ένα εισιτήριο, δεν θυμάμαι τώρα πόσο αλλά δεν ήταν μεγάλο το ποσό, νομίζω ήταν 3 ευρώ το άτομο. Κατόπιν ανεβήκαμε πάνω στο κάστρο. Όταν φτάσαμε ήμασταν μόνοι μας, αλλά πάνω που ξεκινούσαμε έφτασε και μία κυρία κοντά στα 60, η οποία ακολουθούσε ακριβώς τη δικιά μας πορεία. Δηλαδή την είχαμε δει σε όλα τα προηγούμενα κάστρα που είχαμε πάει. Μόνο που όταν εμείς αναχωρούσαμε, αυτή έφτανε με τον οδηγό της.







Το μικρό κάστρο:


Όπως ανεβαίναμε λοιπόν και οι τρεις μαζί, πιάσαμε την κουβέντα και μας είπε ότι είναι από την Αυστραλία. Δουλεύει στην Ολλανδία τα τελευταία δέκα χρόνια και μάλιστα στην Nike με τα παπούτσια και ταξιδεύει πάρα πολύ. Και γενικά πηγαίνει στις χώρες που έχουμε πάει και εμείς τα τελευταία χρόνια. Τη λέγανε Τζόντι.
Αυτό το κάστρο ήταν πολύ όμορφο και πιο πολύ η έρημος που έβλεπες γύρω του, καθώς και ένα μικρότερο κάστρο σε ένα πιο μικρό και χαμηλότερο λόφο δίπλα. Δηλαδή αυτό ήταν ένα διπλό κάστρο: έχει το μικρό χαμηλά και το μεγάλο από πάνω. Η βόλτα στο μεγάλο, στο μικρό δεν κατεβήκαμε, είχε πολύ ενδιαφέρον. Όλη την ώρα κάναμε παρέα με την Αυστραλέζα και μιλούσαμε κυρίως για τα ταξίδια μας.




Είχε πάει μεσημέρι και αποχαιρετήσαμε την Αυστραλέζα, η οποία συμπτωματικά θα κατέληγε αργότερα και αυτή, όπως και εμείς, στην Χίβα. Από εκεί η Χίβα απείχε 90 χιλιόμετρα σχεδόν. Ο οδηγός έβαλε τα δυνατά του και είχαμε φτάσει σε περίπου μιάμιση ώρα, μπορεί και λιγότερο. Όμως δεν ήξερε που είναι το ξενοδοχείο και εγώ του το έδειξα στο google maps που το είχα βρει. Αυτός ο καημένος δεν είχε εμπιστοσύνη σε αυτά που του έλεγα και πήρε τηλέφωνο μήπως καταφέρει να μάθει που ήταν. Όμως μέχρι να το μάθει ψάχναμε να βρούμε τη διεύθυνση που είχα βρει εγώ, βασικά τη διεύθυνση που μας οδηγούσε το Google Map. Όμως όταν φτάσαμε εκεί δεν υπήρχε τίποτα από ξενοδοχείο. Και ευτυχώς γιατί ήταν λίγο μακριά από την πόλη σε μία ερημιά. Αφού είχα απορήσει κι εγώ: πως ήταν δυνατόν να είχα κλείσει δωμάτιο σε τέτοιο απομακρυσμένο σημείο! Ευτυχώς με το τηλέφωνο ένας γνωστός του οδηγού μας τον ενημέρωσε ότι ήταν άλλου. Μάλιστα βρισκόταν μέσα στην Παλιά Πόλη. Το ωραίο είναι ότι εγώ είχα τη σωστή διεύθυνση και το Google την είχε επίσης, αλλά μας πήγαινε αλλού από κει που ήταν το ξενοδοχείο. Ίσως να υπάρχει ο ίδιος δρόμος με το ίδιο όνομα δύο φορές.
Φτάσαμε στο ξενοδοχείο αλλά ήταν κλειστό και κλειδωμένο. Από το Booking είχα το τηλέφωνο του καταλύματος και παίρνοντας τηλέφωνο τον ξενοδόχο αποδείχθηκε ότι το τηλέφωνο που έχει δώσει στο Βooking.com ήταν λάθος. Ευτυχώς ο οδηγός μας βρήκε το σωστό τηλέφωνο και ο ιδιοκτήτης έστειλε κάποιον να μας ανοίξει και να μας δώσει το δωμάτιο. Τον ιδιοκτήτη, ένα νεαρό στα τριάντα το πολύ, τον συναντήσαμε πολύ αργότερα κατά τις 7:30 που γυρίσαμε από μία πρώτη βόλτα που κάναμε.
Το ξενοδοχείο που μείναμε:

Η Χίβα είναι υπέροχη. Με την πρώτη απογευματινή βόλτα είδαμε μάλλον όλα τα μεγάλα κτίρια και μάλιστα τα γνωστά. Όμως δεν μπήκαμε μέσα σε κανένα γιατί δεν είχαμε εισιτήριο. Στο τέλος της διαδρομής βγάλαμε ένα εισιτήριο με 12 ευρώ το άτομο το οποίο έχει διάρκεια δύο ημερών και μπορείς να μπεις σε οποιοδήποτε μέρος που έχει εισιτήριο μέσα στην παλιά πόλη της Χίβα. Τέλεια λοιπόν. Το εισιτήριο αυτό το πουλάνε μόνο σε ένα σημείο, όπως μας είπαν και ευτυχώς το βρήκαμε συμπτωματικά πολύ εύκολα. Εμείς μόνο στο σημείο που αγοράσαμε το εισιτήριο μπήκαμε και ήταν το σημείο που ανεβαίνεις ψηλά και βλέπεις όλη την πόλη γύρω.


Ανεβήκαμε για να δούμε την ωραία θέα την ώρα που ο ήλιος έδυε. Ήταν μία ωραία ώρα για να τραβήξουμε φωτογραφίες. Την επόμενη είχαμε σκοπό να επισκεφτούμε από την αρχή τα ίδια μέρη και να τα δούμε πιο αναλυτικά. Και οτιδήποτε άλλο προκύψει, αλλά ακολουθώντας ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, για να ξέρουμε και πώς ονομάζεται το κάθε ένα.








Το βράδυ επιστρέψαμε νωρίς κουρασμένοι στο ξενοδοχείο. Το ξενοδοχείο μάλλον ήταν άδειο και ήμασταν ίσως οι μόνοι επισκέπτες, που σημαίνει ότι είχε ησυχία. Ο ιδιοκτήτης του είναι ένας νεαρός με τη γυναίκα του και ένα μωράκι πολύ μικρό. Καθίσαμε στο σαλόνι και φάγαμε κάτι πρόχειρο που είχαμε αγοράσει απ’ έξω και ήπιαμε το ένα από τα δυο κρασιά μας. Μετά κάναμε μία μικρή βόλτα πάλι στην πόλη να δούμε την κίνηση. Αλλά η ώρα είχε πάει περίπου 9:30 και δεν υπήρχε πολύς κόσμος έξω, ούτε μέσα στα μαγαζιά. Εδώ πάντως καταλάβαμε ότι τα μαγαζιά εστίασης σερβίρουν μπύρα και γενικά αλκοόλ.
