delmem2233
Member
- Μηνύματα
- 392
- Likes
- 4.199
Μπαρρανκίγια, η “αδιάφορη*” (ναι, με αστερίσκο)
Το προηγούμενο κείμενο, για την Καρταχένα, το έκλεισα γράφοντας ότι αν κάποιος ερχόταν στην Κολομβία και με ρωτούσε αν αξίζει να συμπεριλάβει τη συγκεκριμένη πόλη στο πρόγραμμά του, θα του απαντούσα χωρίς δεύτερη σκέψη, “ναι!” Την Μπαρρανκίγια; “Όχι*”. Όχι με “εκτός κι αν...” αστερίσκο.
Αν και λάτρης των πόλεων, την προηγούμενη φορά που ήμουν στην Κολομβία, την Μπαρρανκίγια τη... σνόμπαρα, παίρνοντας λεωφορείο απευθείας από Καρταχένα για Σάντα Μάρτα. Είχα διαβάσει αρκετά για την πόλη, στον ταξιδιωτικό οδηγό μου και σε διάφορες ιστοσελίδες, κι όσο κι αν είχα... ζορίσει τον εαυτό μου να βρω ΕΝΑΝ έστω λόγο να κάνω στάση εκεί, δεν. Όσα είχα διαβάσει, είχαν σχηματίσει στο μυαλό μου μία λέξη με ΤΕΡΑΣΤΙΑ γράμματα ως συνώνυμη της Μπαρρανκίγια: “αδιάφορη”.
Αυτήν τη φορά είχα δύο(!!) λόγους να πάω. Το ίδιο απόγευμα, μπορούσα να δω ΔΥΟ αγώνες στο στάδιο της πόλης, το οποίο χρησιμοποιεί (λόγω ατμόσφαιρας που δημιουργείται, και όχι μόνο) κατά κόρον η εθνική ομάδα της Κολομβίας, παρά το γεγονός ότι Πρωτεύουσα της χώρας είναι η Μπογκοτά, και όχι η Μπαρρανκίγια. Ο δεύτερος λόγος είχε να κάνει με την ευκαιρία που μου δινόταν να συναντήσω από κοντά μία ντόπια κουκλίτσα με την οποία αλληλογραφούσαμε από την εποχή που ήμουν στην Αργεντινή, αρχές του 2012.
Και στο γήπεδο πήγα, και την κουκλίτσα συνάντησα, και “γεμάτη” ήταν η μιάμιση μέρα που πέρασα στην πόλη, όμως... έστω κι έτσι, την Μπαρρανκίγια δεν μπορώ να την προτείνω σε κάποιον που έρχεται στην Κολομβία ταξίδι για δύο-τρεις εβδομάδες, και θέλει -προφανώς- να δει ό,τι πιο ενδιαφέρον έχει να προσφέρει η χώρα. Πολύ απλά, δεν έχει κάτι να σε... τραβήξει εκεί, εκτός φυσικά κι αν είσαι μουρλός και παλαβός με το ποδόσφαιρο, και θέλεις να πας σε ένα από τα σημαντικότερα γήπεδα της Κολομβίας, ή, εκτός κι αν γνωρίζεις κάποιον εκεί, αν έχεις κάποιον να επισκεφτείς. Αν δεν, συγγνώμη Μπαρρανκίγια, αλλά...
Κυρίως όμως, ο “εκτός κι αν...” αστερίσκος, έχει να κάνει με εκείνους που ταξιδεύουν πιο... long-term, εκείνους που έχουν την “πολυτέλεια” να περάσουν άπλετο χρόνο στην Κολομβία. Μπορώ χωρίς αμφιβολία να “πω” ότι η Μπαρρανκίγια είναι η πόλη με τους λιγότερους τουρίστες, μεταξύ εκείνων που εγώ τουλάχιστον έχω επισκεφτεί. Ακόμα και στην “άγαμη” (συγχωρέστε με) Μπουκαραμάνγκα, περισσότερους τουρίστες βρίσκεις, επειδή βολεύει για “στάση”, για μέρος “σπάσιμου ταξιδιού”, από την Μπογκοτά στην ακτή (αν επιλέξεις τον ανατολικό δρόμο), ή στη Βενεζουέλα (και φυσικά το αντίστροφο). Σαν πόλη λοιπόν την οποία λες οτιδήποτε άλλο ΠΕΡΑ ΑΠΟ τουριστική, η Μπαρρανκίγια έχει το ενδιαφέρον της, σαν “το απόλυτο δείγμα Κολομβιανής working city”, πόλης στην οποία οι ξένοι ταξιδιώτες αποτελούν... εξωτικό φρούτο 11,5 μήνες τον χρόνο.
Ο μισός μήνας που περισσεύει, είναι ο μήνας του καρναβαλιού. Τότε, ναι, η Μπαρρανκίγια γίνεται το... κέντρο του καρναβαλικού κεφιού στην Κολομβία. Οι ετοιμασίες φέτος έχουν αρχίσει, κάποιες εκδηλώσεις έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, και ακόμη και ανυποψίαστος να είσαι, χαμπάρι να μην έχεις περί λινκ μεταξύ Μπαρρανκίγια και καρναβαλιού, περπατώντας βλέπεις παντού είτε πόστερ που προμοτάρουν τις επόμενες εκδηλώσεις, ή ακόμα και τοίχους κτηρίων φρεσκοβαμμένους, σε έντονα χρώματα, με παραπομπές στο πάρτι που θα στηθεί με αφορμή το καρναβάλι.
Όπως θα έχετε παρατηρήσει εσείς που με διαβάζετε τακτικά, αποφεύγω να αναφέρομαι -παρά μόνο επιδερμικά- στα παιχνίδια που βλέπω, επειδή δε θέλω να ξενερώσω εκείνους που δεν τους καίγεται καρφί για το ποδόσφαιρο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, πρέπει να αφιερώσω μερικές αράδες, για να καταλήξω σε μία από τις πεποιθήσεις μου για τους Κολομβιανούς, ότι είναι, ίσως, οι πιο πρόθυμοι να σε βοηθήσουν άνθρωποι που έχω συναντήσει σε όλα τα ταξίδια μου, όταν τους ρωτάς για κάποια πληροφορία, επαναλαμβάνω, “ίσως οι πιο πρόθυμοι”, αλλά και ΣΙΓΟΥΡΑ οι χειρότεροι δότες πληροφοριών (και κατευθύνσεων).
Πριν πάω σε κάθε παιχνίδι, συνηθίζω να κάνω το... homework μου, να ενημερώνομαι σε ποια κερκίδα πηγαίνουν οι “μπαρραμπράβας” κάθε ομάδας, οι πιο “σκληροπυρηνικοί” οπαδοί της. Ανάλογα με τη φήμη τους, αγοράζω εισιτήριο είτε για τη δική τους κερκίδα (για να χαρώ περισσότερο “ατμόσφαιρα”), είτε ακριβώς απέναντί τους (για να έχω το κεφάλι μου ήσυχο, αν είναι... καρα-κάφροι του κερατά).
Για τους μπαρραμπράβας της Ζούνιορ (μεγαλύτερη ομάδα στην Μπαρρανκίγια) ήξερα ότι είναι... “πιο κάφροι, πεθαίνεις”, κι έτσι ήθελα να πάω σε άλλη κερκίδα. Αμέλησα όμως να το ψάξω μόνος μου, κι αφέθηκα στη συμβουλή του -αργόσχολου και προκλητικά βαρεμένου- τύπου στην “τακίγια”, στο εκδοτήριο του γηπέδου. Του εξήγησα τι ακριβώς ήθελα να αποφύγω, κι ο τύπος είπε “τότε θα σου δώσω εισιτήριο για τη Σουρ (τη “νότια” κερκίδα), επειδή αν είσαι με τους μπαρραμπράβας θα έχεις πρόβλημα, δεν τους αρέσει να βλέπουν γκρίνγκος στην κερκίδα τους”. Ας πρόσεχα...
Αποδείχθηκε ότι η Σουρ είναι η κερκίδα των μπαρραμπράβας, οι οποίοι άρχισαν τις μακακίες με την αστυνομία πριν ακόμα αρχίσει το παιχνίδι, και στο ημίχρονο η κερκίδα “για ασήμαντη αφορμή” έγινε... Πλατεία Ανεξαρτησίας του Κιέβου τις ημέρες που η κόντρα της αστυνομίας με τους διαδηλωτές εκεί ήταν στα φόρτε της. Από τη μια στιγμή στην άλλη, αστυνομικοί άρχισαν να κυνηγούν οπαδούς, κάποιοι έφαγαν πολύ ξύλο, και στο καπάκι οι μπαρραμπράβας άρχισαν να πετούν ότι βαρύτερο μπορούσαν να βρουν, προς τους αστυνομικούς.
Εγώ ήμουν κάπου στη μέση, ανησυχώντας λιγότερο για μένα, και περισσότερο για τα πράγματα που είχα μαζί μου, βασικά δύο φωτογραφικές μηχανές. Προτίμησα να φύγω, κυριολεκτικά τρέχοντας, με τους αστυνομικούς να μου ανοίγουν δρόμο, αλλά διάφορα αντικείμενα να σκάνε πίσω μου (με στόχο τους αστυνομικούς, προφανώς, όχι εμένα). Κάπως έτσι, άδοξα, ολοκληρώθηκε η εμπειρία μου στο “Μετροπολιτάνο”. Τουλάχιστον είχα παρακολουθήσει ξέγνοιαστα το πρώτο παιχνίδι της ημέρας, μεταξύ μικρότερων ομάδων, με το γήπεδο όμως σχεδόν άδειο.
Αν σε άλλες ισπανόφωνες χώρες είχα το ίδιο πρόβλημα που έχω στην Κολομβία, θα παραδεχόμουν ντόμπρα ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι τα Ισπανικά μου, κι ότι απλά εγώ δεν καταλαβαίνω τι πληροφορίες μού δίνονται, ή δεν μπορώ να δώσω σε ισπανόφωνο να καταλάβει τι ακριβώς ζητάω. Άθλιες οδηγίες και πληροφορίες όμως, παίρνω από κόσμο στον δρόμο, ή σε εκδοτήρια κάθε λογής εισιτηρίων, ΜΟΝΟ στην Κολομβία, και μάλιστα ξανά, και ξανά, και ξανά. Και το... ακόμα εκνευριστικότερο είναι ότι δεν μπορώ να θυμώσω με κανέναν, επειδή -με εξαίρεση τον σκυλοβαρεμένο τύπο στην τακίγια του γηπέδου στην Μπαρρανκίγια- όλοι οι Κολομβιανοί που μου δίνουν “άλλες αντί άλλων” πληροφορίες-οδηγίες, δείχνουν να θέλουν πραγματικά να βοηθήσουν, σε σημείο ακόμα και να σταματούν άλλους περαστικούς για επιπλέον πληροφορίες ή επιβεβαίωση, αν οι ίδιοι δεν είναι “βέβαιοι” για κάτι. Ψυχούλες και γλύκες είναι, αλλά... το τελευταίο πάθημα μου υποσχέθηκα να το χρησιμοποιήσω επιτέλους σαν μάθημα.
Σας χαιρετώ από Μεντεγίν, στο οποίο είμαι από το Σάββατο το πρωί, και θα μείνω μέχρι την Κυριακή που μας έρχεται, πριν πάρω λεωφορείο για Μανισάλες.
Το προηγούμενο κείμενο, για την Καρταχένα, το έκλεισα γράφοντας ότι αν κάποιος ερχόταν στην Κολομβία και με ρωτούσε αν αξίζει να συμπεριλάβει τη συγκεκριμένη πόλη στο πρόγραμμά του, θα του απαντούσα χωρίς δεύτερη σκέψη, “ναι!” Την Μπαρρανκίγια; “Όχι*”. Όχι με “εκτός κι αν...” αστερίσκο.
Αν και λάτρης των πόλεων, την προηγούμενη φορά που ήμουν στην Κολομβία, την Μπαρρανκίγια τη... σνόμπαρα, παίρνοντας λεωφορείο απευθείας από Καρταχένα για Σάντα Μάρτα. Είχα διαβάσει αρκετά για την πόλη, στον ταξιδιωτικό οδηγό μου και σε διάφορες ιστοσελίδες, κι όσο κι αν είχα... ζορίσει τον εαυτό μου να βρω ΕΝΑΝ έστω λόγο να κάνω στάση εκεί, δεν. Όσα είχα διαβάσει, είχαν σχηματίσει στο μυαλό μου μία λέξη με ΤΕΡΑΣΤΙΑ γράμματα ως συνώνυμη της Μπαρρανκίγια: “αδιάφορη”.
Αυτήν τη φορά είχα δύο(!!) λόγους να πάω. Το ίδιο απόγευμα, μπορούσα να δω ΔΥΟ αγώνες στο στάδιο της πόλης, το οποίο χρησιμοποιεί (λόγω ατμόσφαιρας που δημιουργείται, και όχι μόνο) κατά κόρον η εθνική ομάδα της Κολομβίας, παρά το γεγονός ότι Πρωτεύουσα της χώρας είναι η Μπογκοτά, και όχι η Μπαρρανκίγια. Ο δεύτερος λόγος είχε να κάνει με την ευκαιρία που μου δινόταν να συναντήσω από κοντά μία ντόπια κουκλίτσα με την οποία αλληλογραφούσαμε από την εποχή που ήμουν στην Αργεντινή, αρχές του 2012.
Και στο γήπεδο πήγα, και την κουκλίτσα συνάντησα, και “γεμάτη” ήταν η μιάμιση μέρα που πέρασα στην πόλη, όμως... έστω κι έτσι, την Μπαρρανκίγια δεν μπορώ να την προτείνω σε κάποιον που έρχεται στην Κολομβία ταξίδι για δύο-τρεις εβδομάδες, και θέλει -προφανώς- να δει ό,τι πιο ενδιαφέρον έχει να προσφέρει η χώρα. Πολύ απλά, δεν έχει κάτι να σε... τραβήξει εκεί, εκτός φυσικά κι αν είσαι μουρλός και παλαβός με το ποδόσφαιρο, και θέλεις να πας σε ένα από τα σημαντικότερα γήπεδα της Κολομβίας, ή, εκτός κι αν γνωρίζεις κάποιον εκεί, αν έχεις κάποιον να επισκεφτείς. Αν δεν, συγγνώμη Μπαρρανκίγια, αλλά...
Κυρίως όμως, ο “εκτός κι αν...” αστερίσκος, έχει να κάνει με εκείνους που ταξιδεύουν πιο... long-term, εκείνους που έχουν την “πολυτέλεια” να περάσουν άπλετο χρόνο στην Κολομβία. Μπορώ χωρίς αμφιβολία να “πω” ότι η Μπαρρανκίγια είναι η πόλη με τους λιγότερους τουρίστες, μεταξύ εκείνων που εγώ τουλάχιστον έχω επισκεφτεί. Ακόμα και στην “άγαμη” (συγχωρέστε με) Μπουκαραμάνγκα, περισσότερους τουρίστες βρίσκεις, επειδή βολεύει για “στάση”, για μέρος “σπάσιμου ταξιδιού”, από την Μπογκοτά στην ακτή (αν επιλέξεις τον ανατολικό δρόμο), ή στη Βενεζουέλα (και φυσικά το αντίστροφο). Σαν πόλη λοιπόν την οποία λες οτιδήποτε άλλο ΠΕΡΑ ΑΠΟ τουριστική, η Μπαρρανκίγια έχει το ενδιαφέρον της, σαν “το απόλυτο δείγμα Κολομβιανής working city”, πόλης στην οποία οι ξένοι ταξιδιώτες αποτελούν... εξωτικό φρούτο 11,5 μήνες τον χρόνο.
Ο μισός μήνας που περισσεύει, είναι ο μήνας του καρναβαλιού. Τότε, ναι, η Μπαρρανκίγια γίνεται το... κέντρο του καρναβαλικού κεφιού στην Κολομβία. Οι ετοιμασίες φέτος έχουν αρχίσει, κάποιες εκδηλώσεις έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, και ακόμη και ανυποψίαστος να είσαι, χαμπάρι να μην έχεις περί λινκ μεταξύ Μπαρρανκίγια και καρναβαλιού, περπατώντας βλέπεις παντού είτε πόστερ που προμοτάρουν τις επόμενες εκδηλώσεις, ή ακόμα και τοίχους κτηρίων φρεσκοβαμμένους, σε έντονα χρώματα, με παραπομπές στο πάρτι που θα στηθεί με αφορμή το καρναβάλι.
Όπως θα έχετε παρατηρήσει εσείς που με διαβάζετε τακτικά, αποφεύγω να αναφέρομαι -παρά μόνο επιδερμικά- στα παιχνίδια που βλέπω, επειδή δε θέλω να ξενερώσω εκείνους που δεν τους καίγεται καρφί για το ποδόσφαιρο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, πρέπει να αφιερώσω μερικές αράδες, για να καταλήξω σε μία από τις πεποιθήσεις μου για τους Κολομβιανούς, ότι είναι, ίσως, οι πιο πρόθυμοι να σε βοηθήσουν άνθρωποι που έχω συναντήσει σε όλα τα ταξίδια μου, όταν τους ρωτάς για κάποια πληροφορία, επαναλαμβάνω, “ίσως οι πιο πρόθυμοι”, αλλά και ΣΙΓΟΥΡΑ οι χειρότεροι δότες πληροφοριών (και κατευθύνσεων).
Πριν πάω σε κάθε παιχνίδι, συνηθίζω να κάνω το... homework μου, να ενημερώνομαι σε ποια κερκίδα πηγαίνουν οι “μπαρραμπράβας” κάθε ομάδας, οι πιο “σκληροπυρηνικοί” οπαδοί της. Ανάλογα με τη φήμη τους, αγοράζω εισιτήριο είτε για τη δική τους κερκίδα (για να χαρώ περισσότερο “ατμόσφαιρα”), είτε ακριβώς απέναντί τους (για να έχω το κεφάλι μου ήσυχο, αν είναι... καρα-κάφροι του κερατά).
Για τους μπαρραμπράβας της Ζούνιορ (μεγαλύτερη ομάδα στην Μπαρρανκίγια) ήξερα ότι είναι... “πιο κάφροι, πεθαίνεις”, κι έτσι ήθελα να πάω σε άλλη κερκίδα. Αμέλησα όμως να το ψάξω μόνος μου, κι αφέθηκα στη συμβουλή του -αργόσχολου και προκλητικά βαρεμένου- τύπου στην “τακίγια”, στο εκδοτήριο του γηπέδου. Του εξήγησα τι ακριβώς ήθελα να αποφύγω, κι ο τύπος είπε “τότε θα σου δώσω εισιτήριο για τη Σουρ (τη “νότια” κερκίδα), επειδή αν είσαι με τους μπαρραμπράβας θα έχεις πρόβλημα, δεν τους αρέσει να βλέπουν γκρίνγκος στην κερκίδα τους”. Ας πρόσεχα...
Αποδείχθηκε ότι η Σουρ είναι η κερκίδα των μπαρραμπράβας, οι οποίοι άρχισαν τις μακακίες με την αστυνομία πριν ακόμα αρχίσει το παιχνίδι, και στο ημίχρονο η κερκίδα “για ασήμαντη αφορμή” έγινε... Πλατεία Ανεξαρτησίας του Κιέβου τις ημέρες που η κόντρα της αστυνομίας με τους διαδηλωτές εκεί ήταν στα φόρτε της. Από τη μια στιγμή στην άλλη, αστυνομικοί άρχισαν να κυνηγούν οπαδούς, κάποιοι έφαγαν πολύ ξύλο, και στο καπάκι οι μπαρραμπράβας άρχισαν να πετούν ότι βαρύτερο μπορούσαν να βρουν, προς τους αστυνομικούς.
Εγώ ήμουν κάπου στη μέση, ανησυχώντας λιγότερο για μένα, και περισσότερο για τα πράγματα που είχα μαζί μου, βασικά δύο φωτογραφικές μηχανές. Προτίμησα να φύγω, κυριολεκτικά τρέχοντας, με τους αστυνομικούς να μου ανοίγουν δρόμο, αλλά διάφορα αντικείμενα να σκάνε πίσω μου (με στόχο τους αστυνομικούς, προφανώς, όχι εμένα). Κάπως έτσι, άδοξα, ολοκληρώθηκε η εμπειρία μου στο “Μετροπολιτάνο”. Τουλάχιστον είχα παρακολουθήσει ξέγνοιαστα το πρώτο παιχνίδι της ημέρας, μεταξύ μικρότερων ομάδων, με το γήπεδο όμως σχεδόν άδειο.
Αν σε άλλες ισπανόφωνες χώρες είχα το ίδιο πρόβλημα που έχω στην Κολομβία, θα παραδεχόμουν ντόμπρα ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι τα Ισπανικά μου, κι ότι απλά εγώ δεν καταλαβαίνω τι πληροφορίες μού δίνονται, ή δεν μπορώ να δώσω σε ισπανόφωνο να καταλάβει τι ακριβώς ζητάω. Άθλιες οδηγίες και πληροφορίες όμως, παίρνω από κόσμο στον δρόμο, ή σε εκδοτήρια κάθε λογής εισιτηρίων, ΜΟΝΟ στην Κολομβία, και μάλιστα ξανά, και ξανά, και ξανά. Και το... ακόμα εκνευριστικότερο είναι ότι δεν μπορώ να θυμώσω με κανέναν, επειδή -με εξαίρεση τον σκυλοβαρεμένο τύπο στην τακίγια του γηπέδου στην Μπαρρανκίγια- όλοι οι Κολομβιανοί που μου δίνουν “άλλες αντί άλλων” πληροφορίες-οδηγίες, δείχνουν να θέλουν πραγματικά να βοηθήσουν, σε σημείο ακόμα και να σταματούν άλλους περαστικούς για επιπλέον πληροφορίες ή επιβεβαίωση, αν οι ίδιοι δεν είναι “βέβαιοι” για κάτι. Ψυχούλες και γλύκες είναι, αλλά... το τελευταίο πάθημα μου υποσχέθηκα να το χρησιμοποιήσω επιτέλους σαν μάθημα.
Σας χαιρετώ από Μεντεγίν, στο οποίο είμαι από το Σάββατο το πρωί, και θα μείνω μέχρι την Κυριακή που μας έρχεται, πριν πάρω λεωφορείο για Μανισάλες.