mikrh tsopana
Member
- Μηνύματα
- 1.794
- Likes
- 8.438
- Επόμενο Ταξίδι
- Ελλάδα-Παλέρμο-Μπιλμπάο
- Ταξίδι-Όνειρο
- θα το αποφασίσω αύριο
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Εκουαδόρ-Κίτο
- Εκουαδόρ-Κίτο (B)
- Εκουαδόρ-Mompiche
- Εκουαδόρ-Ιστορικό Κέντρο
- Εκουαδόρ-Baños
- Βραζιλία
- Καταρράκτες Ιγουασού-Αργεντινή-Βραζιλία
- Παραγουάη
- Αργεντινή-Σάλτα
- Αργεντινή-Σάλτα (B)
- Αργεντινή-Σάλτα (Γ)
- Εκουαδόρ-Μέση Του Κόσμου
- Εκουαδόρ-Οταβάλο
- Εκουαδόρ-Αμαζόνιος
- Εκουαδόρ-Puerto Lopez,Manabi
- Εκουαδόρ-Λίμνη Κιλοτόα
- Κολομβία-Εσωτερικές Διαδρομές
- Κολομβία-San Agustin
- Κολομβία-Νέιβα
- Κολομβία-Έρημος Τατακόα
- Κολομβία-Μέχρι την Μπογκοτά
- Κολομβία-Μπογκοτά
- Κολομβία-Βίγια δε Λέιβα, Μπαριτσάρα
- Κολομβία-Μεντεγίν-Καρταχένα
- Κολομβία-Καρταχένα δε Ίντιας
- Κολομβία-Playa Blanca
- Επίλογος
Κεφάλαιο 3: Κολομβία
Υποκεφάλαιο 3.2: Νέιβα, Έρημος Τατακόα
Μέρος 1ο: Νέιβα
Τίτλος 1: Καυτές μέρες και ατέλειωτες νύχτες στη Νέιβα
Εναλλακτικός Τίτλος 1: Οι αγαπητικοί της βοσκοπούλας
Εναλλακτικός Τίτλος 2: Ένα καμένο φορτηγό, ένας στρατιώτης στα πρόθυρα κατάρρευσης και η πανκ ζωή στην κολομβιανή επαρχία
Εντάξει, μην περιμένετε τίποτα ιστορίες για αγρίους. Απλά η μικρή τσοπάνα νιώθει πως ήρθε ο καιρός να μιλήσει για το προφίλ του λατίνου εραστή, από τα μάτια μιας (όχι απαραίτητα ωραίας) Κορνηλίας. Και το όχι απαραίτητα δεν μπήκε χάρη στη μετριοφροσύνη της τσο αλλά χάρη στην απόλυτη ισότητα ως προς το ενδιαφέρον του ανδρικού φύλου που βιώνουν οι γυναίκες στη λατιναμέρικα. Το Κορνηλία αδιαπραγμάτευτο.
Ήδη από την τρίτη μέρα της άφιξής της στην ήπειρο, όποτε και πάτησε το πόδι της στον έξω κόσμο , είχε έρθει σε επαφή(μεταφορικά πάντα) με την ιδιαίτερη αυτή κατηγορία. Μα υπάρχουν εραστές και εραστές. Και οι Κολομβιανοί είναι σίγουρα από τους πιο δημοφιλείς, ειδικά όταν συγκρίνονται με τους σε γενικά πλαίσια αδιάφορους γείτονές τους(μαντέψτε ποιούς!). Δεν είναι μόνο η φυσιογνωμία τους που είναι αρκετά πιο ελκυστική αλλά και ο χαρακτήρας τους που σε κερδίζει από την πρώτη στιγμή, να μη μιλήσουμε γι αυτό το χαμόγελο που πραγματικά δε συγκρίνεται με κανενός άλλου στον πλανήτη. Αν η Κολομβία πρέπει να χαρακτηριστεί ως χώρα του κάτι, για την τσοπάνα θα χαρακτηριστεί χώρα του χαμόγελου. Αυτοί οι θεσπέσιοι λοιπόν άνθρωποι έχουν ένα ψεγάδι: μιλάνε, μιλάνε πολύ! Και ένα δεύτερο: είναι υπερβολικά καλοί! Σε βαθμό που δε μπορείς να διακρίνεις πότε η καλοσύνη και το απλό ενδιαφέρον γίνεται φλερτ και πώς να το διαχειριστείς.
Για να μην κουράζουμε, θα χωρίσουμε τον τόπο σε 2 σημεία, το Κίτο και τη Νέιβα και τον χρόνο σε 2 αντίστοιχα, προ ταξιδιού και μετά ταξιδιού.
Τόπος 1: Όλοι ξέρουμε ότι αν ένα πράγμα πρέπει οπωσδήποτε να κάνεις σε κάθε ταξίδι αυτό είναι παρέα με ντόπιους. Η τσοπάνα όμως ανησυχούσε ότι δε θα καταφέρει να γνωρίσει τους σωστούς ανθρώπους στα σωστά μέρη κι έτσι απευθύνθηκε στο παλιό καλιό κόλπο: couchsurfing. Το αίτημα της τσοπάνας ήταν απλό και ειλικρινές : hang out with locals και, μαντέψτε, τα λοκάλια ανταποκρίθηκαν. Το πρώτο λοκάλι λοιπόν, ο Όσκαρ, είχε καλά προγνωστικά: ήξερε καλά την ιστορία του τόπου του, ήταν κοινωνικός και «δικτυωμένος» στην ούτως ή άλλως μικρή πόλη του και το σημαντικότερο... άκουγε πανκ! Η ανταλλαγή αριθμών για συνεννόηση μέσω whatsapp κρίθηκε επιτακτική και όλα πήγαιναν καλά μέχρι που ο Όσκαρ ξεκίνησε να βομβαρδίζει την τσοπάνα με πληροφορίες. Πολλές πληροφορίες!
Τόπος 2: Ο καλός Όσκαρ είχε ήδη ενημερώσει την τσοπάνα ότι δυστυχώς δουλεύει και δεν μπορεί να έρθει να την πάρει από τον σταθμό. Η τσοπάνα που ούτως ή άλλως ποτέ δεν του είχε ζητήσει κάτι τέτοιο του είπε να μην αγχώνεται αλλά ο Όσκαρ αγχώθηκε και απευθύνθηκε στον ξάδερφό του, τον Σέζαρ. Έτσι μετά την ανταλλαγή άπειρων μηνυμάτων το ντίλ έκλεισε: ο Σέζαρ, με το μηχανάκι του έκανε το ντελίβερι και η τσοπάνα βρέθηκε να πίνει το ποτάκι της ανάμεσα σε δύο λατίνους εραστές. Η βραδιά κύλησε όμορφα με την τσοπάνα και τον Όσκαρ να έχουνε τακιμιάσει και τον Σέζαρ σε ρόλο θεατή.
"Τώρα θα σας πούμε μία ιστορία, για τη μικρή τσοπάνα την ωραία Κορνηλία..."
Η τσοπάνα ζήτησε από τον προσωπικό της οδηγό να την πάει σε ένα χόστελ και αυτός την πήγε σε ένα χοτέλ. Από τα καλύτερα της πόλης! Οι επιλογές ήταν 2 : 30 χιλιάρικα για δωμάτιο με ανεμιστήρα και 40 με κλιματισμό. Α ναι, αυτό ξέχασε να σας το αναφέρει. H Νέιβα, στη νότια Κολομβία, είναι μία έκπληξη για τον ταξιδιώτη. Όχι ιδιαίτερα ευχάριστη. Κατεβαίνοντας από το Σαν Αγουστίν στην κοιλάδα του σημαντικότερου ποταμού της Κολομβίας, του ποταμού Μαγδαλένα, βλέπει κανείς το τοπίο να αλλάζει ραγδαία. Τα άγρια και εντυπωσιακά βουνά διαδέχεται μια περίεργη τροπικοερημική πεδιάδα. Με μέση θερμοκρασία ετησίως πάνω από 30ο και το απέραντο σχεδόν ίσιο του ορίζοντα σκέφτεται κανείς ότι βρίσκεται στην έρημο. Και δεν έχει και άδικο. Πολύ κοντά στην πόλη βρίσκεται η έρημος Τατακόα, μία όχι και τόσο τυπική έρημος. Από την άλλη, ο καιρός κάποιους μήνες είναι αρκετά υγρός.
Η επιλογή της τσο ήταν η φθηνότερη φυσικά. Το δωμάτιο ήταν δίκλινο και όλο για την παρτάρα της, ήταν καθαρό, ο ανεμιστήρας χτυπούσε κατευθείαν στο κρεβάτι και η ατμόσφαιρα –είμαι-στη-Λάρισα-τη-δεκαετία-του-’80- άρεσε πολύ στην τσοπάνα. ΌΜΩΣ το παράθυρο δεν ήταν παράθυρο, ήταν μία σύνθεση τζαμιών τοποθετημένα κάθετα και πολύ κοντά το ένα στο άλλο και φυσικά δεν υπήρχαν κουρτίνες οπότε το φως και ο θόρυβος ήταν ένα θέμα.
Η επόμενη βρήκε την τσο να ψάχνει απελπισμένα για ένα γλυκό αλλά ελαφρύ πρωινό(40ο γαρ). Το μόνο που της πρότειναν ήταν ζωμός από κόκκαλα(caldo de hueso) και φυσικά το αγαπημένο κολομβιανό sancocho. H τσο επέλεξε να φάει ένα κεκάκι και να πιεί μια γουλιά από τον φημισμένο κολομβιανό καφέ που στον φτιάχνουνε γλυκό σε περίπτωση που ξεχαστείς και δε διευκρινίσεις ότι δε θέλεις ζάχαρη.
Ο Σέζαρ παρέλαβε την τσο και αφού η ίδια του δήλωσε ότι θέλει να πάει στις θερμές πηγές, την πήγε. Η διαδρομή με το μηχανάκι διήρκησε περίπου μία ώρα και κατα τη διάρκειά της, ο Σέζαρ ήτο αρκετά διαφορετικός από το χθεσινό βράδυ. Πολύ πιο ομιλητικός και με διάθεση να μοιραστεί πράγματα. Στην ερώτηση της περίεργης τσοπάνας σχετικά με τον εμφύλιο, τα ναρκωτικά και τη φτώχεια ο Σέζαρ μοιράστηκε τις δύο εξής ιστορίες-αστραπή.
Η πρώτη περιλαμβάνει τον ισχυρισμό του Σέζαρ, ότι η Κολομβία έχει λεφτά απλά οι Κολομβιανοί όχι, με την έννοια ότι σχεδόν όλο το χρήμα που μπαίνει στη χώρα προέρχεται από το εμπόριο κόκας. Και είναι τόσο πολύ αυτό το χρήμα που σύμφωνα με τη μαρτυρία του μια φορά μπροστά στα ματάκια του τα λατίνικα έκαψαν ένα ολόκληρο φορτηγό με δολάρια αμερικάνικα, για λόγους που η τσοπάνα δεν κατάλαβε. Τη στιγμή πάντα που η φτώχεια σ’αυτή τη χώρα ειδικά προς τη χερσόνησο Γκουαχίρα, στα σύνορα με τη Βενεζουέλα αλλά και γενικότερα είναι κραυγαλέα. Αστικός μύθος ή αλήθεια; Δε θα μάθουμε ποτέ.
Η δεύτερη ιστορία και αρκετά πιο πιστευτή του Σέζαρ αφορά σε ένα «γκεριγιέρο» φίλο του. Είχε λοιπόν ένα φίλο που από μικρός ήθελε να μπει στο στρατό, ο οποίος στην Κολομβία είναι υποχρεωτικός, έχει μικρότερη χρονικά θητεία από την Ελλάδα(η τσοπάνα νομίζει πως κρατά 6 μήνες) και γίνεται στον Αμαζόνιο(βασικά καλησπέρα σας!). Ο φίλος λοιπόν έκανε το τρελό του όνειρο πραγματικότητα και μπήκε στις δυνάμεις καταστολής και ασφαλείας της Κολομβίας. Μόνο που του επιφυλασσόταν μια έκπληξη του φίλου. Ο ρόλος του στα άρματα ήτανε η περισυλλογή των νεκρών στρατιωτών και παραστρατιωτικών που έφερναν κάθε μέρα τα ελικόπτερά τους. Και από ότι ο Σέζαρ υπονόησε, ήταν πολλοί. Στην αρχή ο φίλος λοιπόν το διαχειριζόταν αυτό κάπως ψύχραιμα, είχε μεν το σοκ της πρώτης επαφής αλλά όπως λέει και ο μεγάλος Αγγελάκας πονάει πάντα η πρώτη φορά. Μόνο που και η συνέχεια του τραγουδιού είχε αντίκρυσμα στη συγκεκριμένη περίπτωση: ο φίλος όσο περνούσε ο καιρός άρχιζε και τρελαινόταν μέχρι που αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Ήταν όμως πια αργά. Εν ολίγοις, είχε πονέσει για πάντα η πρώτη φορά. Ο φίλος εξαφανίστηκε για αρκετό χρονικό διάστημα, βρέθηκε κάπου στον Κολομβιανό Αμαζόνιο ζωντανός μεν αποτρελαμένος δε. Από τότε, πετάγεται στον ύπνο του ενώ πολλές φορές πιστεύει ότι έρχονται παραστρατιωτικοί να τον σκοτώσουν. Ο Σέζαρ αναφέρθηκε σε μια πλάκα που του έκανε ένας άλλος πανηλίθιος φίλος ότι έρχονται να τον σκοτώσουν, η οποία η τσοπάνα δυστυχώς δε θυμάται πώς ακριβώς τελείωσε.
Η σεσιόν στα λουτρά τελείωσε, η κρύα μπύρα το ίδιο και τσο και ξα πήγαν να φάνε. Ο ξα τότε έγινε ακόμη πιο περίεργος. Και ξεκίνησε να τη βγάζει φωτογραφίες, παρά τα παράπονα της τσοπάνας.
Αφού την άφησε σπίτι είχε συνεννοηθεί με τον Όσκαρ, ο οποίος τηλεφωνούσε κάθε λίγο και λιγάκι να δει αν η τσοπάνα είναι ευχαριστημένη, να την παραλάβει δεύτερη φορά, αυτή τη φορά για βραδινή έξοδο. Έπρεπε όμως να συνεννοηθεί για την ακριβή ώρα με την ίδια την τσο και έτσι αντάλλαξαν τηλέφωνα. Κι εκεί άρχισε να βλέπει το έργο. Ο ξα με το που την άφησε ξεκίνησε τα μηνύματα για το πόσο καλά πέρασε, για το ότι κρίμα που η τσο θα φύγει την επόμενη και ταρατατζούμ! ότι θέλει να ‘ρθει στο Κίτο. Αυτό τρόμαξε την τσοπάνα που δεν ήξερε τί της επιφύλασσε η μοίρα, μιας και σε λίγο καιρό από τότε ο άλλος ξα, ο Όσκαρ, έμελλε να της δηλώσει ότι ψάχνει αεροπορικά για να πάει μαζί της στην Ελλάδα. Ευτυχώς οι λατίνοι εραστές είναι μόνο λόγια.
Το βράδυ έφτασε γρήγορα και η τσο, μην έχοντας άλλη επιλογή επιβιβάστηκε στο μάτζικ μπας για το κέντρο της Νέιβα. Η βραδιά κύλησε πολύ όμορφα-να μην παραπονιόμαστε μονάχα-αφού ο Όσκαρ είχε κανονίσει να πάει την τσο σε μια diy πανκ συναυλία δίπλα στο ποτάμι, πριν πάει την ίδια την τσο στο ποτάμι για να (προσπαθήσει να) ξεδιπλώσει το ταπεραμέντο που μόνο ένας λατίνος εραστής έχει. End of story
(η ντόλτσε βίτα δεν έδωσε περιθώρια στην τσο για να φωτογραφίσει το παραμικρό στη Νέιβα)
Υποκεφάλαιο 3.2: Νέιβα, Έρημος Τατακόα
Μέρος 1ο: Νέιβα
Τίτλος 1: Καυτές μέρες και ατέλειωτες νύχτες στη Νέιβα
Εναλλακτικός Τίτλος 1: Οι αγαπητικοί της βοσκοπούλας
Εναλλακτικός Τίτλος 2: Ένα καμένο φορτηγό, ένας στρατιώτης στα πρόθυρα κατάρρευσης και η πανκ ζωή στην κολομβιανή επαρχία
Εντάξει, μην περιμένετε τίποτα ιστορίες για αγρίους. Απλά η μικρή τσοπάνα νιώθει πως ήρθε ο καιρός να μιλήσει για το προφίλ του λατίνου εραστή, από τα μάτια μιας (όχι απαραίτητα ωραίας) Κορνηλίας. Και το όχι απαραίτητα δεν μπήκε χάρη στη μετριοφροσύνη της τσο αλλά χάρη στην απόλυτη ισότητα ως προς το ενδιαφέρον του ανδρικού φύλου που βιώνουν οι γυναίκες στη λατιναμέρικα. Το Κορνηλία αδιαπραγμάτευτο.
Ήδη από την τρίτη μέρα της άφιξής της στην ήπειρο, όποτε και πάτησε το πόδι της στον έξω κόσμο , είχε έρθει σε επαφή(μεταφορικά πάντα) με την ιδιαίτερη αυτή κατηγορία. Μα υπάρχουν εραστές και εραστές. Και οι Κολομβιανοί είναι σίγουρα από τους πιο δημοφιλείς, ειδικά όταν συγκρίνονται με τους σε γενικά πλαίσια αδιάφορους γείτονές τους(μαντέψτε ποιούς!). Δεν είναι μόνο η φυσιογνωμία τους που είναι αρκετά πιο ελκυστική αλλά και ο χαρακτήρας τους που σε κερδίζει από την πρώτη στιγμή, να μη μιλήσουμε γι αυτό το χαμόγελο που πραγματικά δε συγκρίνεται με κανενός άλλου στον πλανήτη. Αν η Κολομβία πρέπει να χαρακτηριστεί ως χώρα του κάτι, για την τσοπάνα θα χαρακτηριστεί χώρα του χαμόγελου. Αυτοί οι θεσπέσιοι λοιπόν άνθρωποι έχουν ένα ψεγάδι: μιλάνε, μιλάνε πολύ! Και ένα δεύτερο: είναι υπερβολικά καλοί! Σε βαθμό που δε μπορείς να διακρίνεις πότε η καλοσύνη και το απλό ενδιαφέρον γίνεται φλερτ και πώς να το διαχειριστείς.
Για να μην κουράζουμε, θα χωρίσουμε τον τόπο σε 2 σημεία, το Κίτο και τη Νέιβα και τον χρόνο σε 2 αντίστοιχα, προ ταξιδιού και μετά ταξιδιού.
Τόπος 1: Όλοι ξέρουμε ότι αν ένα πράγμα πρέπει οπωσδήποτε να κάνεις σε κάθε ταξίδι αυτό είναι παρέα με ντόπιους. Η τσοπάνα όμως ανησυχούσε ότι δε θα καταφέρει να γνωρίσει τους σωστούς ανθρώπους στα σωστά μέρη κι έτσι απευθύνθηκε στο παλιό καλιό κόλπο: couchsurfing. Το αίτημα της τσοπάνας ήταν απλό και ειλικρινές : hang out with locals και, μαντέψτε, τα λοκάλια ανταποκρίθηκαν. Το πρώτο λοκάλι λοιπόν, ο Όσκαρ, είχε καλά προγνωστικά: ήξερε καλά την ιστορία του τόπου του, ήταν κοινωνικός και «δικτυωμένος» στην ούτως ή άλλως μικρή πόλη του και το σημαντικότερο... άκουγε πανκ! Η ανταλλαγή αριθμών για συνεννόηση μέσω whatsapp κρίθηκε επιτακτική και όλα πήγαιναν καλά μέχρι που ο Όσκαρ ξεκίνησε να βομβαρδίζει την τσοπάνα με πληροφορίες. Πολλές πληροφορίες!
Τόπος 2: Ο καλός Όσκαρ είχε ήδη ενημερώσει την τσοπάνα ότι δυστυχώς δουλεύει και δεν μπορεί να έρθει να την πάρει από τον σταθμό. Η τσοπάνα που ούτως ή άλλως ποτέ δεν του είχε ζητήσει κάτι τέτοιο του είπε να μην αγχώνεται αλλά ο Όσκαρ αγχώθηκε και απευθύνθηκε στον ξάδερφό του, τον Σέζαρ. Έτσι μετά την ανταλλαγή άπειρων μηνυμάτων το ντίλ έκλεισε: ο Σέζαρ, με το μηχανάκι του έκανε το ντελίβερι και η τσοπάνα βρέθηκε να πίνει το ποτάκι της ανάμεσα σε δύο λατίνους εραστές. Η βραδιά κύλησε όμορφα με την τσοπάνα και τον Όσκαρ να έχουνε τακιμιάσει και τον Σέζαρ σε ρόλο θεατή.
"Τώρα θα σας πούμε μία ιστορία, για τη μικρή τσοπάνα την ωραία Κορνηλία..."
Η τσοπάνα ζήτησε από τον προσωπικό της οδηγό να την πάει σε ένα χόστελ και αυτός την πήγε σε ένα χοτέλ. Από τα καλύτερα της πόλης! Οι επιλογές ήταν 2 : 30 χιλιάρικα για δωμάτιο με ανεμιστήρα και 40 με κλιματισμό. Α ναι, αυτό ξέχασε να σας το αναφέρει. H Νέιβα, στη νότια Κολομβία, είναι μία έκπληξη για τον ταξιδιώτη. Όχι ιδιαίτερα ευχάριστη. Κατεβαίνοντας από το Σαν Αγουστίν στην κοιλάδα του σημαντικότερου ποταμού της Κολομβίας, του ποταμού Μαγδαλένα, βλέπει κανείς το τοπίο να αλλάζει ραγδαία. Τα άγρια και εντυπωσιακά βουνά διαδέχεται μια περίεργη τροπικοερημική πεδιάδα. Με μέση θερμοκρασία ετησίως πάνω από 30ο και το απέραντο σχεδόν ίσιο του ορίζοντα σκέφτεται κανείς ότι βρίσκεται στην έρημο. Και δεν έχει και άδικο. Πολύ κοντά στην πόλη βρίσκεται η έρημος Τατακόα, μία όχι και τόσο τυπική έρημος. Από την άλλη, ο καιρός κάποιους μήνες είναι αρκετά υγρός.
Η επιλογή της τσο ήταν η φθηνότερη φυσικά. Το δωμάτιο ήταν δίκλινο και όλο για την παρτάρα της, ήταν καθαρό, ο ανεμιστήρας χτυπούσε κατευθείαν στο κρεβάτι και η ατμόσφαιρα –είμαι-στη-Λάρισα-τη-δεκαετία-του-’80- άρεσε πολύ στην τσοπάνα. ΌΜΩΣ το παράθυρο δεν ήταν παράθυρο, ήταν μία σύνθεση τζαμιών τοποθετημένα κάθετα και πολύ κοντά το ένα στο άλλο και φυσικά δεν υπήρχαν κουρτίνες οπότε το φως και ο θόρυβος ήταν ένα θέμα.
Η επόμενη βρήκε την τσο να ψάχνει απελπισμένα για ένα γλυκό αλλά ελαφρύ πρωινό(40ο γαρ). Το μόνο που της πρότειναν ήταν ζωμός από κόκκαλα(caldo de hueso) και φυσικά το αγαπημένο κολομβιανό sancocho. H τσο επέλεξε να φάει ένα κεκάκι και να πιεί μια γουλιά από τον φημισμένο κολομβιανό καφέ που στον φτιάχνουνε γλυκό σε περίπτωση που ξεχαστείς και δε διευκρινίσεις ότι δε θέλεις ζάχαρη.
Ο Σέζαρ παρέλαβε την τσο και αφού η ίδια του δήλωσε ότι θέλει να πάει στις θερμές πηγές, την πήγε. Η διαδρομή με το μηχανάκι διήρκησε περίπου μία ώρα και κατα τη διάρκειά της, ο Σέζαρ ήτο αρκετά διαφορετικός από το χθεσινό βράδυ. Πολύ πιο ομιλητικός και με διάθεση να μοιραστεί πράγματα. Στην ερώτηση της περίεργης τσοπάνας σχετικά με τον εμφύλιο, τα ναρκωτικά και τη φτώχεια ο Σέζαρ μοιράστηκε τις δύο εξής ιστορίες-αστραπή.
Η πρώτη περιλαμβάνει τον ισχυρισμό του Σέζαρ, ότι η Κολομβία έχει λεφτά απλά οι Κολομβιανοί όχι, με την έννοια ότι σχεδόν όλο το χρήμα που μπαίνει στη χώρα προέρχεται από το εμπόριο κόκας. Και είναι τόσο πολύ αυτό το χρήμα που σύμφωνα με τη μαρτυρία του μια φορά μπροστά στα ματάκια του τα λατίνικα έκαψαν ένα ολόκληρο φορτηγό με δολάρια αμερικάνικα, για λόγους που η τσοπάνα δεν κατάλαβε. Τη στιγμή πάντα που η φτώχεια σ’αυτή τη χώρα ειδικά προς τη χερσόνησο Γκουαχίρα, στα σύνορα με τη Βενεζουέλα αλλά και γενικότερα είναι κραυγαλέα. Αστικός μύθος ή αλήθεια; Δε θα μάθουμε ποτέ.
Η δεύτερη ιστορία και αρκετά πιο πιστευτή του Σέζαρ αφορά σε ένα «γκεριγιέρο» φίλο του. Είχε λοιπόν ένα φίλο που από μικρός ήθελε να μπει στο στρατό, ο οποίος στην Κολομβία είναι υποχρεωτικός, έχει μικρότερη χρονικά θητεία από την Ελλάδα(η τσοπάνα νομίζει πως κρατά 6 μήνες) και γίνεται στον Αμαζόνιο(βασικά καλησπέρα σας!). Ο φίλος λοιπόν έκανε το τρελό του όνειρο πραγματικότητα και μπήκε στις δυνάμεις καταστολής και ασφαλείας της Κολομβίας. Μόνο που του επιφυλασσόταν μια έκπληξη του φίλου. Ο ρόλος του στα άρματα ήτανε η περισυλλογή των νεκρών στρατιωτών και παραστρατιωτικών που έφερναν κάθε μέρα τα ελικόπτερά τους. Και από ότι ο Σέζαρ υπονόησε, ήταν πολλοί. Στην αρχή ο φίλος λοιπόν το διαχειριζόταν αυτό κάπως ψύχραιμα, είχε μεν το σοκ της πρώτης επαφής αλλά όπως λέει και ο μεγάλος Αγγελάκας πονάει πάντα η πρώτη φορά. Μόνο που και η συνέχεια του τραγουδιού είχε αντίκρυσμα στη συγκεκριμένη περίπτωση: ο φίλος όσο περνούσε ο καιρός άρχιζε και τρελαινόταν μέχρι που αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Ήταν όμως πια αργά. Εν ολίγοις, είχε πονέσει για πάντα η πρώτη φορά. Ο φίλος εξαφανίστηκε για αρκετό χρονικό διάστημα, βρέθηκε κάπου στον Κολομβιανό Αμαζόνιο ζωντανός μεν αποτρελαμένος δε. Από τότε, πετάγεται στον ύπνο του ενώ πολλές φορές πιστεύει ότι έρχονται παραστρατιωτικοί να τον σκοτώσουν. Ο Σέζαρ αναφέρθηκε σε μια πλάκα που του έκανε ένας άλλος πανηλίθιος φίλος ότι έρχονται να τον σκοτώσουν, η οποία η τσοπάνα δυστυχώς δε θυμάται πώς ακριβώς τελείωσε.
Η σεσιόν στα λουτρά τελείωσε, η κρύα μπύρα το ίδιο και τσο και ξα πήγαν να φάνε. Ο ξα τότε έγινε ακόμη πιο περίεργος. Και ξεκίνησε να τη βγάζει φωτογραφίες, παρά τα παράπονα της τσοπάνας.
Αφού την άφησε σπίτι είχε συνεννοηθεί με τον Όσκαρ, ο οποίος τηλεφωνούσε κάθε λίγο και λιγάκι να δει αν η τσοπάνα είναι ευχαριστημένη, να την παραλάβει δεύτερη φορά, αυτή τη φορά για βραδινή έξοδο. Έπρεπε όμως να συνεννοηθεί για την ακριβή ώρα με την ίδια την τσο και έτσι αντάλλαξαν τηλέφωνα. Κι εκεί άρχισε να βλέπει το έργο. Ο ξα με το που την άφησε ξεκίνησε τα μηνύματα για το πόσο καλά πέρασε, για το ότι κρίμα που η τσο θα φύγει την επόμενη και ταρατατζούμ! ότι θέλει να ‘ρθει στο Κίτο. Αυτό τρόμαξε την τσοπάνα που δεν ήξερε τί της επιφύλασσε η μοίρα, μιας και σε λίγο καιρό από τότε ο άλλος ξα, ο Όσκαρ, έμελλε να της δηλώσει ότι ψάχνει αεροπορικά για να πάει μαζί της στην Ελλάδα. Ευτυχώς οι λατίνοι εραστές είναι μόνο λόγια.
Το βράδυ έφτασε γρήγορα και η τσο, μην έχοντας άλλη επιλογή επιβιβάστηκε στο μάτζικ μπας για το κέντρο της Νέιβα. Η βραδιά κύλησε πολύ όμορφα-να μην παραπονιόμαστε μονάχα-αφού ο Όσκαρ είχε κανονίσει να πάει την τσο σε μια diy πανκ συναυλία δίπλα στο ποτάμι, πριν πάει την ίδια την τσο στο ποτάμι για να (προσπαθήσει να) ξεδιπλώσει το ταπεραμέντο που μόνο ένας λατίνος εραστής έχει. End of story
(η ντόλτσε βίτα δεν έδωσε περιθώρια στην τσο για να φωτογραφίσει το παραμικρό στη Νέιβα)