taver
Member
- Μηνύματα
- 12.691
- Likes
- 30.254
- Ταξίδι-Όνειρο
- Iles Kerguelen
Κεφάλαιο 2: Οι δυο ανακαλύψεις
Στην άλλη άκρη τη ηπείρου της Ωκεανίας, σε μια περιοχή από τα νησιά του Σολομώντα στα δυτικά ως την Τόγκα και τη Σαμόα στα ανατολικά, από το 2000 π.χ. ως το 500 π.χ. αναπτύχθηκε ένας πολιτισμός με όνομα Lapita, από τους οποίους λίγα πράγματα διασώζονται σήμερα, κυρίως κάτι χαρακτηριστικά κεραμικά με λεπτές γεωμετρικές τομές. Ήταν οι πρόγονοι των πολυνήσιων και του πολιτισμού τους. Κατά το 500 π.Χ. άνοιξαν πανιά με τα μεγάλα κανό τους, σε μια εκστρατεία εξερεύνησης και αποικισμού προς διάφορες κατευθύνσεις. Από την Τόγκα και τη Σαμόα κινήθηκαν προς τα ανατολικά, αποικώντας περιοχές όπως τα νησιά Cook, τη σημερινή Γαλλική Πολυνησία κ.α. Στις νέες αποικίες τους, πήραν μαζί τους πολλά πολιτιστικά στοιχεία από τους Lapita, αλλά όχι τα κεραμικά, που δεν αποτέλεσαν ποτέ μέρος του πολυνησιακού πολιτισμού. Πέρασαν άλλα 700 χρόνια προτού ανοίξουν και πάλι πανιά για νέες αποικίες ακόμα πιο πέρα, οπότε έφτασαν και αποίκησαν τα απώτερα άκρα της Πολυνησίας. Στα νησιά Hawaii έφτασαν μεταξύ 200 και 400 μ.Χ, στη σημερινή Νέα Ζηλανδία μεταξύ 800 μ.Χ και 1000 μ.Χ., ενώ στο νησί του Πάσχα έφτασαν μεταξύ 800 μ.Χ. και 1200 μ.Χ. Αυτά βέβαια προκύπτουν περισσότερο από τοπικούς θρύλους και από χρονολόγηση σε διάφορα ευρήματα, αλλά δεν υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα για τον τόπο προέλευσης.
Πως όμως ταξίδευαν τόσο μεγάλες αποστάσεις προς το άγνωστο; Πρώτα πρώτα, ας μην ξεχνάμε πως ήταν ένας πολιτισμός που είχε μάθει να ζει δίπλα και μαζί με τη Θάλασσα. Ήξεραν να υπολογίζουν τα ναυτικά ρίσκα, ήξεραν να υπολογίζουν τη θέση τους, ήξεραν να ψαρεύουν, ήξεραν να χρησιμοποιούν τα άστρα για οδηγό, και δεν είχαν και το φόβο που είχαν οι αρχαίοι Ευρωπαίοι μήπως πέσουν από την άκρη του κόσμου. Όταν έφταναν κοντά σε κάποια στεριά, πριν ακόμα αυτή φανεί στον ορίζοντα, υπήρχαν σημάδια ότι κάτι υπήρχε: Τα θαλασσοπούλια το απόγευμα γύρναγαν προς τη φωλιά τους, δείχνοντας τους το δρόμο. Τα σύννεφα και οι χρωματισμοί στον ουρανό στον ορίζοντα έδειχναν με καλή πιθανότητα την παρουσία γης. Αλλά και οι αλλαγές στο χρωματισμό των νερών βοηθούσαν, τα ξύλα που τυχόν επέπλεαν, κλπ. Με όλα αυτά τα εργαλεία, οι ναυτικοί μπορούσαν να εντοπίσουν την παρουσία ενός νησιού αρκετές δεκάδες χιλιόμετρα πριν αυτό φανεί στον ορίζοντα.
Η παραπάνω θεωρία για τις εξερευνήσεις των πολυνήσιων δοκιμάστηκε το 1947 από το Νορβηγό Thor Heyerdahl και 5 ακόμα εξερευνητές, που κατασκεύασαν ένα σκάφος με πρωτόγονα υλικά, με όνομα Kon-Tiki, και ταξίδεψε μ’ αυτό από το Περού ως τα νησιά Tuamotu στη Γαλλική Πολυνησία, αποδεικνύοντας ότι ο διάπλους του ειρηνικού ωκεανού ήταν εφικτός ακόμη και με τα μέσα εκείνης της εποχής, και ότι εκτός από την Πολυνησία δεν αποκλείεται να υπήρχαν και επαφές με τη νότια Αμερική και τους Ίνκα. Η αποστολή του Kon-Tiki καταγράφηκε με κάμερες, για πρώτη φορά στην ιστορία, και το 1951 κέρδισε και το Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ. Σήμερα στο Όσλο λειτουργεί ένα εξαιρετικό μουσείο για την αποστολή αυτή.
Ο Heyerdahl μάλιστα το πήγε κι ένα βήματα παρακάτω, διατυπώνοντας τη θεωρία ότι οι πρώτοι έποικοι στο νησί δεν ήταν πολυνήσιοι αλλά νοτιοαμερικάνοι. Παρότι τραβηγμένη η θεωρία, δε μπορεί ούτε κι αυτή να αποκλειστεί.
Το ντοκιμαντέρ του 1950 για την αποστολή αυτή είναι εδώ:
Δεν είναι σίγουρο από πού ξεκίνησαν οι άποικοι το ταξίδι που τους έφερε εδώ, μπορεί να ήρθαν από το Pitcairn, το Mangareva ή τα νησιά Marquesas της Γαλλικής Πολυνησίας, ή από τα νησιά Cook. Ή από το Περού, σύμφωνα με τον Heyerdahl. Από όπου κι αν ξεκίνησαν, έφτασαν στο νησί και έμειναν εκεί, δημιουργώντας ένα χωριστό και εσωστρεφή πολιτισμό, που δεν είχε συχνές (τουλάχιστον) επαφές με τον υπόλοιπο κόσμο, τους Rapa Nui. Το όνομα αυτό, «Rapa Nui» είναι (σήμερα) και το όνομα του νησιού στη γλώσσα τους, που επίσης λέγεται κι αυτή Rapa Nui. Ως πολιτισμός είχαν φυσικά πολλά κοινά στοιχεία με τους πολυνήσιους, από τους οποίους πιθανότατα προήλθαν. Όπως σε όλη την Πολυνησία, η κοινωνία τους ήταν οργανωμένη σε φυλές, με φυλάρχους, και το σύστημα διοίκησής τους βασιζόταν στην τιμή στους προγόνους τους, προς τιμή των οποίων έστηναν αγάλματα (tiki) τα οποία με τη σειρά τους απέδιδαν την ενέργειά τους (mana) στο φύλαρχο και μέσω αυτού στη φυλή εν γένει. Μόνο που οι Rapa Nui αυτό το πήγαν ένα επίπεδο παραπάνω. Τα πολυνησιακά tiki τους αντικαταστάθηκαν από μεγάλα, στιβαρά, πέτρινα αγάλματα, που ονομάζονταν Moai, τα οποία σήμερα κοσμούν ως φωτογραφίες ένα σωρό τουριστικούς και αρχαιολογικούς οδηγούς για το νησί.

Αυτό που πάντως ξέρουμε σίγουρα για το νησί, είναι ότι «ανακαλύφθηκε» για πρώτη φορά από τον Ολλανδό εξερευνητή Jacob Roggeveen, την Κυριακή του (Καθολικού) Πάσχα το 1722, που το ονόμασε «Paasch-Eyland», δηλαδή νησί του Πάσχα στα Ολλανδικά της εποχής. Και μετά την επίσκεψη αυτή, επήλθε η καταστροφή για τους αυτόχθονες. Πολλοί θερίστηκαν από τις μεταδοτικές ασθένειες που έφερναν μαζί τους οι Ευρωπαίοι, για τις οποίες δεν είχαν αναπτύξει αντισώματα και ανοσία. Όταν ο εξερευνητής James Cook επισκέφτηκε το νησί μερικά χρόνια αργότερα, αναφέρει ότι βρήκε σκελετούς εκτεθειμένους και τον πληθυσμό αποδεκατισμένο, κάτι που αρχικά αποδόθηκε σε κανιβαλισμό. Από όσους επέζησαν, αρκετοί μεταφέρθηκαν ως σκλάβοι στη Λατινική Αμερική τα επόμενα χρόνια, με μια μόνο επιδρομή το 1862 να μεταφέρει 1000 Rapa Nui μαζί της, για την παραγωγή guano στα νησιά Chincha του Περού. Μετά ήρθαν και οι Ιεραπόστολοι, Γάλλοι και άλλοι, εκκαθολικίζοντας τον πληθυσμό που απέμεινε.
Ένα πράγμα που οι πολυνήσιοι δεν είχαν ανακαλύψει, όμως, είναι η γραφή (με αστερίσκο εδώ για παρακάτω). Και έτσι, οι λεπτομέρειες των παραδόσεων τους, στα 300 χρόνια επαφής τους με το δυτικό πολιτισμό, σιγά-σιγά χάθηκαν, ιδίως μετά το 19ο αιώνα. Παρότι η γλώσσα τους ζει ακόμα, και οι προφορικές παραδόσεις έχον πλέον καταγραφεί, για τα υπόλοιπα ο λόγος ανήκει στους αρχαιολόγους και τους λοιπούς μελετητές, που δεν έχουν ακόμα απαντήσεις για όλα. Ούτε για το πώς ακριβώς λεγόταν το νησί πριν πατήσουν εδώ οι Ευρωπαίοι δεν είμαστε σίγουροι. Η επιστημονική έρευνα προχωράει μόνο με τα στοιχεία που έχει, και βέβαια συνεχίζεται ακόμα. Και όσο οι απαντήσεις της αργούν, τα μυστήρια του νησιού παραμένουν, και διάφοροι με περισσότερο ή λιγότερο επιστημονικές λύσεις έρχονται να προτείνουν τα σενάριά τους (που ενίοτε περιλαμβάνουν και εξωγήινους). Αυτά που διαβάζετε σ’ αυτή την ιστορία, είναι οι επικρατέστερες σήμερα επιστημονικές θεωρίες, όπως τις κατάλαβα τουλάχιστον. Δεν ήταν οι ίδιες θεωρίες επικρατέστερες πριν λίγα χρόνια, και πιθανώς δε θα είναι οι ίδιες θεωρίες οι επικρατέστερες σε μερικά χρόνια, όταν η επιστημονική έρευνα θα έχει προχωρήσει κι άλλο.
Για το γιατί δεν υπήρχαν ούτε πολλοί κάτοικοι ούτε καθόλου δέντρα στο νησί, όταν έφτασαν οι Ευρωπαίοι, η κλασσική θεωρία λέει πως η κακή διαχείριση των φυσικών πόρων στο νησί, οδήγησε στην εξάντληση της ξυλείας, που με τη σειρά της οδήγησε σε προβλήματα συγκράτησης των νερών της βροχής, αδυναμία να φτιάξουν κανό για ψάρεμα, κλπ.. Η τροφή πια δεν επαρκούσε για όλους, κάτι που οδήγησε σε έναν έντονο και πολυετή πόλεμο. Πολλά Moai γκρεμίστηκαν από τις βάσεις τους κατά τον πόλεμο. Η θεωρία αυτή όμως, που ονομάστηκε «Ecocide», τα τελευταία χρόνια χάνει έδαφος, καθώςέχουν διατυπωθεί και άλλες εξίσου ή περισσότερο πειστικές θεωρίες. Τα δέντρα που υπήρχαν στο νησί, κυρίως φοινικοειδή, δεν ήταν έτσι κι αλλιώς κατάλληλα για δημιουργία κανό, και άρα δεν ήταν απαραίτητα στην οικονομική ζωή του νησιού. Οι πρώτοι Ευρωπαίοι που έφτασαν εδώ έχουν καταγράψει όρθια Moai στα ημερολόγιά τους. Αντίθετα, έχουν βρεθεί ενδείξεις που μιλάνε για μεγάλο αριθμό αρουραίων στο νησί, που ασφαλώς και μπορούσαν να είναι υπεύθυνοι για την αποψίλωσή του, και μάλλον έφτασαν εδώ μαζί με τις σχεδίες των Πολυνήσιων, όπου μπόρεσαν να πολλαπλασιαστούν χωρίς φυσικό εχθρό. Για την κλασσική θεωρία, υπάρχουν πολλά βιβλία και πηγές, σας προτείνω συνοπτικά το παρακάτω ντοκιμαντέρ:
Πριν λίγα χρόνια, κάποιοι επιστήμονες κατέληξαν σε διαφορετικά συμπεράσματα για το μυστήριο της κατάληξης του πολιτισμού τους. Μπορείτε να δείτε την παρουσίασή τους εδώ:
Στην άλλη άκρη τη ηπείρου της Ωκεανίας, σε μια περιοχή από τα νησιά του Σολομώντα στα δυτικά ως την Τόγκα και τη Σαμόα στα ανατολικά, από το 2000 π.χ. ως το 500 π.χ. αναπτύχθηκε ένας πολιτισμός με όνομα Lapita, από τους οποίους λίγα πράγματα διασώζονται σήμερα, κυρίως κάτι χαρακτηριστικά κεραμικά με λεπτές γεωμετρικές τομές. Ήταν οι πρόγονοι των πολυνήσιων και του πολιτισμού τους. Κατά το 500 π.Χ. άνοιξαν πανιά με τα μεγάλα κανό τους, σε μια εκστρατεία εξερεύνησης και αποικισμού προς διάφορες κατευθύνσεις. Από την Τόγκα και τη Σαμόα κινήθηκαν προς τα ανατολικά, αποικώντας περιοχές όπως τα νησιά Cook, τη σημερινή Γαλλική Πολυνησία κ.α. Στις νέες αποικίες τους, πήραν μαζί τους πολλά πολιτιστικά στοιχεία από τους Lapita, αλλά όχι τα κεραμικά, που δεν αποτέλεσαν ποτέ μέρος του πολυνησιακού πολιτισμού. Πέρασαν άλλα 700 χρόνια προτού ανοίξουν και πάλι πανιά για νέες αποικίες ακόμα πιο πέρα, οπότε έφτασαν και αποίκησαν τα απώτερα άκρα της Πολυνησίας. Στα νησιά Hawaii έφτασαν μεταξύ 200 και 400 μ.Χ, στη σημερινή Νέα Ζηλανδία μεταξύ 800 μ.Χ και 1000 μ.Χ., ενώ στο νησί του Πάσχα έφτασαν μεταξύ 800 μ.Χ. και 1200 μ.Χ. Αυτά βέβαια προκύπτουν περισσότερο από τοπικούς θρύλους και από χρονολόγηση σε διάφορα ευρήματα, αλλά δεν υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα για τον τόπο προέλευσης.
Πως όμως ταξίδευαν τόσο μεγάλες αποστάσεις προς το άγνωστο; Πρώτα πρώτα, ας μην ξεχνάμε πως ήταν ένας πολιτισμός που είχε μάθει να ζει δίπλα και μαζί με τη Θάλασσα. Ήξεραν να υπολογίζουν τα ναυτικά ρίσκα, ήξεραν να υπολογίζουν τη θέση τους, ήξεραν να ψαρεύουν, ήξεραν να χρησιμοποιούν τα άστρα για οδηγό, και δεν είχαν και το φόβο που είχαν οι αρχαίοι Ευρωπαίοι μήπως πέσουν από την άκρη του κόσμου. Όταν έφταναν κοντά σε κάποια στεριά, πριν ακόμα αυτή φανεί στον ορίζοντα, υπήρχαν σημάδια ότι κάτι υπήρχε: Τα θαλασσοπούλια το απόγευμα γύρναγαν προς τη φωλιά τους, δείχνοντας τους το δρόμο. Τα σύννεφα και οι χρωματισμοί στον ουρανό στον ορίζοντα έδειχναν με καλή πιθανότητα την παρουσία γης. Αλλά και οι αλλαγές στο χρωματισμό των νερών βοηθούσαν, τα ξύλα που τυχόν επέπλεαν, κλπ. Με όλα αυτά τα εργαλεία, οι ναυτικοί μπορούσαν να εντοπίσουν την παρουσία ενός νησιού αρκετές δεκάδες χιλιόμετρα πριν αυτό φανεί στον ορίζοντα.
Η παραπάνω θεωρία για τις εξερευνήσεις των πολυνήσιων δοκιμάστηκε το 1947 από το Νορβηγό Thor Heyerdahl και 5 ακόμα εξερευνητές, που κατασκεύασαν ένα σκάφος με πρωτόγονα υλικά, με όνομα Kon-Tiki, και ταξίδεψε μ’ αυτό από το Περού ως τα νησιά Tuamotu στη Γαλλική Πολυνησία, αποδεικνύοντας ότι ο διάπλους του ειρηνικού ωκεανού ήταν εφικτός ακόμη και με τα μέσα εκείνης της εποχής, και ότι εκτός από την Πολυνησία δεν αποκλείεται να υπήρχαν και επαφές με τη νότια Αμερική και τους Ίνκα. Η αποστολή του Kon-Tiki καταγράφηκε με κάμερες, για πρώτη φορά στην ιστορία, και το 1951 κέρδισε και το Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ. Σήμερα στο Όσλο λειτουργεί ένα εξαιρετικό μουσείο για την αποστολή αυτή.
Ο Heyerdahl μάλιστα το πήγε κι ένα βήματα παρακάτω, διατυπώνοντας τη θεωρία ότι οι πρώτοι έποικοι στο νησί δεν ήταν πολυνήσιοι αλλά νοτιοαμερικάνοι. Παρότι τραβηγμένη η θεωρία, δε μπορεί ούτε κι αυτή να αποκλειστεί.
Το ντοκιμαντέρ του 1950 για την αποστολή αυτή είναι εδώ:
Δεν είναι σίγουρο από πού ξεκίνησαν οι άποικοι το ταξίδι που τους έφερε εδώ, μπορεί να ήρθαν από το Pitcairn, το Mangareva ή τα νησιά Marquesas της Γαλλικής Πολυνησίας, ή από τα νησιά Cook. Ή από το Περού, σύμφωνα με τον Heyerdahl. Από όπου κι αν ξεκίνησαν, έφτασαν στο νησί και έμειναν εκεί, δημιουργώντας ένα χωριστό και εσωστρεφή πολιτισμό, που δεν είχε συχνές (τουλάχιστον) επαφές με τον υπόλοιπο κόσμο, τους Rapa Nui. Το όνομα αυτό, «Rapa Nui» είναι (σήμερα) και το όνομα του νησιού στη γλώσσα τους, που επίσης λέγεται κι αυτή Rapa Nui. Ως πολιτισμός είχαν φυσικά πολλά κοινά στοιχεία με τους πολυνήσιους, από τους οποίους πιθανότατα προήλθαν. Όπως σε όλη την Πολυνησία, η κοινωνία τους ήταν οργανωμένη σε φυλές, με φυλάρχους, και το σύστημα διοίκησής τους βασιζόταν στην τιμή στους προγόνους τους, προς τιμή των οποίων έστηναν αγάλματα (tiki) τα οποία με τη σειρά τους απέδιδαν την ενέργειά τους (mana) στο φύλαρχο και μέσω αυτού στη φυλή εν γένει. Μόνο που οι Rapa Nui αυτό το πήγαν ένα επίπεδο παραπάνω. Τα πολυνησιακά tiki τους αντικαταστάθηκαν από μεγάλα, στιβαρά, πέτρινα αγάλματα, που ονομάζονταν Moai, τα οποία σήμερα κοσμούν ως φωτογραφίες ένα σωρό τουριστικούς και αρχαιολογικούς οδηγούς για το νησί.

Αυτό που πάντως ξέρουμε σίγουρα για το νησί, είναι ότι «ανακαλύφθηκε» για πρώτη φορά από τον Ολλανδό εξερευνητή Jacob Roggeveen, την Κυριακή του (Καθολικού) Πάσχα το 1722, που το ονόμασε «Paasch-Eyland», δηλαδή νησί του Πάσχα στα Ολλανδικά της εποχής. Και μετά την επίσκεψη αυτή, επήλθε η καταστροφή για τους αυτόχθονες. Πολλοί θερίστηκαν από τις μεταδοτικές ασθένειες που έφερναν μαζί τους οι Ευρωπαίοι, για τις οποίες δεν είχαν αναπτύξει αντισώματα και ανοσία. Όταν ο εξερευνητής James Cook επισκέφτηκε το νησί μερικά χρόνια αργότερα, αναφέρει ότι βρήκε σκελετούς εκτεθειμένους και τον πληθυσμό αποδεκατισμένο, κάτι που αρχικά αποδόθηκε σε κανιβαλισμό. Από όσους επέζησαν, αρκετοί μεταφέρθηκαν ως σκλάβοι στη Λατινική Αμερική τα επόμενα χρόνια, με μια μόνο επιδρομή το 1862 να μεταφέρει 1000 Rapa Nui μαζί της, για την παραγωγή guano στα νησιά Chincha του Περού. Μετά ήρθαν και οι Ιεραπόστολοι, Γάλλοι και άλλοι, εκκαθολικίζοντας τον πληθυσμό που απέμεινε.
Ένα πράγμα που οι πολυνήσιοι δεν είχαν ανακαλύψει, όμως, είναι η γραφή (με αστερίσκο εδώ για παρακάτω). Και έτσι, οι λεπτομέρειες των παραδόσεων τους, στα 300 χρόνια επαφής τους με το δυτικό πολιτισμό, σιγά-σιγά χάθηκαν, ιδίως μετά το 19ο αιώνα. Παρότι η γλώσσα τους ζει ακόμα, και οι προφορικές παραδόσεις έχον πλέον καταγραφεί, για τα υπόλοιπα ο λόγος ανήκει στους αρχαιολόγους και τους λοιπούς μελετητές, που δεν έχουν ακόμα απαντήσεις για όλα. Ούτε για το πώς ακριβώς λεγόταν το νησί πριν πατήσουν εδώ οι Ευρωπαίοι δεν είμαστε σίγουροι. Η επιστημονική έρευνα προχωράει μόνο με τα στοιχεία που έχει, και βέβαια συνεχίζεται ακόμα. Και όσο οι απαντήσεις της αργούν, τα μυστήρια του νησιού παραμένουν, και διάφοροι με περισσότερο ή λιγότερο επιστημονικές λύσεις έρχονται να προτείνουν τα σενάριά τους (που ενίοτε περιλαμβάνουν και εξωγήινους). Αυτά που διαβάζετε σ’ αυτή την ιστορία, είναι οι επικρατέστερες σήμερα επιστημονικές θεωρίες, όπως τις κατάλαβα τουλάχιστον. Δεν ήταν οι ίδιες θεωρίες επικρατέστερες πριν λίγα χρόνια, και πιθανώς δε θα είναι οι ίδιες θεωρίες οι επικρατέστερες σε μερικά χρόνια, όταν η επιστημονική έρευνα θα έχει προχωρήσει κι άλλο.
Για το γιατί δεν υπήρχαν ούτε πολλοί κάτοικοι ούτε καθόλου δέντρα στο νησί, όταν έφτασαν οι Ευρωπαίοι, η κλασσική θεωρία λέει πως η κακή διαχείριση των φυσικών πόρων στο νησί, οδήγησε στην εξάντληση της ξυλείας, που με τη σειρά της οδήγησε σε προβλήματα συγκράτησης των νερών της βροχής, αδυναμία να φτιάξουν κανό για ψάρεμα, κλπ.. Η τροφή πια δεν επαρκούσε για όλους, κάτι που οδήγησε σε έναν έντονο και πολυετή πόλεμο. Πολλά Moai γκρεμίστηκαν από τις βάσεις τους κατά τον πόλεμο. Η θεωρία αυτή όμως, που ονομάστηκε «Ecocide», τα τελευταία χρόνια χάνει έδαφος, καθώςέχουν διατυπωθεί και άλλες εξίσου ή περισσότερο πειστικές θεωρίες. Τα δέντρα που υπήρχαν στο νησί, κυρίως φοινικοειδή, δεν ήταν έτσι κι αλλιώς κατάλληλα για δημιουργία κανό, και άρα δεν ήταν απαραίτητα στην οικονομική ζωή του νησιού. Οι πρώτοι Ευρωπαίοι που έφτασαν εδώ έχουν καταγράψει όρθια Moai στα ημερολόγιά τους. Αντίθετα, έχουν βρεθεί ενδείξεις που μιλάνε για μεγάλο αριθμό αρουραίων στο νησί, που ασφαλώς και μπορούσαν να είναι υπεύθυνοι για την αποψίλωσή του, και μάλλον έφτασαν εδώ μαζί με τις σχεδίες των Πολυνήσιων, όπου μπόρεσαν να πολλαπλασιαστούν χωρίς φυσικό εχθρό. Για την κλασσική θεωρία, υπάρχουν πολλά βιβλία και πηγές, σας προτείνω συνοπτικά το παρακάτω ντοκιμαντέρ:
Last edited by a moderator: