delmem2233
Member
- Μηνύματα
- 392
- Likes
- 4.199
Εδώ και ώρα χαζεύω την οθόνη του υπολογιστή προσπαθώντας να... κατεβάσω λέξεις στις οποίες να καθρεφτίζεται ο απέραντος θαυμασμός μου στη “μία κατηγορία μόνη της” χώρα που λέγεται Βραζιλία, όμως... τίποτα, κόμπος τα δάκτυλα, σαν κόμπος στον λαιμό πιτσιρικά που έχει τσιμπηθεί άσχημα με κοπελιά, θέλει να της πει τι αισθάνεται, αλλά... παραλύει, και μένει απλά να τη χαζεύει... Ελλείψει φαντασίας, θα αρχίσω με το πιο... πεζό απ' όλα, αναφέροντας επιγραμματικά πότε πήγα πού. Ίσως σταδιακά μου λυθούν τα δάκτυλα και γράψω κάτι πιο ευφάνταστο...
Στη Βραζιλία είχα την ανείπωτη χαρά να πατήσω πρώτη φορά τον Ιούνιο του 2007, την πρώτη φορά που πήγα στην “απέναντι” πλευρά του Ατλαντικού. Μη θέλοντας να... μπλέξω με τις μη καλοκαιρινές καιρικές συνθήκες που θα επικρατούσαν νότια του Ρίο, κι αφού ούτως ή άλλως οι πτήσεις από και προς Ευρώπη ήταν προς/από Σαλβαντόρ ντα Μπαΐα, επέλεξα να περάσω τον πολύ περισσότερο χρόνο μου στα βορειοανατολικά, από Σαλβαντόρ μέχρι Φορταλέζα, συμπεριλαμβάνοντας φυσικά στο ταξίδι το Ρίο. Θεωρούσα (και σήμερα εξακολουθώ να πιστεύω ότι καλά το σκέφτηκα) ότι ήταν αδιανόητο να πάω πρώτη φορά στη Βραζιλία, και να μην πάω στο Ρίο, στην Κοπακαμπάνα, στο Μαρακανά, έστω κι αν αυτό σήμαινε δύο επιπλέον πτήσεις, από Σαλβαντόρ για Ρίο, κι από Ρίο για Φορταλέζα...
Αυτό στο οποίο ΔΕΝ πήγα, ήταν το Κορκοβάντο, η κορυφή με τον “Χρηστό Λυτρωτή”. Ήταν οι μέρες που το Ρίο... πατούσε γκάζι στην καμπάνια του για να συμπεριληφθεί το άγαλμα στα “7 σύγχρονα θαύματα του κόσμου”, οι πάντες μιλούσαν γι' αυτό, στον ξενώνα που έμεινα μου είχαν πάρει τα αυτιά για τις εκδρομές που διοργάνωναν καθημερινά εκεί, κι έτσι κατέληξα από αντίδραση να πάω σχεδόν οπουδήποτε αλλού, ΕΚΤΟΣ από το Κορκοβάντο. Αν είσαι (στριμμένος), να 'σαι...
Στο τέλος εκείνων των τριών εβδομάδων, ήμουν ξελογιασμένος από τη βορειοανατολική Βραζιλία. Φορταλέζα, Κανόα Κεμπράντα, Νατάλ, Ζοάο Πεσόα, Ολίντα, Ρεσίφε, Πόρτο τζι Γκαλίνιας, Μασεϊό, Σαλβαντόρ, μονίμως πάνω στην ακτή, με καθημερινές πολύωρες βόλτες πάνω σε αμμουδερή παραλία, ένα από τα μεγαλύτερα “μπόνους” που απολαμβάνεις στη Βραζιλία, μια και οι περισσότερες μεγάλες πόλεις είναι παραλιακές (και μάλιστα με θαυμάσιες -για βόλτα τουλάχιστον, και χάζι- αμμουδιές), και οι μεταξύ τους αποστάσεις είναι γεμάτες από μικρότερα παραλιακά καλούδια...
Τέλη Ιουνίου του 2007 επέστρεψα στη Θεσσαλονίκη, και κρέμασα ένα παρεό-σημαία της Βραζιλίας με τα “ζωντανά” χρώματά της στον τοίχο του στούντιο που νοίκιαζα, παρεό-σημαία που ξεκρέμασα μόνο όταν άδειασα το διαμερισματάκι σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, έχοντας αποφασίσει να “ξενιτευτώ” για κάποιους μήνες, άνεργος πλέον. Όλους εκείνους τους μήνες, η σημαία της Βραζιλίας ήταν το πρώτο πράγμα που έβλεπα όταν άνοιγα τα μάτια κάθε πρωί, και πολλά πρωινά αυτό ήταν αρκετό για να μου φτιάξει τη διάθεση. Η σημαία, και το να ακούω “ασέ”, μουσικό είδος-σήμα κατατεθέν της Μπαΐα, από φωνάρες (ΚΑΙ “φωνάρες”, με την κίνκι έννοια της λέξης, αλλά εμένα στη Θεσσαλονίκη με απασχολούσαν κυρίως σαν φωνάρες, χωρίς εισαγωγικά) τύπου Ιβέτσι Σανγκάλο, Μαργκαρέτσι Μενέζις και Ντανιέλα Μέρκουρι. Μουσική τόσο “ξεσηκωτική” που ξε-ξυλαγγουριάζει μέχρι και τα μεγαλύτερα ξυλάγγουρα (πιστέψτε με).
Ιούλιο του 2009, όπως “σκότωνα” χρόνο στον ξενώνα μου στο Κανκούν περιμένοντας να έρθει η ώρα να πάω στο αεροδρόμιο για πτήση στην Αβάνα, βρέθηκα να χαζεύω τιμές εισιτηρίων για Βραζιλία. Χωρίς να το κουράσω ιδιαίτερα στο μυαλό μου, αγόρασα εισιτήρια, έχοντας αποφασίσει να επιστρέψω στο Σαλβαντόρ ντα Μπαΐα, να κάνω μαθήματα Πορτογαλικών, και μετά να το... κόψω νότια, μέχρι Μπουένος Άιρες, αρχίζοντας τέλη Αυγούστου. Έτσι κι έγινε.
Μετά από έναν μήνα μαθημάτων στην αγαπημένη μου βραζιλιάνικη πόλη, το Σαλβαντόρ, μήνας γεμάτος από αναμνήσεις τόσο έντονες που νομίζω ότι θα έμεναν αλώβητες στο μυαλό μου ακόμη κι αν χτυπούσα το κεφάλι μου και πάθαινα ολική -πλην Σαλβαντόρ- αμνησία, πήρα πτήση για Μπέλο Οριζόντε, και συνέχισα οδικώς προς Ρίο (όπου είχα σκοπό να περάσω 3-4 ημέρες κι έμεινα τελικά σχεδόν τρεις εβδομάδες, πηγαίνοντας, επιτέλους, και στο Κορκοβάντο), Κουριτσίμπα, Πόρτο Αλέγκρε (ένα ακόμα μέρος στο οποίο πήγα για τρεις ημέρες, κι έμεινα 9-10).
Αν αναλογιστεί κανείς ότι πέρασα σχεδόν τρεις μήνες στη χώρα, τα μέρη στα οποία πήγα ήταν ελάχιστα, κι αυτό γιατί χρησιμοποιούσα συστηματικά ένα σάιτ μέσω του οποίου βρίσκεις παρέα (και κόσμο να σε φιλοξενήσει) σχεδόν παντού, έπεφτα σε παιδιά με τα οποία είχαμε εξαιρετική χημεία (μεταξύ αυτών, ένα θεότρελο ζευγάρι στο Ρίο, τους οποίους δε βλέπω την ώρα να συναντήσω ξανά στην Μπραζίλια τον Ιούνιο που μας έρχεται), κι έτσι μου ήταν πολύ-πολύ δύσκολο να “ξεκολλήσω” από κάθε νέο μέρος που επισκεπτόμουν.
Μετά από ενάμιση μήνα, έχοντας κάνει έναν κύκλο Πόρτο Αλέγκρε-Μπουένος Άιρες-Ασουνσιόν-Ιγκουασού, πέρασα δύο “βγαλμένες από ταινία” (με την... “καλή” έννοια) μέρες στο Φοζ, πηγαίνοντας φυσικά στους καταρράκτες (μόνο όμως στη βραζιλιάνικη πλευρά), και μια βδομάδα στο Σάο Πάουλο που άρχισε τρα-γι-κά, όμως “σώθηκε” μετά από δραστικές αλλαγές που έκανα σε παρέα και τόπο διαμονής. Παρά το γεγονός πάντως ότι τη βδομάδα μου στο Σάο Πάουλο την “έσωσα”, ομολογώ ότι αν και μέγας λάτρης των πόλεων, η συγκεκριμένη μου κάθισε στο στομάχι, και τον Ιούνιο έχω σκοπό να δω ΜΟΝΟ ένα ματσάκι εκεί, το πρώτο του Μουντιάλ, το Βραζιλία-Κροατία, και να επιστρέψω στην πόλη ΜΟΝΟ την τελευταία μέρα πριν την πτήση της επιστροφής στην Ελλάδα (στην Τουρκία, για την ακρίβεια. Οι πτήσεις μου είναι από/προςΚωνσταντινούπολη).
Η τελευταία φορά που βρέθηκα στο Ρίο ήταν τον Μάιο του 2012. Μόλις είχα περάσει έναν “δε θα μπορούσα να είχα ζητήσει καλύτερο” μήνα στη Βολιβία, με φιλοξενούσε φίλη, είχα ήδη βγάλει δημοσιογραφική διαπίστευση για το Euro της Πολωνίας και της Ουκρανίας, ήξερα ότι επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη θα έμενα μόνο μια βδομάδα και μετά... “άντε γεια”, οπότε εκείνη τη βδομάδα στο Ρίο ήμουν μέσα στη χαζοχαρουμενιά.
Σε δυο γραμμές, γράφω απλά ότι όταν σκέφτομαι τη Βραζιλία το πρώτο που περνά απ' το μυαλό μου είναι “καλοπέραση”. Υπάρχει... “κάτι” στον αέρα, που ακόμα κι αν είσαι κρυόκωλος και μουντρούχος, σε κάνει να χαλαρώσεις. Ίσως είναι η “εξωτική” μουσική που έρχεται συνέχεια στα αυτιά σου από κάθε κατεύθυνση. Ίσως είναι το ότι οπουδήποτε γυρίσεις να κοιτάξεις, βλέπεις μια παραλία, και κόσμο να χαλαρώνει πάνω στην άμμο, να παίζει, να φλερτάρει, να γελάει, να πειράζει ο ένας τον άλλο, να χορεύει. Ίσως πάλι να τα έβλεπα εγώ έτσι, επειδή στη Βραζιλία είχα σχεδόν πάντα σούπερ διάθεση, κι αυτό να με έκανε να τα βλέπω όλα πολύ πιο σαγηνευτικά απ' όσο πραγματικά ήταν. Ίσως...
Προφανώς η Βραζιλία δεν είναι επί γης παράδεισος. Προφανώς μαστίζεται από προβλήματα τέτοιας έκτασης και έντασης που πραγματικά... τρομάζει το μάτι σου. Παρ' όλα αυτά όμως, επιμένω ότι η χώρα προσφέρεται για ΚΑΛΟΠΕΡΑΣΗ όσο ελάχιστες άλλες, κι ειδικά σαν άρρωστος ποδοσφαιρόφιλος αισθάνομαι προνομιούχος που έχω αυτήν τη στιγμή όσα χρήματα και χρόνο χρειάζεται για να είμαι εκεί τον προσεχή Ιούνιο και Ιούλιο. Δεν έχω πάει ποτέ σε Μουντιάλ, δεν μπορώ να ξέρω αν θα πάω ξανά στο μέλλον, ξέρω όμως ότι αν κάποιος μου έλεγε ότι “μου είναι γραφτό” να πάω σε ΕΝΑ μόνο Μουντιάλ στη ζωή μου, χωρίς δεύτερη σκέψη θα διάλεγα Μουντιάλ στη Βραζιλία, στη Βραζιλία συγκεκριμένα, στη Βραζιλία πριν και πάνω από οπουδήποτε αλλού. (Τουλάχιστον) Όσοι είστε ποδοσφαιρόφιλοι, με... “νιώθετε”...
Στη Βραζιλία είχα την ανείπωτη χαρά να πατήσω πρώτη φορά τον Ιούνιο του 2007, την πρώτη φορά που πήγα στην “απέναντι” πλευρά του Ατλαντικού. Μη θέλοντας να... μπλέξω με τις μη καλοκαιρινές καιρικές συνθήκες που θα επικρατούσαν νότια του Ρίο, κι αφού ούτως ή άλλως οι πτήσεις από και προς Ευρώπη ήταν προς/από Σαλβαντόρ ντα Μπαΐα, επέλεξα να περάσω τον πολύ περισσότερο χρόνο μου στα βορειοανατολικά, από Σαλβαντόρ μέχρι Φορταλέζα, συμπεριλαμβάνοντας φυσικά στο ταξίδι το Ρίο. Θεωρούσα (και σήμερα εξακολουθώ να πιστεύω ότι καλά το σκέφτηκα) ότι ήταν αδιανόητο να πάω πρώτη φορά στη Βραζιλία, και να μην πάω στο Ρίο, στην Κοπακαμπάνα, στο Μαρακανά, έστω κι αν αυτό σήμαινε δύο επιπλέον πτήσεις, από Σαλβαντόρ για Ρίο, κι από Ρίο για Φορταλέζα...
Αυτό στο οποίο ΔΕΝ πήγα, ήταν το Κορκοβάντο, η κορυφή με τον “Χρηστό Λυτρωτή”. Ήταν οι μέρες που το Ρίο... πατούσε γκάζι στην καμπάνια του για να συμπεριληφθεί το άγαλμα στα “7 σύγχρονα θαύματα του κόσμου”, οι πάντες μιλούσαν γι' αυτό, στον ξενώνα που έμεινα μου είχαν πάρει τα αυτιά για τις εκδρομές που διοργάνωναν καθημερινά εκεί, κι έτσι κατέληξα από αντίδραση να πάω σχεδόν οπουδήποτε αλλού, ΕΚΤΟΣ από το Κορκοβάντο. Αν είσαι (στριμμένος), να 'σαι...
Στο τέλος εκείνων των τριών εβδομάδων, ήμουν ξελογιασμένος από τη βορειοανατολική Βραζιλία. Φορταλέζα, Κανόα Κεμπράντα, Νατάλ, Ζοάο Πεσόα, Ολίντα, Ρεσίφε, Πόρτο τζι Γκαλίνιας, Μασεϊό, Σαλβαντόρ, μονίμως πάνω στην ακτή, με καθημερινές πολύωρες βόλτες πάνω σε αμμουδερή παραλία, ένα από τα μεγαλύτερα “μπόνους” που απολαμβάνεις στη Βραζιλία, μια και οι περισσότερες μεγάλες πόλεις είναι παραλιακές (και μάλιστα με θαυμάσιες -για βόλτα τουλάχιστον, και χάζι- αμμουδιές), και οι μεταξύ τους αποστάσεις είναι γεμάτες από μικρότερα παραλιακά καλούδια...
Τέλη Ιουνίου του 2007 επέστρεψα στη Θεσσαλονίκη, και κρέμασα ένα παρεό-σημαία της Βραζιλίας με τα “ζωντανά” χρώματά της στον τοίχο του στούντιο που νοίκιαζα, παρεό-σημαία που ξεκρέμασα μόνο όταν άδειασα το διαμερισματάκι σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, έχοντας αποφασίσει να “ξενιτευτώ” για κάποιους μήνες, άνεργος πλέον. Όλους εκείνους τους μήνες, η σημαία της Βραζιλίας ήταν το πρώτο πράγμα που έβλεπα όταν άνοιγα τα μάτια κάθε πρωί, και πολλά πρωινά αυτό ήταν αρκετό για να μου φτιάξει τη διάθεση. Η σημαία, και το να ακούω “ασέ”, μουσικό είδος-σήμα κατατεθέν της Μπαΐα, από φωνάρες (ΚΑΙ “φωνάρες”, με την κίνκι έννοια της λέξης, αλλά εμένα στη Θεσσαλονίκη με απασχολούσαν κυρίως σαν φωνάρες, χωρίς εισαγωγικά) τύπου Ιβέτσι Σανγκάλο, Μαργκαρέτσι Μενέζις και Ντανιέλα Μέρκουρι. Μουσική τόσο “ξεσηκωτική” που ξε-ξυλαγγουριάζει μέχρι και τα μεγαλύτερα ξυλάγγουρα (πιστέψτε με).
Ιούλιο του 2009, όπως “σκότωνα” χρόνο στον ξενώνα μου στο Κανκούν περιμένοντας να έρθει η ώρα να πάω στο αεροδρόμιο για πτήση στην Αβάνα, βρέθηκα να χαζεύω τιμές εισιτηρίων για Βραζιλία. Χωρίς να το κουράσω ιδιαίτερα στο μυαλό μου, αγόρασα εισιτήρια, έχοντας αποφασίσει να επιστρέψω στο Σαλβαντόρ ντα Μπαΐα, να κάνω μαθήματα Πορτογαλικών, και μετά να το... κόψω νότια, μέχρι Μπουένος Άιρες, αρχίζοντας τέλη Αυγούστου. Έτσι κι έγινε.
Μετά από έναν μήνα μαθημάτων στην αγαπημένη μου βραζιλιάνικη πόλη, το Σαλβαντόρ, μήνας γεμάτος από αναμνήσεις τόσο έντονες που νομίζω ότι θα έμεναν αλώβητες στο μυαλό μου ακόμη κι αν χτυπούσα το κεφάλι μου και πάθαινα ολική -πλην Σαλβαντόρ- αμνησία, πήρα πτήση για Μπέλο Οριζόντε, και συνέχισα οδικώς προς Ρίο (όπου είχα σκοπό να περάσω 3-4 ημέρες κι έμεινα τελικά σχεδόν τρεις εβδομάδες, πηγαίνοντας, επιτέλους, και στο Κορκοβάντο), Κουριτσίμπα, Πόρτο Αλέγκρε (ένα ακόμα μέρος στο οποίο πήγα για τρεις ημέρες, κι έμεινα 9-10).
Αν αναλογιστεί κανείς ότι πέρασα σχεδόν τρεις μήνες στη χώρα, τα μέρη στα οποία πήγα ήταν ελάχιστα, κι αυτό γιατί χρησιμοποιούσα συστηματικά ένα σάιτ μέσω του οποίου βρίσκεις παρέα (και κόσμο να σε φιλοξενήσει) σχεδόν παντού, έπεφτα σε παιδιά με τα οποία είχαμε εξαιρετική χημεία (μεταξύ αυτών, ένα θεότρελο ζευγάρι στο Ρίο, τους οποίους δε βλέπω την ώρα να συναντήσω ξανά στην Μπραζίλια τον Ιούνιο που μας έρχεται), κι έτσι μου ήταν πολύ-πολύ δύσκολο να “ξεκολλήσω” από κάθε νέο μέρος που επισκεπτόμουν.
Μετά από ενάμιση μήνα, έχοντας κάνει έναν κύκλο Πόρτο Αλέγκρε-Μπουένος Άιρες-Ασουνσιόν-Ιγκουασού, πέρασα δύο “βγαλμένες από ταινία” (με την... “καλή” έννοια) μέρες στο Φοζ, πηγαίνοντας φυσικά στους καταρράκτες (μόνο όμως στη βραζιλιάνικη πλευρά), και μια βδομάδα στο Σάο Πάουλο που άρχισε τρα-γι-κά, όμως “σώθηκε” μετά από δραστικές αλλαγές που έκανα σε παρέα και τόπο διαμονής. Παρά το γεγονός πάντως ότι τη βδομάδα μου στο Σάο Πάουλο την “έσωσα”, ομολογώ ότι αν και μέγας λάτρης των πόλεων, η συγκεκριμένη μου κάθισε στο στομάχι, και τον Ιούνιο έχω σκοπό να δω ΜΟΝΟ ένα ματσάκι εκεί, το πρώτο του Μουντιάλ, το Βραζιλία-Κροατία, και να επιστρέψω στην πόλη ΜΟΝΟ την τελευταία μέρα πριν την πτήση της επιστροφής στην Ελλάδα (στην Τουρκία, για την ακρίβεια. Οι πτήσεις μου είναι από/προςΚωνσταντινούπολη).
Η τελευταία φορά που βρέθηκα στο Ρίο ήταν τον Μάιο του 2012. Μόλις είχα περάσει έναν “δε θα μπορούσα να είχα ζητήσει καλύτερο” μήνα στη Βολιβία, με φιλοξενούσε φίλη, είχα ήδη βγάλει δημοσιογραφική διαπίστευση για το Euro της Πολωνίας και της Ουκρανίας, ήξερα ότι επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη θα έμενα μόνο μια βδομάδα και μετά... “άντε γεια”, οπότε εκείνη τη βδομάδα στο Ρίο ήμουν μέσα στη χαζοχαρουμενιά.
Σε δυο γραμμές, γράφω απλά ότι όταν σκέφτομαι τη Βραζιλία το πρώτο που περνά απ' το μυαλό μου είναι “καλοπέραση”. Υπάρχει... “κάτι” στον αέρα, που ακόμα κι αν είσαι κρυόκωλος και μουντρούχος, σε κάνει να χαλαρώσεις. Ίσως είναι η “εξωτική” μουσική που έρχεται συνέχεια στα αυτιά σου από κάθε κατεύθυνση. Ίσως είναι το ότι οπουδήποτε γυρίσεις να κοιτάξεις, βλέπεις μια παραλία, και κόσμο να χαλαρώνει πάνω στην άμμο, να παίζει, να φλερτάρει, να γελάει, να πειράζει ο ένας τον άλλο, να χορεύει. Ίσως πάλι να τα έβλεπα εγώ έτσι, επειδή στη Βραζιλία είχα σχεδόν πάντα σούπερ διάθεση, κι αυτό να με έκανε να τα βλέπω όλα πολύ πιο σαγηνευτικά απ' όσο πραγματικά ήταν. Ίσως...
Προφανώς η Βραζιλία δεν είναι επί γης παράδεισος. Προφανώς μαστίζεται από προβλήματα τέτοιας έκτασης και έντασης που πραγματικά... τρομάζει το μάτι σου. Παρ' όλα αυτά όμως, επιμένω ότι η χώρα προσφέρεται για ΚΑΛΟΠΕΡΑΣΗ όσο ελάχιστες άλλες, κι ειδικά σαν άρρωστος ποδοσφαιρόφιλος αισθάνομαι προνομιούχος που έχω αυτήν τη στιγμή όσα χρήματα και χρόνο χρειάζεται για να είμαι εκεί τον προσεχή Ιούνιο και Ιούλιο. Δεν έχω πάει ποτέ σε Μουντιάλ, δεν μπορώ να ξέρω αν θα πάω ξανά στο μέλλον, ξέρω όμως ότι αν κάποιος μου έλεγε ότι “μου είναι γραφτό” να πάω σε ΕΝΑ μόνο Μουντιάλ στη ζωή μου, χωρίς δεύτερη σκέψη θα διάλεγα Μουντιάλ στη Βραζιλία, στη Βραζιλία συγκεκριμένα, στη Βραζιλία πριν και πάνω από οπουδήποτε αλλού. (Τουλάχιστον) Όσοι είστε ποδοσφαιρόφιλοι, με... “νιώθετε”...