interted
Member
- Μηνύματα
- 1.355
- Likes
- 8.207
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ράφτινγκ στον Ουρουμπάμπα
Μάτσου Πίτσου
Δημιουργήστε μια εικόνα στο μυαλό σας. Βρίσκεστε αργά ξαπλωμένοι στο κρεβάτι σας ξεφυλλίζοντας ένα πολύχρωμο έντυπο. Έχετε εντυπωσιαστεί με μια συγκεκριμένη φωτογραφία και κάθε τόσο γυρίζετε στην ίδια σελίδα και την χαζεύετε. Δεν χορταίνετε να την βλέπετε. Το ίδιο βράδυ έχετε ονειρώξεις.
Τώρα βλέπετε την ίδια εικόνα μπροστά σας. Όμως, για πρώτη φορά, δεν είναι η φωτογραφία που βλέπατε αλλά απτή πραγματικότητα. Ζωντανή μπροστά σας, παράξενη, μυστήρια, γοητευτική. Βλέπετε ακόμα και το σημείο πρόσβασης.
Βάλτε όπου έντυπο μια γυαλιστερή εγκυκλοπαίδεια, όπου εικόνα το Μάτσου Πίτσου και όπου σημείο πρόσβασης την πύλη των Ίνκα, με τους τέλεια εφαρμοσμένους βράχους. Προχωρήστε.
Το πρώτο πράγμα που βλέπεις στην πόλη είναι το λατομείο. Οι βράχοι που έσπαζαν οι εργάτες των Ίνκα βρίσκονται ακόμα εκεί. Ο Σαμ μας θυμίζει ότι οι Ίνκα δεν είχανε σιδερένια εργαλεία και έτσι έκοβαν τις πέτρες στα σημεία που είχαν φυσικές εγκοπές. Και για να τις ανοίξουν περισσότερο βάζανε υγρές σφήνες που παγώνανε και διαστέλλονταν. Επίσης δεν είχαν τροχό, οπότε κυλούσαν τις πέτρες πάνω σε δοκούς σε χωμάτινες ράμπες. Το μυστικό τους ήταν στον μεγάλο αριθμό των ντόπιων Κέτσουα εργατών.
Φτάσαμε στον ναό με τα τρία παράθυρα που βλέπουν την ανατολή. Μέσα στον ναό υπάρχει ένας βράχος σκαλισμένος σε τρία επίπεδα τα οποία ο Σαμ ονόμασε ως εξής:
Κούντουρ
___________
Πούμα
___________
Αμάρου
_____________
“Το φίδι (Αμάρου) συμβολίζει τον κάτω κόσμο, όπου ζουν οι πρόγονοί μας. Το πούμα συμβολίζει τον μέσο κόσμο, όπου ζούμε από την γέννηση μέχρι τον θάνατο μας. Ο κόνδορας (Κούντουρ) συμβολίζει τον ανώτερο κόσμο, όπου ζουν οι θεοί και θα μεταβούν όσοι ζήσανε μια καλή ζωή. Οι τρεις κόσμοι των Κέτσουα είναι σε διαρκή επαφή μεταξύ τους.”.
Ο Σαμ πρόσεχε τις λέξεις του. Η θρησκεία ήταν των Κέτσουα, όχι των Ίνκα. Προϋπήρχε της αυτοκρατορίας και υπάρχει ακόμα και σήμερα, καταχωνιασμένη στις καρδιές των Κέτσουα, σε λανθάνουσα μορφή.
Ο επόμενος ναός είχε ένα κεντρικό βράχο που έμοιαζε με ιερό και πολλές εσοχές ψηλά στον τοίχο. Η δεξιά πλευρά είχε ένα μεγάλο ρήγμα. Το ρήγμα πρέπει να προκλήθηκε από πολύ δυνατό σεισμό, δεδομένου του μεγέθους των βράχων. Ο Αμερικάνος εξερευνητής Χίραμ Μπίνγκαμ, όταν ανακάλυψε το Μάτσου Πίτσου, το 1911, βρήκε στο έδαφος του ναού ψιλή άμμο από τον ωκεανό. Θεώρησε ότι εδώ γίνονταν τελετές για τον Βιρακότσα, την θεότητα δημιουργό των κόσμων που ήταν συνδεμένος με το υγρό στοιχείο.
“Γιατί χτίστηκε το Μάτσου Πίτσου και γιατί εγκαταλείφθηκε;” ρωτάμε τον Σαμ.
“Το Μάτσου Πίτσου χτίστηκε από τον Ίνκα αυτοκράτορα Πατσακούτι και χρησιμοποιήθηκε για την λατρεία της θρησκευτικής παράδοσης των Κέτσουα και του θεού Ήλιου των Ίνκα, του Ίντι. Επιπλέον ήταν φυσικά οχυρωμένο μέρος το οποίο προσέφερε προστασία από τους κατακτητές.”
Εδώ ο Σαμ άρχισε να μας τα χαλάει, μπερδεύοντας πάλι το τελευταίο καταφύγιο των ινδιάνων Κέτσουα, την περίφημη Βιλκαμπάμπα, με το Μάτσου Πίτσου. Και το πως ξεγέλασαν τους Σπανιόλους καταστρέφοντας την αρχή των μονοπατιών ενώ ήταν ήδη μέσα. Η ιστορία έχει ένα κενό.
“Αφού οι Ισπανοί δεν βρήκαν ποτέ το Μάτσου Πίτσου, γιατί οι Κέτσουα το εγκαταλείψανε τελικά και έμεινε ξεχασμένο μέχρι τον 20ο αιώνα που ήρθε ο Μπίνγκαμ;”, ρωτάω.
“Οι Ίνκα δεν είχαν γραπτή ιστορία και έτσι δεν ξέρουμε τι πραγματικά έγινε”, απαντάει ο Σαμ. “Είχαν όμως προφορική παράδοση της ιστορίας από γενιά σε γενιά,” συνεχίζει, “και τώρα ξέρουμε ότι το Μάτσου Πίτσου δεν ήταν το πραγματικό τελευταίο καταφύγιο των Ίνκα!”
Αυτό μου θύμισε κάτι ονόματα εστιατορίων ή παμπ, όπου το ένα αναγράφει ότι είναι το “πραγματικά αρχαιότερο της πόλης” και το άλλο ότι είναι το “αυθεντικά αρχαιότερο της πόλης” κτλ.
“Το πραγματικό τελευταίο καταφύγιο των Ίνκα ήταν βαθύτερα στην κοιλάδα του Ουρουμπάμπα, και αν θέλετε μπορούμε να οργανώσουμε περπάτημα την επόμενη φορά που θα έρθετε!”, κάνει την απαραίτητη διαφήμιση ο Σαμ. “Λέγεται Τσοκεκιράο.” (σημειωση: σύμφωνα με το “έπος” η Βιλκαμπάμπα δεν είναι το Τσοκεκιράο αλλά μια πόλη ακόμα βαθύτερα στην ζούγκλα, που σήμερα λέγεται Εσπίριτου Πάμπα. Άρα κι εδώ λάθος έκανε ο Σαμ.)
Παρ’ όλη την παραδοχή του Σαμ, το μυστήριο με τον λόγο που εγκατέλειψαν οι Ίνκα το Μάτσου Πίτσου παρέμενε. Μήπως πηγαίνοντας στην Βιλκαμπάμπα οι Ίνκα δημιουργήσανε μια ουδέτερη ζώνη, που περιλάμβανε και το Μάτσου Πίτσου, από όπου αποσύρανε όλα τα τρόφιμα και θησαυρούς. Για να απομονωθούν καλύτερα. Ή μήπως είχανε εγκαταλείψει το Μάτσου Πίτσου πριν καν αφιχθούν οι Ευρωπαίοι, λόγο κάποιας σύγκρουσης μεταξύ φυλών; Ή κάτι άλλο;
Από τον ναό που βρισκόμασταν φαίνονταν ένα ύψωμα με μικρά κτίσματα. Κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί περνώντας δίπλα από κάποιους κήπους σε αναβαθμίδες όπου ο Σαμ μας εξήγησε ότι καλλιεργούνταν το ιερό βοτάνι των Κέτσουα, η κόκα. Η κορυφή του υψώματος είναι και το ψηλότερο σημείο του Μάτσου Πίτσου (“Μάτσου Πίτσου” σημαίνει παλιά κορυφή, σε αντίθεση με την ψηλότερη “Χουάινα Πίτσου”, την νέα κορυφή, που φαίνεται στο βάθος στις φωτογραφίες). Στην κορυφή βρίσκεται ένα πολύ παράξενος βράχος, τον οποίο ο Σαμ περιέγραψε ως “αρχαίο μυστήριο” των Κέτσουα που δεν μπορεί να εξηγηθεί. Φαινόταν όμως σαν “ηλιακό ρολόι”, ίσως για την παρακολούθηση των εποχών, απαραίτητη για τις καλλιέργειες που είδαμε προηγουμένως.
Τα παράξενα του Μάτσου Πίτσου δεν τελείωναν εδώ. Καθώς κατεβαίναμε στα χαμηλότερα επίπεδα, ένα κτίριο ξεχώριζε. Οι βράχοι της εξωτερικής πλευράς κάνουν μία μεγάλη καμπύλη και φτάνουν ψηλότερα, προσδίδοντας του μεγαλειώδη εμφάνιση ειδικά κοιτώντας το από κάτω. Αστρονομικό παρατηρητήριο; Ναός του ήλιου; Από κάτω βρίσκεται μια φυσική σπηλιά. Ο βράχος στην είσοδο είναι και πάλι σκαλισμένος σε τρία επίπεδα, θυμίζοντας τους τρεις κόσμους των Κέτσουα. “Μαυσωλείο” σύμφωνα με τον Σαμ. Δίπλα οι ντόπιοι τεχνίτες είχαν κάνει πάλι το θαύμα τους αφού είχαν χρησιμοποιήσει το φυσικό σχήμα δύο βράχων ως φτερά και είχαν σκαλίσει ένα κεφάλι στην μέση. “Κόνδορας”, λέει ο Σαμ. Τώρα όλα έδεναν μεταξύ τους, το παρατηρητήριο του ήλιου, σύμβολο της εξουσίας του Πατσακούτι, θεμελιωμένο πάνω στην ιερή τριάδα των Κέτσουα που συμβολίζουν τους τρεις κόσμους.
Από εκείνη την στιγμή ο Σαμ και ο Έντουιν δεν είχαν άλλο ρόλο να παίξουν και μας αποχαιρέτησαν. Αγκαλιές, υποσχέσεις, αναπόληση της βραδιάς με την Ίνκα τεκίλα. Αν και η ξενάγηση του Σαμ δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε ιστορικά ακριβής, η καλή του διάθεση του και η αγάπη του για τις παλιές συνήθειες των Κέτσουα ήταν αρκετά για αντιστάθμισμα.
Στην συνέχεια κάποιοι που είχανε βγάλει άδειες εγκαίρως ανεβήκαν την δελεαστική Χουάινα Πίτσου, απέναντι, και οι υπόλοιποι ανεβήκαμε στο μεγαλύτερο βουνό, από πίσω, που δεν φαίνεται στις κλασικές φωτογραφίες, την Μοντάνια Πίτσου. Στην μέση της διαδρομής το είχα είδη μετανιώσει, όμως τα κορίτσια είχαν ακόμα κάποια αποθέματα και μου δίνανε κουράγιο. Κουτσά στραβά φτάσαμε, για να δούμε ακόμη μια όμορφη άποψη της ιερής πόλης, αυτή την φορά μαζί με πολλή από την περιβάλλουσα φύση. Το κατέβασμα ήταν ακόμα πιο δύσκολο.
Κάναμε μια ελεύθερη περιπλάνηση στο Μάτσου Πίτσου, που δεν χορταίνεται, με τις πράσινες πλατείες του, τις αναβαθμίδες και τα λάμα που εκτελούν χρέη χορτοκοπτικού πάνω σε αυτές. Η Σάρα, από επαγγελματική διαστροφή, ήθελε να πάμε και στην γέφυρα των Ίνκα.
Ήταν ώρα να χαιρετίσω τα κορίτσια. Με βαριά καρδιά, αλλά και κάποια ανακούφιση γιατί η “αποστολή” είχε φτάσει στο τέλος της, κατευθύνθηκα στην έξοδο. Εκεί υπήρχε ξενοδοχείο, αλλά και οθόνες που δείχνανε αγώνα Τσάμπιονς λίγκ! Πόσο αταίριαστο μου φάνηκε, αν και ποδοσφαιρόφιλος. Ένα λεωφορειάκι με κατέβασε στο Άγκουας Καλιέντες. Μετά από τον κεντρικό σταθμό πήρα το τρένο “Βίσταντομ”, με τις γυάλινες οροφές, για το Κούσκο.
Δεν μπορώ να πω ότι απόλαυσα τόσο την διαδρομή στην Ιερή κοιλάδα για τους παρακάτω κουφούς λόγους. Είτε θα μου ζητούσανε κάθε λίγο και λιγάκι 6 κυρίες από την Βραζιλία να βγάλω φωτογραφία με την μία ή την άλλη, χαζογελώντας. Είτε θα αποσπόταν η προσοχή μου από την πασαρέλα (!) που κάνανε μέσα στο τρένο με ρούχα από υφάσματα αλπάκα και βικούνια. Μετά, στο Ογιανταϊτάμπο μας κατεβάσανε γιατί οι εργαζόμενοι είχαν απεργία και έτσι κατέληξα να γυρίσω μοιραζόμενος ένα βανάκι με άλλους. Τέλος στο ξενοδοχείο η κυρά, μου ανέφερε άλλη τιμή από αυτή που συμφωνήσαμε, γιατί είχε ξαφνικά πλακώσει κόσμος. Όμως τελικά πείστηκε να κρατήσει τον λόγο της.
Τι με ένοιαζαν όλα αυτά; Είχα ολοκληρώσει το πλάνο μου, που ξεκίνησε από τον σταθμό τρένου της Λίμα πριν 14 μέρες και είχε καταλήξει στο Μάτσου Πίτσου σήμερα το πρωί. Κοιμήθηκα σκεπτόμενος το πολύχρωμο έντυπο με την εικόνα του Μάτσου Πίτσου που διάβασα μικρός. Και τις “ονειρώξεις” μου που τώρα είχαν μετουσιωθεί σε εμπειρία.
Η είσοδος του Μάτσου Πίτσου:
Ο ναός των τριών παραθύρων και το σκάλισμα των 3 επιπέδων:
Ο ναός με το ρήγμα.
Τα φτερά του κόνδορα, πάνω αριστερα και δεξιά, και το κεφάλι του, κάτω. Οι Ίνκα αρέσκονταν να χτίζουν επεκτάσεις σε φυσικούς σχηματισμούς.
Ο κόνδορας και τα σοκάκια του Μάτσου Πίτσου:
Ανεβαίνοντας την Μοντάνια Πίτσου.
Η κοιλάδα του Ουρουμπάμπα που περπατήσαμε χθές.
Η θέα από την κορυφή.
Ατέλειωτες κοιλάδες:
Στην γέφυρα των Ίνκα στο βάθος.
Τελευταίες ματιές.
Και πίσω στο ρομαντικό Κούσκο έγινα μάρτυρας καντάδας και πρότασης σε τραπεζικό υπάλληλο
Δημιουργήστε μια εικόνα στο μυαλό σας. Βρίσκεστε αργά ξαπλωμένοι στο κρεβάτι σας ξεφυλλίζοντας ένα πολύχρωμο έντυπο. Έχετε εντυπωσιαστεί με μια συγκεκριμένη φωτογραφία και κάθε τόσο γυρίζετε στην ίδια σελίδα και την χαζεύετε. Δεν χορταίνετε να την βλέπετε. Το ίδιο βράδυ έχετε ονειρώξεις.
Τώρα βλέπετε την ίδια εικόνα μπροστά σας. Όμως, για πρώτη φορά, δεν είναι η φωτογραφία που βλέπατε αλλά απτή πραγματικότητα. Ζωντανή μπροστά σας, παράξενη, μυστήρια, γοητευτική. Βλέπετε ακόμα και το σημείο πρόσβασης.
Βάλτε όπου έντυπο μια γυαλιστερή εγκυκλοπαίδεια, όπου εικόνα το Μάτσου Πίτσου και όπου σημείο πρόσβασης την πύλη των Ίνκα, με τους τέλεια εφαρμοσμένους βράχους. Προχωρήστε.
Το πρώτο πράγμα που βλέπεις στην πόλη είναι το λατομείο. Οι βράχοι που έσπαζαν οι εργάτες των Ίνκα βρίσκονται ακόμα εκεί. Ο Σαμ μας θυμίζει ότι οι Ίνκα δεν είχανε σιδερένια εργαλεία και έτσι έκοβαν τις πέτρες στα σημεία που είχαν φυσικές εγκοπές. Και για να τις ανοίξουν περισσότερο βάζανε υγρές σφήνες που παγώνανε και διαστέλλονταν. Επίσης δεν είχαν τροχό, οπότε κυλούσαν τις πέτρες πάνω σε δοκούς σε χωμάτινες ράμπες. Το μυστικό τους ήταν στον μεγάλο αριθμό των ντόπιων Κέτσουα εργατών.
Φτάσαμε στον ναό με τα τρία παράθυρα που βλέπουν την ανατολή. Μέσα στον ναό υπάρχει ένας βράχος σκαλισμένος σε τρία επίπεδα τα οποία ο Σαμ ονόμασε ως εξής:
Κούντουρ
___________
Πούμα
___________
Αμάρου
_____________
“Το φίδι (Αμάρου) συμβολίζει τον κάτω κόσμο, όπου ζουν οι πρόγονοί μας. Το πούμα συμβολίζει τον μέσο κόσμο, όπου ζούμε από την γέννηση μέχρι τον θάνατο μας. Ο κόνδορας (Κούντουρ) συμβολίζει τον ανώτερο κόσμο, όπου ζουν οι θεοί και θα μεταβούν όσοι ζήσανε μια καλή ζωή. Οι τρεις κόσμοι των Κέτσουα είναι σε διαρκή επαφή μεταξύ τους.”.
Ο Σαμ πρόσεχε τις λέξεις του. Η θρησκεία ήταν των Κέτσουα, όχι των Ίνκα. Προϋπήρχε της αυτοκρατορίας και υπάρχει ακόμα και σήμερα, καταχωνιασμένη στις καρδιές των Κέτσουα, σε λανθάνουσα μορφή.
Ο επόμενος ναός είχε ένα κεντρικό βράχο που έμοιαζε με ιερό και πολλές εσοχές ψηλά στον τοίχο. Η δεξιά πλευρά είχε ένα μεγάλο ρήγμα. Το ρήγμα πρέπει να προκλήθηκε από πολύ δυνατό σεισμό, δεδομένου του μεγέθους των βράχων. Ο Αμερικάνος εξερευνητής Χίραμ Μπίνγκαμ, όταν ανακάλυψε το Μάτσου Πίτσου, το 1911, βρήκε στο έδαφος του ναού ψιλή άμμο από τον ωκεανό. Θεώρησε ότι εδώ γίνονταν τελετές για τον Βιρακότσα, την θεότητα δημιουργό των κόσμων που ήταν συνδεμένος με το υγρό στοιχείο.
“Γιατί χτίστηκε το Μάτσου Πίτσου και γιατί εγκαταλείφθηκε;” ρωτάμε τον Σαμ.
“Το Μάτσου Πίτσου χτίστηκε από τον Ίνκα αυτοκράτορα Πατσακούτι και χρησιμοποιήθηκε για την λατρεία της θρησκευτικής παράδοσης των Κέτσουα και του θεού Ήλιου των Ίνκα, του Ίντι. Επιπλέον ήταν φυσικά οχυρωμένο μέρος το οποίο προσέφερε προστασία από τους κατακτητές.”
Εδώ ο Σαμ άρχισε να μας τα χαλάει, μπερδεύοντας πάλι το τελευταίο καταφύγιο των ινδιάνων Κέτσουα, την περίφημη Βιλκαμπάμπα, με το Μάτσου Πίτσου. Και το πως ξεγέλασαν τους Σπανιόλους καταστρέφοντας την αρχή των μονοπατιών ενώ ήταν ήδη μέσα. Η ιστορία έχει ένα κενό.
“Αφού οι Ισπανοί δεν βρήκαν ποτέ το Μάτσου Πίτσου, γιατί οι Κέτσουα το εγκαταλείψανε τελικά και έμεινε ξεχασμένο μέχρι τον 20ο αιώνα που ήρθε ο Μπίνγκαμ;”, ρωτάω.
“Οι Ίνκα δεν είχαν γραπτή ιστορία και έτσι δεν ξέρουμε τι πραγματικά έγινε”, απαντάει ο Σαμ. “Είχαν όμως προφορική παράδοση της ιστορίας από γενιά σε γενιά,” συνεχίζει, “και τώρα ξέρουμε ότι το Μάτσου Πίτσου δεν ήταν το πραγματικό τελευταίο καταφύγιο των Ίνκα!”
Αυτό μου θύμισε κάτι ονόματα εστιατορίων ή παμπ, όπου το ένα αναγράφει ότι είναι το “πραγματικά αρχαιότερο της πόλης” και το άλλο ότι είναι το “αυθεντικά αρχαιότερο της πόλης” κτλ.
“Το πραγματικό τελευταίο καταφύγιο των Ίνκα ήταν βαθύτερα στην κοιλάδα του Ουρουμπάμπα, και αν θέλετε μπορούμε να οργανώσουμε περπάτημα την επόμενη φορά που θα έρθετε!”, κάνει την απαραίτητη διαφήμιση ο Σαμ. “Λέγεται Τσοκεκιράο.” (σημειωση: σύμφωνα με το “έπος” η Βιλκαμπάμπα δεν είναι το Τσοκεκιράο αλλά μια πόλη ακόμα βαθύτερα στην ζούγκλα, που σήμερα λέγεται Εσπίριτου Πάμπα. Άρα κι εδώ λάθος έκανε ο Σαμ.)
Παρ’ όλη την παραδοχή του Σαμ, το μυστήριο με τον λόγο που εγκατέλειψαν οι Ίνκα το Μάτσου Πίτσου παρέμενε. Μήπως πηγαίνοντας στην Βιλκαμπάμπα οι Ίνκα δημιουργήσανε μια ουδέτερη ζώνη, που περιλάμβανε και το Μάτσου Πίτσου, από όπου αποσύρανε όλα τα τρόφιμα και θησαυρούς. Για να απομονωθούν καλύτερα. Ή μήπως είχανε εγκαταλείψει το Μάτσου Πίτσου πριν καν αφιχθούν οι Ευρωπαίοι, λόγο κάποιας σύγκρουσης μεταξύ φυλών; Ή κάτι άλλο;
Από τον ναό που βρισκόμασταν φαίνονταν ένα ύψωμα με μικρά κτίσματα. Κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί περνώντας δίπλα από κάποιους κήπους σε αναβαθμίδες όπου ο Σαμ μας εξήγησε ότι καλλιεργούνταν το ιερό βοτάνι των Κέτσουα, η κόκα. Η κορυφή του υψώματος είναι και το ψηλότερο σημείο του Μάτσου Πίτσου (“Μάτσου Πίτσου” σημαίνει παλιά κορυφή, σε αντίθεση με την ψηλότερη “Χουάινα Πίτσου”, την νέα κορυφή, που φαίνεται στο βάθος στις φωτογραφίες). Στην κορυφή βρίσκεται ένα πολύ παράξενος βράχος, τον οποίο ο Σαμ περιέγραψε ως “αρχαίο μυστήριο” των Κέτσουα που δεν μπορεί να εξηγηθεί. Φαινόταν όμως σαν “ηλιακό ρολόι”, ίσως για την παρακολούθηση των εποχών, απαραίτητη για τις καλλιέργειες που είδαμε προηγουμένως.
Τα παράξενα του Μάτσου Πίτσου δεν τελείωναν εδώ. Καθώς κατεβαίναμε στα χαμηλότερα επίπεδα, ένα κτίριο ξεχώριζε. Οι βράχοι της εξωτερικής πλευράς κάνουν μία μεγάλη καμπύλη και φτάνουν ψηλότερα, προσδίδοντας του μεγαλειώδη εμφάνιση ειδικά κοιτώντας το από κάτω. Αστρονομικό παρατηρητήριο; Ναός του ήλιου; Από κάτω βρίσκεται μια φυσική σπηλιά. Ο βράχος στην είσοδο είναι και πάλι σκαλισμένος σε τρία επίπεδα, θυμίζοντας τους τρεις κόσμους των Κέτσουα. “Μαυσωλείο” σύμφωνα με τον Σαμ. Δίπλα οι ντόπιοι τεχνίτες είχαν κάνει πάλι το θαύμα τους αφού είχαν χρησιμοποιήσει το φυσικό σχήμα δύο βράχων ως φτερά και είχαν σκαλίσει ένα κεφάλι στην μέση. “Κόνδορας”, λέει ο Σαμ. Τώρα όλα έδεναν μεταξύ τους, το παρατηρητήριο του ήλιου, σύμβολο της εξουσίας του Πατσακούτι, θεμελιωμένο πάνω στην ιερή τριάδα των Κέτσουα που συμβολίζουν τους τρεις κόσμους.
Από εκείνη την στιγμή ο Σαμ και ο Έντουιν δεν είχαν άλλο ρόλο να παίξουν και μας αποχαιρέτησαν. Αγκαλιές, υποσχέσεις, αναπόληση της βραδιάς με την Ίνκα τεκίλα. Αν και η ξενάγηση του Σαμ δεν ήταν αυτό που θα λέγαμε ιστορικά ακριβής, η καλή του διάθεση του και η αγάπη του για τις παλιές συνήθειες των Κέτσουα ήταν αρκετά για αντιστάθμισμα.
Στην συνέχεια κάποιοι που είχανε βγάλει άδειες εγκαίρως ανεβήκαν την δελεαστική Χουάινα Πίτσου, απέναντι, και οι υπόλοιποι ανεβήκαμε στο μεγαλύτερο βουνό, από πίσω, που δεν φαίνεται στις κλασικές φωτογραφίες, την Μοντάνια Πίτσου. Στην μέση της διαδρομής το είχα είδη μετανιώσει, όμως τα κορίτσια είχαν ακόμα κάποια αποθέματα και μου δίνανε κουράγιο. Κουτσά στραβά φτάσαμε, για να δούμε ακόμη μια όμορφη άποψη της ιερής πόλης, αυτή την φορά μαζί με πολλή από την περιβάλλουσα φύση. Το κατέβασμα ήταν ακόμα πιο δύσκολο.
Κάναμε μια ελεύθερη περιπλάνηση στο Μάτσου Πίτσου, που δεν χορταίνεται, με τις πράσινες πλατείες του, τις αναβαθμίδες και τα λάμα που εκτελούν χρέη χορτοκοπτικού πάνω σε αυτές. Η Σάρα, από επαγγελματική διαστροφή, ήθελε να πάμε και στην γέφυρα των Ίνκα.
Ήταν ώρα να χαιρετίσω τα κορίτσια. Με βαριά καρδιά, αλλά και κάποια ανακούφιση γιατί η “αποστολή” είχε φτάσει στο τέλος της, κατευθύνθηκα στην έξοδο. Εκεί υπήρχε ξενοδοχείο, αλλά και οθόνες που δείχνανε αγώνα Τσάμπιονς λίγκ! Πόσο αταίριαστο μου φάνηκε, αν και ποδοσφαιρόφιλος. Ένα λεωφορειάκι με κατέβασε στο Άγκουας Καλιέντες. Μετά από τον κεντρικό σταθμό πήρα το τρένο “Βίσταντομ”, με τις γυάλινες οροφές, για το Κούσκο.
Δεν μπορώ να πω ότι απόλαυσα τόσο την διαδρομή στην Ιερή κοιλάδα για τους παρακάτω κουφούς λόγους. Είτε θα μου ζητούσανε κάθε λίγο και λιγάκι 6 κυρίες από την Βραζιλία να βγάλω φωτογραφία με την μία ή την άλλη, χαζογελώντας. Είτε θα αποσπόταν η προσοχή μου από την πασαρέλα (!) που κάνανε μέσα στο τρένο με ρούχα από υφάσματα αλπάκα και βικούνια. Μετά, στο Ογιανταϊτάμπο μας κατεβάσανε γιατί οι εργαζόμενοι είχαν απεργία και έτσι κατέληξα να γυρίσω μοιραζόμενος ένα βανάκι με άλλους. Τέλος στο ξενοδοχείο η κυρά, μου ανέφερε άλλη τιμή από αυτή που συμφωνήσαμε, γιατί είχε ξαφνικά πλακώσει κόσμος. Όμως τελικά πείστηκε να κρατήσει τον λόγο της.
Τι με ένοιαζαν όλα αυτά; Είχα ολοκληρώσει το πλάνο μου, που ξεκίνησε από τον σταθμό τρένου της Λίμα πριν 14 μέρες και είχε καταλήξει στο Μάτσου Πίτσου σήμερα το πρωί. Κοιμήθηκα σκεπτόμενος το πολύχρωμο έντυπο με την εικόνα του Μάτσου Πίτσου που διάβασα μικρός. Και τις “ονειρώξεις” μου που τώρα είχαν μετουσιωθεί σε εμπειρία.
Η είσοδος του Μάτσου Πίτσου:
Ο ναός των τριών παραθύρων και το σκάλισμα των 3 επιπέδων:

Ο ναός με το ρήγμα.

Τα φτερά του κόνδορα, πάνω αριστερα και δεξιά, και το κεφάλι του, κάτω. Οι Ίνκα αρέσκονταν να χτίζουν επεκτάσεις σε φυσικούς σχηματισμούς.
Ο κόνδορας και τα σοκάκια του Μάτσου Πίτσου:

Ανεβαίνοντας την Μοντάνια Πίτσου.

Η κοιλάδα του Ουρουμπάμπα που περπατήσαμε χθές.

Η θέα από την κορυφή.
Ατέλειωτες κοιλάδες:

Στην γέφυρα των Ίνκα στο βάθος.

Τελευταίες ματιές.
Και πίσω στο ρομαντικό Κούσκο έγινα μάρτυρας καντάδας και πρότασης σε τραπεζικό υπάλληλο
Last edited by a moderator: