St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 898
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ιστορική Αναδρομή
- Καναδάς
- Στην Χώρα της Γοητευτικής Ερημιάς
- Tελευταία Σύνορα
- Quebec
- Οttawa
- Toronto - Η πόλη των διάσημων Καταρρακτών
- Ο Νιαγάρας κι'εγώ
- Βανκούβερ - Η ομορφιά του Ειρηνικού κι ενός λιμανιού
- Victoria Island - Ο θρίαμβος της Κυρίας Μπουσάρ!
- Το γραφικό Juneau
- Skagway - Όπως στην επική εποχή της χρυσοθηρίας
- Skagway προς Whitehorse
- Προς Beaver Creek
- Beaver Creek προς Fairbanks
- Fairbanks - Το θαύμα του Pipeline
- Ο Αρκτικός Κύκλος και ο Chena River
- Προς το Denali
- Το πρώτο χιόνι της Αλάσκας!
- Ancorage
- Minneapolis - Μια παράξενη Πολιτεία
- Επίλογος
Ο ΝΙΑΓΑΡΑΣ ΚΑΙ ΕΓΩ ΕΝΩΠΙΟΣ ΕΝΩΠΙΑ ….
Η γνωριμία μου μαζί του, ήταν παμπάλαιη επιθυμία μου. Ήταν οι πρώτοι καταρράκτες που άκουσα στα σχολικά μου χρόνια και από αυτούς κατάλαβα το φαινόμενο. Έτσι το έβλεπα τότε: ‘’φαινόμενο’’. Και όπως ήταν φυσικό ήθελα οπωσδήποτε να τους δω. Όταν άρχισα να ταξιδεύω, όλο και τους μελετούσα, ωστόσο μέχρι το 1995 δεν το έφερε η Τύχη και οι συγκυρίες να τους επισκεφθώ. Το πιο τρελό όμως είναι ότι μέχρι αυτή τη χρονολογία είχα δει άλλους που δεν τους είχα ποτέ ακουστά. Άγνωστοί μου π. χ. ήταν οι του Ιγκουασού – στα σύνορα Βραζιλίας Αργεντινής – και ο καταρράκτης του Αγγέλου στη Βενεζουέλα. Πιο γνωστοί μου βέβαια οι καταρράκτες της Βικτώριας στον ποταμό Ζαμβέζη στην Ζιμπάμπουε. Μυθικοί όλοι αυτοί οι τόποι – και μάλιστα στις δεκαετίες 70 και 80 – και φοβερές παραξενιές τα ίδια τα φυσικά φαινόμενα. Σημειώστε ότι ο καταρράκτης του Αγγέλου είναι ο ψηλότερος του κόσμου και ο Ιγκουασού είναι ένα σύνολο 275 καταρρακτών, που πέφτουν μέσα σ’ ένα κλειστό ελικοειδές φαράγγι! Μια τρομακτική καταβόθρα. Εκεί μέσα σε βάθος 100 μέτρων χάνονται, εξαφανίζονται από προσώπου γης εκατομμύρια τόνοι νερού … Κι’ όλα αυτά καταμεσής της Αργεντινό-Βενεζουελικής ζούγκλας! Ε, είναι στ’ αλήθεια πράγματα κομματάκι έξω από τη φαντασία και σημεία του πλανήτη πολύ μακρινά από τον δικό μας τόπο. Σχεδόν απρόσιτα. Κι όμως, η θεόμουρλη, είχα κιόλας πάει σ’ όλα τα παντελώς άγνωστά μου κι ‘’απρόσιτα’’ στις αρχές της δεκαετίας του 80! Αλλά ακόμα δεν είχα καταφέρει να φτάσω στο Νιαγάρα!. . .
‘’Μα τι σόι προγραμματισμούς έκανα τόσα χρόνια;’’ αναρωτιόμουν στη διαδρομή των 160 χλμ προς τον πολυπόθητο προορισμό μου. Η απάντηση ήταν όμως απλή:
‘’ Διότι ορκίστηκες να κάνεις πρώτα τα μεγάλα, τα δύσκολα, τα πολύ μακρινά και παράξενα ταξίδια κι ύστερα να στραφείς στα …. Λογικότερα!!! Γι αυτό’’
Κι έτσι ήταν. Η Παταγονία ήταν το τελευταίο ‘’τρελό’’ ταξίδι μου. Από κει κι ύστερα ότι άλλο θα έκανα, πίστευα ότι θα είχε την σφραγίδα του – ας πούμε – ‘’κοινού’’. Του γενικώς ‘’τετριμμένου’’. Έτσι νόμιζα ως εκείνη τη στιγμή. Διότι δεν είχα φτάσει και δεν γνώριζα ακόμα την Αλάσκα. Κι αυτή με περίμενε 4 ημέρες μετά τον Νιαγάρα! Αλλά εγώ δεν το ήξερα εκείνη τη στιγμή. Γι αυτό και θεωρούσα το Νιαγάρα το κερασάκι στη μεγάλη τούρτα των περίεργων ταξιδιών μου. Κι όμως, η Αλάσκα υπήρξε η μεγάλη έκπληξη του ταξιδιού. Διότι είναι από μοναχή της ένα ‘’φυσικό φαινόμενο’’. Είναι το παγωμένο κέφι του Δημιουργού, που φαίνεται πως όταν έφτιαξε τα δάση της βροχής στον Ισημερινό σκέφτηκε:
‘’ Να δεις που τ’ ανθρωπάκια δεν θα εκτιμήσουν την έμπνευσή μου. Θα νομίζουν πως ήταν εύκολο να φτιάξω ομορφιά μέσα στη ζέστη και την υγρασία. Ε, λοιπόν θα τους δείξω πως φτιάχνεται μεγαλείο και μέσα στο κρύο και στη παγωνιά! Και δεν εννοώ το μεγαλείο του χιονιού και του πάγου. Εννοώ αστραφτερά τοπία σε παγωμένο χώμα! Κάτω από συννεφιασμένο ορίζοντα. Σε μακριές νύχτες και μικρές ημέρες!’’
Αυτά είπεν ο Ύψιστος κι έφτιαξε την Αλάσκα. Για να γονατίζει ο επισκέπτης και να δοξάζει το Δημιουργό ψιθυρίζοντας: ‘’Όντως υπάρχεις. Δεν μπορεί! Πρέπει να υπάρχεις. Αλλιώς πώς να εξηγηθούν αυτές οι απερίγραπτες εικόνες, Θεέ μου; Πως;’’
Ωχ, πάλι ξεστράτισα ως συνήθως. Για το Νιαγάρα σας έλεγα. Για την Αλάσκα πρέπει να κάνω υπομονή – όσο κι αν αυτό το βρίσκω δύσκολο. Υπομονή λοιπόν, για μένα αλλά και για σας. Θα έρθει η ώρα…
Φτάσαμε μεσημεράκι. Η μέρα ήταν λαμπερή και ζεστή. Ότι πρέπει για το αξιοθέατο που μας περίμενε. Κι αλλοίμονο μας αν έκανε ψύχρα. Θα ξυλιάζαμε. Έχετε ποτέ επισκεφθεί καταρράκτες από κοντά; Όσα αδιάβροχα κι αν φοράτε γίνεστε μούσκεμα μέσα για μέσα! Άντε τώρα καταμουσκεμένη να σε φυσά και παγωμένο βοριαδάκι. Έχεις κάνει αυτομάτως κολλεγιά με την διπλή βρογχοπνευμονία! Ιησούς νικά κι όλα τα κακά σκορπά!. . . .
Το πρώτο μήνυμα από το πλησιάσμά μας στον καταρράκτη μας το έδωσε ο εκκωφαντικός θόρυβος!
‘’Σα να πέφτουν τα τείχη της Ιεριχούς’’ σκέφτομαι αλαφιασμένη. ‘’Σείεται ο τόπος. Σαν ένας μόνιμος σεισμός μου φαίνεται’’.
Βρισκόμαστε ήδη στη Prospect Point, στο Πάρκο της Βικτώριας. Ο δρόμος ‘’κρέμεται’’ κυριολεκτικά πάνω από τα ‘’διαβολικά’’ αναβράζοντα νερά. Απέναντί μας, ο αμερικάνικος καταρράκτης, χωρίς όνομα και χαρακτηρισμό. Και δεξιά μας – ενώ βλέπουμε τον αμερικάνικο – το θαύμα των θαυμάτων: ο καναδικός! Με προσωνύμιο ‘’The Horse-Shoe’’ το Πέταλο. Και πράγματι για πέταλο πρόκειται. Τέλειο! Πανέμορφο! Λευκογάλανο! Λευκοπράσινο! Με υποψίες θαρρείς αστραπών πότε από σμαραγδί και πότε από ζαφειρί! Απίστευτο! Νοιώθω τα πόδια μου κολλημένα στην άσφαλτο καθώς πρωτοαντικρίζω το μοναδικό θέαμα. Έχω μαρμαρώσει και χαζεύω αχόρταγα!
‘’Θεούλη μου, δεν έχω ξαναδεί τέτοια εκτυφλωτική καθαρότητα νερού! Η λευκότητά του μου πονά τα μάτια! Τι κρυστάλλινη διαύγεια είναι τούτη; Τι φωτεινότητα, τι είδους ασπρογάλιασμα! Μια μοναδική λαμπηδόνα… Πως γίνεται;’’ απορώ.
Γίνεται. Διότι τα νερά δεν μεταφέρουν κανενός είδους ίζημα. Είναι σα να ξεχύνονται κατ’ ευθείαν μέσα από τα χαλαρά δάχτυλα του Θεού, τι να πω!
Κι η μηχανή μου σαν από μόνη της και χωρίς τη δική μου συνειδητή εντολή, άρχισε το πανηγύρι της καταγραφής αυτής της μοναδικότητας στο σελιλόιντ!
‘’Εδώ θα βγάλουμε τ’ απωθημένα μας’’ λέω, συνερχόμενη στην Ελεάνα που ήδη μαγνητοσκοπεί εκστασιασμένη.
‘’Ναι! Και πότε κατάφερες εσύ να έχεις φωτογραφικά απωθημένα, μου λες; Λυσσάς πια μ’ αυτή τη μηχανή σου. Κοντεύεις να κοιμάσαι και μαζί της. Φίλη αρκετά έχεις; Εδώ θα σε δικαιολογήσω απολύτως. Πως ν’ αντισταθείς σ’ αυτή την οπτική πανδαισία; Σε πληροφορώ πως έχει στεγνώσει το στόμα μου από την κατάπληξη! Δεν χορταίνω τη μεγαλοπρεπή εικόνα. Με συντρίβει, το ξέρεις;’’
‘’ Το ξέρω και σε συμμερίζομαι απολύτως. Τι νερό ειν’ τούτο; Σαν … υγρός πάγος! Μοναχά ο πάγος είναι τόσο καθάριος. Με τύφλωσε!’’
Αριστερά μας, καθώς κοιτάμε τον καταρράκτη, βρίσκεται η γέφυρα, που συνδέει τις δύο χώρες. Την περνάς πεζή. Δεν επιτρέπονται τροχοφόρα. Και δεξιά μας απλώνεται σαν τεράστιο μεγαλειώδες πέταλο ο καναδικός Νιαγάρας! Είναι σαφώς μεγαλύτερος από τον αμερικάνικο. Όμως και οι δύο μαζί πλάι-πλάι – με μοναδικό χώρισμά τους το Goat Island της λίμνης Erie – φτιάχνουν μια συγκλονιστική εικόνα φυσικής δύναμης και κυριολεκτικά υπερφυούς ομορφιάς.
Αλλά ας γίνω κομματάκι πρακτική και ας δούμε την ταυτότητα αυτού του φυσικού υπερθεάματος.
Ο αμερικάνικος καταρράκτης είναι σχεδόν επίπεδος χωρίς εμφανή κοιλότητα. Μισός σε μέγεθος από τον καναδικό αλλά περί το ένα μέτρο ψηλότερος, έχει πλάτος 303μ. και ύψος 51μ. Ενώ ο καναδικός είναι 788μ. πλατύς και 49, 40μ. ψηλός. Και οι δύο καταρράκτες γεννιούνται από την αμερικάνικη λίμνη Erie (Ίρι την προφέρουν οι αναθεματισμένοι) που τους ‘’σπρώχνει’’ με τρομακτική δύναμη στην χαμηλότερη λίμνη Ontario (αυτή , δόξα τω Θεώ, όπως τη βλέπεις τη διαβάζεις) που βρίσκεται στον Καναδά! Βεβαίως την Erie την φτιάχνουν τα πλούσια νερά του ποταμού Νιαγάρα, απ όπου παίρνουν το όνομά τους και οι καταρράκτες.
Τώρα πώς να περιγράψω εγώ η φουκαριάρα, την όλη εικόνα όπως την έχω σπαρταριστή και ολοζώντανη μπρος στα μάτια μου από το Prospect Point; Και Prospect Point εστί λεωφόρος, σύρριζα στο φαρδύ φαράγγι των καταρρακτών, που για την ασφάλεια των … χαζευόντων και μη βλεπόντων κατά που πατούν επισκεπτών, έχει καθ’ όλο το μήκος της κάγκελα …
Εκτός από το μεγαλείο των θηριωδών καταρρακτών, βλέπω ακόμα μπροστά μου και ατελείωτες ελικοειδείς ουρές, χρώματος μπλε! Κινούνται σαν τεμπέλικο φίδι, αγνώστου μήκους! Η μπλε ‘’σκουληκαντέρα’’ ξεκινά από ένα σημείο, λίγο χαμηλότερα από το επίπεδο του δρόμου και φτάνει κινούμενη νωχελικότατα μέχρι τα τρία καραβάκια δεμένα σε μια προβλήτα. Είναι μια ουρά που μοιάζει να … χαϊδεύεται με τον ήλιο και με το πελώριο λευκό σύννεφο, που φτιάχνουν τα σταγονίδια των αντικρινών νερένιων μπερντέδων!
‘’Μη μου πείτε, πως αυτή η ελικοειδής μπλε γραμμή είναι μπλε ανθρωπάκια!’’ λέω χαζεμένη.
‘’Που προχωρούν με πάσο τους, προς επιβίβαση στα καραβάκια’’ με … παρηγορεί η Φρόσω, κομματάκι τρομοκρατημένη και αυτή. ‘’Σε λίγο θα είμαστε κι εμείς μαζί τους, να ψηνόμαστε μέσα στο μπλε πλαστικό, κάτω από τον ήλιο!’’
‘’Ήμαρτον Κύριε! Μπλε αδιάβροχα είναι αυτά; Εκατοντάδες άνθρωποι όλοι . . γαλάζιοι! Κουκουλωμένοι κατακεφαλής, όμοιοι κι αξεδιάλυτοι! Προσέξτε μη χαθούμε, κανείς δεν θα αναγνωρίσιμος παρά μόνο αν του σηκώσει κανείς τη κουκούλα! Πρέπει να ψάχνουμε τα μούτρα των τουριστών για να βρούμε τον χαμένο συνταξιδιώτη μας! Θα έλεγα να πιαστούμε από τα χέρια, αλυσίδα, για να προλάβουμε το κακό!’’ Είμαι στ’ αλήθεια τρομοκρατημένη. Έχω παρατηρήσει από ψηλά μέχρι που πάνε τα τρία καραβάκια, με το γενικό και ρομαντικά απειλητικό όνομα: Maiden Mist – Κόρη της Ομίχλης. Φτάνουν μέχρι τις μεγάλες τις πανίσχυρες δίνες, κάτω ακριβώς από την επικίνδυνη υδατόπτωση. Από μακριά τουλάχιστον έτσι μου φαίνεται εμένα. Λίγους πόντους ακόμη και το νερό θα καταποντίσει σίγουρα μια από τις Κόρες της Ομίχλης.
‘’Αναρωτιέμαι σοβαρά αν ο Καπετάνιος ξέρει κατά που πάει! Κομμάτι ριψοκίνδυνον το βρίσκω. Χώνεται αναιδέστατα κάτω από τα νερά, φέρνει προκλητικά γύρα τις δίνες! Χάνεται μέσα στο σύννεφο! Μοιάζει σα να παίζει κρυφτό με τον καταρράκτη, με τα παφλάζοντα νερά, με τον άμεσο κίνδυνο! … Δεν μ’ αρέσουν τα καμώματά του! Εγώ στο Νιαγάρα ήρθα! Δεν προτίθεμαι να κατέβω στον Άδη μέσω … Αχερουσίας κυριολεκτικώς! Κανείς δεν μερίμνησε να μου βάλει οβολόν στο στόμα για τον Πορθμέα! Γυρνώ τα μπρος πίσω!’’
‘’Κάτσε καλά! Θα πάρει και τζάμπα αδιάβροχο μπλε! Είσαι και ξανθιά! Θα σου πηγαίνει!’’ με ειρωνεύεται η Φρόσω.
‘’Όταν θα κινδυνεύουμε να καταποντιστούμε αύτανδροι και . . αυτογύναικοι (
τότε θα δω που θα πάει το χιούμορ και η . . αισθητική σας! Εγώ άλλα στερνά σκέφτομαι του λόγου μου. Να πέσω με το αεροπλάνο στις Άνδεις και να με φαν οι κόνδορες! Πουλιά περιωπής, ασυνήθιστα! Δεν θέλω να με κομματιάσει η δύναμη του νερού, έστω και του Νιαγάρα! Βρίσκω το είδος του θανάτου, θανασίμως … μπανάλ!’’
‘’Βρε, φάε τη γλώσσα σου, γρουσούζα! Τόσος κόσμος πάει μωρέ, εμείς θα πνιγούμε; Μνήσθητί μου Κύριε!’’
Έχουμε όμως φτάσει πια στα αδιάβροχα. Τα φοράμε, μπαίνουμε κι εμείς στην ουρά. Δέκα γαλάζια ανθρωπάκια ανάμεσα σε εκατοντάδες! Κι αρχίζουμε τα ζιγκ-ζιγκ τα ατελείωτα, που μονάχα στην Αμερική έχω δει. Είναι ένας θαυμάσιος τρόπος να βολεύεις πολλούς ανθρώπους σε μικρό χώρο.
‘’Καλά που πάμε τόσο αργά’’ γκρινιάζω καθώς ιδρωκοπάω μέσα στο πλαστικό, κάτω από τον ήλιο και την υγρασία. Νοιώθω σαν . . υβρίδιο! Αν πηγαίναμε γρηγορότερα θα πάθαινα ναυτία με τόσες στροφές …’’ Θέλω να πετάξω το πλαστικό από πάνω μου και να φύγω τρέχοντας διότι καίγομαι. Δεν προλαβαίνω, με σκουντούν.
‘’Προχώρα, μας σπρώχνουν οι πισινοί μας’’
‘’Δεν μπορώ. Ζεσταίνομαι, θα σκάσω’’
‘’Όλοι μας, προχώρα!’’
Κι η σκουληκαντέρα προχωρεί και συστρέφεται κι όλο κατηφορίζει. Κι ωθεί προς τα εμπρός. Και …
‘’Αμάν, φτάσαμε! Η Maiden Mist. Ανεβείτε και μη χαθούμε, μπλε κι εμείς μέσα στους μπλε!’’
Άδικη προτροπή. Όλοι προσπαθούμε σαν τρελοί να αγγίξουμε παραπέτο. Να βλέπουμε. Να φωτογραφίζουμε. Να κρατιόμαστε όταν … φουντάρουμε!
Και ξεκινάμε …
Η ‘’Κόρη’’ μας κλυδωνίζεται άγρια, καθώς βουτάει μέσα στα νερά που βράζουν σαν να πλέουμε στα νερά της Κόλασης. Γινόμαστε μούσκεμα, εν ριπή οφθαλμού. Αδύνατον να ξεκουκουλώσω την μηχανή μου που την κρύβω καλά κάτω από το αδιάβροχο. ‘’Θα την καταστρέψω’’ αποφαίνομαι . Και την αφήνω στην ησυχία της. Καλύτερα να χορτάσουν τα μάτια μου τη μαγεία του αφηνιασμένου νερού κι ας ξεχάσω τον φακό.
Περνάμε σύρριζα στον αμερικάνικο καταρράκτη. Ο θόρυβος είναι τρομακτικός, συνεννοούμαστε με τα χείλια, με σινιάλα, σαν τους κωφάλαλους. Νοιώθουμε το νερό να σουρώνει στα πιο απίθανα σημεία του σώματος, όπου δεν έχει καμιά δουλειά εκεί!
‘’Αδύνατον’’ χειλε-ομιλώ με την Ελεάνα. ‘’Δεν μπορεί να βρέχομαι τόσο πολύ. Τότε τι μας έχωσαν μέσα σε τούτες τις σακούλες του σούπερ μάρκετ;’’
‘’Ναι’’ μου γνέφει εκείνη, σκασμένη στα γέλια. Το ίδιο χάλι έχει κι αυτή!
Το καραβάκι πάει ίσια στον μεγάλο καταρράκτη του Καναδά.
‘’Θεέ μου, βοήθα’’ μουρμουρίζω περιδεής. Τι γίνεται εδώ;’’
Εκεί γινόταν τα ύστερα του Κόσμου! Δεύτερη Κρίση! Στ’ αυτιά μας βροντούσαν οι σάλπιγγες επί των τειχών της Ιεριχούς! Ένα περίεργο είδος Εγκέλαδου, που εγκαταλείποντας τα έγκατα της γης, ταράζει και παιδεύει στον αέρα όγκους νερού!. . . . .
Και ξαφνικά νοιώθεις να γίνεσαι ένα Τίποτα. Ένα μόριο σκόνης. Μέσα σε μια τέτοια κοσμογονία, έχεις εκμηδενισθεί! Αλήθεια σας λέω. Τα μεγέθη και η δυναμική τους αισθάνεσαι να σε … φυγοκεντρίζουν κυριολεκτικώς! Είναι σαν κάποιες δυνάμεις να σ’ έχουν πετάξει μέσα σ’ ένα mixer και να σε περιδινίζουν δίχως λύπηση! Μονάχα μ’ ένα σταγονίδιο από τα δισεκατομμύρια που αιωρούνται μέσα στο φαράγγι, μπορείς να συγκριθείς. Σαν κι αυτό, είσαι κι εσύ, στο έλεος μυστηριωδών, απειλητικών δυνάμεων, που δυναστεύουν αυτό τον χώρο…
Έχω γίνει όλη μάτια κι αυτιά. Και μ’ αυτές τις δύο πανίσχυρες αισθήσεις, προσπαθώ να βιώσω αυτή τη μοναδική εμπειρία. Την μεταγγίζω ευλαβικά, σαν ανάμνηση ζωής ως μέσα και στο τελευταίο κύτταρό μου! Να μένει εκεί για να μου θυμίζει το μεγαλείο της Δημιουργίας! Κι ότι ένα κομμάτι της είμαι κι εγώ … Αφήνομαι λοιπόν να με παρασύρουν το θέαμα και το συναίσθημα χωρίς αντιστάσεις, χωρίς πανικό και φόβο, αλλά με ταπεινή αποδοχή της μηδαμινότητάς μου, έναντι αυτής της υπερφυσικής επιδείξεως ισχύος, που διάλεξε να κάνει εδώ η αδάμαστη Φύση! Για να μας απειλήσει; Να μας υπενθυμίσει; Να μας εντυπωσιάσει; Να παίξει μαζί μας; Να μας προειδοποιήσει ίσως; Άγνωστες οι βουλές της …
Το καραβάκι μας παραδέρνει στις μικρές, ακόμα, δίνες ενώ ακάθεκτο οδεύει ίσια πάνω στις μεγάλες κάτω ακριβώς από το φονικό παραπέτασμα νερού, που κάνει τα πάντα λιώμα! Αλοιφή!
‘’Όχι όμως κι εμάς, Παναγίτσα μου’’ σταυροκοπιέμαι κρυφά. Διότι ο καπετάνιος δεν φαίνεται να προτίθεται να κόψει ταχύτητα. Ούτε να πισωγυρίσει. Προχωρεί άνετος και αεράτος, ίσια, μέσα στο καζάνι που βράζει μανιασμένο. Σα να θέλει να μας … αυτοκτονήσει – μια και θα πάει κι αυτός μαζί μας. ‘’Καλέ, μια στάση! Να χαρείτε το Νιαγάρα μας! Αμάν να κατεβώ, κύριε Καπετάνιε!’’ λένε τα άηχα χείλια μου στις φιλενάδες μου. Κι εκείνες, οι κακούργες, μου δείχνουν να πηδήξω απ’ το παραπέτο, γυρίζοντας συγχρόνως τον αντίχειρα προς τα κάτω.
‘’Άει, να χαθείτε άσχετες! Όμως έννοια σας, μαζί θα πάμε a fundo!’’ σκέφτομαι χαιρέκακα.
Φτάνουμε κυριολεκτικώς, στο μη περαιτέρω. Δεν καταφέρνουμε πια να κρατήσουμε τα μάτια μας ανοιχτά! Το νερό μας δέρνει με δύναμη και δίχως έλεος. Σουρώνει πάνω μας και τρυπώνει παντού. Τα μάγουλά μας καίνε από τις, σαν καμουτσικιές, ριπές του νερού που πέφτουν βίαια στα πρόσωπά μας … Μαζί με τη σχετική τύφλωση έχουμε και σχεδόν κουφαθεί! … Κι όλο προχωρούμε προς το … μοιραίον! Έχω την αίσθηση πως αν απλώσω το χέρι θα αγγίξω τον καταρράκτη, που χτυπιέται και σφαδάζει μπρος στα μάτια μου σαν ετοιμοθάνατος Τιτάνας.
‘’Άντε σχωράτε με και σχωρεμένοι να ‘στε’’ ψιθυρίζω τυφλή και μουγκή!!! Και ετοιμάζομαι περιδεής να μεταστώ εις τον επέκεινα κόσμον! Περίεργο. Δεν αισθάνομαι τίποτα. Προφανώς ‘’Γυναικών πολυταξιδεμένων, πάσα γή τάφος’’!
Δεν σας κρύβω πως η σκέψη αν και μακάβρια αν και όχι … Άνδεις, αρχίζει να μου αρέσει. Σκέφτομαι τους τίτλους των εφημερίδων σ’ όλη την Υφήλιο: ‘’Χάθηκαν στ’ αναβράζοντα νερά του Νιαγάρα’’. Ε, δεν είναι καθημερινός θάνατος αυτός, να σας χαρώ! Έχει, όσο να πεις, ένα δραματικό στοιχείο! Έχει μια μοναδικότητα! Μια πρωτοτυπία! Ένα κατιτίς, τέλος πάντων, καθόλου κοινό και χυδαίο! …
‘’Δόξα σοι, Κύριε! Επιστρέφουμε!’’ ακούω μια φωνή μέσα στο αυτί μου. Είναι η Φρόσω ανακουφισμένη.
Ο καπετάνιος μας, ευτυχώς, δεν είχε λωλαθεί! Τώρα που ξέρω ότι δεν κινδυνεύω, σχεδόν λυπάμαι που … γλύτωσα! Όμως κακά τα ψέματα. Ένα τέτοιο τρομακτικό θέαμα από τόσο κοντά ήταν, εντίμως σας το λέω, κυριολεκτικώς Α Β Α Σ Τ Α Χ Τ Ο! …. Όπως σίγουρα καταλάβατε διόλου δεν με τρόμαξε ο καπετάνιος και οι προθέσεις του. Χιούμορ έκανα. Ωστόσο με συγκλόνισε – με συνέτριψε θα έπρεπε να πω – αυτό το μεγαλειώδες που έβλεπα σε απόσταση μιας ανάσας. ΔΕΝ ΤΟ ΑΝΤΕΧΑ – ΜΕ ΓΟΝΑΤΙΣΕ. Από μακριά ήταν αλλιώς. Ήταν ανεκτό. Το χαιρόμουν. Το καμάρωνα. Όμως από τόσο κοντά …
Ξεμπαρκάρουμε και με μια αναπνοή χυνόμαστε στο δρόμο για την καρδιά του καταρράκτη, κάτω από το Table Rock. Θα κατεβούμε μέσα σε μια σήραγγα για να περάσουμε πίσω από την πτώση των νερών, στο κενό που μένει ανάμεσα στην υδατόπτωση και τον βράχο!!! Το φαντάζεστε;
Κατεβαίνουμε με ασανσέρ. Περπατάμε σ’ ένα μακρύ ηλεκτροφωτισμένο τούνελ που δεν ‘’κρατά’’ την τρομακτική βροντή των νερών από πάνω μας. Κάθετοι διάδρομοι βγάζουν σε διάφορα σημεία κάτω και πίσω από τους καταρράκτες. Διαλέγουμε ένα ξέφωτο και βγαίνουμε. Γύρω-τριγύρω ο καταρράκτης αφρίζει, λυσσά και χτυπιέται. Και μας απομουσκεύει. Στάζουμε από την κεφαλή μας. Μωρέ τι τα θέλαμε τα αδιάβροχα; Ούτε κι εδώ στον εξώστη δε μπορώ να φωτογραφίσω. Απορώ με την Ελεάνα, που έχει κάνει την βιντεοκάμερα … αμφίβιο!!! Δόξα σοι! Θα έχουμε έτσι κάποιες εικόνες από τούτο το θαύμα!
Τολμώ να δω το ρολόι. Η ώρα τρέχει. Αλαφιάζομαι. Σκουντώ τις φιλενάδες μου και προσπαθώ να τις σπρώξω προς την έξοδο.
‘’Άντε, πάμε. Σε λίγο θα σταματήσουν να πετούν τα ελικόπτερα. ’’
Ξανά τροχάδην. Στο ελικοδρόμιο! Ορμάμε στο πρώτο αεροσκάφος που περιμένει και απογειωνόμαστε αμέσως. Και σε λίγο έχουμε μπροστά μας τελείως διαφορετικές εικόνες. Από ψηλά βλέπουμε πλέον όλα όσα πριν ήταν αόρατα. ‘’Breath taking view’’ μας πληροφορεί ο σοφός οδηγός μου. Κι έχει δίκιο. Η θέα σου κόβει πράγματι την ανάσα. Κι όταν κάποια στιγμή το ελικόπτερο στρίβει κι έχουμε τον ήλιο σε μια ορισμένη θέση, η τεράστια αναβράζουσα χαράδρα γεμίζει πελώρια ουράνια τόξα!! Χωρίς να χάνεται το ένα φυτρώνει από μέσα του ένα δεύτερο κι ύστερα ένα τρίτο και για μερικά δευτερόλεπτα, ώσπου το σκάφος ν’ αλλάξει γωνία, το φαράγγι γεμίζει ίριδες! Σαν ανθισμένος κήπος! Είναι σχεδόν απίστευτο!
Τελικώς οι καναδοί έκαναν θαυμάσια δουλειά προκειμένου να εκμεταλλευτούν τούτο το μοναδικό αξιοθέατο! Εκτός από τη γέφυρα, εκτός από τα τρία πλοιάρια, εκτός από τα ελικόπτερα έφτιαξαν κι ένα εναέριο βαγονέτο, που ενώνει τις δύο άκρες της χαράδρας. Αλλά και για όσους σιχαίνονται, γενικώς τις εναέριες μετακινήσεις, υπάρχουν οι δύο πύργοι: ο Skylon και ο Minolta. Τρώγοντας λοιπόν στα πολυτελή εστιατόριά τους μπορούν να θαυμάζουν από ψηλά και για όσες ώρες θέλουν, χωρίς να ταλαιπωρηθούν, το φυσικό αυτό θαύμα!. .
Η θέα από το ελικόπτερο είναι μοναδική. Με το ‘’Μάτι του πουλιού’’ το Bird Eye View, που λένε οι Άγγλοι, έχεις το προνόμιο να καμαρώνεις τις δυό μεγάλες λίμνες καθώς και τα νερά του ποταμού. ‘’Πλουτίζουν’’ την ψηλότερη από τις δύο την Ίρι τροφοδοτώντας αδιάκοπα τους κάτασπρους, χιονάτους καταρράκτες, που καταλήγουν στην άλλη μεγάλη λίμνη την Οντάριο …
Τελικά, νομίζω ότι, το πραγματικά ξεχωριστό που έχουν αυτοί οι συγκεκριμένοι καταρράκτες είναι το άσπιλο παρθενικό λευκό των νερών τους. Είναι τόσο άσπροι, που παίρνει άνετα τα χρώματα του πάγου – εκείνες τις ψυχρές, γαλαζοπράσινες ανταύγειες … Τα νερά του Ιγκουασού είναι, γενικώς, ροζ. Της Βικτώριας, υποκίτρινα. Του Νιαγάρα όμως είναι σαν απάτητο υδαρές χιόνι!!! Εκτυφλωτικά!
‘’Δεν αισθάνεσαι ικανοποίηση, τώρα που έκλεισες τον κύκλο μιας σειράς ταξιδιωτικών επιθυμιών σου;’’ ρωτώ την Ελεάνα καθώς αποβιβαζόμαστε.
‘’Τι εννοείς;’’ Αιφνιδιάζεται εκείνη.
‘’Τρεις μεγάλους καταρράκτες έχει ο κόσμος κι εμείς μόλις είδαμε τον τελευταίο. Είδαμε επίσης και πλεύσαμε τους μεγάλους αλλά και ιστορικούς ποταμούς της γης: τον Αμαζόνιο, τον Νείλο, τον Ορινόκο, τον Ζαμπέζι, τον Κίτρινο Ποταμό, τον Γιανγκ-τσε, τον Μισισιπή… Επισκεφθήκαμε την ψηλότερη αλλά και την χαμηλότερη λίμνη της Υδρογείου: την Τιτικάκα στη Βολιβία και τη Νεκρά Θάλασσα στην Ιορδανία. Βρεθήκαμε στους δυό πόλους της γης: στην Αλάσκα και στη Παταγονία. Σαβάνες, τούνδρες, στέπες και διάσημες ερήμους είδαμε – πλην της Καλαχάρι! Αυτή μας την χρωστά ακόμη η Τύχη.
Ταξιδέψαμε στους 5 ωκεανούς. Επισκεφθήκαμε από δυό και τρεις φορές τις 5 από τις 6 ηπείρους. Την Ανταρκτική έχουμε να την … λαμβάνουμε μαζί με την Καλαχάρι. Ζήσαμε και χαρήκαμε το θαύμα και το φυσικό μυστήριο των ατολλών! Γνωρίσαμε και θαυμάσαμε υποβρυχίως τον Μεγάλο Κοραλλιογενή Ύφαλο της Αυστραλίας, τον πασίγνωστο Great Barrier Rief με τα πολύχρωμα κοράλλια. ‘’Χάσαμε’’ μια μέρα από τη ζωή μας πετώντας πάνω από τον Διεθνή Μεσημβρινό της Ημέρας, στον Γύρο του Κόσμου! Ποιος μας είπε να πετάμε όλο δυτικά κι όχι ανατολικά, σαν το έξυπνο ήρωα του λατρεμένου μου Ιουλίου Βερν; Εκείνος κέρδισε τη μέρα που έχασα εγώ!. .
Περπατήσαμε στα δάση της βροχής στη Βενεζουέλα, στη Βραζιλία στην Αφρική! Φωτογραφίσαμε από απόσταση αναπνοής τον Πέριτο Μορένο, τον μεγαλύτερο παγετώνα του κόσμου ‘’γεννημένο’’ μέσα στη λίμνη Αρτζεντίνο κι όχι στη κορφή κάποιου βουνού. Ταξιδέψαμε μέσα στον μεγαλύτερο σβησμένο κρατήρα του Ν’γκορο-Ν’γκορο, που είναι ο μεγαλύτερος βιότοπος στον κόσμο, από τον οποίο δεν μεταναστεύουν τα ζώα. Είναι κάτι το πρωτόγνωρο.
Και τέλος είδαμε τα διασημότερα αρχαιολογικά μνημεία του κόσμου, από το Ικάλ και την Τσιτσέν –Ίτζα στη Γουατεμάλα και το Μεξικό μέχρι το Μπορομπουντούρ στην Ιάβα, την Ποτάλα στο Θιβέτ, τις Πυραμίδες στην Αίγυπτο, την Πέτρα στην Ιορδανία, την Παλμύρα στη Συρία, Το Νίκκο στην Ιαπωνία, την Απαγορευμένη Πόλη στο Πεκίνο. Και δεν πρέπει να ξεχάσω φυσικά τα Ιμαλάια και τον Βραχμαπούτρα που τον θυμόμουν από το σχολείο – αν είναι δυνατόν χριστιανοί!
Δεν σου φαίνεται λοιπόν φιλενάδα, πως σήμερα σχεδόν κλείνουμε ένα τεράστιο κύκλο που τον γράφουμε συνεχώς επί τριάντα τόσα χρόνια, ταξιδεύοντας;’’
Με κοιτά έκπληκτη. Προσπαθεί να συνειδητοποιήσει την αξία της πληροφορίας. Προφανώς ποτέ δεν τα είχε σκεφτεί όλα αυτά.
‘’Πω, πω απολογισμός!’’ θαυμάζει ειλικρινώς εντυπωσιασμένη. ‘’ Αλήθεια τα κάναμε εμείς όλα αυτά; Συγκλονιστικό! Ωστόσο, μην τολμήσεις να πεις – κατά την προσφιλή σου πραγματιστική τακτική: ‘Νυν απολύοις τας δούλας σου Δέσποτα’ διότι: πρώτον δούλα δεν είμαι και δεύτερον αρνούμαι διαρρήδην να απολεσθώ … ταξιδιωτιώς εννοώ. Όχι ακόμα τουλάχιστον. Μόνη σου μνημόνευσες την Καλαχάρι και την Ανταρκτική! Σύνελθε!’’
‘’Μα ούτε κι εγώ θέλω να τα τινάξω ταξιδιωτικώς’’ διαμαρτύρομαι. ‘’Μπορεί να εξεπλήρωσα κάποιους σκοπούς, να πέτυχα κάποιους στόχους, να έφτασα ως κάποιους επιθυμητούς προορισμούς αλλά η χαρά του ταξιδιού θα με κυνηγά πάντα. Διότι για μας φιλενάδα το ταξίδι δεν είναι φυγή. Δεν είναι ματαιοδοξία. Δεν είναι επίδειξη. Είναι τρόπος ζωής!!! Μας κρατά σε εγρήγορση με την προετοιμασία, την πραγματοποίησή του και τις αναμνήσεις του που μας γεμίζουν ικανοποίηση ψυχική, ευτυχία και γνώσεις…. Τέτοιες στιγμές λέω: Χαλάλι οι οικονομικές θυσίες ενός ολόκληρου χρόνου, στις οποίες εκουσίως υποβάλλομαι! Αυτό που ζω 25 ημέρες αξίζει για τις υπόλοιπες 340! Όπως κι αν τις περνώ αυτές’’
Ουφ, τα λέω και ξαλαφρώνω! Και είναι αλήθεια. Λίγα μυστικά έχει πια ο κόσμος για μας! Να πω: Τι κρίμα; Δεν θα το πω. Διότι ο κόσμος είναι πολύ μεγάλος κι όλο κάτι θα βρω που θα με ενδιαφέρει! Κάτι που θα το ονειρεύομαι και θα πασχίζω να το γνωρίσω. Δεν έχει καμία σημασία αν το καταφέρω. Το σημαντικό είναι ότι θα το ονειρεύομαι…. . Ευτυχώς…….
Η γνωριμία μου μαζί του, ήταν παμπάλαιη επιθυμία μου. Ήταν οι πρώτοι καταρράκτες που άκουσα στα σχολικά μου χρόνια και από αυτούς κατάλαβα το φαινόμενο. Έτσι το έβλεπα τότε: ‘’φαινόμενο’’. Και όπως ήταν φυσικό ήθελα οπωσδήποτε να τους δω. Όταν άρχισα να ταξιδεύω, όλο και τους μελετούσα, ωστόσο μέχρι το 1995 δεν το έφερε η Τύχη και οι συγκυρίες να τους επισκεφθώ. Το πιο τρελό όμως είναι ότι μέχρι αυτή τη χρονολογία είχα δει άλλους που δεν τους είχα ποτέ ακουστά. Άγνωστοί μου π. χ. ήταν οι του Ιγκουασού – στα σύνορα Βραζιλίας Αργεντινής – και ο καταρράκτης του Αγγέλου στη Βενεζουέλα. Πιο γνωστοί μου βέβαια οι καταρράκτες της Βικτώριας στον ποταμό Ζαμβέζη στην Ζιμπάμπουε. Μυθικοί όλοι αυτοί οι τόποι – και μάλιστα στις δεκαετίες 70 και 80 – και φοβερές παραξενιές τα ίδια τα φυσικά φαινόμενα. Σημειώστε ότι ο καταρράκτης του Αγγέλου είναι ο ψηλότερος του κόσμου και ο Ιγκουασού είναι ένα σύνολο 275 καταρρακτών, που πέφτουν μέσα σ’ ένα κλειστό ελικοειδές φαράγγι! Μια τρομακτική καταβόθρα. Εκεί μέσα σε βάθος 100 μέτρων χάνονται, εξαφανίζονται από προσώπου γης εκατομμύρια τόνοι νερού … Κι’ όλα αυτά καταμεσής της Αργεντινό-Βενεζουελικής ζούγκλας! Ε, είναι στ’ αλήθεια πράγματα κομματάκι έξω από τη φαντασία και σημεία του πλανήτη πολύ μακρινά από τον δικό μας τόπο. Σχεδόν απρόσιτα. Κι όμως, η θεόμουρλη, είχα κιόλας πάει σ’ όλα τα παντελώς άγνωστά μου κι ‘’απρόσιτα’’ στις αρχές της δεκαετίας του 80! Αλλά ακόμα δεν είχα καταφέρει να φτάσω στο Νιαγάρα!. . .
‘’Μα τι σόι προγραμματισμούς έκανα τόσα χρόνια;’’ αναρωτιόμουν στη διαδρομή των 160 χλμ προς τον πολυπόθητο προορισμό μου. Η απάντηση ήταν όμως απλή:
‘’ Διότι ορκίστηκες να κάνεις πρώτα τα μεγάλα, τα δύσκολα, τα πολύ μακρινά και παράξενα ταξίδια κι ύστερα να στραφείς στα …. Λογικότερα!!! Γι αυτό’’
Κι έτσι ήταν. Η Παταγονία ήταν το τελευταίο ‘’τρελό’’ ταξίδι μου. Από κει κι ύστερα ότι άλλο θα έκανα, πίστευα ότι θα είχε την σφραγίδα του – ας πούμε – ‘’κοινού’’. Του γενικώς ‘’τετριμμένου’’. Έτσι νόμιζα ως εκείνη τη στιγμή. Διότι δεν είχα φτάσει και δεν γνώριζα ακόμα την Αλάσκα. Κι αυτή με περίμενε 4 ημέρες μετά τον Νιαγάρα! Αλλά εγώ δεν το ήξερα εκείνη τη στιγμή. Γι αυτό και θεωρούσα το Νιαγάρα το κερασάκι στη μεγάλη τούρτα των περίεργων ταξιδιών μου. Κι όμως, η Αλάσκα υπήρξε η μεγάλη έκπληξη του ταξιδιού. Διότι είναι από μοναχή της ένα ‘’φυσικό φαινόμενο’’. Είναι το παγωμένο κέφι του Δημιουργού, που φαίνεται πως όταν έφτιαξε τα δάση της βροχής στον Ισημερινό σκέφτηκε:
‘’ Να δεις που τ’ ανθρωπάκια δεν θα εκτιμήσουν την έμπνευσή μου. Θα νομίζουν πως ήταν εύκολο να φτιάξω ομορφιά μέσα στη ζέστη και την υγρασία. Ε, λοιπόν θα τους δείξω πως φτιάχνεται μεγαλείο και μέσα στο κρύο και στη παγωνιά! Και δεν εννοώ το μεγαλείο του χιονιού και του πάγου. Εννοώ αστραφτερά τοπία σε παγωμένο χώμα! Κάτω από συννεφιασμένο ορίζοντα. Σε μακριές νύχτες και μικρές ημέρες!’’
Αυτά είπεν ο Ύψιστος κι έφτιαξε την Αλάσκα. Για να γονατίζει ο επισκέπτης και να δοξάζει το Δημιουργό ψιθυρίζοντας: ‘’Όντως υπάρχεις. Δεν μπορεί! Πρέπει να υπάρχεις. Αλλιώς πώς να εξηγηθούν αυτές οι απερίγραπτες εικόνες, Θεέ μου; Πως;’’
Ωχ, πάλι ξεστράτισα ως συνήθως. Για το Νιαγάρα σας έλεγα. Για την Αλάσκα πρέπει να κάνω υπομονή – όσο κι αν αυτό το βρίσκω δύσκολο. Υπομονή λοιπόν, για μένα αλλά και για σας. Θα έρθει η ώρα…
Φτάσαμε μεσημεράκι. Η μέρα ήταν λαμπερή και ζεστή. Ότι πρέπει για το αξιοθέατο που μας περίμενε. Κι αλλοίμονο μας αν έκανε ψύχρα. Θα ξυλιάζαμε. Έχετε ποτέ επισκεφθεί καταρράκτες από κοντά; Όσα αδιάβροχα κι αν φοράτε γίνεστε μούσκεμα μέσα για μέσα! Άντε τώρα καταμουσκεμένη να σε φυσά και παγωμένο βοριαδάκι. Έχεις κάνει αυτομάτως κολλεγιά με την διπλή βρογχοπνευμονία! Ιησούς νικά κι όλα τα κακά σκορπά!. . . .
Το πρώτο μήνυμα από το πλησιάσμά μας στον καταρράκτη μας το έδωσε ο εκκωφαντικός θόρυβος!
‘’Σα να πέφτουν τα τείχη της Ιεριχούς’’ σκέφτομαι αλαφιασμένη. ‘’Σείεται ο τόπος. Σαν ένας μόνιμος σεισμός μου φαίνεται’’.
Βρισκόμαστε ήδη στη Prospect Point, στο Πάρκο της Βικτώριας. Ο δρόμος ‘’κρέμεται’’ κυριολεκτικά πάνω από τα ‘’διαβολικά’’ αναβράζοντα νερά. Απέναντί μας, ο αμερικάνικος καταρράκτης, χωρίς όνομα και χαρακτηρισμό. Και δεξιά μας – ενώ βλέπουμε τον αμερικάνικο – το θαύμα των θαυμάτων: ο καναδικός! Με προσωνύμιο ‘’The Horse-Shoe’’ το Πέταλο. Και πράγματι για πέταλο πρόκειται. Τέλειο! Πανέμορφο! Λευκογάλανο! Λευκοπράσινο! Με υποψίες θαρρείς αστραπών πότε από σμαραγδί και πότε από ζαφειρί! Απίστευτο! Νοιώθω τα πόδια μου κολλημένα στην άσφαλτο καθώς πρωτοαντικρίζω το μοναδικό θέαμα. Έχω μαρμαρώσει και χαζεύω αχόρταγα!
‘’Θεούλη μου, δεν έχω ξαναδεί τέτοια εκτυφλωτική καθαρότητα νερού! Η λευκότητά του μου πονά τα μάτια! Τι κρυστάλλινη διαύγεια είναι τούτη; Τι φωτεινότητα, τι είδους ασπρογάλιασμα! Μια μοναδική λαμπηδόνα… Πως γίνεται;’’ απορώ.
Γίνεται. Διότι τα νερά δεν μεταφέρουν κανενός είδους ίζημα. Είναι σα να ξεχύνονται κατ’ ευθείαν μέσα από τα χαλαρά δάχτυλα του Θεού, τι να πω!
Κι η μηχανή μου σαν από μόνη της και χωρίς τη δική μου συνειδητή εντολή, άρχισε το πανηγύρι της καταγραφής αυτής της μοναδικότητας στο σελιλόιντ!
‘’Εδώ θα βγάλουμε τ’ απωθημένα μας’’ λέω, συνερχόμενη στην Ελεάνα που ήδη μαγνητοσκοπεί εκστασιασμένη.
‘’Ναι! Και πότε κατάφερες εσύ να έχεις φωτογραφικά απωθημένα, μου λες; Λυσσάς πια μ’ αυτή τη μηχανή σου. Κοντεύεις να κοιμάσαι και μαζί της. Φίλη αρκετά έχεις; Εδώ θα σε δικαιολογήσω απολύτως. Πως ν’ αντισταθείς σ’ αυτή την οπτική πανδαισία; Σε πληροφορώ πως έχει στεγνώσει το στόμα μου από την κατάπληξη! Δεν χορταίνω τη μεγαλοπρεπή εικόνα. Με συντρίβει, το ξέρεις;’’
‘’ Το ξέρω και σε συμμερίζομαι απολύτως. Τι νερό ειν’ τούτο; Σαν … υγρός πάγος! Μοναχά ο πάγος είναι τόσο καθάριος. Με τύφλωσε!’’
Αριστερά μας, καθώς κοιτάμε τον καταρράκτη, βρίσκεται η γέφυρα, που συνδέει τις δύο χώρες. Την περνάς πεζή. Δεν επιτρέπονται τροχοφόρα. Και δεξιά μας απλώνεται σαν τεράστιο μεγαλειώδες πέταλο ο καναδικός Νιαγάρας! Είναι σαφώς μεγαλύτερος από τον αμερικάνικο. Όμως και οι δύο μαζί πλάι-πλάι – με μοναδικό χώρισμά τους το Goat Island της λίμνης Erie – φτιάχνουν μια συγκλονιστική εικόνα φυσικής δύναμης και κυριολεκτικά υπερφυούς ομορφιάς.
Αλλά ας γίνω κομματάκι πρακτική και ας δούμε την ταυτότητα αυτού του φυσικού υπερθεάματος.
Ο αμερικάνικος καταρράκτης είναι σχεδόν επίπεδος χωρίς εμφανή κοιλότητα. Μισός σε μέγεθος από τον καναδικό αλλά περί το ένα μέτρο ψηλότερος, έχει πλάτος 303μ. και ύψος 51μ. Ενώ ο καναδικός είναι 788μ. πλατύς και 49, 40μ. ψηλός. Και οι δύο καταρράκτες γεννιούνται από την αμερικάνικη λίμνη Erie (Ίρι την προφέρουν οι αναθεματισμένοι) που τους ‘’σπρώχνει’’ με τρομακτική δύναμη στην χαμηλότερη λίμνη Ontario (αυτή , δόξα τω Θεώ, όπως τη βλέπεις τη διαβάζεις) που βρίσκεται στον Καναδά! Βεβαίως την Erie την φτιάχνουν τα πλούσια νερά του ποταμού Νιαγάρα, απ όπου παίρνουν το όνομά τους και οι καταρράκτες.
Τώρα πώς να περιγράψω εγώ η φουκαριάρα, την όλη εικόνα όπως την έχω σπαρταριστή και ολοζώντανη μπρος στα μάτια μου από το Prospect Point; Και Prospect Point εστί λεωφόρος, σύρριζα στο φαρδύ φαράγγι των καταρρακτών, που για την ασφάλεια των … χαζευόντων και μη βλεπόντων κατά που πατούν επισκεπτών, έχει καθ’ όλο το μήκος της κάγκελα …
Εκτός από το μεγαλείο των θηριωδών καταρρακτών, βλέπω ακόμα μπροστά μου και ατελείωτες ελικοειδείς ουρές, χρώματος μπλε! Κινούνται σαν τεμπέλικο φίδι, αγνώστου μήκους! Η μπλε ‘’σκουληκαντέρα’’ ξεκινά από ένα σημείο, λίγο χαμηλότερα από το επίπεδο του δρόμου και φτάνει κινούμενη νωχελικότατα μέχρι τα τρία καραβάκια δεμένα σε μια προβλήτα. Είναι μια ουρά που μοιάζει να … χαϊδεύεται με τον ήλιο και με το πελώριο λευκό σύννεφο, που φτιάχνουν τα σταγονίδια των αντικρινών νερένιων μπερντέδων!
‘’Μη μου πείτε, πως αυτή η ελικοειδής μπλε γραμμή είναι μπλε ανθρωπάκια!’’ λέω χαζεμένη.
‘’Που προχωρούν με πάσο τους, προς επιβίβαση στα καραβάκια’’ με … παρηγορεί η Φρόσω, κομματάκι τρομοκρατημένη και αυτή. ‘’Σε λίγο θα είμαστε κι εμείς μαζί τους, να ψηνόμαστε μέσα στο μπλε πλαστικό, κάτω από τον ήλιο!’’
‘’Ήμαρτον Κύριε! Μπλε αδιάβροχα είναι αυτά; Εκατοντάδες άνθρωποι όλοι . . γαλάζιοι! Κουκουλωμένοι κατακεφαλής, όμοιοι κι αξεδιάλυτοι! Προσέξτε μη χαθούμε, κανείς δεν θα αναγνωρίσιμος παρά μόνο αν του σηκώσει κανείς τη κουκούλα! Πρέπει να ψάχνουμε τα μούτρα των τουριστών για να βρούμε τον χαμένο συνταξιδιώτη μας! Θα έλεγα να πιαστούμε από τα χέρια, αλυσίδα, για να προλάβουμε το κακό!’’ Είμαι στ’ αλήθεια τρομοκρατημένη. Έχω παρατηρήσει από ψηλά μέχρι που πάνε τα τρία καραβάκια, με το γενικό και ρομαντικά απειλητικό όνομα: Maiden Mist – Κόρη της Ομίχλης. Φτάνουν μέχρι τις μεγάλες τις πανίσχυρες δίνες, κάτω ακριβώς από την επικίνδυνη υδατόπτωση. Από μακριά τουλάχιστον έτσι μου φαίνεται εμένα. Λίγους πόντους ακόμη και το νερό θα καταποντίσει σίγουρα μια από τις Κόρες της Ομίχλης.
‘’Αναρωτιέμαι σοβαρά αν ο Καπετάνιος ξέρει κατά που πάει! Κομμάτι ριψοκίνδυνον το βρίσκω. Χώνεται αναιδέστατα κάτω από τα νερά, φέρνει προκλητικά γύρα τις δίνες! Χάνεται μέσα στο σύννεφο! Μοιάζει σα να παίζει κρυφτό με τον καταρράκτη, με τα παφλάζοντα νερά, με τον άμεσο κίνδυνο! … Δεν μ’ αρέσουν τα καμώματά του! Εγώ στο Νιαγάρα ήρθα! Δεν προτίθεμαι να κατέβω στον Άδη μέσω … Αχερουσίας κυριολεκτικώς! Κανείς δεν μερίμνησε να μου βάλει οβολόν στο στόμα για τον Πορθμέα! Γυρνώ τα μπρος πίσω!’’
‘’Κάτσε καλά! Θα πάρει και τζάμπα αδιάβροχο μπλε! Είσαι και ξανθιά! Θα σου πηγαίνει!’’ με ειρωνεύεται η Φρόσω.
‘’Όταν θα κινδυνεύουμε να καταποντιστούμε αύτανδροι και . . αυτογύναικοι (
‘’Βρε, φάε τη γλώσσα σου, γρουσούζα! Τόσος κόσμος πάει μωρέ, εμείς θα πνιγούμε; Μνήσθητί μου Κύριε!’’
Έχουμε όμως φτάσει πια στα αδιάβροχα. Τα φοράμε, μπαίνουμε κι εμείς στην ουρά. Δέκα γαλάζια ανθρωπάκια ανάμεσα σε εκατοντάδες! Κι αρχίζουμε τα ζιγκ-ζιγκ τα ατελείωτα, που μονάχα στην Αμερική έχω δει. Είναι ένας θαυμάσιος τρόπος να βολεύεις πολλούς ανθρώπους σε μικρό χώρο.
‘’Καλά που πάμε τόσο αργά’’ γκρινιάζω καθώς ιδρωκοπάω μέσα στο πλαστικό, κάτω από τον ήλιο και την υγρασία. Νοιώθω σαν . . υβρίδιο! Αν πηγαίναμε γρηγορότερα θα πάθαινα ναυτία με τόσες στροφές …’’ Θέλω να πετάξω το πλαστικό από πάνω μου και να φύγω τρέχοντας διότι καίγομαι. Δεν προλαβαίνω, με σκουντούν.
‘’Προχώρα, μας σπρώχνουν οι πισινοί μας’’
‘’Δεν μπορώ. Ζεσταίνομαι, θα σκάσω’’
‘’Όλοι μας, προχώρα!’’
Κι η σκουληκαντέρα προχωρεί και συστρέφεται κι όλο κατηφορίζει. Κι ωθεί προς τα εμπρός. Και …
‘’Αμάν, φτάσαμε! Η Maiden Mist. Ανεβείτε και μη χαθούμε, μπλε κι εμείς μέσα στους μπλε!’’
Άδικη προτροπή. Όλοι προσπαθούμε σαν τρελοί να αγγίξουμε παραπέτο. Να βλέπουμε. Να φωτογραφίζουμε. Να κρατιόμαστε όταν … φουντάρουμε!
Και ξεκινάμε …
Η ‘’Κόρη’’ μας κλυδωνίζεται άγρια, καθώς βουτάει μέσα στα νερά που βράζουν σαν να πλέουμε στα νερά της Κόλασης. Γινόμαστε μούσκεμα, εν ριπή οφθαλμού. Αδύνατον να ξεκουκουλώσω την μηχανή μου που την κρύβω καλά κάτω από το αδιάβροχο. ‘’Θα την καταστρέψω’’ αποφαίνομαι . Και την αφήνω στην ησυχία της. Καλύτερα να χορτάσουν τα μάτια μου τη μαγεία του αφηνιασμένου νερού κι ας ξεχάσω τον φακό.
Περνάμε σύρριζα στον αμερικάνικο καταρράκτη. Ο θόρυβος είναι τρομακτικός, συνεννοούμαστε με τα χείλια, με σινιάλα, σαν τους κωφάλαλους. Νοιώθουμε το νερό να σουρώνει στα πιο απίθανα σημεία του σώματος, όπου δεν έχει καμιά δουλειά εκεί!
‘’Αδύνατον’’ χειλε-ομιλώ με την Ελεάνα. ‘’Δεν μπορεί να βρέχομαι τόσο πολύ. Τότε τι μας έχωσαν μέσα σε τούτες τις σακούλες του σούπερ μάρκετ;’’
‘’Ναι’’ μου γνέφει εκείνη, σκασμένη στα γέλια. Το ίδιο χάλι έχει κι αυτή!
Το καραβάκι πάει ίσια στον μεγάλο καταρράκτη του Καναδά.
‘’Θεέ μου, βοήθα’’ μουρμουρίζω περιδεής. Τι γίνεται εδώ;’’
Εκεί γινόταν τα ύστερα του Κόσμου! Δεύτερη Κρίση! Στ’ αυτιά μας βροντούσαν οι σάλπιγγες επί των τειχών της Ιεριχούς! Ένα περίεργο είδος Εγκέλαδου, που εγκαταλείποντας τα έγκατα της γης, ταράζει και παιδεύει στον αέρα όγκους νερού!. . . . .
Και ξαφνικά νοιώθεις να γίνεσαι ένα Τίποτα. Ένα μόριο σκόνης. Μέσα σε μια τέτοια κοσμογονία, έχεις εκμηδενισθεί! Αλήθεια σας λέω. Τα μεγέθη και η δυναμική τους αισθάνεσαι να σε … φυγοκεντρίζουν κυριολεκτικώς! Είναι σαν κάποιες δυνάμεις να σ’ έχουν πετάξει μέσα σ’ ένα mixer και να σε περιδινίζουν δίχως λύπηση! Μονάχα μ’ ένα σταγονίδιο από τα δισεκατομμύρια που αιωρούνται μέσα στο φαράγγι, μπορείς να συγκριθείς. Σαν κι αυτό, είσαι κι εσύ, στο έλεος μυστηριωδών, απειλητικών δυνάμεων, που δυναστεύουν αυτό τον χώρο…
Έχω γίνει όλη μάτια κι αυτιά. Και μ’ αυτές τις δύο πανίσχυρες αισθήσεις, προσπαθώ να βιώσω αυτή τη μοναδική εμπειρία. Την μεταγγίζω ευλαβικά, σαν ανάμνηση ζωής ως μέσα και στο τελευταίο κύτταρό μου! Να μένει εκεί για να μου θυμίζει το μεγαλείο της Δημιουργίας! Κι ότι ένα κομμάτι της είμαι κι εγώ … Αφήνομαι λοιπόν να με παρασύρουν το θέαμα και το συναίσθημα χωρίς αντιστάσεις, χωρίς πανικό και φόβο, αλλά με ταπεινή αποδοχή της μηδαμινότητάς μου, έναντι αυτής της υπερφυσικής επιδείξεως ισχύος, που διάλεξε να κάνει εδώ η αδάμαστη Φύση! Για να μας απειλήσει; Να μας υπενθυμίσει; Να μας εντυπωσιάσει; Να παίξει μαζί μας; Να μας προειδοποιήσει ίσως; Άγνωστες οι βουλές της …
Το καραβάκι μας παραδέρνει στις μικρές, ακόμα, δίνες ενώ ακάθεκτο οδεύει ίσια πάνω στις μεγάλες κάτω ακριβώς από το φονικό παραπέτασμα νερού, που κάνει τα πάντα λιώμα! Αλοιφή!
‘’Όχι όμως κι εμάς, Παναγίτσα μου’’ σταυροκοπιέμαι κρυφά. Διότι ο καπετάνιος δεν φαίνεται να προτίθεται να κόψει ταχύτητα. Ούτε να πισωγυρίσει. Προχωρεί άνετος και αεράτος, ίσια, μέσα στο καζάνι που βράζει μανιασμένο. Σα να θέλει να μας … αυτοκτονήσει – μια και θα πάει κι αυτός μαζί μας. ‘’Καλέ, μια στάση! Να χαρείτε το Νιαγάρα μας! Αμάν να κατεβώ, κύριε Καπετάνιε!’’ λένε τα άηχα χείλια μου στις φιλενάδες μου. Κι εκείνες, οι κακούργες, μου δείχνουν να πηδήξω απ’ το παραπέτο, γυρίζοντας συγχρόνως τον αντίχειρα προς τα κάτω.
‘’Άει, να χαθείτε άσχετες! Όμως έννοια σας, μαζί θα πάμε a fundo!’’ σκέφτομαι χαιρέκακα.
Φτάνουμε κυριολεκτικώς, στο μη περαιτέρω. Δεν καταφέρνουμε πια να κρατήσουμε τα μάτια μας ανοιχτά! Το νερό μας δέρνει με δύναμη και δίχως έλεος. Σουρώνει πάνω μας και τρυπώνει παντού. Τα μάγουλά μας καίνε από τις, σαν καμουτσικιές, ριπές του νερού που πέφτουν βίαια στα πρόσωπά μας … Μαζί με τη σχετική τύφλωση έχουμε και σχεδόν κουφαθεί! … Κι όλο προχωρούμε προς το … μοιραίον! Έχω την αίσθηση πως αν απλώσω το χέρι θα αγγίξω τον καταρράκτη, που χτυπιέται και σφαδάζει μπρος στα μάτια μου σαν ετοιμοθάνατος Τιτάνας.
‘’Άντε σχωράτε με και σχωρεμένοι να ‘στε’’ ψιθυρίζω τυφλή και μουγκή!!! Και ετοιμάζομαι περιδεής να μεταστώ εις τον επέκεινα κόσμον! Περίεργο. Δεν αισθάνομαι τίποτα. Προφανώς ‘’Γυναικών πολυταξιδεμένων, πάσα γή τάφος’’!
Δεν σας κρύβω πως η σκέψη αν και μακάβρια αν και όχι … Άνδεις, αρχίζει να μου αρέσει. Σκέφτομαι τους τίτλους των εφημερίδων σ’ όλη την Υφήλιο: ‘’Χάθηκαν στ’ αναβράζοντα νερά του Νιαγάρα’’. Ε, δεν είναι καθημερινός θάνατος αυτός, να σας χαρώ! Έχει, όσο να πεις, ένα δραματικό στοιχείο! Έχει μια μοναδικότητα! Μια πρωτοτυπία! Ένα κατιτίς, τέλος πάντων, καθόλου κοινό και χυδαίο! …
‘’Δόξα σοι, Κύριε! Επιστρέφουμε!’’ ακούω μια φωνή μέσα στο αυτί μου. Είναι η Φρόσω ανακουφισμένη.
Ο καπετάνιος μας, ευτυχώς, δεν είχε λωλαθεί! Τώρα που ξέρω ότι δεν κινδυνεύω, σχεδόν λυπάμαι που … γλύτωσα! Όμως κακά τα ψέματα. Ένα τέτοιο τρομακτικό θέαμα από τόσο κοντά ήταν, εντίμως σας το λέω, κυριολεκτικώς Α Β Α Σ Τ Α Χ Τ Ο! …. Όπως σίγουρα καταλάβατε διόλου δεν με τρόμαξε ο καπετάνιος και οι προθέσεις του. Χιούμορ έκανα. Ωστόσο με συγκλόνισε – με συνέτριψε θα έπρεπε να πω – αυτό το μεγαλειώδες που έβλεπα σε απόσταση μιας ανάσας. ΔΕΝ ΤΟ ΑΝΤΕΧΑ – ΜΕ ΓΟΝΑΤΙΣΕ. Από μακριά ήταν αλλιώς. Ήταν ανεκτό. Το χαιρόμουν. Το καμάρωνα. Όμως από τόσο κοντά …
Ξεμπαρκάρουμε και με μια αναπνοή χυνόμαστε στο δρόμο για την καρδιά του καταρράκτη, κάτω από το Table Rock. Θα κατεβούμε μέσα σε μια σήραγγα για να περάσουμε πίσω από την πτώση των νερών, στο κενό που μένει ανάμεσα στην υδατόπτωση και τον βράχο!!! Το φαντάζεστε;
Κατεβαίνουμε με ασανσέρ. Περπατάμε σ’ ένα μακρύ ηλεκτροφωτισμένο τούνελ που δεν ‘’κρατά’’ την τρομακτική βροντή των νερών από πάνω μας. Κάθετοι διάδρομοι βγάζουν σε διάφορα σημεία κάτω και πίσω από τους καταρράκτες. Διαλέγουμε ένα ξέφωτο και βγαίνουμε. Γύρω-τριγύρω ο καταρράκτης αφρίζει, λυσσά και χτυπιέται. Και μας απομουσκεύει. Στάζουμε από την κεφαλή μας. Μωρέ τι τα θέλαμε τα αδιάβροχα; Ούτε κι εδώ στον εξώστη δε μπορώ να φωτογραφίσω. Απορώ με την Ελεάνα, που έχει κάνει την βιντεοκάμερα … αμφίβιο!!! Δόξα σοι! Θα έχουμε έτσι κάποιες εικόνες από τούτο το θαύμα!
Τολμώ να δω το ρολόι. Η ώρα τρέχει. Αλαφιάζομαι. Σκουντώ τις φιλενάδες μου και προσπαθώ να τις σπρώξω προς την έξοδο.
‘’Άντε, πάμε. Σε λίγο θα σταματήσουν να πετούν τα ελικόπτερα. ’’
Ξανά τροχάδην. Στο ελικοδρόμιο! Ορμάμε στο πρώτο αεροσκάφος που περιμένει και απογειωνόμαστε αμέσως. Και σε λίγο έχουμε μπροστά μας τελείως διαφορετικές εικόνες. Από ψηλά βλέπουμε πλέον όλα όσα πριν ήταν αόρατα. ‘’Breath taking view’’ μας πληροφορεί ο σοφός οδηγός μου. Κι έχει δίκιο. Η θέα σου κόβει πράγματι την ανάσα. Κι όταν κάποια στιγμή το ελικόπτερο στρίβει κι έχουμε τον ήλιο σε μια ορισμένη θέση, η τεράστια αναβράζουσα χαράδρα γεμίζει πελώρια ουράνια τόξα!! Χωρίς να χάνεται το ένα φυτρώνει από μέσα του ένα δεύτερο κι ύστερα ένα τρίτο και για μερικά δευτερόλεπτα, ώσπου το σκάφος ν’ αλλάξει γωνία, το φαράγγι γεμίζει ίριδες! Σαν ανθισμένος κήπος! Είναι σχεδόν απίστευτο!
Τελικώς οι καναδοί έκαναν θαυμάσια δουλειά προκειμένου να εκμεταλλευτούν τούτο το μοναδικό αξιοθέατο! Εκτός από τη γέφυρα, εκτός από τα τρία πλοιάρια, εκτός από τα ελικόπτερα έφτιαξαν κι ένα εναέριο βαγονέτο, που ενώνει τις δύο άκρες της χαράδρας. Αλλά και για όσους σιχαίνονται, γενικώς τις εναέριες μετακινήσεις, υπάρχουν οι δύο πύργοι: ο Skylon και ο Minolta. Τρώγοντας λοιπόν στα πολυτελή εστιατόριά τους μπορούν να θαυμάζουν από ψηλά και για όσες ώρες θέλουν, χωρίς να ταλαιπωρηθούν, το φυσικό αυτό θαύμα!. .
Η θέα από το ελικόπτερο είναι μοναδική. Με το ‘’Μάτι του πουλιού’’ το Bird Eye View, που λένε οι Άγγλοι, έχεις το προνόμιο να καμαρώνεις τις δυό μεγάλες λίμνες καθώς και τα νερά του ποταμού. ‘’Πλουτίζουν’’ την ψηλότερη από τις δύο την Ίρι τροφοδοτώντας αδιάκοπα τους κάτασπρους, χιονάτους καταρράκτες, που καταλήγουν στην άλλη μεγάλη λίμνη την Οντάριο …
Τελικά, νομίζω ότι, το πραγματικά ξεχωριστό που έχουν αυτοί οι συγκεκριμένοι καταρράκτες είναι το άσπιλο παρθενικό λευκό των νερών τους. Είναι τόσο άσπροι, που παίρνει άνετα τα χρώματα του πάγου – εκείνες τις ψυχρές, γαλαζοπράσινες ανταύγειες … Τα νερά του Ιγκουασού είναι, γενικώς, ροζ. Της Βικτώριας, υποκίτρινα. Του Νιαγάρα όμως είναι σαν απάτητο υδαρές χιόνι!!! Εκτυφλωτικά!
‘’Δεν αισθάνεσαι ικανοποίηση, τώρα που έκλεισες τον κύκλο μιας σειράς ταξιδιωτικών επιθυμιών σου;’’ ρωτώ την Ελεάνα καθώς αποβιβαζόμαστε.
‘’Τι εννοείς;’’ Αιφνιδιάζεται εκείνη.
‘’Τρεις μεγάλους καταρράκτες έχει ο κόσμος κι εμείς μόλις είδαμε τον τελευταίο. Είδαμε επίσης και πλεύσαμε τους μεγάλους αλλά και ιστορικούς ποταμούς της γης: τον Αμαζόνιο, τον Νείλο, τον Ορινόκο, τον Ζαμπέζι, τον Κίτρινο Ποταμό, τον Γιανγκ-τσε, τον Μισισιπή… Επισκεφθήκαμε την ψηλότερη αλλά και την χαμηλότερη λίμνη της Υδρογείου: την Τιτικάκα στη Βολιβία και τη Νεκρά Θάλασσα στην Ιορδανία. Βρεθήκαμε στους δυό πόλους της γης: στην Αλάσκα και στη Παταγονία. Σαβάνες, τούνδρες, στέπες και διάσημες ερήμους είδαμε – πλην της Καλαχάρι! Αυτή μας την χρωστά ακόμη η Τύχη.
Ταξιδέψαμε στους 5 ωκεανούς. Επισκεφθήκαμε από δυό και τρεις φορές τις 5 από τις 6 ηπείρους. Την Ανταρκτική έχουμε να την … λαμβάνουμε μαζί με την Καλαχάρι. Ζήσαμε και χαρήκαμε το θαύμα και το φυσικό μυστήριο των ατολλών! Γνωρίσαμε και θαυμάσαμε υποβρυχίως τον Μεγάλο Κοραλλιογενή Ύφαλο της Αυστραλίας, τον πασίγνωστο Great Barrier Rief με τα πολύχρωμα κοράλλια. ‘’Χάσαμε’’ μια μέρα από τη ζωή μας πετώντας πάνω από τον Διεθνή Μεσημβρινό της Ημέρας, στον Γύρο του Κόσμου! Ποιος μας είπε να πετάμε όλο δυτικά κι όχι ανατολικά, σαν το έξυπνο ήρωα του λατρεμένου μου Ιουλίου Βερν; Εκείνος κέρδισε τη μέρα που έχασα εγώ!. .
Περπατήσαμε στα δάση της βροχής στη Βενεζουέλα, στη Βραζιλία στην Αφρική! Φωτογραφίσαμε από απόσταση αναπνοής τον Πέριτο Μορένο, τον μεγαλύτερο παγετώνα του κόσμου ‘’γεννημένο’’ μέσα στη λίμνη Αρτζεντίνο κι όχι στη κορφή κάποιου βουνού. Ταξιδέψαμε μέσα στον μεγαλύτερο σβησμένο κρατήρα του Ν’γκορο-Ν’γκορο, που είναι ο μεγαλύτερος βιότοπος στον κόσμο, από τον οποίο δεν μεταναστεύουν τα ζώα. Είναι κάτι το πρωτόγνωρο.
Και τέλος είδαμε τα διασημότερα αρχαιολογικά μνημεία του κόσμου, από το Ικάλ και την Τσιτσέν –Ίτζα στη Γουατεμάλα και το Μεξικό μέχρι το Μπορομπουντούρ στην Ιάβα, την Ποτάλα στο Θιβέτ, τις Πυραμίδες στην Αίγυπτο, την Πέτρα στην Ιορδανία, την Παλμύρα στη Συρία, Το Νίκκο στην Ιαπωνία, την Απαγορευμένη Πόλη στο Πεκίνο. Και δεν πρέπει να ξεχάσω φυσικά τα Ιμαλάια και τον Βραχμαπούτρα που τον θυμόμουν από το σχολείο – αν είναι δυνατόν χριστιανοί!
Δεν σου φαίνεται λοιπόν φιλενάδα, πως σήμερα σχεδόν κλείνουμε ένα τεράστιο κύκλο που τον γράφουμε συνεχώς επί τριάντα τόσα χρόνια, ταξιδεύοντας;’’
Με κοιτά έκπληκτη. Προσπαθεί να συνειδητοποιήσει την αξία της πληροφορίας. Προφανώς ποτέ δεν τα είχε σκεφτεί όλα αυτά.
‘’Πω, πω απολογισμός!’’ θαυμάζει ειλικρινώς εντυπωσιασμένη. ‘’ Αλήθεια τα κάναμε εμείς όλα αυτά; Συγκλονιστικό! Ωστόσο, μην τολμήσεις να πεις – κατά την προσφιλή σου πραγματιστική τακτική: ‘Νυν απολύοις τας δούλας σου Δέσποτα’ διότι: πρώτον δούλα δεν είμαι και δεύτερον αρνούμαι διαρρήδην να απολεσθώ … ταξιδιωτιώς εννοώ. Όχι ακόμα τουλάχιστον. Μόνη σου μνημόνευσες την Καλαχάρι και την Ανταρκτική! Σύνελθε!’’
‘’Μα ούτε κι εγώ θέλω να τα τινάξω ταξιδιωτικώς’’ διαμαρτύρομαι. ‘’Μπορεί να εξεπλήρωσα κάποιους σκοπούς, να πέτυχα κάποιους στόχους, να έφτασα ως κάποιους επιθυμητούς προορισμούς αλλά η χαρά του ταξιδιού θα με κυνηγά πάντα. Διότι για μας φιλενάδα το ταξίδι δεν είναι φυγή. Δεν είναι ματαιοδοξία. Δεν είναι επίδειξη. Είναι τρόπος ζωής!!! Μας κρατά σε εγρήγορση με την προετοιμασία, την πραγματοποίησή του και τις αναμνήσεις του που μας γεμίζουν ικανοποίηση ψυχική, ευτυχία και γνώσεις…. Τέτοιες στιγμές λέω: Χαλάλι οι οικονομικές θυσίες ενός ολόκληρου χρόνου, στις οποίες εκουσίως υποβάλλομαι! Αυτό που ζω 25 ημέρες αξίζει για τις υπόλοιπες 340! Όπως κι αν τις περνώ αυτές’’
Ουφ, τα λέω και ξαλαφρώνω! Και είναι αλήθεια. Λίγα μυστικά έχει πια ο κόσμος για μας! Να πω: Τι κρίμα; Δεν θα το πω. Διότι ο κόσμος είναι πολύ μεγάλος κι όλο κάτι θα βρω που θα με ενδιαφέρει! Κάτι που θα το ονειρεύομαι και θα πασχίζω να το γνωρίσω. Δεν έχει καμία σημασία αν το καταφέρω. Το σημαντικό είναι ότι θα το ονειρεύομαι…. . Ευτυχώς…….
Last edited by a moderator: