Βραζιλία Ισημερινός Κολομβία Περού Κολομβία, Εκουαδόρ, Περού, και... “στο βάθος” Μουντιάλ στη Βραζιλία

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190

Μεντεγίν, το “más agradable”

“Από τις 7-8 μεγαλύτερες πόλεις της Κολομβίας που έχω πάει, το Μεντεγίν είναι με διαφορά η πιο ευχάριστη πόλη. Με διαφορά”. Μου βγήκε αυθόρμητα, όπως έβγαζα πανοραμικές φωτογραφίες από έναν σταθμό του μετρό, βλέποντας έναν κύριο δίπλα μου να χαζεύει την οθόνη της μηχανής μου για να δει τι ακριβώς μου είχε τραβήξει την προσοχή. Του είπα αυτό που σκεφτόμουν εκείνη τη στιγμή, αυτό που σκεφτόμουν και τις οκτώ μέρες που μόλις πέρασα στο Μεντεγίν, αυτό που μου έμεινε σαν ανάμνηση κι από το 2010/11, όταν πέρασα τρεις μήνες στην Κολομβία (σε... τρεις δόσεις του ενός μήνα). Του το είπα αυθόρμητα, κι αν ισχύει ότι σε όσα λέμε αυθόρμητα καθρεφτίζονται οι πιο ειλικρινείς σκέψεις μας, αντιλαμβάνεστε σε πόση εκτίμηση έχω αυτήν την πόλη...

Ο κύριος φάνηκε να κολακεύεται από το σχόλιό μου, συμφώνησε, είπε ότι έχει δουλέψει σε διάφορες πόλεις, κι ότι όντως το Μεντεγίν τού σήμερα (όχι όμως και του όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος), είναι ένα πολύ-πολύ ευχάριστο μέρος. Ήταν ντόπιος, και φυσικά... αν δεν έλεγε καλή κουβέντα για την πόλη του, φωτιά θα έπεφτε να τον κάψει. Προσωπικά όμως δεν έχω υπογράψει κανένα συναισθηματικό συμβόλαιο με το Μεντεγίν, και του αποδίδω τον τίτλο της “πιο ευχάριστης κολομβιανής πόλης” επειδή παίρνει εξαιρετικό βαθμό σε μια ντουζίνα κατηγορίες, στις οποίες άλλες πόλεις της χώρας υστερούν.

Ξυπνάς το πρωί, ρίχνεις μια ματιά έξω, και συνήθως βλέπεις τον ουρανό γαλανό, ενώ στην Μπογκοτά -η δική μου τουλάχιστον εμπειρία λέει ότι- κατά κανόνα σε καλημερίζει ένας ουρανός τόσο μουντός που μετά από μερικές ημέρες... σε πιάνει το παράπονο. Βγαίνεις βόλτα και περνάς ώρες επί ωρών στη γύρα, χωρίς να λιώνεις από τη ζέστη όπως στην Καρταχένα και στο Κάλι. Αν θέλεις να καλύψεις μία απόσταση χωρίς να περπατήσεις, παίρνεις το μετρό, ενώ σε οποιαδήποτε άλλη μεγάλη πόλη της Κολομβίας, στην καλύτερη περίπτωση παίρνεις λεωφορείο που κινείται σε αποκλειστικά για λεωφορεία λωρίδες κάποιου δρόμου (χωρίς όμως αυτό να τα σώζει από τα κόκκινα φανάρια και τους ασυνείδητους οδηγούς ΙΧ που μπλοκάρουν διασταυρώσεις).

Ακόμα και στο κέντρο, εκεί που μαζεύεται ο περισσότερος κόσμος κατά τη διάρκεια της ημέρας, άρα εκεί που... παράγεται το μεγαλύτερο ποσοστό των σκουπιδιών της πόλης, διαπιστώνεις ότι τα πεζοδρόμια και οι γωνίες των δρόμων είναι κατά κανόνα καθαρά, ενώ σε άλλες πόλεις το παρατημένο σκουπίδι πηγαίνει σύννεφο. Ακόμα και στον τομέα “εμφάνιση κατοίκων”, θεωρώ ότι το Μεντεγίν πρωτεύει στην Κολομβία. Οι γυναίκες είναι -το λιγότερο- εντυπωσιακές (το ότι οι ίδιες οι γυναίκες της πρωτεύουσας Μπογκοτά παραδέχονται ότι οι του Μεντεγίν είναι... κορυφή, νομίζω ότι τα λέει όλα), ενώ και τους άνδρες τούς βρήκα στιλάτους, με πιο προσεγμένο ντύσιμο (εννοώ κυρίως από τη δύση του ήλιου και μετά, για βραδινή έξοδο) από μάλλον οπουδήποτε αλλού στην Κολομβία.

Δίπλα σε όλα αυτά, το Μεντεγίν έχει να επιδείξει κάτι ακόμα, που προσωπικά θεωρώ highlight της επίσκεψης στην πόλη. Τις δύο γραμμές “metrocable”, τις οποίες ανέφερα και το 2010, σε άλλη ιστορία μου. Παίρνεις το μετρό, πηγαίνεις σε δύο συγκεκριμένους σταθμούς, αποβιβάζεσαι, επιβιβάζεσαι χωρίς επιπλέον εισιτήριο σε μία καμπίνα που χωράει άνετα έξι άτομα, και... πετάς, αιωρείσαι πάνω από γειτονιές της πόλης που υπό διαφορετικές συνθήκες δε θα έβλεπες, κι αν τις έβλεπες δε θα ήταν... πετώντας, αιωρούμενος. Οι δύο γραμμές εξυπηρετούν μπάρριος όπου μένουν κατά κανόνα οικογένειες χαμηλών εισοδημάτων, γειτονιές στις οποίες λόγω... ιδιομορφίας (πάνω σε πλαγιές βουνών με στενούς και απότομα ανηφορικούς δρόμους), δύσκολα θα μπορούσε να πάει λεωφορείο. Σε άλλες πόλεις, αυτό το... προνόμιο, το να “πετάξεις” πάνω από την πόλη, θα ήταν μόνο για τουρίστες, και θα το πλήρωνες αδρά. Στο Μεντεγίν το χαίρεσαι ουσιαστικά δωρεάν, και αποτελεί μέρος της καθημερινότητας πάμπολλων ντόπιων που χρησιμοποιούν αυτές τις γραμμές-προεκτάσεις του μετρό για να κάνουν πιο εύκολη τη ζωή τους.

“Μιλώντας” για τη γεωγραφική ιδιομορφία του Μεντεγίν, σκεφτόμουν ότι αν ήταν ποδοσφαιρικό στάδιο (άντε πάλι με το ποδόσφαιρο...), θα ήταν το παλιό Ντα Λουζ, στη Λισαβόνα, ή το Μορουμπί, στο Σάο Πάουλο, ενώ η Μπογκοτά θα ήταν το Μπερναμπέου, στη Μαδρίτη. Δώστε μου οι μη ποδοσφαιρόφιλοι δύο λεπτά, και θα δείτε τι εννοώ...

Η Μπογκοτά είναι... στριμωγμένη μεταξύ δύο βουνών, οι πλαγιές των οποίων είναι σχεδόν κατακόρυφες, σαν τις κερκίδες του Μπερναμπέου, στο οποίο μπορεί να κάθεσαι πάνω-πάνω, μακριά από τον αγωνιστικό χώρο, έχεις όμως την αίσθηση ότι... αν αφήσεις ένα κέρμα να πέσει κάθετα από το χέρι σου, θα προσγειωθεί εντός αγωνιστικού χώρου. Αντίθετα, το παλιό Ντα Λουζ, ή το Μορουμπί, ήταν/είναι γήπεδα... πιατέλες. Τεράστια γήπεδα, με κερκίδες κτισμένες σε τόσο μεγάλη κλίση, που αν κάθεσαι πάνω-πάνω, στο ψηλότερο διάζωμα, αισθάνεσαι ότι για να φθάσει το κέρμα σου στον αγωνιστικό χώρο, πρέπει να... ντοπαριστείς, να γεμίσεις το μπράτσο σου με κάτι που να σου επιτρέπει να κάνεις το αδύνατο... δυνατό. Οι πλαγιές των βουνών εκατέρωθεν του Μεντεγίν, είναι κατά κανόνα “gentle”, δε μου έρχεται λέξη στα Ελληνικά, κι αυτό σε κάνει να αισθάνεσαι ότι υπάρχει περισσότερη... “ανοιχτωσιά”, “άπλα”, ενώ στην Μπογκοτά, ειδικά μετά από κάποιες ημέρες καταθλιπτικού καιρού, αισθάνεσαι... “στριμωγμένος”, σαν να είσαι 1,88 και να ταξιδεύεις επί δέκα ώρες σε λεωφορείο φτιαγμένο για επιβάτες όχι πάνω από 1,70, με ανύπαρκτο χώρο για τα πόδια σου, και με υπέρβαρο συνεπιβάτη να σε κάνει σάντουιτς μεταξύ του πιο μεγάλου κι από το μπούτι σου μπράτσου του, κι ενός παραθύρου που είναι τόσο βρόμικο που δεν μπορείς να διακρίνεις τι χρώμα έχει ο ουρανός... ΟΥΦ!

Στο Μεντεγίν πέρασα οκτώ μέρες, ήμουν εκεί μέχρι προχθές, Κυριακή πρωί, έμεινα στο χόστελ του Σπύρου του Μητράκου (όπως και το 2010), ο οποίος επέμεινε και επέμεινε να με... κυκλοφορήσει τα βράδια, αλλά σε αντίθεση με το 2010 (που του... έδωσα και κατάλαβε), αυτήν τη φορά είχα άλλες προτεραιότητες (για το πώς ήθελα να περάσω τον χρόνο μου, και να ξοδέψω τα χρήματά μου). Το “Arcadia”, το χόστελ του Σπύρου, το 2010 (όταν έμεινα σχεδόν τρεις εβδομάδες εκεί) το έβλεπα σαν το... σπίτι μου. Μόλις είχε ανοίξει, στο χόστελ ήμασταν εμείς κι εμείς, συνήθως όχι περισσότερα από 5-6 άτομα, συμπεριλαμβανομένου του Σπύρου κι ενός ακόμα Θεσσαλονικιού που κάναμε σούπερ παρέα, και γενικά... ήταν σαν να έμενα σε σπίτι φίλου.

Αυτήν τη φορά η ατμόσφαιρα ήταν ε ν τ ε λ ώ ς διαφορετική (ευτυχώς για τον Σπύρο, το χόστελ πηγαίνει περίφημα). Κόσμος και κοσμάκης... Υπήρχαν κάποιοι που... κόλλησαν στο χόστελ επειδή τους άρεσε η χαλαρή ατμόσφαιρα, υπήρχαν και πολλοί άλλοι που πέρασαν για δύο-τρεις ημέρες, και συνέχισαν για αλλού. Το 2010 ο Σπύρος κρατούσε τη ρεσεψιόν μόνος του. Τώρα έχει τρία άτομα να τον βοηθάνε. Τότε έμενε κι ο ίδιος στο χόστελ. Τώρα έχει τόση κίνηση που τον συμφέρει να μένει κόσμος στο άλλοτε “δωμάτιό” του, και να νοικιάζει εκείνος δικό του χώρο εκτός χόστελ. Μπράβο του, μπράβο του για την... τρέλα του να ανοίξει το χόστελ το 2010, μπράβο του και που κατάφερε -έστω και μέσα από σαράντα κύματα- να το κάνει αυτό που είναι σήμερα, να “τραβάει” τόσο κόσμο. Ο Σπύρος κάνει αυτό που θα ήθελα να κάνω εγώ (να έχω δικό μου χόστελ, κατά προτίμηση εκτός Ελλάδας), αλλά που δε θα κάνω -μάλλον- ποτέ. Respect.

Ξεχειλώνοντας ελαφρώς το κείμενο, μοιράζομαι εν συντομία πέντε δευτερόλεπτα που δε θα ξεχάσω ποτέ, και που θα με κάνουν να χαμογελάω μέχρι τα βαθιά γεράματά μου. Με τον Σπύρο πήγαμε στο Ατλέτικο Νασιονάλ-Νιούελ'ς Ολντ Μπόις, ποδοσφαιρικό παιχνίδι για το Κόπα Λιμπερταδόρες, το Τσάμπιονς Λιγκ της Νότιας Αμερικής. Όταν μπήκαμε στο γήπεδο, η κερκίδα μας ήταν ήδη πήχτρα στον κόσμο, και καταλήξαμε να πάμε πάνω-πάνω, και να σταθούμε όρθιοι, αφού θέση δεν υπήρχε ούτε για δείγμα. Πιάσαμε αμέσως την πάρλα, περί ποδοσφαίρου και όχι μόνο, με τους οπαδούς της Νασιονάλ τριγύρω μας να “καπνίζουν”(...) ασταμάτητα, και τη μυρωδιά των “τσιγάρων” τους να μην αφήνει περιθώρια αμφιβολίας για το τι ακριβώς κάπνιζαν(...).

Στις αρχές του δευτέρου ημιχρόνου, η Νιούελ'ς σκόραρε, όμως ο βοηθός διαιτητή σήκωσε τη σημαία του και το γκολ ακυρώθηκε σαν οφσάιντ. Λεπτομέρεια σημαντική: η Νιούελ'ς, ομάδα από το Ροσάριο της Αργεντινής, είναι η ομάδα που αισθάνομαι πιο “κοντά” από οποιαδήποτε άλλη ομάδα της Λατινικής Αμερικής. Έτσι, χωρίς να έχω δει τον βοηθό διαιτητή με τη σηκωμένη σημαία του, μου ξέφυγε ένα αυθόρμητο “γκολ!” Σε μία κερκίδα τίγκα στους οπαδούς της Νασιονάλ. Εν μέσω “καπνιστών” ντυμένων στα πράσινα και λευκά, τα χρώματα της τοπικής ομάδας.

Τότε ήταν που άρχισαν να μετράνε τα πέντε αξέχαστα δευτερόλεπτα... Με το που πήγε η μπάλα στα δίχτυα, στιγμιαία επικράτησε ησυχία, επειδή όλοι νόμιζαν ότι η ομάδα τους είχε δεχθεί γκολ. Έτσι, το δικό μου “γκολ!” ακούστηκε καθαρά, τουλάχιστον σε εκείνους που ήταν γύρω μας. Μια ντουζίνα οπαδοί της Νασιονάλ, παιδιά που μας είχαν ακούσει επί μία ώρα να μιλάμε σε μία “παράξενη” γλώσσα (Ελληνικά), και προφανώς είχαν καταλάβει ότι δεν είμαστε Αργεντινοί, άρα δεν μπορούσαμε να είμαστε οπαδοί της Νιούελ'ς, γύρισαν στην πλευρά μας, με κοίταξαν, κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, με εκείνο το... “έχω καπνίσει ΤΟΣΟ πολύ που άρχισα να φαντάζομαι ήχους;” βλέμμα, με κοίταξαν ξανά, χωρίς να πουν ή να κάνουν τίποτα, κι εκεί ήταν που είδα τον βοηθό διαιτητή με τη σημαία σηκωμένη, και πέταξα ένα, “no goal. Offside” :):):). Οι της Νασιονάλ στράφηκαν αμέσως στον αγωνιστικό χώρο, κι άρχισαν να τραγουδούν ξανά, ανακουφισμένοι που το γκολ δε μετρούσε. Πάλι καλά που είχα αλλάξει γνώμη λίγο πριν φύγουμε από το χόστελ, κι αντί για τη φανέλα της Αργεντινής (ταξιδεύω με τέσσερις φανέλες, δύο της Αργεντινής και δύο της Ελλάδας), είχα φορέσει ένα απλό μπλουζάκι...

Χαιρετώ από Μανισάλες, στο οποίο ήρθα υποτίθεται για μία μέρα, κι αποφάσισα να περάσω 4-5, έστω κι αν αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να πληρώσω “πρόστιμο” για την αλλαγή του προαγορασμένου “oferta” εισιτηρίου μου για Μπογκοτά. Για το τι με έκανε να αισθανθώ ότι έπρεπε να μείνω περισσότερο, ας αναφερθώ στο επόμενο κείμενό μου.

 

mariath

Member
Μηνύματα
2.219
Likes
5.727
Ταξίδι-Όνειρο
Όλη η Νότια Αμερική
Μας βάζεις στην μπρίζα να περιμένουμε ανταποκρίσεις. Καλό σου ταξίδι!
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Από το “el riesgo es que te quieras quedar”, στο “¡que viva Colombia, carajo!”

Όπως έχω γράψει και σε άλλη ιστορία, η ιδέα να πάω στην Κολομβία δεν είχε περάσει ούτε καν φευγαλέα από το μυαλό μου μέχρι το 2009. Ήμουν ήδη 34, είχα ήδη ταξιδέψει αρκετά, ήμουν ήδη “άρρωστος” με τα Ισπανικά και τη Λατινική Αμερική, όμως... όταν άκουγα “Κολομβία”, το μυαλό μου πήγαινε είτε στα καρτέλ των ναρκωτικών, είτε σε ποδοσφαιριστές, στον Κάρλος Βαλντεράμα, στον Φαουστίνο Ασπρίγια, ή στον Αντόλφο Βαλένσια, που φόρεσε και τη δική μας φανέλα (“μας”, γράφοντας σαν “παοκτσής από κούνια”). Μέχρι εκεί. Το να ταξιδέψω στη χώρα, δε με είχε απασχολήσει ούτε καν σε... θεωρητικό επίπεδο.

Το 2009 όμως, στην τηλεόραση της Γουατεμάλας (την οποία διάλεξα τότε για εντατικά μαθήματα Ισπανικών), “έπαιζε” μία διαφήμιση του οργανισμού τουρισμού της Κολομβίας, στην οποία έβλεπες κάποια από τα ομορφότερα μέρη της χώρας, με ξένους επισκέπτες να μοιράζονται τις διθυραμβικές εντυπώσεις τους. Η “punch line” της διαφήμισης στο τέλος της, ήταν, “el riesgo es que te quieras quedar”, “το ρίσκο, ο κίνδυνος, είναι να θελήσεις να μείνεις” (δηλαδή να περάσεις ΤΟΣΟ καλά στην Κολομβία, που να μη θέλεις να την αποχωριστείς).

Βρήκα τη διαφήμιση έξυπνη, επειδή έπαιζε με τη λέξη “riesgo”, λέξη άρρηκτα δεμένη μέχρι τότε με την Κολομβία, λόγω της κατάστασης με τα καρτέλ και τους αντάρτες των FARC. Εκείνη η διαφήμιση ήταν που έσπειρε στο μυαλό μου τον καρπό/ιδέα να πάω κάποτε στην Κολομβία.

Το μεγαλύτερο διάστημα του 2009 το πέρασα σε εφτά χώρες της Λατινικής Αμερικής (όχι όμως στην Κολομβία), στις οποίες, σε όλες σχεδόν, συνάντησα Κολομβιανούς ταξιδιώτες. Τα παιδιά, στο σύνολό τους, κανενός εξαιρουμένου, ήταν... σκέτοι “μπαχτσέδες”. Μιλώντας μαζί τους, πάνω στο πεντάλεπτο, αισθανόμουν ότι γνωριζόμασταν καιρό. Εκείνες οι “καλύτερες, δε γίνεται” εντυπώσεις που μου άφησαν, ήρθαν κι έδεσαν με τις εικόνες από τη διαφήμιση στην τηλεόραση.

Τέλη του χρόνου όμως, έχοντας κλείσει εφτάμηνο στη Λατινική Αμερική, αισθάνθηκα ότι ήθελα να αλλάξω τελείως περιβάλλον, και κάπως έτσι κατέληξα να περάσω το διάστημα Ιανουάριος-Νοέμβριος 2010 στη νοτιοανατολική Ασία. Όταν όμως έκλεισε κι εκείνος ο κύκλος, κι έπρεπε να αποφασίσω “και τώρα, τι; Πού”, η απόφαση ήταν εύκολη. Πίσω στη Λατινική Αμερική, με πρώτο, βασικό προορισμό, την πολλά υποσχόμενη -στο μυαλό μου- Κολομβία...

Αρχές Δεκέμβρη του '10 ήμουν ήδη εκεί. Τους πέντε μήνες που ακολούθησαν, κατέληξα να περάσω τρεις μήνες στην Κολομβία (με τρεις ξεχωριστές μηνιαίες παραμονές), έναν μήνα στη Βενεζουέλα, κι έναν στο Εκουαδόρ. Έγραψα λιγοστά κείμενα σε μία ιστορία τότε, μόνο τον πρώτο μήνα. Σήμερα, αν έπρεπε να βάλω τίτλο στο πώς αισθάνομαι για την Κολομβία μετά την προ τριετίας εμπειρία μου εκεί, θα δανειζόμουν μια ατάκα από την ταινία “El Paseo”, κωμωδία, εγχώρια παραγωγή, που είδα σε κινηματογράφο στο Μεντεγίν.

Πατέρας παίρνει την οικογένειά του, μπαίνουν σε ένα παλιό Volkswagen, και μετά από... γεμάτο απρόοπτα ταξίδι, φθάνουν στον προορισμό τους, την ακτή της Καραϊβικής. Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, με τις αναποδιές να τους έχουν ήδη ανατρέψει τα σχέδια και χαλάσει μέχρι ενός σημείου τη διάθεση, ο πατέρας αγναντεύει από ψηλά μία όμορφη θέα, και μιλώντας στα παιδιά του γεμάτος περηφάνια για τη χώρα τους, κραυγάζει από την άκρη του δρόμου, πάνω σε βουνό, “¡QUE VIVA COLOMBIA, CARAJO!”, “να ζήσει η Κολομβία, γαμώτο!”

(Στις πηγές του ενθουσιασμού μου όταν σκέφτομαι την Κολομβία τώρα πλέον, θα αναφερθώ στο επόμενο κείμενο)
 

tripakias

Member
Μηνύματα
8.020
Likes
12.107
Επόμενο Ταξίδι
Άγιος Μαυρίκιος
Ταξίδι-Όνειρο
Εκεί
Από τη μία, ικανοποιώ την ανάγκη μου να γράφω. Από την άλλη, φαντάζομαι ότι κάποια μέρα, κάποιος, ετοιμάζοντας δικό του ταξίδι “προς τα εκεί”, θα βρει κάτι ακόμα (μεταξύ των πάμπολλων “λατινοαμερικάνικων” ιστοριών που ήδη υπάρχουν εδώ) για να ικανοποιήσει τη δίψα του.
Πες ανοιχτα οτι γραφεις για να μας σπασεις τα νευρα και ασε τα σαπια πως σ' επιασ' ο πονος να μας ξεδιψασεις...
 

Yorgos

Member
Μηνύματα
9.659
Likes
50.481
Επόμενο Ταξίδι
Umhlanga
Ταξίδι-Όνειρο
Περού τότε, τώρα, πάντα
Η Κολομβία διαθέτει:
α) τις εντυπωσιακότερες, σωστότερες και πιο ΄σεξι γυναίκες στον πλανήτη
β) απίστευτο σέρβις σε όλα (σκίζονται οι άνθρωποι, εξαιρετική ευγένεια), εξαιρώντας φυσικά το κομμάτι της ΚΑραϊβικής (εκεί κουβανίζουν τελείως)
γ) τρομερή φύση, τελείως ανεξερεύνητη σε πολλά κομμάτια
δ) αρχαία της προκοπής, κι ας μην τα ξέρει κανείς

Αύριο θα πήγαινα αν έβρισκα δουλειά.

Για ταξίδι πάντως, σαν το Περού, πουθενά. Άντε να δώσω το βραβείο "σχεδόν σαν το Περού" στη Βολιβία, δηλαδή το "Περού πριν από 30 χρόνια".

Γεια σου ρε σύντροφε με τα ωραία γραπ΄τα σου...
 

tripakias

Member
Μηνύματα
8.020
Likes
12.107
Επόμενο Ταξίδι
Άγιος Μαυρίκιος
Ταξίδι-Όνειρο
Εκεί
Αύριο θα πήγαινα αν έβρισκα δουλειά.
Καλα με αυτο δεν της δινεις ποντους. Ξερω γω Ελληνες μιλιουνια που θα πηγαιναν και στη Βουλγαρια (που χειροτερο δεν εχω) αν εβρισκαν δουλεια...οχι αυριο, χθες.
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Ο Γιώργος μού έδωσε ιδανική πάσα... Χωρίς να υποβαθμίζω τη βαρύτητα των άλλων τριών, σήμερα θα μείνω στο “β” του, το “απίστευτο σέρβις σε όλα (σκίζονται οι άνθρωποι, εξαιρετική ευγένεια)...”

Προσωπικά, το ΠΌΣΟ πραγματικά “περίπτωση” είναι οι Κολομβιανοί, νομίζω ότι το συνειδητοποίησα (και το εκτίμησα όσο του έπρεπε) όχι τον πρώτο μήνα που πέρασα εκεί, αλλά την ημέρα που επέστρεψα στην Κολομβία μετά τον δεύτερο μήνα εκείνου του ταξιδιού, στη γειτονική Βενεζουέλα(...).

Στο πρώτο μαγαζί που μπήκα (στην Κούκουτα, προερχόμενος από Μέριδα), άκουσα κάτι που είχα να ακούσω έναν ολόκληρο μήνα (εκείνον που πέρασα στη Βενεζουέλα)... “¿Qué le damos?” (κάτι σαν “τι σας προσφέρουμε;”), πρόσχαρο, από χείλη χαμογελαστού προσώπου. Έχω ανάγκη να μπαίνω σε φαγάδικο και να με προϋπαντούν με χαμόγελο στα χείλη και χαρωπό “μήνυμα υποδοχής”; Όχι, μπορώ να καθίσω, να παραγγείλω και να φάω, ακόμα και με το αφεντικό... μουτρωμένο, και τον σερβιτόρο αμίλητο. Όμως αυτή είναι μία μικρή λεπτομέρεια που παίζει τον ρόλο της στο να σε προδιαθέτει θετικά με το που μπαίνεις σε έναν χώρο, δημιουργεί “buena onda” που λένε, προσθέτει πόντους στο... σκορ των εντυπώσεων με τις οποίες αφήνεις μία χώρα...

Μετά από έναν μήνα στη Βενεζουέλα, στην οποία οι αστυνομικοί φαινόντουσαν πιο... “υποκοσμικοί” κι από αφεντικά συμμοριών, επιστρέφοντας στην Κολομβία μπορούσα πλέον ξανά να πλησιάζω αστυνομικούς για πληροφορίες (ακόμα και συμβουλές), ξέροντας ότι ο ένστολος συνομιλητής μου θα “σκιζόταν” να μου λύσει οποιαδήποτε απορία, και θα σιγουρευόταν για αυτό πριν αποχαιρετιστούμε. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όλων ήταν μία -κουκλίτσα- αστυνομικός στην Μπογκοτά. Μία “πώς πάνε εκεί;” ερώτησή μου, ψάχνοντας για κάποιο μέρος, κατέληξε σε μισάωρη κουβέντα για ένα κάρο ενδιαφέροντα θέματα, από τις συνθήκες εργασίας των αστυνομικών, μέχρι το πού μπορούσα να βρω φθηνότερα φρούτα κοντά στο χόστελ μου. Ειλικρινά, θεωρώ τους Κολομβιανούς αστυνομικούς ασύγκριτους στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τον τουρίστα, βάζοντας κι αυτοί το λιθαράκι τους στο να φύγεις από τη χώρα εντυπωσιασμένος από αυτό που λέμε “κόσμος”.

Στη Μέριδα, στη Βενεζουέλα, πέρασα αρκετό χρόνο με έναν Ισπανό που επιβεβαίωσε κάτι που είχα ακούσει και διαβάσει. Τον ρώτησα αν ισχύει ότι οι Κολομβιανοί χρησιμοποιούν ακόμα εκφράσεις ευγενείας τόσο παλιές, που στην ίδια την Ισπανία θεωρούνται πλέον ξεπερασμένες. Μου το επιβεβαίωσε. Του είχε κάνει εντύπωση κι εκείνου (είχε περάσει καιρό στην Κολομβία πριν περάσει τα σύνορα με τη Βενεζουέλα), και ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση του είχε κάνει ότι οι “ξεπερασμένες” εκφράσεις ευγενείας των Κολομβιανών, του ακούγονταν... φυσικές, όχι προσποιητές. Τις χρησιμοποιούν όχι “παίζοντάς” το “εξαιρετικά ευγενικοί”, που έγραψε κι ο Γιώργος, αλλά επειδή... το έχουν μέσα τους.

Δεν πρόκειται να ξεχάσω παιδιά με τα οποία πέρασα άπλετο χρόνο στην Μπογκοτά, στο Μεντεγίν, στο Κάλι, οπουδήποτε πήγα στην Κολομβία, παιδιά που όταν, για παράδειγμα, σταματούσαν πλανόδιο πωλητή για να αγοράσουν τσιγάρα, άρχιζαν τη φράση τους λέγοντας “¿me regala...?” Κυριολεκτικά σημαίνει “μου δωρίζετε;”, κάτι που ακούστηκε στα αυτιά μου τις πρώτες φορές πολύ-πολύ παράξενο, μια και επρόκειτο για αγορά, κάποιος έδινε χρήματα για να αγοράσει κάτι, κανείς δεν χάριζε τίποτα σε κανέναν. Αυτό το “¿me regala...?” δεν το είχα ακούσει σε καμία άλλη ισπανόφωνη χώρα πριν, ούτε το άκουσα σε άλλη ισπανόφωνη χώρα μετά την Κολομβία. Προσθέστε το πόσο ευχάριστα ακούγονται τα Ισπανικά της Κολομβίας (αγαπημένη μου προφορά εκείνη του Μεντεγίν), και μπορείτε να φανταστείτε πόσο έξτρα χαριτωμένο κι ευγενικό ακούγεται αυτό το “¿me regala...?”

Όσο για το πώς μου συμπεριφέρθηκε κόσμος και κοσμάκης που συνάντησα στην Κολομβία μέσω ενός σάιτ, δεν αρχίζω καν, γιατί αντί για σύντομη καταχώριση σε αυτήν την ιστορία, θα κατέληγα να γράψω ολόκληρο τόμο εγκυκλοπαίδειας. Ένα γράφω μόνο: χθες μοιράστηκα τις υψηλές προσδοκίες με τις οποίες πρωτοπήγα στην Κολομβία, έχοντας εντυπωσιαστεί από Κολομβιανούς που είχα συναντήσει σε άλλες χώρες. Ο κανόνας, εκτιμώ, είναι, όταν πηγαίνεις κάπου με ΠΟΛΥ υψηλές προσδοκίες, να καταλήγεις να μένεις με “ναι μεν, αλλά”, εντυπώσεις, θύμα των ίδιων των πολύ υψηλών προσδοκιών σου. Στην περίπτωση όμως των Κολομβιανών, οι όχι απλά υψηλές, αλλά... αιωρούμενες κάπου στη στρατόσφαιρα προσδοκίες μου, αποδείχθηκαν παιχνιδάκι για εκείνους να τις υπερκαλύψουν. ΤΟΣΟ με εντυπωσίασαν...

Ο Γιώργος όμως έγραψε και κάτι άλλο στο “β” του. “(...)εξαιρώντας φυσικά το κομμάτι της Καραϊβικής (εκεί κουβανίζουν τελείως)”. Δε θα μπορούσα να συμφωνώ περισσότερο. Από όλα τα μέρη στα οποία πήγα στην Κολομβία, μόνο στην Καρταχένα βγήκα από τα ρούχα μου, μέσα στα νεύρα. Φανταστείτε να έχετε περάσει ένα 13ωρο σε βραδινό λεωφορείο, να φθάνετε επιτέλους στον προορισμό σας, να βρίσκετε το μέρος στο οποίο έχετε κάνει κράτηση, και να σας λένε “α, είμαστε γεμάτοι, αν θέλεις μπορούμε να σου δώσουμε ένα στρώμα και να περάσεις τη βραδιά απόψε στον διάδρομο. Αύριο βλέπουμε... Μπορεί να αδειάσει κάποιο κρεβάτι”. Κι αυτό, σε ξενώνα στον οποίο είχα κάνει κράτηση, κι είχα προπληρώσει το 10%.

Επιπλέον, μόνο στην Καρταχένα είδα (στην Κολομβία) με τα μάτια μου σκηνές που μου σήκωσαν την τρίχα και με έκαναν να ανησυχήσω για την ασφάλειά μου. Το “κακό” μπορεί να σου τύχει οπουδήποτε, όμως άλλο είναι το επίπεδο επιφυλακής στο οποίο βρίσκεσαι σε μέρος για το οποίο απλά έχεις ακούσει “κακές” ιστορίες, κι άλλο είναι σε μέρος στο οποίο μπροστά στα μάτια σου, σε πολυσύχναστο δρόμο γειτονιάς τίγκα στους ξενώνες, τα μπαράκια και τα φαγάδικα, βλέπεις ξαφνικά δέκα ντόπιους εκτός εαυτού να σπάνε γυάλινα μπουκάλια που κρατούν στα χέρια τους, να τα πετάνε οι μεν στους δε, και μετά να κυνηγιούνται και να “κόβουν” ο ένας τον άλλο, με δεκάδες τουρίστες να τρέχουν να χωθούν σε μαγαζιά, και καταστηματάρχες να κατεβάζουν γρήγορα-γρήγορα τα ρολά και να τραβάνε τις κουρτίνες των μαγαζιών τους για να προστατέψουν τους πελάτες τους. Μόνο στην Καρταχένα (στην οποία όμως με ενθουσιασμό θα επιστρέψω την 1η Φεβρουαρίου, μια και τα αρνητικά της ωχριούν, στα μάτια μου, μπροστά στα ασύγκριτα περισσότερα θετικά της).
 

Yorgos

Member
Μηνύματα
9.659
Likes
50.481
Επόμενο Ταξίδι
Umhlanga
Ταξίδι-Όνειρο
Περού τότε, τώρα, πάντα
Το "μου δωρίζετε" είναι εκτός από ευγενικό και πάρα πολύ αστείο. Μου έχει τύχει στην Κούβα να πηγαίνει Κολομβιανή σε κατάστημα να ρωτάει "μου δωρίζετε ένα αντιηλιακό" και η απάντηση της Κουβανής δημοσίας υπαλλήλου να είναι "εδώ δε χαρίζουμε μωρό μου, της κυβέρνησης είναι το κατάστημα και δαγκώνει χοντρά!".

Η ευγένεια των βουνίσιων Κολομβιανών είναι άνευ προηγουμένου. Η κοπέλα μου σε ένα παλιό αυτοκίνητο που έκανε φασαρία και δεν άκουσε τι της είπα μου απάντησε "senor?". Η αντίστοιχη Κουβανή θα είχε πει κανένα "εεεεεεεε;".

Και η κορύφωση είναι τα call centers όπου αν έχεςι συνηθίσει τους κακοπληρωμένους, μπουχτισμένους, ανάγωγους της Αργεντινής, Αγγλίας, Βενεζουέλας οι Κολομβιανοί σου ζητούν και συγγνώμη για την κακή ποιότητα του χρόνου ή για "το πόσο πολύτιμο χρόνο χάσατε από την αναμονή".
 

tripakias

Member
Μηνύματα
8.020
Likes
12.107
Επόμενο Ταξίδι
Άγιος Μαυρίκιος
Ταξίδι-Όνειρο
Εκεί
Πολυ μ' αρεσει αυτο το θεμα-ιστορια. Ρεσιταλ πληροφοριων απο δυο καλους γνωστες της λατινοαμερικανικης κουλτουρας. Κι ακομα δεν αρχισες καν το ταξιδι σου @10900km.
 

10900km

Member
Μηνύματα
392
Likes
4.190
Στην Κολομβία αξίζουν όχι δύο, αλλά χίλια δύο κείμενα-ύμνοι, όμως ούτως ή άλλως αυτή η ιστορία θα είναι -εκ των πραγμάτων- “κολομβιοβαρής” τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο που θα είμαι εκεί, οπότε αφιερώνω το σημερινό κείμενο στον επόμενο νοτιοαμερικάνικο προορισμό μου, το “κάθε μέρα-τόπος, και μια ευχάριστη έκπληξη”, Εκουαδόρ.

Στη χώρα πέρασα έναν μήνα αρχές του 2011, και από τη στιγμή που έφθασα (μετά από ένα τρίμηνο στην Κολομβία και στη Βενεζουέλα) αισθάνθηκα ότι... κατέβασα ταχύτητα (ευχαρίστως). Το Τουλκάν, πόλη εισόδου από την Κολομβία, είναι μικροσκοπικό, δεν είχε/έχει καμία σχέση με τις -κατά κανόνα- μεγαλουπόλεις όπου είχα περάσει το προηγούμενο τρίμηνο, σε λίγη ώρα είχα περπατήσει από τη μία άκρη του μέχρι την άλλη, μέχρι και την... πολυτέλεια μεσημεριανού υπνάκου επέτρεψα στον εαυτό μου (είχα περάσει τη βραδιά στο λεωφορείο από Κάλι για Ιπιάλες, ακριβώς πριν τα σύνορα, και ποτέ -μα ποτέ- δεν κοιμάμαι καλά, ούτε καν “στοιχειωδώς ικανοποιητικά” σε λεωφορεία). Με μία λέξη, “χαλαρά...”

Την επομένη, αντί να στριμωχτώ ξανά σε ένα λεωφορείο για αμέτρητες ώρες για να καλύψω μία ακόμα μεγάλη απόσταση, σε λιγότερο από δύο ώρες ήμουν ήδη στον προορισμό μου, την Ιμπάρρα. Διαβάζοντας κανείς αυτές τις γραμμές άνετος και ξεκούραστος στον υπολογιστή του στο σπίτι, μπορεί το “σε λιγότερο από δύο ώρες” να μη λέει τίποτα. Φανταστείτε όμως να έχετε περάσει ήδη κάποιους μήνες κατά τους οποίους ο κανόνας ήταν τα -άβολα, αλλά κάποιες φορές απαραίτητα- βραδινά λεωφορεία. Το ότι τη δεύτερη μέρα μου στο Εκουαδόρ πήγα από το Α στο Β μέσα σε λιγότερο από δύο ώρες, το υποδέχθηκα σαν... χαλαρωτικό μασάζ στους ώμους...

Η ίδια η Ιμπάρρα, μου άρεσε τόσο πολύ που αισθάνθηκα σχεδόν... άσχημα με τον εαυτό μου... Βρήκα ένα τέλειο για μένα δωμάτιο με καλωδιακή τηλεόραση, περνούσα τα πρωινά κάνοντας βόλτα στη -μικρή- πόλη, κάθε μεσημέρι διάλεγα για φαγητό όποιο μέρος μου είχε φανεί πιο συμπαθητικό πάνω στη βόλτα, επέστρεφα στο δωμάτιο για να γράψω (γενικώς και αορίστως, να γράψω, από μέιλ σε φίλους, μέχρι για το προσωπικό ημερολόγιό μου), αργά το απόγευμα άνοιγα την τηλεόραση και χάζευα με τις ώρες διαδοχικούς αγώνες του Κόπα Λιμπερταδόρες, το βραδάκι έβγαινα για φαγητό κάπου γύρω από το πάρκο που είχα μπροστά από το ξενοδοχείο “μου”, και... αυτό ήταν.

Μετά την Κολομβία και τη Βενεζουέλα στην οποία είχα βαλθεί να συναντάω κόσμο σε κάθε πόλη (πηγαίνοντας κόντρα στη γενικώς μοναχική, στα όρια της αντικοινωνικής, φύση μου), μπαίνοντας στο Εκουαδόρ... κατέβασα ρολά, δεν ήθελα να συναντήσω κανέναν, κι η “βαρετή” και “αδιάφορη” (για τους περισσότερους ταξιδιώτες, είμαι βέβαιος) Ιμπάρρα, αποδείχθηκε ιδανική για μένα, για τη “φάση” στην οποία ήμουν. Κάπως έτσι, κατέληξα να περάσω αρκετές ημέρες, αισθανόμενος “άσχημα” από ένα σημείο και μετά, επειδή μια φωνή στο μυαλό μου μου έλεγε ότι έπρεπε να κάνω πιο “περιπετειώδη” πράγματα από το να βλέπω αγώνες Λιμπερταδόρες στην τηλεόραση και να σημειώνω εκφράσεις των σχολιαστών στο μπλοκάκι μου (στη Λατινική Αμερική πάντα κουβαλάω ένα μπλοκάκι μαζί μου, σε κάθε βόλτα, ή έστω ένα κομμάτι χαρτί κι ένα μολύβι, και σημειώνω λέξεις και εκφράσεις που βλέπω ή ακούω, οτιδήποτε μου κεντρίζει την προσοχή).

Το πώς πέρασα και το πόσο χάρηκα τον χρόνο μου στην Ιμπάρρα, φαντάζομαι ότι με κάνουν να “ακούγομαι” εντελώς ξενέρωτος (που δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα). Ο κανόνας λέει ότι κάποιος ταξιδεύει μία, δύο, τρεις φορές τον χρόνο, επιλέγει έναν προορισμό, πηγαίνει για μία, δύο, τρεις εβδομάδες, και φροντίζει μέσα σε εκείνο το σύντομο χρονικό διάστημα να κάνει όσα περισσότερα μπορεί. Αν είσαι... Αυστραλός κι έρχεσαι στην Ελλάδα για τρεις εβδομάδες, δεν περνάς πέντε μέρες στο... Κιλκίς (με κάθε σεβασμό στους Κιλκισιώτες), πηγαίνοντας πάνω-κάτω στους ίδιους δρόμους γύρω από το ίδιο πάρκο κάθε μέρα, και περνώντας ώρες επί ωρών χαζεύοντας ποδόσφαιρο στην τηλεόραση και σημειώνοντας λέξεις σε ένα τεφτεράκι σαν... nerd...

Αν όμως ένα ταξίδι σου διαρκεί μήνες, κι είναι το πέμπτο back-to-back πολύμηνο ταξίδι σου δύο χρόνια μετά τη μέρα που πρωτοφορτώθηκες έναν σάκο στην πλάτη, τότε... όταν βρίσκεις comfort zone, όταν βρίσκεις ένα μέρος στο οποίο μπορείς να αράξεις κάνοντας... τίποτα απολύτως, χώνεσαι στην αγκαλιά της και δεν ξεκολλάς (για μερικές ημέρες). Αυτό τουλάχιστον έκανα εγώ. Μου είχε λείψει να έχω δικό μου δωμάτιο, δικό, μου, δωμάτιο, να μην κοιμάμαι σε κοιτώνα χόστελ, να μη φιλοξενούμαι από κάποιον -φιλόξενο- άγνωστο ερχόμενος σε επαφή μαζί του μέσω ενός σάιτ. Μου είχε λείψει ο ήσυχος ύπνος, βλέποντας διαδοχικά επεισόδια του “Two and a half men” μέχρι να με πάρει ο ύπνος. Και μου είχε λείψει να βλέπω ποδόσφαιρο στην τηλεόραση, μόνος, ΜΟΝΟΣ, χωρίς να ανησυχώ ότι κάποιος άλλος στην common area του χόστελ θέλει ίσως να δει κάτι άλλο στην τηλεόραση.

Όταν... ήρθα στα ίσα μου έχοντας χαρεί αυτά που μου είχαν λείψει για πολύ-πολύ καιρό, πήρα το επόμενο λεωφορείο, για Κίτο, με το... μασάζ στους ώμους να συνεχίζεται (απόσταση, μικρότερη από 150 τοσοδούλια χιλιόμετρα).

Αύριο συνεχίζω και ολοκληρώνω με τις εντυπώσεις-αναμνήσεις μου από Εκουαδόρ, κλείνοντας με μία σύντομη λίστα εκείνων που με κάνουν να αισθάνομαι τη συγκεκριμένη χώρα σαν εκείνη στην οποία ταξιδεύεις πιο ξέγνοιαστα από οπουδήποτε αλλού στη Νότια Αμερική. Επιλέγω προσεχτικά τις λέξεις μου, “στην οποία ταξιδεύεις πιο ξέγνοιαστα”, γράφω. Αύριο, εξηγούμαι.
 

Εκπομπές Travelstories

Τελευταίες δημοσιεύσεις

Booking.com

Στατιστικά φόρουμ

Θέματα
33.166
Μηνύματα
882.739
Μέλη
38.880
Νεότερο μέλος
Adamamdia

Κοινοποιήστε αυτή τη σελίδα

Top Bottom