St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 898
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ιστορία τής Σικελίας
- 3ο μέρος
- 4ο μέρος
- ΣΥΡΑΚΟΥΣΑ- Το μαργαριτάρι στο πέτο τής Σικελίας!
- Σικελική εκστρατεία Μέρος 1ο
- Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΞΕΚΙΝΑ
- ΠΑΛΕΡΜΟ
- Στην κοιλάδα των Ν α ώ ν
- Η ΠΌΛΗ ΠΟΥ ΖΕΙ ΑΓΚΑΛΙΆ ΜΕ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ
- ΤΟ ΒΟΥΝΟ ΠΟΥ ΒΡΥΧΙΕΤΑΙ
- ΣΤΗΝ ΣΙΚΕΛΙΑ ΕΡΩΤΕΥΟΝΤΑΙ ΤΟ ΚΑΤΑΜΕΣΗΜΕΡΟ
- Η νοικοκυρά Μεσσήνα
- Τ A O R M I N A
- ΣΙΚΕΛΙΚΟΣ ΕΠΙΛΟΓΟΣ
ΠΑΛΕΡΜΟ
Η πόλη των έρημων παλατιών
Θεωρώ σκόπιμο να αρχίσω το ταξίδι στη Σικελία κρατώντας αυστηρά το δρομολόγιο που ακολουθήσαμε στην πραγματικότητα, για να γευτούμε μαζί τις εκπλήξεις με την σωστή τους σειρά. Τα ξαφνιάσματα δεν έλειψαν και θα είναι όμορφο, για μένα να τα ξαναθυμηθώ ένα προς ένα, μολονότι, μερικά από αυτά, ήταν οδυνηρά.
Ας είναι, όταν τα βλέπει κανείς από κάποιαν απόσταση γίνονται απλώς ενδιαφέροντα και μερικές φορές. αστεία, γιατί, πράγμα περίεργο, η τρομάρα κι ο φόβος αμβλύνονται με τον καιρό. Κι υπήρξε και τρομάρα και φόβος πολύς, πιστέψτε με. Όμως όλα άξιζαν τον κόπο. Και τούτο για να γνωρίσει κανείς το παράξενο αυτό νησί.
Στο Παλέρμο φτάσαμε γύρω στις 8 το βράδυ. Η κίνηση στον κεντρικό δρόμο όπου και το ξενοδοχείο μας ήταν πυκνή. Εκπλαγήκαμε! Κυκλοφορούν, λοιπόν, την νύχτα οι Σικελοί? Στους κεντρικούς δρόμους, ναι. Και κυκλοφορούν με όλα τα μέσα. Με τα πόδια τους, με τα FIATτους, με λαμπρέττες, με μηχανάκια, με ποδήλατα, ξελαρυγγιάζονται, γελούν πληθωρικά, καυγαδίζουν μαρσάρουν τις μηχανές τους, χτυπούν τα κλάξον (αχ αυτά τα κλάξον, η ενδέκατη πληγή του Φαραώ), δίχως λόγο και αιτία. Βρισκόμαστε καταμεσής σε ένα κυκεώνα, σε μια χάβρα, σε μια κόλαση ορυμαγδού. Ξεφορτώνουμε όπως - όπως τις βαλίτσες μας, έχοντας τα μάτια 14 μη κάνουν, κάτω από την μύτη μας, φτερά, και τρυπώνουμε στο ξενοδοχείο.
Έκπληξη πρώτη: δεν είναι ξενοδοχείο. Είναι ένα εκπληκτικό PALAZZO. Καθώς ανεβαίνουμε την μεγαλοπρεπή σκάλα, θαυμάζουμε το ροζ μάρμαρο με τις χρωματιστές φλέβες, τα πανύψηλα σκαλιστά ταβάνια, τις θαυμάσιες τοιχογραφίες, τα αγάλματα στις γωνίες. Και, ξαφνικά, χανόμαστε!... Που είμαστε; Κανείς δεν ξέρει. Μπλέξαμε σε ένα δαίδαλο διαδρόμων, με τεράστιους παλιούς πολύτιμους καθρέφτες, σε μικρά κομψά σαλόνια, όπου η πρασινάδα εξουδετερώνει την θλιβερότητα των σανιδένιων καναπέδων, σε ατελείωτες σειρές δωματίων που, όμως, κανένα τους δεν έχει το νούμερο μας. Είμαστε ξεθεωμένες, κουρασμένες, κάθιδρες, αναζητάμε τα κρεβάτια μας αλλά, φευ! Κι όμως, εδώ πρέπει να είναι αυτό που ζητάμε. Η receptionείπε "secondopiano". Κι εμείς μετρήσαμε επιμελώς δύο πατώματα ανεβαίνοντας. Όμως τα νούμερα είναι άλλ' αντ' άλλων. Συμφορά. Και τώρα; Ακουμπάμε κάτω τις βαριές βαλίτσες μας, κι απελπισμένες καθόμαστε πάνω τους. Κι εκεί, στη δυστυχία μας, να σου μπρος μας γελαστός ένας μαυριδερός γκρουμ. «Έλα χριστιανέ μας να μας δείξεις το δρόμο. Στο ξενοδοχείο του Παλέρμου ήρθαμε ή στα ανάκτορα του Μίνωα στην Κρήτη; Έχεις μίτο;» Γελάει πλατειά, θορυβώδικα: "secondopianosignora", λέει.
Βιαζόμαστε να συμφωνήσουμε. Εκείνος όμως διαφωνεί. «Μα είστε στο πρώτο», ξαναλέει. «Πώς πρώτο άνθρωπέ μου? Μετρήσαμε δύο πατώματα». «Λάθος! Το μετζο-πάτωμα δεν είναι όροφος». Δεν μας είχαν ειδοποιήσει, ότι το mezzoπάτωμα ήταν ψηλό, όσο κι ένας κανονικός όροφος σύγχρονου σπιτιού!! Αυτά έχουν τα palazzι. Έτσι, τώρα, πρέπει να ξαναθυμηθούμε να μετράμε!!!. Τέλος, το δωμάτιο βρίσκεται, κι είναι κούκλα. Καθαρό, ευρύχωρο, χαρούμενο και φυσικά θορυβώδες. Βάζουμε μπαμπάκια στα αυτιά, χώνουμε το κεφάλι κάτω από το μαξιλάρι και, ω τού θαύματος, κοιμόμαστε..Καιρός ήταν.
Το πρωί ξυπνάμε με ένα περίεργο αίσθημα. Πνιγόμαστε; Όχι, δεν πνιγόμαστε, βράζουμε, βράζουμε από την ζέστη. Για το όνομα του Θεού. Τρελάθηκαν οι Παλερμινοί; Τι τους ήρθε κι άναψαν το καλοριφέρ; Δεν μας ειδοποίησαν ότι, μέσα στο σέρβις του ξενοδοχείου, είναι και η. σάουνα. Τρέχουμε αλλοσούσουμες, κι ανοίγουμε τα παράθυρα. Τι έμπνευση! Στο δωμάτιο ορμά αέρας ζεματιστός, σαν όπως όταν ανοίγεις τον φούρνο της ηλεκτρικής κουζίνας, να ελέγξεις το ψητό σου, κι η ζέστα σου καψαλιάζει το πρόσωπο!. Αμάν, τι κλίμα είναι τούτο; Να φορέσουμε τα ρούχα μας ή να βάλουμε μαγιό; Πώς θα κυκλοφορήσουμε σε τέτοιο καμίνι; Τέτοια περίεργη ζέστη δεν την καταλαβαίνουμε. «Φύσηξε τη νύχτα ο χαμσίν» μας λένε στην ρεσεψιόν, «και προσευχηθείτε να είναι μόνο για 24 ώρες και όχι για 24 μέρες». Μάλιστα, τούτο μονάχα μας έλειπε...
Κινάμε, σερνάμενοι όλοι για την ξενάγηση, μόλις καταφέρνοντας να ανασάνουμε.
Η ατμόσφαιρα είναι γεμάτη φως, μα δίχως ήλιο. Σαν, μέσα στον αέρα, να χορεύουν δισεκατομμύρια μόρια σκόνης και να δημιουργούν μια λεπτή ομίχλη.
Είναι φρούτο από την γειτονική Αφρική. Θα το γευτούμε, μια και δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς.
Ο ξεναγός μας θυμίζει ότι το Παλέρμο, ή αρχαία Πάνορμος, υπήρξε η σπουδαιότερη πόλη των Καρχηδονίων στην Β. Σικελία. Η τύχη της, δεμένη με την τύχη του νησιού, την έριξε διαδοχικά, στα σπαθιά των Ρωμαίων, στην αυστηρότητα των Βυζαντινών, στην μυστικοπάθεια των Αράβων, στην ρωμαλεότητα των Νορμανδών, στον καθολικό φανατισμό των Αραγωνέζων, και στην αγκαλιά των Βουρβώνων...
Πρώτος μας σταθμός ο καθεδρικός ναός του Παλέρμο. Είναι η Σάντα Ροζαλία, η προστάτις της πόλης. Απ' έξω μοιάζει αραβικό τέμενος. Μέσα είναι φτωχά διακοσμημένη καθολική εκκλησία, με τους τάφους των βασιλιάδων της πόλης.
Η Καπέλα Παλατίνα, το παρεκκλήσι του παλατιού, πολύ βυζαντινό, κάμποσο αράπικο, λίγο κλασσικό, και αρκετά καθολικό, είναι ο επόμενος σταθμός μας.
Κτίστηκε στα 1140 από τον Νορμανδό βασιλιά Roger τον Β' σε αραβονορμανιδκό ρυθμό, με αστραφτερά βυζαντινά μωσαϊκά.
Η Μαρτοράνα είναι εκθαμβωτική. Εκκλησία κτισμένη στα 1143, ανήκει στη Νορμανδική περίοδο, αλλά δέχτηκε διάφορες αλλαγές κατά τον 16Ο και 17ο αιώνα. Τα χρυσά μωσαϊκά της, στους τοίχους και την οροφή, είναι εκπληκτικά.
Η εντύπωσή μου, όταν μπήκα στο μισοσκόταδο και τη δροσιά της, ήταν σαν αυτήν του παιδιού, που τού ανοίγουν ξαφνικά, ακαρτέρευτα, μια πόρτα, και το σπρώχνουν σε ένα ζωντανό κόσμο παραμυθιού. Στραφτολογούσαν οι χρυσοί τοίχοι, έλαμπαν τα χρώματα των μωσαϊκών, κι όπου τρύπωναν ηλιαχτίδες, το κομμάτι εκείνο γινόταν σαν ήλιος, που έφεγγε μέσα στο μισοσκόταδο. Μου είναι αδύνατο να θυμηθώ και να ξεχωρίσω στο μυαλό μου παραστάσεις και εικόνες. Θα θυμάμαι όμως πάντα την αστραφτερή εντύπωση, που δημιούργησε στα απροετοίμαστα μάτια μου, η Μαρτοράνα.
Η εκκλησία του St. GiovanniDegliEremitiήταν αραβικό τέμενος και, στα 1132 ο Ruggeroο Β΄ έχτισε πάνω του τη σημερινή εκκλησία που, πάλι πάνω της, στέκουν ακόμα και σήμερα, οι 4 αραβικοί τρούλοι, βαμμένοι κατακόκκινοι. Κατά τα άλλα το μοναστήρι των Ερημιτών είναι χριστιανικό. Στο κήπο του ανθίζουν κάμποσες ποικιλίες ξωτικών φυτών. Το περιστύλιο του μοναστηριού είναι μικρό και μισογκρεμισμένο. Καμιά σχέση με το πολύτιμο, θα έλεγα, περιστύλιο του Μονρεάλε. Όμως εδώ τους μισογκρεμισμένους στύλους ζώνουν σφιχτά με την πρασινάδα τους, φυτά αναρριχώμενα, ολάνθιστα, και, πάνω στις πληγές του παλιού πηγαδιού, φυτρώνουν χρωματιστά λουλούδια. Μπαίνεις μέσα και, πριν προλάβεις να πεις πως βρίσκεσαι σε περιστύλιο, θαρρείς πως είσαι σε περβόλι. Και καθώς ο ήλιος καίει, ο τόπος αστράφτει από χρώμα και ξεχειλίζει από την αψιά μυρωδιά του χόρτου.
Η εκκλησία του Αγίου Πνεύματος είναι γνωστή στην ιστορία σαν «η εκκλησία του εσπερινού», chiesadelbespro, μια και στον αυλόγυρο της στα 1281 ξέσπασε η περίφημη ανταρσία των Παλερμιτών, ενάντια στους γάλλους κι έτσι άρχισαν οι γνωστοί «Σικελικοί Εσπερινοί».
Η εκκλησία της SantaMariaDellaCatena, καταλανο-γοτθικού και αναγεννησιακού ρυθμού.
Το PalazzodeiNormanniή το Βασιλικό παλάτι. Χτισμένο τον 9Ο αιώνα από τους Άραβες, μεγάλωσε τον 12ο αιώνα από τους Νορμανδούς, που το έκαναν και κυβερνητική κατοικία, με θαυμαστές τοιχογραφίες, φτιαγμένες από τον G. Velasquez, στην αίθουσα του Κοινοβουλίου.
Η περίφημη πλατεία QuatroCanti, με αγάλματα και κρήνες και δαντελλένιες διακοσμήσεις, είναι ένα μικρό αριστούργημα, μέσα στο κέντρο της πόλης, δύο βήματα από το ξενοδοχείο μας. Την QuatroCantiείχαμε πάντα για σημάδι, όταν επιστρέφαμε από τις πολύωρες και εξοντωτικές περιηγήσεις μας. Τέτοια πλατεία δεν είναι από τα πράγματα που ξεχνιούνται εύκολα.
Το ανάκτορο με το όνομα Aiutαmichristoβρίσκεται στην ViaGaribaldi που οδηγεί στην PiazzaDellaRevoluzione, όπου στα 1848 ο λαός επαναστάτησε κατά των Βουρβώνων.
Το FordUmberto Ι, ο παραλιακός δρόμος, ιδιαίτερα φημισμένος τον περασμένο αιώνα, με θέα στο MontePellegrino και στο MonteCatalzano. Κοντά του η πλατεία της Kalsaστην αραβική συνοικία ElKhalisa που σημαίνει «η καθαρή».
Ευφημισμός σίγουρα, μια και η Khalisaείναι βρώμικη, άθλια, αλλά πολύ γραφική. Στην πλατεία της όμως έχει την εκκλησία της Αγίας Τερέζας, με την θαυμάσια μπαρόκ όψη (17ος αι). Θυμηθείτε, σας παρακαλώ, την Khalisaή Calsa.
Θα την αναφέρω ξανά σε κάποια βραδινή μας περιπέτεια...
Η πηγή της Pretoria, μπρος στο Δημαρχείο είναι κάτι αναπάντεχο. Μια μικρούτσικη πλατεία, με το ίδιο όνομα, είναι όλη καμωμένη ένα. σιντριβάνι, με θαυμάσια αγάλματα σε φυσικό μέγεθος, λαξεμένα σε πάλλευκο μάρμαρο. Είναι έργο των γλυπτών F. Camiliani και M. Maccerino (16ο αιώνας) και αρχικά προωρίζονταν για την βίλλα κάποιου πλούσιου Φλωρεντινού αριστοκράτη.. Για λόγους, που δεν μπόρεσα να μάθω, η βίλλα στερήθηκε τούτο το αριστούργημα, που σήμερα στολίζει την πλατεία του Δημαρχείου, και που όλοι την ξέρουν όχι σαν PiazzaPretoria, αλλά σαν PiazzaVergonia, η «πλατεία της ντροπής», διότι όλα τα αγάλματα είναι γυμνά.
Σίγουρα δεν πρέπει να ξεχάσω το πάρκο Favorita, φτιαγμένο από τον βασιλιά Φερδινάνδο τον Γ΄ των Βουρβώνων, γύρω στα 1800. Σήμερα είναι δημόσιος κήπος.
Μέσα βρίσκεται η παγόδα, που ήταν άλλοτε κατοικία του βασιλιά, και το Εθνογραφικό Μουσείο Pitre, με φολκλορικούς θησαυρούς του νησιού. Δεν ξεχνώ επίσης και την κουκλίστικη πλατεία των QuatroPalazzi, των τεσσάρων όμοιων παλατιών στην αγορά του Παλέρμο, την όπερα Massimo, την PortaNuova, την .
Αλήθεια δεν ξέρω τι να πρωτοθυμηθώ από την πρωτεύουσα της Σικελίας. Είναι ολόκληρη σαν μια πολύτιμη γκραβούρα, που την κοιτάς και σε γοητεύει. Σού θυμίζει παλιούς καιρούς, μεγαλεία, αρχοντιά, φινέτσα, την γνωστή ιταλική Nobilita.
Όμως στο Παλέρμο νοιώθω παράξενα. Θέλω να κλάψω. Να κάτσω στο βρώμικο πεζοδρόμιο, μπρος στην σαραβαλιασμένη πόρτα ενός ερειπωμένου Palazzo, και να κλάψω, να κλάψω ατελείωτα, για την αδιαφορία, για την εγκατάλειψη αυτού του αρχιτεκτονικού θησαυρού, για το γκρέμισμα ενός κόσμου, που δεν του έλειψε η ευαισθησία και η καλλιτεχνική διάθεση. Όλα ρημάζουν, όλα ερημώνονται, όλα σιγά σιγά χάνονται, σβήνουν. Το Παλέρμο είναι η πόλη των «στοιχειωμένων παλατιών». Άλλα κατεστραμμένα από τους φοβερούς βομβαρδισμούς του τελευταίου πολέμου, άλλα ερειπωμένα από έλλειψη χρημάτων για την συντήρηση τους, μοιάζουν, τη νύχτα, γεμάτα φαντάσματα. Καθώς περνώ βραδάκι μπροστά από τις σαρακοφαγωμένες πόρτες τους, στέκω λίγο και κλείνω τα μάτια. Πώς να ήταν, ας πούμε, τούτο το τεράστιο σπίτι, σε κάποια νύχτα γιορτής; Φανάρια, καρότσες, υπηρέτες, κρινολίνα, δαντελλένια πουκάμισα, θροΐσματα ακριβών μεταξωτών στις μνημειώδεις κλίμακες, μενουέτα, άφθονο LacrimaCristi, κρυφοί έρωτες και πονηρά χαμόγελα.....
Στην σκοτεινή και βρώμικη πέτρινη αυλή, στις ρημαγμένες σκάλες και στις αίθουσες, που τώρα τις κάνουν τρομακτικές οι νυχτερίδες, ψυχορραγούν τα απομεινάρια του παραμυθιού. «Μια φορά και έναν καιρό σε ένα μεγάλο παλάτι ζούσε ο κόμης Guidoμε την πανέμορφη θυγατέρα του Μαρία.». Τι αστείο, τι τραγικό αστείο. Ούτε τα νήπια σήμερα δεν θα πίστευαν στον άρχοντα Guidoκαι το παλάτι του. Κι όμως το παλάτι υπάρχει, κι ο κόμης, πιασμένος χέρι χέρι με την BellaContessina, θα τριγυρνούν κάθε βράδυ στις άδειες κάμαρες, στις βρώμικες αυλές, στα χαλάσματα των υποστατικών, θα χαϊδεύουν τους γδαρμένους τοίχους, θα θυμούνται το «κάποτε» και θα χαμογελούν, θα κοιτιούνται με την κατανόηση των φαντασμάτων, και θα σκέφτονται. « Για φαντάσου, δεν υπάρχουν χρήματα! Μα είναι για γέλια!!. ». Φυσικά! Ο κόμης είχε πάντα τόσα πολλά χρήματα που, η έλλειψη τους, να του φαίνεται σαν ένα κακόγουστο αστείο, σήμερα.
Που, ωστόσο, θα το ανέχεται, έως ότου πέσει και η τελευταία πέτρα του παλατιού του. Τότε, θα πάρει την κόρη του, και θα τραβήξει για το Μόντε Πελεγκρίνο. Και από κει, θα αγναντεύουν μαζί την πόλη, που δεν μπόρεσε να κρατήσει το παρελθόν της, για ένα πολύ «αστείο» λόγο: γιατί ήταν φτωχή! Πολύ φτωχή. Κρίμα!!!!
Ο ξεναγός μάς εξηγεί, πως η συντήρηση των τεράστιων κτιρίων με τα 30-40 δωμάτια, στοιχίζει μια περιουσία και οι κληρονόμοι, συνήθως ξεπεσμένοι, ούτε που διανοούνται να τα αναστηλώσουν. Και το Κράτος; Ο ξεναγός κοιτά πάνω από τα κεφάλια μας και δεν απαντά. Η μαφία προφανώς δεν νοιάζεται για καλές τέχνες, για τουρισμό, για ιστορία.
Χίλιες φορές κρίμα. Όταν ένας τόπος χάνει τα μνημεία του, είναι σαν να χάνει τις ρίζες του. Η καταστροφή δεν θα αργήσει...
Η πόλη των έρημων παλατιών
Θεωρώ σκόπιμο να αρχίσω το ταξίδι στη Σικελία κρατώντας αυστηρά το δρομολόγιο που ακολουθήσαμε στην πραγματικότητα, για να γευτούμε μαζί τις εκπλήξεις με την σωστή τους σειρά. Τα ξαφνιάσματα δεν έλειψαν και θα είναι όμορφο, για μένα να τα ξαναθυμηθώ ένα προς ένα, μολονότι, μερικά από αυτά, ήταν οδυνηρά.
Ας είναι, όταν τα βλέπει κανείς από κάποιαν απόσταση γίνονται απλώς ενδιαφέροντα και μερικές φορές. αστεία, γιατί, πράγμα περίεργο, η τρομάρα κι ο φόβος αμβλύνονται με τον καιρό. Κι υπήρξε και τρομάρα και φόβος πολύς, πιστέψτε με. Όμως όλα άξιζαν τον κόπο. Και τούτο για να γνωρίσει κανείς το παράξενο αυτό νησί.
Στο Παλέρμο φτάσαμε γύρω στις 8 το βράδυ. Η κίνηση στον κεντρικό δρόμο όπου και το ξενοδοχείο μας ήταν πυκνή. Εκπλαγήκαμε! Κυκλοφορούν, λοιπόν, την νύχτα οι Σικελοί? Στους κεντρικούς δρόμους, ναι. Και κυκλοφορούν με όλα τα μέσα. Με τα πόδια τους, με τα FIATτους, με λαμπρέττες, με μηχανάκια, με ποδήλατα, ξελαρυγγιάζονται, γελούν πληθωρικά, καυγαδίζουν μαρσάρουν τις μηχανές τους, χτυπούν τα κλάξον (αχ αυτά τα κλάξον, η ενδέκατη πληγή του Φαραώ), δίχως λόγο και αιτία. Βρισκόμαστε καταμεσής σε ένα κυκεώνα, σε μια χάβρα, σε μια κόλαση ορυμαγδού. Ξεφορτώνουμε όπως - όπως τις βαλίτσες μας, έχοντας τα μάτια 14 μη κάνουν, κάτω από την μύτη μας, φτερά, και τρυπώνουμε στο ξενοδοχείο.
Έκπληξη πρώτη: δεν είναι ξενοδοχείο. Είναι ένα εκπληκτικό PALAZZO. Καθώς ανεβαίνουμε την μεγαλοπρεπή σκάλα, θαυμάζουμε το ροζ μάρμαρο με τις χρωματιστές φλέβες, τα πανύψηλα σκαλιστά ταβάνια, τις θαυμάσιες τοιχογραφίες, τα αγάλματα στις γωνίες. Και, ξαφνικά, χανόμαστε!... Που είμαστε; Κανείς δεν ξέρει. Μπλέξαμε σε ένα δαίδαλο διαδρόμων, με τεράστιους παλιούς πολύτιμους καθρέφτες, σε μικρά κομψά σαλόνια, όπου η πρασινάδα εξουδετερώνει την θλιβερότητα των σανιδένιων καναπέδων, σε ατελείωτες σειρές δωματίων που, όμως, κανένα τους δεν έχει το νούμερο μας. Είμαστε ξεθεωμένες, κουρασμένες, κάθιδρες, αναζητάμε τα κρεβάτια μας αλλά, φευ! Κι όμως, εδώ πρέπει να είναι αυτό που ζητάμε. Η receptionείπε "secondopiano". Κι εμείς μετρήσαμε επιμελώς δύο πατώματα ανεβαίνοντας. Όμως τα νούμερα είναι άλλ' αντ' άλλων. Συμφορά. Και τώρα; Ακουμπάμε κάτω τις βαριές βαλίτσες μας, κι απελπισμένες καθόμαστε πάνω τους. Κι εκεί, στη δυστυχία μας, να σου μπρος μας γελαστός ένας μαυριδερός γκρουμ. «Έλα χριστιανέ μας να μας δείξεις το δρόμο. Στο ξενοδοχείο του Παλέρμου ήρθαμε ή στα ανάκτορα του Μίνωα στην Κρήτη; Έχεις μίτο;» Γελάει πλατειά, θορυβώδικα: "secondopianosignora", λέει.
Βιαζόμαστε να συμφωνήσουμε. Εκείνος όμως διαφωνεί. «Μα είστε στο πρώτο», ξαναλέει. «Πώς πρώτο άνθρωπέ μου? Μετρήσαμε δύο πατώματα». «Λάθος! Το μετζο-πάτωμα δεν είναι όροφος». Δεν μας είχαν ειδοποιήσει, ότι το mezzoπάτωμα ήταν ψηλό, όσο κι ένας κανονικός όροφος σύγχρονου σπιτιού!! Αυτά έχουν τα palazzι. Έτσι, τώρα, πρέπει να ξαναθυμηθούμε να μετράμε!!!. Τέλος, το δωμάτιο βρίσκεται, κι είναι κούκλα. Καθαρό, ευρύχωρο, χαρούμενο και φυσικά θορυβώδες. Βάζουμε μπαμπάκια στα αυτιά, χώνουμε το κεφάλι κάτω από το μαξιλάρι και, ω τού θαύματος, κοιμόμαστε..Καιρός ήταν.
Το πρωί ξυπνάμε με ένα περίεργο αίσθημα. Πνιγόμαστε; Όχι, δεν πνιγόμαστε, βράζουμε, βράζουμε από την ζέστη. Για το όνομα του Θεού. Τρελάθηκαν οι Παλερμινοί; Τι τους ήρθε κι άναψαν το καλοριφέρ; Δεν μας ειδοποίησαν ότι, μέσα στο σέρβις του ξενοδοχείου, είναι και η. σάουνα. Τρέχουμε αλλοσούσουμες, κι ανοίγουμε τα παράθυρα. Τι έμπνευση! Στο δωμάτιο ορμά αέρας ζεματιστός, σαν όπως όταν ανοίγεις τον φούρνο της ηλεκτρικής κουζίνας, να ελέγξεις το ψητό σου, κι η ζέστα σου καψαλιάζει το πρόσωπο!. Αμάν, τι κλίμα είναι τούτο; Να φορέσουμε τα ρούχα μας ή να βάλουμε μαγιό; Πώς θα κυκλοφορήσουμε σε τέτοιο καμίνι; Τέτοια περίεργη ζέστη δεν την καταλαβαίνουμε. «Φύσηξε τη νύχτα ο χαμσίν» μας λένε στην ρεσεψιόν, «και προσευχηθείτε να είναι μόνο για 24 ώρες και όχι για 24 μέρες». Μάλιστα, τούτο μονάχα μας έλειπε...
Κινάμε, σερνάμενοι όλοι για την ξενάγηση, μόλις καταφέρνοντας να ανασάνουμε.
Η ατμόσφαιρα είναι γεμάτη φως, μα δίχως ήλιο. Σαν, μέσα στον αέρα, να χορεύουν δισεκατομμύρια μόρια σκόνης και να δημιουργούν μια λεπτή ομίχλη.
Είναι φρούτο από την γειτονική Αφρική. Θα το γευτούμε, μια και δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς.
Ο ξεναγός μας θυμίζει ότι το Παλέρμο, ή αρχαία Πάνορμος, υπήρξε η σπουδαιότερη πόλη των Καρχηδονίων στην Β. Σικελία. Η τύχη της, δεμένη με την τύχη του νησιού, την έριξε διαδοχικά, στα σπαθιά των Ρωμαίων, στην αυστηρότητα των Βυζαντινών, στην μυστικοπάθεια των Αράβων, στην ρωμαλεότητα των Νορμανδών, στον καθολικό φανατισμό των Αραγωνέζων, και στην αγκαλιά των Βουρβώνων...
Πρώτος μας σταθμός ο καθεδρικός ναός του Παλέρμο. Είναι η Σάντα Ροζαλία, η προστάτις της πόλης. Απ' έξω μοιάζει αραβικό τέμενος. Μέσα είναι φτωχά διακοσμημένη καθολική εκκλησία, με τους τάφους των βασιλιάδων της πόλης.
Η Καπέλα Παλατίνα, το παρεκκλήσι του παλατιού, πολύ βυζαντινό, κάμποσο αράπικο, λίγο κλασσικό, και αρκετά καθολικό, είναι ο επόμενος σταθμός μας.
Κτίστηκε στα 1140 από τον Νορμανδό βασιλιά Roger τον Β' σε αραβονορμανιδκό ρυθμό, με αστραφτερά βυζαντινά μωσαϊκά.
Η Μαρτοράνα είναι εκθαμβωτική. Εκκλησία κτισμένη στα 1143, ανήκει στη Νορμανδική περίοδο, αλλά δέχτηκε διάφορες αλλαγές κατά τον 16Ο και 17ο αιώνα. Τα χρυσά μωσαϊκά της, στους τοίχους και την οροφή, είναι εκπληκτικά.
Η εντύπωσή μου, όταν μπήκα στο μισοσκόταδο και τη δροσιά της, ήταν σαν αυτήν του παιδιού, που τού ανοίγουν ξαφνικά, ακαρτέρευτα, μια πόρτα, και το σπρώχνουν σε ένα ζωντανό κόσμο παραμυθιού. Στραφτολογούσαν οι χρυσοί τοίχοι, έλαμπαν τα χρώματα των μωσαϊκών, κι όπου τρύπωναν ηλιαχτίδες, το κομμάτι εκείνο γινόταν σαν ήλιος, που έφεγγε μέσα στο μισοσκόταδο. Μου είναι αδύνατο να θυμηθώ και να ξεχωρίσω στο μυαλό μου παραστάσεις και εικόνες. Θα θυμάμαι όμως πάντα την αστραφτερή εντύπωση, που δημιούργησε στα απροετοίμαστα μάτια μου, η Μαρτοράνα.
Η εκκλησία του St. GiovanniDegliEremitiήταν αραβικό τέμενος και, στα 1132 ο Ruggeroο Β΄ έχτισε πάνω του τη σημερινή εκκλησία που, πάλι πάνω της, στέκουν ακόμα και σήμερα, οι 4 αραβικοί τρούλοι, βαμμένοι κατακόκκινοι. Κατά τα άλλα το μοναστήρι των Ερημιτών είναι χριστιανικό. Στο κήπο του ανθίζουν κάμποσες ποικιλίες ξωτικών φυτών. Το περιστύλιο του μοναστηριού είναι μικρό και μισογκρεμισμένο. Καμιά σχέση με το πολύτιμο, θα έλεγα, περιστύλιο του Μονρεάλε. Όμως εδώ τους μισογκρεμισμένους στύλους ζώνουν σφιχτά με την πρασινάδα τους, φυτά αναρριχώμενα, ολάνθιστα, και, πάνω στις πληγές του παλιού πηγαδιού, φυτρώνουν χρωματιστά λουλούδια. Μπαίνεις μέσα και, πριν προλάβεις να πεις πως βρίσκεσαι σε περιστύλιο, θαρρείς πως είσαι σε περβόλι. Και καθώς ο ήλιος καίει, ο τόπος αστράφτει από χρώμα και ξεχειλίζει από την αψιά μυρωδιά του χόρτου.
Η εκκλησία του Αγίου Πνεύματος είναι γνωστή στην ιστορία σαν «η εκκλησία του εσπερινού», chiesadelbespro, μια και στον αυλόγυρο της στα 1281 ξέσπασε η περίφημη ανταρσία των Παλερμιτών, ενάντια στους γάλλους κι έτσι άρχισαν οι γνωστοί «Σικελικοί Εσπερινοί».
Η εκκλησία της SantaMariaDellaCatena, καταλανο-γοτθικού και αναγεννησιακού ρυθμού.
Το PalazzodeiNormanniή το Βασιλικό παλάτι. Χτισμένο τον 9Ο αιώνα από τους Άραβες, μεγάλωσε τον 12ο αιώνα από τους Νορμανδούς, που το έκαναν και κυβερνητική κατοικία, με θαυμαστές τοιχογραφίες, φτιαγμένες από τον G. Velasquez, στην αίθουσα του Κοινοβουλίου.
Η περίφημη πλατεία QuatroCanti, με αγάλματα και κρήνες και δαντελλένιες διακοσμήσεις, είναι ένα μικρό αριστούργημα, μέσα στο κέντρο της πόλης, δύο βήματα από το ξενοδοχείο μας. Την QuatroCantiείχαμε πάντα για σημάδι, όταν επιστρέφαμε από τις πολύωρες και εξοντωτικές περιηγήσεις μας. Τέτοια πλατεία δεν είναι από τα πράγματα που ξεχνιούνται εύκολα.
Το ανάκτορο με το όνομα Aiutαmichristoβρίσκεται στην ViaGaribaldi που οδηγεί στην PiazzaDellaRevoluzione, όπου στα 1848 ο λαός επαναστάτησε κατά των Βουρβώνων.
Το FordUmberto Ι, ο παραλιακός δρόμος, ιδιαίτερα φημισμένος τον περασμένο αιώνα, με θέα στο MontePellegrino και στο MonteCatalzano. Κοντά του η πλατεία της Kalsaστην αραβική συνοικία ElKhalisa που σημαίνει «η καθαρή».
Ευφημισμός σίγουρα, μια και η Khalisaείναι βρώμικη, άθλια, αλλά πολύ γραφική. Στην πλατεία της όμως έχει την εκκλησία της Αγίας Τερέζας, με την θαυμάσια μπαρόκ όψη (17ος αι). Θυμηθείτε, σας παρακαλώ, την Khalisaή Calsa.
Θα την αναφέρω ξανά σε κάποια βραδινή μας περιπέτεια...
Η πηγή της Pretoria, μπρος στο Δημαρχείο είναι κάτι αναπάντεχο. Μια μικρούτσικη πλατεία, με το ίδιο όνομα, είναι όλη καμωμένη ένα. σιντριβάνι, με θαυμάσια αγάλματα σε φυσικό μέγεθος, λαξεμένα σε πάλλευκο μάρμαρο. Είναι έργο των γλυπτών F. Camiliani και M. Maccerino (16ο αιώνας) και αρχικά προωρίζονταν για την βίλλα κάποιου πλούσιου Φλωρεντινού αριστοκράτη.. Για λόγους, που δεν μπόρεσα να μάθω, η βίλλα στερήθηκε τούτο το αριστούργημα, που σήμερα στολίζει την πλατεία του Δημαρχείου, και που όλοι την ξέρουν όχι σαν PiazzaPretoria, αλλά σαν PiazzaVergonia, η «πλατεία της ντροπής», διότι όλα τα αγάλματα είναι γυμνά.
Σίγουρα δεν πρέπει να ξεχάσω το πάρκο Favorita, φτιαγμένο από τον βασιλιά Φερδινάνδο τον Γ΄ των Βουρβώνων, γύρω στα 1800. Σήμερα είναι δημόσιος κήπος.
Μέσα βρίσκεται η παγόδα, που ήταν άλλοτε κατοικία του βασιλιά, και το Εθνογραφικό Μουσείο Pitre, με φολκλορικούς θησαυρούς του νησιού. Δεν ξεχνώ επίσης και την κουκλίστικη πλατεία των QuatroPalazzi, των τεσσάρων όμοιων παλατιών στην αγορά του Παλέρμο, την όπερα Massimo, την PortaNuova, την .
Αλήθεια δεν ξέρω τι να πρωτοθυμηθώ από την πρωτεύουσα της Σικελίας. Είναι ολόκληρη σαν μια πολύτιμη γκραβούρα, που την κοιτάς και σε γοητεύει. Σού θυμίζει παλιούς καιρούς, μεγαλεία, αρχοντιά, φινέτσα, την γνωστή ιταλική Nobilita.
Όμως στο Παλέρμο νοιώθω παράξενα. Θέλω να κλάψω. Να κάτσω στο βρώμικο πεζοδρόμιο, μπρος στην σαραβαλιασμένη πόρτα ενός ερειπωμένου Palazzo, και να κλάψω, να κλάψω ατελείωτα, για την αδιαφορία, για την εγκατάλειψη αυτού του αρχιτεκτονικού θησαυρού, για το γκρέμισμα ενός κόσμου, που δεν του έλειψε η ευαισθησία και η καλλιτεχνική διάθεση. Όλα ρημάζουν, όλα ερημώνονται, όλα σιγά σιγά χάνονται, σβήνουν. Το Παλέρμο είναι η πόλη των «στοιχειωμένων παλατιών». Άλλα κατεστραμμένα από τους φοβερούς βομβαρδισμούς του τελευταίου πολέμου, άλλα ερειπωμένα από έλλειψη χρημάτων για την συντήρηση τους, μοιάζουν, τη νύχτα, γεμάτα φαντάσματα. Καθώς περνώ βραδάκι μπροστά από τις σαρακοφαγωμένες πόρτες τους, στέκω λίγο και κλείνω τα μάτια. Πώς να ήταν, ας πούμε, τούτο το τεράστιο σπίτι, σε κάποια νύχτα γιορτής; Φανάρια, καρότσες, υπηρέτες, κρινολίνα, δαντελλένια πουκάμισα, θροΐσματα ακριβών μεταξωτών στις μνημειώδεις κλίμακες, μενουέτα, άφθονο LacrimaCristi, κρυφοί έρωτες και πονηρά χαμόγελα.....
Στην σκοτεινή και βρώμικη πέτρινη αυλή, στις ρημαγμένες σκάλες και στις αίθουσες, που τώρα τις κάνουν τρομακτικές οι νυχτερίδες, ψυχορραγούν τα απομεινάρια του παραμυθιού. «Μια φορά και έναν καιρό σε ένα μεγάλο παλάτι ζούσε ο κόμης Guidoμε την πανέμορφη θυγατέρα του Μαρία.». Τι αστείο, τι τραγικό αστείο. Ούτε τα νήπια σήμερα δεν θα πίστευαν στον άρχοντα Guidoκαι το παλάτι του. Κι όμως το παλάτι υπάρχει, κι ο κόμης, πιασμένος χέρι χέρι με την BellaContessina, θα τριγυρνούν κάθε βράδυ στις άδειες κάμαρες, στις βρώμικες αυλές, στα χαλάσματα των υποστατικών, θα χαϊδεύουν τους γδαρμένους τοίχους, θα θυμούνται το «κάποτε» και θα χαμογελούν, θα κοιτιούνται με την κατανόηση των φαντασμάτων, και θα σκέφτονται. « Για φαντάσου, δεν υπάρχουν χρήματα! Μα είναι για γέλια!!. ». Φυσικά! Ο κόμης είχε πάντα τόσα πολλά χρήματα που, η έλλειψη τους, να του φαίνεται σαν ένα κακόγουστο αστείο, σήμερα.
Που, ωστόσο, θα το ανέχεται, έως ότου πέσει και η τελευταία πέτρα του παλατιού του. Τότε, θα πάρει την κόρη του, και θα τραβήξει για το Μόντε Πελεγκρίνο. Και από κει, θα αγναντεύουν μαζί την πόλη, που δεν μπόρεσε να κρατήσει το παρελθόν της, για ένα πολύ «αστείο» λόγο: γιατί ήταν φτωχή! Πολύ φτωχή. Κρίμα!!!!
Ο ξεναγός μάς εξηγεί, πως η συντήρηση των τεράστιων κτιρίων με τα 30-40 δωμάτια, στοιχίζει μια περιουσία και οι κληρονόμοι, συνήθως ξεπεσμένοι, ούτε που διανοούνται να τα αναστηλώσουν. Και το Κράτος; Ο ξεναγός κοιτά πάνω από τα κεφάλια μας και δεν απαντά. Η μαφία προφανώς δεν νοιάζεται για καλές τέχνες, για τουρισμό, για ιστορία.
Χίλιες φορές κρίμα. Όταν ένας τόπος χάνει τα μνημεία του, είναι σαν να χάνει τις ρίζες του. Η καταστροφή δεν θα αργήσει...
Last edited by a moderator: