hydronetta
Member
- Μηνύματα
- 4.171
- Likes
- 14.604
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- όπου δεν έχω πάει
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφ. 2 Chiclayo (μέρος πρώτο)
- Κεφ.3: Chiclayo (δεύτερο μέρος)
- Κεφ.4: Από το Chiclayo στη Cajamarca
- Κεφ.5. Cajamarca
- Κεφ.6. Από τη Cajamarca στο Trujillo
- Κεφ.7. Trujillo
- Κεφ.8. Arequipa
- Κεφ.9. Aπό Arequipa για La Paz
- Κεφ.10. Nuestra Señora de La Paz
- Κεφ.11. Δαίμονες (Eθνικό Πάρκο Sajama)
- Kεφ.12. Salar de Uyuni
- Κεφ. 13. Potosí
- Κεφ.14: Sucre
- Κεφ.15: Tiwanaku
- Κεφ.16: Λίμνη Titicaca
- Kεφ.17: Από το Puno στο Cusco
- Κεφ.18: Cusco
- Κεφ.19. Ιερή κοιλάδα των Incas
- Κεφ.20. Machu Picchu – Eπίλογος
Κεφ.3: Chiclayo (δεύτερο μέρος)
Παρά την ανάγκη για ξεκούραση, το ξυπνητήρι λάλησε κατά τις 8 παρά το πρωί ώστε να ετοιμαστούμε για το προβλεπόμενο ημερήσιο προγραμμα. Μιας και το hostal μας δεν προσέφερε πρωινό, δεν χάσαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε ομελέττες λαχανικών συνοδεία καφέ και χυμού στο “La Romana”, που θα γινόταν πλέον το στέκι μας όσες μέρες μείναμε στο Chiclayo.
O κακός σχεδιασμός ενός ταξιδιού πληρώνεται. Πρώτα αγοράστηκαν τα εισιτήρια και μετά συνειδητοποίησα ότι κάποια από τα μουσεία της περιοχής που είναι και τα βασικά αξιοθέατα, ήταν κλειστά την επομένη της άφιξής μας στο Chiclayo. Έτσι αναγκαστήκαμε να παρατείνουμε την παραμονή μας κατά μία μέρα.
Ηθικόν δίδαγμα: πάντα να έχετε κατά νου τις ημέρες και ώρες λειτουργίας αρχαιολογικών χώρων και μουσείων πριν σχεδιάσετε ένα ταξίδι.
Επιστρέψαμε στο hostal μας αναμένοντας το ταξί που υποτίθεται είχε κλειστεί για την ημερήσια εκδρομή. Περιμέναμε, περιμέναμε κι αφενός το ταξί ποτέ δεν εμφανίστηκε, αφετέρου ο ρεσεψιονίστ είχε μαύρα μεσάνυχτα για το σχετικό αίτημα. Άμεσα καλέσαμε τον señor Βernardo ο οποίος χαρωπός εμφανίστηκε τάχιστα στη πόρτα του hostal. Τέτοιους πελάτες δεν τους χάνεις στο Chiclayo.
Του υπέδειξα το δρομολόγιο, συμφωνήσαμε στη τιμή και ξεκινήσαμε αφήνοντας πίσω μας το άχρωμο Chiclayo για μια ακόμα πιο αδιάφορη διαδρομή προς το αρχαίο δάσος Bosque de Pomacστη καρδιά του οποίου βρίσκονται τα ερείπια τουBatan Grande.
Η πόλη που εκτιμάται από τους αρχαιολόγους ότι καλύπτει μια έκταση 55 τετρ.χλμ. δημιουργήθηκε από τους Sican. Γνώρισε τεράστια ακμή ειδικά στην κατεργασία του χαλκού, όμως υπήρξε κι αυτή θύμα των ακραίων καιρικών συνθηκών. Καταστροφικά El Nino προκάλεσαν πλημμύρες, ξηρασία, ασθένειες και τελικά την οργή των κατοίκων προς την κυβερνώσα ελίτ. Ως αποτέλεσμα εγκαταλείφθηκε το 12ο αιώνα και οι κάτοικοι μετακινήθηκαν στην γειτονική κοιλάδα του Tucume. Ο επισκέπτης σήμερα δεν θα δει άλλο παρά μια σειρά από πλινθόκτιστες πυραμίδες που ονομάζονται huacas, χαρακτηριστικές της αρχιτεκτονικής των Sican. Λέγεται ότι τα περισσότερα ευρήματα από χρυσό που κοσμούν μουσεία αλλά και ιδιωτικές συλλογές προέρχονται από το χώρο αυτό. Ως αποτέλεσμα η περιοχή συλήθηκε συστηματικά από αρχαιοκάπηλους μέχρι πρόσφατα (100,000 παράνομες εκσκαφές καταμετρήθηκαν)
Φτάσαμε στο διοικητικό κέντρο (!) υπεύθυνο για την προστασία του δάσους όπου καταχωρήσαμε τα ονόματά μας και μετά ανέλαβαν να μας κάνουν μια εισαγωγή σε μακέτα για την μορφολογία της περιοχής. Σε προθήκες και εικόνες μας ενημέρωσαν για την χωρίδα και την πανίδα της περιοχής. Κι όλα αυτά σε άψογα ισπανικά εκ των οποίων άρχισα δειλά δειλά να εξάγω κάποιο νόημα.
Ο υπεύθυνος ελλείψει άλλων επισκεπτών πρότεινε να μας ξεναγήσει στο χώρο έναντι πενιχρής αμοιβής, κάτι που αποδεχτήκαμε αν και το ύφος του καλού μας Bernardo έδειξε ότι δεν τον θεωρούσε απαραίτητο. Και είχε δίκιο!
Αρχικά πορευτήκαμε στους χωματόδρομους μέσα στο αρχαίο δάσος (έκτασης 13,500 εκταρίων - το μεγαλύτερο σε έρημο σ’όλη την δυτική νότια Αμερική) ανάμεσα σε δέντρα algarrobo. H πρώτη στάση ήταν κανά χιλιόμετρο μετά στο δάσος όπου αποθανατήσαμε το αρχαιότερο δέντρο, ηλικίας άνω των 1,000 ετών. Εκεί με σπουδή ο ξεναγός μας, με κυάλια και το σχετικό βιβλίο ορνιθολογίας, μας υπεδείκνυε κάθε πετούμενο που κινιόταν πάνω από τα κεφάλια μας. Προσωπικά μόνο οι τρυποκάρυδοι με το ρυθμικό τους χτύπημα στο κορμό μου έμεινε σαν εικόνα.
The millenia tree
Η επόμενη στάση ήταν σ’ένα mirador (παρατηρητήριο) στην καρδιά του δάσους όπου ακολούθησαν μαθήματα γεωλογίας. Εκεί στο πλάτωμα διαπιστώσαμε την έκταση του δάσους και στο βάθος διακρίναμε τις μεγαλύτερες από τις πυραμίδες του Batan Grande. Τότε μας... αποχαιρέτησε ο ξεναγός κι έτσι συνειδητοποίησα ότι η επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο είναι αδύνατη διότι ο δρόμος είναι “cerrado” (κλειστός). Απογοητεύτηκα μεν, όμως εμπλούτισα τα ισπανικά μου με μια χρησιμότατη λέξη που θα την επαναλάμβανα συνεχώς κατά τη διάρκεια του ταξιδιού σε μια μίξη άθλιου συντακτικού: “que hora esto cerrado?” (οι ισπανόφωνοι θα μειδιάσουν, αλλά εγώ πάντως γινόμουν κατανοητός)
Το δάσος Bosque de Pomac ενώ στο βάθος αχνοφαίνονται πυραμίδες του Βatan Grande
Χωματόδρομου συνέχεια και αλλαγή πορείας προς την κοιλάδα με τις πυραμίδες Tucume.
H κοιλάδα των πυραμίδων Tucume σε μια έκταση 200 εκταρίων αποτελείται από 26 πλινθόκτιστες πυραμίδες γύρω από τον λόφο Cerro La Raya. Όπως προανέφερα δημιουργήθηκε μετά την εγκατάλειψη του Batan Grande γύρω στο 1100 μΧ και ήταν έδρα ηγετών, ιερέων με γνώσεις στην αστρονομία, επιφανών πολεμιστών και καλλιτεχνών. Η κατασκευή αποσκοπούσε στην διατήρηση των προνομίων της αναφερθείσας ελίτ καθώς το μέγεθος των πυραμίδων δημιουργούσε δέος στον απλό λαό που κατοικοέδρευε βέβαια εκτός των ορίων της. Ακόμα και σήμερα σαμάνοι επικαλούνται τη δύναμη του Tucume και του La Raya (ή El Purgatorio όπως είναι γνωστός στους ντόπιους που αποφεύγουν να τον πλησιάζουν τη νύχτα) στις τελετές τους.
Πληρώσαμε το εισιτήριο εισόδου σαν αξιοπρεπείς επισκέπτες (ο χώρος είναι τεράστιος και μη περιφραγμένος οπότε κανείς μπορεί να τρυπώσει εκτός των ωρών λειτουργίας του) και μέσα στον ήλιο του καταμεσήμερου αρχίσαμε να περιδιαβαίνουμε ανάμεσα στα υπολείματα των πυραμίδων. Ομολογουμένως χρειάζεται αρκετή φαντασία για να αναπαραστήσεις με το μυαλό σου πώς θα ήταν τα κτίσματα αυτά την εποχή της πλήρους ακμής της πόλης. Το σαθρό υλικό κατασκευής έχει υποστεί σημαντική φθορά στους αιώνες από τα συνεχή φαινόμενα El Nino κι έτσι σήμερα φαντάζουν περισσότερο σαν λόφοι. Ατυχώς κι εδώ η αρχαιολογική σκαπάνη συνεχίζει το έργο της κι έτσι περιοριστήκαμε να ανηφορίσουμε στα παρατηρητήρια του λόφου La Raya για να αποκομίσουμε μια συνολική αίσθηση του χώρου.
Εκεί άρχισαν και τα πρώτα παρατράγουδα. Ο travelogatos δήλωσε συνεσταλμένα ότι προέκυψαν εντερικές διαταραχές και η άμεση εύρεση τουαλέτας ήταν επιβεβλημένη.
Όμως βρισκόμασταν στην κορφή του λόφου κι η λύση ήταν μονόδρομος: στις πλαγιές του λόφου, υπό το άγρυπνο βλέμμα των προγόνων Sican και με θέα τις πυραμίδες!
Ανακουφισμένος και υπό συνεχή πειράγματα, πήρε μαζί μας το δρόμο της επιστροφής προς το μικρό μουσείο, όπου οι σχετικές μακέτες ήρθαν να αναπληρώσουν το κενό για την εικόνα που είχε το Tucume στις δόξες του και πώς κατασκευάστηκε.
Moτίβα και οι πλίνθοι που χρησιμοποιήκαν γισ το χτίσιμο και τη διακόσμηση των πυραμίδων
Μακέτα της κοιλάδας πυραμίδων του Tucume. Στη μέση ο λόφος Cerro La Raya
Η επόμενη στάση ήταν στo Lambayeque λίγα χλμ έξω από το Chiclayo. H πόλη στεγάζει δύο από τα καλύτερα μουσεία της περιοχής: το Museo Arqueologico Nacional Brüning του οποίου όμως η δόξα έχει επισκιαστεί από το νεόδμητο Museo de las Tumbas Reales de Sipan. Aτυχώς το δεύτερο ήταν κλειστό (Δευτέρα ένεκα) κι έτσι περιοριστήκαμε στο πρώτο, το οποίο είχε και την δυνατότητα να φωτογραφήσεις τα εκθέματά του πράγμα τελικά σπάνιο για τα δεδομένα του Περού.
To μουσείο περιλμβάνει εξαιρετική συλλογή κεραμικών κυρίως από πολιτισμούς πρώτερους των Inca και ιδίως των Moche.
Ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος είναι η συλλογή από χρυσά αντικείμενα (κυρίως Moche) όπως κολιέ, κοσμήματα, μάσκες που χρησιμοποιούσαν οι ευγενείς και οι ιερείς στις θρησκευτικές τελετές ή σε δημόσιες εμφανίσεις.
Εδώ δράττομαι της ευκαιρίας να αναφέρω το ότι παρά την έλλειψη γραπτού λόγου, πληροφορίες για τους πολιτισμούς αυτούς έχουν αποκρυπτογραφηθεί μέσα από τη πλούσια συλλογή κεραμικών που είτε τρισδιάτατα είτε σαν εικονογραφία αναπαριστούν την καθημερινότητά τους.
Τελευταία στάση της ημέρας (μιας και χειμώνας στο Περού νύχτωνε κατά τις 6.30μμ) ήταν στη πόλη Zaña, 40 χλμ νότια του Chiclayo κατά μήκος της οδού Panamericana. Η διαδρομή ήταν ο ορισμός της πλήξης. Επίπεδη έρημος με άνυδρα βουνά μακρυά στην ενδοχώρα, ενίοτε κάποιοι αμμόλοφοι, τεράστιες διαφημίσεις, χωριά στο πουθενά πνιγμένα στον αέρα και τη σκόνη που προκαλούσαν μια θολούρα στην ατμόσφαιρα. Αναμφίβολα η ακτή του περουβιανού βορρά δεν παίρνει εύσημα για το τοπίο της.
Η Zaña λοιπόν ιδρύθηκε από τους ισπανούς αποικιοκράτες και γνώρισε ημέρες πλούτου καθώς έλεγχε όλο το παράκτιο εμπόριο. Αυτό όμως άνοιξε την όρεξη πειρατών που την κατέλαβαν το 1668, για να ολοκληρωθεί το έργο της ερήμωσης μισό αιώνα μετά με μια καταστροφική πλημμύρα. Μάρτυρες του ένδοξου παρελθόντος στέκουν σήμερα μερικά ερείπια της πόλης με σημαντικότερο το μοναστήρι του San Agustin.
Ο φύλακας του μοναστηριού-φάντασμα εκστασιάστηκε στο άκουσμα της Ελλάδας. “Madre de culturas” αναφώνησε και βάλθηκε να απαριθμεί φιλόσοφους της αρχαιότητας. Ομολογουμένως συγκινήθηκα καθώς αναλογίστηκα πως το όνομα της χώρας μας δεν δημιουργεί μόνο συνειρμούς για την οικονομική κατάντια μας.
Περιηγηθήκαμε ανάμεσα στις ερειπωμένες αψίδες του μοναστηριού, φωλιές για πουλιά πλέον, με το γλυκό απογευματινό φως να χαϊδεύει τα απομεινάρια.
Τα ερείπια του San Agustin
Η σημερινή Zaña
Στην έξοδο, μας ακολούθησε ένα λεφούσι παιδιών ρωτώντας επίμονα κάτι για “robas”. Δεν έδωσα αρχικά σημασία, όμως ήταν τόση η επιμονή τους που έβαλα τα δυνατά μου να καταλάβω τελικά τι ρωτούσαν. Τα παιδιά, ακούγοντας ότι είμασταν έλληνες, ήθελαν να μάθουν πώς λεγόταν η αρχαϊκή ενδυμασία, ο χιτώνας. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μας έδειξαν και τις σημειώσεις τους που αναφέρονταν στους σημαντικότερους αρχαιοελληνικούς μύθους (κάτι που αμφιβάλλω αν πράττουν οι “κληρονόμοι” της αρχαιοελληνικής γραμματείας σήμερα). Δεύτερη συγκίνηση…
Επιστρέψαμε στο Chiclayo λίγο πριν νυχτώσει. Ο Bernardo περήφανος μας πήγε στο αξιοθέατο της πόλης: το Paseo las Musas. Αυτό ήταν η πεμπτουσία του αρχαιοελληνικού κιτς. Μια πύλη δίκην Ερεχθείου με κακέκτυπες Καρυάτιδες και μια πλατεία με αγάλματα Μουσών. Είπα να μην τον πικράνω με τη κριτική μου, μιας κι εκεί δώσαμε τα χέρια για ν’ αναλάβει τη μετακίνησή μας σ’όλο το κομμάτι του βόρειου Περού.
Η μέρα έκλεισε με ένα γεύμα κτηνωδία στο “La Romana” με σηκωταριές, μπριζόλες, γλυκά και μπύρες (πάλι με 10 ευρώ το κεφάλι)
Την επόμενη μέρα είχε κανονιστεί να επισκεφθούμε τα μουσεία της περιοχής που δεν μπορέσαμε να δούμε λόγω αργίας και ν’ανηφορίσουμε κατά το μεσημεράκι προς τα ψηλά.
Στη πόλη Cajamarca, στα 2,720 μέτρα, για να πάρουμε μια πρώτη γεύση από υψόμετρο.
Παρά την ανάγκη για ξεκούραση, το ξυπνητήρι λάλησε κατά τις 8 παρά το πρωί ώστε να ετοιμαστούμε για το προβλεπόμενο ημερήσιο προγραμμα. Μιας και το hostal μας δεν προσέφερε πρωινό, δεν χάσαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε ομελέττες λαχανικών συνοδεία καφέ και χυμού στο “La Romana”, που θα γινόταν πλέον το στέκι μας όσες μέρες μείναμε στο Chiclayo.
O κακός σχεδιασμός ενός ταξιδιού πληρώνεται. Πρώτα αγοράστηκαν τα εισιτήρια και μετά συνειδητοποίησα ότι κάποια από τα μουσεία της περιοχής που είναι και τα βασικά αξιοθέατα, ήταν κλειστά την επομένη της άφιξής μας στο Chiclayo. Έτσι αναγκαστήκαμε να παρατείνουμε την παραμονή μας κατά μία μέρα.
Ηθικόν δίδαγμα: πάντα να έχετε κατά νου τις ημέρες και ώρες λειτουργίας αρχαιολογικών χώρων και μουσείων πριν σχεδιάσετε ένα ταξίδι.
Επιστρέψαμε στο hostal μας αναμένοντας το ταξί που υποτίθεται είχε κλειστεί για την ημερήσια εκδρομή. Περιμέναμε, περιμέναμε κι αφενός το ταξί ποτέ δεν εμφανίστηκε, αφετέρου ο ρεσεψιονίστ είχε μαύρα μεσάνυχτα για το σχετικό αίτημα. Άμεσα καλέσαμε τον señor Βernardo ο οποίος χαρωπός εμφανίστηκε τάχιστα στη πόρτα του hostal. Τέτοιους πελάτες δεν τους χάνεις στο Chiclayo.
Του υπέδειξα το δρομολόγιο, συμφωνήσαμε στη τιμή και ξεκινήσαμε αφήνοντας πίσω μας το άχρωμο Chiclayo για μια ακόμα πιο αδιάφορη διαδρομή προς το αρχαίο δάσος Bosque de Pomacστη καρδιά του οποίου βρίσκονται τα ερείπια τουBatan Grande.
Η πόλη που εκτιμάται από τους αρχαιολόγους ότι καλύπτει μια έκταση 55 τετρ.χλμ. δημιουργήθηκε από τους Sican. Γνώρισε τεράστια ακμή ειδικά στην κατεργασία του χαλκού, όμως υπήρξε κι αυτή θύμα των ακραίων καιρικών συνθηκών. Καταστροφικά El Nino προκάλεσαν πλημμύρες, ξηρασία, ασθένειες και τελικά την οργή των κατοίκων προς την κυβερνώσα ελίτ. Ως αποτέλεσμα εγκαταλείφθηκε το 12ο αιώνα και οι κάτοικοι μετακινήθηκαν στην γειτονική κοιλάδα του Tucume. Ο επισκέπτης σήμερα δεν θα δει άλλο παρά μια σειρά από πλινθόκτιστες πυραμίδες που ονομάζονται huacas, χαρακτηριστικές της αρχιτεκτονικής των Sican. Λέγεται ότι τα περισσότερα ευρήματα από χρυσό που κοσμούν μουσεία αλλά και ιδιωτικές συλλογές προέρχονται από το χώρο αυτό. Ως αποτέλεσμα η περιοχή συλήθηκε συστηματικά από αρχαιοκάπηλους μέχρι πρόσφατα (100,000 παράνομες εκσκαφές καταμετρήθηκαν)
Φτάσαμε στο διοικητικό κέντρο (!) υπεύθυνο για την προστασία του δάσους όπου καταχωρήσαμε τα ονόματά μας και μετά ανέλαβαν να μας κάνουν μια εισαγωγή σε μακέτα για την μορφολογία της περιοχής. Σε προθήκες και εικόνες μας ενημέρωσαν για την χωρίδα και την πανίδα της περιοχής. Κι όλα αυτά σε άψογα ισπανικά εκ των οποίων άρχισα δειλά δειλά να εξάγω κάποιο νόημα.
Ο υπεύθυνος ελλείψει άλλων επισκεπτών πρότεινε να μας ξεναγήσει στο χώρο έναντι πενιχρής αμοιβής, κάτι που αποδεχτήκαμε αν και το ύφος του καλού μας Bernardo έδειξε ότι δεν τον θεωρούσε απαραίτητο. Και είχε δίκιο!
Αρχικά πορευτήκαμε στους χωματόδρομους μέσα στο αρχαίο δάσος (έκτασης 13,500 εκταρίων - το μεγαλύτερο σε έρημο σ’όλη την δυτική νότια Αμερική) ανάμεσα σε δέντρα algarrobo. H πρώτη στάση ήταν κανά χιλιόμετρο μετά στο δάσος όπου αποθανατήσαμε το αρχαιότερο δέντρο, ηλικίας άνω των 1,000 ετών. Εκεί με σπουδή ο ξεναγός μας, με κυάλια και το σχετικό βιβλίο ορνιθολογίας, μας υπεδείκνυε κάθε πετούμενο που κινιόταν πάνω από τα κεφάλια μας. Προσωπικά μόνο οι τρυποκάρυδοι με το ρυθμικό τους χτύπημα στο κορμό μου έμεινε σαν εικόνα.
The millenia tree
Η επόμενη στάση ήταν σ’ένα mirador (παρατηρητήριο) στην καρδιά του δάσους όπου ακολούθησαν μαθήματα γεωλογίας. Εκεί στο πλάτωμα διαπιστώσαμε την έκταση του δάσους και στο βάθος διακρίναμε τις μεγαλύτερες από τις πυραμίδες του Batan Grande. Τότε μας... αποχαιρέτησε ο ξεναγός κι έτσι συνειδητοποίησα ότι η επίσκεψη στον αρχαιολογικό χώρο είναι αδύνατη διότι ο δρόμος είναι “cerrado” (κλειστός). Απογοητεύτηκα μεν, όμως εμπλούτισα τα ισπανικά μου με μια χρησιμότατη λέξη που θα την επαναλάμβανα συνεχώς κατά τη διάρκεια του ταξιδιού σε μια μίξη άθλιου συντακτικού: “que hora esto cerrado?” (οι ισπανόφωνοι θα μειδιάσουν, αλλά εγώ πάντως γινόμουν κατανοητός)
Το δάσος Bosque de Pomac ενώ στο βάθος αχνοφαίνονται πυραμίδες του Βatan Grande
Χωματόδρομου συνέχεια και αλλαγή πορείας προς την κοιλάδα με τις πυραμίδες Tucume.
H κοιλάδα των πυραμίδων Tucume σε μια έκταση 200 εκταρίων αποτελείται από 26 πλινθόκτιστες πυραμίδες γύρω από τον λόφο Cerro La Raya. Όπως προανέφερα δημιουργήθηκε μετά την εγκατάλειψη του Batan Grande γύρω στο 1100 μΧ και ήταν έδρα ηγετών, ιερέων με γνώσεις στην αστρονομία, επιφανών πολεμιστών και καλλιτεχνών. Η κατασκευή αποσκοπούσε στην διατήρηση των προνομίων της αναφερθείσας ελίτ καθώς το μέγεθος των πυραμίδων δημιουργούσε δέος στον απλό λαό που κατοικοέδρευε βέβαια εκτός των ορίων της. Ακόμα και σήμερα σαμάνοι επικαλούνται τη δύναμη του Tucume και του La Raya (ή El Purgatorio όπως είναι γνωστός στους ντόπιους που αποφεύγουν να τον πλησιάζουν τη νύχτα) στις τελετές τους.
Πληρώσαμε το εισιτήριο εισόδου σαν αξιοπρεπείς επισκέπτες (ο χώρος είναι τεράστιος και μη περιφραγμένος οπότε κανείς μπορεί να τρυπώσει εκτός των ωρών λειτουργίας του) και μέσα στον ήλιο του καταμεσήμερου αρχίσαμε να περιδιαβαίνουμε ανάμεσα στα υπολείματα των πυραμίδων. Ομολογουμένως χρειάζεται αρκετή φαντασία για να αναπαραστήσεις με το μυαλό σου πώς θα ήταν τα κτίσματα αυτά την εποχή της πλήρους ακμής της πόλης. Το σαθρό υλικό κατασκευής έχει υποστεί σημαντική φθορά στους αιώνες από τα συνεχή φαινόμενα El Nino κι έτσι σήμερα φαντάζουν περισσότερο σαν λόφοι. Ατυχώς κι εδώ η αρχαιολογική σκαπάνη συνεχίζει το έργο της κι έτσι περιοριστήκαμε να ανηφορίσουμε στα παρατηρητήρια του λόφου La Raya για να αποκομίσουμε μια συνολική αίσθηση του χώρου.
Εκεί άρχισαν και τα πρώτα παρατράγουδα. Ο travelogatos δήλωσε συνεσταλμένα ότι προέκυψαν εντερικές διαταραχές και η άμεση εύρεση τουαλέτας ήταν επιβεβλημένη.
Όμως βρισκόμασταν στην κορφή του λόφου κι η λύση ήταν μονόδρομος: στις πλαγιές του λόφου, υπό το άγρυπνο βλέμμα των προγόνων Sican και με θέα τις πυραμίδες!
Ανακουφισμένος και υπό συνεχή πειράγματα, πήρε μαζί μας το δρόμο της επιστροφής προς το μικρό μουσείο, όπου οι σχετικές μακέτες ήρθαν να αναπληρώσουν το κενό για την εικόνα που είχε το Tucume στις δόξες του και πώς κατασκευάστηκε.
Moτίβα και οι πλίνθοι που χρησιμοποιήκαν γισ το χτίσιμο και τη διακόσμηση των πυραμίδων
Μακέτα της κοιλάδας πυραμίδων του Tucume. Στη μέση ο λόφος Cerro La Raya
Η επόμενη στάση ήταν στo Lambayeque λίγα χλμ έξω από το Chiclayo. H πόλη στεγάζει δύο από τα καλύτερα μουσεία της περιοχής: το Museo Arqueologico Nacional Brüning του οποίου όμως η δόξα έχει επισκιαστεί από το νεόδμητο Museo de las Tumbas Reales de Sipan. Aτυχώς το δεύτερο ήταν κλειστό (Δευτέρα ένεκα) κι έτσι περιοριστήκαμε στο πρώτο, το οποίο είχε και την δυνατότητα να φωτογραφήσεις τα εκθέματά του πράγμα τελικά σπάνιο για τα δεδομένα του Περού.
To μουσείο περιλμβάνει εξαιρετική συλλογή κεραμικών κυρίως από πολιτισμούς πρώτερους των Inca και ιδίως των Moche.
Ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος είναι η συλλογή από χρυσά αντικείμενα (κυρίως Moche) όπως κολιέ, κοσμήματα, μάσκες που χρησιμοποιούσαν οι ευγενείς και οι ιερείς στις θρησκευτικές τελετές ή σε δημόσιες εμφανίσεις.
Εδώ δράττομαι της ευκαιρίας να αναφέρω το ότι παρά την έλλειψη γραπτού λόγου, πληροφορίες για τους πολιτισμούς αυτούς έχουν αποκρυπτογραφηθεί μέσα από τη πλούσια συλλογή κεραμικών που είτε τρισδιάτατα είτε σαν εικονογραφία αναπαριστούν την καθημερινότητά τους.
Τελευταία στάση της ημέρας (μιας και χειμώνας στο Περού νύχτωνε κατά τις 6.30μμ) ήταν στη πόλη Zaña, 40 χλμ νότια του Chiclayo κατά μήκος της οδού Panamericana. Η διαδρομή ήταν ο ορισμός της πλήξης. Επίπεδη έρημος με άνυδρα βουνά μακρυά στην ενδοχώρα, ενίοτε κάποιοι αμμόλοφοι, τεράστιες διαφημίσεις, χωριά στο πουθενά πνιγμένα στον αέρα και τη σκόνη που προκαλούσαν μια θολούρα στην ατμόσφαιρα. Αναμφίβολα η ακτή του περουβιανού βορρά δεν παίρνει εύσημα για το τοπίο της.
Η Zaña λοιπόν ιδρύθηκε από τους ισπανούς αποικιοκράτες και γνώρισε ημέρες πλούτου καθώς έλεγχε όλο το παράκτιο εμπόριο. Αυτό όμως άνοιξε την όρεξη πειρατών που την κατέλαβαν το 1668, για να ολοκληρωθεί το έργο της ερήμωσης μισό αιώνα μετά με μια καταστροφική πλημμύρα. Μάρτυρες του ένδοξου παρελθόντος στέκουν σήμερα μερικά ερείπια της πόλης με σημαντικότερο το μοναστήρι του San Agustin.
Ο φύλακας του μοναστηριού-φάντασμα εκστασιάστηκε στο άκουσμα της Ελλάδας. “Madre de culturas” αναφώνησε και βάλθηκε να απαριθμεί φιλόσοφους της αρχαιότητας. Ομολογουμένως συγκινήθηκα καθώς αναλογίστηκα πως το όνομα της χώρας μας δεν δημιουργεί μόνο συνειρμούς για την οικονομική κατάντια μας.
Περιηγηθήκαμε ανάμεσα στις ερειπωμένες αψίδες του μοναστηριού, φωλιές για πουλιά πλέον, με το γλυκό απογευματινό φως να χαϊδεύει τα απομεινάρια.
Τα ερείπια του San Agustin
Η σημερινή Zaña
Στην έξοδο, μας ακολούθησε ένα λεφούσι παιδιών ρωτώντας επίμονα κάτι για “robas”. Δεν έδωσα αρχικά σημασία, όμως ήταν τόση η επιμονή τους που έβαλα τα δυνατά μου να καταλάβω τελικά τι ρωτούσαν. Τα παιδιά, ακούγοντας ότι είμασταν έλληνες, ήθελαν να μάθουν πώς λεγόταν η αρχαϊκή ενδυμασία, ο χιτώνας. Και σαν να μην έφτανε αυτό, μας έδειξαν και τις σημειώσεις τους που αναφέρονταν στους σημαντικότερους αρχαιοελληνικούς μύθους (κάτι που αμφιβάλλω αν πράττουν οι “κληρονόμοι” της αρχαιοελληνικής γραμματείας σήμερα). Δεύτερη συγκίνηση…
Επιστρέψαμε στο Chiclayo λίγο πριν νυχτώσει. Ο Bernardo περήφανος μας πήγε στο αξιοθέατο της πόλης: το Paseo las Musas. Αυτό ήταν η πεμπτουσία του αρχαιοελληνικού κιτς. Μια πύλη δίκην Ερεχθείου με κακέκτυπες Καρυάτιδες και μια πλατεία με αγάλματα Μουσών. Είπα να μην τον πικράνω με τη κριτική μου, μιας κι εκεί δώσαμε τα χέρια για ν’ αναλάβει τη μετακίνησή μας σ’όλο το κομμάτι του βόρειου Περού.
Η μέρα έκλεισε με ένα γεύμα κτηνωδία στο “La Romana” με σηκωταριές, μπριζόλες, γλυκά και μπύρες (πάλι με 10 ευρώ το κεφάλι)
Την επόμενη μέρα είχε κανονιστεί να επισκεφθούμε τα μουσεία της περιοχής που δεν μπορέσαμε να δούμε λόγω αργίας και ν’ανηφορίσουμε κατά το μεσημεράκι προς τα ψηλά.
Στη πόλη Cajamarca, στα 2,720 μέτρα, για να πάρουμε μια πρώτη γεύση από υψόμετρο.
Last edited: