varioAthens
Member
- Μηνύματα
- 6.663
- Likes
- 13.748
Την επομένη είχαμε εγερτήριο στις 4.00 για να κάνουμε την καθιερωμένη βόλτα με βάρκα στο Γάγγη.
Φτάσαμε στο κεντρικό ghat (εκεί όπου το πρηγούμενο βράδυ είχαμε παρακολουθήσει τη λειτουργία) ενώ ήταν ακόμα νύχτα. Μέχρι να επιβιβαστούμε στη βάρκα, άρχισε σιγά-σιγά να ξημερώνει. Η εικόνα ήταν μοναδική: Το υπέροχο ροζ χρώμα της ανατολής έλουζε τις αποβάθρες (ghats) με τα επιβλητικά τους πέτρινα σκαλοπάτια που φτάνουν μέχρι τον ποταμό και τα σχεδόν αρχαία κτίρια χτισμένα σύρριζα στην όχθη.
Το Βαρανάσι (ή Κάσι, ή Μπενάρες, όπως αλλιώς λέγεται) είναι από τις πιο παλιές συνεχώς κατοικούμενες πόλεις. Η ιστορία της μετρά 3.000 χρόνια και το ότι θεωρείται τόσο ιερή για τους Ινδουϊστές έχει να κάνει με το ότι πιστεύουν ότι είναι ο τόπος που κατοικεί ο Θεός Σίβα. Κι αυτός είναι ένας ακόμα λόγος γιατί θεωρείται ευλογία ο θάνατος και η αποτέφρωση στο Βαρανάσι...γιατί το επιθανάτιο μάντρα το ψέλνει ο ίδιος ο Σίβα στο νεκρό...
Ακόμα και όσοι δεν μπορέσουν να κάψουν εκεί τους νεκρούς τους, οφείλουν να έρθουν τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους στο Βαρανάσι για να ρίξουν τις στάχτες των αγαπημένων τους προσώπων στον ποταμό και να εξαγνιστούν κάνοντας και οι ίδιοι βουτιά στα νερά του Γάγγη.
Τι κι αν οι επιστήμονες έχουν προειδοποιήσει ότι τα επίπεδα μόλυνσης του Γάγγη είναι τέτοια που κινδυνεύει άμεσα η υγεία τους? Οι πιστοί τους αγνοούν και βουτάνε για να ξεπλυθούν οι αμαρτίες τους.
Οι συγκλονιστικές εικόνες άρχισαν να ξεδιπλώνονται σιγά-σιγά στα μάτια μας. Από την μία, συγκινημένοι πιστοί όλων των ηλικιών, οικογένειες ολόκληρες με τα μικρά παιδάκια τους να πλένονται όλοι μαζί στον Γάγγη έχοντας στα πρόσωπά τους έκδηλη τη συγκίνηση και το δέος. Ποιός ξέρει από πόσο μακρυά ερχόντουσαν?
Από την άλλη, οι μόνιμοι κάτοικοι του Βαρανάσι να κάνουν την καθημερινή ατομική τους υγιεινή: σαπουνίζαν το κορμί τους, έπλεναν τα δόντια τους.
Πιο πέρα άλλοι έπλεναν και άπλωναν ρούχα (μεταξύ των οποίων και τα σεντόνια-πετσέτες των hostels που βρίσκονται πάνω στην όχθη!).
Μετά τα bathing ghats προχωρήσαμε προς τα cremation ghats (κρεματόρια) παρακολουθώντας συγκλονισμένοι σκηνές από το τελετουργικό των καύσεων: Συγγενείς κουβαλάνε τον νεκρό τυλιγμένο με λευκό σάβανο, ένας άντρας ξυρίζει το κεφάλι του και μετά βουτάει στον Γάγγη (είναι αυτός που θα ανάψει την πυρά), βρέχουν τον νεκρό στον ποταμό, η πυρά ανάβει, το σώμα τοποθετείται επάνω, οι συγγενείς ψάλλουν αλλά δεν κλαίνε... γι’ αυτό και οι γυναίκες απαγορεύεται να παραβρεθούν στην καύση, μήπως τυχόν και κλάψουν και έτσι δεν μπορέσει να απελευθερωθεί η ψυχή από το σώμα.
Για κακή μας τύχη το σημείο αποβίβασης, στο τέλος της βαρκάδας αυτής, είναι πάνω σε ένα κρεματόριο... Αισθάνομαι σα να εισβάλλω και να παραβιάζω ότι πιο ιερό και προσωπικό της οικογένεις που αποχαιρετάει τον άνθρωπό της... Προσπαθώ να πάρω τα μάτια μου από τη φωτιά που καίει το πτώμα, αλλά η μυρωδιά της καμένης σάρκας κολλάει στα ρουθούνια μου...
Και μέσα στη φόρτισή μου, έρχονται πάνω μας μερικά “κοράκια” που προσφέρονται για λίγες ρουπίες να μας δείξουν από απόσταση αναπνοής πτώματα...Φεύγω τρέχοντας...
Τι κι αν μετά περιπλανηθήκαμε στο Βαρανάσι βλέποντας Ναούς, περπατώντας και χαζεύοντας στα σοκάκια? Το μυαλό δεν ξεκόλλησε λεπτό από αυτά που είχαμε δεί προηγουμένως... και για να είμαι ειλικρινής, ένα μήνα αφού έχω γυρίσει από το ταξίδι μου εκεί, το μυαλό μου ακόμα δεν λέει να ξεκολλήσει...
Φτάσαμε στο κεντρικό ghat (εκεί όπου το πρηγούμενο βράδυ είχαμε παρακολουθήσει τη λειτουργία) ενώ ήταν ακόμα νύχτα. Μέχρι να επιβιβαστούμε στη βάρκα, άρχισε σιγά-σιγά να ξημερώνει. Η εικόνα ήταν μοναδική: Το υπέροχο ροζ χρώμα της ανατολής έλουζε τις αποβάθρες (ghats) με τα επιβλητικά τους πέτρινα σκαλοπάτια που φτάνουν μέχρι τον ποταμό και τα σχεδόν αρχαία κτίρια χτισμένα σύρριζα στην όχθη.
Το Βαρανάσι (ή Κάσι, ή Μπενάρες, όπως αλλιώς λέγεται) είναι από τις πιο παλιές συνεχώς κατοικούμενες πόλεις. Η ιστορία της μετρά 3.000 χρόνια και το ότι θεωρείται τόσο ιερή για τους Ινδουϊστές έχει να κάνει με το ότι πιστεύουν ότι είναι ο τόπος που κατοικεί ο Θεός Σίβα. Κι αυτός είναι ένας ακόμα λόγος γιατί θεωρείται ευλογία ο θάνατος και η αποτέφρωση στο Βαρανάσι...γιατί το επιθανάτιο μάντρα το ψέλνει ο ίδιος ο Σίβα στο νεκρό...
Ακόμα και όσοι δεν μπορέσουν να κάψουν εκεί τους νεκρούς τους, οφείλουν να έρθουν τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους στο Βαρανάσι για να ρίξουν τις στάχτες των αγαπημένων τους προσώπων στον ποταμό και να εξαγνιστούν κάνοντας και οι ίδιοι βουτιά στα νερά του Γάγγη.
Τι κι αν οι επιστήμονες έχουν προειδοποιήσει ότι τα επίπεδα μόλυνσης του Γάγγη είναι τέτοια που κινδυνεύει άμεσα η υγεία τους? Οι πιστοί τους αγνοούν και βουτάνε για να ξεπλυθούν οι αμαρτίες τους.
Οι συγκλονιστικές εικόνες άρχισαν να ξεδιπλώνονται σιγά-σιγά στα μάτια μας. Από την μία, συγκινημένοι πιστοί όλων των ηλικιών, οικογένειες ολόκληρες με τα μικρά παιδάκια τους να πλένονται όλοι μαζί στον Γάγγη έχοντας στα πρόσωπά τους έκδηλη τη συγκίνηση και το δέος. Ποιός ξέρει από πόσο μακρυά ερχόντουσαν?
Από την άλλη, οι μόνιμοι κάτοικοι του Βαρανάσι να κάνουν την καθημερινή ατομική τους υγιεινή: σαπουνίζαν το κορμί τους, έπλεναν τα δόντια τους.
Πιο πέρα άλλοι έπλεναν και άπλωναν ρούχα (μεταξύ των οποίων και τα σεντόνια-πετσέτες των hostels που βρίσκονται πάνω στην όχθη!).
Μετά τα bathing ghats προχωρήσαμε προς τα cremation ghats (κρεματόρια) παρακολουθώντας συγκλονισμένοι σκηνές από το τελετουργικό των καύσεων: Συγγενείς κουβαλάνε τον νεκρό τυλιγμένο με λευκό σάβανο, ένας άντρας ξυρίζει το κεφάλι του και μετά βουτάει στον Γάγγη (είναι αυτός που θα ανάψει την πυρά), βρέχουν τον νεκρό στον ποταμό, η πυρά ανάβει, το σώμα τοποθετείται επάνω, οι συγγενείς ψάλλουν αλλά δεν κλαίνε... γι’ αυτό και οι γυναίκες απαγορεύεται να παραβρεθούν στην καύση, μήπως τυχόν και κλάψουν και έτσι δεν μπορέσει να απελευθερωθεί η ψυχή από το σώμα.
Για κακή μας τύχη το σημείο αποβίβασης, στο τέλος της βαρκάδας αυτής, είναι πάνω σε ένα κρεματόριο... Αισθάνομαι σα να εισβάλλω και να παραβιάζω ότι πιο ιερό και προσωπικό της οικογένεις που αποχαιρετάει τον άνθρωπό της... Προσπαθώ να πάρω τα μάτια μου από τη φωτιά που καίει το πτώμα, αλλά η μυρωδιά της καμένης σάρκας κολλάει στα ρουθούνια μου...
Και μέσα στη φόρτισή μου, έρχονται πάνω μας μερικά “κοράκια” που προσφέρονται για λίγες ρουπίες να μας δείξουν από απόσταση αναπνοής πτώματα...Φεύγω τρέχοντας...
Τι κι αν μετά περιπλανηθήκαμε στο Βαρανάσι βλέποντας Ναούς, περπατώντας και χαζεύοντας στα σοκάκια? Το μυαλό δεν ξεκόλλησε λεπτό από αυτά που είχαμε δεί προηγουμένως... και για να είμαι ειλικρινής, ένα μήνα αφού έχω γυρίσει από το ταξίδι μου εκεί, το μυαλό μου ακόμα δεν λέει να ξεκολλήσει...
Attachments
-
100,8 KB Προβολές: 249
Last edited: