Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.220
- Likes
- 55.392
- Επόμενο Ταξίδι
- Nipon-Αλάσκα-Yellowstone
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 1: Προσδοκίες, αναχώρηση από Ελλάδα προς Σιγκαπούρη
- Κεφάλαιο 2: Κάποιες ώρες στη Σιγκαπούρη και κάποιο κατάλυμα στο Μπαλί
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 3: Ναοί, βατράχια, αράχνες, φαράγγια και η Μητέρα των Ναών
- Φωτογραφίες
- Φωτογραφίες
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 4: Ο Νότος, το Μπαλί που δε θέλω να ξέρω
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 5: Ναοί, βροχή, χοροί και το Μπαλί που αγάπησα
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 6: Ο τουρισμός στην εποχή του Instagram και το “βαθύ” Μπαλί που δε μασάει από τέτοια
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 7: Nusa Penida, ο παράδεισος της παραλίας και η κόλαση της "ασφάλτου"
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 8: Χαλάρωση, σκάλες και σεισμός στη Nusa Penida
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 9: Denpasar, Kuta κι άλλα μέρη που πάμε μόνο αν είμαστε υποχρεωμένοι
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 10: Tana Toraja, χωρίς νεροβούβαλο δεν έχει παράδεισο
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 11: Αχ τα καημένα τα γουρουνάκια
- Φωτογραφίες
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 12: Makassar, το ενδιαφέρον αδιάφορο
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 13: Raja Ampat, καλώς φτάσαμε στον παράδεισο
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 14: Ο υποθαλάσσιος τοίχος, η παραλία-θαύμα, ένας θάνατος, ποντικός-σκαθάρι και λίγα αίματα
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 15: Τα καρχαρίνια, ο παράδεισος και το απρόβλεπτο της ζωής (και του θανάτου)
- Φωτογραφίες
- Kεφάλαιο 16: Sorong, μια άγνωστη ευχάριστη έκπληξη και η επικείμενη ανατροπή
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 17: Manado, η πόλη που δεν μας έκατσε άσχημα
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 18: Ένας κρατήρας, η κυνοφαγία, τα ρεκόρ γκίνες, οι κουκουβάγιες, ένα μουσείο ναρκεμπόρων και το καυτό νερό και φαγητό
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 19: Ένα βροχερό stopover και το πολυαναμενόμενο Kai Kecil
- Φωτογραφίες
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 20: Με μηχανάκι στον παράδεισο
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 21: To sandbar και η αθωότητα
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 22: Και δυο μέρες στη Τζακάρτα
- Φωτογραφίες
- Κεφάλαιο 23: Σύνοψη, συμπεράσματα, αξιολόγηση κι επεράσαμε όμορφα-όμορφα-όμορφα
Κεφάλαιο 19: Ένα βροχερό stopover και το πολυαναμενόμενο Kai Kecil
Φύγαμε χαλαρά για το αεροδρόμιο, αφού η πτήση μας ήταν στις 11.30 . Το πρωινό μας είχε και σχετική ποικιλία, για να μην πω ότι θα έπρεπε να λογίζεται ως κανονικό γεύμα, αφού σέρβιραν από τηγανητό ρύζι και noodles μέχρι γλυκόξινο χοιρινό. Ναι, στις 9 το πρωί.
Αφήσαμε λοιπόν το ευχάριστο Manado για το γνώριμο αλλά βροχερό Makassar. Ευτυχώς που το είχαμε δει στο προηγούμενο stopover γιατί σχεδόν δε σταμάτησε να βρέχει. Δεν είχαμε και πολλά να κάνουμε άλλωστε, βασικά να ξεκουραστούμε διότι η πτήση μας θα έφευγε χαράματα, γενικώς το υποχρεωτικό connection στο Makassar δεν είναι σε ιδανικά ωράρια. Κάποια στιγμή έπρεπε να βγούμε από το ξενοδοχείο πάντως για να πάμε να φάμε στο κοντινό μας bistropolis που είχαμε βάλει στο μάτι από τις αξιολογήσεις. Βραχήκαμε λιγάκι, πλην του Πάνου που είχε προνοήσει να φέρει μια μικροσκοπική πτυσσόμενη ροζ ομπρέλα, αλλά το φαγητό το άξιζε και θα το άξιζε ακόμη περισσότερο αν κάποιος δεν είχε φάει κατά λάθος το δικό μου πιάτο και με υποχρέωνε να φάω το δικό του (πάλι) τηγανητό ρύζι. Εξαιρετική μανιταρόσουπα πάντως, ωραίο κοτόπουλο με γλυκή σόγια, πραγματικά σούπερ γλυκό ηφαίστειο σοκολάτας.
Γυρίσαμε στο Swissbel υπό βροχή και -ένεκα της βάρβαρης αναχώρησης τα χαράματα- αποφασίσαμε να μην τιμήσουμε το Happy Puppy με την παρουσία μας και να απολαύσουμε τα εξαιρετικά στρώματα λίγο παραπάνω. Θορυβημένοι από τη βροχή ρίξαμε μια ματιά και στην πρόβλεψη για το Langgur του Kai Kecil για τις τρεις νύχτες που θα μέναμε εκεί: 1η μέρα σχετική ηλιοφάνεια, 2η μέρα ασταμάτητες βροχές, 3η μέρα ενδεχομένως λίγος ήλιος. Ο καιρός απειλούσε να μας χαλάσει τον άγνωστο Χ του ταξιδιού, ένα από αυτά τα μέρη για τα οποία πραγματικά δύσκολα βρίσκεις πληροφορίες, ποιος έχει ακούσει τώρα τα νησιά Kei (κι όχι Kai, όπως λανθασμένα έγραφα μέχρι τώρα) στην επαρχία Maluku, όπου όπως διαβάζαμε είχε εκπληκτική άμμο, ομιλούνται λίγα Αγγλικά και βρίσκονται στις παρυφές της θάλασσας Banda, συνορεύοντας με το πέλαγος Arafura;
Το gojek δε μας πρόδωσε, ήρθε χαράματα και μας πήγε στο αεροδρόμιο στην ώρα του. Ήταν στο τσεκ ιν που μάθαμε πως η πτήση μας δεν ήταν απευθείας αλλά θα έκανε στάση στο νησί Ambon, όπου θα έπρεπε να κατέβουμε κιόλας. Με το που προσγειωθήκαμε στο Ambon ακολούθησε σύγχυση, αφού ενώ οι αεροσυνοδοί μας έλεγαν να παραμείνουμε στις θέσεις μας, από τα μικρόφωνα μας ανακοίνωναν πως έπρεπε να αποβιβαστούμε. Νίκησαν τα μικρόφωνα τελικώς, οπότε έπρεπε να κατεβούμε γρήγορα, να περάσουμε έλεγχο χειραποσκευών, να ξανακάνουμε τσεκ-ιν, να ξαναπεράσουμε έλεγχο και να επιβιβαστούμε... στο ίδιο αεροπλάνο για να κάτσουμε στις ίδιες θέσεις. Τι να πει κανείς για τις διαδικασίες της αλληνής...
Η θέα από το αεροπλάνο προς Kei Kecil πάντως ήταν απίθανη, σε βαθμό που σκεφτόμουν πως και μόνο για την πτήση άξιζε όλο το ταξίδι: διαδοχικά καταπράσινα νησιά, με ελάχιστους και αποκλειστικά παράλιους οικισμούς, με το εσωτερικό να φαίνεται πνιγμένο σε αδιαπέραστες ζούγκλες, που κατέληγαν σε σμαραγδένιες ακτές. Για την Ινδονησία μιλάμε, τη δεύτερη ομορφότερη χώρα στον κόσμο κατ' εμέ, ανεξάντλητη, μυστηριώδη και μαγική, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Πλησιάζαμε πια το Kei Kecil και το αεροδρόμιο του Langgur, αφού περάσαμε πάνω από μερικές ατόλλες και αφού διέκρινα μια παραλία που φαινόταν όνειρο, για την οποία -σωστά τελικώς- υπέθεσα ότι θα πρόκειται για τη Ngurbloat, τον τόπο διαμονής μας.
Φυσικά ήμασταν οι μόνοι ξένοι στο αεροπλάνο αλλά και στο αεροδρόμιο, όπως διαπιστώσαμε μόλις βγήκαμε. Η ιδιοκτήτρια του καταλύματος που είχαμε κλείσει από το booking μας είχε προτείνει παραλαβή από το αεροδρόμιο για 250.000, την οποία είχαμε απορρίψει, αλλά είχαμε τουλάχιστον μια τάξη τιμής και διαπραγματευτήκαμε εύκολα με έναν ευχάριστο πιτσιρικά με μωβ (μέσα-έξω!) μερακλίδικο αμάξι και μπόλικα αναμνηστικά Μέσι που για 220.000 μας έκανε κι ένα σύντομο τουr της πρωτεύουσας . Μας έκανε εντύπωση ο εξαιρετικός καιρός, που δεν το περιμέναμε, τα πανέμορφα λουλούδια που πετάγονταν πολύχρωμα από παντού, το πόσο πεντακάθαρη ήταν, το καλό οδόστρωμα, η νοικοκυρεμένη ψαραγορά και το ότι οδηγούν όπως μαγειρεύουν: αργά.
To κατάλυμά μας ήταν στην παραλία Ngurbloat κι ονομαζόταν Tria Maria. Δεν είχα ασχοληθεί καθόλου, άλλωστε δυο καταλύματα είχε όλα κι όλα η παραλία και το έκλεισα χωρίς να ξέρω τι ακριβώς θα περιμέναμε. Φτάνοντας αντικρύσαμε δύο...τριγωνικά, πεντακάθαρα, απλά αλλά επαρκέστατα bungalows και τη φιλικότατη ιδιοκτήτρια Ayu και πάνω απ' όλα την άδεια παραλιάρα πάνω στην οποία βρίσκονταν αυτά. ΡΕ ΤΙ ΕΙΝ' ΤΟΥΤΟ; Τσιμπιόμασταν. Πώς είναι δυνατόν ο διεθνής τουρισμός να μην έχει φτάσει εδώ; Σε ολόκληρη την παραλία υπήρχαν μόλις δυο καταλύματα, αυτό της Ayu και της αδερφής λίγα μέτρα πιο μέρα, το σύνολον 4 δωμάτια σε ακτογραμμή πέντε χιλιομέτρων.
Η παραλία ήταν απλά απίθανη. Μιλάμε για άμμο πούδρα, ίσως την καλύτερη που έχω δει, φοίνικες με φυσική σκιά και λιγοστά παιδιά να χαχανίζουν. Πρώτη φορά στη ζωή μου χρειάστηκε να δανειστώ γυαλιά, αφού ο ήλιος ήταν δυνατός και η αντανάκλση της κατάλευκης άμμου με τύφλωνε. Ακόμη καλύτερα, το μόνιμο soundtrack ήταν τα χαχανίσματα των λιγοστών παιδιών που έπαιζαν λίγα μέτρα παραπέρα και μου έφεραν μνήμες από τα αμέτρητα “hello mister” που άκουγα όπου πήγαινα στη χώρα πριν δυο δεκαετίες. Πραγματικός παράδεισος.
Τα δωμάτιά μας δεν ήταν έτοιμα διότι οι Ινδονήσιοι τουρίστες που τα είχαν καταλάβει πριν από εμάς μόλις έφευγαν. Οπότε μέχρι να ετοιμαστούν εγώ πήγα για μπλουμ και ο Πάνος με το Laurent για να βγάλουν φωτογραφίες. Ήταν ψηλά η στάθμη και ήταν άψογα τα νερά.
Μετά την απολαυστική βουτιά πήγαμε βόλτα στο “χωριό”. Ε, δεν το λες και ακριβώς χωριό, υπήρχαν ελάχιστα σπίτια, καμία έννοια δρόμου, πραγματικά μικροσκοπιά μαγαζάκια και λίγα εστιατοριάκια, όπου οι αποδείξεις κόβονταν στο χέρι και σου έβαζαν και μια αυτοσχέδια σφραγίδα. Ο δε κόσμος από ντροπαλός μέχρι περιχαρής που μας είδε εκεί. Η παραλία διέθετε και πλατφόρμα λίγα λεπτά περπάτημα προς τα δυτικά και ορμήξαμε, πιστεύοντας ότι ο βυθός θα είναι όπως και στο Kri. Δυστυχώς δεν τον έφτανε στο παραμικρό, αν και είχαμε για παρέα μας πολλά εντυπωσιακά καβούρια. Περπατήσαμε ξανά προς το κατάλυμά μας και κάναμε μπάνιο μπροστά από τα σπιτάκια μας, αλλά πλέον είχε ξεκινήσει η άμπωτη. Η θέα πάντως από το νερό προς το σπιτάκι μας με την τροπική βλάστηση από πίσω ήταν ανεκτίμητη.
Ο Πάνος, ως μανιακός του ηλιοβασιλέματος, επέμενε να πάμε για δείπνο στο οικογενειακό εστιατοριάκι πάνω στην πλατφόρμα. Δεν του χαλάσαμε χατίρι, οπότε κάναμε το ντουσάκι μας, διαπιστώσαμε πως το ίντερνετ ήταν κανόνι κι επιστρέψαμε στην πλατφόρμα, όπου παρακαγγείλαμε στη συμπαθέστατη κοπέλα, γελάσαμε με κάτι πιτσιρίκια που έπαιζαν με σαμπρέλες χαχανίζοντας αθώα , ήπιαμε εξαιρετικούς χυμούς και μείναμε μόνοι μας να δειπνούμε σε αυτό το τόσο ρουστίκ μέρος με ένα μαγικό ηλιοβασίλεμα. Το φαγητό ήταν συμπαθητικό, οι μόνοι ήχοι ήταν τα χαχανίσματα των παιδιών που έπαιζαν με καβουράκια κι απόλαυσα τις γλυκόξινες γαρίδες μου και τον -πολύ πιο γευστικό από όσο ακούγεται- χυμό μου από αβοκάντο με γάλα και σοκολάτα.
Ο Πάνος έκατσε λίγο να δουλέψει στο μικροσκοπικό του λάπτοπ κι εγώ να γράψω το ημερολόγιό που διαβάζετε, αν και από την ώρα που έπεσε το σκοτάδι δεχθήκαμε επίθεση από ιπτάμενα έντομα “ψαλίδες” που αυτοκτονικά έπεφταν πάνω μας κι έπεφταν ζαλισμένα. Ξεκινήσαμε την επιστροφή για τα δωμάτιά μας, περνώντας μάλιστα μέσα από έναν άθικτο τεράστιο ιστό αράχνης, λογικά οι ντόπιοι τους θεωρούν ιερούς και δεν τους αγγίζουν.
Κοιμηθήκαμε σαν πουλάκια με τον παφλασμό των κυμάτων να είναι υπνωτικός, όπως και η δυνατή βροχή που έπεσε κατά τα μεσάνυχτα. Πάντως ο καιρός μας είχε πάει σούπερ. Σε τέτοιο παράδεισο βέβαια και με κακό καιρό δεν μπορούσες να νιώσεις κάτι διαφορετικό από γαλήνη.
Last edited: