Klair
Member
- Μηνύματα
- 2.499
- Likes
- 31.327
- Ταξίδι-Όνειρο
- Υπερσιβηρικός
Κεφάλαιο 3
Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2018
Η Γάνδη είναι μια πόλη στην οποία φοιτούν χιλιάδες φοιτητές. Διαθέτει δε, μια ολόκληρη συνοικία στο ψηλότερο σημείο της πόλης, για τη φιλοξενία όλων αυτών των παιδιών. Φανταστείτε πόσο μπροστά στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι η πόλη, που έχει Πανεπιστήμιο ακόμα και για…….UFO!!
Αστειεύομαι φυσικά!
Το UFO Ghent University γειτνιάζει με τον ναό του Αγίου Πέτρου για τον οποίο σας μίλησα στο προηγούμενο κεφάλαιο. Tα περισσότερα τμήματα της κεντρικής διοίκησης έχουν τα γραφεία τους στο κτίριο της Πρυτανείας, στην οδό Sint-Pietersnieuwstraat.
Το Πανεπιστήμιο συγκαταλέγεται στη λίστα με τα 100 κορυφαία Πανεπιστήμια και είναι ένα από τα μεγαλύτερα ιδρύματα του Βελγίου, με έτος ίδρυσης το 1817. Οι 11 σχολές του προσφέρουν ένα ευρύ φάσμα μαθημάτων και διεξάγουν σε βάθος έρευνα, σε ένα επίσης ευρύ φάσμα επιστημονικών τομέων. Το Πανεπιστήμιο υποστηρίζει εγκαταστάσεις εστιατορίου, βιβλιοθήκης, συνεδριακού κέντρου, γλωσσικού κέντρου αλλά και Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου, το οποίο αποτελεί και το αντικείμενο ενδιαφέροντος του γιου μου.
Εδώ βρεθήκαμε λοιπόν, το πρωινό της 4ης Οκτωβρίου του 2018, τρίτης μέρας μας στη Γάνδη, για να γίνει η εγγραφή του γιου μου και να επισημοποιηθεί πλέον η παρουσία του στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, στις 8 Οκτωβρίου του 2018, ημέρα Δευτέρα. Έμεινα να τον περιμένω έξω στο πεζοδρόμιο. Για να σκοτώσω την ώρα μου έπαιζα με τη φωτογραφική μηχανή φωτογραφίζοντας την αέναη κίνηση των φοιτητών και των ποδηλάτων τους. Αλήθεια πως μπορείς να ξεχωρίσεις ποιο ποδήλατο σου ανήκει ανάμεσα σε όλον αυτόν τον χαμό?
Μετά από κάμποση ώρα βγήκε, κρατώντας τη φοιτητική κάρτα του στο χέρι, έτοιμος πλέον για νέες εμπειρίες και προκλήσεις.
Το πρόγραμμα για τη συνέχεια είχε... τι άλλο? Βόλτες “χωρίς πρόγραμμα” στην πόλη. Τον μόνο “όρο” που είχα θέσει για σήμερα ήταν η επίσκεψη στην κορυφή του Κωδωνοστασίου, αφού η μέρα ήταν επίσης καλή και ζεστή και ήθελα να δω την πόλη από ψηλά λουσμένη στο φως. Η διαδρομή που ακολουθήσαμε για το κέντρο ήταν λίγο διαφορετική, αφού δεν επιλέξαμε να κινηθούμε δίπλα στο ποτάμι όπως χθες, αλλά προτιμήσαμε να μπούμε στην καρδιά της αγοράς και να περπατήσουμε χαζεύοντας μαγαζιά και βιτρίνες.
Η οδός Veldstraat εξυπηρετεί αυτόν τον σκοπό, αφού είναι ο κύριος εμπορικός δρόμος, και εδώ βρίσκονται πολλά καταστήματα αλλά και μερικές από τις μεγαλύτερες γνωστές αλυσίδες. Ο δρόμος είναι από τους παλαιότερους γνωστούς δρόμους της Γάνδης. Εδώ μας εντυπωσίασαν περισσότερο τα λίγα απομεινάρια των παλαιών κτιρίων, παρά τελικά τα εμπορικά καταστήματα. Αυτά τα τόσο ιστορικά κτίρια, ενδεχομένως να αποτελούσαν κάποια ξενοδοχεία, κατά τη διάρκεια του 18ου ή 19ου αιώνα, αφού η οδός ήταν σημαντική για τα μεγάλα ξενοδοχεία της τα οποία φιλοξένησαν σημαντικές προσωπικότητες της εποχής. Η κίνηση πεζών και ποδηλατών ήταν πολύ αυξημένη, ενώ τον πλακόστρωτο δρόμο διατρέχει και το τραμ.
Στη συνέχεια αφήσαμε την Veldstraat και αναζητήσαμε την οδό Kalandestraat, στην οποία εκτός από μoδάτα καταστήματα, υπάρχουν και αρκετά delicatessen μαγαζιά, με ωραία γλυκά και φυσικά πολλές σοκολάτες.
Όταν μπήκαμε σε αυτόν τον πλακόστρωτο πεζόδρομο αμέσως μου δημιούργησε την αίσθηση μιας μικρής “φωλιάς”. Μικρά χαριτωμένα καφέ βγάζουν τραπεζάκια γύρω-γύρω,
ενώ ένα σιντριβάνι κοσμεί τη λιλιπούτεια πλατεία. Ο κόσμος γεμίζει όλα τα καθίσματα πίνοντας τον καφέ του ή τη μπίρα του συνοδεία snacks ή γλυκών.
Εδώ επιτρέπονται μόνο πεζοί. Ακόμα και οι ποδηλάτες πρέπει να κατεβαίνουν από το ποδήλατό τους και να περπατούν κρατώντας το με το χέρι. Η αστυνομία καραδοκεί και το πρόστιμο είναι τσουχτερό, 58 ευρώ παρακαλώ! Επιβεβαιωμένο και από την Ειρήνη, την κοπέλα που γνωρίσαμε στην IKEA, η οποία την πάτησε και έφαγε το πρόστιμο. Και όλα αυτά συμβαίνουν εδώ μέχρι τις 6 το απόγευμα. Μετά τα καφέ κλείνουν, τα τραπέζια και οι καρέκλες απομακρύνονται και ο “δρόμος-φωλίτσα” σχεδόν ερημώνει.
Λίγο πριν στρίψουμε δεξιά, στην οδό Sint-Baafspein, πίσω από τα κτίρια “έσκασε μύτη” η κορυφή του Καμπαναριού.
Φτάσαμε στο σημείο της πόλης που απλώνονται σε παράταξη, το ένα μετά το άλλο, όλα τα αξιοθέατα της Γάνδης.
La crème de la crème!!
Αριστερά η Korenmarkt
και η εκκλησία του Αγίου Νικολάου (Sint-Niklaaskerk),
ακριβώς μπροστά μας το Stadshal / City Pavilion
και το Stadhuis Ghent (Δημαρχείο), το οποίο αποτελείται από δύο πτέρυγες. Η παλαιότερη είναι σε ρυθμό γοτθικό και χτίστηκε μεταξύ 1519 και 1539. Οι κόγχες στην πρόσοψη φέρουν τα αγάλματα των μετρητών της Φλάνδρας. Τα δεκαεννέα αγάλματα έγιναν στα τέλη του 19ου αιώνα.
Φωτογραφία από το internet. Η μοναδική σε όλη την ιστορία που δεν είναι δική μου.
Η άλλη πτέρυγα είναι χτισμένη σε αναγεννησιακό στιλ μεταξύ 1595 και 1618. Οι κίονες που χαρακτηρίζουν το κτίριο είναι δωρικού, ιωνικού και κορινθιακού ρυθμού.
Δεξιά μας το Κωδωνοστάσιο,
η πλατεία Sint-Baafsplein,
ο καθεδρικός ναός Sint-Baafskathedral
και το NTGent το θέατρο που ιδρύθηκε το 1965.
Bγάλαμε εισιτήρια για την άνοδό μας στο Καμπαναριό [8 ευρώ εγώ και 2,70 ευρώ ο γιος (κάτω των 26 ετών ίσχυε αυτή η τιμή)].
Kατεβήκαμε πρώτα μια σκάλα, βρεθήκαμε δηλαδή ένα επίπεδο κάτω, σε μια αίθουσα με αγάλματα
και στη συνέχεια ανεβήκαμε μια άλλη σκάλα φτάνοντας σε μια αίθουσα, όπου βρίσκεται ένα μεγάλο μπρούτζινο άγαλμα του δράκου, του συμβόλου της Γάνδης.
Από εδώ με το ασανσέρ βρεθήκαμε στην κορυφή του μεσαίου Πύργου της διάσημης σειράς των τριών, ανάμεσα στον καθεδρικό ναό και την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Το ύψος των 91 μέτρων, του μεσαιωνικού Καμπαναριού το καθιστά το ψηλότερο του Βελγίου. Το Κωδωνοστάσιο συμβολίζει την ευημερία και την ανεξαρτησία της πόλης, ενώ ο φλογερός δράκος στην κορυφή, φυλάει κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του την ιστορική καρδιά της Γάνδης. Τα σχέδια κατασκευής του διατηρούνται ακόμη στο Μουσείο της πόλης.
Μετά από συνεχή διαστήματα, μέσα από πολέμους, επιδημίες και πολιτικές αναταραχές, η εργασία κατασκευής ολοκληρώθηκε το 1380. Τότε έφτασε και ο δράκος ο οποίος στήθηκε στην κορυφή. Τα ανώτατα τμήματα του κτιρίου έχουν ξαναχτιστεί πολλές φορές για να φιλοξενήσουν τον αυξανόμενο αριθμό των καμπανών.
Το Κωδωνοστάσιο, αναγνωρισμένη Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά της UNESCO, ήταν ο τόπος που το 1402 διατηρήθηκαν τα προνόμια της πόλης κλειδωμένα σε έναν κορμό στην αίθουσα της μυστικότητας. Ο δράκος, τοποθετημένος στον Πύργο από το 1377, παρακολουθούσε την πόλη και ήταν ο συμβολικός φύλακάς της, αλλά και συμβολικός φύλακας των προνομίων. Το 1539 όλα τα δημοτικά προνόμια μεταφέρθηκαν στο λογιστήριο της Λιλ. Το 1578, υπό την πίεση του καλβινιστικού καθεστώτος και πάνω στην ένταση της μάχης ενάντια στον Philip II, τα προνόμια επέστρεψαν στη Γάνδη και φυλάχτηκαν στο Δημαρχείο.
Το Καμπαναριό μας πρόσφερε εξαιρετική θέα σε όλες τις πλευρές της πόλης.
Ανεβαίνοντας τις τελευταίες σκάλες, που οδηγούν στην κορυφή, από το τζαμάκι μιας κλειστής ξύλινης πόρτας είδαμε τις τεράστιες καμπάνες που χτυπούν μελωδικά και ακούγονται σε όλο το κέντρο της πόλης.
Όπως ένα τεράστιο μουσικό κουτί, αυτός ο μηχανισμός ρολογιού, ελέγχει τις καμπάνες για να παίξουν άριες κάθε 15 λεπτά.
Αρχικά οι καμπάνες εξυπηρετούσαν μόνο έναν θρησκευτικό σκοπό. Σταδιακά όμως πήραν έναν κοσμικό ρόλο ρυθμίζοντας την καθημερινή ζωή στη μεσαιωνική πόλη. Η καμπάνα συναγερμού Roeland εγκαταστάθηκε το 1325. Χρησιμοποιήθηκε επίσης ως ωρολογιακή καμπάνα για να προειδοποιεί τους πολίτες για κίνδυνο έξω από τα τείχη της πόλης.
Η ορθογώνια αίθουσα που στεγάζει το Καμπαναριό χτίστηκε για να εδραιώσει τις υποθέσεις του εμπορίου υφασμάτων που έκαναν την πόλη πλούσια κατά τον μεσαίωνα.
Όταν αποφασίσαμε να κατέβουμε δεν χρησιμοποιήσαμε το ασανσέρ, αλλά τη στενή, στριφογυριστή, ψιλοσκοτεινή, πέτρινη σκάλα του Πύργου.
Η αίθουσα που συναντήσαμε ένα επίπεδο κάτω ήταν γεμάτη από καμπάνες όλων των μεγεθών.
Μέχρι το 1442 η εκκλησία του Αγίου Νικολάου ήταν το κύριο παρατηρητήριο. Οι παρατηρητές του Πύργου μετακόμισαν στο νεόκτιστο Κωδωνοστάσιο της πόλης και μαζί με τους παίκτες της τρομπέτας ήταν οι φύλακες άγγελοι της Γάνδης.
Όλα τα κουδούνια και οι καμπάνες που χρησιμοποιούσαν για να σημάνουν συναγερμό, όταν ο εχθρός πλησίαζε την πόλη, φυλάσσονται εδώ. Όμως ο ρόλος των κουδουνιών δεν ήταν μόνον αυτός. Με το χτύπημά τους ανακοίνωναν εκτελέσεις, πυρκαγιές και ακόμη ανοίγματα ή κλεισίματα των αγορών. Η αίθουσα των Carillon (κουδουνιών) μετά από εκτεταμένη ανακαίνιση, το 1982, θεωρείται ένα από τα πιο ωραία αξιοθέατα.
Ο μύθος του Mammelokker
Βγαίνοντας έξω κάναμε για μια ακόμη φορά τον γύρο του Καμπαναριού. Ένα ιδιαίτερο κτίσμα είναι “κολλημένο” στη μια πλευρά του οικοδομήματος, το οποίο ανεγέρθη μεταξύ του Kαμπαναριού και της αίθουσας του Yφάσματος το 1741, και χρησίμευε ως είσοδος στη φυλακή.
Πάνω από την είσοδο διακρίνεται ανάγλυφο γλυπτό το οποίο διηγείται έναν παλιό ρωμαϊκό θρύλο ενός άνδρα, του Cimon, ο οποίος καταδικάστηκε σε θάνατο με πείνα. Επέζησε όμως επειδή η κόρη του τον επισκεπτόταν καθημερινά και τον θήλαζε. “Mamme” σημαίνει μαστός και “Lokken” σημαίνει πιπιλίζω σε μια παλιά διάλεκτο της Γάνδης.
Περπατήσαμε παράλληλα με τον τεράστιο όγκο της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, επί της οδού Cataloniestraat, και σε 3 μόλις λεπτά αντικρίσαμε μια από τις σημαντικότερες και διασημότερες τουριστικές, και όχι μόνο, πλατείες της Γάνδης. Τα πολλά και ιστορικά κτίρια που περιβάλλουν την πλατεία στεγάζουν σήμερα μπαρ, εστιατόρια και καφέ. Aυτή η πλατεία συνδέει τους δύο πιο πολυσύχναστους εμπορικούς δρόμους, τον Veldstraat και τον Kortemunt, από τον νότο προς τον βορρά. Ενώ από τα δυτικά προς τα ανατολικά συνδέει τη γέφυρα του Αγίου Μιχαήλ με την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Η δυτική της πλευρά παρέχει πρόσβαση στην προβλήτα Graslei.
Όπως καταλαβαίνει λοιπόν κάποιος αποτελεί τον συνδετικό κρίκο της πόλης, αφού από εδώ διέρχονται ακατάπαυστα μέρα-νύχτα, τραμ, ποδήλατα και κόσμος. Πολύς κόσμος!
Όπως δηλώνει και το όνομά της, η πλατεία ήταν το κέντρο του εμπορίου δημητριακών, που φτάνει πολύ πίσω στον χρόνο, γύρω στον 10ο ή 11ο αιώνα, όταν ολόκληρη η πόλη της Γάνδης ήταν το κέντρο εμπορίου δημητριακών στην κομητεία της Φλάνδρας. Σήμερα η πλατεία είναι το ανοιχτό “γιγάντιο καφενείο” της πόλης και είναι πάντα μια εξαιρετική επιλογή για φαγητό ή καφέ, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, αλλά και της νύχτας.
Στην πλευρά του ναού βρίσκουμε τις pubs και τα bars της οδού Klein Turkije. Αυτός ο δρόμος που σήμερα μπορούμε να απολαύσουμε τη διασκέδαση και το φαγητό ήταν κάποτε το σημείο που διεξάγονταν δημόσιοι πλειστηριασμοί μετά από πτωχεύσεις.
Klein Turkije
Klein Turkije
Από την άλλη ακριβώς πλευρά της πλατείας, παράλληλη της Klein Turkije, είναι η οδός Donkersteeg, ένα μικρό δρομάκι 150-200 μέτρων, το οποίο αν κάποιος ξεκινήσει να το περπατάει από την Korenmarkt, μέσα σε 2-3 το πολύ λεπτά, θα έχει βγει ακριβώς μπροστά στο City Pavilion, κάτι που ισχύει βέβαια και για την οδό Klein Turkije.
Donkersteeg
Παρόλο που το όνομα αυτού του μικρού δρόμου σημαίνει “σκοτεινό δρομάκι” στην πραγματικότητα σήμερα είναι ένας ζωντανός εμπορικός δρόμος που διαθέτει ακριβά καταστήματα με κοσμήματα, δερμάτινα αλλά και εστιατόρια.
Εδώ βρίσκεται ο “ναός της μόκας”, δηλαδή το θρυλικό καφέ Mokabon.
Αν και η πλατεία έχει υποστεί εκτενείς ανακαινίσεις όλα αυτά τα χρόνια βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας κτίρια που κουβαλούν αιώνες ιστορίας. Σχεδόν πριν 1.000 χρόνια, αυτός ο τόπος που σήμερα είναι ασφυκτικά γεμάτος από ανθρώπινη δραστηριότητα, ήταν ο τόπος που μεταφέρονταν τα σιτηρά, κατά την άφιξή τους στην πόλη, μέσω των ποταμών Scheldt και Lys. Αυτό συνέβαλε ώστε η Korenmarkt να εξελιχθεί σε οικονομικό κέντρο κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα. Aυτό φαίνεται ότι εξακολουθεί να συμβαίνει και τώρα, αφού όλα, μα όλα τα καφέ, τα εστιατόρια και τα μπαράκια είναι γεμάτα κόσμο σε σημείο να δυσκολεύεσαι να βρεις κενές θέσεις για να απολαύσεις έναν καφέ ή ένα ποτό.
Η πλατεία υπήρξε σημείο αναχώρησης και άφιξης λεωφορείων και αυτός ήταν ο λόγος, για τον οποίο το επιβλητικό κτίριο του Ταχυδρομείου χτίστηκε εδώ, στα θεμέλια που προορίζονταν για το κτίριο του ολλανδικού θεάτρου.
Αυτό το πραγματικό κόσμημα έχει γίνει εμπορικό κέντρο και σούπερ μάρκετ της αλυσίδας Albert Heijn, τα οποία είχαμε ήδη επισκεφθεί, προς αναζήτηση του πολυπόθητου αντικειμένου που ψάχναμε εδώ και τρεις μέρες, δηλαδή του κουβά και της σφουγγαρίστρας.
Μην ξεχνιόμαστε κιόλας!
Μπορεί να μας είχε πάρει η Γάνδη τα μυαλά, αλλά όπου βρίσκαμε κατάστημα με είδη σπιτιού ή σούπερ μάρκετ μπουκάραμε και ψάχναμε! Εδώ κάναμε μια στάση για φαγητό και χάζεμα πριν συνεχίσουμε την εξερεύνηση της πόλης.
Αφήσαμε πίσω μας την Korenmarkt και προχωρώντας ευθεία, ακολουθήσαμε την οδό Langemunt (συνέχεια της Kortemunt, της κεντρικής αρτηρίας που διασχίζει την αγορά). H Langemunt είναι επίσης ένας εμπορικός δρόμος, με πολλά καταστήματα και γνωστές αλυσίδες, όπως το γνωστό Primark με τα πολύ οικονομικά ρούχα.
Στη γωνία όπου η Langemunt και η Grootkanonplein συναντώνται, βγήκαμε πάλι δίπλα στο νερό. Ένα πολύ όμορφο σημείο,
με μια γεφυρούλα σαν κόσμημα,
με πολλά λουλούδια να κρέμονται στην όχθη του καναλιού
και φυσικά με φανταστικά χρωματιστά σπίτια, στριμωγμένα πάνω από το ποτάμι, να σφιχταγκαλιάζει το ένα, το άλλο, επιβεβαιώνοντας σε όλους εμάς ότι η φιλία τόσων αιώνων καλά κρατεί ακόμα και σήμερα.
Όλα σε μια αρμονία συνύπαρξης τόσο ζηλευτή!
Αριστερά, στη γωνία πάνω από το ποτάμι, στέκεται το Μεγάλο Κανόνι. Ένα εντυπωσιακό σφυρήλατο, μεσαιωνικό, σούπερ όπλο, το οποίο ζυγίζει 12.500 κιλά και είναι γνωστό ως Dulle Griet (Mad Meg). Το κόκκινο, σαν αίμα βοδιού χρώμα του, είναι το αρχικό του χρώμα, αν και ποτέ δεν πυροβόλησε. Βρίσκεται στην ίδια θέση για 425 ολόκληρα χρόνια.
Στρίψαμε δεξιά και αντικρίσαμε την Vrijdagmarkt, μια από τις παλαιότερες πλατείες της πόλης η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Γάνδης.
Στη μέση της πλατείας στέκεται το άγαλμα του Jacob Van Artevelde, με το απλωμένο χέρι του να δείχνει προς κάποια κατεύθυνση. Ποια είναι όμως αυτή η κατεύθυνση και γιατί δείχνει προς τα εκεί?
Αυτά θα τα πούμε στη συνέχεια της ιστορίας, όχι ακόμα.
Εδώ θα ξανάρθω πολλές φορές κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στην πόλη. Θα έρθω και μια Παρασκευή, για να δω την υπαίθρια αγορά που στήνεται εδώ και η οποία έχει δώσει σε αυτήν την πλατεία και δεύτερο όνομα, Friday Market. Θα σας ξεναγήσω και στο εσωτερικό της πασίγνωστης pub Dulle Griet με το περίφημο τελετουργικό με τα παπούτσια.
Η πλατεία περιτριγυρίζεται από φανταστικά guild halls, που σήμερα στεγάζουν μπαρ, εστιατόρια και καφέ
αλλά εδώ βρίσκεται και ο top δρόμος της Γάνδης για μένα! Πραγματικά με καθήλωσε με τα υπέροχα πολύχρωμα κουκλίστικα σπίτια του!
Ο ήλιος κόντευε προς τη δύση του και αποφασίσαμε σιγά-σιγά να ξεκινήσουμε επιστρέφοντας προς το κέντρο. Περάσαμε τη γέφυρα-κόσμημα, με το περίτεχνο σκαλιστό καγκελάκι, και τα μάτια μου κόλλησαν σε αυτά τα δύο κτίρια.
Αυτά δεν είναι σπίτια, είναι κοσμήματα, είναι μπιζού! Δεν ξέρω ποια άλλη λέξη να χρησιμοποιήσω για να περιγράψω την ομορφιά τους!
Στρίψαμε δεξιά και μετά “χαθήκαμε” μέσα σε έναν λαβύρινθο από μικρά, στενά μεσαιωνικά σοκάκια. Ήμασταν στην περιοχή Patershol. Κάποτε η περιοχή φιλοξενούσε τις κατώτερες τάξεις, τα πανδοχεία και τους οίκους ανοχής. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αναβαθμίστηκε και τώρα είναι ένα διάσημο hot spot της πόλης με μοντέρνα εστιατόρια, ζεστό feeling και ασταμάτητη διάθεση για εξερεύνηση ακόμα και της τελευταίας κρυμμένης γωνιάς.
Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν πλησιάζαμε προς το κέντρο. Γλυκές εικόνες εξακολουθούσαν να μας συνοδεύουν κατά τη διάρκεια της διαδρομής μας προς το Graslei.
19:15 έδειχνε το ρολόι του Πύργου όταν βρεθήκαμε πάνω στη γέφυρα του Αγίου Μιχαήλ. Όλα γύρω είχαν πάρει το γλυκό χρώμα της καραμελωμένης ζάχαρης!
Πώς να αφήσεις αυτές τις εικόνες και να επιστρέψεις στο δωμάτιο!
Έπρεπε όμως. Την επόμενη μέρα είχαμε διήμερη απόδραση στη Λιλ και χρειαζόμασταν ξεκούραση και μια μικρή προετοιμασία.
Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2018
Η Γάνδη είναι μια πόλη στην οποία φοιτούν χιλιάδες φοιτητές. Διαθέτει δε, μια ολόκληρη συνοικία στο ψηλότερο σημείο της πόλης, για τη φιλοξενία όλων αυτών των παιδιών. Φανταστείτε πόσο μπροστά στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι η πόλη, που έχει Πανεπιστήμιο ακόμα και για…….UFO!!

Αστειεύομαι φυσικά!
Το UFO Ghent University γειτνιάζει με τον ναό του Αγίου Πέτρου για τον οποίο σας μίλησα στο προηγούμενο κεφάλαιο. Tα περισσότερα τμήματα της κεντρικής διοίκησης έχουν τα γραφεία τους στο κτίριο της Πρυτανείας, στην οδό Sint-Pietersnieuwstraat.
Το Πανεπιστήμιο συγκαταλέγεται στη λίστα με τα 100 κορυφαία Πανεπιστήμια και είναι ένα από τα μεγαλύτερα ιδρύματα του Βελγίου, με έτος ίδρυσης το 1817. Οι 11 σχολές του προσφέρουν ένα ευρύ φάσμα μαθημάτων και διεξάγουν σε βάθος έρευνα, σε ένα επίσης ευρύ φάσμα επιστημονικών τομέων. Το Πανεπιστήμιο υποστηρίζει εγκαταστάσεις εστιατορίου, βιβλιοθήκης, συνεδριακού κέντρου, γλωσσικού κέντρου αλλά και Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου, το οποίο αποτελεί και το αντικείμενο ενδιαφέροντος του γιου μου.
Εδώ βρεθήκαμε λοιπόν, το πρωινό της 4ης Οκτωβρίου του 2018, τρίτης μέρας μας στη Γάνδη, για να γίνει η εγγραφή του γιου μου και να επισημοποιηθεί πλέον η παρουσία του στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, στις 8 Οκτωβρίου του 2018, ημέρα Δευτέρα. Έμεινα να τον περιμένω έξω στο πεζοδρόμιο. Για να σκοτώσω την ώρα μου έπαιζα με τη φωτογραφική μηχανή φωτογραφίζοντας την αέναη κίνηση των φοιτητών και των ποδηλάτων τους. Αλήθεια πως μπορείς να ξεχωρίσεις ποιο ποδήλατο σου ανήκει ανάμεσα σε όλον αυτόν τον χαμό?

Μετά από κάμποση ώρα βγήκε, κρατώντας τη φοιτητική κάρτα του στο χέρι, έτοιμος πλέον για νέες εμπειρίες και προκλήσεις.
Το πρόγραμμα για τη συνέχεια είχε... τι άλλο? Βόλτες “χωρίς πρόγραμμα” στην πόλη. Τον μόνο “όρο” που είχα θέσει για σήμερα ήταν η επίσκεψη στην κορυφή του Κωδωνοστασίου, αφού η μέρα ήταν επίσης καλή και ζεστή και ήθελα να δω την πόλη από ψηλά λουσμένη στο φως. Η διαδρομή που ακολουθήσαμε για το κέντρο ήταν λίγο διαφορετική, αφού δεν επιλέξαμε να κινηθούμε δίπλα στο ποτάμι όπως χθες, αλλά προτιμήσαμε να μπούμε στην καρδιά της αγοράς και να περπατήσουμε χαζεύοντας μαγαζιά και βιτρίνες.
Η οδός Veldstraat εξυπηρετεί αυτόν τον σκοπό, αφού είναι ο κύριος εμπορικός δρόμος, και εδώ βρίσκονται πολλά καταστήματα αλλά και μερικές από τις μεγαλύτερες γνωστές αλυσίδες. Ο δρόμος είναι από τους παλαιότερους γνωστούς δρόμους της Γάνδης. Εδώ μας εντυπωσίασαν περισσότερο τα λίγα απομεινάρια των παλαιών κτιρίων, παρά τελικά τα εμπορικά καταστήματα. Αυτά τα τόσο ιστορικά κτίρια, ενδεχομένως να αποτελούσαν κάποια ξενοδοχεία, κατά τη διάρκεια του 18ου ή 19ου αιώνα, αφού η οδός ήταν σημαντική για τα μεγάλα ξενοδοχεία της τα οποία φιλοξένησαν σημαντικές προσωπικότητες της εποχής. Η κίνηση πεζών και ποδηλατών ήταν πολύ αυξημένη, ενώ τον πλακόστρωτο δρόμο διατρέχει και το τραμ.
Στη συνέχεια αφήσαμε την Veldstraat και αναζητήσαμε την οδό Kalandestraat, στην οποία εκτός από μoδάτα καταστήματα, υπάρχουν και αρκετά delicatessen μαγαζιά, με ωραία γλυκά και φυσικά πολλές σοκολάτες.


Όταν μπήκαμε σε αυτόν τον πλακόστρωτο πεζόδρομο αμέσως μου δημιούργησε την αίσθηση μιας μικρής “φωλιάς”. Μικρά χαριτωμένα καφέ βγάζουν τραπεζάκια γύρω-γύρω,

ενώ ένα σιντριβάνι κοσμεί τη λιλιπούτεια πλατεία. Ο κόσμος γεμίζει όλα τα καθίσματα πίνοντας τον καφέ του ή τη μπίρα του συνοδεία snacks ή γλυκών.


Εδώ επιτρέπονται μόνο πεζοί. Ακόμα και οι ποδηλάτες πρέπει να κατεβαίνουν από το ποδήλατό τους και να περπατούν κρατώντας το με το χέρι. Η αστυνομία καραδοκεί και το πρόστιμο είναι τσουχτερό, 58 ευρώ παρακαλώ! Επιβεβαιωμένο και από την Ειρήνη, την κοπέλα που γνωρίσαμε στην IKEA, η οποία την πάτησε και έφαγε το πρόστιμο. Και όλα αυτά συμβαίνουν εδώ μέχρι τις 6 το απόγευμα. Μετά τα καφέ κλείνουν, τα τραπέζια και οι καρέκλες απομακρύνονται και ο “δρόμος-φωλίτσα” σχεδόν ερημώνει.


Λίγο πριν στρίψουμε δεξιά, στην οδό Sint-Baafspein, πίσω από τα κτίρια “έσκασε μύτη” η κορυφή του Καμπαναριού.


Φτάσαμε στο σημείο της πόλης που απλώνονται σε παράταξη, το ένα μετά το άλλο, όλα τα αξιοθέατα της Γάνδης.
La crème de la crème!!
Αριστερά η Korenmarkt

και η εκκλησία του Αγίου Νικολάου (Sint-Niklaaskerk),

ακριβώς μπροστά μας το Stadshal / City Pavilion


και το Stadhuis Ghent (Δημαρχείο), το οποίο αποτελείται από δύο πτέρυγες. Η παλαιότερη είναι σε ρυθμό γοτθικό και χτίστηκε μεταξύ 1519 και 1539. Οι κόγχες στην πρόσοψη φέρουν τα αγάλματα των μετρητών της Φλάνδρας. Τα δεκαεννέα αγάλματα έγιναν στα τέλη του 19ου αιώνα.

Φωτογραφία από το internet. Η μοναδική σε όλη την ιστορία που δεν είναι δική μου.
Η άλλη πτέρυγα είναι χτισμένη σε αναγεννησιακό στιλ μεταξύ 1595 και 1618. Οι κίονες που χαρακτηρίζουν το κτίριο είναι δωρικού, ιωνικού και κορινθιακού ρυθμού.



Δεξιά μας το Κωδωνοστάσιο,

η πλατεία Sint-Baafsplein,



ο καθεδρικός ναός Sint-Baafskathedral

και το NTGent το θέατρο που ιδρύθηκε το 1965.




Bγάλαμε εισιτήρια για την άνοδό μας στο Καμπαναριό [8 ευρώ εγώ και 2,70 ευρώ ο γιος (κάτω των 26 ετών ίσχυε αυτή η τιμή)].


Kατεβήκαμε πρώτα μια σκάλα, βρεθήκαμε δηλαδή ένα επίπεδο κάτω, σε μια αίθουσα με αγάλματα

και στη συνέχεια ανεβήκαμε μια άλλη σκάλα φτάνοντας σε μια αίθουσα, όπου βρίσκεται ένα μεγάλο μπρούτζινο άγαλμα του δράκου, του συμβόλου της Γάνδης.

Από εδώ με το ασανσέρ βρεθήκαμε στην κορυφή του μεσαίου Πύργου της διάσημης σειράς των τριών, ανάμεσα στον καθεδρικό ναό και την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Το ύψος των 91 μέτρων, του μεσαιωνικού Καμπαναριού το καθιστά το ψηλότερο του Βελγίου. Το Κωδωνοστάσιο συμβολίζει την ευημερία και την ανεξαρτησία της πόλης, ενώ ο φλογερός δράκος στην κορυφή, φυλάει κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του την ιστορική καρδιά της Γάνδης. Τα σχέδια κατασκευής του διατηρούνται ακόμη στο Μουσείο της πόλης.
Μετά από συνεχή διαστήματα, μέσα από πολέμους, επιδημίες και πολιτικές αναταραχές, η εργασία κατασκευής ολοκληρώθηκε το 1380. Τότε έφτασε και ο δράκος ο οποίος στήθηκε στην κορυφή. Τα ανώτατα τμήματα του κτιρίου έχουν ξαναχτιστεί πολλές φορές για να φιλοξενήσουν τον αυξανόμενο αριθμό των καμπανών.
Το Κωδωνοστάσιο, αναγνωρισμένη Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά της UNESCO, ήταν ο τόπος που το 1402 διατηρήθηκαν τα προνόμια της πόλης κλειδωμένα σε έναν κορμό στην αίθουσα της μυστικότητας. Ο δράκος, τοποθετημένος στον Πύργο από το 1377, παρακολουθούσε την πόλη και ήταν ο συμβολικός φύλακάς της, αλλά και συμβολικός φύλακας των προνομίων. Το 1539 όλα τα δημοτικά προνόμια μεταφέρθηκαν στο λογιστήριο της Λιλ. Το 1578, υπό την πίεση του καλβινιστικού καθεστώτος και πάνω στην ένταση της μάχης ενάντια στον Philip II, τα προνόμια επέστρεψαν στη Γάνδη και φυλάχτηκαν στο Δημαρχείο.
Το Καμπαναριό μας πρόσφερε εξαιρετική θέα σε όλες τις πλευρές της πόλης.









Ανεβαίνοντας τις τελευταίες σκάλες, που οδηγούν στην κορυφή, από το τζαμάκι μιας κλειστής ξύλινης πόρτας είδαμε τις τεράστιες καμπάνες που χτυπούν μελωδικά και ακούγονται σε όλο το κέντρο της πόλης.

Όπως ένα τεράστιο μουσικό κουτί, αυτός ο μηχανισμός ρολογιού, ελέγχει τις καμπάνες για να παίξουν άριες κάθε 15 λεπτά.



Αρχικά οι καμπάνες εξυπηρετούσαν μόνο έναν θρησκευτικό σκοπό. Σταδιακά όμως πήραν έναν κοσμικό ρόλο ρυθμίζοντας την καθημερινή ζωή στη μεσαιωνική πόλη. Η καμπάνα συναγερμού Roeland εγκαταστάθηκε το 1325. Χρησιμοποιήθηκε επίσης ως ωρολογιακή καμπάνα για να προειδοποιεί τους πολίτες για κίνδυνο έξω από τα τείχη της πόλης.

Η ορθογώνια αίθουσα που στεγάζει το Καμπαναριό χτίστηκε για να εδραιώσει τις υποθέσεις του εμπορίου υφασμάτων που έκαναν την πόλη πλούσια κατά τον μεσαίωνα.
Όταν αποφασίσαμε να κατέβουμε δεν χρησιμοποιήσαμε το ασανσέρ, αλλά τη στενή, στριφογυριστή, ψιλοσκοτεινή, πέτρινη σκάλα του Πύργου.



Η αίθουσα που συναντήσαμε ένα επίπεδο κάτω ήταν γεμάτη από καμπάνες όλων των μεγεθών.
Μέχρι το 1442 η εκκλησία του Αγίου Νικολάου ήταν το κύριο παρατηρητήριο. Οι παρατηρητές του Πύργου μετακόμισαν στο νεόκτιστο Κωδωνοστάσιο της πόλης και μαζί με τους παίκτες της τρομπέτας ήταν οι φύλακες άγγελοι της Γάνδης.



Όλα τα κουδούνια και οι καμπάνες που χρησιμοποιούσαν για να σημάνουν συναγερμό, όταν ο εχθρός πλησίαζε την πόλη, φυλάσσονται εδώ. Όμως ο ρόλος των κουδουνιών δεν ήταν μόνον αυτός. Με το χτύπημά τους ανακοίνωναν εκτελέσεις, πυρκαγιές και ακόμη ανοίγματα ή κλεισίματα των αγορών. Η αίθουσα των Carillon (κουδουνιών) μετά από εκτεταμένη ανακαίνιση, το 1982, θεωρείται ένα από τα πιο ωραία αξιοθέατα.



Ο μύθος του Mammelokker
Βγαίνοντας έξω κάναμε για μια ακόμη φορά τον γύρο του Καμπαναριού. Ένα ιδιαίτερο κτίσμα είναι “κολλημένο” στη μια πλευρά του οικοδομήματος, το οποίο ανεγέρθη μεταξύ του Kαμπαναριού και της αίθουσας του Yφάσματος το 1741, και χρησίμευε ως είσοδος στη φυλακή.


Πάνω από την είσοδο διακρίνεται ανάγλυφο γλυπτό το οποίο διηγείται έναν παλιό ρωμαϊκό θρύλο ενός άνδρα, του Cimon, ο οποίος καταδικάστηκε σε θάνατο με πείνα. Επέζησε όμως επειδή η κόρη του τον επισκεπτόταν καθημερινά και τον θήλαζε. “Mamme” σημαίνει μαστός και “Lokken” σημαίνει πιπιλίζω σε μια παλιά διάλεκτο της Γάνδης.


Περπατήσαμε παράλληλα με τον τεράστιο όγκο της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, επί της οδού Cataloniestraat, και σε 3 μόλις λεπτά αντικρίσαμε μια από τις σημαντικότερες και διασημότερες τουριστικές, και όχι μόνο, πλατείες της Γάνδης. Τα πολλά και ιστορικά κτίρια που περιβάλλουν την πλατεία στεγάζουν σήμερα μπαρ, εστιατόρια και καφέ. Aυτή η πλατεία συνδέει τους δύο πιο πολυσύχναστους εμπορικούς δρόμους, τον Veldstraat και τον Kortemunt, από τον νότο προς τον βορρά. Ενώ από τα δυτικά προς τα ανατολικά συνδέει τη γέφυρα του Αγίου Μιχαήλ με την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Η δυτική της πλευρά παρέχει πρόσβαση στην προβλήτα Graslei.

Όπως καταλαβαίνει λοιπόν κάποιος αποτελεί τον συνδετικό κρίκο της πόλης, αφού από εδώ διέρχονται ακατάπαυστα μέρα-νύχτα, τραμ, ποδήλατα και κόσμος. Πολύς κόσμος!


Όπως δηλώνει και το όνομά της, η πλατεία ήταν το κέντρο του εμπορίου δημητριακών, που φτάνει πολύ πίσω στον χρόνο, γύρω στον 10ο ή 11ο αιώνα, όταν ολόκληρη η πόλη της Γάνδης ήταν το κέντρο εμπορίου δημητριακών στην κομητεία της Φλάνδρας. Σήμερα η πλατεία είναι το ανοιχτό “γιγάντιο καφενείο” της πόλης και είναι πάντα μια εξαιρετική επιλογή για φαγητό ή καφέ, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, αλλά και της νύχτας.




Στην πλευρά του ναού βρίσκουμε τις pubs και τα bars της οδού Klein Turkije. Αυτός ο δρόμος που σήμερα μπορούμε να απολαύσουμε τη διασκέδαση και το φαγητό ήταν κάποτε το σημείο που διεξάγονταν δημόσιοι πλειστηριασμοί μετά από πτωχεύσεις.

Klein Turkije

Klein Turkije

Από την άλλη ακριβώς πλευρά της πλατείας, παράλληλη της Klein Turkije, είναι η οδός Donkersteeg, ένα μικρό δρομάκι 150-200 μέτρων, το οποίο αν κάποιος ξεκινήσει να το περπατάει από την Korenmarkt, μέσα σε 2-3 το πολύ λεπτά, θα έχει βγει ακριβώς μπροστά στο City Pavilion, κάτι που ισχύει βέβαια και για την οδό Klein Turkije.

Donkersteeg
Παρόλο που το όνομα αυτού του μικρού δρόμου σημαίνει “σκοτεινό δρομάκι” στην πραγματικότητα σήμερα είναι ένας ζωντανός εμπορικός δρόμος που διαθέτει ακριβά καταστήματα με κοσμήματα, δερμάτινα αλλά και εστιατόρια.

Εδώ βρίσκεται ο “ναός της μόκας”, δηλαδή το θρυλικό καφέ Mokabon.

Αν και η πλατεία έχει υποστεί εκτενείς ανακαινίσεις όλα αυτά τα χρόνια βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας κτίρια που κουβαλούν αιώνες ιστορίας. Σχεδόν πριν 1.000 χρόνια, αυτός ο τόπος που σήμερα είναι ασφυκτικά γεμάτος από ανθρώπινη δραστηριότητα, ήταν ο τόπος που μεταφέρονταν τα σιτηρά, κατά την άφιξή τους στην πόλη, μέσω των ποταμών Scheldt και Lys. Αυτό συνέβαλε ώστε η Korenmarkt να εξελιχθεί σε οικονομικό κέντρο κατά τη διάρκεια του μεσαίωνα. Aυτό φαίνεται ότι εξακολουθεί να συμβαίνει και τώρα, αφού όλα, μα όλα τα καφέ, τα εστιατόρια και τα μπαράκια είναι γεμάτα κόσμο σε σημείο να δυσκολεύεσαι να βρεις κενές θέσεις για να απολαύσεις έναν καφέ ή ένα ποτό.

Η πλατεία υπήρξε σημείο αναχώρησης και άφιξης λεωφορείων και αυτός ήταν ο λόγος, για τον οποίο το επιβλητικό κτίριο του Ταχυδρομείου χτίστηκε εδώ, στα θεμέλια που προορίζονταν για το κτίριο του ολλανδικού θεάτρου.



Αυτό το πραγματικό κόσμημα έχει γίνει εμπορικό κέντρο και σούπερ μάρκετ της αλυσίδας Albert Heijn, τα οποία είχαμε ήδη επισκεφθεί, προς αναζήτηση του πολυπόθητου αντικειμένου που ψάχναμε εδώ και τρεις μέρες, δηλαδή του κουβά και της σφουγγαρίστρας.
Μην ξεχνιόμαστε κιόλας!
Μπορεί να μας είχε πάρει η Γάνδη τα μυαλά, αλλά όπου βρίσκαμε κατάστημα με είδη σπιτιού ή σούπερ μάρκετ μπουκάραμε και ψάχναμε! Εδώ κάναμε μια στάση για φαγητό και χάζεμα πριν συνεχίσουμε την εξερεύνηση της πόλης.
Αφήσαμε πίσω μας την Korenmarkt και προχωρώντας ευθεία, ακολουθήσαμε την οδό Langemunt (συνέχεια της Kortemunt, της κεντρικής αρτηρίας που διασχίζει την αγορά). H Langemunt είναι επίσης ένας εμπορικός δρόμος, με πολλά καταστήματα και γνωστές αλυσίδες, όπως το γνωστό Primark με τα πολύ οικονομικά ρούχα.
Στη γωνία όπου η Langemunt και η Grootkanonplein συναντώνται, βγήκαμε πάλι δίπλα στο νερό. Ένα πολύ όμορφο σημείο,

με μια γεφυρούλα σαν κόσμημα,


με πολλά λουλούδια να κρέμονται στην όχθη του καναλιού


και φυσικά με φανταστικά χρωματιστά σπίτια, στριμωγμένα πάνω από το ποτάμι, να σφιχταγκαλιάζει το ένα, το άλλο, επιβεβαιώνοντας σε όλους εμάς ότι η φιλία τόσων αιώνων καλά κρατεί ακόμα και σήμερα.


Όλα σε μια αρμονία συνύπαρξης τόσο ζηλευτή!
Αριστερά, στη γωνία πάνω από το ποτάμι, στέκεται το Μεγάλο Κανόνι. Ένα εντυπωσιακό σφυρήλατο, μεσαιωνικό, σούπερ όπλο, το οποίο ζυγίζει 12.500 κιλά και είναι γνωστό ως Dulle Griet (Mad Meg). Το κόκκινο, σαν αίμα βοδιού χρώμα του, είναι το αρχικό του χρώμα, αν και ποτέ δεν πυροβόλησε. Βρίσκεται στην ίδια θέση για 425 ολόκληρα χρόνια.


Στρίψαμε δεξιά και αντικρίσαμε την Vrijdagmarkt, μια από τις παλαιότερες πλατείες της πόλης η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Γάνδης.

Στη μέση της πλατείας στέκεται το άγαλμα του Jacob Van Artevelde, με το απλωμένο χέρι του να δείχνει προς κάποια κατεύθυνση. Ποια είναι όμως αυτή η κατεύθυνση και γιατί δείχνει προς τα εκεί?


Αυτά θα τα πούμε στη συνέχεια της ιστορίας, όχι ακόμα.
Εδώ θα ξανάρθω πολλές φορές κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στην πόλη. Θα έρθω και μια Παρασκευή, για να δω την υπαίθρια αγορά που στήνεται εδώ και η οποία έχει δώσει σε αυτήν την πλατεία και δεύτερο όνομα, Friday Market. Θα σας ξεναγήσω και στο εσωτερικό της πασίγνωστης pub Dulle Griet με το περίφημο τελετουργικό με τα παπούτσια.

Η πλατεία περιτριγυρίζεται από φανταστικά guild halls, που σήμερα στεγάζουν μπαρ, εστιατόρια και καφέ

αλλά εδώ βρίσκεται και ο top δρόμος της Γάνδης για μένα! Πραγματικά με καθήλωσε με τα υπέροχα πολύχρωμα κουκλίστικα σπίτια του!


Ο ήλιος κόντευε προς τη δύση του και αποφασίσαμε σιγά-σιγά να ξεκινήσουμε επιστρέφοντας προς το κέντρο. Περάσαμε τη γέφυρα-κόσμημα, με το περίτεχνο σκαλιστό καγκελάκι, και τα μάτια μου κόλλησαν σε αυτά τα δύο κτίρια.

Αυτά δεν είναι σπίτια, είναι κοσμήματα, είναι μπιζού! Δεν ξέρω ποια άλλη λέξη να χρησιμοποιήσω για να περιγράψω την ομορφιά τους!
Στρίψαμε δεξιά και μετά “χαθήκαμε” μέσα σε έναν λαβύρινθο από μικρά, στενά μεσαιωνικά σοκάκια. Ήμασταν στην περιοχή Patershol. Κάποτε η περιοχή φιλοξενούσε τις κατώτερες τάξεις, τα πανδοχεία και τους οίκους ανοχής. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αναβαθμίστηκε και τώρα είναι ένα διάσημο hot spot της πόλης με μοντέρνα εστιατόρια, ζεστό feeling και ασταμάτητη διάθεση για εξερεύνηση ακόμα και της τελευταίας κρυμμένης γωνιάς.




Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν πλησιάζαμε προς το κέντρο. Γλυκές εικόνες εξακολουθούσαν να μας συνοδεύουν κατά τη διάρκεια της διαδρομής μας προς το Graslei.



19:15 έδειχνε το ρολόι του Πύργου όταν βρεθήκαμε πάνω στη γέφυρα του Αγίου Μιχαήλ. Όλα γύρω είχαν πάρει το γλυκό χρώμα της καραμελωμένης ζάχαρης!


Πώς να αφήσεις αυτές τις εικόνες και να επιστρέψεις στο δωμάτιο!
Έπρεπε όμως. Την επόμενη μέρα είχαμε διήμερη απόδραση στη Λιλ και χρειαζόμασταν ξεκούραση και μια μικρή προετοιμασία.
Last edited: