Άγιος Δομήνικος Καραϊβική Καραϊβική - Yaman

Yorgos

Member
Μηνύματα
9.628
Likes
50.311
Επόμενο Ταξίδι
Umhlanga
Ονειρεμένο Ταξίδι
Περού τότε, τώρα, πάντα

Περιμέναμε, περιμέναμε και στο τέλος εμφανίστηκε μια… βάρκα. Ούτε η ακτοφυλακή, ούτε κάποιο φέρυ να μας πάρει μαζί με τις βαλίτσες μας, ούτε κάποιο μεγάλο σκάφος να μας ρυμουλκήσει: μια βάρκα, μισή στο μέγεθος από τη δική μας. Απόρησα, αλλά είδα τον Leroy με απόλυτη φυσικότητα να δένει το σχοινί της βάρκας στην πλώρη της δικής μας με απόλυτη σιγουριά και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα η ρυμούλκηση ξεκίνησε. Με μια βαρκούλα να ρυμουλκεί μια βάρκα με 17 άτομα και δυο τόνους αποσκευές και εμπορεύματα, πηγαίναμε πιο αργά κι από τον Τσάρτα όταν γύριζε στην άμυνα, αλλά πηγαίναμε. Λίγα μέτρα από την ακτή, διακρίναμε και το μισοβυθισμένο Jasper «Αχ, τι κρίμα, έχω τόσες αναμνήσεις από αυτή τη μπακατέλα», λέει μια χοντρούλα δίπλα μου με νοσταλγία. Το Jasper μάλλον δε θα ξανακάνει καμία διαδρομή, έκλεισε τον κύκλο της ζωής του την ίδια μέρα που θα το παίρναμε κι εμείς για πρώτη φορά.


Το Union άρχισε να ξεπροβάλλει μπροστά μας, αλλά δεν έβλεπα πουθενά το Clifton, το λιμανάκι που υποτίθεται πως αποτελεί σημαντικό (για τα δεδομένα της περιοχής) κόμβο και κέντρο όπου αράζουν τα γιοτ. «Δεν είναι το Clifton αυτό», μας επιβεβαίωσε ο ήρωας σύζυγος της μέγαιρας, «δεν μπορούν να μας ρυμουλκήσουν μέχρι εκεί».



Στην τσιμεντένια προβλήτα του άγνωστου λιμανιού μας περιμένει όλους ένα Ντάτσουν με δυο αυτοσχέδιους πάγκους στην καρότσα του. Ξεφορτώνουμε τις βαλίτσες, τα εμπορεύματα (μεταξύ των οποίων και κάτι προπέλες που… διέφυγαν του τελωνειακού ελέγχου) και οι ντόπιοι μας κάνουν νόημα να στριμωχτούμε στην καρότσα του Ντάτσουν για να μας οδηγήσουν στο immigration. This is too much for μαντάμ Σουσού, ε όχι και σε Ντάτσουν! «Εγώ δεν μπαίνω εκεί πίσω, σας το λέω!», φωνάζει και εξασφαλίζει θέση δίπλα στον οδηγό, που αξιολόγησε πως αν την άφηνε στην καρότσα θα είχε να κάνει με ανθρώπινη πολεμική σειρήνα σε αξιοθαύμαστα ντεσιμπέλ, κι έτσι στερηθήκαμε κι εμείς τη χαρά του να έχουμε τον ευχάριστο χαρακτήρα της in our face. Ο σύζυγός της πάντως είναι σε εύθυμη κατάσταση: «Κοίτα πόσο λαθρεμπόριο κάνουν, τίποτε από αυτά δεν περνάει τελωνείο», λέει χαμογελώντας, ενώ παρακολουθώ το εμπόρευμα να… ξαλαφρώνεται από το Ντάτσουν προοδευτικά, πριν φτάσουμε στο τελωνείο.


Το Union, από το λίγο που το είδαμε, δε θύμιζε σε τίποτε το «νησάκι που λειτουργεί ως μεταγωγικό κέντρο και ως βάση για ιστιοπλοϊκά και για εκδρομές». Μικρά σπίτια, σχετικά φτωχά παρατάσσονται σε δρόμους από χαλίκι, με φτωχικά μαγαζάκια και ντόπιους (μερικοί εκ των οποίων ξυπόλητοι) που μας χαιρετούν με αγκαλιά τα μωρά τους. Το Ντάτσουν μας φαίνεται να είναι το θέαμα της ημέρας που όλοι μαζεύτηκαν να δουν.
Ήλπιζα πως οι διαδικασίες στο τελωνείο και το immigration θα είναι σύντομες, μπας και βρούμε τρόπο να πάμε σε αυτό το τιμημένο Mayreau πριν πέσει ο ήλιος, αλλά πού τέτοια τύχη. Στην αρχή μας είπαν να περιμένουμε, μετά παραδώσαμε τα διαβατήριά μας και ξαναπεριμέναμε, συμπληρώσαμε κάτι έντυπα που είχαν περισσότερα πεδία από το συνολικό πληθυσμό του Union και θυμηθήκαμε ότι στον Άγιο Βικέντιο και τις Γρεναδίνες τα πράγματα είναι πιο γραφειοκρατικά από τη Γρενάδα. Ξαναπεριμέναμε, πήραν τις αποσκευές μας για να τις ελέγξουν, ξαναπεριμέναμε και μετά μας γνωστοποίησαν ότι θα πρέπει να πληρώσουμε και συνολικά 46 δολάρια Καραϊβικής επειδή περάσαμε το τελωνείο μετά τις 4, δηλαδή μετά τη λήξη του ωραρίου εργασίας και τους κουράσαμε τους ανθρώπους.



Το ποσό θα πρέπει να πληρωθεί από όλους τους επιβάτες που πέρασαν immigration, αλλά η Μαντάμ έχει φροντίσει να γίνει καπνός χωρίς να πληρώσει το ποσό που της αναλογεί. Και πριν εξαφανιστεί μου έδωσε το μέιλ της, ώστε να της στείλω και τις φωτογραφίες που έβγαλα εν πλω, προφανώς για να τις δείξει στις φίλες της στο κομμωτήριο των 300$/χτένισμα και να τους διηγηθεί το πώς γλίτωσε από του χάρου τα δόντια, περιστοιχισμένη από βρωμοντόπιους και μερικούς άθλιους backpackers, εκ των οποίων ένας τουλάχιστον πρέπει να ήταν αξιοπρεπής άνθρωπος, διότι είχε και μια Samsonite. Το μέιλ της ανήκει στο server του υπερπολυτελούς Mustique, του ιδιωτικού νησιού που ανοίγει τις πόρτες του μόνο σε διάσημους και πλούσιους. «Ξέρετε, είμαι μέλος και του club Mustique», λέει με αυταρέσκεια και –πριν προλάβω να της ανακοινώσω ότι ΧΕΣΤΗΚΑ- συμπληρώνει «Στείλτε μου τις φωτογραφίες, αλλά όχι σήμερα, αύριο σε παρακαλώ, διότι σήμερα θα είμαι εν πτήση και δε θα μπορέσω να τις λάβω». Τη διαβεβαίωσα πως θα τις λάβει άμεσα και πέταξα το χαρτάκι με το μέιλ στο σκουπιδοτενεκέ του τελωνείου.


Τελικώς το «πρόστιμο» το πληρώσαμε εμείς κι ο Έρικ, ο οποίος ενδιαφέρθηκε και να μας βρει κάποιον να μας πάει μέχρι το Mayreau. Μας έβαλε στο τράνσφερ που ήρθε να τον πάρει για να τον πάει στο – περιέργως- οικονομικότατο yacht club όπου θα περνούσαν το βράδυ τους, όπου ελπίζαμε ότι θα βρούμε κάποιον βαρκάρη να μας πάει απέναντι σε αυτό το τιμημένο Mayreau, που θα εισηγηθώ να το μετονομάσουν σε Ιθάκη. Βρήκαμε έναν συμπαθή τυπάκο, μετά από λίγο παζάρι και μερικά yaman τα βρήκαμε στα 50 ευρώ και μπήκαμε στη βάρκα του, μαζί με τη Samsonite που με έχει φέρει στα όρια του λουμπάγκο. Η θάλασσα είναι ακόμη πιο κυματώδης από πριν και δε θέλω άλλες συγκινήσεις. «Δε μου λες κάπτεν, θα φτάσουμε απέναντι με αυτό το κύμα ή να βάλω τα μπρατσάκια μου;». Yaman, λέει ο τυπάς και δεν κατάλαβα σε ποιο από τα δύο ενδεχόμενα αναφερόταν η κατάφαση.



Μάλλον στο δεύτερο. Έχω ανέβει σε φουσκωτά, έχω ναυαγήσει στην Ινδονησία, έχω κάνει ταξίδι σε φέρι με 8 μποφόρ με όλο το επιβατικό κοινό να επιστρέφει στη φύση την ημερήσια κατανάλωση τροφής του, αλλά τέτοιες αναταράξεις δεν έχω ξαναδεί. Σε κάθε κύμα τιναζόμασταν τουλάχιστον μισό μέτρο καθέτως, προσπαθούσα να κρατηθώ ώστε ο πισινός μου να προσγειώνεται εντός σκάφους, ο σάκος μου σηκωνόταν τουλάχιστον 40 εκατοστά σε κάθε ανατάραξη, αλλά ο κάπταιν εκεί, ατάραχος. Στο βάθος ξεπροβάλλει το Mayreau, και το θέαμα είναι μαγικό, λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα: μια απίστευτη παρθένα παραλία (ούτε καρέκλες, ούτε μια αιώρα, ούτε μια καλύβα, μια ΠΑΡΘΕΝΑ παραλία), πίσω της μερικοί λοφίσκοι και στην κορυφή ενός εξ αυτών ο ένας και μοναδικός οικισμός του νησιού των 300 ψυχών.



Κατεβαίνουμε από τη βάρκα και περπατάμε μέχρι το τέρμα της απαρχαιωμένης προβλήτας, αφήνοντας πίσω το σάκο και τη Samsonite. Ο ήλιος δύει στο βάθος, πίσω από μερικά σύννεφα και το θέαμα είναι καταπληκτικό. Κι ακόμη πιο καταπληκτικό είναι ότι είναι όλο δικό μας. Δεν υπάρχει ψυχή: απ’ τη μια μεριά το ηλιοβασίλεμα κι απ’ την άλλη η εκπληκτική παραλία και μια συστάδα σπιτιών στην κορυφή του λόφου. Βγάζουμε μια-δυο φωτογραφίες πριν μας αποχαιρετήσει ο ήλιος και χαζεύουμε το θέαμα για λίγα λεπτά ακόμη, μονολογώντας πως μόνο και γι’ αυτό άξιζε τον κόπο να φτάσουμε ως εδώ.


Επειδή τίποτε σε αυτή τη ζωή δεν αποκτάται χωρίς κόπο… θα πρέπει να ανεβούμε και την επικλινή ανηφόρα. Κι αν για τον D το θέμα είναι απλό, διότι έχει να κουβαλήσει έναν σάκο, για μένα είναι μια άσκηση επιμονής, φυσικής κατάστασης και αυτοσυγκράτησης, αφού ο πειρασμός του να αφήσω τη Samsonite «κατά λάθος» να πάρει την κατηφόρα και να συνοδεύσει τον ήλιο στη βουτιά του στο πέλαγος, είναι μεγάλη.


Ο ιδρώτας ρέει σαν ποτάμι, αλλά με τα πολλά φτάνουμε στον οικισμό. Ρωτάω πού βρίσκεται αυτός ο Dennis που μας έχουν συστήσει και όλοι φαίνεται να ξέρουν, από την οικογένεια που κάθεται βαριεστημένα στο περβάζι ενός ξύλινου σπιτιού μέχρι έναν υπερκινητικό ράστα που χοροπηδάει σαν κατσίκι. Το Dennis Hideaway είναι ένα guesthouse με 5-6 δωμάτια σε ένα μεγάλο κτίριο, με μια αυλή με μπαρ και ένα μικρό αλλά σικάτο εστιατόριο, μια μικροσκοπική πισίνα (ζήτημα αν χωρούν δυο άνθρωποι μέσα) και φαίνεται να είναι το κέντρο δράσης του νησιού.



Αναζητούμε τον Dennis και μας δείχνουν έναν σοβαροφανή 40άρη που φοράει λευκό σκούφο και παλεύει πάνω από τη φωτιά, στην κουζίνα που φαίνεται – κρίνοντας από την παρουσίαση των πιάτων τουλάχιστον- να σερβίρει πραγματικά αξιόλογο φαγητό. Το μάτι μου γυαλίζει, επιτέλους δικαιούμαστε ένα δείπνο γκουρμέ, αλλά πριν από αυτό πρέπει να βρούμε και πού θα κοιμηθούμε. Και κυρίως να κάνουμε κι ένα ντους.


Ο Dennis, παρά το στρες που φαίνεται να του προκαλεί το μαγείρεμα για τους 10-15 καλεσμένους, βρίσκει λίγο χρόνο και για να μας καλωσορίσει, αλλά το χαμόγελό του φαίνεται αμήχανο. «Κράτηση έχετε ρε παιδιά;». Απαντάμε με βλακώδη φυσικότητα πως δεν έχουμε. «Και πού θα σας βάλω ρε παιδιά; Δεν υπάρχει κρεβάτι ούτε για δείγμα, φανταστείτε ότι μέχρι και το σπίτι μου έδωσα σε κάποιους που εμφανίστηκαν και θα κοιμηθώ στο πάτωμα του γείτονα. Λυπάμαι, δεν έχω να σας βάλω πουθενά».


Δε σκιαζόμαστε, κι αν δε μείνουμε στου Dennis, θα μείνουμε κάπου αλλού. Καθόμαστε στο μπαρ να πιούμε ένα ποτό, αλλά εκεί ένας ντόπιος μας ξεφουρνίζει το καλύτερο, όταν τον ρωτάμε για άλλο κατάλυμα. «Τι άλλο; Δεν υπάρχει άλλο… Ένα κατάλυμα έχει το νησί και είναι αυτό εδώ. Κι είναι τόσο φουλ που από τους 15 τουρίστες που βλέπετε εδώ, οι 6 μένουν σε καναπέδες σε γειτονικά σπίτια…». Όμορφα. Αποφασίζουμε να μείνει ο D με τις αποσκευές στο μπαρ κι εγώ να κάνω μια βόλτα στον οικισμό προς άγραν κρεβατιού. Αδυνατώ να πιστέψω πως δεν υπάρχει ένας ακόμη ντόπιος που να έφτιαξε έστω ένα κατάλυμα της πλάκας, ή να του περισσεύουν δυο κρεβάτια προς διάθεση με αντάλλαγμα λίγα δολάρια.



Βγαίνοντας από του Dennis, ο δρόμος συνεχίζει ανηφορικά. Πολύ ανηφορικά. Ρωτάω μια γιαγιά που βρίσκω αν ξέρει πού μπορώ να κοιμηθώ. Προκύπτει πως κι αυτή μακρινή ξαδέρφη του Τζαμαϊκανού υπουργού πρέπει να είναι, γιατί δεν κατάλαβα γρι, οπότε και προχωράω στον επόμενο, ένα ράστα που ήπιε περισσότερους μπάφους απ’ όσες πλαστικές έκανε η Μαντάμ Σουσού και με κοιτάει με βλέμμα πετρωμένο για μερικά δευτερόλεπτα. Τελικώς μου δείχνει ένα σπιτάκι ακόμη πιο πάνω στο δρόμο, του οποίου η –μη χοντρούλα!- κοπελίτσα ιδιοκτήτρια μου γνωστοποιεί πως «sorry mon, gave my mattresses away to some Canadians who’re eatin’ at Dennis’”. Περνάω μπροστά από ένα ράστα μπαρ με 5 θαμώνες. Ο ένας είναι νέος πατέρας που στο ένα του χέρι κρατάει το τρίχρονο κοριτσάκι του, στο άλλο μια μπύρα και χοροπηδάει με απίστευτη ενέργεια «Come on in, mon! One love, one heart…” τραγουδάει στους ρυθμούς του Bob Marley συνοδευόμενος από τους άλλους 4 ενθουσιώδεις θαμώνες, αλλά εγώ ψάχνω κατάλυμα…


Ένας έφηβος ψάχνει με το κινητό του αλλά δε βρίσκει τίποτε, μια κυρία μου κουνάει απογοητευτικά το κεφάλι, δυο πιτσιρίκες συμπάσχουν αλλά δεν τους περισσεύει ούτε χώρος στον καναπέ τους… Τελικώς μια γιαγιά λέει πως υπάρχει μια Φρανσίλα up there. Πού δηλαδή; «Up there», λέει και δείχνει ένα λασπωμένο μονοπάτι που οδηγεί στο σκοτάδι. Επιστρέφω στου Dennis, παίρνω τον D και τη Samsonite και ξεκινάμε το Γολγοθά για το πιο απομακρυσμένο σπίτι του οικισμού. Στο δρόμο ο D θα διαπραγματευτεί την τιμή με την αετονύχισσα μεσάζουσα γιαγιά. Ανεβαίνουμε, ανεβαίνουμε και σπίτι δε βλέπουμε. Τελικώς καταλήγουμε σε ένα τσιμεντένιο μονοπατάκι, που περνάει μέσα από ένα σκοτεινό κήπο για να καταλήξει σε ένα πορτοκαλί, ξύλινο, ευρύχωρο σπίτι. Η ιδιοκτήτρια είναι μια λιγομίλητη τροφαντή 35χρονη μαυρούλα με πράσινα μάτια, ονόματι Φρανσίλα που θα μας δείξει δυο δωμάτια, ένα με ένα ανθρώπινο κρεβάτι και κανα-δυο έπιπλα και το άλλο με ένα κρεβάτι ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους. Εννοείται πως θα τα πάρουμε και επειδή τα 198 εκατοστά του D δε χωράνε στο μικρό κρεβάτι, για άλλη μια φορά θα θυσιαστώ φίλε αναγνώστη.


Πριν κατέβουμε να περπατήσουμε τον οικισμό και να δειπνήσουμε σαν άνθρωποι, δικαιούμαστε ένα καλό ζεστό ντους. Δεν κρατιέμαι και πηγαίνω σούμπιτος στο ντους το οποίο… απλώς δακρύζει. Αραιές, κρύες σταγόνες πέφτουν βασανιστικά αργά στο κρανίο μου, που διψάει για μια ολική κάθαρση από άμμο, ιδρώτα και αλάτι. Το λάστιχο που κρεέμεται από τη βρύση όμως εξασφαλίζει κάποιες σταγόνες μόνο όταν βρίσκεται μόλις λίγα εκατοστά από το πάτωμα. Ή θα πρέπει να κάνω ντους οριζοντιωμένος στο τσιμεντένιο πάτωμα του ντους ή θα πρέπει απλά να γεμίσω τον κουβά και να κάνω ντους σαν… Κουβανός. So much for το ζεστό (τρομάρα μου) ντους που περίμενα.



Ακόμη κι έτσι, οι κρύες... κουβαδιές είναι ευλογία και νιώθω ανανεωμένος. Όσο ο D απολαμβάνει τις χαρές τους ντους με τον κουβά βγαίνω στο ξύλινο μπαλκόνι, όπου η Φρανσίλα σερφάρει με έναν ολοκαίνουριο TOSHIBA. Μου εξηγεί πως δεν έχει wi-fi διότι είναι ακριβό, ωστόσο καταφέρνει «συνήθως» να «κλέβει» το σήμα από το διπλανό σχολείο κι έτσι επικοινωνεί με την αδερφή της στο εξωτερικό.



Ρίχνω μια ματιά στο σπίτι: καινούρια τηλεόραση, αξιοπρεπέστατη επίπλωση, σύγχρονες αν και όχι υπερμοντέρνες οικιακές συσκευές και της περισσεύουν και δυο υπνοδωμάτια. Τη ρωτάω με τι ασχολείται και μου δείχνει μερικά βραχιολάκια που κρέμονται από ένα κόντρα πλακέ. «Πουλάω βραχιολάκια και σκουλαρίκια στους τουρίστες που έρχονται εδώ», λέει και απορώ αν κάποιος μπορεί με αυτή την πηγή εσόδων να συντηρεί ένα τόσο αξιοπρεπές σπίτι. «Δεν έρχονται και πολλά πλοία εδώ, αλλά όποτε έρχεται κάποιο πηγαίνω μέχρι την προβλήτα και όλο και κάτι πουλάω. Καμιά φορά πηγαίνω μέχρι την πρωτεύουσα.». Εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω πώς πωλώντας βραχιολάκια ευτελούς αξίας καλύπτει έστω και τα μεταφορικά για να φτάσει μέχρι την πρωτεύουσα, ειδικά από την ώρα που ο τουρισμός είναι ελάχιστος και η υψηλή περίοδος διαρκεί μόλις τρεις μήνες. Γενικώς στο ταξίδι είδαμε σχετικά μεγάλα, όχι πολυτελή, αλλά άνετα σπίτια σε χώρες που τέλος πάντων δεν είναι και τίποτε οικονομικές υπερδυνάμεις και η απορία θα μου μείνει, τουλάχιστον μέχρι την Αγία Λουκία.


Από την άκρη του μπαλκονιού της Φρανσίλα θαυμάζει κανείς μια υπέροχη πανοραμική θέα του κόλπου του Mayreau και των γειτονικών νησιών. Μόνο από εκεί συνειδητοποιεί κανείς πως πίσω από τον κόλπο βρίσκεται μια λίμνη, που διαχωρίζεται από την παραλία με μια λεπτή λωρίδα τροπικής βλάστησης. «Και μάλλον έχετε και την καλύτερη θέα στο νησί εδώ, ε;», ρωτάω. Το χαμόγελο της Φρανσίλα είναι αφοπλιστικό: «Έτσι λέω κι εγώ!». Εμφανίζεται και ο γιος της, που μου ρίχνει δυο κεφάλια και χαίρομαι που έμαθα που ασχολείται με το μπάσκετ. Γούστο θα έχει ο επόμενος αστέρας του ΝΒΑ να είναι από το Mayreau, άλλωστε κι ο Tim Duncan από τις Παρθένες Νήσους είναι, οπότε why not?


Ο D κουβαδοπλήθηκε και είμαστε έτοιμοι για το δείπνο που τόσο δικαιούμαστε. Κάνουμε μια βόλτα στον οικισμό και πίνουμε από ένα χυμό σε ένα πολύχρωμο ράστα μπαράκι, διακοσμημένο με πιθανές και απίθανες σημαίες, καθώς και φωτογραφίες του Bob Marley. Οι τιμές είναι λίγο τσιμπημένες, αλλά οι χυμοί είναι φρέσκοι και το περιβάλλον χαλαρό και φιλικό. Εκτός από δυο παρέες ντόπιων, μια τετράδα Καναδών πίσω μας πίνει τη μπυρίτσα της και είναι προφανές πως είναι ιδιοκτήτες κάποιου από τα 4-5 ιστιοπλοϊκά που έχουν ρίξει άγκυρα λίγα μέτρα από την προβλήτα όπου καταφτάσαμε κι εμείς.


Περπατάμε τους δύο δρόμους όλους κι όλους και βλέπουμε ένα χωριό όπου όλοι βρίσκονται έξω, από τα μωρά μέχρι τις γιαγιάδες, η μουσική ρέει άφθονη από σπίτια και τα δυο-τρία rum bars και πέραν των δυο εστιατορίων, του ενός μίνι μάρκετ και του καταλύματος του Dennis δε φαίνεται να υπάρχει κάποια άλλη εμπορική δραστηριότητα. Οι ντόπιοι φαίνονται εξαιρετικά φιλικοί, όχι ιδιαίτερα εύποροι και ορισμένοι μάλλον τελούν υπό… κατάνυξη από κάτι που ήπιαν ή «ήπιαν», αν κρίνω από το ότι η πεντάδα των τύπων που χοροπηδούσε στο μπαρ που είδαμε ανεβαίνοντας εξακολουθεί να πάλλεται χωρίς σταματημό και να μας προσκαλεί να τα πιούμε μαζί τους. Δυστυχώς πεινάμε τόσο που τα στομάχια μας μάς οδηγούν στου Dennis, οπότε τα ρούμια, τα τσιγαριλίκια και τα γιοχοχο θα τα αφήσουμε για άλλη ευκαιρία.


Κάτι οι συστάσεις, κάτι η παρουσίαση των πιάτων, κάτι τα σερβίτσια, έχουμε υψηλές απαιτήσεις από την κουζίνα του Dennis. Το φαγητό θα προκύψει αξιοπρεπές, αλλά κάτω του αναμενομένου, παρότι προτιμήσαμε τις τοπικές σπεσιαλιτέ Καραϊβικής. Βέβαια ο D βρήκε κάτι άλλο να εκθειάσει. «Κοίταξέ την, σκέτος έρωτας είναι» λέει και το γνωστό γλαρωμένο ύφος κάνει και πάλι την εμφάνισή του, καρφώνοντας άλλη μια σερβιτόρα. «Και δουλεύει κιόλας η κοπελίτσα!». Χαριτωμένη είναι η κοπέλα και δεν είναι και ιδιαίτερα καλή στη δουλειά της, αλλά ο D έχει γλαρώσει.



Προσπαθώ να του αποσπάσω την προσοχή αναφέροντας την αυριανή μέρα. Μας είπαν να μη χάσουμε την ημερήσια εκδρομή στα Tobago Cays αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε ιδέα τι ακριβώς είναι, πέραν του ότι περιλαμβάνει μετάβαση σε κάτι υποτίθεται πανέμορφα νησάκια, όπου κάνεις snorkeling και μπάνιο. Ως μισοπαραλίας δεν τρελαίνομαι κιόλας, αλλά αφού το Mayreau είναι τόσο κοντά κρίμα είναι να μην πάμε, κι εξάλλου ξέρω πως ό,τι κι αν είναι του D θα του αρέσει. Όχι τόσο όσο η εργαζόμενη σερβιτόρα, αλλά θα του αρέσει. «Καταπληκτική σερβιτόρα, να αφήσουμε καλό φιλοδώρημα!» επιμένει, παρότι η κοπέλα τα έφερε όλα λάθος, ξέχασε τα μαχαιροπίρουνα και δεν ήξερε να μας υποδείξει ούτε που βρίσκεται η τουαλέτα. Αργότερα μάθαμε πως ήταν η πρώτη της μέρα στη δουλειά, οπότε χαλάλι και το φιλοδώρημα γιατί όλοι κάποτε είχαμε πρώτη μέρα σε κάποια δουλειά και δεν είναι πάντα κι από τις καλύτερες εμπειρίες.


Οι Καναδοί και ο D ενδιαφέρονται να μάθουν πού κοιμηθήκαμε και πιάνουμε κουβέντα. Μας λένε να μη χάσουμε τα Tobago Cays και πως ο ίδιος ο Dennis μπορεί να μας κλείσει μια εκδρομή για εκεί για 60$ το κεφάλι. Επίσης μάθαμε ότι την επόμενη το απόγευμα έχει και πλοίο για τον Άγιο Βικέντιο, οπότε το πρόγραμμα της επομένης είναι πλέον δεδομένο: πρωινό στου Dennis, αφήνουμε τις βαλίτσες μας εκεί, πηγαίνουμε στα Tobago Cays, επιστρέφουμε, κάνουμε ένα ντους και παίρνουμε το καράβι για τον Άγιο Βικέντιο.



Ο Dennis είναι απασχολημένος με την κουζίνα και τους μάγειρες δεν τους ενοχλούμε ποτέ επί τω έργω, αλλά ξεκλέβω δυο λεπτά για να βεβαιωθώ πως δε θα πάθουμε καμιά νίλα αύριο. «Δεν μου λες βρε Dennis, αυτός ο βαρκάρης που μας βρήκες για αύριο είναι ΟΚ;». Μονολεκτική απάντηση: Yaman. «Επειδή σήμερα ένα πλοίο βυθίστηκε, μετά μια βάρκα μας άφησε στη μέση του πουθενά και στο τέλος κόντεψα να πάθω δισκοπάθεια σε ένα κρις κραφτ… γι’ αυτό ρωτάω». Ξανά Yaman. «Θα έχει κανένα snorkeling gear να μας δώσει; Γιατί εμείς δεν έχουμε». Ξύνει το κεφάλι του, στιγμιαία φαίνεται να προβληματίστηκε, αλλά τελικά θα με καθησυχάσει με μια αιφνιδιαστική απάντηση: Yaman.


Ο οικισμός ησυχάζει από νωρίς, οι κάτοικοι επιστρέφουν στο εσωτερικό των σπιτιών τους, τα 2-3 μπαρ κλείνουν και μεις οδηγούμαστε στης Φρανσίλα υπό το φως ενός κινητού. Έχει φεγγάρι και η πανοραμική θέα του κόλπου είναι ακόμη καλύτερη υπό το φεγγαρόφως, αλλά δεν κοιμήθηκα σχεδόν καθόλου. Τα κουνούπια έκαναν επιδρομή στο δωμάτιό μου μπαίνοντας από μια σχισμή της σίτας, οπότε το ροχαλητό του D διακοπτόταν συχνά από τα εκδικητικά ΠΛΑΤΣ που βεβαίωναν άλλη μια αφαίρεση κουνουποζωής στην άνιση μάχη μου απέναντι στους ιπτάμενους μπελάδες.

 

varioAthens

Member
Μηνύματα
5.424
Likes
7.785
Μόλις διάβασα τον τίτλο αναρωτήθηκα τι δουλειά είχες εσύ κεί πέρα και ότι δεν σου ταιριάζει σαν ταξίδι... στη συνέχεια κατάλαβα ότι το πήγατε διαφορετικά... για να δούμε τι θα δούμε! :)
 

Aria_C

Member
Μηνύματα
318
Likes
112
Επόμενο Ταξίδι
Στ' αυγά μου :(
Ονειρεμένο Ταξίδι
Υποσαχάρια Αφρική
Αααα, και Καραϊβική και Χόρχε;
Εδώ ταιριάζει ακριβώς το "Πω πω πω πω... Όνειρο ζω μην με ξυπνάτε!!!!!!!!!!"
 

periklis

Member
Μηνύματα
16
Likes
7
Ονειρεμένο Ταξίδι
τζαμαϊκα
επιτελους. και ελεγα που εχεις εξαφανιστει. i m your biggest fan κοιτα μη σε βρω στα χιονια καμια μερα.
 

maltakias

Member
Μηνύματα
2.538
Likes
3.226
Επόμενο Ταξίδι
Όπου λάχει
Ονειρεμένο Ταξίδι
Περού
Φωτογραφική μηχανή: Η ίδια άθλια που διαλύθηκε στην Αφρική και βγάζει τις μισές φωτογραφιές πουά επειδή γέμισε κόκκους άμμου στη Σαχάρα και τις άλλες μισές με ευκρίνεια θολωμένου καθρέφτη σε σάουνα (κοινώς, μην περιμένετε φωτό της προκοπής, μάλλον δε θα βάλω καμία)
Βρε παπατζή,ολόκληρη έρευνα αγοράς σου είχα στείλει για πάρτη σου και τελικά έμεινες με την μπακατέλα;

Τώρα θα έχουν αλλάξει τα μοντέλα πάλι,μην μου ξαναζητήσεις νέα έρευνα.Ζήτα από κανέναν άλλον πρόθυμο.
 

Yorgos

Member
Μηνύματα
9.628
Likes
50.311
Επόμενο Ταξίδι
Umhlanga
Ονειρεμένο Ταξίδι
Περού τότε, τώρα, πάντα
Έλεγα να αγοράσω μία στα duty free του Αγ. Δομίνικου, αλλά μου έφαγε τη μισή ώρα η φανταστική Υπ. Μετανάστευσης (όπου πάω σημαδεμένος είμαι τελικά...) και όταν εν τέλει μπήκα στο κατάστημα, είχαν 5-6 μοντέλα όλα κι όλα, που αν ήταν γυναίκες θα ήταν η Φάνη Πάλλη Πετραλιά. Οπότε το άφησα για κανένα επόμενο, πιο σοβαρό ταξίδι. Αυτό του άλλου μήνα ας πούμε. Άρα έχεις έναν ολόκληρο μήνα για έρευνα αγοράς! Χοσέ!
 

_antonis_

Member
Μηνύματα
3.357
Likes
1.237
A ρε Yorgo, ιστορία!!
Πώ πω, ανυπομονούμε! Με όλη τη σημασία της λέξης...

Αυτή η περιγραφή της φωτογραφικής μηχανής, τι να πώ.
Πώς ένα ασήμαντο σημείο μπορεί κανείς να το κάνει τόσο μα τόσο ενδιαφέρον!
 

KLEOPATRA

Member
Μηνύματα
5.869
Likes
2.260
Ονειρεμένο Ταξίδι
Ειρηνικος ..παντου
Και γω δε σε εχω συνδυασει με Καραιβικες , κοκτειλ και παραλιες ειναι η αληθεια .
Ωστοσο η Καραιβικη ειναι παντα καλοδεχουμενη και η "ετσι" και η "αλλιως.":D
 

YBONNH

Member
Μηνύματα
234
Likes
115
Ονειρεμένο Ταξίδι
γυρος του κοσμου
Μμμ...Θαλασσα ειχε ,νησακια ειχε, κοκτειλ- δεν μπορει- θα ειχε, ρυθμους calypso ειχε σιγουρα...ξεχναω κατι?
Α, ναι! Ρασταμαν ειχε!
Μια χαρα Καραιβικη μου φαινεται:D
 

JohnyE

Member
Μηνύματα
192
Likes
194
Ο Yorgos είχε πει οτι δεν θα πολυγράφει αλλά ευτυχώς για όλους μας δεν μπόρεσε να το κάνει χεχε. μπραβο ρε Γιώργο. Ωραία ιστορία ακόυγεται αυτή. Επίσης , βλέπω στην αντίστροφη RTW trip και είμαι πολύ περίεργος σε ποιές άκρες του κόσμου θα πας πάλι :)
να σαι καλά
 

toumpiotis

Member
Μηνύματα
892
Likes
649
Ονειρεμένο Ταξίδι
LENSOIS MARAHENSES
Ο Yorgos είχε πει οτι δεν θα πολυγράφει αλλά ευτυχώς για όλους μας δεν μπόρεσε να το κάνει χεχε. μπραβο ρε Γιώργο. ...............
να σαι καλά
Ευτυχώς για το φόρουμ ,ο Γιώργος είναι απο τα πιο αγαπητά άτομα ,με πολύ ιδιαίτερα ταξίδια και χωρίς αυτόν το φόρουμ είναι φτωχότερο.
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Ενεργά Μέλη

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.113
Μηνύματα
880.688
Μέλη
38.839
Νεότερο μέλος
mgian

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom