Παρίσακτος
Member
- Μηνύματα
- 263
- Likes
- 2.898
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Σχεδιασμός Ταξιδιού
- Welcome! Where are you from?
- Άνθρωποι κ Ποντίκια
- Παζάρι, Καρνάκ κ αποχαιρετισμός στα όπλα
- 'Εγκλημα στο Νείλο
- 'Στα Κρεμαστά κ τη Δήλο της Αιγύπτου
- Ο καλός άνθρωπος του Ασουάν
- Εκεί στο Νότο
- Υπάρχουν κροκόδειλοι στον Νείλο;
- Πυραμίδες
- Νεκροπόλεις για ζωντανούς
- Μούμιες
- Στην Αγορά του Αλ-Χαλίλι
- Για σαλάμ θα πει Αλεξάνδρεια
- Απολογισμός - Αρχαιολογικοί Χώροι
- Απολογισμός - Οικισμοί
- Τελικός Απολογισμός
Νεκροπόλεις για ζωντανούς
Ξυπνάμε σχετικά νωρίς, ούμπερ για Κάιρο κέντρο με τα μπαγκάζια μας, προορισμός ένα ξενοδοχείο/χόστελ απέναντι από το Αιγυπτιακό Μουσείο, όπου τακτοποιούμαστε και αφού καταλήγουμε σε ένα πλάνο, καλούμε ούμπερ για να μας πάει στο Ισλαμικό Κάιρο.
Άλλη μια επαφή με την οδηγική τρέλα της πόλης, άλλος ένας οδηγός που δεν μιλά γρι αγγλικά, κυρίως αυτοκινητόδρομοι, μέχρι που μπαίνουμε σε έναν δρόμο στενό με γραφικά χαμόσπιτα, που με εντυπωσίασαν. Ο οδηγός έμοιαζε λίγο χαμένος σ’ εκείνο το σημείο του χάρτη, ρώτησε και κάτι γεροντάκια που κάθονταν στο στενό πεζοδρόμιο και συνέχισε για το τζαμί του σουλτάνου Χασάν, την πρώτη μας στάση.
Εντυπωσιακό, τεράστιο, χτισμένο με πέτρα, σε τούρκικο στυλ, χτισμένο τον 14ο αιώνα μ.Χ., μου θύμισε περισσότερο κάστρο, παρά χώρο λατρείας. Κι εσωτερικά όμορφο, είχαμε και πριβέ συναυλία από πιστό που καθόταν στον χώρο που αναπαυόταν ο σουλτάνος κι ήθελε να μας δείξει την ακουστική του χώρου, αποζητώντας φιλοδώρημα. Περάσαμε κι από το γειτονικό τζαμί, Al-Rifai, που αν κι εντυπωσιακότερο εξωτερικά, εσωτερικά ήταν απλώς οκ.
Κινηθήκαμε στο ισλαμικό Κάιρο, περνούσαμε δίπλα από καφενεία όπου παππούδες συζητούσαν χαλαροί καπνίζοντας ναργιλέ, παιδάκια που πρόβαραν το γεια σου στα αγγλικά όταν μας έβλεπαν, δίπλα από κατσικάκια (στο κέντρο πρωτεύουσας κράτους όλα αυτά). Φτάσαμε στο τζαμί του Ibn Tulun, από τα παλιότερα της πόλης, όπου μπορούσες να ανέβεις στον μιναρέ και να έχεις θέα στις ταράτσες της πόλης. Γενικά δεν έχω υψοφοβία· εκεί τα χρειάστηκα στην κορυφή.
Συνεχίσαμε προς την Ακρόπολη, αφού κάναμε μια στάση για να ρωτήσουμε πληροφορίες σε ένα μαγαζί του δρόμου και για να φάμε ένα από τα εθνικά φαγητά της Αιγύπτου: το κοσάρι. Είναι ένα πιάτο-ποτ-πουρί: έχει μακαρονάκι κοφτό, ρύζι, ρεβύθια και φακή πασπαλισμένα με σος τομάτας, πάπρικα, ξύδι και κύμινο. Ε αυτό το πράγμα που ακούγεται σιχαμένο και περίμενα να μου φανεί μια αηδία αποδείχτηκε τελικά νοστιμότατο και το ξαναπροτίμησα (μέχρι να τριτώσει το καλό). Ήταν πάμφθηνο, κιόλας. Κι από όσο θυμάμαι κανείς μας δεν κοιμήθηκε στην τουαλέτα εκείνο το βράδυ. Ο τυπάς που το έφτιαχνε δεν ήξερε αγγλικά, αλλά προθυμοποιήθηκε να μας δείξει με νεύματα τον δρόμο για την Ακρόπολη του Σαλαντίν, μας έλεγε τη σωστή τιμή χαμογελώντας αθώα (σοκ!), μας φώναξε να μας δώσει τα ρέστα από κάτι ψωμιά που πήραμε για τον δρόμο, ενώ ήταν φιλοδώρημα (σοκ στο τετράγωνο) για την εξυπηρέτησή του (μας κακόμαθαν οι υπόλοιποι συντοπίτες του).
Μπήκαμε στην Ακρόπολη, κάναμε μια βόλτα προς το εντυπωσιακό τζαμί του Μοχάμεντ Αλί, το επονομαζόμενο και αλαβάστρινο τζαμί, χάρη στο υλικό που χαρακτήριζε τον συγκεκριμένο λατρευτικό χώρο και προσέφερε μια ιδιαιτερότητα σε σχέση με άλλους αντίστοιχους τεμένους. Από τις βεράντες πίσω απλώνεται όλο το Κάιρο, μέχρι και τις πυραμίδες βλέπαμε, αμυδρά βέβαια λόγω του νέφους.
Η Ακρόπολη περιλαμβάνει και κάτι πολεμικά μουσεία, και κάτι άλλα τζαμιά και παλάτια, εμάς μας ενδιέφερε να ανέβουμε και στα τείχη, αλλά τουλάχιστον εκείνη την ώρα δεν ήταν εφικτό.
Επόμενος στόχος ήταν το πάρκο Αλ-Αζάρ, το Central Park του Καΐρου, με μια μικρή παράκαμψη να περάσουμε από αυτό που έβλεπα στον χάρτη ως νεκροταφείο. Γενικά έχω ένα (οκ, πολλά, αλλά τώρα ας επικεντρωθούμε σε ένα) φετίχ με τα νεκροταφεία, βρίσκω πολύ ενδιαφέρον το πού και πώς επιλέγει ο κάθε λαός και πολιτισμός να θάψει τους νεκρούς του. Επομένως μπήκε στο πρόγραμμα κι επειδή το έχω λίγο και με τον προσανατολισμό, θεωρούσα ότι το νεκροταφείο θα ήταν κοντά σε εκείνα τα ωραία σπιτάκια που μου είχαν τραβήξει το ενδιαφέρον το πρωί.
Σπόιλερ 1: εκείνα τα ωραία σπιτάκια ήταν το νεκροταφείο.
Σπόιλερ 2: το νεκροταφείο δεν ήταν απλώς νεκροταφείο· ήταν κανονική νεκρόπολη, που κατοικούσαν άνθρωποι. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι στις νεκροπόλεις που βρίσκονται στις παρυφές του Παλιού Καΐρου κατοικούν από μισό μέχρι δύο εκατομμύρια Αιγύπτιοι.
Πώς τα μάθαμε όλα αυτά;
Περπατάμε στον δρόμο με το gps στο χέρι, μας σταματά άνδρας σαρανταπεντάρης:
«Δεν πάτε καλά από εδώ», μας λέει.
Κοιταζόμαστε με επιφυλακτικότητα μεταξύ σας.
«Κοιτάξτε, δεν είμαι ταξιτζής, δεν θέλω χρήματα, δεν έχω κανέναν λόγο να σας πω ψέματα. Καθηγητής είμαι και από εκεί είναι πολύ επικίνδυνα για έναν τουρίστα, είναι το νεκροταφείο· ακόμη κι εγώ δεν τολμάω να πάω. Μπορείτε να πάτε από εκεί… από εδώ… από παραεκεί…» κι αρχίζει και μας δείχνει όλες τις πιθανές κατευθύνσεις απαριθμώντας μας πιθανά αξιοθέατα, εκτός από εκείνη που είχαμε επιλέξει να ακολουθήσουμε. «Εσείς πού πηγαίνετε;» ρωτά, όντας σίγουρος ότι έχουμε χαθεί κι ότι κάνει ένα ψυχικό.
«Στο νεκροταφείο», του απαντάω.
Εκείνος σοκαρισμένος, αναρωτιέται τι πάμε να κάνουμε εκεί. «Δεν είναι μέρος για τουρίστες, είναι επικίνδυνα», επιμένει και η συζήτηση πηγαίνει σε εμάς, από πού είμαστε, τι κάνουμε, για να καταλήξει πάλι να μας προτείνει εναλλακτικές. Τον ευχαριστούμε. Φεύγει.
Ο Δ. εμφανώς προβληματισμένος προτιμά να μην πάμε.
«Μωρέ, θα υπερβάλλει», του λέω εγώ. «Και τη γιαγιά μου στο χωριό αν ρωτήσεις για τα Εξάρχεια τα ίδια θα σου πει».
Δεν τον καθησυχάζει αυτό, το ψάχνει λίγο στο διαδίκτυο. «Εδώ λέει ότι κλέβουν πόρτες και ότι αν κανείς τους πιάσει επί το έργο, να μην τους εμποδίσει, γιατί μπορεί να τον σκοτώσουν».
«Υπερβολές», λέω εγώ, που έχω είτε έχω άγνοια κινδύνου είτε είμαι πολύ θαρραλέος. Ή πολύ χαζός, που πιάνει λίγο κι από τα δύο.
Αποφασίζουμε να μην πάμε, αλλά να περάσουμε από εκεί και να δούμε, αφού είναι στον δρόμο μας, και μόλις βλέπω έναν άνοιγμα, ανεβαίνω τα σκαλιά, λέγοντάς του ότι μπορεί να με περιμένει για λίγο κάτω αν δεν θέλει, και μπαίνω στο νεκροταφείο. Ανεβαίνει κι εκείνος, και κάνουμε μια πεντάλεπτη βόλτα εκεί έξω έξω, έτοιμοι να το βάλουμε στα πόδια αν βλέπαμε κανέναν να κουβαλά πόρτα τρέχοντας.
Ήταν πολύ ατμοσφαιρικά, δεν ήξερα τι με παραξένευε περισσότερο: το ότι εκεί κατοικούσαν άνθρωποι ή ότι εκεί ήταν θαμμένοι οι νεκροί τους;
«Δεν θες να μπούμε λίγο πιο μέσα;» ρωτάω βλέποντάς τον διστακτικό.
«Εντάξει, το είδαμε, πάμε τώρα στο πάρκο».
Επιστρέψαμε στον δρόμο και συνεχίσαμε ακολουθώντας τον χάρτη. Τελικά μπερδευτήκαμε κι αναγκαστήκαμε να ρωτήσουμε τους επικίνδυνους ανθρώπους που άραζαν έξω από την νεκρόπολη, οι οποίοι μας έδειξαν τον σωστό δρόμο για το πάρκο. Πηγαίναμε κατά μήκος του δρόμου, ενώ στο πλάι μας απλωνόταν η Νεκρόπολη, με περιοδικά ανοίγματα, και τα αυτοκίνητα περνούσα ξυστά από δίπλα μας, καθώς το πεζοδρόμιο ήταν είτε φαγωμένο είτε λειψό είτε ανύπαρκτο.
«Ρε, μπαίνουμε μέσα λίγο, αφού δεν χωράμε εδώ;»
«Καλά είμαστε κι έτσι», απαντά εκείνος που τον είχαν επηρεάσει κάπως περισσότερο τα λόγια του καθηγητή.
«Δηλαδή προτιμάς να μας πατήσουν τα αμάξια από το να μπούμε για μια μικρή σύντομη λιλιπούτια παράκαμψη μες στην Νεκρόπολη;» Να την χαρώ κι εγώ λίγο περισσότερο, σκεφτόμουν.
«Ναι, το προτιμώ».
Ε τελικά φτάσαμε ζωντανοί στο πάρκο, που ήταν μια ενδιαφέρουσα εναλλαγή πρασίνου στην σκονισμένη πόλη, που παιδάκια έπαιζαν, νέοι και γέροι έκαναν πικνίκ, νεόνυμφοι φωτογραφίζονταν χέρι-χέρι. Αξίζει σίγουρα μια βόλτα.
Έπειτα συνεχίσαμε στην καρδιά του Ισλαμικού Καΐρου και συγκεκριμένα στην πολυτραγουδισμένη Αγορά του Αλ-Χαλίλι, όπου φάγαμε και κάναμε μια αναγνωριστική βόλτα. Η μόνη μου εμπειρία από τόσο μεγάλο παζάρι ήταν στην Κωνσταντινούπολη. Η αγορά του Αλ-Χαλίλι μου φάνηκε μεγαλύτερη, χαοτικότερη, αυθεντικότερη (βέβαια το Μεγάλο Παζάρι δεν με είχε ενθουσιάσει και στην Πόλη, είχα προτιμήσει εκείνο των μπαχαρικών), σαν πόλη μέσα σε πόλη, όπου είχε διαφορετικές γειτονιές (ρούχα, μπαχάρια, φαγώσιμα, μπιχλιμπίδια, δώρα) με διαφορετικό ύφος. Εύκολα χανόσουν κι έχει ακόμη το χρώμα της, παρά το πόσο τουριστική είναι, ίσως επειδή την προτιμούνε κι οι ίδιοι οι ντόπιοι για τα ψώνια τους.
Επιστρέψαμε στο δωμάτιο με ούμπερ, κάναμε ένα μπάνιο και βγήκαμε να δούμε το Cairo by night όπως πρέπει. Κάναμε και μια βόλτα από πλατεία Ταχρίρ, όπου είχε ταυτιστεί με την επανάσταση του ’11, από πρεσβείες και την όπερα, και καταλήξαμε στο νησί Ζάμαλεκ, όπου ήπιαμε μια μπύρα σε ταράτσα που είχε ανακαλύψει ο Δ., ειδήμων στα περί night life, με θέα το σύγχρονο Κάιρο.
Αναμφίβολα ήταν μια από τις ομορφότερες μέρες του ταξιδιού.
Ξυπνάμε σχετικά νωρίς, ούμπερ για Κάιρο κέντρο με τα μπαγκάζια μας, προορισμός ένα ξενοδοχείο/χόστελ απέναντι από το Αιγυπτιακό Μουσείο, όπου τακτοποιούμαστε και αφού καταλήγουμε σε ένα πλάνο, καλούμε ούμπερ για να μας πάει στο Ισλαμικό Κάιρο.
Άλλη μια επαφή με την οδηγική τρέλα της πόλης, άλλος ένας οδηγός που δεν μιλά γρι αγγλικά, κυρίως αυτοκινητόδρομοι, μέχρι που μπαίνουμε σε έναν δρόμο στενό με γραφικά χαμόσπιτα, που με εντυπωσίασαν. Ο οδηγός έμοιαζε λίγο χαμένος σ’ εκείνο το σημείο του χάρτη, ρώτησε και κάτι γεροντάκια που κάθονταν στο στενό πεζοδρόμιο και συνέχισε για το τζαμί του σουλτάνου Χασάν, την πρώτη μας στάση.
Εντυπωσιακό, τεράστιο, χτισμένο με πέτρα, σε τούρκικο στυλ, χτισμένο τον 14ο αιώνα μ.Χ., μου θύμισε περισσότερο κάστρο, παρά χώρο λατρείας. Κι εσωτερικά όμορφο, είχαμε και πριβέ συναυλία από πιστό που καθόταν στον χώρο που αναπαυόταν ο σουλτάνος κι ήθελε να μας δείξει την ακουστική του χώρου, αποζητώντας φιλοδώρημα. Περάσαμε κι από το γειτονικό τζαμί, Al-Rifai, που αν κι εντυπωσιακότερο εξωτερικά, εσωτερικά ήταν απλώς οκ.
Κινηθήκαμε στο ισλαμικό Κάιρο, περνούσαμε δίπλα από καφενεία όπου παππούδες συζητούσαν χαλαροί καπνίζοντας ναργιλέ, παιδάκια που πρόβαραν το γεια σου στα αγγλικά όταν μας έβλεπαν, δίπλα από κατσικάκια (στο κέντρο πρωτεύουσας κράτους όλα αυτά). Φτάσαμε στο τζαμί του Ibn Tulun, από τα παλιότερα της πόλης, όπου μπορούσες να ανέβεις στον μιναρέ και να έχεις θέα στις ταράτσες της πόλης. Γενικά δεν έχω υψοφοβία· εκεί τα χρειάστηκα στην κορυφή.

Συνεχίσαμε προς την Ακρόπολη, αφού κάναμε μια στάση για να ρωτήσουμε πληροφορίες σε ένα μαγαζί του δρόμου και για να φάμε ένα από τα εθνικά φαγητά της Αιγύπτου: το κοσάρι. Είναι ένα πιάτο-ποτ-πουρί: έχει μακαρονάκι κοφτό, ρύζι, ρεβύθια και φακή πασπαλισμένα με σος τομάτας, πάπρικα, ξύδι και κύμινο. Ε αυτό το πράγμα που ακούγεται σιχαμένο και περίμενα να μου φανεί μια αηδία αποδείχτηκε τελικά νοστιμότατο και το ξαναπροτίμησα (μέχρι να τριτώσει το καλό). Ήταν πάμφθηνο, κιόλας. Κι από όσο θυμάμαι κανείς μας δεν κοιμήθηκε στην τουαλέτα εκείνο το βράδυ. Ο τυπάς που το έφτιαχνε δεν ήξερε αγγλικά, αλλά προθυμοποιήθηκε να μας δείξει με νεύματα τον δρόμο για την Ακρόπολη του Σαλαντίν, μας έλεγε τη σωστή τιμή χαμογελώντας αθώα (σοκ!), μας φώναξε να μας δώσει τα ρέστα από κάτι ψωμιά που πήραμε για τον δρόμο, ενώ ήταν φιλοδώρημα (σοκ στο τετράγωνο) για την εξυπηρέτησή του (μας κακόμαθαν οι υπόλοιποι συντοπίτες του).
Μπήκαμε στην Ακρόπολη, κάναμε μια βόλτα προς το εντυπωσιακό τζαμί του Μοχάμεντ Αλί, το επονομαζόμενο και αλαβάστρινο τζαμί, χάρη στο υλικό που χαρακτήριζε τον συγκεκριμένο λατρευτικό χώρο και προσέφερε μια ιδιαιτερότητα σε σχέση με άλλους αντίστοιχους τεμένους. Από τις βεράντες πίσω απλώνεται όλο το Κάιρο, μέχρι και τις πυραμίδες βλέπαμε, αμυδρά βέβαια λόγω του νέφους.
Η Ακρόπολη περιλαμβάνει και κάτι πολεμικά μουσεία, και κάτι άλλα τζαμιά και παλάτια, εμάς μας ενδιέφερε να ανέβουμε και στα τείχη, αλλά τουλάχιστον εκείνη την ώρα δεν ήταν εφικτό.

Επόμενος στόχος ήταν το πάρκο Αλ-Αζάρ, το Central Park του Καΐρου, με μια μικρή παράκαμψη να περάσουμε από αυτό που έβλεπα στον χάρτη ως νεκροταφείο. Γενικά έχω ένα (οκ, πολλά, αλλά τώρα ας επικεντρωθούμε σε ένα) φετίχ με τα νεκροταφεία, βρίσκω πολύ ενδιαφέρον το πού και πώς επιλέγει ο κάθε λαός και πολιτισμός να θάψει τους νεκρούς του. Επομένως μπήκε στο πρόγραμμα κι επειδή το έχω λίγο και με τον προσανατολισμό, θεωρούσα ότι το νεκροταφείο θα ήταν κοντά σε εκείνα τα ωραία σπιτάκια που μου είχαν τραβήξει το ενδιαφέρον το πρωί.
Σπόιλερ 1: εκείνα τα ωραία σπιτάκια ήταν το νεκροταφείο.
Σπόιλερ 2: το νεκροταφείο δεν ήταν απλώς νεκροταφείο· ήταν κανονική νεκρόπολη, που κατοικούσαν άνθρωποι. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι στις νεκροπόλεις που βρίσκονται στις παρυφές του Παλιού Καΐρου κατοικούν από μισό μέχρι δύο εκατομμύρια Αιγύπτιοι.
Πώς τα μάθαμε όλα αυτά;
Περπατάμε στον δρόμο με το gps στο χέρι, μας σταματά άνδρας σαρανταπεντάρης:
«Δεν πάτε καλά από εδώ», μας λέει.
Κοιταζόμαστε με επιφυλακτικότητα μεταξύ σας.
«Κοιτάξτε, δεν είμαι ταξιτζής, δεν θέλω χρήματα, δεν έχω κανέναν λόγο να σας πω ψέματα. Καθηγητής είμαι και από εκεί είναι πολύ επικίνδυνα για έναν τουρίστα, είναι το νεκροταφείο· ακόμη κι εγώ δεν τολμάω να πάω. Μπορείτε να πάτε από εκεί… από εδώ… από παραεκεί…» κι αρχίζει και μας δείχνει όλες τις πιθανές κατευθύνσεις απαριθμώντας μας πιθανά αξιοθέατα, εκτός από εκείνη που είχαμε επιλέξει να ακολουθήσουμε. «Εσείς πού πηγαίνετε;» ρωτά, όντας σίγουρος ότι έχουμε χαθεί κι ότι κάνει ένα ψυχικό.
«Στο νεκροταφείο», του απαντάω.
Εκείνος σοκαρισμένος, αναρωτιέται τι πάμε να κάνουμε εκεί. «Δεν είναι μέρος για τουρίστες, είναι επικίνδυνα», επιμένει και η συζήτηση πηγαίνει σε εμάς, από πού είμαστε, τι κάνουμε, για να καταλήξει πάλι να μας προτείνει εναλλακτικές. Τον ευχαριστούμε. Φεύγει.
Ο Δ. εμφανώς προβληματισμένος προτιμά να μην πάμε.
«Μωρέ, θα υπερβάλλει», του λέω εγώ. «Και τη γιαγιά μου στο χωριό αν ρωτήσεις για τα Εξάρχεια τα ίδια θα σου πει».
Δεν τον καθησυχάζει αυτό, το ψάχνει λίγο στο διαδίκτυο. «Εδώ λέει ότι κλέβουν πόρτες και ότι αν κανείς τους πιάσει επί το έργο, να μην τους εμποδίσει, γιατί μπορεί να τον σκοτώσουν».
«Υπερβολές», λέω εγώ, που έχω είτε έχω άγνοια κινδύνου είτε είμαι πολύ θαρραλέος. Ή πολύ χαζός, που πιάνει λίγο κι από τα δύο.
Αποφασίζουμε να μην πάμε, αλλά να περάσουμε από εκεί και να δούμε, αφού είναι στον δρόμο μας, και μόλις βλέπω έναν άνοιγμα, ανεβαίνω τα σκαλιά, λέγοντάς του ότι μπορεί να με περιμένει για λίγο κάτω αν δεν θέλει, και μπαίνω στο νεκροταφείο. Ανεβαίνει κι εκείνος, και κάνουμε μια πεντάλεπτη βόλτα εκεί έξω έξω, έτοιμοι να το βάλουμε στα πόδια αν βλέπαμε κανέναν να κουβαλά πόρτα τρέχοντας.

Ήταν πολύ ατμοσφαιρικά, δεν ήξερα τι με παραξένευε περισσότερο: το ότι εκεί κατοικούσαν άνθρωποι ή ότι εκεί ήταν θαμμένοι οι νεκροί τους;
«Δεν θες να μπούμε λίγο πιο μέσα;» ρωτάω βλέποντάς τον διστακτικό.
«Εντάξει, το είδαμε, πάμε τώρα στο πάρκο».
Επιστρέψαμε στον δρόμο και συνεχίσαμε ακολουθώντας τον χάρτη. Τελικά μπερδευτήκαμε κι αναγκαστήκαμε να ρωτήσουμε τους επικίνδυνους ανθρώπους που άραζαν έξω από την νεκρόπολη, οι οποίοι μας έδειξαν τον σωστό δρόμο για το πάρκο. Πηγαίναμε κατά μήκος του δρόμου, ενώ στο πλάι μας απλωνόταν η Νεκρόπολη, με περιοδικά ανοίγματα, και τα αυτοκίνητα περνούσα ξυστά από δίπλα μας, καθώς το πεζοδρόμιο ήταν είτε φαγωμένο είτε λειψό είτε ανύπαρκτο.
«Ρε, μπαίνουμε μέσα λίγο, αφού δεν χωράμε εδώ;»
«Καλά είμαστε κι έτσι», απαντά εκείνος που τον είχαν επηρεάσει κάπως περισσότερο τα λόγια του καθηγητή.
«Δηλαδή προτιμάς να μας πατήσουν τα αμάξια από το να μπούμε για μια μικρή σύντομη λιλιπούτια παράκαμψη μες στην Νεκρόπολη;» Να την χαρώ κι εγώ λίγο περισσότερο, σκεφτόμουν.
«Ναι, το προτιμώ».
Ε τελικά φτάσαμε ζωντανοί στο πάρκο, που ήταν μια ενδιαφέρουσα εναλλαγή πρασίνου στην σκονισμένη πόλη, που παιδάκια έπαιζαν, νέοι και γέροι έκαναν πικνίκ, νεόνυμφοι φωτογραφίζονταν χέρι-χέρι. Αξίζει σίγουρα μια βόλτα.
Έπειτα συνεχίσαμε στην καρδιά του Ισλαμικού Καΐρου και συγκεκριμένα στην πολυτραγουδισμένη Αγορά του Αλ-Χαλίλι, όπου φάγαμε και κάναμε μια αναγνωριστική βόλτα. Η μόνη μου εμπειρία από τόσο μεγάλο παζάρι ήταν στην Κωνσταντινούπολη. Η αγορά του Αλ-Χαλίλι μου φάνηκε μεγαλύτερη, χαοτικότερη, αυθεντικότερη (βέβαια το Μεγάλο Παζάρι δεν με είχε ενθουσιάσει και στην Πόλη, είχα προτιμήσει εκείνο των μπαχαρικών), σαν πόλη μέσα σε πόλη, όπου είχε διαφορετικές γειτονιές (ρούχα, μπαχάρια, φαγώσιμα, μπιχλιμπίδια, δώρα) με διαφορετικό ύφος. Εύκολα χανόσουν κι έχει ακόμη το χρώμα της, παρά το πόσο τουριστική είναι, ίσως επειδή την προτιμούνε κι οι ίδιοι οι ντόπιοι για τα ψώνια τους.
Επιστρέψαμε στο δωμάτιο με ούμπερ, κάναμε ένα μπάνιο και βγήκαμε να δούμε το Cairo by night όπως πρέπει. Κάναμε και μια βόλτα από πλατεία Ταχρίρ, όπου είχε ταυτιστεί με την επανάσταση του ’11, από πρεσβείες και την όπερα, και καταλήξαμε στο νησί Ζάμαλεκ, όπου ήπιαμε μια μπύρα σε ταράτσα που είχε ανακαλύψει ο Δ., ειδήμων στα περί night life, με θέα το σύγχρονο Κάιρο.
Αναμφίβολα ήταν μια από τις ομορφότερες μέρες του ταξιδιού.
Attachments
-
242,4 KB Προβολές: 0