Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.218
- Likes
- 55.379
- Επόμενο Ταξίδι
- Nipon-Αλάσκα-Yellowstone
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Πρωί-πρωί πήραμε ταξί για την Chinatown, απ’ όπου θα παίρναμε το λεωφορείο για την Ουάσιγκτον. Το διαβόητο Chinatown bus μας κόστισε μόλις 35$ μετ’ επιστροφής, οπότε δεν είχαμε και τίποτε φοβερές απαιτήσεις. Έχοντας συνηθίσει τους σταθμούς λεωφορείων στην Κίνα, δε μας εξέπληξε ούτε το ότι κανείς δε μιλούσε Αγγλικά, ούτε το ότι ο σταθμός ήταν θεοβρώμικος με τους Κινέζους να φτύνουν ροχάλες στο πάτωμα και να κολλάνε τις μύξες τους στα τζάμια, ούτε το ότι το λεωφορείο άργησε να έρθει μια ημέρα και ότι στο δρόμο σταμάτησε σε βενζινάδικο με ιδιοκτήτη Κινέζο και σε κινέζικο εστιατόριο. Αυτό που μας εξέπληξε ήταν πως ήταν άνετο με πολύ λίγους επιβάτες και πως μπορέσαμε να κοιμηθούμε.
Η διαδρομή ήταν καταπράσινη και πολύ όμορφη, αλλά έβρεχε καταρρακτωδώς και ο ουρανός ήταν γκρι, ειδικά το πέρασμα από την όχι και τόσο όμορφη Φιλαδέλφεια ήταν λίγο καταθλιπτικό, ωστόσο το πράσινο μας αποζημίωσε.
Λίγο η βροχή, λίγο η καθυστερημένη αναχώρηση, λίγο οι στάσεις για να πάρει τη μίζα του από τους άλλους Κινέζους ο αγενής οδηγός, φτάσαμε λίγο αργότερα από το αναμενόμενο στην πρωτεύουσα. Το καλό πάντως ήταν πως η βροχή είχε μόλις σταματήσει. Το κέντρο της DC φαινόταν πολύ προσεγμένο, ενώ ο Αιθίοπας ταξιτζής που πήραμε για το ξενοδοχείο ήταν ευγενέστατος και πολύ ωραίος τύπος. Για ξενοδοχείο είχα κλείσει ένα μικρό ιστορικό ξενοδοχειάκι στο κυριλάτο κομμάτι με τις πρεσβείες, που μας προέκυψε φτηνό κι αξιοπρεπέστατο, με καλό σέρβις, αλλά λίγο μάπα πρωινό. Η περιοχή είναι καταπράσινη και με πανέμορφες βίλες, πολλές εκ των οποίων στεγάζουν πρεσβείες, αλλά εμείς επιλέξαμε να την αφήσουμε γι’ αργότερα προκειμένου να προλάβουμε το Space & Air Museum, για το οποίο τόσα καλά είχα διαβάσει στο ίντερνετ, κάποιοι μάλιστα επέμεναν πως από μόνο του αποτελεί καλό λόγο επίσκεψης της πόλης. Πήγαμε να πάρουμε το αξιοπρεπέστατο μετρό της πόλης, αλλά λόγω «ασθένειας κάποιου επιβάτη» (δηλαδή αυτοκτονίας, τουλάχιστον στη Βιέννη αυτό εννοούν όταν λένε «wegen Krankenheit») το μετρό ήταν προσωρινά κλειστό, οπότε πήραμε ταξί και πάλι.
Για το μουσείο δεν έχω να πω και πολλά. Μάλλον δεν είμαι και το ενδεδειγμένο άτομο για τέτοιου είδους μουσεία διότι ούτε τα αυτοκίνητα με ενδιαφέρουν (δεν ξέρω να τα ξεχωρίζω κιόλας, δεν ξέρω καν ποια μάρκα είναι το καθένα, για μένα τα αμάξια χωρίζονται σε μπλε, κόκκινα, λευκά κλπ…), ούτε τα αεροπλάνα (τα βαριέμαι), ούτε τα διαστημόπλοια και γενικώς η τεχνολογία δε με τραβάει. Τότε τι πήγες να κάνεις εκεί ρε φίλε, θα ρωτήσει κανείς εύλογα. Ε, πήγα κι εγώ να δω «ένα από τα κορυφαία μουσεία στις ΗΠΑ» ελπίζοντας πως αν όχι το αντικείμενο, τουλάχιστον η παρουσίαση θα με ενδιέφερε. Δεν είναι και λίγες οι φορές που ένα μουσείο φαινομενικά αδιάφορο σου προκαλεί το ενδιαφέρον να μάθεις περισσότερα για κάποιο θέμα. Δεν είναι έκπληξη το ότι σκυλοβαρέθηκα στο μουσείο, έκπληξη είναι το ότι δεν άρεσε ούτε στον Α! Τουλάχιστον είδαμε διαστημόπλοια, πετρώματα από το διάστημα, μερικές φωτογραφίες από προσσελήνωση, ελικόπτερα, κάποιες παρουσιάσεις για το διαπλανητικό σύστημα και –το πιο ενδιαφέρον κατ’ εμέ- την ιστορία του αεροπλάνου και ορισμένα μοντέλα πτητικών μηχανών των αδερφών Ράιτ. Εκπαιδευτικό ας πούμε πως ναι, ενδιαφέρον οπωσδήποτε όχι. Πριν φύγουμε, μπήκαμε σαν τα μωρά και σε ένα flight simulator… τελείως βαρετό μου φάνηκε, δεν είναι για μένα τα αεροπλανάκια, πλέον το εμπέδωσα.
Φάγαμε κάτι πλαστικατζούρες σε ένα από τα αρκετά ταχυφαγεία του μουσείου και βγήκαμε έξω. Ο καιρός ήταν άψογος, ο ήλιος έδυε, ο κόσμος έπαιζε μπέηζμπολ στο απέραντο γκαζόν και γενικώς το όλο κομμάτι με τα ατέλειωτα –και ολίγον κιτς- μνημεία προσφερόταν για βόλτα. Ξεκινήσαμε από το Καπιτώλιο που είναι φοβερά φωτογενές και προσφέρεται για ωραίες φωτογραφίες, αλλά σαν της Αβάνας δεν είναι με τίποτε (και πάλι τα άκουσα από τον Α για τον «τοπικισμό» μου). Συνεχίσαμε προς τον οβελίσκο, περνώντας από μνημεία προς τιμή προέδρων, βετεράνων πολέμων και εξεχόντων προσωπικοτήτων. Περνώντας το ένα μνημείο μετά το άλλο αναρωτιέται κανείς αν η Ουάσιγκτον είναι ένα κιτς συνονθύλευμα μνημείων ή μια μικρή Disneyland πολιτικής ιστορίας, αλλά όπως και να έχει η βόλτα είναι πολύ ευχάριστη και δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει την άπλα, το πράσινο, τα σκιουράκια και τα δέντρα περπατώντας σαν άνθρωπος, κάτι που γίνεται ακόμη πιο εκτιμητέο αν έρχεσαι από τη ζούγκλα από ατσάλι και γυαλί της ΝΥ.
Τα πόδια μου έβγαλαν φουσκάλες αλλά η θέα από το μνημείο Λίνκολν ήταν πέντε αστέρων. Δεν είναι μόνο η ευθυγράμμιση με την τεχνητή λίμνη, τον οβελίσκο και το Καπιτώλιο, αλλά –κυρίως- η αίσθηση του οικείου από τις τόσες σκηνές αμερικάνικων ταινιών που έχουν γυριστεί εκεί. Η σκηνή στο Forrest Gump για παράδειγμα όπου η κοπέλα του διασχίζει τη λίμνη για να φτάσει κοντά του την ώρα που ο ίδιος βγάζει αντιπολεμικό λόγο είναι από τις πρώτες που σου έρχονται στο μυαλό. Επιμένω πως πολλά πράγματα στο αστικό κομμάτι των ΗΠΑ δεν είναι ούτε όμορφα ούτε εντυπωσιακά, απλά η κινηματογραφική και τηλεοπτική εξοικείωση μαζί τους τα κάνει larger than life, έστω κι αν αρχιτεκτονικά, τεχνικά ή οπτικά είναι μάλλον μέτρια. Ίσως το ότι δεν εκτιμώ τον αμερικάνικο κινηματογράφο να μου στέρησε και μέρος της μαγείας που άλλοι βρίσκουν σε μέρη όπως η ΝΥ, το LA και η DC.
Η δύση του ηλίου πάντως ήταν μαγική και κάτσαμε κάμποση ώρα στα σκαλάκια μπροστά από το άγαλμα του Λίνκολν να χαζεύουμε το θέαμα. Θέλαμε να πάμε μέχρι το νησάκι για το μνημείο του Roosevelt, αλλά ήμασταν ήδη πτώματα και μάλλον είχαμε πάθει κι ένα overdose από Αμερικανούς προέδρους, οπότε γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για ύπνο, άλλωστε μας έμενε ολόκληρη η αυριανή ημέρα στην πρωτεύουσα.
Την επόμενη ξυπνήσαμε σχετικά χαλαρά, πήραμε το μετρό μέχρι το Κογκρέσο και πήγαμε να επισκεφθούμε τη βιβλιοθήκη του. Στην είσοδο είδαμε μια θεά, προφανώς εργαζόμενη στο Κογκρέσο: ξανθιά με ατέλειωτες γυμνασμένες γάμπες και αγγελικό πρόσωπο. Μάλλον καλά τα περνάνε οι πατέρες του έθνους…
Η βιβλιοθήκη του Κογκρέσου είναι ένα πανέμορφο κτίριο με πολλούς συμβολισμούς, φοβερή λεπτομέρεια, όχι και τόσο διακριτική πολυτέλεια και πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Το τουρ που μας έκανε ο (εθελοντής παρακαλώ) συνταξιούχος ξεναγός ήταν πολύ ενημερωτικό και πραγματικά άξιζε τον κόπο. Πραγματικά αξιοθαύμαστο το πώς προσέχουν και τονίζουν την ιστορία που έχουν οι άνθρωποι. Επίσης μου φάνηκαν πολύ ενδιαφέρουσες οι πληροφορίες για ορισμένους Αμερικανούς προέδρους, ειδικά για το Τζέφερσον θα ήθελα να διαβάσω περισσότερα.
Συνεχίσαμε με τα πόδια μέχρι το πανεπιστήμιο Georgetown, περνώντας από περιοχές με ξύλινες μονοκατοικίες, όμορφους κήπους, μεγάλα πάρκα και ποδηλατόδρομους. Το πανεπιστήμιο –παρότι όχι σε πλήρη λειτουργία λόγω καλοκαιριού- ήταν πολύ εντυπωσιακό, με παλιές αίθουσες, έπιπλα εποχής και ατμόσφαιρα εκείνων των ιδρυμάτων που στη Βρετανία τα λένε “red brick universities”, θέλοντας να τα διαφοροποιήσουν από τα μοντέρνα χωρίς ιστορία πανεπιστήμια.
Περπατώντας προς την οδό Kalorama συνειδητοποιεί κανείς πόσο διαφορετική πόλη είναι η Ουάσιγκτον (το κέντρο της τουλάχιστον, διότι τα προάστια είναι άλλη ιστορία) από τη Νέα Υόρκη. Έχει έναν αέρα ευρωπαϊκό, είναι χάρμα για περπάτημα, είναι φοιτητούπολη όπου κυκλοφορούν χίπηδες, γιάπηδες, πρέσβεις κι όχι τουρίστες και businessmen σε άναρχο πανικό. Πρέπει να περπατήσαμε πάνω από 25 χιλιόμετρα, ώρες ολόκληρες, καταλήγοντας στην περιοχή με τις πρεσβείες και πάλι, βλέποντας απίθανα αμάξια, τζαμιά, κηπουρούς με ROLEX, την ελληνική πρεσβεία δίπλα στην τουρκική και γενικότερα ένα διπλωματικό φέουδο. Φορούσα μια μπλούζα που αγόρασα στην Τανζανία, γραμμένη στα Σουαχίλι και κάποιος με ρώτησε σε ποια γλώσσα είναι και μόλις του απάντησα είπε το αμίμητο… «Σουαχίλι; Κάπου στην Ανατολική Ευρώπη δεν το μιλάνε αυτό;». Λίγα λεπτά αργότερα περνάει ένας νεαρός τζόγκερ που όχι μόνο ήξερε σε ποια γλώσσα ήταν η φράση, αλλά μιλούσε και λίγα Σουαχίλι επειδή «του άρεσαν και τα έμαθε». Απ’ όλα βρίσκεις…
Το βράδι είπαμε να πάμε σε ένα αιθιοπικό εστιατόριο για δείπνο, αλλά η διαρρύθμισή του δεν άρεσε στον Α (έπρεπε να τρως σκυφτός, αφού αντί για καρέκλες είχε ψηλά σκαμπό και πολύ χαμηλά τραπέζια), οπότε συμβιβαστήκαμε με ένα λατίνικο αχταρμά, όπου ο Ουρουγουανός σερβιτόρος έριξε και μισή κανάτα νερό πάνω στη φωτογραφική μου μηχανή και τη χάλασε μια και καλή. Να ήταν τουλάχιστον και καλό το φαγητό… το είχαν εκτελέσει το ceviche…
Η διαδρομή ήταν καταπράσινη και πολύ όμορφη, αλλά έβρεχε καταρρακτωδώς και ο ουρανός ήταν γκρι, ειδικά το πέρασμα από την όχι και τόσο όμορφη Φιλαδέλφεια ήταν λίγο καταθλιπτικό, ωστόσο το πράσινο μας αποζημίωσε.
Λίγο η βροχή, λίγο η καθυστερημένη αναχώρηση, λίγο οι στάσεις για να πάρει τη μίζα του από τους άλλους Κινέζους ο αγενής οδηγός, φτάσαμε λίγο αργότερα από το αναμενόμενο στην πρωτεύουσα. Το καλό πάντως ήταν πως η βροχή είχε μόλις σταματήσει. Το κέντρο της DC φαινόταν πολύ προσεγμένο, ενώ ο Αιθίοπας ταξιτζής που πήραμε για το ξενοδοχείο ήταν ευγενέστατος και πολύ ωραίος τύπος. Για ξενοδοχείο είχα κλείσει ένα μικρό ιστορικό ξενοδοχειάκι στο κυριλάτο κομμάτι με τις πρεσβείες, που μας προέκυψε φτηνό κι αξιοπρεπέστατο, με καλό σέρβις, αλλά λίγο μάπα πρωινό. Η περιοχή είναι καταπράσινη και με πανέμορφες βίλες, πολλές εκ των οποίων στεγάζουν πρεσβείες, αλλά εμείς επιλέξαμε να την αφήσουμε γι’ αργότερα προκειμένου να προλάβουμε το Space & Air Museum, για το οποίο τόσα καλά είχα διαβάσει στο ίντερνετ, κάποιοι μάλιστα επέμεναν πως από μόνο του αποτελεί καλό λόγο επίσκεψης της πόλης. Πήγαμε να πάρουμε το αξιοπρεπέστατο μετρό της πόλης, αλλά λόγω «ασθένειας κάποιου επιβάτη» (δηλαδή αυτοκτονίας, τουλάχιστον στη Βιέννη αυτό εννοούν όταν λένε «wegen Krankenheit») το μετρό ήταν προσωρινά κλειστό, οπότε πήραμε ταξί και πάλι.
Για το μουσείο δεν έχω να πω και πολλά. Μάλλον δεν είμαι και το ενδεδειγμένο άτομο για τέτοιου είδους μουσεία διότι ούτε τα αυτοκίνητα με ενδιαφέρουν (δεν ξέρω να τα ξεχωρίζω κιόλας, δεν ξέρω καν ποια μάρκα είναι το καθένα, για μένα τα αμάξια χωρίζονται σε μπλε, κόκκινα, λευκά κλπ…), ούτε τα αεροπλάνα (τα βαριέμαι), ούτε τα διαστημόπλοια και γενικώς η τεχνολογία δε με τραβάει. Τότε τι πήγες να κάνεις εκεί ρε φίλε, θα ρωτήσει κανείς εύλογα. Ε, πήγα κι εγώ να δω «ένα από τα κορυφαία μουσεία στις ΗΠΑ» ελπίζοντας πως αν όχι το αντικείμενο, τουλάχιστον η παρουσίαση θα με ενδιέφερε. Δεν είναι και λίγες οι φορές που ένα μουσείο φαινομενικά αδιάφορο σου προκαλεί το ενδιαφέρον να μάθεις περισσότερα για κάποιο θέμα. Δεν είναι έκπληξη το ότι σκυλοβαρέθηκα στο μουσείο, έκπληξη είναι το ότι δεν άρεσε ούτε στον Α! Τουλάχιστον είδαμε διαστημόπλοια, πετρώματα από το διάστημα, μερικές φωτογραφίες από προσσελήνωση, ελικόπτερα, κάποιες παρουσιάσεις για το διαπλανητικό σύστημα και –το πιο ενδιαφέρον κατ’ εμέ- την ιστορία του αεροπλάνου και ορισμένα μοντέλα πτητικών μηχανών των αδερφών Ράιτ. Εκπαιδευτικό ας πούμε πως ναι, ενδιαφέρον οπωσδήποτε όχι. Πριν φύγουμε, μπήκαμε σαν τα μωρά και σε ένα flight simulator… τελείως βαρετό μου φάνηκε, δεν είναι για μένα τα αεροπλανάκια, πλέον το εμπέδωσα.
Φάγαμε κάτι πλαστικατζούρες σε ένα από τα αρκετά ταχυφαγεία του μουσείου και βγήκαμε έξω. Ο καιρός ήταν άψογος, ο ήλιος έδυε, ο κόσμος έπαιζε μπέηζμπολ στο απέραντο γκαζόν και γενικώς το όλο κομμάτι με τα ατέλειωτα –και ολίγον κιτς- μνημεία προσφερόταν για βόλτα. Ξεκινήσαμε από το Καπιτώλιο που είναι φοβερά φωτογενές και προσφέρεται για ωραίες φωτογραφίες, αλλά σαν της Αβάνας δεν είναι με τίποτε (και πάλι τα άκουσα από τον Α για τον «τοπικισμό» μου). Συνεχίσαμε προς τον οβελίσκο, περνώντας από μνημεία προς τιμή προέδρων, βετεράνων πολέμων και εξεχόντων προσωπικοτήτων. Περνώντας το ένα μνημείο μετά το άλλο αναρωτιέται κανείς αν η Ουάσιγκτον είναι ένα κιτς συνονθύλευμα μνημείων ή μια μικρή Disneyland πολιτικής ιστορίας, αλλά όπως και να έχει η βόλτα είναι πολύ ευχάριστη και δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει την άπλα, το πράσινο, τα σκιουράκια και τα δέντρα περπατώντας σαν άνθρωπος, κάτι που γίνεται ακόμη πιο εκτιμητέο αν έρχεσαι από τη ζούγκλα από ατσάλι και γυαλί της ΝΥ.
Τα πόδια μου έβγαλαν φουσκάλες αλλά η θέα από το μνημείο Λίνκολν ήταν πέντε αστέρων. Δεν είναι μόνο η ευθυγράμμιση με την τεχνητή λίμνη, τον οβελίσκο και το Καπιτώλιο, αλλά –κυρίως- η αίσθηση του οικείου από τις τόσες σκηνές αμερικάνικων ταινιών που έχουν γυριστεί εκεί. Η σκηνή στο Forrest Gump για παράδειγμα όπου η κοπέλα του διασχίζει τη λίμνη για να φτάσει κοντά του την ώρα που ο ίδιος βγάζει αντιπολεμικό λόγο είναι από τις πρώτες που σου έρχονται στο μυαλό. Επιμένω πως πολλά πράγματα στο αστικό κομμάτι των ΗΠΑ δεν είναι ούτε όμορφα ούτε εντυπωσιακά, απλά η κινηματογραφική και τηλεοπτική εξοικείωση μαζί τους τα κάνει larger than life, έστω κι αν αρχιτεκτονικά, τεχνικά ή οπτικά είναι μάλλον μέτρια. Ίσως το ότι δεν εκτιμώ τον αμερικάνικο κινηματογράφο να μου στέρησε και μέρος της μαγείας που άλλοι βρίσκουν σε μέρη όπως η ΝΥ, το LA και η DC.
Η δύση του ηλίου πάντως ήταν μαγική και κάτσαμε κάμποση ώρα στα σκαλάκια μπροστά από το άγαλμα του Λίνκολν να χαζεύουμε το θέαμα. Θέλαμε να πάμε μέχρι το νησάκι για το μνημείο του Roosevelt, αλλά ήμασταν ήδη πτώματα και μάλλον είχαμε πάθει κι ένα overdose από Αμερικανούς προέδρους, οπότε γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για ύπνο, άλλωστε μας έμενε ολόκληρη η αυριανή ημέρα στην πρωτεύουσα.
Την επόμενη ξυπνήσαμε σχετικά χαλαρά, πήραμε το μετρό μέχρι το Κογκρέσο και πήγαμε να επισκεφθούμε τη βιβλιοθήκη του. Στην είσοδο είδαμε μια θεά, προφανώς εργαζόμενη στο Κογκρέσο: ξανθιά με ατέλειωτες γυμνασμένες γάμπες και αγγελικό πρόσωπο. Μάλλον καλά τα περνάνε οι πατέρες του έθνους…
Η βιβλιοθήκη του Κογκρέσου είναι ένα πανέμορφο κτίριο με πολλούς συμβολισμούς, φοβερή λεπτομέρεια, όχι και τόσο διακριτική πολυτέλεια και πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία. Το τουρ που μας έκανε ο (εθελοντής παρακαλώ) συνταξιούχος ξεναγός ήταν πολύ ενημερωτικό και πραγματικά άξιζε τον κόπο. Πραγματικά αξιοθαύμαστο το πώς προσέχουν και τονίζουν την ιστορία που έχουν οι άνθρωποι. Επίσης μου φάνηκαν πολύ ενδιαφέρουσες οι πληροφορίες για ορισμένους Αμερικανούς προέδρους, ειδικά για το Τζέφερσον θα ήθελα να διαβάσω περισσότερα.
Συνεχίσαμε με τα πόδια μέχρι το πανεπιστήμιο Georgetown, περνώντας από περιοχές με ξύλινες μονοκατοικίες, όμορφους κήπους, μεγάλα πάρκα και ποδηλατόδρομους. Το πανεπιστήμιο –παρότι όχι σε πλήρη λειτουργία λόγω καλοκαιριού- ήταν πολύ εντυπωσιακό, με παλιές αίθουσες, έπιπλα εποχής και ατμόσφαιρα εκείνων των ιδρυμάτων που στη Βρετανία τα λένε “red brick universities”, θέλοντας να τα διαφοροποιήσουν από τα μοντέρνα χωρίς ιστορία πανεπιστήμια.
Περπατώντας προς την οδό Kalorama συνειδητοποιεί κανείς πόσο διαφορετική πόλη είναι η Ουάσιγκτον (το κέντρο της τουλάχιστον, διότι τα προάστια είναι άλλη ιστορία) από τη Νέα Υόρκη. Έχει έναν αέρα ευρωπαϊκό, είναι χάρμα για περπάτημα, είναι φοιτητούπολη όπου κυκλοφορούν χίπηδες, γιάπηδες, πρέσβεις κι όχι τουρίστες και businessmen σε άναρχο πανικό. Πρέπει να περπατήσαμε πάνω από 25 χιλιόμετρα, ώρες ολόκληρες, καταλήγοντας στην περιοχή με τις πρεσβείες και πάλι, βλέποντας απίθανα αμάξια, τζαμιά, κηπουρούς με ROLEX, την ελληνική πρεσβεία δίπλα στην τουρκική και γενικότερα ένα διπλωματικό φέουδο. Φορούσα μια μπλούζα που αγόρασα στην Τανζανία, γραμμένη στα Σουαχίλι και κάποιος με ρώτησε σε ποια γλώσσα είναι και μόλις του απάντησα είπε το αμίμητο… «Σουαχίλι; Κάπου στην Ανατολική Ευρώπη δεν το μιλάνε αυτό;». Λίγα λεπτά αργότερα περνάει ένας νεαρός τζόγκερ που όχι μόνο ήξερε σε ποια γλώσσα ήταν η φράση, αλλά μιλούσε και λίγα Σουαχίλι επειδή «του άρεσαν και τα έμαθε». Απ’ όλα βρίσκεις…
Το βράδι είπαμε να πάμε σε ένα αιθιοπικό εστιατόριο για δείπνο, αλλά η διαρρύθμισή του δεν άρεσε στον Α (έπρεπε να τρως σκυφτός, αφού αντί για καρέκλες είχε ψηλά σκαμπό και πολύ χαμηλά τραπέζια), οπότε συμβιβαστήκαμε με ένα λατίνικο αχταρμά, όπου ο Ουρουγουανός σερβιτόρος έριξε και μισή κανάτα νερό πάνω στη φωτογραφική μου μηχανή και τη χάλασε μια και καλή. Να ήταν τουλάχιστον και καλό το φαγητό… το είχαν εκτελέσει το ceviche…
Last edited: