hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.171
- Likes
- 14.604
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Χαρτούμ - Φτώχεια κ Καλή Καρδιά
- Ομντουρμάν - Χορεύοντας με τους Δερβίσηδες
- Κοράλλια κ Λαμαρίνες
- Κάσαλα - Πίστη ζυμωμένη απο πηλό
- Naqa & Mussawarat
- Οι πυραμίδες της Meroe
- Karima: τάφοι, πυραμίδες, ναοί και το εμβληματικό βουνό Jebel Barkal
- Παλιά Dongola: χριστιανικά μνημεία
- Kerma: προϊστορία και ξεχασμένα βασίλεια
- Οι..καταρράκτες του Νείλου κι οι βραχογραφίες
- Soleb: τα μυγάκια του Χίτσκοκ
- Sai: ένα νησί καταμεσίς του Νείλου
- Έρημος
- Χαρτούμ
- Επιμύθιο
Soleb: τα μυγάκια του Χίτσκοκ
H πυξίδα έδειχνε να κινηθούμε βόρεια μεν, αλλά ο οδηγός είχε άλλη γνώμη και έβαλε ρότα προς το νότο! Αρχίζαμε να κοιτιόμαστε απορημένοι όμως ο οδηγός μας έλυσε σύντομα το γρίφο. Βορειότερα το φέρρυ μποτ δεν λειτουργούσε λόγω χαμηλής στάθμης των υδάτων του ποταμού κι έτσι έπρεπε να διασχίσουμε το Νείλο νοτιότερα, στο ύψος της πόλης Dongola όπου υπάρχει γέφυρα (κινεζικής κατασκευής, τι άλλο
ώστε να ακολουθήσουμε το νέο δρόμο που συνδέει πια οδικά το Σουδάν με την Αίγυπτο
Άλλη μια πληκτική διαδρομή, με εξαίρεση τη στάση στις κλασσικές καντίνες για φαγητό.
Λίγο μετά το μεσημέρι φτάσαμε στο κατάλυμά μας στο Soleb ακριβώς δίπλα από τον ομώνυμο ναό.
Ο νουβιακός ξενώνας είχε λίγο περισσότερο χαρακτήρα από όσους είχαμε μείνει ως τώρα, αν εξαιρέσεις βέβαια τις μύγες που μας προϋπάντησαν, το ότι καμιά βρύση ή ντουζιέρα δεν λειτουργούσε κι όλα γίνονταν χειροκίνητα από βαρέλια με αμφιβόλου προελεύσεως νερό (καφεπράσινης αποχρώσεως). Ούτε σκέψη για μπάνιο πλέον. Να΄ναι καλά τα μωρομάντηλα.
Ο γιός του ιδιοκτήτη ετοιμαζόταν για γάμο σε κανά δίμηνο οπότε επικρατούσε ένας αναβρασμός εργασιών. Απορούσα πως με την σκόνη και την άμμο παρούσες 365 μέρες το χρόνο, να τρυπώνει από παντού, αν είχε κάποιο το νόημα να κάνεις λάτρα και να ετοιμάζεις τη νυφική παστάδα.
Πάντως προκομμένο παλικάρι κι ευρηματικό ως ντεκορατέρ. Τεχνική που να ξαίνεις μαλλί και να το κάνεις ταπετσαρία τοίχου δεν είχα ματαδεί. Και μάλιστα σε ένα υπέροχο ροζουλί χρώμα.
Το πρόγραμμα δεν προέβλεπε κάτι περισσότερο πέραν της επίσκεψης στο ναό. Η Ισαβέλλα δεν πτοήθηκε από τον ήλιο του μεσημεριού. Βγήκε για βόλτα και φωτογράφηση στο χωριό. Επιστρέφοντας μας είπε ότι εκτός των παιδιών που την πήραν στο κατόπι με το κλασσικό ben ben, την κυνηγούσαν και κάτι μυγάκια άκρως ενοχλητικά. Αυτό το ακούσαμε μεν αλλά δεν το επεξεργαστήκαμε επαρκώς δε κι έτσι όλοι μαζί κινήσαμε προς την κατεύθυνση του ναού.
Λίγα βήματα όμως μετά την έξοδο, αρκούσαν για να δεχτούμε την ανηλεή επίθεση από τα προαναφέρομενα μυγάκια, τα οποία προσγειώνονταν κατά εκατοντάδες παντού. Στο σβέρκο, τα μάτια, τη μύτη, το στόμα. Το να φχαριστηθείς το ναό με το ραχάτι σου ήταν αδύνατον. Έπρεπε συνεχώς με τα χέρια να τα διώχνω από το πρόσωπό μου. Με το ζόρι τράβηξα μερικές φωτογραφίες από το ναό:
“Την ταινία “Τα πουλιά” του Χίτσκοκ τη θυμάσαι;” μου είπε ο Κώστας. Κάτι ανάλογο βιώναμε.
Δεν την σκιάζει φοβέρα καμιά.... Τι κι αν τα μυγάκια στήνουν τρελλό χορό γύρω από το πρόσωπό της
Αγανάκτησα κι άρον άρον επέστρεψα πίσω, έτοιμος να πείσω τον οδηγό μας να διανυκτερεύσουμε αλλού. Εκείνος έδειξε ψύχραιμος: “Α μα αυτά είναι μυγάκια που εμφανίζονται κυρίως το χειμώνα και δραστηριοποιούνται μόνο τη διάρκεια της μέρας. Μετακινούνται αναλόγως εποχής” Ήταν γραφτό μας συνεπώς να βρεθούμε στο μέρος όπου η δραστηριότητά τους ήταν στο ζενίθ.
Συγκράτησα την πληροφορία κι έτσι μόλις έφτασε το δειλινό κι ο ήλιος χάριζε μια πανέμορφη απόχρωση στα σύννεφα, με λιγότερες ωχλήσεις από τα μυγάκια ξαναπήγαμε στο ναό όπου κι έβγαλα κάποιες από τις πιο ατμοσφαιρικές φωτογραφίες του ταξιδιού.
Ο ναός Soleb παντελώς αφύλακτος, χωρίς περίφραξη, είναι ο καλύτερα διατηρημένος αιγυπτιακός ναός στις όχθες του σουδανέζικου Νείλου. Αφιερωμένος στον Άμωνα χτίστηκε τον 14αι. πΧ. από τον φαραώ Αμενχοτέπ. Σήμερα πέρα από τα τείχη στέκουν μόνο όρθιες κολώνες στυλιζαρισμένες σαν φοινικιές.
Γοητευμένοι από την βόλτα μας (πάλι οι μοναδικοί επισκέπτες ήμασταν) και ξένοιαστοι πια από την επίθεση των μυγακίων, γυρίσαμε στον ξενώνα όπου απολαύσαμε το δείπνο από τα χεράκια του οδηγού μας.
Γενικά μας έκανε εντύπωση πώς οι ντόπιοι λειτουργούν τους ξενώνες με λογική airbnb. Σου εξασφαλίζουν μόνο στέγη και διαθέτουν μια κουζίνα για να μαγειρέψει ο συνοδός του γκρουπ. Πόσο πιο προσοδοφόρο θα ήταν γι’αυτούς όμως αν αναλάμβαναν μαγειρέψουν για τους επισκέπτες τους. Και πόσο πιο καλοδεχούμενο από τους φιλοξενούμενούς τους βέβαια να γευτούν σπιτικό φαγητό.
Η βραδιά ήταν γλυκιά, απαλλαγμένη από ενοχλητικά έντομα, ο έναστρος ουρανός μαγευτικός κι έτσι η κούραση της μέρας άργησε να βαρύνει τα βλέφαρά μου.
Το ξενυχτήσαμε λιγάκι Κατερίνα νομίζω...
Δια χειρός Isabelle
7η μ. Υ μέρα
Πού είχαμε μείνει; Α ναι, στην μετάβασή μας από το Tumbus στο Soleb. Μια μετάβαση που ξεπέταξε στα γρήγορα ο γουρουνοφωτοσυγγραφέας με μία και μόνο φράση «Άλλη μια πληκτική διαδρομή, με εξαίρεση τη στάση στις κλασσικές καντίνες για φαγητό». Το θυμάστε φαντάζομαι; Και ναι μεν η διατύπωση αυτή εμπεριέχει, τυπικά τουλάχιστον, ισχυρή δόση αληθείας (οι διαδρομές στο Σουδάν είναι εν γένει μάλλον βαρετές και σίγουρα δεν συγκαταλέγονται στα δυνατά χαρτιά της χώρας), αποτελεί ωστόσο κλασσικό παράδειγμα δόλιας παραπληροφόρησης δια της αποσιώπησης ασύμφορων για τον γράφοντα λεπτομερειών. Μάλιστα. Έτσι ακριβώς όπως τ' ακούτε!
Για την ακρίβεια, έχουμε να κάνουμε μ’ ένα (ακόμα) κρούσμα κατακίτρινης (λόγω ζήλιας) χοιρινής δημοσιογραφίας που προτίθεμαι βεβαίως να αποκαλύψω, τεκμηριωμένα και ΜΕ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ όπως πάντα.
Προσέξατε φαντάζομαι ότι από την λεγόμενη «κλασσική καντίνα» όπου σταθήκαμε για φαγητό δημοσίευσε μόλις τρεις φωτογραφίες. Ε, εντάξει θα μου πείτε, τι παραπάνω να βάλει. Αμ εδώ είναι το ζουμί. Όχι στο πόσες φωτογραφίες παρέθεσε αλλά στο ποιες! Διότι μεταξύ των θαμώνων ήταν κι ένα παιδί … αχ μάνα μ’ , τι παιδί ήταν αυτό … πλην όμως ούτε μια λέξη δεν βρήκε να πει ο συνήθως λαλίστος επί παντός υδρονέττας. Εν προκειμένω μόκο, σιγή ιχθύος και τουμπεκί ψιλοκομμένο.
Και βεβαίως φωτό γιοκ. Σαν να μην υπήρξε ποτέ αυτή η συνάντηση. Σαν να μην πέρασε ποτέ από το οπτικό του πεδίο ο Σουδανός καλλονός. Αυτός που δεν αφήνει να του ξεφύγουν αφωτογράφητα ούτε τα πόμολα από τις πόρτες, του «διέφυγε» (και καλά) να κλικάρει πάνω στο ωραιότερο πλάσμα από καταβολής Σουδάν με κάτι ματάρες ΝΑ μέσα στο μέλι!
Αλλά είπαμε: άμα σε τρώει η ζήλια και τρέμεις μήπως και οι φαν σου στο φόρουμ στρέψουν αλλού το βλέμμα τους έστω και για λίγο, ε τότε δεν υπάρχει πάτος στο πού μπορεί να κατρακυλήσει ο άνθρωπος. Πόσο μάλλον ένα γουρούνι.
Ορίστε κορίτσια, όλος δικός σας! Και μην ξεχάστε παρακαλώ σε ποιον χρωστάτε αυτήν την φωτογραφία, ε!
Άντε να προσθέσω και δυο ακόμα πορτρέτα από την καντίνα, έτσι για το ξεκάρφωμα
Κι έτσι, μ’ αυτά και με εκείνα, φτάνουμε πια στο Σόλεμπ και στο … χμμ… πώς αλήθεια να χαρακτηρίσω εν συντομία και ευγενικά το κατάλυμά μας; … Α, το βρήκα!... στο … ατμοσφαιρικό κατάλυμα μινιμαλιστικών ανέσεων. Κι άμα λέμε μινιμαλιστικών, εννοούμε ποοοολύ μινιμαλιστικών. Γι αυτό και σ’ αυτό το σημείο θα ανοίξω μια παρένθεση για κάτι που παρέλειψα να σας παρουσιάσω ως όφειλα από την αρχή της ιστορίας και που δεν είναι άλλο από το εξαιρετικά χρήσιμο και θερμά συνιστώμενο αξεσουάρ κάθε καθώς πρέπει μπιχλοταξιδιού: την ατομική σεντονοθήκη ή αλλιώς sac a viande (κρεατοσακούλα) κατά την πιο παραστατική γαλλική έκφραση.
Το εν λόγω αξεσουάρ που (τυλιγμένο στη θήκη του) πιάνει χώρο όσο ένα βιβλίο αγοράστηκε πανάκριβα (3 ευρώ το ένα) από το ζεύγος Ζυρ-Ισαβ προ δεκαπενταετίας στο Βιετνάμ, και από τότε έχει ταξιδέψει σε αρκετές δεκάδες μπιχλώδεις χώρες με άριστα πάντα αποτελέσματα. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν πανάλαφρο υπνόσακο, από ύφασμα σατέν (όχι παίζουμε!), χωρίς φερμουάρ, όπου μόλις παραστεί η σχετική ανάγκη, χώνεσαι μέσα ολόκληρος γλιτώνοντας έτσι μια και καλή από τα απροσδιόριστου χρώματος (ή αλλιώς εσαεί ανάλλαχτα) σεντόνια καθώς και από τα διάφορα κατοικίδια που τυχόν συγκαταλέγονται στις (ανεπιθύμητες) παροχές του εκάστοτε καταλύματος.
Ιδού λοιπόν, δείτε και ζηλέψτε!
(Όποιος τολμήσει να υπαινιχτεί ότι ο Ζυρ τυλιγμένος έτσι θυμίζει κάτι σε διαστημικό υπόθετο ή σε αιγυπτιακή μούμια μέσα σε προφυλακτικό θα του κόψω την καλημέρα πάραυτα και δια παντός).
Ορίστε και το δικό μου σε κόκκινο
Με μια τέτοια πανοπλία στο οπλοστάσιό μας, καθώς και με επαρκή πολεμοφόδια από το έτερο υπερ-όπλο που ακούει στην ονομασία μωρομάντιλα, όπως καταλαβαίνετε κανένα Σόλεμπ δεν θα μπορούσε να μας πτοήσει!
Όπως δεν μπόρεσαν, εννοείται, να με πτοήσουν τα μυγάκια του Χιτσκοκ. Αντιθέτως. Χαράς ευαγγέλια τα μυγάκια! Για σκεφτείτε το λίγο: Τι ψυχή έχουν μερικά εκατομμύρια εντομάκια του θεού μέσα στα μάτια σου, το στόμα σου, τ’ αυτιά σου και τα ρουθούνια σου όταν χάρη σ’ αυτά ξεφορτώνεσαι ένα ολόκληρο μη μου άπτου γουρούνι μαζί με – κι εδώ είναι η ταμπακιέρα - την θανατηφόρα ΝΙΚΟΝ του;
Φανταστείτε λοιπόν την ευτυχία του να βγαίνεις από μια τέτοια πόρτα (είπαμε, αν και μίνιμαλ, το κατάλυμα ήταν ατμοσφαιρικό!)
Και το πρώτο που αντικρίζεις να είναι αυτό, εκατό μέτρα από το κατώφλι σου
Έναν ολόκληρο αρχαίο ναό για τα μάτια σου μόνο (έστω κι αν αυτά είναι πνιγμένα στα μυγάκια)
Ε, εντάξει δεν σου συμβαίνει δα και κάθε μέρα!
Αντιθέτως για τους ντόπιους, το σκηνικό αυτό είναι η καθημερινότητά τους. Πάνε κι έρχονται δίπλα από τις αρχαίες κολώνες λες και περπατάνε σ’ έναν «κανονικό» δρόμο της γειτονιάς τους.
Κι εδώ που τα λέμε, ο ναός του Σόλεμπ ΕΙΝΑΙ η γειτονιά τους! Κάπου εκεί γύρω βρίσκονται τα σπίτια τους, τα χωράφια τους και οι χουρμαδιές τους.
Στη σκιά αυτών των κολώνων μεγάλωσαν, έπαιξαν, μάλωσαν, ερωτεύτηκαν και γέννησαν παιδιά. Που κι αυτά με τη σειρά τους εκεί γαλουχήθηκαν και διαμόρφωσαν τους χαρακτήρες τους, ενσωματώνοντας το αρχαίο σκηνικό ως κομμάτι του είναι τους και άρα του ευρύτερου πολιτισμού τους. Ζώσα Ιστορία που διέχισε το χρόνο και συνεχίζει να ανασαίνει στο σήμερα, να τι είναι το Σόλεμπ!
Στο μεταξύ εγώ, μαζί με την Ιστορία ανασαίνω και κάμποσα μυγάκια, αλλά ας μην το κάνουμε θέμα. Όταν έχεις ένα τέτοιο λάσπινο χωριό στη διάθεσή σου το τριγυρνάς αγόγγυστα μέχρι τελικής πτώσης.
Κι άμα φτάσει το δειλινό, με έναν εξωπραγματικό ουρανό να τυλίγει τον αρχαιολογικό χώρο σαν σε πέπλα φωτιάς, ε τότε παραβλέπεις το γεγονός ότι ανάλογες με σένα φωτογραφίες τράβηξε και το επανακάμψαν εκείνη την ώρα γουρούνι, και υποκύπτεις τελικά στον πειρασμό να κλείσεις τα συμπληρώματα της μέρας ανεβάζοντας κι εσύ κάνα-δυο-τρεις από την σοδειά σου.
H πυξίδα έδειχνε να κινηθούμε βόρεια μεν, αλλά ο οδηγός είχε άλλη γνώμη και έβαλε ρότα προς το νότο! Αρχίζαμε να κοιτιόμαστε απορημένοι όμως ο οδηγός μας έλυσε σύντομα το γρίφο. Βορειότερα το φέρρυ μποτ δεν λειτουργούσε λόγω χαμηλής στάθμης των υδάτων του ποταμού κι έτσι έπρεπε να διασχίσουμε το Νείλο νοτιότερα, στο ύψος της πόλης Dongola όπου υπάρχει γέφυρα (κινεζικής κατασκευής, τι άλλο
Άλλη μια πληκτική διαδρομή, με εξαίρεση τη στάση στις κλασσικές καντίνες για φαγητό.



Λίγο μετά το μεσημέρι φτάσαμε στο κατάλυμά μας στο Soleb ακριβώς δίπλα από τον ομώνυμο ναό.
Ο νουβιακός ξενώνας είχε λίγο περισσότερο χαρακτήρα από όσους είχαμε μείνει ως τώρα, αν εξαιρέσεις βέβαια τις μύγες που μας προϋπάντησαν, το ότι καμιά βρύση ή ντουζιέρα δεν λειτουργούσε κι όλα γίνονταν χειροκίνητα από βαρέλια με αμφιβόλου προελεύσεως νερό (καφεπράσινης αποχρώσεως). Ούτε σκέψη για μπάνιο πλέον. Να΄ναι καλά τα μωρομάντηλα.


Ο γιός του ιδιοκτήτη ετοιμαζόταν για γάμο σε κανά δίμηνο οπότε επικρατούσε ένας αναβρασμός εργασιών. Απορούσα πως με την σκόνη και την άμμο παρούσες 365 μέρες το χρόνο, να τρυπώνει από παντού, αν είχε κάποιο το νόημα να κάνεις λάτρα και να ετοιμάζεις τη νυφική παστάδα.


Πάντως προκομμένο παλικάρι κι ευρηματικό ως ντεκορατέρ. Τεχνική που να ξαίνεις μαλλί και να το κάνεις ταπετσαρία τοίχου δεν είχα ματαδεί. Και μάλιστα σε ένα υπέροχο ροζουλί χρώμα.

Το πρόγραμμα δεν προέβλεπε κάτι περισσότερο πέραν της επίσκεψης στο ναό. Η Ισαβέλλα δεν πτοήθηκε από τον ήλιο του μεσημεριού. Βγήκε για βόλτα και φωτογράφηση στο χωριό. Επιστρέφοντας μας είπε ότι εκτός των παιδιών που την πήραν στο κατόπι με το κλασσικό ben ben, την κυνηγούσαν και κάτι μυγάκια άκρως ενοχλητικά. Αυτό το ακούσαμε μεν αλλά δεν το επεξεργαστήκαμε επαρκώς δε κι έτσι όλοι μαζί κινήσαμε προς την κατεύθυνση του ναού.
Λίγα βήματα όμως μετά την έξοδο, αρκούσαν για να δεχτούμε την ανηλεή επίθεση από τα προαναφέρομενα μυγάκια, τα οποία προσγειώνονταν κατά εκατοντάδες παντού. Στο σβέρκο, τα μάτια, τη μύτη, το στόμα. Το να φχαριστηθείς το ναό με το ραχάτι σου ήταν αδύνατον. Έπρεπε συνεχώς με τα χέρια να τα διώχνω από το πρόσωπό μου. Με το ζόρι τράβηξα μερικές φωτογραφίες από το ναό:




“Την ταινία “Τα πουλιά” του Χίτσκοκ τη θυμάσαι;” μου είπε ο Κώστας. Κάτι ανάλογο βιώναμε.

Δεν την σκιάζει φοβέρα καμιά.... Τι κι αν τα μυγάκια στήνουν τρελλό χορό γύρω από το πρόσωπό της
Αγανάκτησα κι άρον άρον επέστρεψα πίσω, έτοιμος να πείσω τον οδηγό μας να διανυκτερεύσουμε αλλού. Εκείνος έδειξε ψύχραιμος: “Α μα αυτά είναι μυγάκια που εμφανίζονται κυρίως το χειμώνα και δραστηριοποιούνται μόνο τη διάρκεια της μέρας. Μετακινούνται αναλόγως εποχής” Ήταν γραφτό μας συνεπώς να βρεθούμε στο μέρος όπου η δραστηριότητά τους ήταν στο ζενίθ.
Συγκράτησα την πληροφορία κι έτσι μόλις έφτασε το δειλινό κι ο ήλιος χάριζε μια πανέμορφη απόχρωση στα σύννεφα, με λιγότερες ωχλήσεις από τα μυγάκια ξαναπήγαμε στο ναό όπου κι έβγαλα κάποιες από τις πιο ατμοσφαιρικές φωτογραφίες του ταξιδιού.


Ο ναός Soleb παντελώς αφύλακτος, χωρίς περίφραξη, είναι ο καλύτερα διατηρημένος αιγυπτιακός ναός στις όχθες του σουδανέζικου Νείλου. Αφιερωμένος στον Άμωνα χτίστηκε τον 14αι. πΧ. από τον φαραώ Αμενχοτέπ. Σήμερα πέρα από τα τείχη στέκουν μόνο όρθιες κολώνες στυλιζαρισμένες σαν φοινικιές.

Γοητευμένοι από την βόλτα μας (πάλι οι μοναδικοί επισκέπτες ήμασταν) και ξένοιαστοι πια από την επίθεση των μυγακίων, γυρίσαμε στον ξενώνα όπου απολαύσαμε το δείπνο από τα χεράκια του οδηγού μας.
Γενικά μας έκανε εντύπωση πώς οι ντόπιοι λειτουργούν τους ξενώνες με λογική airbnb. Σου εξασφαλίζουν μόνο στέγη και διαθέτουν μια κουζίνα για να μαγειρέψει ο συνοδός του γκρουπ. Πόσο πιο προσοδοφόρο θα ήταν γι’αυτούς όμως αν αναλάμβαναν μαγειρέψουν για τους επισκέπτες τους. Και πόσο πιο καλοδεχούμενο από τους φιλοξενούμενούς τους βέβαια να γευτούν σπιτικό φαγητό.
Η βραδιά ήταν γλυκιά, απαλλαγμένη από ενοχλητικά έντομα, ο έναστρος ουρανός μαγευτικός κι έτσι η κούραση της μέρας άργησε να βαρύνει τα βλέφαρά μου.
Το ξενυχτήσαμε λιγάκι Κατερίνα νομίζω...
Δια χειρός Isabelle
7η μ. Υ μέρα
Πού είχαμε μείνει; Α ναι, στην μετάβασή μας από το Tumbus στο Soleb. Μια μετάβαση που ξεπέταξε στα γρήγορα ο γουρουνοφωτοσυγγραφέας με μία και μόνο φράση «Άλλη μια πληκτική διαδρομή, με εξαίρεση τη στάση στις κλασσικές καντίνες για φαγητό». Το θυμάστε φαντάζομαι; Και ναι μεν η διατύπωση αυτή εμπεριέχει, τυπικά τουλάχιστον, ισχυρή δόση αληθείας (οι διαδρομές στο Σουδάν είναι εν γένει μάλλον βαρετές και σίγουρα δεν συγκαταλέγονται στα δυνατά χαρτιά της χώρας), αποτελεί ωστόσο κλασσικό παράδειγμα δόλιας παραπληροφόρησης δια της αποσιώπησης ασύμφορων για τον γράφοντα λεπτομερειών. Μάλιστα. Έτσι ακριβώς όπως τ' ακούτε!
Για την ακρίβεια, έχουμε να κάνουμε μ’ ένα (ακόμα) κρούσμα κατακίτρινης (λόγω ζήλιας) χοιρινής δημοσιογραφίας που προτίθεμαι βεβαίως να αποκαλύψω, τεκμηριωμένα και ΜΕ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ όπως πάντα.
Προσέξατε φαντάζομαι ότι από την λεγόμενη «κλασσική καντίνα» όπου σταθήκαμε για φαγητό δημοσίευσε μόλις τρεις φωτογραφίες. Ε, εντάξει θα μου πείτε, τι παραπάνω να βάλει. Αμ εδώ είναι το ζουμί. Όχι στο πόσες φωτογραφίες παρέθεσε αλλά στο ποιες! Διότι μεταξύ των θαμώνων ήταν κι ένα παιδί … αχ μάνα μ’ , τι παιδί ήταν αυτό … πλην όμως ούτε μια λέξη δεν βρήκε να πει ο συνήθως λαλίστος επί παντός υδρονέττας. Εν προκειμένω μόκο, σιγή ιχθύος και τουμπεκί ψιλοκομμένο.
Και βεβαίως φωτό γιοκ. Σαν να μην υπήρξε ποτέ αυτή η συνάντηση. Σαν να μην πέρασε ποτέ από το οπτικό του πεδίο ο Σουδανός καλλονός. Αυτός που δεν αφήνει να του ξεφύγουν αφωτογράφητα ούτε τα πόμολα από τις πόρτες, του «διέφυγε» (και καλά) να κλικάρει πάνω στο ωραιότερο πλάσμα από καταβολής Σουδάν με κάτι ματάρες ΝΑ μέσα στο μέλι!
Αλλά είπαμε: άμα σε τρώει η ζήλια και τρέμεις μήπως και οι φαν σου στο φόρουμ στρέψουν αλλού το βλέμμα τους έστω και για λίγο, ε τότε δεν υπάρχει πάτος στο πού μπορεί να κατρακυλήσει ο άνθρωπος. Πόσο μάλλον ένα γουρούνι.
Ορίστε κορίτσια, όλος δικός σας! Και μην ξεχάστε παρακαλώ σε ποιον χρωστάτε αυτήν την φωτογραφία, ε!

Άντε να προσθέσω και δυο ακόμα πορτρέτα από την καντίνα, έτσι για το ξεκάρφωμα
Κι έτσι, μ’ αυτά και με εκείνα, φτάνουμε πια στο Σόλεμπ και στο … χμμ… πώς αλήθεια να χαρακτηρίσω εν συντομία και ευγενικά το κατάλυμά μας; … Α, το βρήκα!... στο … ατμοσφαιρικό κατάλυμα μινιμαλιστικών ανέσεων. Κι άμα λέμε μινιμαλιστικών, εννοούμε ποοοολύ μινιμαλιστικών. Γι αυτό και σ’ αυτό το σημείο θα ανοίξω μια παρένθεση για κάτι που παρέλειψα να σας παρουσιάσω ως όφειλα από την αρχή της ιστορίας και που δεν είναι άλλο από το εξαιρετικά χρήσιμο και θερμά συνιστώμενο αξεσουάρ κάθε καθώς πρέπει μπιχλοταξιδιού: την ατομική σεντονοθήκη ή αλλιώς sac a viande (κρεατοσακούλα) κατά την πιο παραστατική γαλλική έκφραση.
Το εν λόγω αξεσουάρ που (τυλιγμένο στη θήκη του) πιάνει χώρο όσο ένα βιβλίο αγοράστηκε πανάκριβα (3 ευρώ το ένα) από το ζεύγος Ζυρ-Ισαβ προ δεκαπενταετίας στο Βιετνάμ, και από τότε έχει ταξιδέψει σε αρκετές δεκάδες μπιχλώδεις χώρες με άριστα πάντα αποτελέσματα. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν πανάλαφρο υπνόσακο, από ύφασμα σατέν (όχι παίζουμε!), χωρίς φερμουάρ, όπου μόλις παραστεί η σχετική ανάγκη, χώνεσαι μέσα ολόκληρος γλιτώνοντας έτσι μια και καλή από τα απροσδιόριστου χρώματος (ή αλλιώς εσαεί ανάλλαχτα) σεντόνια καθώς και από τα διάφορα κατοικίδια που τυχόν συγκαταλέγονται στις (ανεπιθύμητες) παροχές του εκάστοτε καταλύματος.
Ιδού λοιπόν, δείτε και ζηλέψτε!
(Όποιος τολμήσει να υπαινιχτεί ότι ο Ζυρ τυλιγμένος έτσι θυμίζει κάτι σε διαστημικό υπόθετο ή σε αιγυπτιακή μούμια μέσα σε προφυλακτικό θα του κόψω την καλημέρα πάραυτα και δια παντός).
Ορίστε και το δικό μου σε κόκκινο
Με μια τέτοια πανοπλία στο οπλοστάσιό μας, καθώς και με επαρκή πολεμοφόδια από το έτερο υπερ-όπλο που ακούει στην ονομασία μωρομάντιλα, όπως καταλαβαίνετε κανένα Σόλεμπ δεν θα μπορούσε να μας πτοήσει!
Όπως δεν μπόρεσαν, εννοείται, να με πτοήσουν τα μυγάκια του Χιτσκοκ. Αντιθέτως. Χαράς ευαγγέλια τα μυγάκια! Για σκεφτείτε το λίγο: Τι ψυχή έχουν μερικά εκατομμύρια εντομάκια του θεού μέσα στα μάτια σου, το στόμα σου, τ’ αυτιά σου και τα ρουθούνια σου όταν χάρη σ’ αυτά ξεφορτώνεσαι ένα ολόκληρο μη μου άπτου γουρούνι μαζί με – κι εδώ είναι η ταμπακιέρα - την θανατηφόρα ΝΙΚΟΝ του;
Φανταστείτε λοιπόν την ευτυχία του να βγαίνεις από μια τέτοια πόρτα (είπαμε, αν και μίνιμαλ, το κατάλυμα ήταν ατμοσφαιρικό!)
Και το πρώτο που αντικρίζεις να είναι αυτό, εκατό μέτρα από το κατώφλι σου
Έναν ολόκληρο αρχαίο ναό για τα μάτια σου μόνο (έστω κι αν αυτά είναι πνιγμένα στα μυγάκια)
Ε, εντάξει δεν σου συμβαίνει δα και κάθε μέρα!
Αντιθέτως για τους ντόπιους, το σκηνικό αυτό είναι η καθημερινότητά τους. Πάνε κι έρχονται δίπλα από τις αρχαίες κολώνες λες και περπατάνε σ’ έναν «κανονικό» δρόμο της γειτονιάς τους.

Κι εδώ που τα λέμε, ο ναός του Σόλεμπ ΕΙΝΑΙ η γειτονιά τους! Κάπου εκεί γύρω βρίσκονται τα σπίτια τους, τα χωράφια τους και οι χουρμαδιές τους.
Στη σκιά αυτών των κολώνων μεγάλωσαν, έπαιξαν, μάλωσαν, ερωτεύτηκαν και γέννησαν παιδιά. Που κι αυτά με τη σειρά τους εκεί γαλουχήθηκαν και διαμόρφωσαν τους χαρακτήρες τους, ενσωματώνοντας το αρχαίο σκηνικό ως κομμάτι του είναι τους και άρα του ευρύτερου πολιτισμού τους. Ζώσα Ιστορία που διέχισε το χρόνο και συνεχίζει να ανασαίνει στο σήμερα, να τι είναι το Σόλεμπ!
Στο μεταξύ εγώ, μαζί με την Ιστορία ανασαίνω και κάμποσα μυγάκια, αλλά ας μην το κάνουμε θέμα. Όταν έχεις ένα τέτοιο λάσπινο χωριό στη διάθεσή σου το τριγυρνάς αγόγγυστα μέχρι τελικής πτώσης.
Κι άμα φτάσει το δειλινό, με έναν εξωπραγματικό ουρανό να τυλίγει τον αρχαιολογικό χώρο σαν σε πέπλα φωτιάς, ε τότε παραβλέπεις το γεγονός ότι ανάλογες με σένα φωτογραφίες τράβηξε και το επανακάμψαν εκείνη την ώρα γουρούνι, και υποκύπτεις τελικά στον πειρασμό να κλείσεις τα συμπληρώματα της μέρας ανεβάζοντας κι εσύ κάνα-δυο-τρεις από την σοδειά σου.
Last edited by a moderator: