travelbreak
Member
- Μηνύματα
- 1.968
- Likes
- 17.262
- Επόμενο Ταξίδι
- ???
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Πρώτη και δεύτερη μέρα, Dushanbe
- Dushanbe-Kalaikhum 350 χιλιόμετρα
- Kalaikhum – Rushan, 180 χιλιόμετρα.
- Rushan, Jizev trekking, Khorong
- Από το Khorogh στο Ishkashim
- Ishkashim – Langar, 135 χλμ. 1ο μέρος
- Ishkashim – Langar, 135 χλμ. 2ο μέρος
- Από το Langar στο Murghab, 240 χλμ. Μέρος 1ο
- Από το Langar στο Murghab, 240 χλμ. Μέρος 2ο
- Επίσκεψη στην λίμνη Καρακούλ. Μέρος 1ο. Δυο μικρές λίμνες.
- Επίσκεψη στην λίμνη Καρακούλ. Μέρος 2ο. Η διαδρομή.
- Επίσκεψη στην λίμνη Καρακούλ. Μέρος 3ο. Η λίμνη και η επιστροφή.
- Από το Murghab, μέσω Modiyan, στο Bulunkul. 250χλμ. Μέρος 1ο
- Από το Murghab, μέσω Modiyan, στο Bulunkul. 250χλμ. Μέρος 2ο
- Από το Murghab, μέσω Modiyan, στο Bulunkul. 250χλμ. Μέρος 3ο
- Από το Bulunkul επιστροφή στο Khorog
- Στο γνωστό δρόμο από το Khorog στο Kalaikhum, 260 χλμ.
- Από το kalaikhum στο Ντουανμπέ, 360 χλμ.
- Από το Ντουσανμπέ στη λίμνη Ισκαντέρ και στο Panjikent
- Στις Επτά Λίμνες
- Επιστροφή στο Ντουσανμπέ.
- Τελευταίες βόλτες στο Ντουσανμπέ.
- Επίλογος.
- Videos
Στις Επτά Λίμνες
Όταν αποφάσιζα για το ποιο πρόγραμμα να διαλέξω στο ταξίδι του Τατζικιστάν, είχα κάποιες επιλογές, μεταξύ των οποίων ήταν και να μην επισκεφτούμε τα Fann Mountains. Ευτυχώς προτίμησα να μείνουμε περισσότερες μέρες και να ανέβουμε σε αυτά τα υπέροχα βουνά. Φυσικά δεν τα είδαμε όλα, όμως σε δυο μέρες πήραμε μία ιδέα του τοπίου. Κρίμα που δε σκέφτηκα πριν μερικές μέρες, όταν συζητούσαμε τι θα κάναμε με την αλλαγή που προέκυψε στο πρόγραμμα, να προσθέσω την μία μέρα που χαρίσαμε στο πρακτορείο στην περιοχή των βουνών Fann. Είχαμε πληρώσει 15 μέρες και τελικά κάναμε μόνο τις 14, αφού δε γινόταν να πάμε στο νοτιοανατολικό Τατζικιστάν.
Τη σκέψη αυτή δυστυχώς την έκανα μόνο αφού είχαμε επιστρέψει στο Ντουσανμπέ, από τα βουνά Fann και τα αδέρφια που μας έκαναν τα βουνά είχαν φύγει οριστικά.
Σήμερα λοιπόν στις 8:00, μετά το πρωινό που μας παρείχε το ξενοδοχείο στο Panjikent, ξεκινήσαμε για να πάμε στην περιοχή των Επτά Λιμνών. Ο Daniyar και ο αδερφός του (εδώ να πω ότι και ο Μπακτίρ είναι επαγγελματίας οδηγός που το καλοκαίρι δουλεύει με πρακτορείο στο Τατζικιστάν και η οικογένειά του ζει στο Κιργιστάν, όπου πάει και αυτός το χειμώνα) δεν είχαν ξαναπάει σε αυτή την περιοχή. Δεν ήξεραν καλά καλά και τον δρόμο.
Ξεκινήσαμε από το Panjikent με κατεύθυνση προς το Ντουσανμπέ, αλλά πολύ γρήγορα στρίψαμε δεξιά και ακολουθήσαμε ένα ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Μετά από ακόμα μερικά χιλιόμετρα ο δρόμος έγινε χωμάτινος και συνεχίσαμε για σχεδόν μία ώρα, μέχρι να φτάσουμε στην πρώτη λίμνη. Φυσικά κάθε μία από αυτές τις επτά, έχει το δικό της όνομα. Πού να θυμάσαι τώρα τέτοια ονόματα! Ο δρόμος μας ακολουθούσε την πορεία ενός μικρού ποταμού, ο οποίος πάντα κατέληγε και σε μία από αυτές τις λίμνες. Άλλοτε ήμασταν από τη μία του πλευρά και άλλοτε από την άλλη. Κάθε τόσο σταματούσαμε για να τραβήξουμε φωτογραφίες γιατί το θέαμα ήταν πολύ όμορφο. Σε αυτή τη διαδρομή περνούσαμε και από κάποια γραφικά και πολύ όμορφα χωριά όπου βλέπαμε φυσιογνωμίες ντόπιων πολύ κλασικές.
Γενικά οι λίμνες δεν είχαν κάτι το ιδιαίτερο, αλλά συνολικά ήταν ένα θέαμα πάρα πολύ όμορφο. Υπήρχαν λίμνες που ήταν μικρές, δηλαδή με μήκος 100 μέτρων, κι άλλες που είχαν μήκος ένα χιλιόμετρο. Το μέγιστο πλάτος όλων αυτών των λιμνών δεν ήταν περισσότερο από 300 μέτρα. Όταν φτάσαμε στην έκτη λίμνη προχωρήσαμε μέχρι που τελείωνε και εκεί το αυτοκίνητο σταμάτησε. Στο σημείο αυτό έπρεπε να κατεβούμε και να συνεχίσουμε με τα πόδια μέχρι την έβδομη λίμνη. Οι δύο συνοδοί μας, ενώ στην αρχή έλεγαν ότι θα μας ακολουθούσαν στο μονοπάτι για την έβδομη λίμνη, τελικά δεν το έκαναν.
Πιστεύαμε ότι αφού δεν συνεχίζουν τα αυτοκίνητα για να μας μεταφέρουν πιο πέρα, περιμέναμε ότι θα είναι κάποιο μικρό μονοπάτι που οδηγεί ως εκεί. Όμως σίγουρα μέχρι την έβδομη λίμνη μπορούσε να πάει ένα Jeep. Όμως για κάποιο λόγο αυτό δεν επιτρεπόταν. Αφού όταν φτάσαμε στο σημείο που παρκάραμε στην έκτη λίμνη, ήταν και άλλα αυτοκίνητα σταματημένα εκεί.
Ξεκινήσαμε και οι τέσσερις περίπου στις 12:00 το μεσημέρι την ανάβαση προς την έβδομη λίμνη. Ακολουθήσαμε το δρόμο και μετά από μία ώρα και κάτι, φτάσαμε στην τελευταία λίμνη. Ήταν και αυτή το ίδιο όμορφη όπως και οι άλλες, αλλά η διαδρομή μέχρι εκεί ήταν που άξιζε περισσότερο.
Αφού καθίσαμε περίπου μισή ώρα εκεί, επιστρέψαμε λίγο μετά τις 14:00 στο σημείο που είχε παρκάρει το τζιπ που μας είχε μεταφέρει. Εκεί ήταν ένας μικρός οικισμός και πολλοί άνθρωποι έκαναν διάφορες δουλειές. Στη διαδρομή προς και από την έβδομη λίμνη, είδαμε ωραίες εικόνες με ανθρώπους και ντόπιες φυσιογνωμίες που ανέβαιναν με γαϊδούρια ή με τα πόδια προς διάφορα σημεία προς την έβδομη λίμνη.
Κάποια στιγμή επιβιβαστήκαμε στο αυτοκίνητό μας και πήραμε την αντίστροφη πορεία ώστε να φτάσουμε στο ξενοδοχείο μας περίπου στις 5:00 το απόγευμα. Στη διαδρομή μας έπιασε όμως ένα λάστιχο αλλά δεν καθυστερήσαμε αρκετά αφού πολύ γρήγορα το αντικατέστησαν με την ρεζέρβα.
Στο ξενοδοχείο ξεκουραστήκαμε μέχρι τις 7:30 όπου είχαμε δώσει ραντεβού με τα παιδιά. Τους είχα πει για να πάμε για φαγητό. Εν τω μεταξύ εμείς επειδή πεινούσαμε είχαμε τσιμπήσει στο δωμάτιο μερικά πράγματα που είχαμε. Στο δρόμο ψάχναμε να βρούμε κάτι ευπρεπές για να φάμε, όμως τα μαγαζιά που προσέφεραν φαγητό είτε δεν είχαν καρέκλες με τραπέζια για να καθίσουμε είτε τα είχαν, αλλά ήταν μέσα στο κτίριο. Και αυτό δεν το θέλαμε. Άνοιξα λοιπόν το Google και εκεί κοντά που ήμασταν υπήρχε ένα εστιατόριο που φανταζόμασταν ότι αφού είναι στο Google θα έχει κάποιο επίπεδο. Ονομαζόταν Dilovara. Για να φτάσουμε έπρεπε να περάσουμε από κάποια στενά δρομάκια, σύμφωνα με τις οδηγίες του πλοηγού, που δεν είχαν καθόλου καλή εμφάνιση. Ουσιαστικά ήταν μέρη φτωχολογιάς και δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι θα μπορούσαν να φιλοξενούν ένα καλούτσικο εστιατόριο. Όταν φτάσαμε στο σημείο που έδειχνα το GPS δεν υπήρχε καθόλου εστιατόριο.
Ευτυχώς εκείνη την ώρα άνοιγε η πόρτα ενός γκαράζ και ένας ηλικιωμένος κύριος και ετοιμαζόταν να βγει με το αυτοκίνητό του. Ο άνθρωπος μας χαιρέτησε ευγενικά, όπως όλοι εδώ στο Τατζικιστάν, και εμείς ετοιμαζόμασταν να συνεχίσουμε την πορεία μας για να ξαναβρεθούμε στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Αυτός όμως μας είπε ότι είναι αδιέξοδο από κει και δεν έχει νόημα να προχωρήσουμε. Μάλιστα όταν προσφέρθηκε να μας μεταφέρει εκείνος με το αυτοκίνητό του, πολύ χαρήκαμε και μπήκαμε ευχαρίστως μέσα. Εγώ είχα την ιδέα να του πω το όνομα του εστιατορίου που ψάχναμε και αυτός χωρίς να ξέρει καμία λέξη στα Αγγλικά μας εξήγησε ότι θα μας μεταφέρει εκεί ακριβώς που θέλαμε. Και πράγματι το έκανε.
Το εστιατόριο Dilovara ήτανε μέσα στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Όμως δεν είχε καμιά ταμπέλα ούτε και υποψιαζόσουν ότι θα υπήρχε εστιατόριο εκεί. Ο πλοηγός μας οδηγούσε τελείως λάθος, αν και γενικά στο σωστό μέρος. Μόνο που δεν υπήρχε δρόμος από εκεί για να το προσεγγίσεις.
Ευχαριστήσαμε τον άνθρωπο και έφυγε, ενώ εμείς μπήκαμε σε ένα στενάκι όπου ήταν το εστιατόριο. Όταν προχωρήσαμε και μπήκαμε στο χώρο είδαμε ένα πανέμορφο μέρος: ήταν ένα τεράστιο οικόπεδο το οποίο ήταν σκεπασμένο αλλά είχες την αίσθηση ότι ήσουν έξω σαν να ήταν τελείως ανοιχτά ο κεντρικός χώρος. Στο κέντρο ήταν άδειος με μια μικρή διακόσμηση. Στη μία πλευρά ήταν μία εξέδρα για να παίζει μία ορχήστρα. Στην αντίθετη κατεύθυνση ήταν ο χώρος του μπαρ και των ποτών και δεξιά και αριστερά δεν υπήρχαν πάνω από 10 τραπέζια, πολύ μεγάλα για τις παρέες που θα κάθονταν για φαγητό. Από αυτά τα 10 τραπέζια τα μισά είχαν κόσμο. Αφού είδαμε το μενού και ο χώρος μας άρεσε πολύ καθίσαμε και φάγαμε παϊδάκια, ήπιαμε μπύρες και πληρώσαμε περίπου 11 ευρώ το ζευγάρι. Φυσικά στις 9:30 το μαγαζί είχε αδειάσει τελείως, γι’ αυτό και εμείς φύγαμε και πήγαμε στα δωμάτιά μας να ξεκουραστούμε.
Όπως μας είπε ο αδερφός του Ντάνιγιαρ, ο Μπακτίρ, στο Τατζικιστάν μιλάνε οι άνθρωποι τρεις διαφορετικές γλώσσες, που δεν έχουν καμία σχέση η μία με την άλλη. Τη μία γλώσσα όμως που επικρατεί και διδάσκεται στα σχολεία, και την μιλάνε όλοι έτσι κι αλλιώς, είναι τα φαρσί τα οποία μοιάζουν πάρα πολύ και είναι ουσιαστικά αυτά που μιλάνε στην Περσία. Γι’ αυτό και εδώ οι άνθρωποι νιώθουν πιο πολύ κοντά με τους Ιρανούς. Οι υπόλοιπες γλώσσες των άλλων χωρών της Κεντρικής Ασίας, δηλαδή του Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν, Καζακστάν και Κιργιστάν είναι γλώσσες τουρκογενείς, πράγμα που έτσι κι αλλιώς το ξέραμε για τα ουζμπέκικα. Οι ντόπιοι εδώ πάντως δεν έχουν κανένα πρόβλημα με τους Τούρκους. Όμως θεωρούν ότι αυτοί μιλάνε μία άλλη γλώσσα συγγενή της περσικής. Μάλιστα μου είπε ότι μπορεί άνετα να συνεννοηθεί με τους Πέρσες. Έχουμε πει ότι ο Ντάνιγιαρ είναι από το Τατζικιστάν αλλά σε αυτή τη χώρα έρχεται μόνο το καλοκαίρι για να εργαστεί ως οδηγός ενός Land Cruiser το οποίο νοικιάζει από ένα γνωστό του στο Κιργιστάν. Εκτός από το καλοκαίρι όλο το υπόλοιπο διάστημα της ζωής του το ζει στο Κιργιστάν στην πόλη Osh. Εκεί ζει και όλη του η οικογένεια. Είναι 45 ετών και έχει και εγγόνια από την κόρη του, ενώ τα αγόρια του πάνε στο σχολείο ακόμα στο Κιργιστάν. Ζουν εκεί και οι γονείς του. Συγκεκριμένα η γυναίκα του κατάγεται από το Κιργιστάν. Επίσης, το έχω ξαναπεί, μένει και ο αδερφός του εκεί το περισσότερο διάστημα και έρχεται το Τατζικιστάν το καλοκαίρι για να εργαστεί.
Όταν αποφάσιζα για το ποιο πρόγραμμα να διαλέξω στο ταξίδι του Τατζικιστάν, είχα κάποιες επιλογές, μεταξύ των οποίων ήταν και να μην επισκεφτούμε τα Fann Mountains. Ευτυχώς προτίμησα να μείνουμε περισσότερες μέρες και να ανέβουμε σε αυτά τα υπέροχα βουνά. Φυσικά δεν τα είδαμε όλα, όμως σε δυο μέρες πήραμε μία ιδέα του τοπίου. Κρίμα που δε σκέφτηκα πριν μερικές μέρες, όταν συζητούσαμε τι θα κάναμε με την αλλαγή που προέκυψε στο πρόγραμμα, να προσθέσω την μία μέρα που χαρίσαμε στο πρακτορείο στην περιοχή των βουνών Fann. Είχαμε πληρώσει 15 μέρες και τελικά κάναμε μόνο τις 14, αφού δε γινόταν να πάμε στο νοτιοανατολικό Τατζικιστάν.

Τη σκέψη αυτή δυστυχώς την έκανα μόνο αφού είχαμε επιστρέψει στο Ντουσανμπέ, από τα βουνά Fann και τα αδέρφια που μας έκαναν τα βουνά είχαν φύγει οριστικά.
Σήμερα λοιπόν στις 8:00, μετά το πρωινό που μας παρείχε το ξενοδοχείο στο Panjikent, ξεκινήσαμε για να πάμε στην περιοχή των Επτά Λιμνών. Ο Daniyar και ο αδερφός του (εδώ να πω ότι και ο Μπακτίρ είναι επαγγελματίας οδηγός που το καλοκαίρι δουλεύει με πρακτορείο στο Τατζικιστάν και η οικογένειά του ζει στο Κιργιστάν, όπου πάει και αυτός το χειμώνα) δεν είχαν ξαναπάει σε αυτή την περιοχή. Δεν ήξεραν καλά καλά και τον δρόμο.

Ξεκινήσαμε από το Panjikent με κατεύθυνση προς το Ντουσανμπέ, αλλά πολύ γρήγορα στρίψαμε δεξιά και ακολουθήσαμε ένα ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Μετά από ακόμα μερικά χιλιόμετρα ο δρόμος έγινε χωμάτινος και συνεχίσαμε για σχεδόν μία ώρα, μέχρι να φτάσουμε στην πρώτη λίμνη. Φυσικά κάθε μία από αυτές τις επτά, έχει το δικό της όνομα. Πού να θυμάσαι τώρα τέτοια ονόματα! Ο δρόμος μας ακολουθούσε την πορεία ενός μικρού ποταμού, ο οποίος πάντα κατέληγε και σε μία από αυτές τις λίμνες. Άλλοτε ήμασταν από τη μία του πλευρά και άλλοτε από την άλλη. Κάθε τόσο σταματούσαμε για να τραβήξουμε φωτογραφίες γιατί το θέαμα ήταν πολύ όμορφο. Σε αυτή τη διαδρομή περνούσαμε και από κάποια γραφικά και πολύ όμορφα χωριά όπου βλέπαμε φυσιογνωμίες ντόπιων πολύ κλασικές.




Γενικά οι λίμνες δεν είχαν κάτι το ιδιαίτερο, αλλά συνολικά ήταν ένα θέαμα πάρα πολύ όμορφο. Υπήρχαν λίμνες που ήταν μικρές, δηλαδή με μήκος 100 μέτρων, κι άλλες που είχαν μήκος ένα χιλιόμετρο. Το μέγιστο πλάτος όλων αυτών των λιμνών δεν ήταν περισσότερο από 300 μέτρα. Όταν φτάσαμε στην έκτη λίμνη προχωρήσαμε μέχρι που τελείωνε και εκεί το αυτοκίνητο σταμάτησε. Στο σημείο αυτό έπρεπε να κατεβούμε και να συνεχίσουμε με τα πόδια μέχρι την έβδομη λίμνη. Οι δύο συνοδοί μας, ενώ στην αρχή έλεγαν ότι θα μας ακολουθούσαν στο μονοπάτι για την έβδομη λίμνη, τελικά δεν το έκαναν.





Πιστεύαμε ότι αφού δεν συνεχίζουν τα αυτοκίνητα για να μας μεταφέρουν πιο πέρα, περιμέναμε ότι θα είναι κάποιο μικρό μονοπάτι που οδηγεί ως εκεί. Όμως σίγουρα μέχρι την έβδομη λίμνη μπορούσε να πάει ένα Jeep. Όμως για κάποιο λόγο αυτό δεν επιτρεπόταν. Αφού όταν φτάσαμε στο σημείο που παρκάραμε στην έκτη λίμνη, ήταν και άλλα αυτοκίνητα σταματημένα εκεί.



Ξεκινήσαμε και οι τέσσερις περίπου στις 12:00 το μεσημέρι την ανάβαση προς την έβδομη λίμνη. Ακολουθήσαμε το δρόμο και μετά από μία ώρα και κάτι, φτάσαμε στην τελευταία λίμνη. Ήταν και αυτή το ίδιο όμορφη όπως και οι άλλες, αλλά η διαδρομή μέχρι εκεί ήταν που άξιζε περισσότερο.





Αφού καθίσαμε περίπου μισή ώρα εκεί, επιστρέψαμε λίγο μετά τις 14:00 στο σημείο που είχε παρκάρει το τζιπ που μας είχε μεταφέρει. Εκεί ήταν ένας μικρός οικισμός και πολλοί άνθρωποι έκαναν διάφορες δουλειές. Στη διαδρομή προς και από την έβδομη λίμνη, είδαμε ωραίες εικόνες με ανθρώπους και ντόπιες φυσιογνωμίες που ανέβαιναν με γαϊδούρια ή με τα πόδια προς διάφορα σημεία προς την έβδομη λίμνη.









Κάποια στιγμή επιβιβαστήκαμε στο αυτοκίνητό μας και πήραμε την αντίστροφη πορεία ώστε να φτάσουμε στο ξενοδοχείο μας περίπου στις 5:00 το απόγευμα. Στη διαδρομή μας έπιασε όμως ένα λάστιχο αλλά δεν καθυστερήσαμε αρκετά αφού πολύ γρήγορα το αντικατέστησαν με την ρεζέρβα.









Στο ξενοδοχείο ξεκουραστήκαμε μέχρι τις 7:30 όπου είχαμε δώσει ραντεβού με τα παιδιά. Τους είχα πει για να πάμε για φαγητό. Εν τω μεταξύ εμείς επειδή πεινούσαμε είχαμε τσιμπήσει στο δωμάτιο μερικά πράγματα που είχαμε. Στο δρόμο ψάχναμε να βρούμε κάτι ευπρεπές για να φάμε, όμως τα μαγαζιά που προσέφεραν φαγητό είτε δεν είχαν καρέκλες με τραπέζια για να καθίσουμε είτε τα είχαν, αλλά ήταν μέσα στο κτίριο. Και αυτό δεν το θέλαμε. Άνοιξα λοιπόν το Google και εκεί κοντά που ήμασταν υπήρχε ένα εστιατόριο που φανταζόμασταν ότι αφού είναι στο Google θα έχει κάποιο επίπεδο. Ονομαζόταν Dilovara. Για να φτάσουμε έπρεπε να περάσουμε από κάποια στενά δρομάκια, σύμφωνα με τις οδηγίες του πλοηγού, που δεν είχαν καθόλου καλή εμφάνιση. Ουσιαστικά ήταν μέρη φτωχολογιάς και δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι θα μπορούσαν να φιλοξενούν ένα καλούτσικο εστιατόριο. Όταν φτάσαμε στο σημείο που έδειχνα το GPS δεν υπήρχε καθόλου εστιατόριο.
Ευτυχώς εκείνη την ώρα άνοιγε η πόρτα ενός γκαράζ και ένας ηλικιωμένος κύριος και ετοιμαζόταν να βγει με το αυτοκίνητό του. Ο άνθρωπος μας χαιρέτησε ευγενικά, όπως όλοι εδώ στο Τατζικιστάν, και εμείς ετοιμαζόμασταν να συνεχίσουμε την πορεία μας για να ξαναβρεθούμε στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Αυτός όμως μας είπε ότι είναι αδιέξοδο από κει και δεν έχει νόημα να προχωρήσουμε. Μάλιστα όταν προσφέρθηκε να μας μεταφέρει εκείνος με το αυτοκίνητό του, πολύ χαρήκαμε και μπήκαμε ευχαρίστως μέσα. Εγώ είχα την ιδέα να του πω το όνομα του εστιατορίου που ψάχναμε και αυτός χωρίς να ξέρει καμία λέξη στα Αγγλικά μας εξήγησε ότι θα μας μεταφέρει εκεί ακριβώς που θέλαμε. Και πράγματι το έκανε.
Το εστιατόριο Dilovara ήτανε μέσα στον κεντρικό δρόμο της πόλης. Όμως δεν είχε καμιά ταμπέλα ούτε και υποψιαζόσουν ότι θα υπήρχε εστιατόριο εκεί. Ο πλοηγός μας οδηγούσε τελείως λάθος, αν και γενικά στο σωστό μέρος. Μόνο που δεν υπήρχε δρόμος από εκεί για να το προσεγγίσεις.
Ευχαριστήσαμε τον άνθρωπο και έφυγε, ενώ εμείς μπήκαμε σε ένα στενάκι όπου ήταν το εστιατόριο. Όταν προχωρήσαμε και μπήκαμε στο χώρο είδαμε ένα πανέμορφο μέρος: ήταν ένα τεράστιο οικόπεδο το οποίο ήταν σκεπασμένο αλλά είχες την αίσθηση ότι ήσουν έξω σαν να ήταν τελείως ανοιχτά ο κεντρικός χώρος. Στο κέντρο ήταν άδειος με μια μικρή διακόσμηση. Στη μία πλευρά ήταν μία εξέδρα για να παίζει μία ορχήστρα. Στην αντίθετη κατεύθυνση ήταν ο χώρος του μπαρ και των ποτών και δεξιά και αριστερά δεν υπήρχαν πάνω από 10 τραπέζια, πολύ μεγάλα για τις παρέες που θα κάθονταν για φαγητό. Από αυτά τα 10 τραπέζια τα μισά είχαν κόσμο. Αφού είδαμε το μενού και ο χώρος μας άρεσε πολύ καθίσαμε και φάγαμε παϊδάκια, ήπιαμε μπύρες και πληρώσαμε περίπου 11 ευρώ το ζευγάρι. Φυσικά στις 9:30 το μαγαζί είχε αδειάσει τελείως, γι’ αυτό και εμείς φύγαμε και πήγαμε στα δωμάτιά μας να ξεκουραστούμε.

Όπως μας είπε ο αδερφός του Ντάνιγιαρ, ο Μπακτίρ, στο Τατζικιστάν μιλάνε οι άνθρωποι τρεις διαφορετικές γλώσσες, που δεν έχουν καμία σχέση η μία με την άλλη. Τη μία γλώσσα όμως που επικρατεί και διδάσκεται στα σχολεία, και την μιλάνε όλοι έτσι κι αλλιώς, είναι τα φαρσί τα οποία μοιάζουν πάρα πολύ και είναι ουσιαστικά αυτά που μιλάνε στην Περσία. Γι’ αυτό και εδώ οι άνθρωποι νιώθουν πιο πολύ κοντά με τους Ιρανούς. Οι υπόλοιπες γλώσσες των άλλων χωρών της Κεντρικής Ασίας, δηλαδή του Τουρκμενιστάν, Ουζμπεκιστάν, Καζακστάν και Κιργιστάν είναι γλώσσες τουρκογενείς, πράγμα που έτσι κι αλλιώς το ξέραμε για τα ουζμπέκικα. Οι ντόπιοι εδώ πάντως δεν έχουν κανένα πρόβλημα με τους Τούρκους. Όμως θεωρούν ότι αυτοί μιλάνε μία άλλη γλώσσα συγγενή της περσικής. Μάλιστα μου είπε ότι μπορεί άνετα να συνεννοηθεί με τους Πέρσες. Έχουμε πει ότι ο Ντάνιγιαρ είναι από το Τατζικιστάν αλλά σε αυτή τη χώρα έρχεται μόνο το καλοκαίρι για να εργαστεί ως οδηγός ενός Land Cruiser το οποίο νοικιάζει από ένα γνωστό του στο Κιργιστάν. Εκτός από το καλοκαίρι όλο το υπόλοιπο διάστημα της ζωής του το ζει στο Κιργιστάν στην πόλη Osh. Εκεί ζει και όλη του η οικογένεια. Είναι 45 ετών και έχει και εγγόνια από την κόρη του, ενώ τα αγόρια του πάνε στο σχολείο ακόμα στο Κιργιστάν. Ζουν εκεί και οι γονείς του. Συγκεκριμένα η γυναίκα του κατάγεται από το Κιργιστάν. Επίσης, το έχω ξαναπεί, μένει και ο αδερφός του εκεί το περισσότερο διάστημα και έρχεται το Τατζικιστάν το καλοκαίρι για να εργαστεί.