Grerena
Member
- Μηνύματα
- 1.407
- Likes
- 19.805
- Επόμενο Ταξίδι
- Μαδρίτη πάλι :)
- Ταξίδι-Όνειρο
- Tromso, Las Vegas
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ουγγαρία - Η μεγάλη είσοδος
- Η Βουδαπέστη ή η αποζημίωση
- Τα λουτρά
- Ένα καφέ διαφορετικό απο τα άλλα - Zoo Cafe
- H πρωτεύουσα της Σλοβακίας
- Στη Βιέννη
- Άρωμα Ανατολής
- Βιέννης συνέχεια
- Βιέννη ΙΙ
- Λίγη Αυστρία ακόμα
- H πρωτεύουσα της Σέρβικης Δημοκρατίας
- Σεράγεβο
- Kusturica και Drina και στη Σερβία
- Επίλογος
Ουγγαρία. Η μεγάλη … είσοδος
Πάντα την πρώτη μέρα του ταξιδιού καταφέρνουμε και ξεκινάμε στην ώρα μας. Το έχουμε πάρει όλοι απόφαση ότι τα πολλά χιλιόμετρα του ταξιδιού είναι την πρώτη ημέρα και μια αγγαρεία που είναι να βγει, ας βγει μια ώρα αρχύτερα.
Έτσι στις 7:00 είμαστε όλοι όρθιοι και έτοιμοι για αναχώρηση. Χαιρετήσαμε την σπιτονοικοκυρά, η οποία μας κέρασε και κουλουράκια για το δρόμο και φύγαμε.
Περάσαμε από το κέντρο της Γευγελής για να δείξω στον άντρα μου που γυρνούσαμε χθες το βράδυ μαμά και γιος και φύγαμε.
Μέσα στη χώρα κάναμε άλλη μια στάση σε μια καφέ ταμπέλα που έλεγε “Stobi”. Είχα διαβάσει ότι ήταν υποψήφιο site για τη λίστα της Unesco. Είναι ένας αρχαιολογικός χώρος με ένα μικρό αντίτιμο εισόδου.
Δεν μας φάνηκε πολύ ενδιαφέρον. Αν γίνει Unesco την ξανασυζητάμε την επίσκεψη.
Στο πέρασμα για την Ευρώπη είναι εξάλλου.
Βγαίνοντας από τη χώρα συναντήσαμε κίνηση στα σύνορα. Αυτό ήταν μάλλον κακό σημάδι, γιατί αν είχε κίνηση στα Σέρβικα σύνορα που δεν έχουν τη φήμη, τι θα γίνεται στα Ουγγρικά που την έχουν;
Έτσι, χαζά, χαζά "φάγαμε" μια ωρίτσα.
Η συνέχεια είχε αρκετά χιλιόμετρα. Ο δρόμος όμως είναι καλός, οι οδηγοί είμαστε δύο, τα παιδιά μεγάλωσαν (ή κοιμόντουσαν ή παίζανε με τα κινητά τους) και τα χιλιόμετρα βγήκαν εύκολα.
Παρόλαυτά θα έπρεπε να κάνουμε μια στάση όχι τόσο για να ξεκουραστούμε αλλά για να φάμε κάτι και για οικονομία δυνάμεων. Εξάλλου τι road trip θα είναι αν δεν κάνεις και καμιά στάση στο δρόμο;
Βρισκόμασταν ήδη στα περίχωρα του Βελιγραδίου και εγώ σκεφτόμουν τα σενάρια που είχα στο μυαλό μου για τη στάση αυτή.
Ή θα πηγαίναμε στο νησί Ada Ciganlija του Βελιγραδίου για φαγητό και ίσως και για καμιά αθλοπαιδιά ή θα σταματούσαμε στο Novi Sad, μια όμορφη πόλη της Σερβίας που δεν είχαμε ξαναπάει.
Όμως η πιθανότητα να βρούμε κίνηση προς το νησί (σήμερα που ήταν Κυριακή) μας απέτρεψε και προσπεράσαμε τη διασταύρωση για αυτό χωρίς πολλές σκέψεις. Μήπως όμως και το Novi Sad παραήταν μακριά; Θα ταξιδεύαμε άλλη μια ώρα ακόμα; Μήπως να το πάμε “μονοκοπανιά” μέχρι τα σύνορα; Τα συγκεκριμένα σύνορα πολύ τα φοβόμουν. Είχα διαβάσει τα άπειρα άσχημα για ατέλειωτες ουρές και καθυστερήσεις. Έλπιζα όμως στο δεύτερο συνοριακό πέρασμα που πάντα είχε λιγότερη ουρά και υπήρχε και ένα site που ενημέρωνε για το χρόνο καθυστέρησης. Και εκεί που σκεφτόμουν όλα αυτά … ήρθε ο από μηχανής Θεός! Είδα ξαφνικά μπροστά μου μια τεράστια πινακίδα που έλεγε ZEMUN. Α! Αυτό είναι.
«Στρίψεεεε» λέω στον άντρα μου.
«Γιατί τι είναι εδώ;»
Μα το Zemun ήταν το plan C μου. Πως το είχα ξεχάσει; Είναι ένα προάστιο του Βελιγραδίου πολύ όμορφο, που δεν έχουμε ξαναπάει και είναι στο δρόμο μας και χωρίς να παρακάμψουμε ιδιαίτερα.
Στρίψαμε λοιπόν και το google μας οδήγησε στην παραλία και στην περιοχή Gardos. Με το που κατεβήκαμε στην παραλία πέσαμε πάνω σε ένα φυλασσόμενο υπαίθριο parking. Τι καλά!
Παρκάραμε λοιπόν και βγήκαμε βόλτα στην παραλία του Zemun.
Πραγματικά κάναμε μια πάρα πολύ ωραία παραποτάμια βόλτα. Στο σημείο αυτό το ποτάμι είναι αρκετά φαρδύ, η απέναντι όχθη φαίνεται κατάφυτη, προς τα νότια βλέπεις το νησί του πολέμου αλλά και λίγο το Βελιγράδι στο σημείο που «σκάει» στο Δούναβη και όλα αυτά παρέα με πολλά πουλιά που πετούσαν πάνω από έναν μικρό στόλο από ψαρόβαρκες που πηγαινοέρχονταν στο Δούναβη.
Αρχικά κάναμε μια βολτίτσα με ένα παγωτό στο χέρι αλλά τα πολλά ταβερνάκια στις όχθες του ποταμού και μέσα στο καταπράσινο περιβάλλον ήταν πολύ δελεαστικά και έτσι αποφασίσαμε να καθίσουμε σε ένα από αυτά. Στο Danubius καθίσαμε γιατί μας άρεσε και το όνομα. Παραγγείλαμε το παραδοσιακό Σέρβικο σνίτσελ Καρατζόρτζεβιτς και κλασικά καλαμαράκια.
Για να είμαι ειλικρινής πιο πολύ ευχαριστήθηκα με το περιβάλλον παρά με το φαγητό. Λίγο ξενερώσαμε με το φαγητό. Το σνίτσελ παρά ήταν στεγνό και τα καλαμαράκια έμοιαζαν πιο πολύ βραστά παρά τηγανητά. Ο σερβιτόρος που ένοιωσε λίγο την ξινίλα μας προσπάθησε να γίνει φιλικότερος ... εκθειάζοντας ... κάποιες ελληνικές ομάδες. Ολυμπιακός, ΠΑΟΚ! μας είπε ... υψώνοντας τη γροθιά του! Ύστερα από αυτό .... το φαγητό συνέχισε να μη μας αρέσει.
Μετά το φαϊ περπατήσαμε λίγο ακόμα. Πήραμε και άλλο παγωτό από ένα κιόσκι που πούλαγε περίεργες γεύσεις. Έχετε φάει παγωτό με βασιλικό; Εγώ δοκίμασα στην παραλία του Zemun. Ωραίο ήταν!
Με αυτά και αυτά περάσαμε μιάμιση ευχάριστη ωρίτσα στο Zemun.
Πληρώσαμε 1€ στο parking βάλαμε και βενζίνη και φύγαμε.
Το site της Ουγγρικής αστυνομίας έλεγε ότι η αναμονή στα σύνορα ήταν της τάξεως της μιας ώρας. Το ίδιο έδινε και για το δεύτερο πολύ κοντινό συνοριακό πέρασμα. Δεν υπήρχε λόγος να πάμε από το δεύτερο αφού οι ουρές ήταν οι ίδιες. Βέβαια και να θέλαμε να πάμε από εκεί μάλλον δεν θα το καταφέρναμε αφού ενώ είχαμε ακόμα δρόμο ως τον έλεγχο, ξαφνικά …. σταματήσαμε! Βρήκαμε την ουρά αρκετά νωρίς, … πολύ νωρίς θα έλεγα, μα πάρα πολύ νωρίς…


Μα δεν μπορεί αυτό που βλέπαμε μπροστά μας να ήταν καθυστέρηση μόνο μιας ώρας…
Βέβαια η ματιά μου δεν έβλεπε στον ορίζοντα που είναι τα σύνορα. Έκανε και μια καμπή ο δρόμος… Αν κρίνω και από όλα όσα έβλεπα (τη συμπεριφορά των μπροστινών οδηγών, τις σβηστές μηχανές, τα γεμάτα καλάθια με σκουπίδια, τις βόλτες πολλών από αυτοκίνητο σε αυτοκίνητο) θα έλεγα ότι πιο πολύ έμοιαζε με κατασκήνωση παρά με αναμονή σε ουρά.
Είδα και κάποιους που προσεύχονταν! Ναι, …προσεύχονταν, γιατί μαζί με μένα που αποφάσισα να πάω για τουρισμό στην Ουγγαρία, ταξίδευε μαζί μου και όλος ο αραβικός κόσμος.
Δεν μπορώ να πιστέψω πως την έπαθα έτσι. Το ήξερα ότι είναι δύσκολα αυτά τα σύνορα, το ήξερα ότι οι άραβες επιστρέφουν το καλοκαίρι από τις πατρίδες τους, αλλά πίστευα ότι επειδή είναι Σεπτέμβριος (έστω και 1η του μήνα) και επειδή γνώριζα για το άλλο πέρασμα θα τη γλύτωνα.
Αφού σιχτίριζα το πρώτο μισάωρο, σκεφτόμουν τα plan B και C μου, ανάλογα με την ώρα που θα φτάναμε στη Βουδαπέστη, αφού έστειλα τα μηνύματά μου στην σπιτονοικοκυρά ενημερώνοντάς τη ότι θα αργήσουμε και αφού “λούστηκα” και τη γκρίνια των δικών μου μετά … μπήκαμε και εμείς στο mood των υπολοίπων της ουράς. Μουσικούλα, φαγητό και μέσα μέσα ρίχναμε και κανένα σπρωξιματάκι στο αυτοκίνητο προχωρώντας για καναδυό μέτρα, γιατί που να ανοίγουμε τώρα μηχανή; Άσε που αυτό κάνανε και όλοι οι άλλοι.
Και μου αρέσει που ήμουν και αισιόδοξη ότι θα είμαστε στη Βουδαπέστη πριν τις 9:00 το βράδυ και είχα κλείσει και τραπέζι για φαγητό στο Sir Lanselot. Πάει το Sir Lanselot!
Είναι φανερό το πόσο αφιλόξενοι είναι οι Ούγγροι με τους μετανάστες και μαζί με αυτούς “παίρνει η μπάλα” και τους τουρίστες. Το «αγριευτικό» συρματόπλεγμα στα σύνορα και οι πολλοί άραβες μετανάστες γύρω μας και δεδομένου του μπόλικου χρόνου που είχαμε για σκότωμα προκάλεσε συζητήσεις μεταξύ μας για το μεταναστευτικό ζήτημα και την απορρόφηση των μεταναστών από τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης, ζητήματα τα οποία ήρθαν στην επιφάνεια πολλές φορές κατά τη διάρκεια αυτής της εκδρομής.
Ύστερα από αρκετή ώρα φτάσαμε στα …Σέρβικα σύνορα. Ναι … όλο αυτό ήταν για τα Σέρβικα. Από εκεί και πέρα τα πράγματα φαινόντουσαν … χειρότερα, αφού οι εννέα λωρίδες γινόντουσαν … πέντε. Γι’ αυτό με ρώτησε η Sophie, η σπιτονοικοκυρά στο τηλέφωνο, σε ποια σύνορα είμαστε, στα Σέρβικα ή στα Ουγγρικά; Ήξερε ότι αν ήμουν στα πρώτα ήθελα πολύ μα πολύ χρόνο ακόμα για να φτάσω…

Είχαν περάσει τρεις ώρες παρά τέταρτο συνολικά όταν ήρθε η σειρά μας να περάσουμε από «έλεγχο».
Τα εισαγωγικά τα έβαλα γιατί ο «έλεγχος» ήταν μια ματιά στις ταυτότητες. Όχι σε όλους, αλλά σε εμάς μόνο. Υποθέτω επειδή είμαστε Έλληνες. Τα εξονυχιστικά τα έκαναν στους άραβες. Μετά από τη ματιά επιτέλους … περάσαμε. Για αυτή τη ματιά περιμέναμε τρεις ώρες; Ούτε ένα ψαχουλεματάκι που έλεγε και ο Χατζηχρήστος;
Με το που πατήσαμε σε Ουγγρικό έδαφος κάναμε άμεση στάση για βινιέτα (σε ένα πράσινο περίπτερο) αμέσως μετά τον “έλεγχο”. Αγοράσαμε και τη βινιέτα της Αυστρίας για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο και φύγαμε.
Ένα δύωρο μετά φτάσαμε στη Βουδαπέστη. Είχα κλείσει ένα studio σε αρκετά κεντρικό σημείο, προκειμένου να τα κάνουμε όλα με τα πόδια και το αυτοκίνητο θα το βάζαμε σε κοντινό garage μέχρι να φύγουμε από τη Βουδαπέστη.
Φτάσαμε στο κατάλυμα στις 11:30 το βράδυ και από εκεί και πέρα αρχίζει ο β’ κύκλος ταλαιπωρίας μας….
Η σπιτονοικοκυρά μας η Sophie δεν ήταν στο κατάλυμα. Είχε αναθέσει στη φίλη της την Annie να μας παραδώσει το κλειδί. Η φίλη Annie ήρθε μας άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματος, μας παρέδωσε το κλειδί και έφυγε σχεδόν τρέχοντας. Με το που έφυγε ανακαλύψαμε το μέγα πρόβλημα. Δεν μπορούσα να κλείσω την πόρτα. Όχι να την κλειδώσω, αλλά να την κλείσω. Δεν εφάρμοζε η πόρτα στην κάσα και δεν έπιανε η γλώσσα στο αντίκρισμα. Με τίποτα. Πανικοβλήθηκα. Ο άντρας μου αντιμετώπιζε πρόβλημα παρκαρίσματος και εγώ με τον γιο να παλεύω με την πόρτα. Άρχιζα να στέλνω μηνύματα σε Annie και Sophie. Η Sophie αγνοούσε κλήσεις και μηνύματα και η Annie να μου λέει ότι κλείνει η πόρτα και ότι πρέπει να προσπαθήσω περισσότερο.
Προσπάθησε και ο άντρας μου, προσπάθησα και εγώ αλλά μάταια. Είχα πράγματι πιστέψει ότι η πόρτα χάλασε. Και τι να κάνουμε; Να κοιμηθούμε με ανοιχτή την πόρτα; Άντε να κοιμηθούμε. Και αύριο τι θα κάνουμε; Θα αφήσουμε ανοιχτό το σπίτι και αμέριμνοι θα πάμε βόλτα στη Βουδαπέστη;
Η κούραση ήταν στο Θεό και τα νεύρα μου επίσης.
Χρειαζόμασταν μια άμεση λύση.
«Θα ψάξω για άλλο κατάλυμα». Πως όμως; ήταν τόσο αργά που το booking δεν έβγαζε τιμές για τη σημερινή ημερομηνία. Αποφάσισα να πάω να ψάξω επιτόπου. Πήγα σε τρία γειτονικά ξενοδοχεία. Το ένα ήταν πανάκριβο και τα άλλα δύο δεν είχαν δωμάτια.
Στο μεταξύ είχε περάσει η 12:00 η ώρα. Είχαμε κουραστεί να ψάχνουμε πως θα λύσουμε το πρόβλημα. Είχαμε κουραστεί να σιχτιρίζουμε την πόρτα, την Annie, τη Sophie, τους Ούγγρους, όλους.
Αποφασίσαμε να πέσουμε για ύπνο και αύριο θα βλέπαμε τι θα κάνουμε.
Αφήσαμε τα παιδιά στο σπίτι και πήγαμε για να παρκάρουμε το αυτοκίνητο σε κάποιο garage.
Δεν ήταν η τυχερή μας ημέρα. Άλλο πρόβλημα αντιμετωπίσαμε. Το κοντινότερο garage που πήγαμε ήταν ένα “διαστημικό” garage. Έπρεπε να βάλουμε το αυτοκίνητο πάνω σε μια πλατφόρμα να κλείσουμε τους καθρέπτες να πατήσουμε ένα κουμπί και η πλατφόρμα θα βυθιζόταν στο υπόγειο parking και μην το είδατε το αυτοκίνητο. Δεν μου πολυάρεσε αυτό το parking, γιατί αν ήθελα κάτι από το αυτοκίνητο πως θα το έπαιρνα πάλι; Τελικά κάτι δεν μπορούσαμε να κάνουμε καλά (τέτοιες ώρες τέτοια λόγια) γιατί το αυτοκίνητο δεν “βυθιζόταν” με τίποτα.
Φύγαμε λοιπόν προς αναζήτηση άλλου parking. Και βρήκαμε, αλλά ήταν γεμάτο. Αμάν πια, τι άλλο θα μας τύχει; Το παρκάραμε στο δρόμο τελικά και πήγαμε στο σπίτι.
Τα προβλήματα είχαν συνέχεια. Η ζέστη ήταν αφόρητη (μπορεί και από τα νεύρα μας). Το aircondition ήταν φορητό, το οποίο προσπαθήσαμε να το βάλουμε μπρος με όχι και τόσο μεγάλη επιτυχία αφού είχε μια μπουρού, που έπρεπε να βγει πρώτα από το μισάνοιχτο παράθυρο για να λειτουργήσει και αφού την προσαρμόζαμε πρώτα σε συγκεκριμένες υποδοχές, που στη 1:00 η ώρα το βράδυ και με τέτοια κούραση δεν είχαμε καθόλου την υπομονή να τις ταιριάξουμε.
Ο κωδικός του wifi δεν έδειχνε να είναι σωστός και η βρύση έβγαζε καυτό νερό!!!
Ήμουν έτοιμη να βάλω τα κλάματα

Κατά τις 2:30 πέσαμε για ύπνο. Στις 4:00 το πρωί μέσα στον ύπνο μου άκουσα τον ήχο ενός μηνύματος στο κινητό μου. Ήταν η Sophie, που μου έγραφε:
"You have to pull up the handle”. “It is just a bit tricky”.
Σηκώθηκε ο άντρας μου και … σήκωσε πάνω το πόμολο έσπρωξε την πόρτα και η πόρτα … έκλεισε.
Τόσο απλά.
Το πρωί που ξύπνησα … όλα μου φάνηκαν διαφορετικά.
..............
post ..................
Πάντα την πρώτη μέρα του ταξιδιού καταφέρνουμε και ξεκινάμε στην ώρα μας. Το έχουμε πάρει όλοι απόφαση ότι τα πολλά χιλιόμετρα του ταξιδιού είναι την πρώτη ημέρα και μια αγγαρεία που είναι να βγει, ας βγει μια ώρα αρχύτερα.
Έτσι στις 7:00 είμαστε όλοι όρθιοι και έτοιμοι για αναχώρηση. Χαιρετήσαμε την σπιτονοικοκυρά, η οποία μας κέρασε και κουλουράκια για το δρόμο και φύγαμε.

Περάσαμε από το κέντρο της Γευγελής για να δείξω στον άντρα μου που γυρνούσαμε χθες το βράδυ μαμά και γιος και φύγαμε.

Μέσα στη χώρα κάναμε άλλη μια στάση σε μια καφέ ταμπέλα που έλεγε “Stobi”. Είχα διαβάσει ότι ήταν υποψήφιο site για τη λίστα της Unesco. Είναι ένας αρχαιολογικός χώρος με ένα μικρό αντίτιμο εισόδου.

Δεν μας φάνηκε πολύ ενδιαφέρον. Αν γίνει Unesco την ξανασυζητάμε την επίσκεψη.
Βγαίνοντας από τη χώρα συναντήσαμε κίνηση στα σύνορα. Αυτό ήταν μάλλον κακό σημάδι, γιατί αν είχε κίνηση στα Σέρβικα σύνορα που δεν έχουν τη φήμη, τι θα γίνεται στα Ουγγρικά που την έχουν;
Έτσι, χαζά, χαζά "φάγαμε" μια ωρίτσα.

Η συνέχεια είχε αρκετά χιλιόμετρα. Ο δρόμος όμως είναι καλός, οι οδηγοί είμαστε δύο, τα παιδιά μεγάλωσαν (ή κοιμόντουσαν ή παίζανε με τα κινητά τους) και τα χιλιόμετρα βγήκαν εύκολα.

Παρόλαυτά θα έπρεπε να κάνουμε μια στάση όχι τόσο για να ξεκουραστούμε αλλά για να φάμε κάτι και για οικονομία δυνάμεων. Εξάλλου τι road trip θα είναι αν δεν κάνεις και καμιά στάση στο δρόμο;
Βρισκόμασταν ήδη στα περίχωρα του Βελιγραδίου και εγώ σκεφτόμουν τα σενάρια που είχα στο μυαλό μου για τη στάση αυτή.

Ή θα πηγαίναμε στο νησί Ada Ciganlija του Βελιγραδίου για φαγητό και ίσως και για καμιά αθλοπαιδιά ή θα σταματούσαμε στο Novi Sad, μια όμορφη πόλη της Σερβίας που δεν είχαμε ξαναπάει.
Όμως η πιθανότητα να βρούμε κίνηση προς το νησί (σήμερα που ήταν Κυριακή) μας απέτρεψε και προσπεράσαμε τη διασταύρωση για αυτό χωρίς πολλές σκέψεις. Μήπως όμως και το Novi Sad παραήταν μακριά; Θα ταξιδεύαμε άλλη μια ώρα ακόμα; Μήπως να το πάμε “μονοκοπανιά” μέχρι τα σύνορα; Τα συγκεκριμένα σύνορα πολύ τα φοβόμουν. Είχα διαβάσει τα άπειρα άσχημα για ατέλειωτες ουρές και καθυστερήσεις. Έλπιζα όμως στο δεύτερο συνοριακό πέρασμα που πάντα είχε λιγότερη ουρά και υπήρχε και ένα site που ενημέρωνε για το χρόνο καθυστέρησης. Και εκεί που σκεφτόμουν όλα αυτά … ήρθε ο από μηχανής Θεός! Είδα ξαφνικά μπροστά μου μια τεράστια πινακίδα που έλεγε ZEMUN. Α! Αυτό είναι.
«Στρίψεεεε» λέω στον άντρα μου.
«Γιατί τι είναι εδώ;»
Μα το Zemun ήταν το plan C μου. Πως το είχα ξεχάσει; Είναι ένα προάστιο του Βελιγραδίου πολύ όμορφο, που δεν έχουμε ξαναπάει και είναι στο δρόμο μας και χωρίς να παρακάμψουμε ιδιαίτερα.
Στρίψαμε λοιπόν και το google μας οδήγησε στην παραλία και στην περιοχή Gardos. Με το που κατεβήκαμε στην παραλία πέσαμε πάνω σε ένα φυλασσόμενο υπαίθριο parking. Τι καλά!


Παρκάραμε λοιπόν και βγήκαμε βόλτα στην παραλία του Zemun.



Πραγματικά κάναμε μια πάρα πολύ ωραία παραποτάμια βόλτα. Στο σημείο αυτό το ποτάμι είναι αρκετά φαρδύ, η απέναντι όχθη φαίνεται κατάφυτη, προς τα νότια βλέπεις το νησί του πολέμου αλλά και λίγο το Βελιγράδι στο σημείο που «σκάει» στο Δούναβη και όλα αυτά παρέα με πολλά πουλιά που πετούσαν πάνω από έναν μικρό στόλο από ψαρόβαρκες που πηγαινοέρχονταν στο Δούναβη.

Αρχικά κάναμε μια βολτίτσα με ένα παγωτό στο χέρι αλλά τα πολλά ταβερνάκια στις όχθες του ποταμού και μέσα στο καταπράσινο περιβάλλον ήταν πολύ δελεαστικά και έτσι αποφασίσαμε να καθίσουμε σε ένα από αυτά. Στο Danubius καθίσαμε γιατί μας άρεσε και το όνομα. Παραγγείλαμε το παραδοσιακό Σέρβικο σνίτσελ Καρατζόρτζεβιτς και κλασικά καλαμαράκια.

Για να είμαι ειλικρινής πιο πολύ ευχαριστήθηκα με το περιβάλλον παρά με το φαγητό. Λίγο ξενερώσαμε με το φαγητό. Το σνίτσελ παρά ήταν στεγνό και τα καλαμαράκια έμοιαζαν πιο πολύ βραστά παρά τηγανητά. Ο σερβιτόρος που ένοιωσε λίγο την ξινίλα μας προσπάθησε να γίνει φιλικότερος ... εκθειάζοντας ... κάποιες ελληνικές ομάδες. Ολυμπιακός, ΠΑΟΚ! μας είπε ... υψώνοντας τη γροθιά του! Ύστερα από αυτό .... το φαγητό συνέχισε να μη μας αρέσει.
Μετά το φαϊ περπατήσαμε λίγο ακόμα. Πήραμε και άλλο παγωτό από ένα κιόσκι που πούλαγε περίεργες γεύσεις. Έχετε φάει παγωτό με βασιλικό; Εγώ δοκίμασα στην παραλία του Zemun. Ωραίο ήταν!

Με αυτά και αυτά περάσαμε μιάμιση ευχάριστη ωρίτσα στο Zemun.
Πληρώσαμε 1€ στο parking βάλαμε και βενζίνη και φύγαμε.
Το site της Ουγγρικής αστυνομίας έλεγε ότι η αναμονή στα σύνορα ήταν της τάξεως της μιας ώρας. Το ίδιο έδινε και για το δεύτερο πολύ κοντινό συνοριακό πέρασμα. Δεν υπήρχε λόγος να πάμε από το δεύτερο αφού οι ουρές ήταν οι ίδιες. Βέβαια και να θέλαμε να πάμε από εκεί μάλλον δεν θα το καταφέρναμε αφού ενώ είχαμε ακόμα δρόμο ως τον έλεγχο, ξαφνικά …. σταματήσαμε! Βρήκαμε την ουρά αρκετά νωρίς, … πολύ νωρίς θα έλεγα, μα πάρα πολύ νωρίς…

Μα δεν μπορεί αυτό που βλέπαμε μπροστά μας να ήταν καθυστέρηση μόνο μιας ώρας…

Βέβαια η ματιά μου δεν έβλεπε στον ορίζοντα που είναι τα σύνορα. Έκανε και μια καμπή ο δρόμος… Αν κρίνω και από όλα όσα έβλεπα (τη συμπεριφορά των μπροστινών οδηγών, τις σβηστές μηχανές, τα γεμάτα καλάθια με σκουπίδια, τις βόλτες πολλών από αυτοκίνητο σε αυτοκίνητο) θα έλεγα ότι πιο πολύ έμοιαζε με κατασκήνωση παρά με αναμονή σε ουρά.
Είδα και κάποιους που προσεύχονταν! Ναι, …προσεύχονταν, γιατί μαζί με μένα που αποφάσισα να πάω για τουρισμό στην Ουγγαρία, ταξίδευε μαζί μου και όλος ο αραβικός κόσμος.

Δεν μπορώ να πιστέψω πως την έπαθα έτσι. Το ήξερα ότι είναι δύσκολα αυτά τα σύνορα, το ήξερα ότι οι άραβες επιστρέφουν το καλοκαίρι από τις πατρίδες τους, αλλά πίστευα ότι επειδή είναι Σεπτέμβριος (έστω και 1η του μήνα) και επειδή γνώριζα για το άλλο πέρασμα θα τη γλύτωνα.



Αφού σιχτίριζα το πρώτο μισάωρο, σκεφτόμουν τα plan B και C μου, ανάλογα με την ώρα που θα φτάναμε στη Βουδαπέστη, αφού έστειλα τα μηνύματά μου στην σπιτονοικοκυρά ενημερώνοντάς τη ότι θα αργήσουμε και αφού “λούστηκα” και τη γκρίνια των δικών μου μετά … μπήκαμε και εμείς στο mood των υπολοίπων της ουράς. Μουσικούλα, φαγητό και μέσα μέσα ρίχναμε και κανένα σπρωξιματάκι στο αυτοκίνητο προχωρώντας για καναδυό μέτρα, γιατί που να ανοίγουμε τώρα μηχανή; Άσε που αυτό κάνανε και όλοι οι άλλοι.

Και μου αρέσει που ήμουν και αισιόδοξη ότι θα είμαστε στη Βουδαπέστη πριν τις 9:00 το βράδυ και είχα κλείσει και τραπέζι για φαγητό στο Sir Lanselot. Πάει το Sir Lanselot!
Είναι φανερό το πόσο αφιλόξενοι είναι οι Ούγγροι με τους μετανάστες και μαζί με αυτούς “παίρνει η μπάλα” και τους τουρίστες. Το «αγριευτικό» συρματόπλεγμα στα σύνορα και οι πολλοί άραβες μετανάστες γύρω μας και δεδομένου του μπόλικου χρόνου που είχαμε για σκότωμα προκάλεσε συζητήσεις μεταξύ μας για το μεταναστευτικό ζήτημα και την απορρόφηση των μεταναστών από τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης, ζητήματα τα οποία ήρθαν στην επιφάνεια πολλές φορές κατά τη διάρκεια αυτής της εκδρομής.

Ύστερα από αρκετή ώρα φτάσαμε στα …Σέρβικα σύνορα. Ναι … όλο αυτό ήταν για τα Σέρβικα. Από εκεί και πέρα τα πράγματα φαινόντουσαν … χειρότερα, αφού οι εννέα λωρίδες γινόντουσαν … πέντε. Γι’ αυτό με ρώτησε η Sophie, η σπιτονοικοκυρά στο τηλέφωνο, σε ποια σύνορα είμαστε, στα Σέρβικα ή στα Ουγγρικά; Ήξερε ότι αν ήμουν στα πρώτα ήθελα πολύ μα πολύ χρόνο ακόμα για να φτάσω…


Είχαν περάσει τρεις ώρες παρά τέταρτο συνολικά όταν ήρθε η σειρά μας να περάσουμε από «έλεγχο».

Τα εισαγωγικά τα έβαλα γιατί ο «έλεγχος» ήταν μια ματιά στις ταυτότητες. Όχι σε όλους, αλλά σε εμάς μόνο. Υποθέτω επειδή είμαστε Έλληνες. Τα εξονυχιστικά τα έκαναν στους άραβες. Μετά από τη ματιά επιτέλους … περάσαμε. Για αυτή τη ματιά περιμέναμε τρεις ώρες; Ούτε ένα ψαχουλεματάκι που έλεγε και ο Χατζηχρήστος;

Με το που πατήσαμε σε Ουγγρικό έδαφος κάναμε άμεση στάση για βινιέτα (σε ένα πράσινο περίπτερο) αμέσως μετά τον “έλεγχο”. Αγοράσαμε και τη βινιέτα της Αυστρίας για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο και φύγαμε.
Ένα δύωρο μετά φτάσαμε στη Βουδαπέστη. Είχα κλείσει ένα studio σε αρκετά κεντρικό σημείο, προκειμένου να τα κάνουμε όλα με τα πόδια και το αυτοκίνητο θα το βάζαμε σε κοντινό garage μέχρι να φύγουμε από τη Βουδαπέστη.
Φτάσαμε στο κατάλυμα στις 11:30 το βράδυ και από εκεί και πέρα αρχίζει ο β’ κύκλος ταλαιπωρίας μας….
Η σπιτονοικοκυρά μας η Sophie δεν ήταν στο κατάλυμα. Είχε αναθέσει στη φίλη της την Annie να μας παραδώσει το κλειδί. Η φίλη Annie ήρθε μας άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματος, μας παρέδωσε το κλειδί και έφυγε σχεδόν τρέχοντας. Με το που έφυγε ανακαλύψαμε το μέγα πρόβλημα. Δεν μπορούσα να κλείσω την πόρτα. Όχι να την κλειδώσω, αλλά να την κλείσω. Δεν εφάρμοζε η πόρτα στην κάσα και δεν έπιανε η γλώσσα στο αντίκρισμα. Με τίποτα. Πανικοβλήθηκα. Ο άντρας μου αντιμετώπιζε πρόβλημα παρκαρίσματος και εγώ με τον γιο να παλεύω με την πόρτα. Άρχιζα να στέλνω μηνύματα σε Annie και Sophie. Η Sophie αγνοούσε κλήσεις και μηνύματα και η Annie να μου λέει ότι κλείνει η πόρτα και ότι πρέπει να προσπαθήσω περισσότερο.
Η κούραση ήταν στο Θεό και τα νεύρα μου επίσης.
«Θα ψάξω για άλλο κατάλυμα». Πως όμως; ήταν τόσο αργά που το booking δεν έβγαζε τιμές για τη σημερινή ημερομηνία. Αποφάσισα να πάω να ψάξω επιτόπου. Πήγα σε τρία γειτονικά ξενοδοχεία. Το ένα ήταν πανάκριβο και τα άλλα δύο δεν είχαν δωμάτια.
Στο μεταξύ είχε περάσει η 12:00 η ώρα. Είχαμε κουραστεί να ψάχνουμε πως θα λύσουμε το πρόβλημα. Είχαμε κουραστεί να σιχτιρίζουμε την πόρτα, την Annie, τη Sophie, τους Ούγγρους, όλους.

Αφήσαμε τα παιδιά στο σπίτι και πήγαμε για να παρκάρουμε το αυτοκίνητο σε κάποιο garage.
Δεν ήταν η τυχερή μας ημέρα. Άλλο πρόβλημα αντιμετωπίσαμε. Το κοντινότερο garage που πήγαμε ήταν ένα “διαστημικό” garage. Έπρεπε να βάλουμε το αυτοκίνητο πάνω σε μια πλατφόρμα να κλείσουμε τους καθρέπτες να πατήσουμε ένα κουμπί και η πλατφόρμα θα βυθιζόταν στο υπόγειο parking και μην το είδατε το αυτοκίνητο. Δεν μου πολυάρεσε αυτό το parking, γιατί αν ήθελα κάτι από το αυτοκίνητο πως θα το έπαιρνα πάλι; Τελικά κάτι δεν μπορούσαμε να κάνουμε καλά (τέτοιες ώρες τέτοια λόγια) γιατί το αυτοκίνητο δεν “βυθιζόταν” με τίποτα.
Φύγαμε λοιπόν προς αναζήτηση άλλου parking. Και βρήκαμε, αλλά ήταν γεμάτο. Αμάν πια, τι άλλο θα μας τύχει; Το παρκάραμε στο δρόμο τελικά και πήγαμε στο σπίτι.
Τα προβλήματα είχαν συνέχεια. Η ζέστη ήταν αφόρητη (μπορεί και από τα νεύρα μας). Το aircondition ήταν φορητό, το οποίο προσπαθήσαμε να το βάλουμε μπρος με όχι και τόσο μεγάλη επιτυχία αφού είχε μια μπουρού, που έπρεπε να βγει πρώτα από το μισάνοιχτο παράθυρο για να λειτουργήσει και αφού την προσαρμόζαμε πρώτα σε συγκεκριμένες υποδοχές, που στη 1:00 η ώρα το βράδυ και με τέτοια κούραση δεν είχαμε καθόλου την υπομονή να τις ταιριάξουμε.
Ο κωδικός του wifi δεν έδειχνε να είναι σωστός και η βρύση έβγαζε καυτό νερό!!!
Ήμουν έτοιμη να βάλω τα κλάματα


Κατά τις 2:30 πέσαμε για ύπνο. Στις 4:00 το πρωί μέσα στον ύπνο μου άκουσα τον ήχο ενός μηνύματος στο κινητό μου. Ήταν η Sophie, που μου έγραφε:
"You have to pull up the handle”. “It is just a bit tricky”.
Σηκώθηκε ο άντρας μου και … σήκωσε πάνω το πόμολο έσπρωξε την πόρτα και η πόρτα … έκλεισε.
Τόσο απλά.
Το πρωί που ξύπνησα … όλα μου φάνηκαν διαφορετικά.
..............
Last edited: