St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 898
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ιστορική Αναδρομή
- Καναδάς
- Στην Χώρα της Γοητευτικής Ερημιάς
- Tελευταία Σύνορα
- Quebec
- Οttawa
- Toronto - Η πόλη των διάσημων Καταρρακτών
- Ο Νιαγάρας κι'εγώ
- Βανκούβερ - Η ομορφιά του Ειρηνικού κι ενός λιμανιού
- Victoria Island - Ο θρίαμβος της Κυρίας Μπουσάρ!
- Το γραφικό Juneau
- Skagway - Όπως στην επική εποχή της χρυσοθηρίας
- Skagway προς Whitehorse
- Προς Beaver Creek
- Beaver Creek προς Fairbanks
- Fairbanks - Το θαύμα του Pipeline
- Ο Αρκτικός Κύκλος και ο Chena River
- Προς το Denali
- Το πρώτο χιόνι της Αλάσκας!
- Ancorage
- Minneapolis - Μια παράξενη Πολιτεία
- Επίλογος
ΒΑΝΚΟΥΒΕΡ - Η ομορφιά του Ειρηνικού κι ενός λιμανιού
Καιρός πια να μπούμε και σε κανένα αεροπλάνο! Ταψί έγινε ο … επιδεξιός μας τόσες μέρες – επτά για την ακρίβεια – μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο. Η πτήση δυτικά, προς τον Ειρηνικό κρατά – αν θυμάμαι καλά και με τη διαφορά της ώρας – γύρω στο 3ωρο.
Νωρίς το απόγευμα – η μέρα είναι ακόμη μεγάλη σε τούτο το γεωγραφικό πλάτος – έχουμε τακτοποιηθεί στο ξενοδοχείο και αδημονούμε να γνωρίσουμε τη μυρωδιά της πόλης.
Τον πρώτο μας περίπατο τον κάνουμε μόνες μας ως ελεύθερες σκοπεύτριες! Ξεκινάμε στα τυφλά. Στη τύχη για ένα γύρο στη περιοχή του ξενοδοχείου μας. Και ο δρόμος – ω! του θαύματος! – μας βγάζει στο Stanley Park πλάι στον όρμο, έναν από τους πολλούς, που σχηματίζουν το πανέμορφο λιμάνι. Εκεί ελλιμενίζονται γιωτ, ιστιοφόρα, βαρκάκια και καραβάκια με ρόδα(!) για ρομαντικές κρουαζιέρες σ’ όλο το τεράστιο λιμάνι της όμορφης αυτής παρωκεάνιας πόλης.
Ο τόπος τριγύρω μας είναι κατάφυτος. Ένα πραγματικό δάσος καταμεσής του Βανκούβερ είναι το Stanley Park. Και δεν είναι το μόνο. Πολλά όμοια και συχνά εντυπωσιακότερα, θα δούμε στην ολοήμερη ξενάγησή μας την επόμενη μέρα σε τούτη την πόλη των 3. 400. 000 ψυχών.
Ένα τεράστιο πολύπλοκο σιντριβάνι, που ξεπηδά μέσα από την τεχνητή λίμνη Beaver δροσίζει τον τόπο. Καθώς η μέρα ψυχορραγεί, ο ήλιος δεν καταφέρνει να μας ζεστάνει. Καλά που μεριμνήσαμε να ρίξουμε φεύγοντας από το ξενοδοχείο, τα αντιανεμικά μας στους ώμους… Σκιουράκια περιδιαβάζουν άφοβα γύρω μας, ανακαλύπτοντας καρπουδάκια εδώ κι εκεί. Είναι πολύ αστεία καθώς τα παστρεύουν σβέλτα αλλά προσεκτικά και τα μασουλούν γρήγορα σαν να πρόκειται να τους τα κλέψουν από το στόμα.
Το τοπίο με την ηρεμία, τη σιωπή και τον μυρωδάτο δροσερό αέρα είναι ειδυλλιακότατο.
‘Μου φαίνεται πως τούτη η πόλη θα μας μαγέψει. Αύριο θα έχουμε σίγουρα ευχάριστες εκπλήξεις’ αποφαίνομαι ευχαριστημένη.
Μέσα σ’ αυτό το χλωρό πάρκο έχει ενυδρείο, μαρίνες, λιμνούλες, γήπεδα γκολφ, γκολφ και τένις κι ένα περιφερειακό δρόμο σωστό παράδεισο για τα παιδιά, τα … ποδεμένα με καρούλια!! Χαλούν τον κόσμο και απειλούν τη σωματική μας ακεραιότητα. Τρέχουν σαν διαβόλοι … Και στην απέναντι όχθη το Canada Place – το κτίριο της EXPO του 1986 – με πανιά! Είναι μια αλλόκοτη κατασκευή. Με άνισα ύψη, έχει άσπρα ‘πανιά’ από συνθετικό υλικό πάνω στις ανισόπεδες στέγες του, που το κάνουν να μοιάζει σαν παλιό ιστιοφόρο! Θαρρείς πως είναι έτοιμο να σαλπάρει και να κατακτήσει τις μεγάλες θάλασσες….
‘Δεν το πιστεύω αυτό που βλέπω. Κτίριο-βαπόρι με πανιά – πραγματικά πανιά – πρώτη μου βλέπω! Ποιος το σκαρφίστηκε Θεέ μου κάτι τέτοιο;’ Συλλογιέμαι θαυμάζοντας. Και φυσικά το φωτογραφίζω από όλες τις πλευρές. Σκέτο κελεπούρι για κάθε τουρίστα φωτογράφο.
Το βράδυ τρώμε στον περιστρεφόμενο πύργο του ξενοδοχείου. Και ξεχνάμε να φάμε! Κάτω, φωτισμένο, απλώνεται το πανέμορφο λιμάνι του Βανκούβερ. Και γύρω-γύρω οι κατάφυτοι λόγοι με τις πολυτελείς βίλλες. Διότι η κυρίως πόλη είναι χτισμένη πάνω σε ψηλώματα στις ακτές του λιμανιού. Και τούτο το μαγευτικό λιμάνι σχηματίζεται επί του Δέλτα του ποταμού Fraser, φάτσα στον Ειρηνικό – τον ωκεανό των ωκεανών – κατά την ταπεινή μου κρίση. Είναι μια εικόνα εκπληκτική, που έρχεται να μας ξαφνιάσει έπειτα από μια θαυμάσια δύση μέσα στον μεγάλο πόντο, όπως τη βλέπουμε από εκεί ψηλά… Διάπυρος ο ορίζοντας, σύφλογο η θάλασσα, πυρρόχροα τα σύννεφα…. Κι ένα τριανταφυλλί φως, κρεμασμένο σαν αέρινη γάζα ψηλά από τον ουρανό. Μια αληθινή μυσταγωγία, που συνόδευε με τρόπο μεγαλειώδη το οδυνηρό ψυχορράγημα της μέρας του βορρά….
Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΗ
Το Βανκούβερ, στην επαρχία της Βρετανικής Κολομβίας, είναι μια αξιολάτρευτη, κυριολεκτικά, πόλη. Καταπράσινη, με υπέροχη ρυμοτομία, παλιά ρομαντικά κτίρια και τεράστια λουλουδιασμένα πάρκα. Θεωρείται – και δικαίως – μια από τις πιο όμορφες πόλεις της Βόρειας Αμερικής. Έχει μια συγκλονιστική ομορφιά αλλά κι έναν αέρα προσήνειας και φιλικότητας. Δεν σε σνομπάρει όπως φερ’ ειπείν το Σαν Φρανσίσκο. Το Βανκούβερ σ’ αγκαλιάζει ζεστά, σου προσφέρεται χαμογελαστά και σε κάνει να νοιώθεις σαν αγαπημένος και από καιρό με ανυπομονησία αναμενόμενος επισκέπτης!
‘Περίεργο’ σκέφτομαι ‘γιατί άραγε;’
Το ‘γιατί’ το βρίσκω την ημέρα της αναχωρήσεως:
‘Μα και βέβαια! Αυτό είναι! Όλος ο Καναδάς ζει, δημιουργεί και πορεύεται ΠΑΝΤΑ αγκαλιά με τη Φύση. Παίρνει από αυτήν, χαίρεται μ’ αυτήν, παθιάζεται γι αυτήν! Και, προ πάντων, τη νοιάζεται και την σέβεται απεριόριστα. Οι Καναδοί, λοιπόν, ζώντας τόσο κοντά στη μεγαλειώδη Δημιουργία – που δεν χρειάζεται τερτίπια για να επιβληθεί, αφού αγνοεί την ανασφάλεια των συγκρίσεων και του ανταγωνισμού – δεν έχουν κανενός είδους συμπλέγματα. Έτσι είναι και οι ίδιοι: απλοί, γενναιόδωροι, λιτοί, ευγενείς και σίγουροι γι αυτό που είναι!! Ότι φτιάχνουν στις πόλεις τους είναι για τη δική τους χαρά και ικανοποίηση και μόνον. Και καθόλου για εντυπωσιασμό και εκζήτηση. Ίσως σ’ αυτό να συνετέλεσε και η γαλλική φινέτσα, που ξέρει να επιβάλλεται δίχως να προκαλεί! Κι ίσως ακόμα όλη αυτή η ομορφιά των πόλεων να κουβαλά μαζί της τον αέρα της ευρωπαϊκής αρχοντιάς που δεν έχει ανάγκη κανενός είδους διαφήμισης ή κακόγουστης προκλητικότητας! Είναι αυτό που είναι γιατί είναι γραμμένο στο DNA της! Τέτοιο είναι το κύτταρό της. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο….
Κι εδώ μπαίνω στον πειρασμό να μεταφράσω τα λόγια του … σοφού Οδηγού μου για να μη με θεωρήσετε ψεύτρα ή έστω υπερβολική:
‘Η τοποθεσία του Βανκούβερ, σ’ ένα θαυμάσιο κόλπο, αγκαλιασμένο από πράσινους λόφους, είναι μια από τις θεϊκές εύνοιες, που μπορούν να μετατρέψουν τον σκληροτράχηλο άθεο, σ’ ένα φανατικό πιστό! Ο κυνισμός λιώνει, κυριολεκτικά, στη πρώτη γεύση του γλυκού περιβάλλοντος, που δημιουργείται από τον έξυπνο συνδυασμό σύγχρονων ανέσεων – συχνά και εσκεμμένα σοφιστικέ – με τις απλούστερες χαρές της ήμερης αλλά και της άγριας φύσης, που βρίσκεις σε απόσταση αναπνοής από την πόλη!
Χωρίς να πάψει να επεκτείνεται βλέπεις, ωστόσο, ότι δεν βιάζεται! Δεν αυτοκαταστρέφεται. Διότι οι κάτοικοι διατηρούν μια θαυμάσια ισορροπία, ανάμεσα στη σκληρή δουλειά αλλά και τις χαρές της ζωής, πάντα όμως κοντά στην ευλογημένη φύση. Πολλοί επιχειρηματίες από το Τορόντο, βρίσκονται συχνά στα πρόθυρα … αποπληξίας, εξαιτίας του … αργού ρυθμού των συνεργατών τους, που βρίσκονται στο Βανκούβερ! Κι ένας χιουμορίστας αλλά σκληρά εργαζόμενος τραπεζίτης της ευλογημένης αυτής πόλης, παρατήρησε κάποτε προσφυώς:
- Δεδομένης της διαφοράς της ώρας των δύο πόλεων (σημείωση: το Τορόντο είναι η ανατολικότερη και το Βανκούβερ η δυτικότερη πόλη του Καναδά) αυτοί οι ‘’λεβέντες’’ από τα Ανατολικά είναι πεπεισμένοι, ότι εμείς εδώ κλείνουμε την ίδια ώρα με εκείνους κι έτσι δουλεύουμε 3 ώρες λιγότερες από εκείνους! Αυτό βέβαια δεν είναι αλήθεια αλλά τι να πω; Δεν θα ήταν καθόλου κακή ιδέα αν τελικά αυτό γινόταν και στην πραγματικότητα!. . ’
Μπράβο του καλού μας τραπεζίτη. Και δουλεύει και αστειεύεται αλλά και του καλαρέσει η καλοπέραση. Άνετα την υπαινίσσεται!
Πω, πω! Πάλι ξεστράτισα! Που βρισκόμασταν, αλήθεια; Α, ναι! Στο ξεκίνημα της επίσημης γνωριμίας μας με την πόλη…
Κι αρχίζουμε από το Stanley Park και την μαρίνα, όπου βρισκόμασταν χτες το απόγευμα. Η μέρα είναι ‘λιόκαλη, ευχάριστα ζεστουλή. Ο γύρος μας ενδιαφέρων. Φαρδιοί δρόμοι, δεντροστοιχίες, μικρά και μεγάλα άλση, λίμνες, σιντριβάνια, όμορφοι πεζόδρομοι, κτίρια αποικιακά αλλά και μοντέρνα, συνθέτουν μια πόλη πανέμορφη, ανοιχτόκαρδη, φιλόξενη…
Το Ινδιάνικο Πάρκο είναι μια υπαίθρια, εθνολογική τρόπον τινά, γκαλερί γεμάτη πανύψηλα ξύλινα, ινδιάνικα τοτέμ, όλο χρώματα.
Η China Town φιλοξενεί τους απογόνους των Κινέζων εργατών, που έφτιαξαν τον ανθρωποκτόνο σιδηρόδρομο. Και είναι μια γειτονιά πολύ γραφική.
Ο ευφρόσυνος χώρος: ‘Dr. Sun Yat Sen Garden’ είναι ο μικρόκοσμος της φύσης που παραπέμπει στη Ταοϊκή φιλοσοφία του YIN και του YANG – των φυσικών αντιθέσεων με άλλα λόγια. Μια πραγματική όαση ειρήνης και περισυλλογής, που έντονα θυμίζει τα κλασσικά πρότυπα της κινεζικής αρχιτεκτονικής κήπων.
Στο τεράστιο Πάρκο της Ελισάβετ διαπιστώνουμε, για άλλη μια φορά, τη φαντασία, την καλαισθησία αλλά και την εχεφροσύνη των Καναδών. Δεν επιτρέπουν καμιά ασχήμια να χαλάσει την αγλαόμορφη πόλη τους. Κι όποτε κάποια τέτοια συμφορά τυχαίνει να τους προκύψει, εκείνοι σπεύδουν να την χρησιμοποιήσουν προς όφελός τους! Τέτοιο παράδειγμα αποτελούν οι ‘Βυθισμένοι Κήποι’ (Sunken Gardens) του Elizabeth Park. Εδώ παλιότερα, υπήρχε ένα μεγάλο λατομείο. Ε, κάποτε η πέτρα εξαντλήθηκε. Και στη θέση της έμειναν μεγάλες κι άσχημες πληγές: άχρηστα φαγωμένα βράχια, λακκούβες, κοτρώνια, σκόνη… Κι όλα αυτά σχεδόν στο κέντρο της μεγαλούπολης. Φρίκη δηλαδή!
Οι Καναδοί όμως δεν χολόσκασαν. Φαντάστηκαν, σχεδίασαν κι έφτιαξαν μέσα σ’ αυτόν τον αποκρουστικό χώρο τους πιο … έξυπνους κι όμορφους κήπους, που είδα ποτέ. Χρησιμοποίησαν ακόμα και τις άχρηστες πέτρες για διακόσμηση φτιάχνοντας έναν τεράστιο ωραιότατο Βραχόκηπο, που με μεγάλο καμάρι αποκαλούν ‘Rock Garden’. Και φύτεψαν μέσα σ’ αυτόν, πάνω σ’ αυτόν, γύρω απ’ αυτόν καθώς και σ’ όλον τον τραυματισμένο περιβάλλοντα χώρο, χιλιάδες ρίζες λουλουδιών και διαφόρων φυτών. Έτσι, ο κάποτε φαλακρός και βαριά πληγωμένος λόγος, μεταβλήθηκε σ’ έναν πρωτότυπο Παράδεισο! Και την κορφή του τη στεφάνωσαν μ’ ένα δροσερό δάσος. Και σήμερα, όλος ο πάλαι ποτέ άθλιος γούπατος, ανθίζει και μοσχοβολά. Γραφικά μονοπάτια, κομψές κλίμακες, ακανόνιστα και εσκεμμένα ‘άστατα’ σχήματα ανδήρων… (‘πρασιές’ σημαίνει αυτό, αλλά η γενική ‘των πρασιών’ μου φέρνει ολίγον προς το ‘πράσον’ και μου χαλάει τη μουσικότητα της φράσης! Άσε που εγώ μιλάω για κάτι ευωδέστερο! Οπότε…)
Όλα λοιπόν αυτά συνθέτουν ένα ζωγραφικό πίνακα! Ένα αληθινό έργο τέχνης που ανασαίνει. Ένα πολύτιμο μωσαϊκό φιλοτεχνημένο με φροντίδα και αγάπη πάνω στο ταλαιπωρημένο έδαφος που, επί αιώνες, λεηλατήθηκε άγρια.
‘Βρε παιδιά’ λέω έκθαμβη ‘πόσα πράγματα μπορεί να σκαρφιστεί ένας λαός για καλό, όταν αγαπά και νοιάζεται πραγματικά τον τόπο του. Κι εμείς, οι ασύστατοι, όχι μόνο δεν φτιάχνουμε αλλά συστηματικά καταστρέφουμε κι ότι όμορφο μας βρίσκεται! Ακόμα κι εκείνη τη βίλλα του Θων κατεδαφίσαμε! Την θυμάστε; Βγαίνω κυριολεκτικά από τα ρούχα μου όταν βλέπω τέτοιες έξυπνες προσπάθειες σ’ άλλους τόπους! Με ποια κριτήρια λοιπόν να προαχθεί η εν γένει αισθητική του νεοέλληνα; Με ποιες εικόνες; Με ποια ακούσματα; Μήπως με τα αρχιτεκτονικά ανοσιουργήματα τύπου Υπουργείου Οικονομικών, εν μέσω Συντάγματος; (Μωρέ έχετε προσέξει αυτή τη φρίκη; Σαν … λυόμενη πολυκατοικία μοιάζει! Ετοιμόρροπη και βρώμικη! Μίζερη σαν τα οικονομικά μας!) Ή με τη ‘μουσική’ σαβούρα του τύπου: ‘Όταν βλέπω αεροπλάνο, μου ‘ρχεται να την κάνω’! Αν είναι δυνατόν να προάγουν ποτέ το γούστο μας τέτοιες αθλιότητες! Θα μου στρίψει. .
Το Capillano Canyon και η κρεμαστή του γέφυρα βρίσκονται σ’ ένα άλλο μεγάλο δάσος, όχι μακριά από το κέντρο της πόλης. Κι αποτελεί για μας άλλο ένα ξάφνιασμα. Το πάρκο είναι σε επιμελημένα άγρια κατάσταση. Διαθέτει λίμνες, ρυάκια, καταρρακτάκια κι ένα βαθύ φαράγγι, που πάνω του κρέμεται κυριολεκτικά η κουνιστή γέφυρα. Φτιαγμένη από ξύλο, στερεώνεται μονάχα στις δυό όχθες της φαρδιάς χαράδρας, ενώ μέσα της κυλούν ορμητικοί χείμαρροι. Το μήκος της κρεμαστής αυτής γέφυρας υπερβαίνει το μισό χιλιόμετρο. Κάτι άκουσα για 700 μέτρα. Και, όπως είναι φυσικό, από τη στιγμή που θα την πατήσεις, περπατάς πάνω της σαν μεθυσμένος! Ως κι ο αέρας, που περνά μέσα από το φαράγγι, την πηγαινοφέρνει χωρίς δυσκολία. Για όποιον έχει πρόχειρες τις ναυτίες, δεν ενδείκνυται. Όμως έτσι δεν μπορεί να γνωρίσει το δάσος που βρίσκεται στγην άλλη πλευρά. Η Capillano Bridge είναι μια επικίνδυνη … κουνίστρα κυριούλα, που σου δυσκολεύει τη ζωή για 700 ολόκληρα μέτρα! Τα πηγαινοέρχεσαι περπατώντας! Όσοι γενναίοι, τολμήστε! Είναι εμπειρία!
Σ’ αυτή την περιοχή αντιλαμβάνομαι, για πρώτη φορά την κυριολεκτικά θριαμβευτική έλευση του βορεινού φθινοπώρου! Έχω μπροστά μου μερικά δέντρα με κερασόχρωμα ‘λουλούδια’. Κι απορώ:
‘Καλά φθινοπωρινή ανθοφορία; Κομματάκι περίεργο…’ Σηκώνω την μηχανή μου να τα φωτογραφίσω, διότι είναι πανέμορφα. Και καθώς προσαρμόζω στην απόσταση το ΖΟΟΜ μου, διαπιστώνω κατάπληκτη, ότι τα πορφυρένια ανθάκια δεν είναι τίποτα άλλο παρά τα κατέρυθρα – μα κατά-κατά κατέρυθρα – φύλλα που σε λίγο θα πέσουν λόγω χειμώνος!
‘Αδύνατον’ μονολογώ ‘δεν το πιστεύω. Θα έπαιρνα όρκο βαρύ ότι πρόκειται για άνθη. Τόσο ζωντανό κόκκινο, μονάχα δροσερά λουλούδια δικαιούνται να έχουν!’
Ωστόσο σε λίγες μέρες καταλαβαίνουμε πως από τη μια μέρα στην άλλη βρεθήκαμε στον γοητευτικό προθάλαμο του Αρκτικού χειμώνα. Η Φύση φρόντισε να μας ενημερώσει, με το πιο ποιητικό τρόπο: με εικόνες μ ο ν α δ ι κ έ ς και α ν ε π α ν α λ η π τ έ ς που θα μας συνοδεύουν μέχρι το τέλος του ταξιδιού μας. Και την αποθέωση της Χειμερινής Ώρας – και μάλιστα την πρώτη μας ημέρα. Θα τη χαρούμε στα δάση του ποταμού Nenana, στον Εθνικό Δρυμό του Denali, αλλά και στα πανέμορφα δάση του μυθικού ποταμού Yukon, στην Αλάσκα. Περί αυτών όμως των ανεπανάληπτων και πρωτόγνωρων για μας εμπειριών, θα μιλήσουμε όταν έρθει η ώρα τους. Για τη στιγμή βρισκόμαστε ακόμα στις μεγαλουπόλεις του Καναδά. Υπομονή λοιπόν …
Προχωρημένο μεσημέρι, βρισκόμαστε στο παλιό τμήμα του Βανκούβερ, το Gastown. Εδώ πρωταπάγγιασαν οι άποικοι. Εδώ έφτιαξαν τα σπιτικά και τα εμπορικά τους. Και τον κεντρικό δρόμο της γραφικής τους πόλης, τον ονόμασαν Water Str. Ίσως να εντυπωσιάστηκαν από την αφθονία των νερών της περιοχής.
Σήμερα η παλιά ατμόσφαιρα προσπαθεί να συγκρατηθεί και να σταθεί στις όμορφες εισόδους των σπιτιών, στα μπαλκόνια, στα λιθόστρωτα δρομάκια, στα κοκέτικα στολισμένα παράθυρα αλλά, προ πάντων, στο Steam Clock! Ναι, ναι σωστά μεταφράζετε! Τούτο το μοναδικό εκκρεμές δουλεύει με … ατμό! Όταν χτυπά τις ώρες, σφυρίζει σαν … τρένο! Και τσουφ-τσουφ βγάζει … ατμούς από την ‘κορφή’ του, που τη στολίζει ένα μικρό … φουγάρο!
‘ Δεν το πιστεύω! Είναι κανονικό ρολόι και δουλεύει μ’ αυτόν τον αλλόκοτο τρόπο από το 1867! Μα πως στο καλό τους ήρθε;’ Απορώ.
‘Α, σίγουρα κάποιος πολυτεχνίτης θέλησε να κάνει την πλάκα του, τω καιρώ εκείνω’ λέει γελώντας για τη χρήση του νεανικού γλωσσικού σλόγκαν η Φρόσω.
Και τούτο το ‘μονουμέντο’ λέγεται πως είναι το μοναδικό στον κόσμο!
‘Περίεργο’ μονολογώ ‘κι εγώ νόμιζα ότι οι τρέλες έχουν μεταξύ τους ένα είδος εκλεκτικής συγγένειας’.
Στον άλλο δρόμο, την Maple Str, υπάρχει το όμορφο άγαλμα του Captain John Deighton, γνωστού με το παρατσούκλι Gassy Jack, πάνω σ’ ένα βαρέλι ουίσκι, να απευθύνεται στο πλήθος. Το έφτιαξαν προς τιμήν του για τα ατέλειωτα ποτήρια ποτού, που κέρασε στη ζωή τους στους ξυλεμπόρους, έως ότου τους πείσει να χτίσουν αυτή την πόλη στα 1867. Και καταπώς φαίνεται της έδωσαν για όνομα, το παρατσούκλι του Gassy και την βάφτισαν Gastown.
Το περιδιάβασμα σε τούτη τη παλιά πόλη, είναι μια περιπέτεια στο παρελθόν. Ένας περίπατος στα στενορύμνια της μνήμης. Αβίαστα μεταφέρεσαι το ΤΟΤΕ, βλέποντας στα μικρομάγαζα αντίκες και παλιά ή . . παλαιίζοντα κομψοτεχνήματα! Εκεί είναι το λιθόστρωτο, τα αιωνόβια δέντρα, τα αναπαλαιωμένα σπίτια, οι γραφικές πλατείες, οι κρήνες, τα στενοσόκακα!. . . .
Αφού χορτάσουν τα μάτια μας και οι μηχανές μας, αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να ταΐσουμε και τα στομάχια μας, που διαμαρτύρονται από ώρα. Ο τόπος είναι γεμάτος από καλόγουστα μπιστρό και καφέ, που κάνουν τα σάλια μας να τρέχουν.
' Πω, πω, πως κάνω κέφι έναν αρωματικό καφέ μ’ ένα ζουμερό σάντουιτς’ φωνάζει κάποια. Κι ορμάμε όλες, πατείς με πατώ σε μέσα στο φαγάδικο…
Κατάκοπες επιστρέφουμε, νωρίς το απόγευμα, στο κατάμερό μας κοντά στην Beaver Lake – μέσα στο Stanley Park, που ξέχασα να σας πω διαθέτει στην πλευρά που καταλήγει στον ωκεανό, την ίδια γοργονίτσα με εκείνη του λιμανιού της Κοπεγχάγης. Ποιος ξέρει ποια νοσταλγία την έστησε εδώ!
Τα αξιοθέατα του Βανκούβερ δεν εξαντλούνται φυσικά μέσα σε μια ή δυό μέρες. Έχει τα μουσεία του, τα θέατρά του, τις πινακοθήκες του, τις μουσικές του αίθουσες … και βεβαίως κι άλλες λίμνες και καταρράκτες, άλλα πάρκα και παραλίες… Όμως εγώ βρίσκω κρίμα κι άδικο να χάνεις τις μυρουδιές και τις εικόνες της πόλης – αυτής της μοναδικής πόλης! – μαντρωμένος σε μουσεία και μάλιστα του Νέου Κόσμου όταν έχεις ξοδέψει ώρες στα ανεπανάληπτα μουσεία της Ευρώπης! Το θεωρώ κομματάκι παράλογο, όταν η Φύση και οι άνθρωποι σε ξαφνιάζουν συνεχώς. Ε Ξ Ω! Τελείως Ε Ξ Ω…. .
Αλλά ούτε κι εμείς τελειώσαμε ακόμα. Εγκαταλείπουμε το αυτοκίνητο κι επιβιβαζόμαστε σ’ ένα ποταμόπλοιο, με κατακόκκινη ρόδα, για μια δίωρη κρουαζιέρα μέσα στο μεγάλο λιμάνι. Και είναι, πράγματι, αξιοθέατο τούτο το Porto, πιστέψτε με. Σαν εκείνο του Σίδνεϊ! Ξεχάστε παντελώς τον … Πειραιά! Ουδεμία σχέση …
‘Αμάν παιδιά! Να δω από κοντά το αλλόκοτο Canada Place, μαζί με τα πανιά του! Κι ας μη κάνω άλλο ταξίδι στη ζωή μου, που λέει ο λόγος…’ μουρμουρίζω χαμογελώντας πονηρά. Άκου ‘κι ας μη κάνω άλλο ταξίδι στη ζωή μου’ Τρελή είμαι;
Τελικά μου γίνεται το χατίρι. Περνάμε σύρριζα. Και επί τέλους αντιλαμβάνομαι για ποιο λόγο από μακριά δίνει ακριβώς την εντύπωση του πάλλευκου ιστιοφόρου, όπως το θέλησε ο αρχιτέκτονας.
Ξεμπαρκάρουμε βράδυ. Κι ορμάμε στο εστιατόριο του περιστρεφόμενου πύργου του ξενοδοχείου μας. Εκτός από τον μαύρο λιμό που μας έχει θερίσει, ανυπομονούμε να ξαναδούμε – από ψηλά τώρα – μέρη που γνωρίσαμε από κοντά στη πρωινή μας βόλτα. Είναι σα να καληνυχτίζουμε φίλους αγαπημένους!
Αύριο φεύγουμε για το περίφημο νησί της Βικτωρίας, πάνω στον Ειρηνικό. Πρόκειται για ένα μικρό φυσικό αριστούργημα, λατρεμένο από όλους τους Καναδούς.
Όμως για την ώρα, πέφτουμε κάτω από την κούραση και τη νύστα.
Καληνύχτα σας, λοιπόν! Ες αύριον περισσότερα, νεότερα και ωραιότερα.
Υπομονή …
Καιρός πια να μπούμε και σε κανένα αεροπλάνο! Ταψί έγινε ο … επιδεξιός μας τόσες μέρες – επτά για την ακρίβεια – μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο. Η πτήση δυτικά, προς τον Ειρηνικό κρατά – αν θυμάμαι καλά και με τη διαφορά της ώρας – γύρω στο 3ωρο.
Νωρίς το απόγευμα – η μέρα είναι ακόμη μεγάλη σε τούτο το γεωγραφικό πλάτος – έχουμε τακτοποιηθεί στο ξενοδοχείο και αδημονούμε να γνωρίσουμε τη μυρωδιά της πόλης.
Τον πρώτο μας περίπατο τον κάνουμε μόνες μας ως ελεύθερες σκοπεύτριες! Ξεκινάμε στα τυφλά. Στη τύχη για ένα γύρο στη περιοχή του ξενοδοχείου μας. Και ο δρόμος – ω! του θαύματος! – μας βγάζει στο Stanley Park πλάι στον όρμο, έναν από τους πολλούς, που σχηματίζουν το πανέμορφο λιμάνι. Εκεί ελλιμενίζονται γιωτ, ιστιοφόρα, βαρκάκια και καραβάκια με ρόδα(!) για ρομαντικές κρουαζιέρες σ’ όλο το τεράστιο λιμάνι της όμορφης αυτής παρωκεάνιας πόλης.
Ο τόπος τριγύρω μας είναι κατάφυτος. Ένα πραγματικό δάσος καταμεσής του Βανκούβερ είναι το Stanley Park. Και δεν είναι το μόνο. Πολλά όμοια και συχνά εντυπωσιακότερα, θα δούμε στην ολοήμερη ξενάγησή μας την επόμενη μέρα σε τούτη την πόλη των 3. 400. 000 ψυχών.
Ένα τεράστιο πολύπλοκο σιντριβάνι, που ξεπηδά μέσα από την τεχνητή λίμνη Beaver δροσίζει τον τόπο. Καθώς η μέρα ψυχορραγεί, ο ήλιος δεν καταφέρνει να μας ζεστάνει. Καλά που μεριμνήσαμε να ρίξουμε φεύγοντας από το ξενοδοχείο, τα αντιανεμικά μας στους ώμους… Σκιουράκια περιδιαβάζουν άφοβα γύρω μας, ανακαλύπτοντας καρπουδάκια εδώ κι εκεί. Είναι πολύ αστεία καθώς τα παστρεύουν σβέλτα αλλά προσεκτικά και τα μασουλούν γρήγορα σαν να πρόκειται να τους τα κλέψουν από το στόμα.
Το τοπίο με την ηρεμία, τη σιωπή και τον μυρωδάτο δροσερό αέρα είναι ειδυλλιακότατο.
‘Μου φαίνεται πως τούτη η πόλη θα μας μαγέψει. Αύριο θα έχουμε σίγουρα ευχάριστες εκπλήξεις’ αποφαίνομαι ευχαριστημένη.
Μέσα σ’ αυτό το χλωρό πάρκο έχει ενυδρείο, μαρίνες, λιμνούλες, γήπεδα γκολφ, γκολφ και τένις κι ένα περιφερειακό δρόμο σωστό παράδεισο για τα παιδιά, τα … ποδεμένα με καρούλια!! Χαλούν τον κόσμο και απειλούν τη σωματική μας ακεραιότητα. Τρέχουν σαν διαβόλοι … Και στην απέναντι όχθη το Canada Place – το κτίριο της EXPO του 1986 – με πανιά! Είναι μια αλλόκοτη κατασκευή. Με άνισα ύψη, έχει άσπρα ‘πανιά’ από συνθετικό υλικό πάνω στις ανισόπεδες στέγες του, που το κάνουν να μοιάζει σαν παλιό ιστιοφόρο! Θαρρείς πως είναι έτοιμο να σαλπάρει και να κατακτήσει τις μεγάλες θάλασσες….
‘Δεν το πιστεύω αυτό που βλέπω. Κτίριο-βαπόρι με πανιά – πραγματικά πανιά – πρώτη μου βλέπω! Ποιος το σκαρφίστηκε Θεέ μου κάτι τέτοιο;’ Συλλογιέμαι θαυμάζοντας. Και φυσικά το φωτογραφίζω από όλες τις πλευρές. Σκέτο κελεπούρι για κάθε τουρίστα φωτογράφο.
Το βράδυ τρώμε στον περιστρεφόμενο πύργο του ξενοδοχείου. Και ξεχνάμε να φάμε! Κάτω, φωτισμένο, απλώνεται το πανέμορφο λιμάνι του Βανκούβερ. Και γύρω-γύρω οι κατάφυτοι λόγοι με τις πολυτελείς βίλλες. Διότι η κυρίως πόλη είναι χτισμένη πάνω σε ψηλώματα στις ακτές του λιμανιού. Και τούτο το μαγευτικό λιμάνι σχηματίζεται επί του Δέλτα του ποταμού Fraser, φάτσα στον Ειρηνικό – τον ωκεανό των ωκεανών – κατά την ταπεινή μου κρίση. Είναι μια εικόνα εκπληκτική, που έρχεται να μας ξαφνιάσει έπειτα από μια θαυμάσια δύση μέσα στον μεγάλο πόντο, όπως τη βλέπουμε από εκεί ψηλά… Διάπυρος ο ορίζοντας, σύφλογο η θάλασσα, πυρρόχροα τα σύννεφα…. Κι ένα τριανταφυλλί φως, κρεμασμένο σαν αέρινη γάζα ψηλά από τον ουρανό. Μια αληθινή μυσταγωγία, που συνόδευε με τρόπο μεγαλειώδη το οδυνηρό ψυχορράγημα της μέρας του βορρά….
Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΗ
Το Βανκούβερ, στην επαρχία της Βρετανικής Κολομβίας, είναι μια αξιολάτρευτη, κυριολεκτικά, πόλη. Καταπράσινη, με υπέροχη ρυμοτομία, παλιά ρομαντικά κτίρια και τεράστια λουλουδιασμένα πάρκα. Θεωρείται – και δικαίως – μια από τις πιο όμορφες πόλεις της Βόρειας Αμερικής. Έχει μια συγκλονιστική ομορφιά αλλά κι έναν αέρα προσήνειας και φιλικότητας. Δεν σε σνομπάρει όπως φερ’ ειπείν το Σαν Φρανσίσκο. Το Βανκούβερ σ’ αγκαλιάζει ζεστά, σου προσφέρεται χαμογελαστά και σε κάνει να νοιώθεις σαν αγαπημένος και από καιρό με ανυπομονησία αναμενόμενος επισκέπτης!
‘Περίεργο’ σκέφτομαι ‘γιατί άραγε;’
Το ‘γιατί’ το βρίσκω την ημέρα της αναχωρήσεως:
‘Μα και βέβαια! Αυτό είναι! Όλος ο Καναδάς ζει, δημιουργεί και πορεύεται ΠΑΝΤΑ αγκαλιά με τη Φύση. Παίρνει από αυτήν, χαίρεται μ’ αυτήν, παθιάζεται γι αυτήν! Και, προ πάντων, τη νοιάζεται και την σέβεται απεριόριστα. Οι Καναδοί, λοιπόν, ζώντας τόσο κοντά στη μεγαλειώδη Δημιουργία – που δεν χρειάζεται τερτίπια για να επιβληθεί, αφού αγνοεί την ανασφάλεια των συγκρίσεων και του ανταγωνισμού – δεν έχουν κανενός είδους συμπλέγματα. Έτσι είναι και οι ίδιοι: απλοί, γενναιόδωροι, λιτοί, ευγενείς και σίγουροι γι αυτό που είναι!! Ότι φτιάχνουν στις πόλεις τους είναι για τη δική τους χαρά και ικανοποίηση και μόνον. Και καθόλου για εντυπωσιασμό και εκζήτηση. Ίσως σ’ αυτό να συνετέλεσε και η γαλλική φινέτσα, που ξέρει να επιβάλλεται δίχως να προκαλεί! Κι ίσως ακόμα όλη αυτή η ομορφιά των πόλεων να κουβαλά μαζί της τον αέρα της ευρωπαϊκής αρχοντιάς που δεν έχει ανάγκη κανενός είδους διαφήμισης ή κακόγουστης προκλητικότητας! Είναι αυτό που είναι γιατί είναι γραμμένο στο DNA της! Τέτοιο είναι το κύτταρό της. Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο….
Κι εδώ μπαίνω στον πειρασμό να μεταφράσω τα λόγια του … σοφού Οδηγού μου για να μη με θεωρήσετε ψεύτρα ή έστω υπερβολική:
‘Η τοποθεσία του Βανκούβερ, σ’ ένα θαυμάσιο κόλπο, αγκαλιασμένο από πράσινους λόφους, είναι μια από τις θεϊκές εύνοιες, που μπορούν να μετατρέψουν τον σκληροτράχηλο άθεο, σ’ ένα φανατικό πιστό! Ο κυνισμός λιώνει, κυριολεκτικά, στη πρώτη γεύση του γλυκού περιβάλλοντος, που δημιουργείται από τον έξυπνο συνδυασμό σύγχρονων ανέσεων – συχνά και εσκεμμένα σοφιστικέ – με τις απλούστερες χαρές της ήμερης αλλά και της άγριας φύσης, που βρίσκεις σε απόσταση αναπνοής από την πόλη!
Χωρίς να πάψει να επεκτείνεται βλέπεις, ωστόσο, ότι δεν βιάζεται! Δεν αυτοκαταστρέφεται. Διότι οι κάτοικοι διατηρούν μια θαυμάσια ισορροπία, ανάμεσα στη σκληρή δουλειά αλλά και τις χαρές της ζωής, πάντα όμως κοντά στην ευλογημένη φύση. Πολλοί επιχειρηματίες από το Τορόντο, βρίσκονται συχνά στα πρόθυρα … αποπληξίας, εξαιτίας του … αργού ρυθμού των συνεργατών τους, που βρίσκονται στο Βανκούβερ! Κι ένας χιουμορίστας αλλά σκληρά εργαζόμενος τραπεζίτης της ευλογημένης αυτής πόλης, παρατήρησε κάποτε προσφυώς:
- Δεδομένης της διαφοράς της ώρας των δύο πόλεων (σημείωση: το Τορόντο είναι η ανατολικότερη και το Βανκούβερ η δυτικότερη πόλη του Καναδά) αυτοί οι ‘’λεβέντες’’ από τα Ανατολικά είναι πεπεισμένοι, ότι εμείς εδώ κλείνουμε την ίδια ώρα με εκείνους κι έτσι δουλεύουμε 3 ώρες λιγότερες από εκείνους! Αυτό βέβαια δεν είναι αλήθεια αλλά τι να πω; Δεν θα ήταν καθόλου κακή ιδέα αν τελικά αυτό γινόταν και στην πραγματικότητα!. . ’
Μπράβο του καλού μας τραπεζίτη. Και δουλεύει και αστειεύεται αλλά και του καλαρέσει η καλοπέραση. Άνετα την υπαινίσσεται!
Πω, πω! Πάλι ξεστράτισα! Που βρισκόμασταν, αλήθεια; Α, ναι! Στο ξεκίνημα της επίσημης γνωριμίας μας με την πόλη…
Κι αρχίζουμε από το Stanley Park και την μαρίνα, όπου βρισκόμασταν χτες το απόγευμα. Η μέρα είναι ‘λιόκαλη, ευχάριστα ζεστουλή. Ο γύρος μας ενδιαφέρων. Φαρδιοί δρόμοι, δεντροστοιχίες, μικρά και μεγάλα άλση, λίμνες, σιντριβάνια, όμορφοι πεζόδρομοι, κτίρια αποικιακά αλλά και μοντέρνα, συνθέτουν μια πόλη πανέμορφη, ανοιχτόκαρδη, φιλόξενη…
Το Ινδιάνικο Πάρκο είναι μια υπαίθρια, εθνολογική τρόπον τινά, γκαλερί γεμάτη πανύψηλα ξύλινα, ινδιάνικα τοτέμ, όλο χρώματα.
Η China Town φιλοξενεί τους απογόνους των Κινέζων εργατών, που έφτιαξαν τον ανθρωποκτόνο σιδηρόδρομο. Και είναι μια γειτονιά πολύ γραφική.
Ο ευφρόσυνος χώρος: ‘Dr. Sun Yat Sen Garden’ είναι ο μικρόκοσμος της φύσης που παραπέμπει στη Ταοϊκή φιλοσοφία του YIN και του YANG – των φυσικών αντιθέσεων με άλλα λόγια. Μια πραγματική όαση ειρήνης και περισυλλογής, που έντονα θυμίζει τα κλασσικά πρότυπα της κινεζικής αρχιτεκτονικής κήπων.
Στο τεράστιο Πάρκο της Ελισάβετ διαπιστώνουμε, για άλλη μια φορά, τη φαντασία, την καλαισθησία αλλά και την εχεφροσύνη των Καναδών. Δεν επιτρέπουν καμιά ασχήμια να χαλάσει την αγλαόμορφη πόλη τους. Κι όποτε κάποια τέτοια συμφορά τυχαίνει να τους προκύψει, εκείνοι σπεύδουν να την χρησιμοποιήσουν προς όφελός τους! Τέτοιο παράδειγμα αποτελούν οι ‘Βυθισμένοι Κήποι’ (Sunken Gardens) του Elizabeth Park. Εδώ παλιότερα, υπήρχε ένα μεγάλο λατομείο. Ε, κάποτε η πέτρα εξαντλήθηκε. Και στη θέση της έμειναν μεγάλες κι άσχημες πληγές: άχρηστα φαγωμένα βράχια, λακκούβες, κοτρώνια, σκόνη… Κι όλα αυτά σχεδόν στο κέντρο της μεγαλούπολης. Φρίκη δηλαδή!
Οι Καναδοί όμως δεν χολόσκασαν. Φαντάστηκαν, σχεδίασαν κι έφτιαξαν μέσα σ’ αυτόν τον αποκρουστικό χώρο τους πιο … έξυπνους κι όμορφους κήπους, που είδα ποτέ. Χρησιμοποίησαν ακόμα και τις άχρηστες πέτρες για διακόσμηση φτιάχνοντας έναν τεράστιο ωραιότατο Βραχόκηπο, που με μεγάλο καμάρι αποκαλούν ‘Rock Garden’. Και φύτεψαν μέσα σ’ αυτόν, πάνω σ’ αυτόν, γύρω απ’ αυτόν καθώς και σ’ όλον τον τραυματισμένο περιβάλλοντα χώρο, χιλιάδες ρίζες λουλουδιών και διαφόρων φυτών. Έτσι, ο κάποτε φαλακρός και βαριά πληγωμένος λόγος, μεταβλήθηκε σ’ έναν πρωτότυπο Παράδεισο! Και την κορφή του τη στεφάνωσαν μ’ ένα δροσερό δάσος. Και σήμερα, όλος ο πάλαι ποτέ άθλιος γούπατος, ανθίζει και μοσχοβολά. Γραφικά μονοπάτια, κομψές κλίμακες, ακανόνιστα και εσκεμμένα ‘άστατα’ σχήματα ανδήρων… (‘πρασιές’ σημαίνει αυτό, αλλά η γενική ‘των πρασιών’ μου φέρνει ολίγον προς το ‘πράσον’ και μου χαλάει τη μουσικότητα της φράσης! Άσε που εγώ μιλάω για κάτι ευωδέστερο! Οπότε…)
Όλα λοιπόν αυτά συνθέτουν ένα ζωγραφικό πίνακα! Ένα αληθινό έργο τέχνης που ανασαίνει. Ένα πολύτιμο μωσαϊκό φιλοτεχνημένο με φροντίδα και αγάπη πάνω στο ταλαιπωρημένο έδαφος που, επί αιώνες, λεηλατήθηκε άγρια.
‘Βρε παιδιά’ λέω έκθαμβη ‘πόσα πράγματα μπορεί να σκαρφιστεί ένας λαός για καλό, όταν αγαπά και νοιάζεται πραγματικά τον τόπο του. Κι εμείς, οι ασύστατοι, όχι μόνο δεν φτιάχνουμε αλλά συστηματικά καταστρέφουμε κι ότι όμορφο μας βρίσκεται! Ακόμα κι εκείνη τη βίλλα του Θων κατεδαφίσαμε! Την θυμάστε; Βγαίνω κυριολεκτικά από τα ρούχα μου όταν βλέπω τέτοιες έξυπνες προσπάθειες σ’ άλλους τόπους! Με ποια κριτήρια λοιπόν να προαχθεί η εν γένει αισθητική του νεοέλληνα; Με ποιες εικόνες; Με ποια ακούσματα; Μήπως με τα αρχιτεκτονικά ανοσιουργήματα τύπου Υπουργείου Οικονομικών, εν μέσω Συντάγματος; (Μωρέ έχετε προσέξει αυτή τη φρίκη; Σαν … λυόμενη πολυκατοικία μοιάζει! Ετοιμόρροπη και βρώμικη! Μίζερη σαν τα οικονομικά μας!) Ή με τη ‘μουσική’ σαβούρα του τύπου: ‘Όταν βλέπω αεροπλάνο, μου ‘ρχεται να την κάνω’! Αν είναι δυνατόν να προάγουν ποτέ το γούστο μας τέτοιες αθλιότητες! Θα μου στρίψει. .
Το Capillano Canyon και η κρεμαστή του γέφυρα βρίσκονται σ’ ένα άλλο μεγάλο δάσος, όχι μακριά από το κέντρο της πόλης. Κι αποτελεί για μας άλλο ένα ξάφνιασμα. Το πάρκο είναι σε επιμελημένα άγρια κατάσταση. Διαθέτει λίμνες, ρυάκια, καταρρακτάκια κι ένα βαθύ φαράγγι, που πάνω του κρέμεται κυριολεκτικά η κουνιστή γέφυρα. Φτιαγμένη από ξύλο, στερεώνεται μονάχα στις δυό όχθες της φαρδιάς χαράδρας, ενώ μέσα της κυλούν ορμητικοί χείμαρροι. Το μήκος της κρεμαστής αυτής γέφυρας υπερβαίνει το μισό χιλιόμετρο. Κάτι άκουσα για 700 μέτρα. Και, όπως είναι φυσικό, από τη στιγμή που θα την πατήσεις, περπατάς πάνω της σαν μεθυσμένος! Ως κι ο αέρας, που περνά μέσα από το φαράγγι, την πηγαινοφέρνει χωρίς δυσκολία. Για όποιον έχει πρόχειρες τις ναυτίες, δεν ενδείκνυται. Όμως έτσι δεν μπορεί να γνωρίσει το δάσος που βρίσκεται στγην άλλη πλευρά. Η Capillano Bridge είναι μια επικίνδυνη … κουνίστρα κυριούλα, που σου δυσκολεύει τη ζωή για 700 ολόκληρα μέτρα! Τα πηγαινοέρχεσαι περπατώντας! Όσοι γενναίοι, τολμήστε! Είναι εμπειρία!
Σ’ αυτή την περιοχή αντιλαμβάνομαι, για πρώτη φορά την κυριολεκτικά θριαμβευτική έλευση του βορεινού φθινοπώρου! Έχω μπροστά μου μερικά δέντρα με κερασόχρωμα ‘λουλούδια’. Κι απορώ:
‘Καλά φθινοπωρινή ανθοφορία; Κομματάκι περίεργο…’ Σηκώνω την μηχανή μου να τα φωτογραφίσω, διότι είναι πανέμορφα. Και καθώς προσαρμόζω στην απόσταση το ΖΟΟΜ μου, διαπιστώνω κατάπληκτη, ότι τα πορφυρένια ανθάκια δεν είναι τίποτα άλλο παρά τα κατέρυθρα – μα κατά-κατά κατέρυθρα – φύλλα που σε λίγο θα πέσουν λόγω χειμώνος!
‘Αδύνατον’ μονολογώ ‘δεν το πιστεύω. Θα έπαιρνα όρκο βαρύ ότι πρόκειται για άνθη. Τόσο ζωντανό κόκκινο, μονάχα δροσερά λουλούδια δικαιούνται να έχουν!’
Ωστόσο σε λίγες μέρες καταλαβαίνουμε πως από τη μια μέρα στην άλλη βρεθήκαμε στον γοητευτικό προθάλαμο του Αρκτικού χειμώνα. Η Φύση φρόντισε να μας ενημερώσει, με το πιο ποιητικό τρόπο: με εικόνες μ ο ν α δ ι κ έ ς και α ν ε π α ν α λ η π τ έ ς που θα μας συνοδεύουν μέχρι το τέλος του ταξιδιού μας. Και την αποθέωση της Χειμερινής Ώρας – και μάλιστα την πρώτη μας ημέρα. Θα τη χαρούμε στα δάση του ποταμού Nenana, στον Εθνικό Δρυμό του Denali, αλλά και στα πανέμορφα δάση του μυθικού ποταμού Yukon, στην Αλάσκα. Περί αυτών όμως των ανεπανάληπτων και πρωτόγνωρων για μας εμπειριών, θα μιλήσουμε όταν έρθει η ώρα τους. Για τη στιγμή βρισκόμαστε ακόμα στις μεγαλουπόλεις του Καναδά. Υπομονή λοιπόν …
Προχωρημένο μεσημέρι, βρισκόμαστε στο παλιό τμήμα του Βανκούβερ, το Gastown. Εδώ πρωταπάγγιασαν οι άποικοι. Εδώ έφτιαξαν τα σπιτικά και τα εμπορικά τους. Και τον κεντρικό δρόμο της γραφικής τους πόλης, τον ονόμασαν Water Str. Ίσως να εντυπωσιάστηκαν από την αφθονία των νερών της περιοχής.
Σήμερα η παλιά ατμόσφαιρα προσπαθεί να συγκρατηθεί και να σταθεί στις όμορφες εισόδους των σπιτιών, στα μπαλκόνια, στα λιθόστρωτα δρομάκια, στα κοκέτικα στολισμένα παράθυρα αλλά, προ πάντων, στο Steam Clock! Ναι, ναι σωστά μεταφράζετε! Τούτο το μοναδικό εκκρεμές δουλεύει με … ατμό! Όταν χτυπά τις ώρες, σφυρίζει σαν … τρένο! Και τσουφ-τσουφ βγάζει … ατμούς από την ‘κορφή’ του, που τη στολίζει ένα μικρό … φουγάρο!
‘ Δεν το πιστεύω! Είναι κανονικό ρολόι και δουλεύει μ’ αυτόν τον αλλόκοτο τρόπο από το 1867! Μα πως στο καλό τους ήρθε;’ Απορώ.
‘Α, σίγουρα κάποιος πολυτεχνίτης θέλησε να κάνει την πλάκα του, τω καιρώ εκείνω’ λέει γελώντας για τη χρήση του νεανικού γλωσσικού σλόγκαν η Φρόσω.
Και τούτο το ‘μονουμέντο’ λέγεται πως είναι το μοναδικό στον κόσμο!
‘Περίεργο’ μονολογώ ‘κι εγώ νόμιζα ότι οι τρέλες έχουν μεταξύ τους ένα είδος εκλεκτικής συγγένειας’.
Στον άλλο δρόμο, την Maple Str, υπάρχει το όμορφο άγαλμα του Captain John Deighton, γνωστού με το παρατσούκλι Gassy Jack, πάνω σ’ ένα βαρέλι ουίσκι, να απευθύνεται στο πλήθος. Το έφτιαξαν προς τιμήν του για τα ατέλειωτα ποτήρια ποτού, που κέρασε στη ζωή τους στους ξυλεμπόρους, έως ότου τους πείσει να χτίσουν αυτή την πόλη στα 1867. Και καταπώς φαίνεται της έδωσαν για όνομα, το παρατσούκλι του Gassy και την βάφτισαν Gastown.
Το περιδιάβασμα σε τούτη τη παλιά πόλη, είναι μια περιπέτεια στο παρελθόν. Ένας περίπατος στα στενορύμνια της μνήμης. Αβίαστα μεταφέρεσαι το ΤΟΤΕ, βλέποντας στα μικρομάγαζα αντίκες και παλιά ή . . παλαιίζοντα κομψοτεχνήματα! Εκεί είναι το λιθόστρωτο, τα αιωνόβια δέντρα, τα αναπαλαιωμένα σπίτια, οι γραφικές πλατείες, οι κρήνες, τα στενοσόκακα!. . . .
Αφού χορτάσουν τα μάτια μας και οι μηχανές μας, αντιλαμβανόμαστε ότι πρέπει να ταΐσουμε και τα στομάχια μας, που διαμαρτύρονται από ώρα. Ο τόπος είναι γεμάτος από καλόγουστα μπιστρό και καφέ, που κάνουν τα σάλια μας να τρέχουν.
' Πω, πω, πως κάνω κέφι έναν αρωματικό καφέ μ’ ένα ζουμερό σάντουιτς’ φωνάζει κάποια. Κι ορμάμε όλες, πατείς με πατώ σε μέσα στο φαγάδικο…
Κατάκοπες επιστρέφουμε, νωρίς το απόγευμα, στο κατάμερό μας κοντά στην Beaver Lake – μέσα στο Stanley Park, που ξέχασα να σας πω διαθέτει στην πλευρά που καταλήγει στον ωκεανό, την ίδια γοργονίτσα με εκείνη του λιμανιού της Κοπεγχάγης. Ποιος ξέρει ποια νοσταλγία την έστησε εδώ!
Τα αξιοθέατα του Βανκούβερ δεν εξαντλούνται φυσικά μέσα σε μια ή δυό μέρες. Έχει τα μουσεία του, τα θέατρά του, τις πινακοθήκες του, τις μουσικές του αίθουσες … και βεβαίως κι άλλες λίμνες και καταρράκτες, άλλα πάρκα και παραλίες… Όμως εγώ βρίσκω κρίμα κι άδικο να χάνεις τις μυρουδιές και τις εικόνες της πόλης – αυτής της μοναδικής πόλης! – μαντρωμένος σε μουσεία και μάλιστα του Νέου Κόσμου όταν έχεις ξοδέψει ώρες στα ανεπανάληπτα μουσεία της Ευρώπης! Το θεωρώ κομματάκι παράλογο, όταν η Φύση και οι άνθρωποι σε ξαφνιάζουν συνεχώς. Ε Ξ Ω! Τελείως Ε Ξ Ω…. .
Αλλά ούτε κι εμείς τελειώσαμε ακόμα. Εγκαταλείπουμε το αυτοκίνητο κι επιβιβαζόμαστε σ’ ένα ποταμόπλοιο, με κατακόκκινη ρόδα, για μια δίωρη κρουαζιέρα μέσα στο μεγάλο λιμάνι. Και είναι, πράγματι, αξιοθέατο τούτο το Porto, πιστέψτε με. Σαν εκείνο του Σίδνεϊ! Ξεχάστε παντελώς τον … Πειραιά! Ουδεμία σχέση …
‘Αμάν παιδιά! Να δω από κοντά το αλλόκοτο Canada Place, μαζί με τα πανιά του! Κι ας μη κάνω άλλο ταξίδι στη ζωή μου, που λέει ο λόγος…’ μουρμουρίζω χαμογελώντας πονηρά. Άκου ‘κι ας μη κάνω άλλο ταξίδι στη ζωή μου’ Τρελή είμαι;
Τελικά μου γίνεται το χατίρι. Περνάμε σύρριζα. Και επί τέλους αντιλαμβάνομαι για ποιο λόγο από μακριά δίνει ακριβώς την εντύπωση του πάλλευκου ιστιοφόρου, όπως το θέλησε ο αρχιτέκτονας.
Ξεμπαρκάρουμε βράδυ. Κι ορμάμε στο εστιατόριο του περιστρεφόμενου πύργου του ξενοδοχείου μας. Εκτός από τον μαύρο λιμό που μας έχει θερίσει, ανυπομονούμε να ξαναδούμε – από ψηλά τώρα – μέρη που γνωρίσαμε από κοντά στη πρωινή μας βόλτα. Είναι σα να καληνυχτίζουμε φίλους αγαπημένους!
Αύριο φεύγουμε για το περίφημο νησί της Βικτωρίας, πάνω στον Ειρηνικό. Πρόκειται για ένα μικρό φυσικό αριστούργημα, λατρεμένο από όλους τους Καναδούς.
Όμως για την ώρα, πέφτουμε κάτω από την κούραση και τη νύστα.
Καληνύχτα σας, λοιπόν! Ες αύριον περισσότερα, νεότερα και ωραιότερα.
Υπομονή …
Last edited by a moderator: