Pel
Member
- Μηνύματα
- 842
- Likes
- 4.635
- Ταξίδι-Όνειρο
- Και πού δεν θέλω;
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2
- Κεφάλαιο 3
- Κεφάλαιο 4
- Κεφάλαιο 5
- Κεφάλαιο 6
- Κεφάλαιο 7
- Κεφάλαιο 8
- Κεφάλαιο 9
- Κεφάλαιο 10
- Κεφάλαιο 11
- Κεφάλαιο 12
- Κεφάλαιο 13
- Κεφάλαιο 14
- Κεφάλαιο 15
- Κεφάλαιο 16
- Κεφάλαιο 17
- Κεφάλαιο 18
- Κεφάλαιο 19
- Κεφάλαιο 20
- Κεφάλαιο 21
- Κεφάλαιο 22
- Κεφάλαιο 23
- Κεφάλαιο 24
- Κεφάλαιο 25
- Κεφάλαιο 26
Φτάσαμε σε έναν από τους ναούς, στην είσοδο του οποίου αντικρύσαμε αυτό.
Επί ώρα αναρωτιόμασταν αν ήταν άνθρωπος ή άγαλμα και τον παρακολουθούσαμε για να δούμε αν θα κουνηθεί. Τελικά ήταν άγαλμα (έτσι τουλάχιστον θέλω να πιστεύω, πάντως δεν κουνήθηκε όσο ήμασταν εκεί).
Το πώς ήταν πιο μέσα ο ναός δεν το ξέρω, γιατί δύο βήματα πιο μετά συνάντησα αυτό:
Μια ομάδα μουσικών που είχαν καθίσει στο πάτωμα και έπαιζαν όργανα σε γρήγορο ρυθμό (κυρίως μικρά κρουστά, ένα τύμπανο, ένα πράγμα σαν ξυλόφωνο) ενώ ένας απ' αυτούς τραγουδούσε, γύρω από τους οποίους ήταν καθισμένοι αρκετοί που κρατούσαν κι αυτοί τον ρυθμό με παλαμάκια, τραγουδούσαν χαμηλόφωνα και λικνίζονταν ρυθμικά. Δεν ήθελε πολύ. Κάθισα μαζί τους στο χαλί, ενώ οι υπόλοιποι προχώρησαν πιο πέρα. Και τότε ένιωσα την κατάνυξη που δεν μπόρεσα να νιώσω στο ναό του Κρίσνα όταν είδα την πλαστική κούκλα με τα κρεμασμένα χρυσά χαϊμαλιά. Υπό τον ρυθμό της μουσικής και των ανθρώπων που τον ακολουθούσαν, που σε καθυπέβαλλε, σε ηρεμούσε και σε έκανε να θέλεις να λικνιστείς κι εσύ μαζί τους.
Δυστυχώς η ευτυχία δεν κράτησε πολύ. Οι υπόλοιποι γύρισαν και ήρθε η ώρα να φύγουμε. Επειδή είχαμε χρόνο, μπήκαμε και σε έναν άλλον ναό εκτός πρόγραμματος, όπου μας υποδέχτηκε ο γλυκύτατος ιερέας.
Στην αυλή του ναού αντίκρυσα αυτά, το πρώτο είναι ο θεός Hanuman, και το δεύτερο o Ganesha (και ομολογώ ότι κάπου εκεί χάθηκε και πάλι η όποια κατάνυξη):
Σιγά σιγά νύχτωνε και η μέρα έβαινε προς το τέλος της. Ούτως ή άλλως δεν αντέχαμε και πολύ ακόμα.
Ο Ινδούλης μας πείνασε και αγόρασε φυστίκια:
Λίγο μετά την αρχή του ταξιδιού, ο ξεναγός μας είχε προτείνει να παίρνουμε μαζί τα σαπουνάκια από τα ξενοδοχεία για να τα δίνουμε στον κόσμο, το οποίο γενικά το κάναμε. Πολλοί δεν έπαιρναν μόνο τα σαπούνια, αλλά και όλα τα άλλα μικροπραγματάκια για να τα δώσουν. Θυμάμαι κάποια στιγμή που το πούλμαν σταμάτησε στη μέση του πουθενά, όπου σε ένα λοφάκι λάσπης είχε στήσει μια ξύλινη παράγκα μια οικογένεια, βρώμικοι, αχτένιστοι, ρακένδυτοι, σαν αγρίμια. Κάποιοι τους έδωσαν ό,τι είχαν από το ξενοδοχείο. Τους θυμάμαι λες και τους έχω τώρα μπροστά μου, τη μάνα με δύο παιδιά γύρω της, καθισμένους ανακούρκουδα στο χώμα, να ανοίγουν κάτι κουτάκια με μπατονέτες και βαμβάκια, να τα κοιτάνε και να πετάνε στο χώμα, με ολοφάνερη απορία του τι είναι αυτά και τι τα κάνουν.
Φεύγοντας λοιπόν εκείνη την ημέρα από τον ναό και γυρίζοντας στο πούλμαν, είδαμε μια παρέα που καθόταν και μιλούσε, και κάποια θέλησε να τους δώσει κάτι σαπουνάκια που είχε από το ξενοδοχείο. Το είπε στον Ινδούλη ο οποίος πήγε ευγενικά και τους τα έδωσε.
Ο ένας, που φορούσε μαντήλι στο κεφάλι, γύρισε τότε και χαμογέλασε, έβγαλε το μαντήλι και έσκυψε ελαφρά το κεφάλι για να γνέψει ευχαριστώ. Σημάδι ευγένειας, μας εξήγησε μετά ο ξεναγός, για να μην πει ευχαριστώ φορώντας το μαντήλι. Και για να μας δείξει το χαρακτηριστικό κοτσιδάκι που είχε στο κεφάλι, δηλωτικό του ότι ανήκει στην πρώτη κάστα, την υψηλότερη.
Και κλείνω τη σημερινή ημέρα με έναν από τους πιο αγαπημένους μου πάγκους φαγητού (που πολλές φορές έκτοτε έχει μπει screensaver σε υπολογιστή μου
).
Όταν πέρασα για να πάω στο ναό, η φωτιά είχε μόλις ανάψει και τα τυροπιττάκια (ή ό,τι είναι αυτά) είχαν μόλις αρχίσει να πλάθονται:
Όταν γύριζα από τον ναό, το τηγάνισμα είχε ήδη αρχίσει:

Επί ώρα αναρωτιόμασταν αν ήταν άνθρωπος ή άγαλμα και τον παρακολουθούσαμε για να δούμε αν θα κουνηθεί. Τελικά ήταν άγαλμα (έτσι τουλάχιστον θέλω να πιστεύω, πάντως δεν κουνήθηκε όσο ήμασταν εκεί).

Το πώς ήταν πιο μέσα ο ναός δεν το ξέρω, γιατί δύο βήματα πιο μετά συνάντησα αυτό:

Μια ομάδα μουσικών που είχαν καθίσει στο πάτωμα και έπαιζαν όργανα σε γρήγορο ρυθμό (κυρίως μικρά κρουστά, ένα τύμπανο, ένα πράγμα σαν ξυλόφωνο) ενώ ένας απ' αυτούς τραγουδούσε, γύρω από τους οποίους ήταν καθισμένοι αρκετοί που κρατούσαν κι αυτοί τον ρυθμό με παλαμάκια, τραγουδούσαν χαμηλόφωνα και λικνίζονταν ρυθμικά. Δεν ήθελε πολύ. Κάθισα μαζί τους στο χαλί, ενώ οι υπόλοιποι προχώρησαν πιο πέρα. Και τότε ένιωσα την κατάνυξη που δεν μπόρεσα να νιώσω στο ναό του Κρίσνα όταν είδα την πλαστική κούκλα με τα κρεμασμένα χρυσά χαϊμαλιά. Υπό τον ρυθμό της μουσικής και των ανθρώπων που τον ακολουθούσαν, που σε καθυπέβαλλε, σε ηρεμούσε και σε έκανε να θέλεις να λικνιστείς κι εσύ μαζί τους.
Δυστυχώς η ευτυχία δεν κράτησε πολύ. Οι υπόλοιποι γύρισαν και ήρθε η ώρα να φύγουμε. Επειδή είχαμε χρόνο, μπήκαμε και σε έναν άλλον ναό εκτός πρόγραμματος, όπου μας υποδέχτηκε ο γλυκύτατος ιερέας.

Στην αυλή του ναού αντίκρυσα αυτά, το πρώτο είναι ο θεός Hanuman, και το δεύτερο o Ganesha (και ομολογώ ότι κάπου εκεί χάθηκε και πάλι η όποια κατάνυξη):


Σιγά σιγά νύχτωνε και η μέρα έβαινε προς το τέλος της. Ούτως ή άλλως δεν αντέχαμε και πολύ ακόμα.
Ο Ινδούλης μας πείνασε και αγόρασε φυστίκια:

Λίγο μετά την αρχή του ταξιδιού, ο ξεναγός μας είχε προτείνει να παίρνουμε μαζί τα σαπουνάκια από τα ξενοδοχεία για να τα δίνουμε στον κόσμο, το οποίο γενικά το κάναμε. Πολλοί δεν έπαιρναν μόνο τα σαπούνια, αλλά και όλα τα άλλα μικροπραγματάκια για να τα δώσουν. Θυμάμαι κάποια στιγμή που το πούλμαν σταμάτησε στη μέση του πουθενά, όπου σε ένα λοφάκι λάσπης είχε στήσει μια ξύλινη παράγκα μια οικογένεια, βρώμικοι, αχτένιστοι, ρακένδυτοι, σαν αγρίμια. Κάποιοι τους έδωσαν ό,τι είχαν από το ξενοδοχείο. Τους θυμάμαι λες και τους έχω τώρα μπροστά μου, τη μάνα με δύο παιδιά γύρω της, καθισμένους ανακούρκουδα στο χώμα, να ανοίγουν κάτι κουτάκια με μπατονέτες και βαμβάκια, να τα κοιτάνε και να πετάνε στο χώμα, με ολοφάνερη απορία του τι είναι αυτά και τι τα κάνουν.
Φεύγοντας λοιπόν εκείνη την ημέρα από τον ναό και γυρίζοντας στο πούλμαν, είδαμε μια παρέα που καθόταν και μιλούσε, και κάποια θέλησε να τους δώσει κάτι σαπουνάκια που είχε από το ξενοδοχείο. Το είπε στον Ινδούλη ο οποίος πήγε ευγενικά και τους τα έδωσε.
Ο ένας, που φορούσε μαντήλι στο κεφάλι, γύρισε τότε και χαμογέλασε, έβγαλε το μαντήλι και έσκυψε ελαφρά το κεφάλι για να γνέψει ευχαριστώ. Σημάδι ευγένειας, μας εξήγησε μετά ο ξεναγός, για να μην πει ευχαριστώ φορώντας το μαντήλι. Και για να μας δείξει το χαρακτηριστικό κοτσιδάκι που είχε στο κεφάλι, δηλωτικό του ότι ανήκει στην πρώτη κάστα, την υψηλότερη.


Και κλείνω τη σημερινή ημέρα με έναν από τους πιο αγαπημένους μου πάγκους φαγητού (που πολλές φορές έκτοτε έχει μπει screensaver σε υπολογιστή μου
Όταν πέρασα για να πάω στο ναό, η φωτιά είχε μόλις ανάψει και τα τυροπιττάκια (ή ό,τι είναι αυτά) είχαν μόλις αρχίσει να πλάθονται:

Όταν γύριζα από τον ναό, το τηγάνισμα είχε ήδη αρχίσει:

Attachments
-
42 bytes Προβολές: 0
Last edited: