hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.171
- Likes
- 14.604
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφ. 2 Chiclayo (μέρος πρώτο)
- Κεφ.3: Chiclayo (δεύτερο μέρος)
- Κεφ.4: Από το Chiclayo στη Cajamarca
- Κεφ.5. Cajamarca
- Κεφ.6. Από τη Cajamarca στο Trujillo
- Κεφ.7. Trujillo
- Κεφ.8. Arequipa
- Κεφ.9. Aπό Arequipa για La Paz
- Κεφ.10. Nuestra Señora de La Paz
- Κεφ.11. Δαίμονες (Eθνικό Πάρκο Sajama)
- Kεφ.12. Salar de Uyuni
- Κεφ. 13. Potosí
- Κεφ.14: Sucre
- Κεφ.15: Tiwanaku
- Κεφ.16: Λίμνη Titicaca
- Kεφ.17: Από το Puno στο Cusco
- Κεφ.18: Cusco
- Κεφ.19. Ιερή κοιλάδα των Incas
- Κεφ.20. Machu Picchu – Eπίλογος
Κεφ.14: Sucre
Μόλις στα 2,790 μέτρα υψόμετρο η Sucre, απολαμβάνει κλιματικά μια ατέρμονη άνοιξη. Πεντακάθαρος ουρανός, διαύγεια με χρώματα κορεσμένα κι όλα χωρίς τον εφιάλτη του υψομέτρου να παίζει κρυφτούλι με τον άμαθο οργανισμό μας. Aν κανείς με ρωτούσε ποιά πόλη μου άρεσε σ’όλο το ταξίδι, θα απαντούσα απροβλημάτιστα: «Mα, η Sucre φυσικά».
Με τα απαστράπτοντα λευκά σπίτια και τις εκκλησιές, που οι κάτοικοί της οφείλουν να βάφουν άπαξ του έτους, ήταν μια πινελιά Μεσογείου στην καρδιά της νοτίου Αμερικής.
Σ’αυτά θα προσθέσω μια υπέροχη καταπράσινη πλατεία και τον κόσμο της που μου φάνηκε ως ο γοητευτικότερος όπου κι αν βρεθήκαμε. Έφηβοι κατέκλυζαν τους δρόμους, όμορφα δροσερά νειάτα αντάμα με φυσιογνωμίες μεσόκοπων κι ηλικιωμένων που απέπνεαν μια αριστοκρατική φινέτσα στους τρόπους και τις συνήθειές τους. Άλλωστε είχα την αίσθηση πως η πόλη αυτή δεν είναι παρά ένα μεγάλο χωριό όπου οι πάντες γνωρίζονται μεταξύ τους…
Σε αντίθεση με την La Paz που έχει γίνει ένα χωνευτήρι παραδοσιακού/μοντέρνου μ’ετερόκλητο πληθυσμό και το θλιμένο Potosí, η Sucre φαντάζει σαν μια καλλονή, κομψή κι ανάλαφρη που σφύζει από ζωή κάπου στα χαμένα του βολιβιανού νότου.
Από την ανεξαρτησία της χώρας, η Sucre έγινε η πρωτεύουσα της χώρας, τίτλος συνταγματικά κατοχυρωμένος αλλά στη πραγματικότητα χωρίς αντίκρυσμα καθώς η εκτελεστική εξουσία κατοικοεδρεύει πλέον στη La Paz.
Γεννήθηκε στα μέσα του 16ου αιώνα ως "Chuquisaca" από τους ισπανούς conquistadores, για να μετονομαστεί σε “La Ciudad de la Plata” λόγω του ασημιού που βρέθηκε στην περιοχή, λίγο πριν ανακαλυφθούν μεγαλύτερα κοιτάσματα στο Potosí.
Το όνομα Sucre το πήρε το 1825 από τον στρατηγό (εκ Βενεζουέλας) Αntonio José de Sucre, που οδήγησε τη Βολιβία στην ανεξαρτησία από τους ισπανούς αποικιοκράτες κι έγινε ο πρώτος πρόεδρος της χώρας.
Ο πλούτος από τα ματωμένα μεταλλεία του Potosí, βοήθησαν τη πόλη ν’ αναπτυχθεί. Χτίστηκαν αρχοντικά, εκκλησιές, κυβερνητικά κτήρια και το τρίτο παλαιότερο πανεπιστήμιο στην Αμερική. Όμως η ευμάρεια δεν μπορούσε να κρατήσει αιώνια. Η πόλη έχασε την οικονομική της σπουδαιότητα και σήμερα ζεί ήρεμα, απολαμβάνοντας μόνο τους τίτλους της: “Η Ασπρη Πόλη της Αμερικής”, “Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco".
Από το οικονομικότατο αλλά γουστόζικο Casa Verde B&B όπου είχαμε καταλύσει, ξεκινήσαμε τη περιήγηση οδεύοντας πρώτα στη Plaza 25 de Mayo. Τη καρδιά του ιστορικού κέντρου. Μπορεί διεθνώς άλλες πλατείες να έχουν τη φήμη, όμως αυτή εδώ για μένα ήταν μια πραγματική όαση στον αστικό ιστό με τα φοινικόδεντρα και το πράσινο να κυριαρχεί παντού κάνοντάς την να θυμίζει περισσότερο ένα πλούσιο κήπο παρά πλατεία.
Στο κέντρο της το άγαλμα του απελευθερωτή Αntonio José de Sucre, στέκει περήφανο ανάμεσα στα παγκάκια όπου ένα ετερόκλητο ηλικιακά πλήθος απολαμβάνει τη χαλάρωση: ηλικωμένοι, οικογένειες με τα πιτσιρίκια τους και πολλά ζευγαράκια που δημόσια διατρανώνουν ανερυθρίαστα τον έρωτά τους.
Πέριξ της πλατείας ως είθισται, βρίσκονται μερικά από τα σημαντικότερα κτήρια της πόλης.
O Kαθεδρικός (Catedral). Πήρε που πήρε κάτι αιώνες να ολοκληρωθεί το χτίσιμό του μέχρι τον 18ο αιώνα, από τότε όλο και γίνονταν καινούργιες προσθήκες. Το αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα ένας γοητευτικός αχταρμάς με τις mestizo-μπαρόκ εισόδους του και το τρίπατο καμπαναριό όπου στις άκρες ατενίζουν τη πόλη οι Απόστολοι κι οι Ευαγγελιστές και το ρολόι περήφανα δεν χάνει ούτε δευτερόλεπτο παρά την καταγωγή του (made in England κι όχι Swiss made).
Το αναφερόμενο ως νεοκλασσικό εσωτερικό του δεν αξιωθήκαμε να το δούμε καθώς δεν γινόταν κάποια ακολουθία. Ούτε και την περιώνυμη εικόνα της προστάτιδος της πόλης Virgen de Guadalupe τίγκα στο χρυσό και τα κοσμήματα, τόσο που οι κακές γλώσσες υπερβάλλοντας λένε ότι αρκεί για να ξεπληρωθεί το χρέος της χώρας! Αν σας τρώει η περιέργεια, πάρτε μια ιδέα από κάτι παρεμφερές με αυτό που είδαμε να εκτίθεται στην τζαμαρία ενός…. ξενοδοχείου!
Δίπλα στον καθεδρικό για όσους λατρεύουν την αποικιακή θρησκευτική τέχνη λειτουργεί και το Museo Eclesiastico (καλώς καταλάβατε, δεν το τιμήσαμε δια της παρουσίας μας)
Δίπλα στον Καθεδρικό βρίσκεται η Prefectura.
Mεγαλοπρεπέστατο κτήριο, αλλά άτυχο. Πάνω που θα γινόταν προεδρικό μέγαρο ή κοινοβούλιο, ήρθε η La Paz και πήρε όλες τις κρατικές εξουσίες από τα χέρια της Sucre. Έτσι σήμερα αρκείται να στεγάζει ένα ταπεινό περιφερειάρχη.
Σε άλλη γωνιά της πλατείας βρίσκεται το Casa de la Libertad όπου υπεγράφη το 1825 η διακήρυξη της ανεξαρτησίας της χώρας και σήμερα λειτουργεί σχετικό μουσείο (καλώς καταλάβατε πάλι, δεν το τιμήσαμε δια της παρουσίας μας)
Και για να μην ειπωθεί ότι αναλωθήκαμε σε βόλτες στα στενά της πόλης, το εσωτερικό της Iglesia de San Felipe Neri, το επισκεφθήκαμε.Είναι και το μοναδικό κτήριο της πόλης του οποίου οι ψηλοί τοίχοι από τούβλο παρέμειναν ανέπαφοι και δεν ασπρίστηκαν. Μετά από μια σύντομη υποχρεωτική ξενάγηση στους χώρους του πρώην μοναστηριού με τις όμορφφες αψιδωτές αυλές και διαδρόμους, καταλήξαμε στην οροφή του.
Εκεί με πανοραμική θέα προς τις στέγες της πόλης αναλωθήκαμε ώρα φωτογραφίζοντας υπό κάθε οπτική γωνία και απαθανατίζοντας γοητευτικές παρουσίες που βρέθηκαν στο συναπάντημά μας.
Μπορεί οι άλλες εκκλησιές να είχαν σφαλιστές τις πόρτες τους, η Iglesia de la Merced του 17ου αιώνα με το ταπεινό εξωτερικό της, μας αποζημίωσε με το πλούσιο επίχρυσο μπαρόκ ιερό. Αν βρεθείτε ποτέ εκεί ανεβείτε στο καμπαναριό για να απολαύσετε τη θέα. Βγάλτε και καμιά φωτογραφία γιατί εμείς δεν αξιωθήκαμε να το κάνουμε. Ας όψεται η διάσπαση προσοχής μου που δεν το εντύπωσε διαβάζοντας τον οδηγό.
Η βόλτα ήταν μεν χαλαρή κι ενδιαφέρουσα, όμως οι δείκτες του ρολογιού επέβαλαν στάση για δεκατιανό.
Οι μυρωδιές που ξεχύνονταν από την salteñeria Paso del los Abuelosπροκαλούσαν μαζικούς κρουνούς σιελόρροιας και βορβορυγμούς κοιλίας.
Δεν λέω… πανάκριβο
Ένα salteña 0,85 ευρώ 
Καταξοδευτήκαμε. Ούτε macaron Pierre Hermè στο Παρίσι να τρώγαμε
Πέσαμε πάνω στα φρεσκοψημένα, αχνιστά, τραγανά (αλλά ζουμερά εσωτερικά) salteñas και τα τσακίσαμε μέσα σε μουγκρητά ηδονής καθώς η γέμιση αγγιζε τους γευστικούς κάλυκες κι οι γεύσεις εκρήγνυνταν στον ουρανίσκο μας.
Χαθήκαμε μέσα στα στενά του ιστορικού κέντρου φωτογραφίζοντας ασύστολα από το εντυπωσιακό κτήριο του Πανεπιστημίου ως τις σειρές των λευκών σπιτιών με τα όμορφα μπαλκονάκια και τις όμορφες εκκλησιές με τα καμπαναριά τους να σκίζουν τον βαθυγάλανο καμβά του ουρανού. Μια εικόνα σχεδόν αιγαιοπελαγίτικη. Είναι να μην την αγαπήσεις αυτή τη πόλη;
Μπορεί το μουσείο της παραδοσιακής τέχνης (Museo de Arte Indigena) να ήταν κλειστό, όμως την τέχνη της υφαντικής κατάφερα να την απολαύσω στο Inca Pallay Indigenous Art. Στο κατάστημα εκτίθενται και πωλούνται παραδοσιακά μοτίβα ύφανσης των φυλών Jal’qa και Tarabuceño. Όλα συνοδεύονται από καρτελάκι με το ονοματεπώνυμο και τη φωτογραφία της δημιουργού και τα έσοδα από τις πωλήσεις ενισχύουν οικονομικά τις κοινότητες των ιθαγενών.
Τα σχέδια Tarabuceño υφαίνονται με ζωηρές σειρές χρωμάτων κι αναπαριστούν συμμετρικές εικόνες της καθημερινότητας: ζώα, πουλιά, δέντρα, σπίτια, χορούς κι αγροτικές εργασίες.
Αντίθετα τα σχέδια Jal’qa βασίζονται στη διχρωμία του κόκκινου με το μαύρο και τα σχέδια είναι πιο αφηρημένα με ανθρώπινες φιγούρες σ’ενα χαοτικό σύμπλεγμα παράδοξων σχημάτων από ζώα και χειμαιρικά τέρατα.
Το δείπνο στο εστιατόριο Los Balcones με θέα την πλατεία μας ικανοποίησε στο έπαρκο, ειδικά όταν συνοδεύεται κι από λογαριασμό που θα αντιστοιχούσε σε χασαποταβέρνα στη Χασιά.
Το βραδάκι μας βρήκε να παίρνουμε την ανηφόρα μέσα από ήσυχα παντέρμα στενά.
Καταλήξαμε στη πλατεία του μοναστηριού La Recoleta ν'απολαμβάνουμε τη πανοραμική θέα με τα φώτα στους δρόμους σαν χρυσοκίτρινα φίδια ν'απογειώνονται στο μαβί του ουρανού…
Μόλις στα 2,790 μέτρα υψόμετρο η Sucre, απολαμβάνει κλιματικά μια ατέρμονη άνοιξη. Πεντακάθαρος ουρανός, διαύγεια με χρώματα κορεσμένα κι όλα χωρίς τον εφιάλτη του υψομέτρου να παίζει κρυφτούλι με τον άμαθο οργανισμό μας. Aν κανείς με ρωτούσε ποιά πόλη μου άρεσε σ’όλο το ταξίδι, θα απαντούσα απροβλημάτιστα: «Mα, η Sucre φυσικά».
Με τα απαστράπτοντα λευκά σπίτια και τις εκκλησιές, που οι κάτοικοί της οφείλουν να βάφουν άπαξ του έτους, ήταν μια πινελιά Μεσογείου στην καρδιά της νοτίου Αμερικής.
Σ’αυτά θα προσθέσω μια υπέροχη καταπράσινη πλατεία και τον κόσμο της που μου φάνηκε ως ο γοητευτικότερος όπου κι αν βρεθήκαμε. Έφηβοι κατέκλυζαν τους δρόμους, όμορφα δροσερά νειάτα αντάμα με φυσιογνωμίες μεσόκοπων κι ηλικιωμένων που απέπνεαν μια αριστοκρατική φινέτσα στους τρόπους και τις συνήθειές τους. Άλλωστε είχα την αίσθηση πως η πόλη αυτή δεν είναι παρά ένα μεγάλο χωριό όπου οι πάντες γνωρίζονται μεταξύ τους…
Σε αντίθεση με την La Paz που έχει γίνει ένα χωνευτήρι παραδοσιακού/μοντέρνου μ’ετερόκλητο πληθυσμό και το θλιμένο Potosí, η Sucre φαντάζει σαν μια καλλονή, κομψή κι ανάλαφρη που σφύζει από ζωή κάπου στα χαμένα του βολιβιανού νότου.
Από την ανεξαρτησία της χώρας, η Sucre έγινε η πρωτεύουσα της χώρας, τίτλος συνταγματικά κατοχυρωμένος αλλά στη πραγματικότητα χωρίς αντίκρυσμα καθώς η εκτελεστική εξουσία κατοικοεδρεύει πλέον στη La Paz.
Γεννήθηκε στα μέσα του 16ου αιώνα ως "Chuquisaca" από τους ισπανούς conquistadores, για να μετονομαστεί σε “La Ciudad de la Plata” λόγω του ασημιού που βρέθηκε στην περιοχή, λίγο πριν ανακαλυφθούν μεγαλύτερα κοιτάσματα στο Potosí.
Το όνομα Sucre το πήρε το 1825 από τον στρατηγό (εκ Βενεζουέλας) Αntonio José de Sucre, που οδήγησε τη Βολιβία στην ανεξαρτησία από τους ισπανούς αποικιοκράτες κι έγινε ο πρώτος πρόεδρος της χώρας.
Ο πλούτος από τα ματωμένα μεταλλεία του Potosí, βοήθησαν τη πόλη ν’ αναπτυχθεί. Χτίστηκαν αρχοντικά, εκκλησιές, κυβερνητικά κτήρια και το τρίτο παλαιότερο πανεπιστήμιο στην Αμερική. Όμως η ευμάρεια δεν μπορούσε να κρατήσει αιώνια. Η πόλη έχασε την οικονομική της σπουδαιότητα και σήμερα ζεί ήρεμα, απολαμβάνοντας μόνο τους τίτλους της: “Η Ασπρη Πόλη της Αμερικής”, “Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco".
Από το οικονομικότατο αλλά γουστόζικο Casa Verde B&B όπου είχαμε καταλύσει, ξεκινήσαμε τη περιήγηση οδεύοντας πρώτα στη Plaza 25 de Mayo. Τη καρδιά του ιστορικού κέντρου. Μπορεί διεθνώς άλλες πλατείες να έχουν τη φήμη, όμως αυτή εδώ για μένα ήταν μια πραγματική όαση στον αστικό ιστό με τα φοινικόδεντρα και το πράσινο να κυριαρχεί παντού κάνοντάς την να θυμίζει περισσότερο ένα πλούσιο κήπο παρά πλατεία.
Στο κέντρο της το άγαλμα του απελευθερωτή Αntonio José de Sucre, στέκει περήφανο ανάμεσα στα παγκάκια όπου ένα ετερόκλητο ηλικιακά πλήθος απολαμβάνει τη χαλάρωση: ηλικωμένοι, οικογένειες με τα πιτσιρίκια τους και πολλά ζευγαράκια που δημόσια διατρανώνουν ανερυθρίαστα τον έρωτά τους.
Πέριξ της πλατείας ως είθισται, βρίσκονται μερικά από τα σημαντικότερα κτήρια της πόλης.
O Kαθεδρικός (Catedral). Πήρε που πήρε κάτι αιώνες να ολοκληρωθεί το χτίσιμό του μέχρι τον 18ο αιώνα, από τότε όλο και γίνονταν καινούργιες προσθήκες. Το αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα ένας γοητευτικός αχταρμάς με τις mestizo-μπαρόκ εισόδους του και το τρίπατο καμπαναριό όπου στις άκρες ατενίζουν τη πόλη οι Απόστολοι κι οι Ευαγγελιστές και το ρολόι περήφανα δεν χάνει ούτε δευτερόλεπτο παρά την καταγωγή του (made in England κι όχι Swiss made).
Το αναφερόμενο ως νεοκλασσικό εσωτερικό του δεν αξιωθήκαμε να το δούμε καθώς δεν γινόταν κάποια ακολουθία. Ούτε και την περιώνυμη εικόνα της προστάτιδος της πόλης Virgen de Guadalupe τίγκα στο χρυσό και τα κοσμήματα, τόσο που οι κακές γλώσσες υπερβάλλοντας λένε ότι αρκεί για να ξεπληρωθεί το χρέος της χώρας! Αν σας τρώει η περιέργεια, πάρτε μια ιδέα από κάτι παρεμφερές με αυτό που είδαμε να εκτίθεται στην τζαμαρία ενός…. ξενοδοχείου!
Δίπλα στον καθεδρικό για όσους λατρεύουν την αποικιακή θρησκευτική τέχνη λειτουργεί και το Museo Eclesiastico (καλώς καταλάβατε, δεν το τιμήσαμε δια της παρουσίας μας)
Δίπλα στον Καθεδρικό βρίσκεται η Prefectura.
Mεγαλοπρεπέστατο κτήριο, αλλά άτυχο. Πάνω που θα γινόταν προεδρικό μέγαρο ή κοινοβούλιο, ήρθε η La Paz και πήρε όλες τις κρατικές εξουσίες από τα χέρια της Sucre. Έτσι σήμερα αρκείται να στεγάζει ένα ταπεινό περιφερειάρχη.
Σε άλλη γωνιά της πλατείας βρίσκεται το Casa de la Libertad όπου υπεγράφη το 1825 η διακήρυξη της ανεξαρτησίας της χώρας και σήμερα λειτουργεί σχετικό μουσείο (καλώς καταλάβατε πάλι, δεν το τιμήσαμε δια της παρουσίας μας)
Και για να μην ειπωθεί ότι αναλωθήκαμε σε βόλτες στα στενά της πόλης, το εσωτερικό της Iglesia de San Felipe Neri, το επισκεφθήκαμε.Είναι και το μοναδικό κτήριο της πόλης του οποίου οι ψηλοί τοίχοι από τούβλο παρέμειναν ανέπαφοι και δεν ασπρίστηκαν. Μετά από μια σύντομη υποχρεωτική ξενάγηση στους χώρους του πρώην μοναστηριού με τις όμορφφες αψιδωτές αυλές και διαδρόμους, καταλήξαμε στην οροφή του.
Εκεί με πανοραμική θέα προς τις στέγες της πόλης αναλωθήκαμε ώρα φωτογραφίζοντας υπό κάθε οπτική γωνία και απαθανατίζοντας γοητευτικές παρουσίες που βρέθηκαν στο συναπάντημά μας.
Μπορεί οι άλλες εκκλησιές να είχαν σφαλιστές τις πόρτες τους, η Iglesia de la Merced του 17ου αιώνα με το ταπεινό εξωτερικό της, μας αποζημίωσε με το πλούσιο επίχρυσο μπαρόκ ιερό. Αν βρεθείτε ποτέ εκεί ανεβείτε στο καμπαναριό για να απολαύσετε τη θέα. Βγάλτε και καμιά φωτογραφία γιατί εμείς δεν αξιωθήκαμε να το κάνουμε. Ας όψεται η διάσπαση προσοχής μου που δεν το εντύπωσε διαβάζοντας τον οδηγό.
Η βόλτα ήταν μεν χαλαρή κι ενδιαφέρουσα, όμως οι δείκτες του ρολογιού επέβαλαν στάση για δεκατιανό.
Οι μυρωδιές που ξεχύνονταν από την salteñeria Paso del los Abuelosπροκαλούσαν μαζικούς κρουνούς σιελόρροιας και βορβορυγμούς κοιλίας.
Δεν λέω… πανάκριβο
Καταξοδευτήκαμε. Ούτε macaron Pierre Hermè στο Παρίσι να τρώγαμε
Πέσαμε πάνω στα φρεσκοψημένα, αχνιστά, τραγανά (αλλά ζουμερά εσωτερικά) salteñas και τα τσακίσαμε μέσα σε μουγκρητά ηδονής καθώς η γέμιση αγγιζε τους γευστικούς κάλυκες κι οι γεύσεις εκρήγνυνταν στον ουρανίσκο μας.
Χαθήκαμε μέσα στα στενά του ιστορικού κέντρου φωτογραφίζοντας ασύστολα από το εντυπωσιακό κτήριο του Πανεπιστημίου ως τις σειρές των λευκών σπιτιών με τα όμορφα μπαλκονάκια και τις όμορφες εκκλησιές με τα καμπαναριά τους να σκίζουν τον βαθυγάλανο καμβά του ουρανού. Μια εικόνα σχεδόν αιγαιοπελαγίτικη. Είναι να μην την αγαπήσεις αυτή τη πόλη;
Μπορεί το μουσείο της παραδοσιακής τέχνης (Museo de Arte Indigena) να ήταν κλειστό, όμως την τέχνη της υφαντικής κατάφερα να την απολαύσω στο Inca Pallay Indigenous Art. Στο κατάστημα εκτίθενται και πωλούνται παραδοσιακά μοτίβα ύφανσης των φυλών Jal’qa και Tarabuceño. Όλα συνοδεύονται από καρτελάκι με το ονοματεπώνυμο και τη φωτογραφία της δημιουργού και τα έσοδα από τις πωλήσεις ενισχύουν οικονομικά τις κοινότητες των ιθαγενών.
Τα σχέδια Tarabuceño υφαίνονται με ζωηρές σειρές χρωμάτων κι αναπαριστούν συμμετρικές εικόνες της καθημερινότητας: ζώα, πουλιά, δέντρα, σπίτια, χορούς κι αγροτικές εργασίες.
Αντίθετα τα σχέδια Jal’qa βασίζονται στη διχρωμία του κόκκινου με το μαύρο και τα σχέδια είναι πιο αφηρημένα με ανθρώπινες φιγούρες σ’ενα χαοτικό σύμπλεγμα παράδοξων σχημάτων από ζώα και χειμαιρικά τέρατα.
Το δείπνο στο εστιατόριο Los Balcones με θέα την πλατεία μας ικανοποίησε στο έπαρκο, ειδικά όταν συνοδεύεται κι από λογαριασμό που θα αντιστοιχούσε σε χασαποταβέρνα στη Χασιά.
Το βραδάκι μας βρήκε να παίρνουμε την ανηφόρα μέσα από ήσυχα παντέρμα στενά.
Καταλήξαμε στη πλατεία του μοναστηριού La Recoleta ν'απολαμβάνουμε τη πανοραμική θέα με τα φώτα στους δρόμους σαν χρυσοκίτρινα φίδια ν'απογειώνονται στο μαβί του ουρανού…
Last edited: