St.Adamantidou
Member
- Μηνύματα
- 245
- Likes
- 898
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Ιστορική Αναδρομή
- Καναδάς
- Στην Χώρα της Γοητευτικής Ερημιάς
- Tελευταία Σύνορα
- Quebec
- Οttawa
- Toronto - Η πόλη των διάσημων Καταρρακτών
- Ο Νιαγάρας κι'εγώ
- Βανκούβερ - Η ομορφιά του Ειρηνικού κι ενός λιμανιού
- Victoria Island - Ο θρίαμβος της Κυρίας Μπουσάρ!
- Το γραφικό Juneau
- Skagway - Όπως στην επική εποχή της χρυσοθηρίας
- Skagway προς Whitehorse
- Προς Beaver Creek
- Beaver Creek προς Fairbanks
- Fairbanks - Το θαύμα του Pipeline
- Ο Αρκτικός Κύκλος και ο Chena River
- Προς το Denali
- Το πρώτο χιόνι της Αλάσκας!
- Ancorage
- Minneapolis - Μια παράξενη Πολιτεία
- Επίλογος
ΠΡΟΣ ΤΟ DENALI - Με το Αμερικάνικο ORIENT EXPRESS
Το βαγόνι μας είναι σε…όροφο! Είναι γυάλινο! Σε καθίζει σε ευρύχωρη, πολυτελή σαλοτραπεζαρία, με πολυθρόνες, καναπέδες, τραπεζάκια! Μας προσφέρει breakfast και γεύμα στον…κάτω όροφο! Λινά τραπεζομάντηλα, κεριά, λουλούδια, δαντελωτά κουρτινάκια δεμένα με μεταξωτές κορδέλες, άψογο σέρβις και εκλεκτά εδέσματα! Κι όλα αυτά «βουτηγμένα» στο σικλαμέν χρώμα! Να χαίρεται το μάτι σου!. . .
- «Παναγία μου! Το εννοούσαν λοιπόν, όταν το περιέγραφαν: ‘πολυτελές’!» λέω.
- «Είναι μονάχα το τουριστικό βαγόνι του συρμού», μας εξηγεί χαμογελαστή η Train Hostess.
Έχει δίκιο, Σ’ ένα συνηθισμένο συρμό, πολλών βαγονιών, υπάρχει και τούτο. Μεταφέρει μονάχα τουρίστες. Κι είναι καμωμένο από γυαλί, για να μην περιορίζεται η θαυμάσια θέα.
- «Ε, ας μην κλαίγομαι, που δεν θα ταξιδέψω ποτέ με το αυθεντικό Orient Express» αυτοπαρηγοριέμαι. « Καλή είναι και η Αμερικάνικη version του! Και μάλιστα, όχι στη μπανάλ διαδρομή: Κων/πολη-Λονδίνο, στην Ευρώπη, αλλά στην άκρως πρωτότυπη τοιαύτη: Fairbanks-Denali, στην Αλάσκα! Για να ξέρουμε τι λέμε και τι κάνουμε δηλαδή! Μη μας υποβαθμίζουν τα επιτεύγματά μας με αηδίες του τύπου: «όμφακες εισίν!» Μην τρελαθούμε τώρα! Όλα κι όλα»….
Είμαι πολύ ευχαριστημένη με τα ταξιδιωτικά μου…. καζάντια, όπως καταλαβαίνετε!!!. . . Άδικο έχω;
Η διαδρομή είναι, πάντα, χρυσοπράσινη, χρυσοκόκκινη, φαιόχρυση!. . . Και δεν χορταίνεται με τίποτα! Δεν μπορείς να πάρεις το βλέμμα σου από το παράθυρο! Θέλεις να γεμίζεις τα μάτια και το μυαλό σου με τις θαυμαστές αυτές εικόνες, που ξέρεις πως πουθενά αλλού δεν θα μπορέσεις να ξαναβρείς…
Μεσημεράκι και μία χλιαρή λιακάδα –κοντομάνικα μακουδάκια, δηλαδή!- φτάνουμε στον Εθνικό Δρόμο του Ντενάλι, πάνω στον ποταμό Nenana. Ne, στα ινδιάνικα Αθαμπάσκανς σημαίνει: «ποτάμι». Nenana, σημαίνει: «χωριό πάνω στο ποτάμι». Ο Εθνικός Δρυμός Denali, είναι το δεύτερο αξιοθέατο της Αλάσκας, μετά τον παγετώνα Portage, που θα τον δούμε στον τελευταίο μας σταθμό, στο Ancorage.
Βρίσκεται στους πρόποδες του ψηλότερου βουνού της Β. Αμερικής McKinley, ύψους 6700 μέτρων. Στις 114 μέρες της λειτουργίας του καταυλισμού τον χρόνο, ελάχιστες φορές είναι ορατή η κορυφή του. Εμείς σταθήκαμε τυχεροί! Την είδαμε την πρώτη ώρα που αποβιβαστήκαμε από το τραίνο! Όσο για την δεύτερη μέρα, επιφυλάσσομαι να σας διεκτραγωδήσω τα πάθη μας εν καιρώ τω δέοντι! Μέσα σ’ αυτά, σίγουρα, δεν ήταν το McKinley. Είχαμε πολύ σοβαρότερα πράγματα να μας απασχολούν και να μας παιδεύουν!
Το Denali είναι ένας μαγευτικός δρυμός, που συγκεντρώνει περισσότερους επισκέπτες, απ’ όσους ολόκληρη η πολιτεία της Αλάσκας! ( Ελάτε να σας θυμίσω πως όλη η πολιτεία έχει 400. 000 κατοίκους όλους κι όλους!). Και σε τούτο το δάσος, μπορεί κανείς να βρεί αυτό που οι Αμερικάνοι λένε: «The big four»! Τα «μεγάλα τέσσερα ζώα»: το Caribou, το Moose (είδος μαγαλόσωμου ελαφοειδούς), τα πρόβατα (εκτάκτως μεγαλόσωμα), και την αρκούδα , την περίφημη Grizzly. Βέβαια, ας μη γίνει λόγος, για την ομορφιά του ίδιου του δάσους, με τα εκατοντάδες είδη δέντρων, και της τούνδρας που αποτελεί μεγάλο μέρος του πάρκου. Τούτη η τούνδρα είναι ίσως, ότι πιο συναρπαστικό, πιστέψτε με. Ξέρω τι λέω, γιατί ξέρω τι είδα!
Στα 1896, ο οικονομολόγος Bill Dickey, από το Οχάιο –και ιδιαίτερη επίσης πατρίδα του Προέδρου των ΗΠΑ, McKinley- απόφοιτος του Princeton, έψαχνε για χρυσό, στο εσωτερικό της Αλάσκας. Ο δρόμος τον έφερε κάτω από το μεγάλο βουνό που, τότε, είχε διάφορα βαφτιστικά: Tenada, Denali, Traleika, Densmore mountain, τέτοια…
Ο Dickey, εντυπωσιασμένος από το μεγαλείο του αιωνίως χιονισμένου βουνού, αποφάσισε να του δώσει το όνομα του δολοφονημένου, στα 1901, Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών. Και το McKinley έπιασε! Και μ’ αυτό το όνομα έφτασε ως εμάς.
Το Πάρκο έχει πολλά ξενοδοχειακά συγκροτήματα. Το πολυτελέστερο – το McKinley Chalet Resort- διαθέτει μονάχα σουίτες! Ε, που θα πήγαινε, καλέ, η καλομαθημένη αφεντιά μου; Εκεί, βέβαια!. . .
Όταν μπήκα μέσα, έμπηξα φωνή μεγάλη. Μέσα στη καρδιά του δάσους – με βεράντες και παράθυρα να βλέπουν το ατέλειωτο φθινοπωριάτικο μωσαϊκό! – δύο ευρύχωρα δωμάτια, άνετα, φωτεινά, ζεστά! Σε μια γωνιά του σαλονιού, μας περιμένει καφετιέρα. Και μέσα σε κομψό καλαθάκι βρίσκονται αραδιασμένα, μπισκοτάκια διαφόρων ειδών, φακελάκια με καφέ, τσάι, σοκολάτα, κακάο…. Μπερεκέτι!
Όμορφα κουρτινάκια στα παράθυρα και χαρούμενη ταπετσαρία στα έπιπλα, δημιουργούν μια πολύ συμπαθητική ατμόσφαιρα. Σε καλούν για χουζούρι και κουβεντούλα…
- «Μόλις βρούμε λίγο ελεύθερο χρόνο, θα σας καλέσω για καφέ» φωνάζω στις φιλενάδες μου, καθώς μπαίνω μέσα και βλέπω το όμορφο περιβάλλον.
Πετώ το βαλιτσόνι μου – οι μεγάλες βαλίτσες έχουν φύγει με αεροπλάνο στο Ancorage, τον επόμενο σταθμό μας-, ψευτοπλένομαι και σπεύδω στην έξοδο του συγκροτήματος, με τη ψυχή στα δόντια. Μας περιμένουν αυτοκίνητα που, για 6 ώρες, θα μας περιοδεύσουν στη καρδιά του Πάρκου. Είμαστε ανάμεσα σε πλήθος ξένων, Άγγλων, Γάλλων, Πορτογάλων, Μεξικανών, Νοτιοαμερικανών…. . Ίδιος ΟΗΕ! Μπροστά μου κάθετε ένα ζευγάρι από το Μεξικό. Πλάι μου ακούω Γερμανούς. Πίσω Ιταλούς. Κάπου παίρνει το αυτί μου Ισπανικά.
- «Σαν συνονθύλευμα χρυσοθήρων μοιάζουμε» μονολογώ έκπληκτη.
Ο καιρός σήμερα, από το πρωί, είναι θαυμάσιος. Ήλιος λαμπρός. Ατμόσφαιρα χλιαρή. Σαν Αττική άνοιξη…Το μεσημέρι στις 12:00 ήμασταν με κοντομάνικα πουκάμισα. Όμως το απογευματάκι, ο καιρός δροσίζει, μέχρι που παγώνει τελείως, με το γέρμα του ήλιου! Τα τζάκετς , λοιπόν, απαραίτητα. Θα γυρίσουμε αργά. Κι όμως τότε ποιος ξέρει πως θα είναι ο καιρός…
Ξεκινάμε. Η ώρα είναι ακριβώς 14:00. Γύρω στις 20:00 πρέπει να είμαστε πίσω, λέει. Λέει! Το τι θα γίνει όμως, είναι πράμα αλλούτερο. Θα το δούμε εν καιρώ!. . . Βέβαια, εγώ θα είμαι η λιγότερο έκπληκτη. Διότι ξέρω πως ο οργανισμός μου τραβάει τις περιπέτειες , και μάλιστα περιπέτειες συχνά άκρως επικίνδυνες. Στο Kruger Park στη Ν. Αφρική, φερ’ ειπείν, χάλασε - χωρίς ελπίδα επιδιόρθωσης – το αυτοκίνητό μας. Κόντεψε να μας κατασπαράξουν τα λιοντάρια, κι ένας ρινόκερος παρα λίγο να τρυπήσει το πούλμαν με το τρομερό του κέρατο! Βρέθηκα στην Αίγυπτο, όταν έγινε το πραξικόπημα κατά του Μουμπάρακ! Βρέθηκα στο πραξικόπημα στα νησιά Φίτζι! Βρέθηκα στο πραξικόπημα της Βολιβίας! Παραλίγο να με κλείσουν φυλακή στα Αραβικά Εμιράτα! Διότι οι τελωνειακοί δεν ήξεραν τι είναι και που βρίσκεται αυτό το πράμα που λέγεται «Ελλάδα»! …. . Τέτοια τρελά δηλαδή. Ε, γιατί να μην μου τύχει και μια περιπετειούλα στην Αλάσκα! Τι στο καλό!. . . Τι πειράζει να κινδυνέψουμε να μας κομματιάσουν οι αρκούδες και οι λύκοι…. Πφ!
Ο δρόμος περνάει από κοιλάδες, φαράγγια, λοφοπλαγιές, τούνδρες, δάση, ποτάμια, λίμνες….
- «Όπου γυρίσει το μάτι, το έγχρωμο φθινόπωρο είναι δραματικά παρόν! Το βλέπεις στα φυλλώματα των δέντρων. Στους θάμνους! Στις πολύχρωμες λειχήνες που σκεπάζουν τα βράχια!. . . Τι χρώματα, Θεέ μου! Μώβ, γαλάζιο, ρόζ, κόκκινο, κίτρινο, κεραμιδί, λευκό…. Δεν το πιστεύω», μονολογώ, καθώς φωτογραφίζω, έξαλλη πια! «Είναι σαν τα μεταξωτά χαλιά του Σριναγκάρ! Δεν αφήνουν ούτε εκατοστό γής ή πέτρας ακάλυπτο…. »
Τόπους-τόπους, τα χρώματα ανακατεύονται αξεδιάλυτα, φτιάχνοντας πολύτιμα μωσαϊκά, με λαμπερές ψηφίδες! Δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο στη ζωή μου….
– «Δε μου λές Φρόσω» λέω, «μπορείς να περιγράψεις με λόγια, σε κάποιον, αυτήν την εικόνα που βλέπεις;»
Η φιλενάδα μου με κοιτά παραξενεμένη:
- «Μα, είναι δυνατόν!» αναφωνεί, σαν να απευθύνεται σε άνθρωπο σε σύγχυση φρενών!. . . «Δες, εκεί κάτω! Πως περιγράφεται αυτή η λάμψη των χρωμάτων; Πως μεταφέρεται, με λόγια, αυτή η πανδαισία της ευχρωμίας, με όλους τους συνδυασμούς της; Τρελή είσαι;»
Ναι! Αυτό το βασανιστικό είδος της αδυναμίας το ξέρω πολύ καλά. Το έχω βιώσει πάμπολλες φορές στα ταξίδια μου. Έχω δακρύσει στο αντίκρισμα της ομορφιάς! Κι έχω μουγγαθεί μπροστά σε φυσικά φαινόμενα! Και, κάθε φορά, αναρωτιέμαι το ίδιο πράμα: «Πως μεταφέρει κανείς με λόγια, αυτό που χάρηκαν τα μάτια;» Και, πάντα, η απάντηση είναι η ίδια: «Δεν είναι δυνατόν! Θα ήταν ματαιοπονία! Βλέπετε, ο Θεός ήταν ζωγράφος και γλύπτης! Δεν ήταν καλαμαράς!. . . »
Έτσι συμβαίνει τώρα, κι εδώ! Είμαι ανήμπορη να περιγράψω τέτοια ομορφιά. Αδυνατώ να μεταφέρω την ατμόσφαιρα. Όλα αυτά, είναι απλώς, ΑΠΕΡΙΓΡΑΠΤΑ!. . .
Το κατάκλειστο αυτοκίνητο προχωρεί αργά. Ψάχνουμε, πάντα, για ζώα και, ιδιαίτερα, για τη Grizzly, τη τεράστια καφεδιά αρκούδα. Για την ώρα ανταμώνουμε μονάχα τα Moose και τα Caribοu, με τα απίστευτα μεγάλα κέρατα! Πιο μεγάλα και από το σώμα τους! Μωρ’ πως τα κουβαλούν και πως τα κουλαντρίζουν; Δεν παθαίνουν…κεφαλόπονο; Τέτοιο βάρος! Τόσο ύψος! Τέτοια…φάρδυτα!. . . Το καθένα κέρατο καταλήγει, θαρρείς, σε μια τεράστια κοκκάλινη…γούρνα! Τέτοιο πράμα, δηλαδή. Ένα κέρατο καμωμένο…ταψί! Σίνι, αν προτιμάτε! Κι όλο αυτό, εκεί πάνω, στα ψηλώματα του μετώπου! Πολύ παράξενο. Δεν το έχω ξαναδεί τέτοιο πράμα. Εμείς ξέρουμε τα κέρατα…περικοκλάδες, έστω και μεγάλες, έστω και κατσαρές. Όμως, τούτο εδώ το κέρατο, είναι άλλο σόι ταραχή. Διότι οι…μεγαλειώδεις σπείρες του φυτρώνουν γύρω από μια πλατειά…κερατένια βάση! Αλήθεια σας λέω! Και είναι τόσο πλατειά που, ενώ τη βλέπεις εκεί, μπροστά σου, δεν πιστεύεις στα μάτια σου!
Πέφτουμε πάνω σ’ έναν καυγά. Σερνικός «εμβολίζει» σερνικόν, για λόγους ερωτικούς – τι άλλο! Τα θηριώδη κέρατα συμπλέκονται επικίνδυνα, μ’ έναν ξερό κρότο που σου κόβει τα ήπατα! «Παναγιά μου πρόστρεξε! Τώρα θα τσακιστούν αυτά τα φουντωτά ‘ξερόθαμνα’»! Στο…κατσαρό τους έχουν ύψος πάνω από μέτρο! Στο…ίσιο τους, θα σας γελάσω! Ωστόσο οι «κύριοι» αποδεικνύονται άκρως λογικοί: «Καλά είναι τα θηλυκά κι ο έρωτας, αλλά μη μείνουμε και χωρίς τα διαδήματα μας! Δίχως το δείγμα της αρσενικάδας μας! Πως διάβολο, θα διάξωμεν το υπόλοιπον του βίου μας ξεκερατωμένοι; Ας τα συμβιβάσουμε, όσο είναι ακόμα καιρός, και πριχού φτάσουμε στο μη περαιτέρω! Και τα συμβιβάζουν! Υποχωρούν αργά, με αξιοπρέπεια και, σε λίγο, παίρνουν διαφορετικές κατευθύνσεις, με την κερατένια τους ακεραιότητα αγλαΐζουσα, και την αρσενική τους περφάνεια άθικτη! Τελικά, ξέρουν τι κάνουν τα πάνσοφα Moose…
Το κλειστό αυτοκίνητο προχωρεί πάντα αργά. Ψάχνουμε, ακόμα, για τις αρκούδες.
- «Έχει γούστο να μην εμφανιστούν απόψε! Θα σκάσω!» λέει συγχυσμένη η Ελεάνα.
- «Μετατόπισε, χριστιανή μου, από τον τόπο σου!» απαντώ τρομοκρατημένη. «Αλάσκα χωρίς αρκούδες, είναι δάσος χωρίς δέντρα! Γίνεται; Δεν γίνεται! Θα τις βρούμε! ΠΡΕΠΕΙ να τις βρούμε! Υπομονή…»
Η διαδρομή, πάντως, είναι πλούσια σε ζωντανά εν γένει. Έχει πονηρές αλεπουδίτσες, αστείες μαρμότες – πρωτοξάδερφα του σκίουρου – μανγκούστες με τα μάτια τους ανοιχτά, όλο περιέργεια, αγριοκάτσικα, πουλιά…. Ξαφνικά, μας κόβει το δρόμο ένας λύκος! Ένα πλάσμα πανέμορφο! Στέκει καταμεσής στο μονοπάτι, και μας κοιτά άφοβα. Σαν να μας περιεργάζεται για να βγάλει συμπέρασμα! Και δεν κουνιέται ρούπι. Στεκόμαστε και εμείς. Κοιτιόμαστε!
- «Καλέ, τι θα γίνει τώρα; Έτσι θα το πάμε; Κοίτα με να σε κοιτώ; Περνά και η ώρα. Νυχτώνει. Κι έχουμε δρόμο μπροστά μας, και αρκούδα ουδαμού…» γκρινιάζω. Κείνην ακριβώς τη στιγμή ο λύκος μας γυρίζει προπετώς τα οπίσθιά του, και…. ανακουφίζεται αεράτα, μπρός στα έκπληκτα μάτια μας! Και, μόλις τελειώνει, γυρίζει, μας κοιτά προκλητικά και, συνάμενος κουνάμενος βγαίνει, επιτέλους, από το δρόμο μας και χάνεται στα τσαΐρια…. Και, τότε μονάχα, συνερχόμαστε όλοι από το σόκ! Ένα ομηρικό γέλιο ξεσπά μέσα στο αυτοκίνητο, και εκτονώνει, φυσικά, τον εκνευρισμό της αναμονής….
- «Δ»εν την πιστεύω τόση ξεδιαντροπιά!» λέω με δάκρυα στα μάτια. «Μέσα στα μούτρα μας ανακουφίστηκε, το κτήνος! Κι έστρεψε κιόλας το κεφάλι, για να βεβαιωθεί ότι έκανε την αίσθηση που φανταζόταν! Ε, τα κατάφερε ! Μας άφησε τόσην ώρα να περιμένουμε, για να μας…. - άντε, τώρα, μην πω τη βρωμοκουβέντα!- τελικώς…. »
Όλοι γελάμε και σχολιάζουμε το…. ανάγωγο ζώο! Θαρρείς πως ήξερε τι ακριβώς έκανε, και γιατί το έκανε! Καταπληκτικό!. . . .
Ο ήλιος κοντεύει στη δύση του. Τα χιόνια, πάνω στο McKinley παίρνουν μια λάμψη χρυσαφιά! Οι σκιές παίζουν με τα λαμπερά χρώματά της τούνδρας. Όλος ο τόπος μοιάζει με, σχεδόν, εξωπραγματικό τοπίο. Αυτά τα χόρτα, τα λουλούδια, οι θάμνοι, οι λειχήνες, τα ζώα που βόσκουν ειρηνικά, συνθέτουν έναν μοναδικής τελειότητας πίνακα, μέσα στον οποίον εμείς, οι τυχεροί, κινούμαστε συνεχώς. Όλο τούτο, είναι ένα πολύτιμο «φρέσκο» που η άναρχη «δομή» του αποτελεί το βασικό γνώρισμα της ομορφιάς του!. . . Άψογη ισορροπία, μέσα στην πιο ανταγιάντιστη ανισορροπία!. . . .
Έτσι απλά, και με μια πάνσοφη αφέλεια, δημιουργεί η Φύση τα αριστουργήματά της. Και, καθώς το φώς αποσύρεται αργά, σχεδόν τελετουργικά, η λάμψη του τοπίου μουνταίνει, παίρνοντας βαθύτερες, πιο μυστηριώδεις αποχρώσεις….
Σε κάποιο σημείο της διαδρομής, σταματάμε. Πάνω σε μακρείς πάγκους, σερβίρονται ζεστά ροφήματα. Το κρύο έχει κιόλας αγριέψει. Ξεμουδιάζουμε πίνοντας μυρωδάτο καφέ. Κι όλοι σκεφτόμαστε το ίδιο: « Που είναι, τέλος πάντων, οι αρκούδες;»
Στο δρόμο συναντήσαμε κάμποσους πεζοπόρους. Φαίνεται να μη νοιάζονται για τα άγρια ζώα. Τι γυρεύουν όλοι αυτοί οι τρελοί, απροστάτευτοι μέσα στις ερημιές; Μήπως δεν είναι η ώρα που ξεμυτίζουν τα ζώα, και μαζί τους η Grizzly; Έχει, δα, γούστο! Όμως εμείς είδαμε λύκο, δεν είδαμε;
- «Αν τον έβλεπαν αυτοί;» ρωτάμε τον οδηγό.
- «Α, αυτοί προσέχουν!» έρχεται η…. σαφέστατη απάντηση! Κι εμείς ακόμα απορούμε: «Πώς;»
Ξαφνικά το αυτοκίνητο κόβει ταχύτητα. Καταλαβαίνουμε πως κάτι είδε ο οδηγός. Όμως είναι ήδη ελαφρό μούχρωμα. Το σημείο που βρισκόμαστε είναι σκεπασμένο με χρυσοκόκκινα χρώματα που, εδώ κι εκεί, τα ξανοίγουν κάτι καστανοπράσινες πινελιές.
- «Λες να ‘ναι η Grizzly;» αναρωτιέμαι. «Και πως θα την διακρίνουμε; Είναι καφεδιά. Θα ξεχωρίζει, τάχατες, μέσα σε τούτο το μουντό μπέζ;»
Κολλάμε τις μύτες στα νοτισμένα τζάμια, κι υψώνουμε τις μηχανές. Μέσα από μια πλούσια συστάδα θάμνων, προβάλλει ήρεμη, βόσκοντας στο ψηλό χορτάρι, μια πανέμορφη αρκουδίτσα! Παχουλούλα και δυσκίνητη, έχει το κεφάλι της σκυμμένο, και τρώει με το πάσο της. Ούτε που μας δίνει σημασία. Μέσα σε απόλυτη σιωπή, για να μην την τρομάξουμε, ανοίγουμε τα παράθυρα. Ορμά πάνω μας ένας παγωμένος αέρας. Ο μοναδικός ήχος, μαζί με τους ολολυγμούς του ψυχρότατου βορριά, είναι τα κλίκ-κλάκ των μηχανών . Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι αποτυπώνουμε στο σελιλόιντ αυτό το πανώριο πλάσμα της αρκτικής περιοχής. Κι εκείνο, σαν να θέλει να ικανοποιήσει την περιέργειά μας, σαν καλός οικοδεσπότης, κινείται αργά, παίρνοντας διάφορες πόζες….
- «Αν τώρα, βρίσκονταν μπροστά σ’ αυτό το ωραίο κτήνος, οι πεζοπόροι που είδαμε μισή ώρα πρίν θα γινόταν μακελειό;» ψιθυρίζω στ’ αυτί της Ελεάνας.
- «Αυτό ακριβώς σκεφτόμουν και εγώ. Αλήθεια, τι θα γινόταν;»
Η Grizzly, σιγά σιγά απομακρύνεται. Χώνεται μέσα σε μια λόχμη. Εμείς, όμως, ακόμα αναρωτιόμαστε, με τι μυαλό οι τουρίστες κυκλοφορούσαν πεζοί, μέσα σε μια περιοχή, γεμάτη κινδύνους! Λόξα; Αποκοτιά; Βλακεία; Ποιος ξέρει….
Είμαστε στο σημείο επιστροφής. Και ενώ ο οδηγός ψάχνει το πλάτωμα, για τη μανούβρα, το αυτοκίνητο τα «φτύνει» - κατά την έκφραση των νέων παιδιών!. . .
- «Κυρίες και Κύριοι, μείναμε! Το σαραβαλάκι δεν πάει παραπέρα! Χάλασε!. . . »
- «Ούτε κι εμείς πάμε πίσω στο καταυλισμό με τα πόδια! Λύκο είδαμε! Αρκούδα είδαμε! Ε, δεν θα δούμε και το Χάρο με τα μάτια μας βραδιάτικα, Μπάρμπα! Κοίτα να βολέψεις την κατάσταση, και να βρείς τρόπο να μας γυρίσεις πίσω, in one piece, όπως λέτε και εσείς ! Τουτέστιν, σώους!. . . » Είμαι έξαλλη. Σηκώνομαι να δώ τα σύνεργα της διάσωσης, που είμαι σίγουρη πως διαθέτει το όχημα:
- «Παιδιά δεν θα το πιστέψετε!» λέω περιδεής. «Μήτε κινητό έχει, μήτε γουόκι-τόκι, μήτε CB. Πως θα ειδοποιήσει τον καταυλισμό; Με ταμ-ταμ;»
Περίπου! Ένα είδος ταμ-ταμ είναι και η μετάδοση πληροφοριών από στόμα σε στόμα, ή από λεωφορείο σε λεωφορείο! Κοτζάμ παράδοση σώζει ο «τρόπος» , δεν θα έσωζε 30 ανθρώπους στο έλεος της ερημιάς και των επικίνδυνων ζώων; Τα επιστρέφοντα οχήματα σταματούσαν και ρωτούσαν. Μάθαιναν την ατυχία μας. Και έφευγαν με την υπόσχεση να τηλεφωνήσουν στο McKinley Resort, όταν θα επέστρεφαν, με το καλό, στους δικούς τους καταυλισμούς.
- «Ναι, καλά! Ζήσε Μάη μου! Φοβάμαι ότι θα διανυκτερεύσουμε μέσα στο σαράβαλο» μονολογώ…. Κάνει και μαύρο ψόφο. Κι αύριο , πρωί-πρωί, έχουμε 3ωρο Rafting, στο ποτάμι. Όλο μας το πρόγραμμα ανατρέπεται. Μεγάλη η συμφορά μας. Καθόμαστε όλοι αμίλητοι. Στα καρφιά!. . .
Περνά μια ώρα, και λεωφορείο άδειο, για να μας περιμαζέψει, δεν φαίνεται. Έχει πια σκοτεινιάσει και, προφανώς, δεν είναι σώφρων πράξις να ξεκινήσει από το καταυλισμό μας λεωφορείο, που θα κάνει γύρω στις 2 ώρες, για να φτάσει ως εμάς! Κι άλλες δύο ώρες για να μας επιστρέψει, ούτε στις 2:00 το πρωί δεν θα τα καταφέρναμε να φτάσουμε στον τόπο μας και να δεί το ταλαίπωρο κορμάκι μας ξεκούραση…. Βλέπετε η ώρα κόντευε 21:00. Μη έχοντας άλλη επιλογή, μοιραστήκαμε στο τελευταίο αυτοκίνητο που επέστρεφαν, καθυστερημένα, σε γειτονικούς καταυλισμούς. Αφήσαμε τους οικοδεσπότες μας στον τόπο τους, κι εμείς συνεχίσαμε για τον δικό μας.
Εν τέλει, περασμένες 11:00 φτάσαμε!
Εξοντωμένες, βρώμικες, πεινασμένες, διψασμένες!. . . . Κάτι σουρνάμενα ράκη, δηλονότι….
- «Πάλι καλά», μονολογώ. «Υποτίθεται ότι η διαδρομή ήταν 14:00-20:00. Λογική ώρα! 14:00-23:00 την κάναμε εμείς, παραλόγως! Ε, θα μπορούσε να ‘ναι και χειρότερα: φερ’ ειπείν, 14:00-04:00. Να ξημερωθούμε, μ’ άλλα λόγια, μέσα στο παγωμένο λεωφορείο!. . . Αντίο μαστέλο, που λέει κι ο Ρώμας. Θα χάναμε και το αυριανό rafting…. »
Τρώμε πρόχειρα στο Coffee shop, και τρέχουμε στα «σπίτια» μας. Η γλυκιά ζέστη τους κι ένα καυτό douche, είναι βάλσαμο! Πίνω και ένα καυτό τσάι και κουκουλώνομαι κατακεφαλής! Ωχ! Καλό πράμα η οριζοντίωση, ξέρετε….
Καληνύχτα σ’ όλους σας!
Ες αύριον τα επικίνδυνα……
Το βαγόνι μας είναι σε…όροφο! Είναι γυάλινο! Σε καθίζει σε ευρύχωρη, πολυτελή σαλοτραπεζαρία, με πολυθρόνες, καναπέδες, τραπεζάκια! Μας προσφέρει breakfast και γεύμα στον…κάτω όροφο! Λινά τραπεζομάντηλα, κεριά, λουλούδια, δαντελωτά κουρτινάκια δεμένα με μεταξωτές κορδέλες, άψογο σέρβις και εκλεκτά εδέσματα! Κι όλα αυτά «βουτηγμένα» στο σικλαμέν χρώμα! Να χαίρεται το μάτι σου!. . .
- «Παναγία μου! Το εννοούσαν λοιπόν, όταν το περιέγραφαν: ‘πολυτελές’!» λέω.
- «Είναι μονάχα το τουριστικό βαγόνι του συρμού», μας εξηγεί χαμογελαστή η Train Hostess.
Έχει δίκιο, Σ’ ένα συνηθισμένο συρμό, πολλών βαγονιών, υπάρχει και τούτο. Μεταφέρει μονάχα τουρίστες. Κι είναι καμωμένο από γυαλί, για να μην περιορίζεται η θαυμάσια θέα.
- «Ε, ας μην κλαίγομαι, που δεν θα ταξιδέψω ποτέ με το αυθεντικό Orient Express» αυτοπαρηγοριέμαι. « Καλή είναι και η Αμερικάνικη version του! Και μάλιστα, όχι στη μπανάλ διαδρομή: Κων/πολη-Λονδίνο, στην Ευρώπη, αλλά στην άκρως πρωτότυπη τοιαύτη: Fairbanks-Denali, στην Αλάσκα! Για να ξέρουμε τι λέμε και τι κάνουμε δηλαδή! Μη μας υποβαθμίζουν τα επιτεύγματά μας με αηδίες του τύπου: «όμφακες εισίν!» Μην τρελαθούμε τώρα! Όλα κι όλα»….
Είμαι πολύ ευχαριστημένη με τα ταξιδιωτικά μου…. καζάντια, όπως καταλαβαίνετε!!!. . . Άδικο έχω;
Η διαδρομή είναι, πάντα, χρυσοπράσινη, χρυσοκόκκινη, φαιόχρυση!. . . Και δεν χορταίνεται με τίποτα! Δεν μπορείς να πάρεις το βλέμμα σου από το παράθυρο! Θέλεις να γεμίζεις τα μάτια και το μυαλό σου με τις θαυμαστές αυτές εικόνες, που ξέρεις πως πουθενά αλλού δεν θα μπορέσεις να ξαναβρείς…
Μεσημεράκι και μία χλιαρή λιακάδα –κοντομάνικα μακουδάκια, δηλαδή!- φτάνουμε στον Εθνικό Δρόμο του Ντενάλι, πάνω στον ποταμό Nenana. Ne, στα ινδιάνικα Αθαμπάσκανς σημαίνει: «ποτάμι». Nenana, σημαίνει: «χωριό πάνω στο ποτάμι». Ο Εθνικός Δρυμός Denali, είναι το δεύτερο αξιοθέατο της Αλάσκας, μετά τον παγετώνα Portage, που θα τον δούμε στον τελευταίο μας σταθμό, στο Ancorage.
Βρίσκεται στους πρόποδες του ψηλότερου βουνού της Β. Αμερικής McKinley, ύψους 6700 μέτρων. Στις 114 μέρες της λειτουργίας του καταυλισμού τον χρόνο, ελάχιστες φορές είναι ορατή η κορυφή του. Εμείς σταθήκαμε τυχεροί! Την είδαμε την πρώτη ώρα που αποβιβαστήκαμε από το τραίνο! Όσο για την δεύτερη μέρα, επιφυλάσσομαι να σας διεκτραγωδήσω τα πάθη μας εν καιρώ τω δέοντι! Μέσα σ’ αυτά, σίγουρα, δεν ήταν το McKinley. Είχαμε πολύ σοβαρότερα πράγματα να μας απασχολούν και να μας παιδεύουν!
Το Denali είναι ένας μαγευτικός δρυμός, που συγκεντρώνει περισσότερους επισκέπτες, απ’ όσους ολόκληρη η πολιτεία της Αλάσκας! ( Ελάτε να σας θυμίσω πως όλη η πολιτεία έχει 400. 000 κατοίκους όλους κι όλους!). Και σε τούτο το δάσος, μπορεί κανείς να βρεί αυτό που οι Αμερικάνοι λένε: «The big four»! Τα «μεγάλα τέσσερα ζώα»: το Caribou, το Moose (είδος μαγαλόσωμου ελαφοειδούς), τα πρόβατα (εκτάκτως μεγαλόσωμα), και την αρκούδα , την περίφημη Grizzly. Βέβαια, ας μη γίνει λόγος, για την ομορφιά του ίδιου του δάσους, με τα εκατοντάδες είδη δέντρων, και της τούνδρας που αποτελεί μεγάλο μέρος του πάρκου. Τούτη η τούνδρα είναι ίσως, ότι πιο συναρπαστικό, πιστέψτε με. Ξέρω τι λέω, γιατί ξέρω τι είδα!
Στα 1896, ο οικονομολόγος Bill Dickey, από το Οχάιο –και ιδιαίτερη επίσης πατρίδα του Προέδρου των ΗΠΑ, McKinley- απόφοιτος του Princeton, έψαχνε για χρυσό, στο εσωτερικό της Αλάσκας. Ο δρόμος τον έφερε κάτω από το μεγάλο βουνό που, τότε, είχε διάφορα βαφτιστικά: Tenada, Denali, Traleika, Densmore mountain, τέτοια…
Ο Dickey, εντυπωσιασμένος από το μεγαλείο του αιωνίως χιονισμένου βουνού, αποφάσισε να του δώσει το όνομα του δολοφονημένου, στα 1901, Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών. Και το McKinley έπιασε! Και μ’ αυτό το όνομα έφτασε ως εμάς.
Το Πάρκο έχει πολλά ξενοδοχειακά συγκροτήματα. Το πολυτελέστερο – το McKinley Chalet Resort- διαθέτει μονάχα σουίτες! Ε, που θα πήγαινε, καλέ, η καλομαθημένη αφεντιά μου; Εκεί, βέβαια!. . .
Όταν μπήκα μέσα, έμπηξα φωνή μεγάλη. Μέσα στη καρδιά του δάσους – με βεράντες και παράθυρα να βλέπουν το ατέλειωτο φθινοπωριάτικο μωσαϊκό! – δύο ευρύχωρα δωμάτια, άνετα, φωτεινά, ζεστά! Σε μια γωνιά του σαλονιού, μας περιμένει καφετιέρα. Και μέσα σε κομψό καλαθάκι βρίσκονται αραδιασμένα, μπισκοτάκια διαφόρων ειδών, φακελάκια με καφέ, τσάι, σοκολάτα, κακάο…. Μπερεκέτι!
Όμορφα κουρτινάκια στα παράθυρα και χαρούμενη ταπετσαρία στα έπιπλα, δημιουργούν μια πολύ συμπαθητική ατμόσφαιρα. Σε καλούν για χουζούρι και κουβεντούλα…
- «Μόλις βρούμε λίγο ελεύθερο χρόνο, θα σας καλέσω για καφέ» φωνάζω στις φιλενάδες μου, καθώς μπαίνω μέσα και βλέπω το όμορφο περιβάλλον.
Πετώ το βαλιτσόνι μου – οι μεγάλες βαλίτσες έχουν φύγει με αεροπλάνο στο Ancorage, τον επόμενο σταθμό μας-, ψευτοπλένομαι και σπεύδω στην έξοδο του συγκροτήματος, με τη ψυχή στα δόντια. Μας περιμένουν αυτοκίνητα που, για 6 ώρες, θα μας περιοδεύσουν στη καρδιά του Πάρκου. Είμαστε ανάμεσα σε πλήθος ξένων, Άγγλων, Γάλλων, Πορτογάλων, Μεξικανών, Νοτιοαμερικανών…. . Ίδιος ΟΗΕ! Μπροστά μου κάθετε ένα ζευγάρι από το Μεξικό. Πλάι μου ακούω Γερμανούς. Πίσω Ιταλούς. Κάπου παίρνει το αυτί μου Ισπανικά.
- «Σαν συνονθύλευμα χρυσοθήρων μοιάζουμε» μονολογώ έκπληκτη.
Ο καιρός σήμερα, από το πρωί, είναι θαυμάσιος. Ήλιος λαμπρός. Ατμόσφαιρα χλιαρή. Σαν Αττική άνοιξη…Το μεσημέρι στις 12:00 ήμασταν με κοντομάνικα πουκάμισα. Όμως το απογευματάκι, ο καιρός δροσίζει, μέχρι που παγώνει τελείως, με το γέρμα του ήλιου! Τα τζάκετς , λοιπόν, απαραίτητα. Θα γυρίσουμε αργά. Κι όμως τότε ποιος ξέρει πως θα είναι ο καιρός…
Ξεκινάμε. Η ώρα είναι ακριβώς 14:00. Γύρω στις 20:00 πρέπει να είμαστε πίσω, λέει. Λέει! Το τι θα γίνει όμως, είναι πράμα αλλούτερο. Θα το δούμε εν καιρώ!. . . Βέβαια, εγώ θα είμαι η λιγότερο έκπληκτη. Διότι ξέρω πως ο οργανισμός μου τραβάει τις περιπέτειες , και μάλιστα περιπέτειες συχνά άκρως επικίνδυνες. Στο Kruger Park στη Ν. Αφρική, φερ’ ειπείν, χάλασε - χωρίς ελπίδα επιδιόρθωσης – το αυτοκίνητό μας. Κόντεψε να μας κατασπαράξουν τα λιοντάρια, κι ένας ρινόκερος παρα λίγο να τρυπήσει το πούλμαν με το τρομερό του κέρατο! Βρέθηκα στην Αίγυπτο, όταν έγινε το πραξικόπημα κατά του Μουμπάρακ! Βρέθηκα στο πραξικόπημα στα νησιά Φίτζι! Βρέθηκα στο πραξικόπημα της Βολιβίας! Παραλίγο να με κλείσουν φυλακή στα Αραβικά Εμιράτα! Διότι οι τελωνειακοί δεν ήξεραν τι είναι και που βρίσκεται αυτό το πράμα που λέγεται «Ελλάδα»! …. . Τέτοια τρελά δηλαδή. Ε, γιατί να μην μου τύχει και μια περιπετειούλα στην Αλάσκα! Τι στο καλό!. . . Τι πειράζει να κινδυνέψουμε να μας κομματιάσουν οι αρκούδες και οι λύκοι…. Πφ!
Ο δρόμος περνάει από κοιλάδες, φαράγγια, λοφοπλαγιές, τούνδρες, δάση, ποτάμια, λίμνες….
- «Όπου γυρίσει το μάτι, το έγχρωμο φθινόπωρο είναι δραματικά παρόν! Το βλέπεις στα φυλλώματα των δέντρων. Στους θάμνους! Στις πολύχρωμες λειχήνες που σκεπάζουν τα βράχια!. . . Τι χρώματα, Θεέ μου! Μώβ, γαλάζιο, ρόζ, κόκκινο, κίτρινο, κεραμιδί, λευκό…. Δεν το πιστεύω», μονολογώ, καθώς φωτογραφίζω, έξαλλη πια! «Είναι σαν τα μεταξωτά χαλιά του Σριναγκάρ! Δεν αφήνουν ούτε εκατοστό γής ή πέτρας ακάλυπτο…. »
Τόπους-τόπους, τα χρώματα ανακατεύονται αξεδιάλυτα, φτιάχνοντας πολύτιμα μωσαϊκά, με λαμπερές ψηφίδες! Δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο στη ζωή μου….
– «Δε μου λές Φρόσω» λέω, «μπορείς να περιγράψεις με λόγια, σε κάποιον, αυτήν την εικόνα που βλέπεις;»
Η φιλενάδα μου με κοιτά παραξενεμένη:
- «Μα, είναι δυνατόν!» αναφωνεί, σαν να απευθύνεται σε άνθρωπο σε σύγχυση φρενών!. . . «Δες, εκεί κάτω! Πως περιγράφεται αυτή η λάμψη των χρωμάτων; Πως μεταφέρεται, με λόγια, αυτή η πανδαισία της ευχρωμίας, με όλους τους συνδυασμούς της; Τρελή είσαι;»
Ναι! Αυτό το βασανιστικό είδος της αδυναμίας το ξέρω πολύ καλά. Το έχω βιώσει πάμπολλες φορές στα ταξίδια μου. Έχω δακρύσει στο αντίκρισμα της ομορφιάς! Κι έχω μουγγαθεί μπροστά σε φυσικά φαινόμενα! Και, κάθε φορά, αναρωτιέμαι το ίδιο πράμα: «Πως μεταφέρει κανείς με λόγια, αυτό που χάρηκαν τα μάτια;» Και, πάντα, η απάντηση είναι η ίδια: «Δεν είναι δυνατόν! Θα ήταν ματαιοπονία! Βλέπετε, ο Θεός ήταν ζωγράφος και γλύπτης! Δεν ήταν καλαμαράς!. . . »
Έτσι συμβαίνει τώρα, κι εδώ! Είμαι ανήμπορη να περιγράψω τέτοια ομορφιά. Αδυνατώ να μεταφέρω την ατμόσφαιρα. Όλα αυτά, είναι απλώς, ΑΠΕΡΙΓΡΑΠΤΑ!. . .
Το κατάκλειστο αυτοκίνητο προχωρεί αργά. Ψάχνουμε, πάντα, για ζώα και, ιδιαίτερα, για τη Grizzly, τη τεράστια καφεδιά αρκούδα. Για την ώρα ανταμώνουμε μονάχα τα Moose και τα Caribοu, με τα απίστευτα μεγάλα κέρατα! Πιο μεγάλα και από το σώμα τους! Μωρ’ πως τα κουβαλούν και πως τα κουλαντρίζουν; Δεν παθαίνουν…κεφαλόπονο; Τέτοιο βάρος! Τόσο ύψος! Τέτοια…φάρδυτα!. . . Το καθένα κέρατο καταλήγει, θαρρείς, σε μια τεράστια κοκκάλινη…γούρνα! Τέτοιο πράμα, δηλαδή. Ένα κέρατο καμωμένο…ταψί! Σίνι, αν προτιμάτε! Κι όλο αυτό, εκεί πάνω, στα ψηλώματα του μετώπου! Πολύ παράξενο. Δεν το έχω ξαναδεί τέτοιο πράμα. Εμείς ξέρουμε τα κέρατα…περικοκλάδες, έστω και μεγάλες, έστω και κατσαρές. Όμως, τούτο εδώ το κέρατο, είναι άλλο σόι ταραχή. Διότι οι…μεγαλειώδεις σπείρες του φυτρώνουν γύρω από μια πλατειά…κερατένια βάση! Αλήθεια σας λέω! Και είναι τόσο πλατειά που, ενώ τη βλέπεις εκεί, μπροστά σου, δεν πιστεύεις στα μάτια σου!
Πέφτουμε πάνω σ’ έναν καυγά. Σερνικός «εμβολίζει» σερνικόν, για λόγους ερωτικούς – τι άλλο! Τα θηριώδη κέρατα συμπλέκονται επικίνδυνα, μ’ έναν ξερό κρότο που σου κόβει τα ήπατα! «Παναγιά μου πρόστρεξε! Τώρα θα τσακιστούν αυτά τα φουντωτά ‘ξερόθαμνα’»! Στο…κατσαρό τους έχουν ύψος πάνω από μέτρο! Στο…ίσιο τους, θα σας γελάσω! Ωστόσο οι «κύριοι» αποδεικνύονται άκρως λογικοί: «Καλά είναι τα θηλυκά κι ο έρωτας, αλλά μη μείνουμε και χωρίς τα διαδήματα μας! Δίχως το δείγμα της αρσενικάδας μας! Πως διάβολο, θα διάξωμεν το υπόλοιπον του βίου μας ξεκερατωμένοι; Ας τα συμβιβάσουμε, όσο είναι ακόμα καιρός, και πριχού φτάσουμε στο μη περαιτέρω! Και τα συμβιβάζουν! Υποχωρούν αργά, με αξιοπρέπεια και, σε λίγο, παίρνουν διαφορετικές κατευθύνσεις, με την κερατένια τους ακεραιότητα αγλαΐζουσα, και την αρσενική τους περφάνεια άθικτη! Τελικά, ξέρουν τι κάνουν τα πάνσοφα Moose…
Το κλειστό αυτοκίνητο προχωρεί πάντα αργά. Ψάχνουμε, ακόμα, για τις αρκούδες.
- «Έχει γούστο να μην εμφανιστούν απόψε! Θα σκάσω!» λέει συγχυσμένη η Ελεάνα.
- «Μετατόπισε, χριστιανή μου, από τον τόπο σου!» απαντώ τρομοκρατημένη. «Αλάσκα χωρίς αρκούδες, είναι δάσος χωρίς δέντρα! Γίνεται; Δεν γίνεται! Θα τις βρούμε! ΠΡΕΠΕΙ να τις βρούμε! Υπομονή…»
Η διαδρομή, πάντως, είναι πλούσια σε ζωντανά εν γένει. Έχει πονηρές αλεπουδίτσες, αστείες μαρμότες – πρωτοξάδερφα του σκίουρου – μανγκούστες με τα μάτια τους ανοιχτά, όλο περιέργεια, αγριοκάτσικα, πουλιά…. Ξαφνικά, μας κόβει το δρόμο ένας λύκος! Ένα πλάσμα πανέμορφο! Στέκει καταμεσής στο μονοπάτι, και μας κοιτά άφοβα. Σαν να μας περιεργάζεται για να βγάλει συμπέρασμα! Και δεν κουνιέται ρούπι. Στεκόμαστε και εμείς. Κοιτιόμαστε!
- «Καλέ, τι θα γίνει τώρα; Έτσι θα το πάμε; Κοίτα με να σε κοιτώ; Περνά και η ώρα. Νυχτώνει. Κι έχουμε δρόμο μπροστά μας, και αρκούδα ουδαμού…» γκρινιάζω. Κείνην ακριβώς τη στιγμή ο λύκος μας γυρίζει προπετώς τα οπίσθιά του, και…. ανακουφίζεται αεράτα, μπρός στα έκπληκτα μάτια μας! Και, μόλις τελειώνει, γυρίζει, μας κοιτά προκλητικά και, συνάμενος κουνάμενος βγαίνει, επιτέλους, από το δρόμο μας και χάνεται στα τσαΐρια…. Και, τότε μονάχα, συνερχόμαστε όλοι από το σόκ! Ένα ομηρικό γέλιο ξεσπά μέσα στο αυτοκίνητο, και εκτονώνει, φυσικά, τον εκνευρισμό της αναμονής….
- «Δ»εν την πιστεύω τόση ξεδιαντροπιά!» λέω με δάκρυα στα μάτια. «Μέσα στα μούτρα μας ανακουφίστηκε, το κτήνος! Κι έστρεψε κιόλας το κεφάλι, για να βεβαιωθεί ότι έκανε την αίσθηση που φανταζόταν! Ε, τα κατάφερε ! Μας άφησε τόσην ώρα να περιμένουμε, για να μας…. - άντε, τώρα, μην πω τη βρωμοκουβέντα!- τελικώς…. »
Όλοι γελάμε και σχολιάζουμε το…. ανάγωγο ζώο! Θαρρείς πως ήξερε τι ακριβώς έκανε, και γιατί το έκανε! Καταπληκτικό!. . . .
Ο ήλιος κοντεύει στη δύση του. Τα χιόνια, πάνω στο McKinley παίρνουν μια λάμψη χρυσαφιά! Οι σκιές παίζουν με τα λαμπερά χρώματά της τούνδρας. Όλος ο τόπος μοιάζει με, σχεδόν, εξωπραγματικό τοπίο. Αυτά τα χόρτα, τα λουλούδια, οι θάμνοι, οι λειχήνες, τα ζώα που βόσκουν ειρηνικά, συνθέτουν έναν μοναδικής τελειότητας πίνακα, μέσα στον οποίον εμείς, οι τυχεροί, κινούμαστε συνεχώς. Όλο τούτο, είναι ένα πολύτιμο «φρέσκο» που η άναρχη «δομή» του αποτελεί το βασικό γνώρισμα της ομορφιάς του!. . . Άψογη ισορροπία, μέσα στην πιο ανταγιάντιστη ανισορροπία!. . . .
Έτσι απλά, και με μια πάνσοφη αφέλεια, δημιουργεί η Φύση τα αριστουργήματά της. Και, καθώς το φώς αποσύρεται αργά, σχεδόν τελετουργικά, η λάμψη του τοπίου μουνταίνει, παίρνοντας βαθύτερες, πιο μυστηριώδεις αποχρώσεις….
Σε κάποιο σημείο της διαδρομής, σταματάμε. Πάνω σε μακρείς πάγκους, σερβίρονται ζεστά ροφήματα. Το κρύο έχει κιόλας αγριέψει. Ξεμουδιάζουμε πίνοντας μυρωδάτο καφέ. Κι όλοι σκεφτόμαστε το ίδιο: « Που είναι, τέλος πάντων, οι αρκούδες;»
Στο δρόμο συναντήσαμε κάμποσους πεζοπόρους. Φαίνεται να μη νοιάζονται για τα άγρια ζώα. Τι γυρεύουν όλοι αυτοί οι τρελοί, απροστάτευτοι μέσα στις ερημιές; Μήπως δεν είναι η ώρα που ξεμυτίζουν τα ζώα, και μαζί τους η Grizzly; Έχει, δα, γούστο! Όμως εμείς είδαμε λύκο, δεν είδαμε;
- «Αν τον έβλεπαν αυτοί;» ρωτάμε τον οδηγό.
- «Α, αυτοί προσέχουν!» έρχεται η…. σαφέστατη απάντηση! Κι εμείς ακόμα απορούμε: «Πώς;»
Ξαφνικά το αυτοκίνητο κόβει ταχύτητα. Καταλαβαίνουμε πως κάτι είδε ο οδηγός. Όμως είναι ήδη ελαφρό μούχρωμα. Το σημείο που βρισκόμαστε είναι σκεπασμένο με χρυσοκόκκινα χρώματα που, εδώ κι εκεί, τα ξανοίγουν κάτι καστανοπράσινες πινελιές.
- «Λες να ‘ναι η Grizzly;» αναρωτιέμαι. «Και πως θα την διακρίνουμε; Είναι καφεδιά. Θα ξεχωρίζει, τάχατες, μέσα σε τούτο το μουντό μπέζ;»
Κολλάμε τις μύτες στα νοτισμένα τζάμια, κι υψώνουμε τις μηχανές. Μέσα από μια πλούσια συστάδα θάμνων, προβάλλει ήρεμη, βόσκοντας στο ψηλό χορτάρι, μια πανέμορφη αρκουδίτσα! Παχουλούλα και δυσκίνητη, έχει το κεφάλι της σκυμμένο, και τρώει με το πάσο της. Ούτε που μας δίνει σημασία. Μέσα σε απόλυτη σιωπή, για να μην την τρομάξουμε, ανοίγουμε τα παράθυρα. Ορμά πάνω μας ένας παγωμένος αέρας. Ο μοναδικός ήχος, μαζί με τους ολολυγμούς του ψυχρότατου βορριά, είναι τα κλίκ-κλάκ των μηχανών . Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι αποτυπώνουμε στο σελιλόιντ αυτό το πανώριο πλάσμα της αρκτικής περιοχής. Κι εκείνο, σαν να θέλει να ικανοποιήσει την περιέργειά μας, σαν καλός οικοδεσπότης, κινείται αργά, παίρνοντας διάφορες πόζες….
- «Αν τώρα, βρίσκονταν μπροστά σ’ αυτό το ωραίο κτήνος, οι πεζοπόροι που είδαμε μισή ώρα πρίν θα γινόταν μακελειό;» ψιθυρίζω στ’ αυτί της Ελεάνας.
- «Αυτό ακριβώς σκεφτόμουν και εγώ. Αλήθεια, τι θα γινόταν;»
Η Grizzly, σιγά σιγά απομακρύνεται. Χώνεται μέσα σε μια λόχμη. Εμείς, όμως, ακόμα αναρωτιόμαστε, με τι μυαλό οι τουρίστες κυκλοφορούσαν πεζοί, μέσα σε μια περιοχή, γεμάτη κινδύνους! Λόξα; Αποκοτιά; Βλακεία; Ποιος ξέρει….
Είμαστε στο σημείο επιστροφής. Και ενώ ο οδηγός ψάχνει το πλάτωμα, για τη μανούβρα, το αυτοκίνητο τα «φτύνει» - κατά την έκφραση των νέων παιδιών!. . .
- «Κυρίες και Κύριοι, μείναμε! Το σαραβαλάκι δεν πάει παραπέρα! Χάλασε!. . . »
- «Ούτε κι εμείς πάμε πίσω στο καταυλισμό με τα πόδια! Λύκο είδαμε! Αρκούδα είδαμε! Ε, δεν θα δούμε και το Χάρο με τα μάτια μας βραδιάτικα, Μπάρμπα! Κοίτα να βολέψεις την κατάσταση, και να βρείς τρόπο να μας γυρίσεις πίσω, in one piece, όπως λέτε και εσείς ! Τουτέστιν, σώους!. . . » Είμαι έξαλλη. Σηκώνομαι να δώ τα σύνεργα της διάσωσης, που είμαι σίγουρη πως διαθέτει το όχημα:
- «Παιδιά δεν θα το πιστέψετε!» λέω περιδεής. «Μήτε κινητό έχει, μήτε γουόκι-τόκι, μήτε CB. Πως θα ειδοποιήσει τον καταυλισμό; Με ταμ-ταμ;»
Περίπου! Ένα είδος ταμ-ταμ είναι και η μετάδοση πληροφοριών από στόμα σε στόμα, ή από λεωφορείο σε λεωφορείο! Κοτζάμ παράδοση σώζει ο «τρόπος» , δεν θα έσωζε 30 ανθρώπους στο έλεος της ερημιάς και των επικίνδυνων ζώων; Τα επιστρέφοντα οχήματα σταματούσαν και ρωτούσαν. Μάθαιναν την ατυχία μας. Και έφευγαν με την υπόσχεση να τηλεφωνήσουν στο McKinley Resort, όταν θα επέστρεφαν, με το καλό, στους δικούς τους καταυλισμούς.
- «Ναι, καλά! Ζήσε Μάη μου! Φοβάμαι ότι θα διανυκτερεύσουμε μέσα στο σαράβαλο» μονολογώ…. Κάνει και μαύρο ψόφο. Κι αύριο , πρωί-πρωί, έχουμε 3ωρο Rafting, στο ποτάμι. Όλο μας το πρόγραμμα ανατρέπεται. Μεγάλη η συμφορά μας. Καθόμαστε όλοι αμίλητοι. Στα καρφιά!. . .
Περνά μια ώρα, και λεωφορείο άδειο, για να μας περιμαζέψει, δεν φαίνεται. Έχει πια σκοτεινιάσει και, προφανώς, δεν είναι σώφρων πράξις να ξεκινήσει από το καταυλισμό μας λεωφορείο, που θα κάνει γύρω στις 2 ώρες, για να φτάσει ως εμάς! Κι άλλες δύο ώρες για να μας επιστρέψει, ούτε στις 2:00 το πρωί δεν θα τα καταφέρναμε να φτάσουμε στον τόπο μας και να δεί το ταλαίπωρο κορμάκι μας ξεκούραση…. Βλέπετε η ώρα κόντευε 21:00. Μη έχοντας άλλη επιλογή, μοιραστήκαμε στο τελευταίο αυτοκίνητο που επέστρεφαν, καθυστερημένα, σε γειτονικούς καταυλισμούς. Αφήσαμε τους οικοδεσπότες μας στον τόπο τους, κι εμείς συνεχίσαμε για τον δικό μας.
Εν τέλει, περασμένες 11:00 φτάσαμε!
Εξοντωμένες, βρώμικες, πεινασμένες, διψασμένες!. . . . Κάτι σουρνάμενα ράκη, δηλονότι….
- «Πάλι καλά», μονολογώ. «Υποτίθεται ότι η διαδρομή ήταν 14:00-20:00. Λογική ώρα! 14:00-23:00 την κάναμε εμείς, παραλόγως! Ε, θα μπορούσε να ‘ναι και χειρότερα: φερ’ ειπείν, 14:00-04:00. Να ξημερωθούμε, μ’ άλλα λόγια, μέσα στο παγωμένο λεωφορείο!. . . Αντίο μαστέλο, που λέει κι ο Ρώμας. Θα χάναμε και το αυριανό rafting…. »
Τρώμε πρόχειρα στο Coffee shop, και τρέχουμε στα «σπίτια» μας. Η γλυκιά ζέστη τους κι ένα καυτό douche, είναι βάλσαμο! Πίνω και ένα καυτό τσάι και κουκουλώνομαι κατακεφαλής! Ωχ! Καλό πράμα η οριζοντίωση, ξέρετε….
Καληνύχτα σ’ όλους σας!
Ες αύριον τα επικίνδυνα……
Last edited by a moderator: