St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 898
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2ο (Αkuna Matata)
- Κεφάλαιο 3ο (Ο Κόσμος, μέσα κι έξω από τη Μανυάρα)
- Κεφάλαιο 4ο (Συλλαλητήριο πτηνών)
- Κεφάλαιο 5ο (Lake Manyara Hotel – Ο κήπος της Εδέμ)
- Κεφάλαιο 6ο (Προς το Σερεγκέτι)
- Κεφάλαιο 7ο (Ο Μακρυνός μας Πρόγονος Australopithicus Africanus)
- Κεφάλαιο 8ο (ShoraMasai! - «Μαασάι γειά σας...»)][B]ShoraMasai![/B
- Κεφάλαιο 9ο (Η άφιξη στο Νγκόρο Νγκόρο Λοτζ)][B]Η άφιξη στο Νγκόρο Νγκόρο Λοτζ[/B
- Κεφάλαιο 10ο (Η εκδίκηση των εφηβικών ονείρων)
- Κεφάλαιο 11ο (Amboseli - Kilimanjaro Safari Lodge)
- Κεφάλαιο 12ο (Tree Tops - Η εμπειρία του... παλαβού)
- Κεφάλαιο 13ο (Μaasai Mara – Mara Sarova - Ο τόπος των εκπλήξεων...)][B]Όμως, κατεπλάγημεν και οι πέντε. Αυτό το πράμα είναι σαν τις σκηνές των Σεήχηδων, στην έρημο! Με όλα τα σουπρεπέ της. Μωρέ, δέσε! Τι εκπληκτικό μπάνιο είναι τούτο. Τίποτε δεν του έλειπε, όπως διαπίστωσα κατάπληκτη, όταν σήκωσα το «φύλλο» της σκηνής και μπήκα στο εσωτερικό της.[/B
- Κεφάλαιο 14ο (Mara Serena - Ο αποχαιρετισμός στην Αφρική...)
Μας υποδέχεται στο έμπα μας η πιο χαριτωμένη και πιο φιλόξενη επιτροπή: ΄Ενα σμάρι μπαμπουίνων με τις οικογένειές τους βρίσκονται μπροστά στο τζιπ μας, μόλις περνούμε την πύλη του εθνικού δρυμού. Μας κοιτούν έντονα στα μάτια και δε δείχνουν διάθεση να φύγουν από το δρόμο μας. Συνεχίζουν τις δουλειές τους μ΄ όλο τους το πάσο και, προκλητικότητατα θα λέγαμε, ξύνονονται, τρώνε, ψειρίζονται, ερωτοτροπούν και ζευγαρώνουν! Κι εμείς με κόπο συγκρατούμε τα γέλια και τις κραυγές έκπληξης, για να μη τους τρομάξουμε και σκορπίσουν, αποκομίζοντας τις χείριστες των εντυπώσεων για το ανθρώπινο είδος!!! Είναι διαβολεμένα χαριτωμένοι. Είναι απερίγραπτα συμπαθητικοί! Σου ΄ρχεται να πεταχτείς ανάμεσά τους και ν΄ αρχίσεις να τους τσιγκλάς και να τους πειράζεις, περιμένοντας τις πιο απροσδόκητες αντιδράσεις.
΄Ομως απαγορεύεται να κατέβεις από το αυτοκίνητο. Διότι ο τόπος είναι γεμάτος από ελέφαντες, λιοντάρια, βούβαλους κι άλλα επικίνδυνα κερασφόρα. Περιοριζόμαστε λοιπόν, στο από απόσταση... φλερτ, με τα... πρωτοξάδελφά μας, και χτυπιόμαστε από τα γέλια με τις γουστόζικες πονηριές τους. Σε τέτοιες στιγμές θαυμάζουμε τη νοημοσύνη αυτών των πλασμάτων, που έχουν σχεδόν ανθρώπινες αντιδράσεις και συνήθειες!
΄Ομως ο Φράνκι διόλου δεν συμμερίζεται το κέφι μας. Αντίθετα, μοιάζει απελπισμένος, που οι προτροπές του για λίγη, έστω, βιασύνη, δε βρίσκουν απήχηση στη συντροφιά.
- Το πάρκο Ladies, θα κλείσει, κι εμείς θα χαζεύουμε ακόμα αυτά τα παμπόνηρα όντα. Τελειώνετε με τις φωτογραφίες! Κι αύριο το πρωί εδώ θα είμαστε...., λέει αυστηρά και ξεκινάει.
Και η απελπισία του, τώρα περνάει σε μας. Λίγο ακόμα θέλαμε... τόσο δα λιγουλάκι... αλλά ο Φράνκι δεν δέχεται κουβέντα.
Το δάσος που περιστοιχίζει τη λίμνη είναι γεμάτο ζώα. ΄Ενα μικρό ελεφαντάκι βρήκε ένα χαμηλό κοκοφοίνικα και τον ρήμαζε συστηματικά. ΄Οταν επιστρέψαμε, ύστερα από 3-4 ώρες, βρήκαμε μονάχα τον κορμό του κοκοφοίνικα. ΄Ολον τον ροκάνισε, ο παχύδερμος φαταούλας! Ούτε φυλλαράκι δεν του άφησε... Αυτά τα ζώα είναι πράγματι καταστροφικά για το δάσος. Μπορούν να αφανίσουν μιαν ολόκληρη περιοχή, είτε τρώγοντας βλαστάρια του δέντρου, είτε ξεριζώνοντάς το, για.... παιχνίδι, για πλάκα, για χάζι...
Μέσα σ΄αυτό το πάρκο, βλέπουμε όλα σχεδόν τα γαζελοειδή: Γαζέλες του Γκραν, γαζέλες του Τόμσον, ΄Ηλαντ, Τόμι, Χάρτιγμπιστ, ακόμη και Ντικ-Ντικ, τα πιο μικρόσωπα γαζέλια της Αφρικής.
Πήξαμε στο κέρατο, να σας χαρώ!
Κέρατα ωοειδή, κέρατα ολόισια, κέρατα λοξά, στριφτά, κατσαρά, κέρατα μακρυά, κοντά, λεπτά, χοντρά… ΄Ολων των λογιών, τέλος πάντων… Μπερεκέτι πια!!!
Δεν λείπουν και οι λυγερές καμηλοπαρδάλεις που βόσκουν σχεδόν πάντα κατά ζεύγη. Είναι απόλαυση να τις παρακολουθείς πώς κόβουν τα κλαδιά και πώς τα τρώνε με κείνους τους πανύψηλους λαιμούς και τα ανοικονόμητα ποδάρια. ΄Οπως μαθαίνουμε, η καμηλοπάρδαλη γεννάει όρθια. Και το μωρό της πέφτει στα πόδια του, όρθιο κι αυτό! Δεν μπουσουλάει, μήτε λεπτό. Στέκει και περπατάει, μόλις γεννηθεί.
Εντυπωσιαζόμαστε κι από τα μικρά κοπάδια ζεβρών, που κυκλοφορούν με κείνο το λικνιστικό τους περπάτημα… Μένω να τις χαζεύω. Και δεν τις χορταίνω
- Καλέ, έχετε δει εκπληκτικότερα καπούλια? Ούτε η πιο σέξυ γυναίκα δεν έχει τέτοια…. αποφαίνομαι φωναχτά και η ομήγυρη σκάει στα γέλια.
Ο Φράνκι όμως αδιαφορεί για όλα αυτά. Ψάχνει για λιοντάρια. Εμείς δεν πιστεύουμε ότι σε τούτο το ειδυλλιακό τοπίο υπάρχουν σαρκοβόρα. Ακόμα και οι ελέφαντες μας φαίνονται παράταιροι εδώ μέσα. Ο οδηγός μας ωστόσο είναι σκυμμένος έξω από το παράθυρο και με τα μάτια σαρώνει το χώμα, ενώ οδηγεί πολύ σιγά. Ψάχνει, πολύ προσεκτικά, για ίχνη. Κι όσο δεν τα βρίσκει, τόσο συνοφρυώνεται. Ξαφνικά σταματάει. Και χαμογελάει αυτάρεσκα:
- Το βρήκα ladies!!! Και σέρνει μαζί του μάλιστα και θήραμε. Είστε τυχερές. Παρακαλώ μονάχα, μην κάνετε καθόλου θόρυβο. Πορευόμαστε πάνω στα χνάρια τους. ΄Εχετε έτοιμες και τις μηχανές σας. ΄Ισως τα λιοντάρια είναι σε θέση καλή για φωτογραφία. Πάμε.!!
Το λαντ ρόβερ είναι ξέσκεπο. Κι εμείς σαν έξι χελώνες έχουμε βγάλει τα κεφάλια πάνω από τη σκεπή. Τίποτε δεν ακούγεται, Μονάχα το φρουστ-φρουστ του αέρα, ανάμεσα από τα πλατειά φύλλα της φοινικιάς. ΄Ολη η ατμόσφαιρα έχει μια μοσχοβολιά σαν από γιασεμί ή γαρδένια. Είναι από τα άσπρα λουλούδια ενός ογκώδους δέντρου που συναντάμε πολύ συχνά στο δρόμο μας.
Η ΄Αρντα, που εν τω μεταξύ έχει κυριολεκτικά ερωτευτεί το τοπίο, με σκουντά για να την κοιτάξω
-Μαγεία!!! Λένε τα χείλη της, δίχως φωνή
-Απίστευτο, απαντούν άφωνα και τα δικά μου.
Η Ελεάνα ούτε που μας δίνει σημασία. ΄Εχει συγκεντρώσει όλη της την προσοχή πάνω στο δρόμο, προσπαθώντας να διακρίνει τα λιοντάρια μέσα στα ψηλά χόρτα. Είναι στο στοιχείο της. Δος της ζωολογία, φυτολογία και πτηνολογία και πάρε της την ψυχή.
Ο ήλιος κατηφορίζει στον ορίζοντα και όλα γίνονται χρυσά. Οι σκιες μακραίνουν και γεμίζουν το δάσος μ΄ ένα μυστήριο που, και γοητεία κρύβει αλλά και κίνδυνο επιφυλάσσει. Κι αυτή η δυσοίωνη σιωπή είναι συναρπαστική, κι ας μας ανατριχιάζει, παρά τη ζέστη. Διότι, ενώ σε υποβάλλει, κάπου σου κόβει τα ήπατα. Είναι σαν τη νηνεμία πριν ξεσπάσει η καταιγίδα... Λες?
Τα ίχνη, που τώρα διαγράφονται πολύ έντονα, μας οδηγούν σε μια πυκνή συστάδα χαμηλών δέντρων. Τριγύρω φυτρώνουν ψηλά και ξερά χορτάρια στο χρώμα του χαλκού.
- Μα, το περιβάλλον έχει το ίδιο ακριβώς χρώμα με το τρίχωμα των λιονταριών. Πώς θα το ξετρυπώσουμε? Μπορεί να μας ξεφύγουν κάτω από τη μύτη μας... μουρμουρίζω ανήσυχη.
Τα μάτια όλων μας σαρώνουν τον τόπο ένα γύρω, ψάχνοντας αγωνιακά για το φοβερό θέαμα, που υποψιαζόμαστε ότι θα αντικρύσουμε. Δε βλέπεις κάθε μέρα, το δυνατότερο των ζώων, την ώρα του «βασιλικού» του γεύματος! Μέσα μας κιοτεύουμε. Πώς θα το αντέξουμε? Κι αν στα νύχια και τα σαγόνια του βρίσκεται κάποιο πανέμορφο γαζέλι? Πώς θα μπορέσουμε να υποφέρουμε τη θέα του αχνιστού αίματος και των κατασπαραγμένων σαρκών? ΄Ασε πια τους φρικιαστικούς ήχους που θα κάνουν οι μασέλες του, τραγανίζοντας τις ωμές σάρκες και τα λεπτά κόκαλα!! Φρίκη!!
Κάνω τη σκέψη να χωθώ μέσα στο τζιπ και ν΄ αποστρέψω το πρόσωπο, από το θέαμα που περιμένω να παρουσιαστεί, όπου να ΄ναι, μπροστά μας. Ωστόσο, το ΄χω παρατηρήσει, πως η περιέργεια νικάει, σχεδόν πάντα, τη σύνεση, τον κίνδυνο αλλά και αυτήν την ίδια την αποστροφή.
- Μα, για τέτοιου είδους εμπειρίες, δεν ήρθα εδώ? Τι τις θέλω τώρα τις, τέτοιου είδους, ευαισθησίες? σκέπτομαι εις παραμυθίαν μου, και σηκώνω τη μηχανή, έτοιμη για παν ενδεχόμενο.
΄Ενα ομαδικό... εκπνευστικό «Χα!!!...» βγαίνει ταυτόχρονα από τα στόματα όλων μας, σαν πιεσμένος ατμός που βρίσκει κάποια στιγμή σωτήρια διέξοδο. ΄Ομως, κανένα κλικ κάμερας δεν ακούστηκε. Μπροστά μας, μέσα στα ψηλά χορτάρια, πέντε καταματωμένες μουσούδες μας ρίχνουν πότε πότε αδιάφορες ματιές, καθώς χώνουν με ευφροσύνη τα δόντια, μαζί με τα μισά τους πρόσωπα, μέσα στην ανοιγμένη, σαν τεράστιο κατακόκκινο τριαντάφυλλο, κοιλιά μιας αντιλόπης! Τραβούν με νύχια και με δόντια, σπρώχνουν με τα πόδια, αρπάζουν τελικά ένα μέρος του σώματος του θηράματος και μετά, κουνώντας άγρια δεξιά κι αριστερά το κεφάλι, προσπαθούν με λύσσα να το αποκολλήσουν από τη θέση του. Κι όπως το φρέσκο αίμα αναβλύζει, χώνουν σβέλτα το αχνιστό κομμάτι μέσα στο πελώριο, το τρομερό τους στόμα. Κι αρχίζουν να το μασούν ηδονικά, χαμηλώντας τα βλέφαρα, με κείνον τον σχεδόν υπνωτικό τους τρόπο....
Το θέαμα, παρά τη βαρβαρότητά του, έχει μιαν άγρια ομορφιά! Η μεγαλειώδης Φύση και η ενστικτώδης ζωή των πλασμάτων μέσα σ΄ αυτήν! Ούτε ίχνος μίσους μέσα σ΄ αυτήν τη μακάβρια επιχείρηση. Ούτε κόκκος δόλου. Μήτε μόριο υστεροβουλίας, όπως τουλάχιστον τα εννοούμε εμείς, τα έλλογα ζώα. Το γεύμα του παντοδύναμου! Το απολαμβάνει ανενόχλητος μέσα στο λυκόφως της ζούγκλας! Κανείς άλλος συνδαιτημόνας, πλην των μελών της οικογένειάς του, δεν έχει το δικαίωμα να καθίσει στο τραπέζι του.
Οι... παρίες του δάσους –που τους λένε και... σκουπιδιάριδες- στέκουν μακρυά από το χώρο του συμποσίου, και κοιτάζουν λαίμαργα το βασιλιά να ευωχείται.... Και περιμένουν με υπομονή και σέβας να τελειώσει το δείπνο του! Οι βρωμερές ύαινες, τα πονηρά τσακάλια, τα παράξενα τζινέτ κι άλλα μικρότερα σαρκοβόρα, κάνουν ένα μεγάλο κύκλο γύρω από την οικογένεια των λιονταριών. Τα κλαριά των δέντρων ένα γύρω είναι γεμάτα αρπακτικά όλων των μεγεθών και των χρωμάτων. Με μάτι γλαρό παρακολουθούν τα καταγής δρώμενα, έτοιμα να ορμήσουν. Αμ δε!!! Η σειρά τους αργεί πολύ. Κι αυτό φαίνεται από το λιοντάρι-επόπτη που, κάθε τόσο, αφήνει τη... μπουκιά του και φοβερίζει τους μουστερήδες, που καραδοκούν. Κι εκείνοι, με τρόμο αλλά και σεβασμό, οπισθοχωρούν, αλλά για λίγο. Και σε δυο λεπτά, πάλι, σιγά σιγά και ύπουλα, ξαναγυρίζουν στις θέσεις τους, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή.
Και κάποτε τα λιοντάρια τελειώνουν. Γλείφουν τα ματωμένα μουσούδια τους. Επιθεωρούν για λίγο τα απομεινάρια της σχισμένης σάρκας –ίσως για να σιγουρευτούν πως δεν αφήνουν πίσω τους κάποιο ξεχασμένο μεζεκλίκι. Και φεύγουν αργοπερπατώντας. Οι κοιλιές τους τώρα είναι παραφουσκωμένες. Ποτέ δεν παίρνουν τροφή μαζί τους να την φυλάξουν για αργότερα. Ποτέ. Δεν καταδέχονται να φάνε φαγητό... κρύο. Φαγητό που ξέμεινε. Φαγητό χτεσινό. Η αποταμίευση ταιριάζει στους ανασφαλείς και τους αδύναμους. Ταιριάζει σ΄ αυτούς που αμφιβάλλουν αν αύριο θα είναι σε θέση να εξασφαλίσουν την τροφή τους. Τα λιοντάρια όμως είναι τα αλαζονικότερα ζώα της δημιουργίας. Το κυνήγι γι΄ αυτά δεν είναι μόνο εξασφάλιση τροφής. Είναι, προ πάντων, η χαρά να επιβεβαιώνουν καθημερινά τη δύναμη και την περφάνεια της ράτσας τους. Και κάνουν δεκάδες χιλιόμετρα κάθε 24ωρο, τρέχοντας πίσω από κοπάδια ζώων. Κι εκεί, καθώς τα έχουν πάρει το κατόπι, ξεχωρίζουν το θήραμά τους. Είναι πάντα το πιο γέρικο, το πιο αδύναμο, το πιο ασθενικό. Και σ΄ αυτό ρίχνονται μέχρι να το εξαντλήσουν. Το θύμα, ξεθεωμένο πια, αρχίζει να χάνει έδαφος ξεκόβοντας από το κοπάδι, ενώ οι απηνείς διώκτες του το κερδίζουν πανεύκολα. Και λίγο λίγο η απόσταση μικραίνει. Λίγο ακόμα!! Κι ακόμα λίγο! Το ζωντνό σπαράζεται πια από τον τρόμο. Κι ο πανικός παραλύει τα πόδια τους. Και όλο ξωμένει πίσω από τους συντρόφους του, που, προσπαθώντας ο καθένας να σώσει το τομάρι του, αδιαφορούν για την τύχη του ανύμπορου. Κι ο εχθρός ολοένα και πλησιάζει. ΄Ωσπου, την ύστατη ώρα, όταν το ξεμοναχιασμένο γαζέλι δεν έχει πια άλλον αέρα στα πνευμόνια του, κι άλλη δύναμη στα μέλη του, το λιοντάρι κάνει τη θανάσιμη επίθεση. Μ΄ ένα ρωμαλαίο και γεμάτο χάρη σάλτο, πέφτει πάνω στο απροστάτευτο ζωντανό. Το αγκαλιάζει με τα μπροστινά του πόδια και, συγχρόνως, μπήγει τα φοβερά του νύχια μέσα στην κοιλιά του θηράματος. Δεν έχει το γαζελάκι περιθώριο άμυνας. Είναι μικρότερο, ελαφρότερο, αδύνατο και πολύ πολύ κουρασμένο. ΄Αδικα σπαταλήθηκε τόσες ώρες, προσπαθώντας να αποφύγει το αναπότρεπτο. Λίγη αντίσταση, και πέφτει κάτω από το βάρος του εχθρού.
Η μοίρα του κλείνει τον κύκλο της εκεί. Πάνω στη ζεστή από τον τροπική ήλιο, γη. Πέφτοντας, προσφέρει στο λιόντα, απροστάτευτη τη μαλακή κοιλιά του. Κι ο ανηλεής διώκτης σπεύδει να την ανοίξει με μια και μόνο κίνηση, σέρνοντας, με δύναμη, πάνω της, τα φονικά του νύχια... Δυο τρεις σπασμοί του μικρού, όμορφου ζώου και το αίμα, μαζί με τα εντόσθια, χύνονται στο χώμα.
Ιερή σπονδή στη σοφία της οικονομίας της Φύσης.
Τα λιοντάρια σέρνουν το νεκρό θήραμα μέχρι το κατάμερό τους. Κι εκεί, όλη η οικογένεια, στρώνεται στο φαγοπότι. Ενώ ένα γύρω οι... παρατηρητές, περιμένουν τη σειρά τους, μετρώντας, από απόσταση, τις μπουκιές των δυνατών.
Μόλις τα λιοντάρια απομακρυνθούν, ορμούν στο φαί οι ύαινες και τα τσακάλια. Τρώνε ό,τι ξεδιαλέξουν και απομακρύνονται. Κι έρχεται, επί τέλους, η σειρά των μεγάλων πουλιών.
΄Εχετε σίγουρα πει πολλές φορές τη φράση «έπεσαν σαν τα όρνια»! Αμφιβάλω όμως αν μπορείτε να φανταστείτε τι περιγράφει αυτό. Ούτε κι εγώ το φανταζόμουν. ΄Εως ότου το είδα ιδίοις όμμασιν.
Είναι κάτι το αφάνταστο.
Πρώτα πρώτα, πόσο γρήγορα μυρίζονται ψοφίμι. Από χιλιόμετρα μακρυά. Και καταφθάνουν κατά πολυπληθείς παρέες. Κουρνιάζουν ήσυχα στα τριγυρινά, από το πτώμα, δέντρα, και παρακολουθούν άγρυπνα τα τεκταινόμενα καταγής. Μερικά μάλιστα από αυτά –ίσως τα τολμηρότερα ή τα πιο πεινασμένα- κατεβαίνουν στο χώμα και πλησιάζουν θρασύτατα προς το λιονταροτσιμπούσι. Αυτά όμως ενοχλούν πολύ το βασιλιά της ζούγκλας. Και, καθώς όλη η οικογένεια είναι σοβαρότατα απασχολημένη με το μενού, εξουσιοδοτεί ένα συνδαιτημόνα να κάνει χρέη... δραγάτη. Αυτός –πιθανόν ο νεότερος στην ηλικία- τρώει μεν αλλά έχει διαρκώς τα μάτια στραμμένα στα αρπακτικά. Και, ξαφνικά δίνει ένα τρεχιό καταπάνω τους, γρυλίζοντας ανατριχιαστικά. Αν νομίζετε όμως ότι αυτή η κίνηση τρομάζει τα πετούμενα, λαθεύετε. Απλώς τα υποχρεώνει να οπισθοχωρήσουν μερικά μέτρα και, μόλις το λιοντάρι επιστρέψει στο φαγητό του, πλησιάζουν πάλι θαρρετά, και ξαναρχίζουν να μετρούν μπουκιές.
Κι όταν πια οι αριστοκράτες της ζούγκλας αποχωρούν, τότε... Αχ, τότε!!!, αν δεν είσαι προετοιμασμένος, σου κόβεται η χολή.
΄Ενα φοβερό «φρρρρουυστ» ακούγεται πάνω από τα κεφάλια μας, κι όλο αυτός ο φτερωτός πληθυσμός πέφτει με μανία πάνω στα αποφάγια. Το λιανισμένο κορμί του γαζελιού χάνεται πια από τα μάτια μας. Το σκεπάζουν, σαν σάβανο, οι φτερούγες των όρνεων... Δεν βλέπουμε πια τίποτε...
Ευτυχώς. Γιατί είμαστε κι όλας συγκλονισμένες από το θέαμα που μόλις τέλειωσε. Προσπαθούμε να συνέλθουμε, παίρνοντας τις τελευταίες φωτογραφίες.
Ο Φράνκι όμως είναι όλος ένα χαμόγελο. Είναι ο μόνος, ανάμεσα σε καμιά δεκαριά «κυνηγούς», που κατάφερε να ανακαλύψει λιοντάρια. Αυτοί οι κακόμοιροι τα ψάχνουν ακόμα, σαν τρελοί, σ΄ άλλες περιοχές του πάρκου. Κι έχει δίκιο να κοκορεύεται. Δεν έπεσε τυχαία πάνω στα θηρία. Από ώρα ακολουθούσε τα ίχνη τους, για να φτάσει τελικά με υπομονή και παρατηρητικότητα στο κατάμερό τους.
Τα άλλα ρόβερς βλέπουν από μακρυά ότι εμείς ακινητοποιηθήκαμε επί πολλή ώρα σε κείνο το σημείο, και κάτι υποπτεύονται. ΄Ετσι, άλλωστε γίνεται το κυνήγι στις σαβάνες. Κάθε αυτοκίνητο παρακολουθεί άγρυπνα την κίνηση των άλλων. Μόλις επισημάνει κάποιο, σταματημένο επί ώρα στο ίδιο σημείο, σπεύδει προς τα εκεί. Και, εννιά στις δέκα, βγάζει, όχι λαγό, αλλά λεοπάρδαλη, λιοντάρι, ιπποπόταμο, τσιτάχ, ή σπανιότερα, ρινόκερο.
Σε λίγο μαζεύονται γύρω μας, σε σχήμα βεντάλιας, καμμιά δεκαριά τζιπ. ΄Ομως έφτασαν κατόπιν εορτής. Συχνά συμβαίνει κι αυτό. Τα ζώα ενοχλούνται από την παρουσία έστω κι ενός αυτοκινήτου και σπεύδουν να εξαφανιστούν. Αυτό συνέβη και σε τούτη την περίπτωση. ΄Οταν τα οχήματα έφτασαν κοντά μας, μονάχα τις πλάτες των αρπακτικών μπορούσαν να δουν.
- Μεγάλη μας η τύχη, αλήθεια, μουρμουρίζω καθώς απομακρυνόμαστε
- Καιρός να κατέβουμε στη λίμνη. Η ώρα είναι ό,τι πρέπει για να δείτε και να φωτογραφίσετε τα πουλιά πάνω στο νερό, μας θυμίζει ο Φράνκι.
΄Εχει δίκιο. Το φως λιγοστεύει επικίνδυνα. Πρέπει να βιαστούμε για να προλάβουμε.
΄Ομως απαγορεύεται να κατέβεις από το αυτοκίνητο. Διότι ο τόπος είναι γεμάτος από ελέφαντες, λιοντάρια, βούβαλους κι άλλα επικίνδυνα κερασφόρα. Περιοριζόμαστε λοιπόν, στο από απόσταση... φλερτ, με τα... πρωτοξάδελφά μας, και χτυπιόμαστε από τα γέλια με τις γουστόζικες πονηριές τους. Σε τέτοιες στιγμές θαυμάζουμε τη νοημοσύνη αυτών των πλασμάτων, που έχουν σχεδόν ανθρώπινες αντιδράσεις και συνήθειες!
΄Ομως ο Φράνκι διόλου δεν συμμερίζεται το κέφι μας. Αντίθετα, μοιάζει απελπισμένος, που οι προτροπές του για λίγη, έστω, βιασύνη, δε βρίσκουν απήχηση στη συντροφιά.
- Το πάρκο Ladies, θα κλείσει, κι εμείς θα χαζεύουμε ακόμα αυτά τα παμπόνηρα όντα. Τελειώνετε με τις φωτογραφίες! Κι αύριο το πρωί εδώ θα είμαστε...., λέει αυστηρά και ξεκινάει.
Και η απελπισία του, τώρα περνάει σε μας. Λίγο ακόμα θέλαμε... τόσο δα λιγουλάκι... αλλά ο Φράνκι δεν δέχεται κουβέντα.
Το δάσος που περιστοιχίζει τη λίμνη είναι γεμάτο ζώα. ΄Ενα μικρό ελεφαντάκι βρήκε ένα χαμηλό κοκοφοίνικα και τον ρήμαζε συστηματικά. ΄Οταν επιστρέψαμε, ύστερα από 3-4 ώρες, βρήκαμε μονάχα τον κορμό του κοκοφοίνικα. ΄Ολον τον ροκάνισε, ο παχύδερμος φαταούλας! Ούτε φυλλαράκι δεν του άφησε... Αυτά τα ζώα είναι πράγματι καταστροφικά για το δάσος. Μπορούν να αφανίσουν μιαν ολόκληρη περιοχή, είτε τρώγοντας βλαστάρια του δέντρου, είτε ξεριζώνοντάς το, για.... παιχνίδι, για πλάκα, για χάζι...
Μέσα σ΄αυτό το πάρκο, βλέπουμε όλα σχεδόν τα γαζελοειδή: Γαζέλες του Γκραν, γαζέλες του Τόμσον, ΄Ηλαντ, Τόμι, Χάρτιγμπιστ, ακόμη και Ντικ-Ντικ, τα πιο μικρόσωπα γαζέλια της Αφρικής.
Πήξαμε στο κέρατο, να σας χαρώ!
Κέρατα ωοειδή, κέρατα ολόισια, κέρατα λοξά, στριφτά, κατσαρά, κέρατα μακρυά, κοντά, λεπτά, χοντρά… ΄Ολων των λογιών, τέλος πάντων… Μπερεκέτι πια!!!
Δεν λείπουν και οι λυγερές καμηλοπαρδάλεις που βόσκουν σχεδόν πάντα κατά ζεύγη. Είναι απόλαυση να τις παρακολουθείς πώς κόβουν τα κλαδιά και πώς τα τρώνε με κείνους τους πανύψηλους λαιμούς και τα ανοικονόμητα ποδάρια. ΄Οπως μαθαίνουμε, η καμηλοπάρδαλη γεννάει όρθια. Και το μωρό της πέφτει στα πόδια του, όρθιο κι αυτό! Δεν μπουσουλάει, μήτε λεπτό. Στέκει και περπατάει, μόλις γεννηθεί.
Εντυπωσιαζόμαστε κι από τα μικρά κοπάδια ζεβρών, που κυκλοφορούν με κείνο το λικνιστικό τους περπάτημα… Μένω να τις χαζεύω. Και δεν τις χορταίνω
- Καλέ, έχετε δει εκπληκτικότερα καπούλια? Ούτε η πιο σέξυ γυναίκα δεν έχει τέτοια…. αποφαίνομαι φωναχτά και η ομήγυρη σκάει στα γέλια.
Ο Φράνκι όμως αδιαφορεί για όλα αυτά. Ψάχνει για λιοντάρια. Εμείς δεν πιστεύουμε ότι σε τούτο το ειδυλλιακό τοπίο υπάρχουν σαρκοβόρα. Ακόμα και οι ελέφαντες μας φαίνονται παράταιροι εδώ μέσα. Ο οδηγός μας ωστόσο είναι σκυμμένος έξω από το παράθυρο και με τα μάτια σαρώνει το χώμα, ενώ οδηγεί πολύ σιγά. Ψάχνει, πολύ προσεκτικά, για ίχνη. Κι όσο δεν τα βρίσκει, τόσο συνοφρυώνεται. Ξαφνικά σταματάει. Και χαμογελάει αυτάρεσκα:
- Το βρήκα ladies!!! Και σέρνει μαζί του μάλιστα και θήραμε. Είστε τυχερές. Παρακαλώ μονάχα, μην κάνετε καθόλου θόρυβο. Πορευόμαστε πάνω στα χνάρια τους. ΄Εχετε έτοιμες και τις μηχανές σας. ΄Ισως τα λιοντάρια είναι σε θέση καλή για φωτογραφία. Πάμε.!!
Το λαντ ρόβερ είναι ξέσκεπο. Κι εμείς σαν έξι χελώνες έχουμε βγάλει τα κεφάλια πάνω από τη σκεπή. Τίποτε δεν ακούγεται, Μονάχα το φρουστ-φρουστ του αέρα, ανάμεσα από τα πλατειά φύλλα της φοινικιάς. ΄Ολη η ατμόσφαιρα έχει μια μοσχοβολιά σαν από γιασεμί ή γαρδένια. Είναι από τα άσπρα λουλούδια ενός ογκώδους δέντρου που συναντάμε πολύ συχνά στο δρόμο μας.
Η ΄Αρντα, που εν τω μεταξύ έχει κυριολεκτικά ερωτευτεί το τοπίο, με σκουντά για να την κοιτάξω
-Μαγεία!!! Λένε τα χείλη της, δίχως φωνή
-Απίστευτο, απαντούν άφωνα και τα δικά μου.
Η Ελεάνα ούτε που μας δίνει σημασία. ΄Εχει συγκεντρώσει όλη της την προσοχή πάνω στο δρόμο, προσπαθώντας να διακρίνει τα λιοντάρια μέσα στα ψηλά χόρτα. Είναι στο στοιχείο της. Δος της ζωολογία, φυτολογία και πτηνολογία και πάρε της την ψυχή.
Ο ήλιος κατηφορίζει στον ορίζοντα και όλα γίνονται χρυσά. Οι σκιες μακραίνουν και γεμίζουν το δάσος μ΄ ένα μυστήριο που, και γοητεία κρύβει αλλά και κίνδυνο επιφυλάσσει. Κι αυτή η δυσοίωνη σιωπή είναι συναρπαστική, κι ας μας ανατριχιάζει, παρά τη ζέστη. Διότι, ενώ σε υποβάλλει, κάπου σου κόβει τα ήπατα. Είναι σαν τη νηνεμία πριν ξεσπάσει η καταιγίδα... Λες?
Τα ίχνη, που τώρα διαγράφονται πολύ έντονα, μας οδηγούν σε μια πυκνή συστάδα χαμηλών δέντρων. Τριγύρω φυτρώνουν ψηλά και ξερά χορτάρια στο χρώμα του χαλκού.
- Μα, το περιβάλλον έχει το ίδιο ακριβώς χρώμα με το τρίχωμα των λιονταριών. Πώς θα το ξετρυπώσουμε? Μπορεί να μας ξεφύγουν κάτω από τη μύτη μας... μουρμουρίζω ανήσυχη.
Τα μάτια όλων μας σαρώνουν τον τόπο ένα γύρω, ψάχνοντας αγωνιακά για το φοβερό θέαμα, που υποψιαζόμαστε ότι θα αντικρύσουμε. Δε βλέπεις κάθε μέρα, το δυνατότερο των ζώων, την ώρα του «βασιλικού» του γεύματος! Μέσα μας κιοτεύουμε. Πώς θα το αντέξουμε? Κι αν στα νύχια και τα σαγόνια του βρίσκεται κάποιο πανέμορφο γαζέλι? Πώς θα μπορέσουμε να υποφέρουμε τη θέα του αχνιστού αίματος και των κατασπαραγμένων σαρκών? ΄Ασε πια τους φρικιαστικούς ήχους που θα κάνουν οι μασέλες του, τραγανίζοντας τις ωμές σάρκες και τα λεπτά κόκαλα!! Φρίκη!!
Κάνω τη σκέψη να χωθώ μέσα στο τζιπ και ν΄ αποστρέψω το πρόσωπο, από το θέαμα που περιμένω να παρουσιαστεί, όπου να ΄ναι, μπροστά μας. Ωστόσο, το ΄χω παρατηρήσει, πως η περιέργεια νικάει, σχεδόν πάντα, τη σύνεση, τον κίνδυνο αλλά και αυτήν την ίδια την αποστροφή.
- Μα, για τέτοιου είδους εμπειρίες, δεν ήρθα εδώ? Τι τις θέλω τώρα τις, τέτοιου είδους, ευαισθησίες? σκέπτομαι εις παραμυθίαν μου, και σηκώνω τη μηχανή, έτοιμη για παν ενδεχόμενο.
΄Ενα ομαδικό... εκπνευστικό «Χα!!!...» βγαίνει ταυτόχρονα από τα στόματα όλων μας, σαν πιεσμένος ατμός που βρίσκει κάποια στιγμή σωτήρια διέξοδο. ΄Ομως, κανένα κλικ κάμερας δεν ακούστηκε. Μπροστά μας, μέσα στα ψηλά χορτάρια, πέντε καταματωμένες μουσούδες μας ρίχνουν πότε πότε αδιάφορες ματιές, καθώς χώνουν με ευφροσύνη τα δόντια, μαζί με τα μισά τους πρόσωπα, μέσα στην ανοιγμένη, σαν τεράστιο κατακόκκινο τριαντάφυλλο, κοιλιά μιας αντιλόπης! Τραβούν με νύχια και με δόντια, σπρώχνουν με τα πόδια, αρπάζουν τελικά ένα μέρος του σώματος του θηράματος και μετά, κουνώντας άγρια δεξιά κι αριστερά το κεφάλι, προσπαθούν με λύσσα να το αποκολλήσουν από τη θέση του. Κι όπως το φρέσκο αίμα αναβλύζει, χώνουν σβέλτα το αχνιστό κομμάτι μέσα στο πελώριο, το τρομερό τους στόμα. Κι αρχίζουν να το μασούν ηδονικά, χαμηλώντας τα βλέφαρα, με κείνον τον σχεδόν υπνωτικό τους τρόπο....
Το θέαμα, παρά τη βαρβαρότητά του, έχει μιαν άγρια ομορφιά! Η μεγαλειώδης Φύση και η ενστικτώδης ζωή των πλασμάτων μέσα σ΄ αυτήν! Ούτε ίχνος μίσους μέσα σ΄ αυτήν τη μακάβρια επιχείρηση. Ούτε κόκκος δόλου. Μήτε μόριο υστεροβουλίας, όπως τουλάχιστον τα εννοούμε εμείς, τα έλλογα ζώα. Το γεύμα του παντοδύναμου! Το απολαμβάνει ανενόχλητος μέσα στο λυκόφως της ζούγκλας! Κανείς άλλος συνδαιτημόνας, πλην των μελών της οικογένειάς του, δεν έχει το δικαίωμα να καθίσει στο τραπέζι του.
Οι... παρίες του δάσους –που τους λένε και... σκουπιδιάριδες- στέκουν μακρυά από το χώρο του συμποσίου, και κοιτάζουν λαίμαργα το βασιλιά να ευωχείται.... Και περιμένουν με υπομονή και σέβας να τελειώσει το δείπνο του! Οι βρωμερές ύαινες, τα πονηρά τσακάλια, τα παράξενα τζινέτ κι άλλα μικρότερα σαρκοβόρα, κάνουν ένα μεγάλο κύκλο γύρω από την οικογένεια των λιονταριών. Τα κλαριά των δέντρων ένα γύρω είναι γεμάτα αρπακτικά όλων των μεγεθών και των χρωμάτων. Με μάτι γλαρό παρακολουθούν τα καταγής δρώμενα, έτοιμα να ορμήσουν. Αμ δε!!! Η σειρά τους αργεί πολύ. Κι αυτό φαίνεται από το λιοντάρι-επόπτη που, κάθε τόσο, αφήνει τη... μπουκιά του και φοβερίζει τους μουστερήδες, που καραδοκούν. Κι εκείνοι, με τρόμο αλλά και σεβασμό, οπισθοχωρούν, αλλά για λίγο. Και σε δυο λεπτά, πάλι, σιγά σιγά και ύπουλα, ξαναγυρίζουν στις θέσεις τους, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή.
Και κάποτε τα λιοντάρια τελειώνουν. Γλείφουν τα ματωμένα μουσούδια τους. Επιθεωρούν για λίγο τα απομεινάρια της σχισμένης σάρκας –ίσως για να σιγουρευτούν πως δεν αφήνουν πίσω τους κάποιο ξεχασμένο μεζεκλίκι. Και φεύγουν αργοπερπατώντας. Οι κοιλιές τους τώρα είναι παραφουσκωμένες. Ποτέ δεν παίρνουν τροφή μαζί τους να την φυλάξουν για αργότερα. Ποτέ. Δεν καταδέχονται να φάνε φαγητό... κρύο. Φαγητό που ξέμεινε. Φαγητό χτεσινό. Η αποταμίευση ταιριάζει στους ανασφαλείς και τους αδύναμους. Ταιριάζει σ΄ αυτούς που αμφιβάλλουν αν αύριο θα είναι σε θέση να εξασφαλίσουν την τροφή τους. Τα λιοντάρια όμως είναι τα αλαζονικότερα ζώα της δημιουργίας. Το κυνήγι γι΄ αυτά δεν είναι μόνο εξασφάλιση τροφής. Είναι, προ πάντων, η χαρά να επιβεβαιώνουν καθημερινά τη δύναμη και την περφάνεια της ράτσας τους. Και κάνουν δεκάδες χιλιόμετρα κάθε 24ωρο, τρέχοντας πίσω από κοπάδια ζώων. Κι εκεί, καθώς τα έχουν πάρει το κατόπι, ξεχωρίζουν το θήραμά τους. Είναι πάντα το πιο γέρικο, το πιο αδύναμο, το πιο ασθενικό. Και σ΄ αυτό ρίχνονται μέχρι να το εξαντλήσουν. Το θύμα, ξεθεωμένο πια, αρχίζει να χάνει έδαφος ξεκόβοντας από το κοπάδι, ενώ οι απηνείς διώκτες του το κερδίζουν πανεύκολα. Και λίγο λίγο η απόσταση μικραίνει. Λίγο ακόμα!! Κι ακόμα λίγο! Το ζωντνό σπαράζεται πια από τον τρόμο. Κι ο πανικός παραλύει τα πόδια τους. Και όλο ξωμένει πίσω από τους συντρόφους του, που, προσπαθώντας ο καθένας να σώσει το τομάρι του, αδιαφορούν για την τύχη του ανύμπορου. Κι ο εχθρός ολοένα και πλησιάζει. ΄Ωσπου, την ύστατη ώρα, όταν το ξεμοναχιασμένο γαζέλι δεν έχει πια άλλον αέρα στα πνευμόνια του, κι άλλη δύναμη στα μέλη του, το λιοντάρι κάνει τη θανάσιμη επίθεση. Μ΄ ένα ρωμαλαίο και γεμάτο χάρη σάλτο, πέφτει πάνω στο απροστάτευτο ζωντανό. Το αγκαλιάζει με τα μπροστινά του πόδια και, συγχρόνως, μπήγει τα φοβερά του νύχια μέσα στην κοιλιά του θηράματος. Δεν έχει το γαζελάκι περιθώριο άμυνας. Είναι μικρότερο, ελαφρότερο, αδύνατο και πολύ πολύ κουρασμένο. ΄Αδικα σπαταλήθηκε τόσες ώρες, προσπαθώντας να αποφύγει το αναπότρεπτο. Λίγη αντίσταση, και πέφτει κάτω από το βάρος του εχθρού.
Η μοίρα του κλείνει τον κύκλο της εκεί. Πάνω στη ζεστή από τον τροπική ήλιο, γη. Πέφτοντας, προσφέρει στο λιόντα, απροστάτευτη τη μαλακή κοιλιά του. Κι ο ανηλεής διώκτης σπεύδει να την ανοίξει με μια και μόνο κίνηση, σέρνοντας, με δύναμη, πάνω της, τα φονικά του νύχια... Δυο τρεις σπασμοί του μικρού, όμορφου ζώου και το αίμα, μαζί με τα εντόσθια, χύνονται στο χώμα.
Ιερή σπονδή στη σοφία της οικονομίας της Φύσης.
Τα λιοντάρια σέρνουν το νεκρό θήραμα μέχρι το κατάμερό τους. Κι εκεί, όλη η οικογένεια, στρώνεται στο φαγοπότι. Ενώ ένα γύρω οι... παρατηρητές, περιμένουν τη σειρά τους, μετρώντας, από απόσταση, τις μπουκιές των δυνατών.
Μόλις τα λιοντάρια απομακρυνθούν, ορμούν στο φαί οι ύαινες και τα τσακάλια. Τρώνε ό,τι ξεδιαλέξουν και απομακρύνονται. Κι έρχεται, επί τέλους, η σειρά των μεγάλων πουλιών.
΄Εχετε σίγουρα πει πολλές φορές τη φράση «έπεσαν σαν τα όρνια»! Αμφιβάλω όμως αν μπορείτε να φανταστείτε τι περιγράφει αυτό. Ούτε κι εγώ το φανταζόμουν. ΄Εως ότου το είδα ιδίοις όμμασιν.
Είναι κάτι το αφάνταστο.
Πρώτα πρώτα, πόσο γρήγορα μυρίζονται ψοφίμι. Από χιλιόμετρα μακρυά. Και καταφθάνουν κατά πολυπληθείς παρέες. Κουρνιάζουν ήσυχα στα τριγυρινά, από το πτώμα, δέντρα, και παρακολουθούν άγρυπνα τα τεκταινόμενα καταγής. Μερικά μάλιστα από αυτά –ίσως τα τολμηρότερα ή τα πιο πεινασμένα- κατεβαίνουν στο χώμα και πλησιάζουν θρασύτατα προς το λιονταροτσιμπούσι. Αυτά όμως ενοχλούν πολύ το βασιλιά της ζούγκλας. Και, καθώς όλη η οικογένεια είναι σοβαρότατα απασχολημένη με το μενού, εξουσιοδοτεί ένα συνδαιτημόνα να κάνει χρέη... δραγάτη. Αυτός –πιθανόν ο νεότερος στην ηλικία- τρώει μεν αλλά έχει διαρκώς τα μάτια στραμμένα στα αρπακτικά. Και, ξαφνικά δίνει ένα τρεχιό καταπάνω τους, γρυλίζοντας ανατριχιαστικά. Αν νομίζετε όμως ότι αυτή η κίνηση τρομάζει τα πετούμενα, λαθεύετε. Απλώς τα υποχρεώνει να οπισθοχωρήσουν μερικά μέτρα και, μόλις το λιοντάρι επιστρέψει στο φαγητό του, πλησιάζουν πάλι θαρρετά, και ξαναρχίζουν να μετρούν μπουκιές.
Κι όταν πια οι αριστοκράτες της ζούγκλας αποχωρούν, τότε... Αχ, τότε!!!, αν δεν είσαι προετοιμασμένος, σου κόβεται η χολή.
΄Ενα φοβερό «φρρρρουυστ» ακούγεται πάνω από τα κεφάλια μας, κι όλο αυτός ο φτερωτός πληθυσμός πέφτει με μανία πάνω στα αποφάγια. Το λιανισμένο κορμί του γαζελιού χάνεται πια από τα μάτια μας. Το σκεπάζουν, σαν σάβανο, οι φτερούγες των όρνεων... Δεν βλέπουμε πια τίποτε...
Ευτυχώς. Γιατί είμαστε κι όλας συγκλονισμένες από το θέαμα που μόλις τέλειωσε. Προσπαθούμε να συνέλθουμε, παίρνοντας τις τελευταίες φωτογραφίες.
Ο Φράνκι όμως είναι όλος ένα χαμόγελο. Είναι ο μόνος, ανάμεσα σε καμιά δεκαριά «κυνηγούς», που κατάφερε να ανακαλύψει λιοντάρια. Αυτοί οι κακόμοιροι τα ψάχνουν ακόμα, σαν τρελοί, σ΄ άλλες περιοχές του πάρκου. Κι έχει δίκιο να κοκορεύεται. Δεν έπεσε τυχαία πάνω στα θηρία. Από ώρα ακολουθούσε τα ίχνη τους, για να φτάσει τελικά με υπομονή και παρατηρητικότητα στο κατάμερό τους.
Τα άλλα ρόβερς βλέπουν από μακρυά ότι εμείς ακινητοποιηθήκαμε επί πολλή ώρα σε κείνο το σημείο, και κάτι υποπτεύονται. ΄Ετσι, άλλωστε γίνεται το κυνήγι στις σαβάνες. Κάθε αυτοκίνητο παρακολουθεί άγρυπνα την κίνηση των άλλων. Μόλις επισημάνει κάποιο, σταματημένο επί ώρα στο ίδιο σημείο, σπεύδει προς τα εκεί. Και, εννιά στις δέκα, βγάζει, όχι λαγό, αλλά λεοπάρδαλη, λιοντάρι, ιπποπόταμο, τσιτάχ, ή σπανιότερα, ρινόκερο.
Σε λίγο μαζεύονται γύρω μας, σε σχήμα βεντάλιας, καμμιά δεκαριά τζιπ. ΄Ομως έφτασαν κατόπιν εορτής. Συχνά συμβαίνει κι αυτό. Τα ζώα ενοχλούνται από την παρουσία έστω κι ενός αυτοκινήτου και σπεύδουν να εξαφανιστούν. Αυτό συνέβη και σε τούτη την περίπτωση. ΄Οταν τα οχήματα έφτασαν κοντά μας, μονάχα τις πλάτες των αρπακτικών μπορούσαν να δουν.
- Μεγάλη μας η τύχη, αλήθεια, μουρμουρίζω καθώς απομακρυνόμαστε
- Καιρός να κατέβουμε στη λίμνη. Η ώρα είναι ό,τι πρέπει για να δείτε και να φωτογραφίσετε τα πουλιά πάνω στο νερό, μας θυμίζει ο Φράνκι.
΄Εχει δίκιο. Το φως λιγοστεύει επικίνδυνα. Πρέπει να βιαστούμε για να προλάβουμε.
Attachments
-
113,3 KB Προβολές: 274
Last edited by a moderator: