hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.171
- Likes
- 14.604
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Χαρτούμ - Φτώχεια κ Καλή Καρδιά
- Ομντουρμάν - Χορεύοντας με τους Δερβίσηδες
- Κοράλλια κ Λαμαρίνες
- Κάσαλα - Πίστη ζυμωμένη απο πηλό
- Naqa & Mussawarat
- Οι πυραμίδες της Meroe
- Karima: τάφοι, πυραμίδες, ναοί και το εμβληματικό βουνό Jebel Barkal
- Παλιά Dongola: χριστιανικά μνημεία
- Kerma: προϊστορία και ξεχασμένα βασίλεια
- Οι..καταρράκτες του Νείλου κι οι βραχογραφίες
- Soleb: τα μυγάκια του Χίτσκοκ
- Sai: ένα νησί καταμεσίς του Νείλου
- Έρημος
- Χαρτούμ
- Επιμύθιο
ΧΑΡΤΟΥΜ, ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΚΑΡΔΙΑ
Ουφ, ζέστη!
Αν αυτό που ζούμε εμείς τώρα είναι ο σουδανικός χειμώνας, πώς διάολο την βγάζουν εδώ πέρα οι άνθρωποι το καλοκαίρι;
Το ερώτημα μου καρφώθηκε με το που πατήσαμε το πόδι μας στο αεροδρόμιο του Χαρτούμ και δεν θα μ’ εγκαταλείψει τις επόμενες τρεις βδομάδες όσο θ’ αλωνίσουμε την χώρα, πρώτα ανατολικά μέχρι την Ερυθρά και στη συνέχεια βόρεια ως τα σύνορα με την Αίγυπτο. Παντού τριάντα δυο με τριάντα πέντε βαθμούς κελσίου - υπό σκιά εννοείται - Δεκέμβρη μήνα!
Η ιδέα και μόνο ότι αυτές είναι οι πιο «ψυχρές» μέρες του χρόνου αρκεί για να σε στείλει αδιάβαστο. Σκέψου μονάχα πώς καθηλωνόμαστε όλοι, με σώμα και μυαλό χυλό, μόλις βαρέσει στην Ελλάδα κάνα σαραντάρι πέντε-δέκα μέρες το χρόνο. Κι άντε μετά πες μου εσύ πώς στην ευχή αντέχουν ΕΠΙ ΜΗΝΕΣ τούτοι δω οι άνθρωποι στους σαράντα πέντε με σαράντα εφτά και βάλε βαθμούς του σουδανικού καλοκαιριού… Πώς δουλεύουν; Πώς κινούνται; Πώς, έστω, ανασαίνουν;
Παρένθεση: Για μια ακόμη φορά αναλογίζομαι σε τι ευλογημένο (και από άποψη κλίματος) τόπο έχουμε την τύχη να ζούμε και πόσο ασύλληπτα γελοίοι γινόμαστε (και) σ’ αυτό το ζήτημα, όταν μετατρέπουμε σε μείζον τηλεοπτικό δράμα λίγο κρύο, ζέστη ή βροχή παραπάνω από το «κανονικό». Κλείνει η παρένθεση.
Πού πάτε λέει;
Στο Σουδάν; Μα καλά δεν φοβάστε μη σας φάνε λάχανο; Εκεί πέρα σκοτώνονται μεταξύ τους! Αυτό ήταν περίπου το τροπάριο κάθε φορά που δήλωνα τον προορισμό μας ως απάντηση στο γνωστό πια ερώτημα «για πού ετοιμάζετε το επόμενο ταξίδι;»
Άκου λοιπόν, ειλικρινά και στα ίσια: Όχι, δεν φοβόμαστε. Και ξέρεις γιατί; Γιατί δεν καταπίνουμε αμάσητα όσα σερβίρουν τα κανάλια της προπαγάνδας και του εντυπωσιασμού. Παρά επιδιώκουμε να διασταυρώνουμε τις πληροφορίες μας από πολλές και, κυρίως, αξιόπιστες πηγές. Κακώς κάποιοι μας θεωρούν ριψοκίνδυνους. Δεν είμαστε. Απλά φροντίζουμε να ενημερωνόμαστε σωστά. Γιατί το αντίδοτο του φόβου δεν είναι η αποκοτιά αλλά η γνώση.
Έτσι λοιπόν, ως προς τα πραγματικά στοιχεία, η κατάσταση έχει ως εξής:
Μετά από μισό αιώνα εμφύλιο (από το 1955 μέχρι το 2005, με μια ανακωχή έντεκα χρόνων από το 1972 ως το 1983), όπου συγκρούστηκαν ανελέητα ο έχων τον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας μουσουλμανικός βορράς με τον παραγκωνισμένο ανιμιστικό και χριστιανικό νότο, η δύσκολη συμφωνία ειρήνευσης οδήγησε εν τέλει στην ανεξαρτητοποίηση του Νότιου Σουδάν το 2011. Το δε οξύμωρο είναι ότι ο ηττημένος βορράς ξαναβρήκε τις ισορροπίες του μετά την απόσχιση, ενώ αντίθετα ξεκίνησε νέος εμφύλιος πόλεμος στο Νότιο Σουδάν για τον έλεγχο της εξουσίας μέσα στο νεοσύστατο κράτος!
Παράλληλα, η κρίση που ξέσπασε το 2003 στο Νταρφούρ, στο δυτικό Σουδάν, και συνεχίστηκε για περισσότερο από μια δεκαετία με τρομακτικές ωμότητες από πλευράς της κυβέρνησης του Χαρτούμ σε βάρος των μη αραβικών φυλών της περιοχής, ευτυχώς φαίνεται να γνωρίζει μια σημαντική ύφεση τα τελευταία τέσσερα-πέντε χρόνια. Με άλλα λόγια, το Σουδάν είναι ασφαλές για επίσκεψη, με εξαίρεση το δυτικό κομμάτι περί το Νταρφούρ καθώς και ορισμένες περιοχές στο νότο, κοντά στα σύνορα με το φλεγόμενο Νότιο Σουδάν, που παραμένουν κλειστές προληπτικά.
Με επιφάνεια δυόμιση εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων, το πάλαι ποτέ ενιαίο Σουδάν ήταν η μεγαλύτερη χώρα της Αφρικής μέχρι το 2011 οπότε και αποσχίστηκε ο νότος. Μα ακόμα και μετά τον εδαφικό ακρωτηριασμό του, παραμένει η τρίτη σε μέγεθος χώρα της Μαύρης Ηπείρου, έστω κι αν περιορίζεται πλέον σε «μόλις» ένα εκατομμύριο οκτακόσιες εξήντα χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα (σαν να λέμε δηλαδή δεκατέσσερις Ελλάδες και κάτι ψιλά!). Με τέτοια αχανή έκταση είναι, πιστεύω, αυταπόδεικτο ότι ο επισκέψιμος χώρος παραμένει τεράστιος ακόμα κι αν απαγορεύεται η πρόσβαση σε κάποια τμήματα της χώρας.
Και για να κλείσουμε το πονεμένο κεφάλαιο των εμφυλίων, να προσθέσω εδώ ότι η ανάκτηση της ασφάλειας στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας δεν άλλαξε δυστυχώς σε τίποτε την καταπιεστική φύση του καθεστώτος. Πλην ωστόσο της καθολικής απαγόρευσης του αλκοόλ λόγω επιβολής του ισλαμικού νόμου (σαρία), δύσκολα κατά τα άλλα θα αντιληφθεί ο επισκέπτης την περιστολή των ελευθεριών και την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτά αποτελούν το θλιβερό προνόμιο των πολιτών της χώρας που τα ζουν στο πετσί τους κατ’ αποκλειστικότητα…
Γνώριμη κι αγαπημένη Αφρική
Οικειότητα. Εκτός από την ζέστη, αυτό είναι το συναίσθημα που μ’ έχει κυριεύσει, καθώς περπατάμε με τον Ζυρ στην πρώτη αναγνωριστική μας βόλτα στην πόλη. Όπου κι αν κοιτάξω γύρω μου, παντού αντικρίζω τη γνώριμη κι αγαπημένη μου Αφρική.
Το χαρούμενο μπάχαλο στους δρόμους
Τη ζωή που στο συντριπτικό της μέρος διεξάγεται έξω, σε δημόσια θέα
Με τους άντρες συγκεντρωμένους κατά μεγάλες ομάδες, να πίνουν τσάι και καφέ ολημερίς καθισμένοι στα πεζοδρόμια
Με τις εμπορικές συναλλαγές να διεκπεραιώνονται όπως να’ ναι και όπου να’ ναι
Με πέντε-δέκα ασφαλτοστρωμένους κεντρικούς δρόμους όλους κι όλους και τους υπόλοιπους χωμάτινους ή από ξεχαρβαλωμένη πρώην άσφαλτο
Και βεβαίως με τα απερίγραπτα ταξί, κινητά μνημεία παγκόσμιας αυτοκινητοβιομηχανικής κληρονομιάς, αλλά και ζωντανή απόδειξη ότι όσο πιο παλιά τα μοντέλα τόσο πιο ανθεκτικά, ειδικά άμα αναλαμβάνει η αξεπέραστη αφρικανική επινοητικότητα την παράταση της ζωής τους.
Εννοείται ότι πολλά, αν όχι όλα, απ’ αυτά που εμένα με συγκινούν ξεσηκώνοντας μέσα μου ένα κύμα τρυφερότητας, μάλλον θα προκαλούσαν ενόχληση, αν όχι απόλυτη αποστροφή, στον «μέσο» δυτικοθρεμμένο επισκέπτη. Για να μην πω ότι θα τον έτρεπαν κατ’ ευθείαν σε άτακτη φυγή από φρίκη και τρόμο. Τι κρίμα όμως να μένεις μονάχα στην επιφάνεια των πραγμάτων και να χάνεις την ευκαιρία να γνωρίσεις από κοντά αυτόν τον απίστευτα ανοιχτόκαρδο λαό!
Μια όαση καλοσύνης
Ναι, τους αγάπησα τους Σουδανούς, δεν το κρύβω. Και δικαίως. Τους αξίζει και με το παραπάνω. Δεν συναντάς εύκολα αλλού τόσο καλοκάγαθο και άδολο πληθυσμό, ειδικά στην Αφρική. Είναι σκληρή η Αφρική, πρώτα για τους γηγενείς της, αλλά και για τους ταξιδιώτες.
Γι αυτό και στην Μαύρη Ήπειρο δεν πας εν γένει τραλαλά και ανυποψίαστος. Πας, όσο γίνεται, προετοιμασμένος ψυχολογικά, όχι μόνο για ν’ αντιμετωπίσεις τον εσωτερικό συγκλονισμό που επιφέρει η άμεση επαφή με την πιο ακραία φτώχεια αλλά και για να διαχειριστείς όλα τα παρελκόμενά της: τον ρατσισμό (Πολύ ηπιότερο πάντως απ' αυτόν που κερνάμε εδώ τους μαύρους μετανάστες), τις συνεχείς παρενοχλήσεις στο δρόμο, την συχνά επιθετική επαιτεία (δώσε, είσαι λευκός άρα πλούσιος), τις ατέρμονες διαπραγματεύσεις για να μην πληρώσεις διπλά και τρίδιπλα ακόμα κι ένα μπουκάλι νερό.
Εννοείται ότι υπάρχουν ιστορικοί, οικονομικοί και πολιτισμικοί λόγοι για όλα αυτά, μα ακόμα κι αν τους κατανοείς, η γνώση αυτή δεν αρκεί πάντα για να σε θωρακίσει συναισθηματικά. Πληγώνει πολύ η Αφρική πριν σε αφήσει να την αγαπήσεις.
Σε αντίθεση ωστόσο με τα παραπάνω γνωρίσματα που συναντάς σε πάμπολλες αφρικανικές χώρες, το Σουδάν φαντάζει σαν μια όαση προσήνειας, καλοσύνης, αθωότητας και ανθρωπιάς. Λες και ανήκει σε άλλη ήπειρο. Κάτι σαν νοτιοανατολική Ασία πριν τον τουρισμό. Ή σαν Ελλάδα του ’50.
Ναι τους αγάπησα τους Σουδανούς κι έχω τους λόγους μου. Βάσιμους λόγους. Γιατί όσο περιφερθήκαμε στα ανατολικά της χώρας μόνοι ο Ζυρ κι εγώ, με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, παντού μα παντού νιώσαμε ασφαλείς. Μοναδικές δυο σταγόνες γάλακτος σε μια θάλασσα μαύρου καφέ (πουθενά δεν είδαμε ούτε έναν λευκό για δείγμα), παντού μα παντού συναντήσαμε μονάχα ανθρώπους πρόθυμους να μας βοηθήσουν. Να μας δείξουν τον δρόμο, να μας βρουν κατάλυμα, να πάνε για λογαριασμό μας στους χαοτικούς σταθμούς των υπεραστικών να βγάλουν εισιτήρια. Χωρίς κανένα απολύτως κίνητρο πέρα απ’ αυτόν της φιλοξενίας και της εξυπηρέτησης των ξένων ταξιδιωτών που τους «έκαναν την τιμή» να επισκεφτούν την χώρα τους. Όχι μόνο κανείς δεν ζήτησε ποτέ μπαχτσίς, μα και κανένας δεν δέχτηκε όταν επιχειρήσαμε να δώσουμε. Η άρνηση ξεκινούσε μ’ ένα χαμόγελο και έκλεινε μ’ ένα «χαρά μου που βοήθησα, welcome to my country».
Μα ας μην προτρέχω. Ας μείνουμε για την ώρα στο Χαρτούμ, να το γνωρίσουμε λίγο παραπάνω.
Γαλάζιος και Λευκός, το ίδιο καφετί
Το Χαρτούμ που λες μου αποτυπώθηκε παιδιόθεν από το μάθημα γεωγραφίας στο σχολείο κυρίως για ένα πράγμα: ως η πόλη όπου σμίγουν τα νερά τους ο Λευκός και ο Γαλάζιος Νείλος για να συνεχίσουν ενωμένοι το μακρύ ταξίδι μέχρι την Μεσόγειο. Ακούγεται λιγάκι σαν μυθικό το σημείο αυτό, έτσι δεν είναι;
Ε, δεν θέλω να σου την χαλάσω, πλην όμως… άνθρακας ο θησαυρός. Ορίστε, δες φωτογραφία από τον περίφημο τόπο της ποταμίσιας συνάντησης κι άμα διακρίνεις εσύ διαφορά ανάμεσα στους δυο Νείλους, εξήγησέ την μου κι εμένα μπας και την καταλάβω (δεξιά από τον ψαρά ο Γαλάζιος-λασποκαφετί Νείλος, αριστερά ο Λευκός-λασποκαφετί Νείλος).
Ευτυχώς οι γέφυρες που περνάνε από πάνω έχουν σαφώς μεγαλύτερη φωτογένεια!
Εξαιρώντας το υπερχιλιόχρονο Κάιρο, η Μαύρη Ήπειρος και ειδικότερα η υποσαχάρια Αφρική στερείται κατά κανόνα μεγάλων μητροπόλεων με σημαντική ιστορική διαδρομή. Και ως προς αυτό, η πρωτεύουσα του Σουδάν δεν ξεφεύγει από τον κανόνα. Ιδρυθέν μόλις το 1821 από τον Ιμπραήμ Πασά, γιο του ηγεμόνα της Αιγύπτου Μοχάμεντ Άλι, το Χαρτούμ αριθμούσε λιγότερο από εκατό χιλιάδες κατοίκους στις αρχές του εικοστού αιώνα, για να φτάσει σήμερα να συγκεντρώνει περί τα πεντέμισι εκατομμύρια.
Για ν’ ακριβολογούμε, ο αριθμός αυτός αθροίζει τον πληθυσμό και των τριών περιφερειών του ευρύτερου «μητροπολιτικού Χαρτούμ» , ήτοι το κυρίως Χαρτούμ που περικλείεται από τον Γαλάζιο και τον Λευκό Νείλο ως το σημείο συνάντησής τους, το βόρειο Χαρτούμ που εκτείνεται βόρεια του Γαλάζιου και οροθετείται από την ανατολική όχθη του ενιαίου Νείλου, και το Ομντουρμάν που απλώνεται πέρα από την δυτική όχθη.
Χωρίς να μπορείς ασφαλώς να το πεις ωραίο, αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι το Χαρτούμ στερείται ενδιαφέροντος, κάθε άλλο. Για την γνήσια αφρικανική ατμόσφαιρα των δρόμων τα είπαμε ήδη. Μα η πόλη έχει κι άλλα να δώσει.
Η επίσκεψη στο Εθνικό Μουσείο προσφέρει μια πολύτιμη επισκόπηση της ιστορίας της χώρας με εκθέματα που εκκινούν από τη νεολιθική εποχή και φτάνουν μέχρι τις χριστιανικές τοιχογραφίες του δέκατου τρίτου αιώνα από το Φαράς. Οι τελευταίες μάλιστα διασώθηκαν με παρέμβαση της Ουνέσκο ενώ κινδύνευαν να χαθούν για πάντα στον βυθό της λίμνης Νάσερ όταν αυτή πλημμύρισε τμήμα της αρχαίας Νουβίας, σαν απότοκο της κατασκευής του φράγματος στο Ασουάν στην Αίγυπτο την δεκαετία του ’60.
Ανάλογης διάσωσης έτυχαν και ο ναός της Χατσεψούτ στο Μπούχεν, καθώς και οι ναοί στην Κούμμα και την Σέμνα, που όλοι εκτίθενται στον αύλειο χώρο του μουσείου προς μεγάλη τέρψη των φωτογραφικών μας μηχανών. Καλύτερη εισαγωγή στους αρχαιολογικούς χώρους που πρόκειται να περιδιαβούμε προσεχώς στο βόρειο Σουδάν δεν θα μπορούσε να υπάρξει απ’ αυτήν την περιήγηση στο Εθνικό Μουσείο.
Η βόλτα σε κάπως πιο κυριλέ περιοχές του κέντρου αποκαλύπτουν κάποια δημόσια κτίρια με φρουρούς για να κρατάνε μακριά (ευγενικά) τους φωτογράφους και συρματοπλέγματα για να απωθούν τους διαρρήκτες,
διαφημίσεις της κοκακόλα
καθώς και ένα υπερσύγχρονο mall (όλα τα’χε η Μαριωρή…) για να βρίσκουν κάπου ν’ ακουμπάνε τα λεφτά τους οι έχοντες.
Α, ναι, να μην ξεχάσω επίσης να αναφέρω ένα ακέραιο, καλογυαλισμένο κι αγρατσούνιστο ταξί!
Από την γύρα μας δεν θα μπορούσαν να λείπουν και τα κτίρια ελληνικού ενδιαφέροντος με πρώτο και καλύτερο το ξενοδοχείο Ακροπόλ. Αγορασμένο από τον Κεφαλονίτη εμιγκρέ Παναγιώτη Παγουλάτο, το εν λόγω ξενοδοχείο λειτουργεί αδιαλείπτως από το 1955, γεγονός που το καθιστά το παλαιότερο του Χαρτούμ, ενώ σήμερα πίσω από την ρεσεψιόν στέκεται ήδη η τρίτη γενιά της ίδιας πάντα οικογένειας. Με ρετρό ατμόσφαιρα και χωρίς καμιά πολυτέλεια, πλην όμως με τιμές ανεξήγητα τσουχτερές και σίγουρα απαγορευτικές για το δικό μας βαλάντιο, περιοριστήκαμε σ’ έναν καφέ κερασμένο από τον ευγενέστατο και συμπαθή ιδιοκτήτη, τα είπαμε για λίγο στα ελληνικά και …. πάμε γι άλλα!
Όπου τα «άλλα» είναι η «Κοντομιχάλειος Σχολή» - σχολείο της κάποτε ανθηρής και τώρα πια μαραμένης ελληνικής κοινότητας του Χαρτούμ – που στο μεταξύ έχει μετατραπεί σε πολυπολιτισμικό εκπαιδευτικό ίδρυμα. Από την εξυπηρετικότατη διευθύντρια που αναλαμβάνει την ξενάγησή μας, μαθαίνουμε ότι οι εναπομείναντες Έλληνες μαθητές είναι μόλις εφτά και φοιτούν τιμής ένεκεν δωρεάν, ενώ η κύρια πελατεία του ιδρύματος απαρτίζεται από παιδιά εκπατρισμένων (διπλωματών, στελεχών ξένων εταιρειών κλπ.) καθώς και από τους γόνους ευκατάστατων σουδανικών οικογενειών.
Τα σλόγκαν πάντως που στολίζουν τις σχολικές αίθουσες και τους διαδρόμους προτρέποντας στην ανεκτικότητα, τον σεβασμό και την αλληλεγγύη μαρτυρούν μια ελπιδοφόρα εκπαιδευτική κατεύθυνση. Και δεν θα μπορούσαν, εννοείται, να διαφύγουν της προσοχής μας ανάλογες παραινέσεις στα ελληνικά, γραμμένες αυτές σε άλλο ύφος αλλά και σε άλλη εποχή.
Το φωτογραφικό κλικ πάνω στην εκκλησία που βρίσκεται μεσοτοιχία με την αυλή του εκπαιδευτικού ιδρύματος συμπληρώνει τη σύντομη περιήγηση μας στην ελληνικό μικρόκοσμο του Χαρτούμ. Το Ομντουρμάν μας περιμένει.
Ομντουρμάν
Εδώ χτυπάει, λέει, η λαϊκή εμπορική καρδιά της σουδανικής μητρόπολης με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Τι λέγαμε πρωτύτερα για το χαρούμενο μπάχαλο στους δρόμους του Χαρτούμ. Ε, πολλαπλασίασέ το επί πέντε,
πρόσθεσε κάποσα τουκτούκ και κάρα με γαϊδούρια, μουλάρια και άλογα
βάλε χαμάληδες, βαστάζους και μεταφορείς
γαρνίρισέ το και με τρεις φορές παραπάνω σκουπίδια και έχεις την εικόνα.
(Πϊσω από τα χαρτόνια στεγάζεται "καφενείο")
Η μάλλον δεν την έχεις ακόμα, γιατί ο κύριος λόγος που μας έφερε στο Ομντουρμάν είναι άλλος. Σήμερα είναι Παρασκευή και σε λίγο ξεκινάει ο χορός των δερβίσηδων!

Ουφ, ζέστη!
Αν αυτό που ζούμε εμείς τώρα είναι ο σουδανικός χειμώνας, πώς διάολο την βγάζουν εδώ πέρα οι άνθρωποι το καλοκαίρι;
Το ερώτημα μου καρφώθηκε με το που πατήσαμε το πόδι μας στο αεροδρόμιο του Χαρτούμ και δεν θα μ’ εγκαταλείψει τις επόμενες τρεις βδομάδες όσο θ’ αλωνίσουμε την χώρα, πρώτα ανατολικά μέχρι την Ερυθρά και στη συνέχεια βόρεια ως τα σύνορα με την Αίγυπτο. Παντού τριάντα δυο με τριάντα πέντε βαθμούς κελσίου - υπό σκιά εννοείται - Δεκέμβρη μήνα!
Η ιδέα και μόνο ότι αυτές είναι οι πιο «ψυχρές» μέρες του χρόνου αρκεί για να σε στείλει αδιάβαστο. Σκέψου μονάχα πώς καθηλωνόμαστε όλοι, με σώμα και μυαλό χυλό, μόλις βαρέσει στην Ελλάδα κάνα σαραντάρι πέντε-δέκα μέρες το χρόνο. Κι άντε μετά πες μου εσύ πώς στην ευχή αντέχουν ΕΠΙ ΜΗΝΕΣ τούτοι δω οι άνθρωποι στους σαράντα πέντε με σαράντα εφτά και βάλε βαθμούς του σουδανικού καλοκαιριού… Πώς δουλεύουν; Πώς κινούνται; Πώς, έστω, ανασαίνουν;
Παρένθεση: Για μια ακόμη φορά αναλογίζομαι σε τι ευλογημένο (και από άποψη κλίματος) τόπο έχουμε την τύχη να ζούμε και πόσο ασύλληπτα γελοίοι γινόμαστε (και) σ’ αυτό το ζήτημα, όταν μετατρέπουμε σε μείζον τηλεοπτικό δράμα λίγο κρύο, ζέστη ή βροχή παραπάνω από το «κανονικό». Κλείνει η παρένθεση.

Πού πάτε λέει;
Στο Σουδάν; Μα καλά δεν φοβάστε μη σας φάνε λάχανο; Εκεί πέρα σκοτώνονται μεταξύ τους! Αυτό ήταν περίπου το τροπάριο κάθε φορά που δήλωνα τον προορισμό μας ως απάντηση στο γνωστό πια ερώτημα «για πού ετοιμάζετε το επόμενο ταξίδι;»
Άκου λοιπόν, ειλικρινά και στα ίσια: Όχι, δεν φοβόμαστε. Και ξέρεις γιατί; Γιατί δεν καταπίνουμε αμάσητα όσα σερβίρουν τα κανάλια της προπαγάνδας και του εντυπωσιασμού. Παρά επιδιώκουμε να διασταυρώνουμε τις πληροφορίες μας από πολλές και, κυρίως, αξιόπιστες πηγές. Κακώς κάποιοι μας θεωρούν ριψοκίνδυνους. Δεν είμαστε. Απλά φροντίζουμε να ενημερωνόμαστε σωστά. Γιατί το αντίδοτο του φόβου δεν είναι η αποκοτιά αλλά η γνώση.

Έτσι λοιπόν, ως προς τα πραγματικά στοιχεία, η κατάσταση έχει ως εξής:
Μετά από μισό αιώνα εμφύλιο (από το 1955 μέχρι το 2005, με μια ανακωχή έντεκα χρόνων από το 1972 ως το 1983), όπου συγκρούστηκαν ανελέητα ο έχων τον έλεγχο της κεντρικής εξουσίας μουσουλμανικός βορράς με τον παραγκωνισμένο ανιμιστικό και χριστιανικό νότο, η δύσκολη συμφωνία ειρήνευσης οδήγησε εν τέλει στην ανεξαρτητοποίηση του Νότιου Σουδάν το 2011. Το δε οξύμωρο είναι ότι ο ηττημένος βορράς ξαναβρήκε τις ισορροπίες του μετά την απόσχιση, ενώ αντίθετα ξεκίνησε νέος εμφύλιος πόλεμος στο Νότιο Σουδάν για τον έλεγχο της εξουσίας μέσα στο νεοσύστατο κράτος!
Παράλληλα, η κρίση που ξέσπασε το 2003 στο Νταρφούρ, στο δυτικό Σουδάν, και συνεχίστηκε για περισσότερο από μια δεκαετία με τρομακτικές ωμότητες από πλευράς της κυβέρνησης του Χαρτούμ σε βάρος των μη αραβικών φυλών της περιοχής, ευτυχώς φαίνεται να γνωρίζει μια σημαντική ύφεση τα τελευταία τέσσερα-πέντε χρόνια. Με άλλα λόγια, το Σουδάν είναι ασφαλές για επίσκεψη, με εξαίρεση το δυτικό κομμάτι περί το Νταρφούρ καθώς και ορισμένες περιοχές στο νότο, κοντά στα σύνορα με το φλεγόμενο Νότιο Σουδάν, που παραμένουν κλειστές προληπτικά.
Με επιφάνεια δυόμιση εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων, το πάλαι ποτέ ενιαίο Σουδάν ήταν η μεγαλύτερη χώρα της Αφρικής μέχρι το 2011 οπότε και αποσχίστηκε ο νότος. Μα ακόμα και μετά τον εδαφικό ακρωτηριασμό του, παραμένει η τρίτη σε μέγεθος χώρα της Μαύρης Ηπείρου, έστω κι αν περιορίζεται πλέον σε «μόλις» ένα εκατομμύριο οκτακόσιες εξήντα χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα (σαν να λέμε δηλαδή δεκατέσσερις Ελλάδες και κάτι ψιλά!). Με τέτοια αχανή έκταση είναι, πιστεύω, αυταπόδεικτο ότι ο επισκέψιμος χώρος παραμένει τεράστιος ακόμα κι αν απαγορεύεται η πρόσβαση σε κάποια τμήματα της χώρας.
Και για να κλείσουμε το πονεμένο κεφάλαιο των εμφυλίων, να προσθέσω εδώ ότι η ανάκτηση της ασφάλειας στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας δεν άλλαξε δυστυχώς σε τίποτε την καταπιεστική φύση του καθεστώτος. Πλην ωστόσο της καθολικής απαγόρευσης του αλκοόλ λόγω επιβολής του ισλαμικού νόμου (σαρία), δύσκολα κατά τα άλλα θα αντιληφθεί ο επισκέπτης την περιστολή των ελευθεριών και την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτά αποτελούν το θλιβερό προνόμιο των πολιτών της χώρας που τα ζουν στο πετσί τους κατ’ αποκλειστικότητα…

Γνώριμη κι αγαπημένη Αφρική
Οικειότητα. Εκτός από την ζέστη, αυτό είναι το συναίσθημα που μ’ έχει κυριεύσει, καθώς περπατάμε με τον Ζυρ στην πρώτη αναγνωριστική μας βόλτα στην πόλη. Όπου κι αν κοιτάξω γύρω μου, παντού αντικρίζω τη γνώριμη κι αγαπημένη μου Αφρική.










Το χαρούμενο μπάχαλο στους δρόμους




Τη ζωή που στο συντριπτικό της μέρος διεξάγεται έξω, σε δημόσια θέα





Με τους άντρες συγκεντρωμένους κατά μεγάλες ομάδες, να πίνουν τσάι και καφέ ολημερίς καθισμένοι στα πεζοδρόμια





Με τις εμπορικές συναλλαγές να διεκπεραιώνονται όπως να’ ναι και όπου να’ ναι


Με πέντε-δέκα ασφαλτοστρωμένους κεντρικούς δρόμους όλους κι όλους και τους υπόλοιπους χωμάτινους ή από ξεχαρβαλωμένη πρώην άσφαλτο





Και βεβαίως με τα απερίγραπτα ταξί, κινητά μνημεία παγκόσμιας αυτοκινητοβιομηχανικής κληρονομιάς, αλλά και ζωντανή απόδειξη ότι όσο πιο παλιά τα μοντέλα τόσο πιο ανθεκτικά, ειδικά άμα αναλαμβάνει η αξεπέραστη αφρικανική επινοητικότητα την παράταση της ζωής τους.




Εννοείται ότι πολλά, αν όχι όλα, απ’ αυτά που εμένα με συγκινούν ξεσηκώνοντας μέσα μου ένα κύμα τρυφερότητας, μάλλον θα προκαλούσαν ενόχληση, αν όχι απόλυτη αποστροφή, στον «μέσο» δυτικοθρεμμένο επισκέπτη. Για να μην πω ότι θα τον έτρεπαν κατ’ ευθείαν σε άτακτη φυγή από φρίκη και τρόμο. Τι κρίμα όμως να μένεις μονάχα στην επιφάνεια των πραγμάτων και να χάνεις την ευκαιρία να γνωρίσεις από κοντά αυτόν τον απίστευτα ανοιχτόκαρδο λαό!

Μια όαση καλοσύνης
Ναι, τους αγάπησα τους Σουδανούς, δεν το κρύβω. Και δικαίως. Τους αξίζει και με το παραπάνω. Δεν συναντάς εύκολα αλλού τόσο καλοκάγαθο και άδολο πληθυσμό, ειδικά στην Αφρική. Είναι σκληρή η Αφρική, πρώτα για τους γηγενείς της, αλλά και για τους ταξιδιώτες.

Γι αυτό και στην Μαύρη Ήπειρο δεν πας εν γένει τραλαλά και ανυποψίαστος. Πας, όσο γίνεται, προετοιμασμένος ψυχολογικά, όχι μόνο για ν’ αντιμετωπίσεις τον εσωτερικό συγκλονισμό που επιφέρει η άμεση επαφή με την πιο ακραία φτώχεια αλλά και για να διαχειριστείς όλα τα παρελκόμενά της: τον ρατσισμό (Πολύ ηπιότερο πάντως απ' αυτόν που κερνάμε εδώ τους μαύρους μετανάστες), τις συνεχείς παρενοχλήσεις στο δρόμο, την συχνά επιθετική επαιτεία (δώσε, είσαι λευκός άρα πλούσιος), τις ατέρμονες διαπραγματεύσεις για να μην πληρώσεις διπλά και τρίδιπλα ακόμα κι ένα μπουκάλι νερό.

Εννοείται ότι υπάρχουν ιστορικοί, οικονομικοί και πολιτισμικοί λόγοι για όλα αυτά, μα ακόμα κι αν τους κατανοείς, η γνώση αυτή δεν αρκεί πάντα για να σε θωρακίσει συναισθηματικά. Πληγώνει πολύ η Αφρική πριν σε αφήσει να την αγαπήσεις.

Σε αντίθεση ωστόσο με τα παραπάνω γνωρίσματα που συναντάς σε πάμπολλες αφρικανικές χώρες, το Σουδάν φαντάζει σαν μια όαση προσήνειας, καλοσύνης, αθωότητας και ανθρωπιάς. Λες και ανήκει σε άλλη ήπειρο. Κάτι σαν νοτιοανατολική Ασία πριν τον τουρισμό. Ή σαν Ελλάδα του ’50.

Ναι τους αγάπησα τους Σουδανούς κι έχω τους λόγους μου. Βάσιμους λόγους. Γιατί όσο περιφερθήκαμε στα ανατολικά της χώρας μόνοι ο Ζυρ κι εγώ, με τα μέσα μαζικής μεταφοράς, παντού μα παντού νιώσαμε ασφαλείς. Μοναδικές δυο σταγόνες γάλακτος σε μια θάλασσα μαύρου καφέ (πουθενά δεν είδαμε ούτε έναν λευκό για δείγμα), παντού μα παντού συναντήσαμε μονάχα ανθρώπους πρόθυμους να μας βοηθήσουν. Να μας δείξουν τον δρόμο, να μας βρουν κατάλυμα, να πάνε για λογαριασμό μας στους χαοτικούς σταθμούς των υπεραστικών να βγάλουν εισιτήρια. Χωρίς κανένα απολύτως κίνητρο πέρα απ’ αυτόν της φιλοξενίας και της εξυπηρέτησης των ξένων ταξιδιωτών που τους «έκαναν την τιμή» να επισκεφτούν την χώρα τους. Όχι μόνο κανείς δεν ζήτησε ποτέ μπαχτσίς, μα και κανένας δεν δέχτηκε όταν επιχειρήσαμε να δώσουμε. Η άρνηση ξεκινούσε μ’ ένα χαμόγελο και έκλεινε μ’ ένα «χαρά μου που βοήθησα, welcome to my country».

Μα ας μην προτρέχω. Ας μείνουμε για την ώρα στο Χαρτούμ, να το γνωρίσουμε λίγο παραπάνω.


Γαλάζιος και Λευκός, το ίδιο καφετί
Το Χαρτούμ που λες μου αποτυπώθηκε παιδιόθεν από το μάθημα γεωγραφίας στο σχολείο κυρίως για ένα πράγμα: ως η πόλη όπου σμίγουν τα νερά τους ο Λευκός και ο Γαλάζιος Νείλος για να συνεχίσουν ενωμένοι το μακρύ ταξίδι μέχρι την Μεσόγειο. Ακούγεται λιγάκι σαν μυθικό το σημείο αυτό, έτσι δεν είναι;
Ε, δεν θέλω να σου την χαλάσω, πλην όμως… άνθρακας ο θησαυρός. Ορίστε, δες φωτογραφία από τον περίφημο τόπο της ποταμίσιας συνάντησης κι άμα διακρίνεις εσύ διαφορά ανάμεσα στους δυο Νείλους, εξήγησέ την μου κι εμένα μπας και την καταλάβω (δεξιά από τον ψαρά ο Γαλάζιος-λασποκαφετί Νείλος, αριστερά ο Λευκός-λασποκαφετί Νείλος).

Ευτυχώς οι γέφυρες που περνάνε από πάνω έχουν σαφώς μεγαλύτερη φωτογένεια!

Εξαιρώντας το υπερχιλιόχρονο Κάιρο, η Μαύρη Ήπειρος και ειδικότερα η υποσαχάρια Αφρική στερείται κατά κανόνα μεγάλων μητροπόλεων με σημαντική ιστορική διαδρομή. Και ως προς αυτό, η πρωτεύουσα του Σουδάν δεν ξεφεύγει από τον κανόνα. Ιδρυθέν μόλις το 1821 από τον Ιμπραήμ Πασά, γιο του ηγεμόνα της Αιγύπτου Μοχάμεντ Άλι, το Χαρτούμ αριθμούσε λιγότερο από εκατό χιλιάδες κατοίκους στις αρχές του εικοστού αιώνα, για να φτάσει σήμερα να συγκεντρώνει περί τα πεντέμισι εκατομμύρια.

Για ν’ ακριβολογούμε, ο αριθμός αυτός αθροίζει τον πληθυσμό και των τριών περιφερειών του ευρύτερου «μητροπολιτικού Χαρτούμ» , ήτοι το κυρίως Χαρτούμ που περικλείεται από τον Γαλάζιο και τον Λευκό Νείλο ως το σημείο συνάντησής τους, το βόρειο Χαρτούμ που εκτείνεται βόρεια του Γαλάζιου και οροθετείται από την ανατολική όχθη του ενιαίου Νείλου, και το Ομντουρμάν που απλώνεται πέρα από την δυτική όχθη.

Χωρίς να μπορείς ασφαλώς να το πεις ωραίο, αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι το Χαρτούμ στερείται ενδιαφέροντος, κάθε άλλο. Για την γνήσια αφρικανική ατμόσφαιρα των δρόμων τα είπαμε ήδη. Μα η πόλη έχει κι άλλα να δώσει.

Η επίσκεψη στο Εθνικό Μουσείο προσφέρει μια πολύτιμη επισκόπηση της ιστορίας της χώρας με εκθέματα που εκκινούν από τη νεολιθική εποχή και φτάνουν μέχρι τις χριστιανικές τοιχογραφίες του δέκατου τρίτου αιώνα από το Φαράς. Οι τελευταίες μάλιστα διασώθηκαν με παρέμβαση της Ουνέσκο ενώ κινδύνευαν να χαθούν για πάντα στον βυθό της λίμνης Νάσερ όταν αυτή πλημμύρισε τμήμα της αρχαίας Νουβίας, σαν απότοκο της κατασκευής του φράγματος στο Ασουάν στην Αίγυπτο την δεκαετία του ’60.


Ανάλογης διάσωσης έτυχαν και ο ναός της Χατσεψούτ στο Μπούχεν, καθώς και οι ναοί στην Κούμμα και την Σέμνα, που όλοι εκτίθενται στον αύλειο χώρο του μουσείου προς μεγάλη τέρψη των φωτογραφικών μας μηχανών. Καλύτερη εισαγωγή στους αρχαιολογικούς χώρους που πρόκειται να περιδιαβούμε προσεχώς στο βόρειο Σουδάν δεν θα μπορούσε να υπάρξει απ’ αυτήν την περιήγηση στο Εθνικό Μουσείο.




Η βόλτα σε κάπως πιο κυριλέ περιοχές του κέντρου αποκαλύπτουν κάποια δημόσια κτίρια με φρουρούς για να κρατάνε μακριά (ευγενικά) τους φωτογράφους και συρματοπλέγματα για να απωθούν τους διαρρήκτες,


διαφημίσεις της κοκακόλα

καθώς και ένα υπερσύγχρονο mall (όλα τα’χε η Μαριωρή…) για να βρίσκουν κάπου ν’ ακουμπάνε τα λεφτά τους οι έχοντες.

Α, ναι, να μην ξεχάσω επίσης να αναφέρω ένα ακέραιο, καλογυαλισμένο κι αγρατσούνιστο ταξί!

Από την γύρα μας δεν θα μπορούσαν να λείπουν και τα κτίρια ελληνικού ενδιαφέροντος με πρώτο και καλύτερο το ξενοδοχείο Ακροπόλ. Αγορασμένο από τον Κεφαλονίτη εμιγκρέ Παναγιώτη Παγουλάτο, το εν λόγω ξενοδοχείο λειτουργεί αδιαλείπτως από το 1955, γεγονός που το καθιστά το παλαιότερο του Χαρτούμ, ενώ σήμερα πίσω από την ρεσεψιόν στέκεται ήδη η τρίτη γενιά της ίδιας πάντα οικογένειας. Με ρετρό ατμόσφαιρα και χωρίς καμιά πολυτέλεια, πλην όμως με τιμές ανεξήγητα τσουχτερές και σίγουρα απαγορευτικές για το δικό μας βαλάντιο, περιοριστήκαμε σ’ έναν καφέ κερασμένο από τον ευγενέστατο και συμπαθή ιδιοκτήτη, τα είπαμε για λίγο στα ελληνικά και …. πάμε γι άλλα!

Όπου τα «άλλα» είναι η «Κοντομιχάλειος Σχολή» - σχολείο της κάποτε ανθηρής και τώρα πια μαραμένης ελληνικής κοινότητας του Χαρτούμ – που στο μεταξύ έχει μετατραπεί σε πολυπολιτισμικό εκπαιδευτικό ίδρυμα. Από την εξυπηρετικότατη διευθύντρια που αναλαμβάνει την ξενάγησή μας, μαθαίνουμε ότι οι εναπομείναντες Έλληνες μαθητές είναι μόλις εφτά και φοιτούν τιμής ένεκεν δωρεάν, ενώ η κύρια πελατεία του ιδρύματος απαρτίζεται από παιδιά εκπατρισμένων (διπλωματών, στελεχών ξένων εταιρειών κλπ.) καθώς και από τους γόνους ευκατάστατων σουδανικών οικογενειών.


Τα σλόγκαν πάντως που στολίζουν τις σχολικές αίθουσες και τους διαδρόμους προτρέποντας στην ανεκτικότητα, τον σεβασμό και την αλληλεγγύη μαρτυρούν μια ελπιδοφόρα εκπαιδευτική κατεύθυνση. Και δεν θα μπορούσαν, εννοείται, να διαφύγουν της προσοχής μας ανάλογες παραινέσεις στα ελληνικά, γραμμένες αυτές σε άλλο ύφος αλλά και σε άλλη εποχή.


Το φωτογραφικό κλικ πάνω στην εκκλησία που βρίσκεται μεσοτοιχία με την αυλή του εκπαιδευτικού ιδρύματος συμπληρώνει τη σύντομη περιήγηση μας στην ελληνικό μικρόκοσμο του Χαρτούμ. Το Ομντουρμάν μας περιμένει.
Ομντουρμάν
Εδώ χτυπάει, λέει, η λαϊκή εμπορική καρδιά της σουδανικής μητρόπολης με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Τι λέγαμε πρωτύτερα για το χαρούμενο μπάχαλο στους δρόμους του Χαρτούμ. Ε, πολλαπλασίασέ το επί πέντε,


πρόσθεσε κάποσα τουκτούκ και κάρα με γαϊδούρια, μουλάρια και άλογα





βάλε χαμάληδες, βαστάζους και μεταφορείς



γαρνίρισέ το και με τρεις φορές παραπάνω σκουπίδια και έχεις την εικόνα.

(Πϊσω από τα χαρτόνια στεγάζεται "καφενείο")



Η μάλλον δεν την έχεις ακόμα, γιατί ο κύριος λόγος που μας έφερε στο Ομντουρμάν είναι άλλος. Σήμερα είναι Παρασκευή και σε λίγο ξεκινάει ο χορός των δερβίσηδων!
Last edited by a moderator: