interted
Member
- Μηνύματα
- 1.355
- Likes
- 8.207
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ράφτινγκ στον Ουρουμπάμπα
Αρεκίπα
Το αεροπλάνο πέταξε καρφί νότια και προσγειώθηκε στην Αρεκίπα. Η Αρεκίπα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Περού και ένας καλός συμβιβασμός, δεδομένου ότι έμεναν λίγες μέρες ακόμα ταξίδι. Από τα 3400 μ. υψόμετρο του Κούσκο έχουμε κατεβεί στα 2350 μ. και μόλις 100 χιλ. από τον Ειρηνικό. Παρ’ ολ’ αυτά το τοπίο είναι πιο δραματικό από ό,τι είχα δει μέχρι τώρα, καθώς η πόλη περιτριγυρίζεται από γιγάντια ηφαίστεια.
Είπα στο ταξί να με πάει κατευθείαν στο μουσείο του Καθολικού Πανεπιστημίου στο κέντρο της πόλης. Πέσαμε σε κίνηση κι εγώ αγχωνόμουν αν θα προλάβω το κλείσιμο, για να δω το ένα και μοναδικό έκθεμα του μουσείου. Όσο το σκεφτόμουν, αισθανόμουν ένα ελαφρύ σφίξιμο στο στομάχι, όμως δεν ήθελα και να το χάσω. Το έκθεμα είναι η Χουανίτα, μια νεκρή κοπέλα 15 χρονών, άριστα διατηρημένη από τον πάγο για 550 χρόνια – μαλλιά, εσωτερικά όργανα, ακόμα και το τελευταίο φαγητό που είχε φάει, ατόφια.
Η υπάλληλος μου είπε ότι προλαβαίνω να μπω με το τελευταίο γκρουπ. Και “νο φώτος!”. Η επίσκεψη κρατάει μόλις μισή ώρα. Στα πρώτα είκοσι λεπτά είδαμε ένα εξαιρετικό βίντεο, το οποίο εξηγεί πως ένας Αμερικάνος ανθρωπολόγος βρήκε τυχαία την τυλιγμένη μούμια, στον παγετώνα που είχε λιώσει από πρόσφατη ηφαιστειακή δραστηριότητα. Από τα κτερίσματα και τα τραύματα, συμπέρανε ότι πρόκειται για ανθρωποθυσία των Ίνκα στην θεότητα του βουνού, οι οποίοι περπατήσανε όλη την διαδρομή από το Κούσκο.
Για λίγο στέκεσαι δίπλα στην μούμια που βρίσκεται μέσα σε ένα διαφανές ψυγείο. Ένα μικρό κοριτσάκι, μαζεμένο, δίπλα σε ένα βράχο. Το πρόσωπο παγωμένο σε στωική έκφραση, οι κόγχες των ματιών κενές. Ο ξεναγός μας εξήγησε ότι ήταν μια καλοθρεμμένη αριστοκράτισσα κόρη Ίνκα, και ότι ήταν μεγάλη τιμή που επιλέχτηκε για να θυσιαστεί, πιθανότητα για να εξορκιστούν τα πνεύματα που φέρναν ξηρασία.
“O tempora o mores”, που θα έλεγε και ο Καίσαρας στο Αστερίξ.
Πήγα μια βόλτα στην πόλη. Η κεντρική πλατεία περιβάλλεται από πυλωτές και ένα μεγάλο καθεδρικό. Πιο αποικιακή πεθαίνεις. Όλα τα τουριστικά μαγαζιά είναι μαζεμένα στους γύρω δρόμους και η κύρια ατραξιόν είναι η ...διεθνής κουζίνα. Στάθηκα μπροστά στο “Ελ Τούρκο” και έβλεπα να κόβουν τα κεμπάμπ. Μέθεξη. Δυστυχώς δεν ήμουν ακόμα σε θέση να ρισκάρω ακόμα και έτσι έφαγα σε ένα άλλο το ριζάκι μου.
---
Για τις επόμενες δύο μέρες είχα κανονίσει ένα τουρ στην τριγύρω περιοχή με την εταιρία Colca Tours. Το βανάκι μας μάζεψε από τα ξενοδοχεία μας, καμιά 15αρία άτομα. Ο ξεναγός Ντέιβιντ ήταν ένας προσγειωμένος τύπος, με ακριβείς πληροφορίες χωρίς περιττές σάλτσες.
Η διαδρομή διέσχιζε ένα τεράστιο οροπέδιο, ανάμεσα στα 8 ηφαίστεια της περιοχής. Ο Ντέιβιντ μας είπε ότι βρισκόμασταν στην καλδέρα ενός αρχαίου υπερ-ηφαιστείου. Στις ανοιχτές εκτάσεις τρέχαν κοπάδια από αέρινα λεπτοκαμωμένα ζώα, κάτι μεταξύ προβάτων και ελαφιών.
“Βικούνια. Άγριοι συγγενείς των αλπάκα."
"Το μαλλί τους είναι πιο λεπτό και από το κασμίρ, μόλις 12 μικρόμετρα η τρίχα. Περιζήτητο. Κανένας δεν κατάφερα να τα εξημερώσει, ούτε καν οι Ίνκα. Κι αυτό γιατί είναι πολύ φοβητσιάρικα. Αν σε δούνε ξαφνικά μπροστά τους μπορούν να πεθάνουν από ανακοπή. Στο Αγιακούτσο, μαζεύονται όλα τα χωριά μια φορά τον χρόνο και περικυκλώνουν τα βικούνια με μια ανθρώπινη αλυσίδα, τα κουρεύουν και τα αφήνουν πάλι ελέυθερα. Τον υπόλοιπο καιρό τα αφήνουν ήσυχα.”, λέει ο Ντέιβιντ.
Μια ταμπέλα μας θυμίζει ότι βρισκόμαστε πολύ ψηλά. "4910 μ πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας." Και συνεχίζουμε να ανεβαίνουμε. Παρ’ όλο το υψόμετρο, το κινητό μου έχει και σήμα και δεδομένα - να είναι καλά η εταιρία Κλάρο. Στέλνω λοιπόν ένα μήνυμα στην μάνα μου: “Καλημέρα από τα 5000 μ!”
Κάνουμε μία στάση για ένα μικρό περπάτημα. Στον δρόμο ρωτάμε τον Ντέιβιντ για την ζωή του. “Πριν γίνω ξεναγός ήμουν εργάτης στα ορυχεία. Πολύ σκύψιμο σε σκοτεινά μέρη. Η δουλειά του ξεναγού είναι καλύτερη”, λέει με απλότητα. Φτάνουμε σε μια πλαγιά με όρθιους σπαρμένους βράχους, κάτι σαν πέτρινο δάσος. “Οι βράχοι που μιλάνε”, λέει ο Ντέιβιντ. “Κάντε λίγο ησυχία και ακούστε”. Όντως ο αέρας που ξυρίζει το οροπέδιο προκαλεί ήχους διεισδύοντας στο πέτρινο δάσος. Δυστυχώς όμως διεισδύει και ανάμεσα στα μουσκεμένα από ιδρώτα ρούχα μας, και έτσι πάλι αρχίζουμε να περπατάμε προς τα πίσω.
Κατεβαίνουμε σε μια κοιλάδα, όπου κάνουμε στάση για φαγητό σε ένα χωριό. Ντυμένες με χοντρά μάλλινα, οι γυναίκες μας φέρνουν “τσατσακόμα”, ένα τοπικό ρόφημα με γέυση σαν μέντα, που κάνει καλό, εκτός των άλλων και στο κρύωμα.
Η κοιλάδα, γίνεται χαράδρα, "η χαράδρα της Κόλκα". Στις πλαγιές βλέπεις αναβαθμίδες και στις κορυφές γκρεμισμένους τοίχους. “Οχυρά των Σπανιόλων”, εξηγεί ο Ντέιβιντ. Δεν έχει μείνει τίποτα Ίνκα εδώ.
Το βράδυ θα μείνουμε σε ένα πολύ ζεστό και πολυτελή ξενώνα, στο χωριό Πιτσόγιο. Κάναμε μία βόλτα στην χαράδρα και μετά στο χωριό όπου είδαμε μόνο μερικές σκιές καθώς έδυε ο ήλιος. Καταλήξαμε τρώγοντας σούπες και κουβεντιάζοντας δίπλα στο τζάκι. Ο Ντέιβιντ μας πήρε όλους και μας πήγε κάτω από έναν κόνδορα και μας εξήγησε ότι την επόμενη θα πάμε προς αναζήτηση τους. Στο δωμάτιο, κυρωμένος και κουρασμένος, κάθισα στην καλυμμένη με τζάμι βεράντα παρατηρώντας τα άστρα. Η απομόνωση και η άγρια ομορφιά του βουνού με έκαναν να σκέφτομαι την Πατσαμάμα. Πόσο θα ήθελα να μου δώσει λίγο έξτρα δύναμη. Δεν είχα πρόβλημα να πιστέψω οτιδήποτε. Αρκεί να λάμβανα ένα σήμα. Ένα λεπτό μετά – τραγική ειρωνεία; – βλέπω ένα πολύ λαμπερό “αστέρι” να πέφτει διαγράφοντας διαγώνια τον ουρανό, ακριβώς μπροστά μου. Εκείνο το βράδι σχεδόν πίστεψα.
Αγαπητή Πατσαμάμα, θα μας τρελάνεις....
Κεντρική πλατεία:
Πειρασμός.
Τα ηφαίστεια και τα βικούνια (αμυδρά) τρέχουν στο βάθος.
Η πιο κοντινή απόσταση που φτάσαμε στα βικούνια.
Το δάσος που "μιλούσε".
Το βουνό Αμπάτο που βρέθηκε η μούμια.
Η εξήγηση του Ντέιβιντ για τα Ισπανικά οχυρά κτλ.
Αναβαθμίδες στην κοιλάδα της Κόλκα.
Η κοιλάδα που γίνεται χαράδρα:
Η πλατεία φάντασμα του Πιντσόγιο:
Το αεροπλάνο πέταξε καρφί νότια και προσγειώθηκε στην Αρεκίπα. Η Αρεκίπα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Περού και ένας καλός συμβιβασμός, δεδομένου ότι έμεναν λίγες μέρες ακόμα ταξίδι. Από τα 3400 μ. υψόμετρο του Κούσκο έχουμε κατεβεί στα 2350 μ. και μόλις 100 χιλ. από τον Ειρηνικό. Παρ’ ολ’ αυτά το τοπίο είναι πιο δραματικό από ό,τι είχα δει μέχρι τώρα, καθώς η πόλη περιτριγυρίζεται από γιγάντια ηφαίστεια.
Είπα στο ταξί να με πάει κατευθείαν στο μουσείο του Καθολικού Πανεπιστημίου στο κέντρο της πόλης. Πέσαμε σε κίνηση κι εγώ αγχωνόμουν αν θα προλάβω το κλείσιμο, για να δω το ένα και μοναδικό έκθεμα του μουσείου. Όσο το σκεφτόμουν, αισθανόμουν ένα ελαφρύ σφίξιμο στο στομάχι, όμως δεν ήθελα και να το χάσω. Το έκθεμα είναι η Χουανίτα, μια νεκρή κοπέλα 15 χρονών, άριστα διατηρημένη από τον πάγο για 550 χρόνια – μαλλιά, εσωτερικά όργανα, ακόμα και το τελευταίο φαγητό που είχε φάει, ατόφια.
Η υπάλληλος μου είπε ότι προλαβαίνω να μπω με το τελευταίο γκρουπ. Και “νο φώτος!”. Η επίσκεψη κρατάει μόλις μισή ώρα. Στα πρώτα είκοσι λεπτά είδαμε ένα εξαιρετικό βίντεο, το οποίο εξηγεί πως ένας Αμερικάνος ανθρωπολόγος βρήκε τυχαία την τυλιγμένη μούμια, στον παγετώνα που είχε λιώσει από πρόσφατη ηφαιστειακή δραστηριότητα. Από τα κτερίσματα και τα τραύματα, συμπέρανε ότι πρόκειται για ανθρωποθυσία των Ίνκα στην θεότητα του βουνού, οι οποίοι περπατήσανε όλη την διαδρομή από το Κούσκο.
Για λίγο στέκεσαι δίπλα στην μούμια που βρίσκεται μέσα σε ένα διαφανές ψυγείο. Ένα μικρό κοριτσάκι, μαζεμένο, δίπλα σε ένα βράχο. Το πρόσωπο παγωμένο σε στωική έκφραση, οι κόγχες των ματιών κενές. Ο ξεναγός μας εξήγησε ότι ήταν μια καλοθρεμμένη αριστοκράτισσα κόρη Ίνκα, και ότι ήταν μεγάλη τιμή που επιλέχτηκε για να θυσιαστεί, πιθανότητα για να εξορκιστούν τα πνεύματα που φέρναν ξηρασία.
“O tempora o mores”, που θα έλεγε και ο Καίσαρας στο Αστερίξ.
Πήγα μια βόλτα στην πόλη. Η κεντρική πλατεία περιβάλλεται από πυλωτές και ένα μεγάλο καθεδρικό. Πιο αποικιακή πεθαίνεις. Όλα τα τουριστικά μαγαζιά είναι μαζεμένα στους γύρω δρόμους και η κύρια ατραξιόν είναι η ...διεθνής κουζίνα. Στάθηκα μπροστά στο “Ελ Τούρκο” και έβλεπα να κόβουν τα κεμπάμπ. Μέθεξη. Δυστυχώς δεν ήμουν ακόμα σε θέση να ρισκάρω ακόμα και έτσι έφαγα σε ένα άλλο το ριζάκι μου.
---
Για τις επόμενες δύο μέρες είχα κανονίσει ένα τουρ στην τριγύρω περιοχή με την εταιρία Colca Tours. Το βανάκι μας μάζεψε από τα ξενοδοχεία μας, καμιά 15αρία άτομα. Ο ξεναγός Ντέιβιντ ήταν ένας προσγειωμένος τύπος, με ακριβείς πληροφορίες χωρίς περιττές σάλτσες.
Η διαδρομή διέσχιζε ένα τεράστιο οροπέδιο, ανάμεσα στα 8 ηφαίστεια της περιοχής. Ο Ντέιβιντ μας είπε ότι βρισκόμασταν στην καλδέρα ενός αρχαίου υπερ-ηφαιστείου. Στις ανοιχτές εκτάσεις τρέχαν κοπάδια από αέρινα λεπτοκαμωμένα ζώα, κάτι μεταξύ προβάτων και ελαφιών.
“Βικούνια. Άγριοι συγγενείς των αλπάκα."
"Το μαλλί τους είναι πιο λεπτό και από το κασμίρ, μόλις 12 μικρόμετρα η τρίχα. Περιζήτητο. Κανένας δεν κατάφερα να τα εξημερώσει, ούτε καν οι Ίνκα. Κι αυτό γιατί είναι πολύ φοβητσιάρικα. Αν σε δούνε ξαφνικά μπροστά τους μπορούν να πεθάνουν από ανακοπή. Στο Αγιακούτσο, μαζεύονται όλα τα χωριά μια φορά τον χρόνο και περικυκλώνουν τα βικούνια με μια ανθρώπινη αλυσίδα, τα κουρεύουν και τα αφήνουν πάλι ελέυθερα. Τον υπόλοιπο καιρό τα αφήνουν ήσυχα.”, λέει ο Ντέιβιντ.
Μια ταμπέλα μας θυμίζει ότι βρισκόμαστε πολύ ψηλά. "4910 μ πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας." Και συνεχίζουμε να ανεβαίνουμε. Παρ’ όλο το υψόμετρο, το κινητό μου έχει και σήμα και δεδομένα - να είναι καλά η εταιρία Κλάρο. Στέλνω λοιπόν ένα μήνυμα στην μάνα μου: “Καλημέρα από τα 5000 μ!”
Κάνουμε μία στάση για ένα μικρό περπάτημα. Στον δρόμο ρωτάμε τον Ντέιβιντ για την ζωή του. “Πριν γίνω ξεναγός ήμουν εργάτης στα ορυχεία. Πολύ σκύψιμο σε σκοτεινά μέρη. Η δουλειά του ξεναγού είναι καλύτερη”, λέει με απλότητα. Φτάνουμε σε μια πλαγιά με όρθιους σπαρμένους βράχους, κάτι σαν πέτρινο δάσος. “Οι βράχοι που μιλάνε”, λέει ο Ντέιβιντ. “Κάντε λίγο ησυχία και ακούστε”. Όντως ο αέρας που ξυρίζει το οροπέδιο προκαλεί ήχους διεισδύοντας στο πέτρινο δάσος. Δυστυχώς όμως διεισδύει και ανάμεσα στα μουσκεμένα από ιδρώτα ρούχα μας, και έτσι πάλι αρχίζουμε να περπατάμε προς τα πίσω.
Κατεβαίνουμε σε μια κοιλάδα, όπου κάνουμε στάση για φαγητό σε ένα χωριό. Ντυμένες με χοντρά μάλλινα, οι γυναίκες μας φέρνουν “τσατσακόμα”, ένα τοπικό ρόφημα με γέυση σαν μέντα, που κάνει καλό, εκτός των άλλων και στο κρύωμα.
Η κοιλάδα, γίνεται χαράδρα, "η χαράδρα της Κόλκα". Στις πλαγιές βλέπεις αναβαθμίδες και στις κορυφές γκρεμισμένους τοίχους. “Οχυρά των Σπανιόλων”, εξηγεί ο Ντέιβιντ. Δεν έχει μείνει τίποτα Ίνκα εδώ.
Το βράδυ θα μείνουμε σε ένα πολύ ζεστό και πολυτελή ξενώνα, στο χωριό Πιτσόγιο. Κάναμε μία βόλτα στην χαράδρα και μετά στο χωριό όπου είδαμε μόνο μερικές σκιές καθώς έδυε ο ήλιος. Καταλήξαμε τρώγοντας σούπες και κουβεντιάζοντας δίπλα στο τζάκι. Ο Ντέιβιντ μας πήρε όλους και μας πήγε κάτω από έναν κόνδορα και μας εξήγησε ότι την επόμενη θα πάμε προς αναζήτηση τους. Στο δωμάτιο, κυρωμένος και κουρασμένος, κάθισα στην καλυμμένη με τζάμι βεράντα παρατηρώντας τα άστρα. Η απομόνωση και η άγρια ομορφιά του βουνού με έκαναν να σκέφτομαι την Πατσαμάμα. Πόσο θα ήθελα να μου δώσει λίγο έξτρα δύναμη. Δεν είχα πρόβλημα να πιστέψω οτιδήποτε. Αρκεί να λάμβανα ένα σήμα. Ένα λεπτό μετά – τραγική ειρωνεία; – βλέπω ένα πολύ λαμπερό “αστέρι” να πέφτει διαγράφοντας διαγώνια τον ουρανό, ακριβώς μπροστά μου. Εκείνο το βράδι σχεδόν πίστεψα.
Αγαπητή Πατσαμάμα, θα μας τρελάνεις....
Κεντρική πλατεία:

Πειρασμός.
Τα ηφαίστεια και τα βικούνια (αμυδρά) τρέχουν στο βάθος.

Η πιο κοντινή απόσταση που φτάσαμε στα βικούνια.

Το δάσος που "μιλούσε".


Το βουνό Αμπάτο που βρέθηκε η μούμια.
Η εξήγηση του Ντέιβιντ για τα Ισπανικά οχυρά κτλ.

Αναβαθμίδες στην κοιλάδα της Κόλκα.
Η κοιλάδα που γίνεται χαράδρα:
Η πλατεία φάντασμα του Πιντσόγιο:
Last edited by a moderator: