mikrh tsopana
Member
- Μηνύματα
- 1.794
- Likes
- 8.438
- Επόμενο Ταξίδι
- Ελλάδα-Παλέρμο-Μπιλμπάο
- Ταξίδι-Όνειρο
- θα το αποφασίσω αύριο
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Εκουαδόρ-Κίτο
- Εκουαδόρ-Κίτο (B)
- Εκουαδόρ-Mompiche
- Εκουαδόρ-Ιστορικό Κέντρο
- Εκουαδόρ-Baños
- Βραζιλία
- Καταρράκτες Ιγουασού-Αργεντινή-Βραζιλία
- Παραγουάη
- Αργεντινή-Σάλτα
- Αργεντινή-Σάλτα (B)
- Αργεντινή-Σάλτα (Γ)
- Εκουαδόρ-Μέση Του Κόσμου
- Εκουαδόρ-Οταβάλο
- Εκουαδόρ-Αμαζόνιος
- Εκουαδόρ-Puerto Lopez,Manabi
- Εκουαδόρ-Λίμνη Κιλοτόα
- Κολομβία-Εσωτερικές Διαδρομές
- Κολομβία-San Agustin
- Κολομβία-Νέιβα
- Κολομβία-Έρημος Τατακόα
- Κολομβία-Μέχρι την Μπογκοτά
- Κολομβία-Μπογκοτά
- Κολομβία-Βίγια δε Λέιβα, Μπαριτσάρα
- Κολομβία-Μεντεγίν-Καρταχένα
- Κολομβία-Καρταχένα δε Ίντιας
- Κολομβία-Playa Blanca
- Επίλογος
Κεφάλαιο 3: Κολομβία
Υποκεφάλαιο 3.5: Μεντεγίν,Καρταχένα δε Ίντιας, Πλάγια Μπλάνκα, ξανά Καρταχένα
Μέρος 1ο: Μεντεγίν, Καρταχένα δε Ίντιας 1
Τίτλος: Με ένα σμπάρο δυο Καρταχένες
Εναλλακτικός Τίτλος: Από τα σαλόνια στα αλώνια
Το Μεντεγίν, έχει πολλούς λόγους για να είναι διάσημο. Πρώτο και καλύτερο, τον βαρόνο της κόκας Πάμπλο Εσκομπάρ, ο οποίος ίδρυσε το ομώνυμο καρτέλ, κάνοντας το Μεντεγίν ένα από τα πιο επικίνδυνα μέρη της Κολομβίας στις αρχές του 1990. 23 χρόνια μετά το θάνατο του δον Πάμπλο, το Μεντεγίν είναι σύμβολο της διασκέδασης αλλά και των πιο χαρούμενων και φιλικών ανθρώπων, των πάισας.
Ίσως να έφταιγε η πλύση εγκεφάλου, σε κάθε περίπτωση η τσο ένιωσε από την πρώτη στιγμή τον αέρα της «φιλικότητας» να αιωρείται γύρω της. Η μέρα ήταν υπερβολικά ζεστή και φαινόταν ότι θα βρέξει. Η τσο πήγε δασκαλεμένη στο χόστελ από τον Κλεμάν(τον θυμάστε τον Κλεμάν
, ο οποίος ήταν ακόμη εκεί. Οι ιδιοκτήτες, αν και δεν ήταν πάισας αλλά από τα μέρη της Σακίρα, ήταν αρκετά φιλικοί και έτσι η τσο ένιωσε αμέσως σαν στο σπίτι της.
Οι μέρες και οι νύχτες στο Μεντεγίν κυλούσαν όμορφα, με τη μικρή τσοπάνα να μην κάνει κάτι ιδιαίτερο εκτός από τις επισκέψεις στα πιο καθιερωμένα μέρη και αξιοθέατα του Μεντεγίν τη μέρα και εξόδους για ποτό στην περιοχή El Poblado, το βράδυ. Για ακόμη μία φορά η τσο γελούσε δυνατά σα σκεφτόταν ότι η μανούλα της κοιμόταν ήσυχη σαν ήξερε ότι τριγυρνάει μόνη της στο Εκουαδόρ, όχι όμως και στην Κολομβία, η οποία σε γενικές γραμμές της απέπνεε τρομερά περισσότερη ασφάλεια.
H πλατεία με τα στρουμπουρλούδικα αγάλματα του "πάισα" Μποτέρο.
Σε κάθε μα κάθε πόλη της λ. Αμερικής ο ταξιδιώτης θα συναντήσει οπωσδήποτε ένα άγαλμα του λιμπερταδόρ, Σιμόν Μπολιβάρ.
Ο Παπακωνσταντίνου στο 49ο Φεστιβάλ της ΚΝΕ στο Μεντεγίν
Ήταν καθολική μεγάλη Παρασκευή όταν η τσοπάνα είπε το έχε γεια στους φίλους της και πέταξε με προορισμό τη Σαντα Μάρτα. Είχε αποφασίσει –λανθασμένα ίσως- να μην καθίσει καθόλου στη Σάντα Μάρτα αλλά ούτε και να περάσει από την Ταϋρόνα, μιας και θα είχε υπερβολικά πολύ κόσμο. Έτσι, με λεωφορείο κίνησε για την Καρταχένα, όπου έφτασε απόβραδο. Είχε κλείσει ένα χόστελ σε πάρα πολύ καλή τιμή (26000 πέσος), το check-in όμως άνοιγε στις 8.30 το πρωί και έλειπαν ακόμη αρκετές ώρες.
Συνηθισμένη η τσοπάνα απ’τον ύπνο σε σταθμό!, σκέφτηκε. Έτσι λούστηκε με το αντικουνουπικό και ξάπλωσε στο παγκάκι, αφού έβαλε την τσάντα κάτω από τα πόδια της και σκέπασε το πρόσωπό της με το γνωστό μαύρο φλις. Σε 2-3 ώρες ένιωσε ένα χτύπημα στα γόνατα. Σηκώθηκε και είδε έναν άντρα γύρω στα 45 να της λέει ότι έχει πανδοχείο ο σταθμός. Η τσοπάνα σκέφτηκε ότι θα ήταν πανάκριβο και τον ανγόησε, προσπαθώντας ματαίως να κοιμηθεί ξανά. Ήταν γύρω στις 5 το πρωί και σε λίγο θα ξεκινούσε η κίνηση στο σταθμό, μιας και οι κολομβιανοί, όπως και οι εκουαδοριανοί, είναι πρωινοί, πρωινότατοι τύποι. Αφού η τσο αγόρασε 2-3 καφέδες και όλες τις σοκολάτες που βρήκε και αφού φυσικά άφησε ένα σημαντικό ποσό στις τουαλέτες του σταθμού, η ώρα πήγε επιτέλους 8 και μπορούσε σιγά σιγά να κινήσει για το χόστελ.
Βγαίνοντας απ’τον σταθμό δε μπόρεσε να μην προσέξει πως το χόστελ για το οποίο την είχε ξυπνήσει κάπως βίαια ο σενιόρ κόστιζε μόλις 15000 πέσος ήτοι λιγότερο από 5 ευρώ! Στο δρόμο ταξιτζήδες σταματούσαν προσφερόμενοι για κούρσα αλλά η τσο, πιστεύοντας ότι «θα είναι κάπου στη γειτονιά μωρέ» αρνήθηκε. Παλιά της τέχνη κόσκινο, η τσοπάνα ξεκίνησε να ρωτάει περαστικούς για τη διεύθυνση.
Το πρώτο χτύπημα! Οι άνθρωποι σε εκείνο το μέρος έμοιαζαν τελείως διαφορετικοί από όλους τους υπόλοιπους κολομβιανούς που είχε συναντήσει μέχρι τώρα. Δεν έμοιαζαν ιδιαίτερα φιλικοί, δε νοιαζόταν και πολύ και φυσικά δεν ήξεραν καν τη διεύθυνση. Σε άλλες πόλεις η ανέχεια συνυπάρχει με τη ροή των καθημερινών «κανονικών» ανθρώπων, εδώ όμως ήταν ολοφάνερο πως η ανέχεια είναι ο κανόνας και ό,τιδήποτε άλλο μία απλή, φωτεινή εξαίρεση. Τουλάχιστον στη γειτονιά όπου η τσο βρισκόταν. Ύστερα από πολλές προσπάθειες, αποφάσισε να μπει σε ένα μαγαζί με φαγητά και να ρωτήσει τον ευγενέστατο υπάλληλο. Τα πλακάκια στο μαγαζί ήταν τελείως διαλυμένα. Ο υπάλληλος επίσης δε γνώριζε τη διεύθυνση και έτσι την έψαξε στον υπολογιστή. Βλέποντας τον υπολογιστή θυμήθηκε τον υπολογιστή που της είχε κάνει δώρο ο μπαμπάς της για τη γιορτή της, το 2001. Μετά από περίπου 5 λεπτά ο χάρτης στο google maps φόρτωσε και για κακή τύχη της τσο, ήταν αρκετά μακριά από το σημείο όπου βρισκόταν. Ο υπάλληλος πήρε τηλέφωνο τον μπατζανάκη του που ήταν ταξιτζής να τον ρωτήσει πόσο περίπου θα πληρώσει για να μη την πιάσουν κότσο και, αφού την έβαλε σε ένα ταξί, την αποχαιρέτησε.
Ο δρόμος μέχρι το χόστελ ήταν εφάμιλλος του σκηνικού που είχε ήδη αντικρύσει στο σταθμό. Γεμάτος σκουπίδια, τόσα σκουπίδια η τσοπάνα δεν είχε ματαδεί στη ζωή της. Και δυο-τρία χαμόσπιτα και άνθρωποι με εφτελή ρούχα να περπατούν μες στη ζέστη.
Μήπως είμαι σε λάθος Καρταχένα; αναρωτήθηκε απελπισμένη.
Η μπάσα φωνή του ταξιτζή διέκοψε τις σκέψεις της τσο. Όπως σχεδόν όλοι μέχρι τώρα(και σχεδόν όλοι στη συνέχεια, όπως θα αποδεικνυόταν) ήξερε τη γειτονιά αλλά όχι την ακριβή διεύθυνση. Έτσι ο ταξιτζής ξεκίνησε να ρωτάει τους πάντες, χωρίς να γνωρίζει κανείς το χόστελ. Η τσοπάνα ανήσυχη σκέφτηκε ότι το χόστελ απλώς δεν υπάρχει, κάτι που θα εξηγούσε και την αρκετά χαμηλή τιμή του σε τόσο high high high season. Με τα πολλά το χόστελ ήταν υπαρκτό και η τσοπάνα δεν πίστευε στα μάτια της. Αφού έσκασε 18 χιλιάρικα στον ταρίφα, πάτησε το κουδούνι που με το ζόρι έφτανε. Τίποτα! Πάτησε στις μύτες και το πάτησε ξανά! Τίποτα! Η ώρα είχε πάει 9μιση και θα έπρεπε κάποιος να είναι εκεί. Ρώτησε στο διπλανό γκαράζ μα δεν ήξεραν κάτι.
Παράξενη πόλη!σκέφτηκε Μοιάζει με μικρό χωριό και κανείς δε ξέρει τίποτα για το διπλανό του!
Μέχρι να ολοκληρώσει τη σκέψη της, ο ιδιοκτήτης είχε ανοίξει την πόρτα, μάλλον κάπως ενοχλημένος για τη λύσσα που την είχε πιάσει με το κουδούνι. Αφού η τσοπάνα άφησε τα πράγματα, ο ιδιοκτήτης της ξεφούρνισε το παραμύθι, ότι οι φωτογραφίες που η τσοπάνα είχε δει είναι από το κέντρο, πως εδώ είναι εκτός κέντρου και ότι είναι πάρα μα πάρα πολύ επικίνδυνα, κάτι που τόνισε μια ντουζίνα φορές, συνιστώντας της να μην κυκλοφορεί ούτε καν με μια μικρή τσάντα, γιατί έτσι δείχνει στον κόσμο ότι είναι ξένη άρα ότι έχει λεφτά και κινδυνεύει. Το ότι είμαι σαν το γάλα μέσα σε μια κοινωνία μαύρων ας πούμε δε δείχνει ότι είμαι ξένη! Σκέφτηκε η τσο, κάπως ενοχλημένη μιας και είχε καλομάθει από τα νυχτερινά σουλάτσα στο Μεντεγίν.
υγ. όπως ίσως θα φαντάζεστε, η μικρή τσο δεν τόλμησε να βγάλει τη φωτογραφική της στην "κακιά" πλευρά της Καρταχένα
Υποκεφάλαιο 3.5: Μεντεγίν,Καρταχένα δε Ίντιας, Πλάγια Μπλάνκα, ξανά Καρταχένα
Μέρος 1ο: Μεντεγίν, Καρταχένα δε Ίντιας 1
Τίτλος: Με ένα σμπάρο δυο Καρταχένες
Εναλλακτικός Τίτλος: Από τα σαλόνια στα αλώνια
Το Μεντεγίν, έχει πολλούς λόγους για να είναι διάσημο. Πρώτο και καλύτερο, τον βαρόνο της κόκας Πάμπλο Εσκομπάρ, ο οποίος ίδρυσε το ομώνυμο καρτέλ, κάνοντας το Μεντεγίν ένα από τα πιο επικίνδυνα μέρη της Κολομβίας στις αρχές του 1990. 23 χρόνια μετά το θάνατο του δον Πάμπλο, το Μεντεγίν είναι σύμβολο της διασκέδασης αλλά και των πιο χαρούμενων και φιλικών ανθρώπων, των πάισας.
Ίσως να έφταιγε η πλύση εγκεφάλου, σε κάθε περίπτωση η τσο ένιωσε από την πρώτη στιγμή τον αέρα της «φιλικότητας» να αιωρείται γύρω της. Η μέρα ήταν υπερβολικά ζεστή και φαινόταν ότι θα βρέξει. Η τσο πήγε δασκαλεμένη στο χόστελ από τον Κλεμάν(τον θυμάστε τον Κλεμάν
Οι μέρες και οι νύχτες στο Μεντεγίν κυλούσαν όμορφα, με τη μικρή τσοπάνα να μην κάνει κάτι ιδιαίτερο εκτός από τις επισκέψεις στα πιο καθιερωμένα μέρη και αξιοθέατα του Μεντεγίν τη μέρα και εξόδους για ποτό στην περιοχή El Poblado, το βράδυ. Για ακόμη μία φορά η τσο γελούσε δυνατά σα σκεφτόταν ότι η μανούλα της κοιμόταν ήσυχη σαν ήξερε ότι τριγυρνάει μόνη της στο Εκουαδόρ, όχι όμως και στην Κολομβία, η οποία σε γενικές γραμμές της απέπνεε τρομερά περισσότερη ασφάλεια.
H πλατεία με τα στρουμπουρλούδικα αγάλματα του "πάισα" Μποτέρο.
Σε κάθε μα κάθε πόλη της λ. Αμερικής ο ταξιδιώτης θα συναντήσει οπωσδήποτε ένα άγαλμα του λιμπερταδόρ, Σιμόν Μπολιβάρ.
Ο Παπακωνσταντίνου στο 49ο Φεστιβάλ της ΚΝΕ στο Μεντεγίν
Ήταν καθολική μεγάλη Παρασκευή όταν η τσοπάνα είπε το έχε γεια στους φίλους της και πέταξε με προορισμό τη Σαντα Μάρτα. Είχε αποφασίσει –λανθασμένα ίσως- να μην καθίσει καθόλου στη Σάντα Μάρτα αλλά ούτε και να περάσει από την Ταϋρόνα, μιας και θα είχε υπερβολικά πολύ κόσμο. Έτσι, με λεωφορείο κίνησε για την Καρταχένα, όπου έφτασε απόβραδο. Είχε κλείσει ένα χόστελ σε πάρα πολύ καλή τιμή (26000 πέσος), το check-in όμως άνοιγε στις 8.30 το πρωί και έλειπαν ακόμη αρκετές ώρες.
Συνηθισμένη η τσοπάνα απ’τον ύπνο σε σταθμό!, σκέφτηκε. Έτσι λούστηκε με το αντικουνουπικό και ξάπλωσε στο παγκάκι, αφού έβαλε την τσάντα κάτω από τα πόδια της και σκέπασε το πρόσωπό της με το γνωστό μαύρο φλις. Σε 2-3 ώρες ένιωσε ένα χτύπημα στα γόνατα. Σηκώθηκε και είδε έναν άντρα γύρω στα 45 να της λέει ότι έχει πανδοχείο ο σταθμός. Η τσοπάνα σκέφτηκε ότι θα ήταν πανάκριβο και τον ανγόησε, προσπαθώντας ματαίως να κοιμηθεί ξανά. Ήταν γύρω στις 5 το πρωί και σε λίγο θα ξεκινούσε η κίνηση στο σταθμό, μιας και οι κολομβιανοί, όπως και οι εκουαδοριανοί, είναι πρωινοί, πρωινότατοι τύποι. Αφού η τσο αγόρασε 2-3 καφέδες και όλες τις σοκολάτες που βρήκε και αφού φυσικά άφησε ένα σημαντικό ποσό στις τουαλέτες του σταθμού, η ώρα πήγε επιτέλους 8 και μπορούσε σιγά σιγά να κινήσει για το χόστελ.
Βγαίνοντας απ’τον σταθμό δε μπόρεσε να μην προσέξει πως το χόστελ για το οποίο την είχε ξυπνήσει κάπως βίαια ο σενιόρ κόστιζε μόλις 15000 πέσος ήτοι λιγότερο από 5 ευρώ! Στο δρόμο ταξιτζήδες σταματούσαν προσφερόμενοι για κούρσα αλλά η τσο, πιστεύοντας ότι «θα είναι κάπου στη γειτονιά μωρέ» αρνήθηκε. Παλιά της τέχνη κόσκινο, η τσοπάνα ξεκίνησε να ρωτάει περαστικούς για τη διεύθυνση.
Το πρώτο χτύπημα! Οι άνθρωποι σε εκείνο το μέρος έμοιαζαν τελείως διαφορετικοί από όλους τους υπόλοιπους κολομβιανούς που είχε συναντήσει μέχρι τώρα. Δεν έμοιαζαν ιδιαίτερα φιλικοί, δε νοιαζόταν και πολύ και φυσικά δεν ήξεραν καν τη διεύθυνση. Σε άλλες πόλεις η ανέχεια συνυπάρχει με τη ροή των καθημερινών «κανονικών» ανθρώπων, εδώ όμως ήταν ολοφάνερο πως η ανέχεια είναι ο κανόνας και ό,τιδήποτε άλλο μία απλή, φωτεινή εξαίρεση. Τουλάχιστον στη γειτονιά όπου η τσο βρισκόταν. Ύστερα από πολλές προσπάθειες, αποφάσισε να μπει σε ένα μαγαζί με φαγητά και να ρωτήσει τον ευγενέστατο υπάλληλο. Τα πλακάκια στο μαγαζί ήταν τελείως διαλυμένα. Ο υπάλληλος επίσης δε γνώριζε τη διεύθυνση και έτσι την έψαξε στον υπολογιστή. Βλέποντας τον υπολογιστή θυμήθηκε τον υπολογιστή που της είχε κάνει δώρο ο μπαμπάς της για τη γιορτή της, το 2001. Μετά από περίπου 5 λεπτά ο χάρτης στο google maps φόρτωσε και για κακή τύχη της τσο, ήταν αρκετά μακριά από το σημείο όπου βρισκόταν. Ο υπάλληλος πήρε τηλέφωνο τον μπατζανάκη του που ήταν ταξιτζής να τον ρωτήσει πόσο περίπου θα πληρώσει για να μη την πιάσουν κότσο και, αφού την έβαλε σε ένα ταξί, την αποχαιρέτησε.
Ο δρόμος μέχρι το χόστελ ήταν εφάμιλλος του σκηνικού που είχε ήδη αντικρύσει στο σταθμό. Γεμάτος σκουπίδια, τόσα σκουπίδια η τσοπάνα δεν είχε ματαδεί στη ζωή της. Και δυο-τρία χαμόσπιτα και άνθρωποι με εφτελή ρούχα να περπατούν μες στη ζέστη.
Μήπως είμαι σε λάθος Καρταχένα; αναρωτήθηκε απελπισμένη.
Η μπάσα φωνή του ταξιτζή διέκοψε τις σκέψεις της τσο. Όπως σχεδόν όλοι μέχρι τώρα(και σχεδόν όλοι στη συνέχεια, όπως θα αποδεικνυόταν) ήξερε τη γειτονιά αλλά όχι την ακριβή διεύθυνση. Έτσι ο ταξιτζής ξεκίνησε να ρωτάει τους πάντες, χωρίς να γνωρίζει κανείς το χόστελ. Η τσοπάνα ανήσυχη σκέφτηκε ότι το χόστελ απλώς δεν υπάρχει, κάτι που θα εξηγούσε και την αρκετά χαμηλή τιμή του σε τόσο high high high season. Με τα πολλά το χόστελ ήταν υπαρκτό και η τσοπάνα δεν πίστευε στα μάτια της. Αφού έσκασε 18 χιλιάρικα στον ταρίφα, πάτησε το κουδούνι που με το ζόρι έφτανε. Τίποτα! Πάτησε στις μύτες και το πάτησε ξανά! Τίποτα! Η ώρα είχε πάει 9μιση και θα έπρεπε κάποιος να είναι εκεί. Ρώτησε στο διπλανό γκαράζ μα δεν ήξεραν κάτι.
Παράξενη πόλη!σκέφτηκε Μοιάζει με μικρό χωριό και κανείς δε ξέρει τίποτα για το διπλανό του!
Μέχρι να ολοκληρώσει τη σκέψη της, ο ιδιοκτήτης είχε ανοίξει την πόρτα, μάλλον κάπως ενοχλημένος για τη λύσσα που την είχε πιάσει με το κουδούνι. Αφού η τσοπάνα άφησε τα πράγματα, ο ιδιοκτήτης της ξεφούρνισε το παραμύθι, ότι οι φωτογραφίες που η τσοπάνα είχε δει είναι από το κέντρο, πως εδώ είναι εκτός κέντρου και ότι είναι πάρα μα πάρα πολύ επικίνδυνα, κάτι που τόνισε μια ντουζίνα φορές, συνιστώντας της να μην κυκλοφορεί ούτε καν με μια μικρή τσάντα, γιατί έτσι δείχνει στον κόσμο ότι είναι ξένη άρα ότι έχει λεφτά και κινδυνεύει. Το ότι είμαι σαν το γάλα μέσα σε μια κοινωνία μαύρων ας πούμε δε δείχνει ότι είμαι ξένη! Σκέφτηκε η τσο, κάπως ενοχλημένη μιας και είχε καλομάθει από τα νυχτερινά σουλάτσα στο Μεντεγίν.
υγ. όπως ίσως θα φαντάζεστε, η μικρή τσο δεν τόλμησε να βγάλει τη φωτογραφική της στην "κακιά" πλευρά της Καρταχένα