psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.503
- Likes
- 59.912
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Μην αγνοείς τα σημάδια (για νιοστή φορά)
- Η προσεκτική και ιδιαίτερη προετοιμασία
- SKG – ATH – IST – SIN – SAI. Μια μικρή Οδύσσεια
- Επιτέλους Ασία!
- Τα «πλωτά» χωριά της Καμπότζης
- Ηλιοβασίλεμα στη λίμνη & πίσω στη βάση
- Ανακαλύπτοντας το θαύμα των Χμερ
- Ώρα Angkor Wat
- Εξερευνώντας το Krong Siem Reap
- Καμπότζη, για λίγο ακόμα
- Πάμε για αλλαγή χώρας;
- Τα μαγικά τοπία του Λάος
- Δειλινό στον ποταμό Mekong!
- Ανακαλύπτοντας την Luang Prabang
- Στη σκιά του Βούδα
- Τι γίνεται, πάλι πετάμε;
- Στην πλωτή αγορά και το τρένο
- Η άλλη όψη της πόλης
- Λίγοι (λέμε τώρα) ακόμα ναοί…
- Πλέοντας την Bangkok
- Ασία κιόλας τέλος
- Απολογισμός & συμπεράσματα
Η άλλη όψη της πόλης
Παραδόξως σταθήκαμε αρκετά τυχεροί αποφεύγοντας τη φριχτή κίνηση της Μπανγκόκ στην επιστροφή, κερδίζοντας έτσι χρόνο που δεν είχαμε και άφθονο.
Αφιχθήκαμε κεντρικά λοιπόν στο σημείο συνάντησης και δίχως μεγάλη σκέψη κατηφορίσαμε στο ήσυχο την ώρα εκείνη κέντρο, με απώτερο σκοπό ίσως και κάποια ψώνια:
Αυτή είναι η εικόνα του Khao San την ώρα που ετοιμαζόταν να πεζοδρομηθεί. Καμία σχέση με όσα βλέπεις τη νύχτα, τον λες απλά ένα συνηθισμένο Ασιατικό δρόμο μεγαλούπολης με μαγαζάκια όλων των ειδών:
Αφού σταμπάραμε κάποια ωραία αντικείμενα χωρίς τελικά ν’ αγοράσουμε, αποφασίσαμε να πιούμε δύο δροσερές LEO και να καταστρώσουμε το πλάνο για το υπόλοιπο της ημέρας με την ησυχία μας, αποφασίζοντας για αρχή να γυρίσουμε προς το ξενοδοχείο:
Ήμασταν ήδη στο δρόμο γι’ αυτό, όταν μια πολύ ωραία εικόνα απέναντι από το ναό «Bowonniwetwiharn Ratchaworawiharn» μας έκανε να κοντοσταθούμε και να πλησιάσουμε. Μια μπάντα από παιδιά που πιθανολογώ πως δεν ήταν πάνω από 15-16 καθώς φορούσαν και σχολικές στολές είχε στήσει τα όργανα και ερμήνευε εξαιρετικά Guns n Roses, AC/DC και πολλά άλλα τέτοια ωραία. Μπράβο στα παιδιά και τους γονείς τους για τη μουσική τους αγωγή:
Στα όρια της ακόμα μιας μπύρας που με δυσκολία αποφύγαμε συνεχίσαμε την πορεία μας προς το ξενοδοχείο, περνώντας το κανάλι και την γειτονιά με τα καταστήματα εστίασης που εκείνη την ώρα άρχισαν σιγά-σιγά να γεμίζουν, μιας και ο ήλιος είχε πάρει την κάτω βόλτα. Όλα φάνταζαν πολύ ομορφότερα:
Μ’ ένα Grab κι ένα καλό μπλέξιμο στο μποτιλιάρισμα της πόλης φτάναμε στην νυχτερινή αγορά «Pratunam» λίγο μετά τις επτά, έτοιμοι κιόλας για το βράδυ. Ωραία μεν, λίγα πράγματα δε, χωρίς κάτι ενδιαφέρον προς αγορά:
Δε μείναμε παρά λίγα λεπτά μόνο και χρησιμοποιώντας την υπερυψωμένη πεζογέφυρα με φόντο τους επιβλητικούς ουρανοξύστες κινηθήκαμε προς την απέναντι πλευρά του μεγάλου δρόμου:
Θα έλεγε κανείς ότι η αγορά «Palladium Night Market» που συναντήσαμε κατεβαίνοντας αποτελεί μια πιο κυριλέ έκδοση πρόχειρου φαγητού στην Bangkok, οι τιμές όμως ήταν εντελώς αποτρεπτικές, σχεδόν ευρωπαϊκές και παρόλο που τα φαγητά έδειχναν εξαιρετικά δε νομίζω ότι άξιζε τον κόπο:
Έτσι, αφού παιδευτήκαμε αρχικά μέσω του εμπορικού κέντρου κι έπειτα του ξενοδοχείου που τελικά ήταν η είσοδος αλλάζοντας ασανσέρ, φτάσαμε και στο «View Bangkok Rooftop Bar & Restaurant» ,αντικρύζοντας αυτήν εδώ, την αλλιώτικη όπως λέω και στον τίτλο εκδοχή της πόλης:
Είναι φημισμένη άλλωστε η Bangkok για τα πολλά τέτοιου τύπου μπαρ της, με μια έρευνα θα βρείτε αρκετά, άλλα περισσότερο κι άλλα λιγότερο τουριστικά. Θέλαμε να πάμε για προσκύνημα σε αυτό που ο Ζακ Γαλιφιανάκης κήρυξε την εκκίνηση του σπουδαίου πονήματος με τίτλο Hangover II, ωστόσο δεν ήταν εφικτό και βολευτήκαμε μ’ αυτό που είχαμε δίπλα μας. Σίγουρα καλό αλλά αρκετά ακριβό για δεδομένα Ασίας θυμίζοντας τις τιμές και τα χούγια της Αμερικής, οπότε ένα πέρασμα και μόνο για την εμπειρία αρκεί:
Ένα Grub όχημα με εξωφρενικά δυνατό Air condition μας έφερε αρκετή ώρα μετά -δυσανάλογα πολλή για τα πέντε χιλιόμετρα- λόγω εξωφρενικής και πάλι κίνησης στο κέντρο της πόλης. Καταλαβαίναμε πλέον καλά γιατί μυρίζαμε συνέχεια χόρτο, απλά και μόνο γιατί πουλιούνταν παντού και προφανώς θα είναι νόμιμο στην Ταϊλάνδη, με τα αντίστοιχα μαγαζιά να βρίσκονται σε κάθε στενό του κέντρου:
Χωρίς πολλές περιστροφές και παραπάνω ψάξιμο επιλέξαμε το αγαπημένο μας σημείο και το υπαίθριο εστιατόριο, συνεχίζοντας τις δοκιμές στα τοπικά πιάτα και τις μπύρες, κάτι που κάναμε με ιδιαίτερη όρεξη μετά από τόσες ώρες νηστικοί:
Ήταν μια εξαίρετη ευκαιρία πάνω στη βόλτα της χώνεψης και για μερικά ψώνια, δωράκια ως επί το πλείστον καθώς δεν είχαν όλοι την ίδια τύχη με τα νούμερα στα παπούτσια. Όσοι φοράνε άνω του 48 είναι παιδιά αλλουνού θεού…
Από το προηγούμενο βράδυ όμως είχαμε σταμπάρει ένα μαγαζάκι που φαινόταν ιδιαίτερα ωραίο και δελεαστικό προς εμάς με όνομα «Adhere 13th blues bar» ,έτσι μιας και ήταν ακόμη νωρίς κινηθήκαμε προς εκείνο, συναντώντας αρκετό και ιδιαίτερο κόσμο που στην Ελλάδα θα λάμβαναν εύκολα τον τίτλο του ιντελεκτουέλ.
Πάλι καλά που βρήκαμε θέση σ’ ένα κοινόχρηστο τραπέζι και μπορέσαμε να έχουμε θέα κι ακρόαση. Με τις μπύρες μας στο χέρι ακούσαμε μαγεμένοι τα εξαιρετικά ερμηνευμένα Blues από μια πολύ δουλεμένη μπάντα η οποία διέθετε μέχρι και πνευστά. Καταπληκτικοί πραγματικά μουσικοί αν και πιτσιρικάδες στην πλειοψηφία τους, για άλλη μια νύχτα σ’ αυτήν εδώ τη πόλη:
Σιγά να μη τελειώναμε τόσο νωρίς βέβαια τη βραδιά, εξάλλου μόνο δώδεκα η ώρα ήταν ακόμα, έτσι αφού πεταχτήκαμε ν’ αφήσουμε ψώνια και φωτογραφική μηχανή ξανακατεβήκαμε με γοργό βήμα πάλι προς το κέντρο:
Το μπαράκι που την προηγούμενη ακούγαμε ροκιές ζωντανά, είχε μεταβληθεί σε Εγγλέζικη Pub λόγω της παρουσίας αρκετών οπαδών Liverpool & Newcastle για τον επικείμενο τελικό του Carabao Cup. Δε σε πειράζει να κάνω ένα deal φίλε, έχει προσφορά αν πάρεις τέσσερις μεγάλες Carabao μπύρες λόγω του αγώνα με ρώτησε ο Νίκος, λες και είμαι απ’ αυτούς που φέρνουν αντίρρηση.
Είδαμε το ματσάκι μας, ήπιαμε αυτό το αίσχος (κακή μπύρα μη μπείτε στον πειρασμό να τη δοκιμάσετε), κάναμε μια βόλτα και λίγο πριν τις τρεις πήραμε το δρόμο της επιστροφής, με την πρωτεύουσα να ‘χει ησυχάσει αρκετά:
Σε λίγο θα ξημέρωνε η τελευταία μέρα της εκδρομής…
Παραδόξως σταθήκαμε αρκετά τυχεροί αποφεύγοντας τη φριχτή κίνηση της Μπανγκόκ στην επιστροφή, κερδίζοντας έτσι χρόνο που δεν είχαμε και άφθονο.
Αφιχθήκαμε κεντρικά λοιπόν στο σημείο συνάντησης και δίχως μεγάλη σκέψη κατηφορίσαμε στο ήσυχο την ώρα εκείνη κέντρο, με απώτερο σκοπό ίσως και κάποια ψώνια:


Αυτή είναι η εικόνα του Khao San την ώρα που ετοιμαζόταν να πεζοδρομηθεί. Καμία σχέση με όσα βλέπεις τη νύχτα, τον λες απλά ένα συνηθισμένο Ασιατικό δρόμο μεγαλούπολης με μαγαζάκια όλων των ειδών:


Αφού σταμπάραμε κάποια ωραία αντικείμενα χωρίς τελικά ν’ αγοράσουμε, αποφασίσαμε να πιούμε δύο δροσερές LEO και να καταστρώσουμε το πλάνο για το υπόλοιπο της ημέρας με την ησυχία μας, αποφασίζοντας για αρχή να γυρίσουμε προς το ξενοδοχείο:

Ήμασταν ήδη στο δρόμο γι’ αυτό, όταν μια πολύ ωραία εικόνα απέναντι από το ναό «Bowonniwetwiharn Ratchaworawiharn» μας έκανε να κοντοσταθούμε και να πλησιάσουμε. Μια μπάντα από παιδιά που πιθανολογώ πως δεν ήταν πάνω από 15-16 καθώς φορούσαν και σχολικές στολές είχε στήσει τα όργανα και ερμήνευε εξαιρετικά Guns n Roses, AC/DC και πολλά άλλα τέτοια ωραία. Μπράβο στα παιδιά και τους γονείς τους για τη μουσική τους αγωγή:


Στα όρια της ακόμα μιας μπύρας που με δυσκολία αποφύγαμε συνεχίσαμε την πορεία μας προς το ξενοδοχείο, περνώντας το κανάλι και την γειτονιά με τα καταστήματα εστίασης που εκείνη την ώρα άρχισαν σιγά-σιγά να γεμίζουν, μιας και ο ήλιος είχε πάρει την κάτω βόλτα. Όλα φάνταζαν πολύ ομορφότερα:


Μ’ ένα Grab κι ένα καλό μπλέξιμο στο μποτιλιάρισμα της πόλης φτάναμε στην νυχτερινή αγορά «Pratunam» λίγο μετά τις επτά, έτοιμοι κιόλας για το βράδυ. Ωραία μεν, λίγα πράγματα δε, χωρίς κάτι ενδιαφέρον προς αγορά:

Δε μείναμε παρά λίγα λεπτά μόνο και χρησιμοποιώντας την υπερυψωμένη πεζογέφυρα με φόντο τους επιβλητικούς ουρανοξύστες κινηθήκαμε προς την απέναντι πλευρά του μεγάλου δρόμου:

Θα έλεγε κανείς ότι η αγορά «Palladium Night Market» που συναντήσαμε κατεβαίνοντας αποτελεί μια πιο κυριλέ έκδοση πρόχειρου φαγητού στην Bangkok, οι τιμές όμως ήταν εντελώς αποτρεπτικές, σχεδόν ευρωπαϊκές και παρόλο που τα φαγητά έδειχναν εξαιρετικά δε νομίζω ότι άξιζε τον κόπο:


Έτσι, αφού παιδευτήκαμε αρχικά μέσω του εμπορικού κέντρου κι έπειτα του ξενοδοχείου που τελικά ήταν η είσοδος αλλάζοντας ασανσέρ, φτάσαμε και στο «View Bangkok Rooftop Bar & Restaurant» ,αντικρύζοντας αυτήν εδώ, την αλλιώτικη όπως λέω και στον τίτλο εκδοχή της πόλης:


Είναι φημισμένη άλλωστε η Bangkok για τα πολλά τέτοιου τύπου μπαρ της, με μια έρευνα θα βρείτε αρκετά, άλλα περισσότερο κι άλλα λιγότερο τουριστικά. Θέλαμε να πάμε για προσκύνημα σε αυτό που ο Ζακ Γαλιφιανάκης κήρυξε την εκκίνηση του σπουδαίου πονήματος με τίτλο Hangover II, ωστόσο δεν ήταν εφικτό και βολευτήκαμε μ’ αυτό που είχαμε δίπλα μας. Σίγουρα καλό αλλά αρκετά ακριβό για δεδομένα Ασίας θυμίζοντας τις τιμές και τα χούγια της Αμερικής, οπότε ένα πέρασμα και μόνο για την εμπειρία αρκεί:


Ένα Grub όχημα με εξωφρενικά δυνατό Air condition μας έφερε αρκετή ώρα μετά -δυσανάλογα πολλή για τα πέντε χιλιόμετρα- λόγω εξωφρενικής και πάλι κίνησης στο κέντρο της πόλης. Καταλαβαίναμε πλέον καλά γιατί μυρίζαμε συνέχεια χόρτο, απλά και μόνο γιατί πουλιούνταν παντού και προφανώς θα είναι νόμιμο στην Ταϊλάνδη, με τα αντίστοιχα μαγαζιά να βρίσκονται σε κάθε στενό του κέντρου:

Χωρίς πολλές περιστροφές και παραπάνω ψάξιμο επιλέξαμε το αγαπημένο μας σημείο και το υπαίθριο εστιατόριο, συνεχίζοντας τις δοκιμές στα τοπικά πιάτα και τις μπύρες, κάτι που κάναμε με ιδιαίτερη όρεξη μετά από τόσες ώρες νηστικοί:

Ήταν μια εξαίρετη ευκαιρία πάνω στη βόλτα της χώνεψης και για μερικά ψώνια, δωράκια ως επί το πλείστον καθώς δεν είχαν όλοι την ίδια τύχη με τα νούμερα στα παπούτσια. Όσοι φοράνε άνω του 48 είναι παιδιά αλλουνού θεού…


Από το προηγούμενο βράδυ όμως είχαμε σταμπάρει ένα μαγαζάκι που φαινόταν ιδιαίτερα ωραίο και δελεαστικό προς εμάς με όνομα «Adhere 13th blues bar» ,έτσι μιας και ήταν ακόμη νωρίς κινηθήκαμε προς εκείνο, συναντώντας αρκετό και ιδιαίτερο κόσμο που στην Ελλάδα θα λάμβαναν εύκολα τον τίτλο του ιντελεκτουέλ.

Πάλι καλά που βρήκαμε θέση σ’ ένα κοινόχρηστο τραπέζι και μπορέσαμε να έχουμε θέα κι ακρόαση. Με τις μπύρες μας στο χέρι ακούσαμε μαγεμένοι τα εξαιρετικά ερμηνευμένα Blues από μια πολύ δουλεμένη μπάντα η οποία διέθετε μέχρι και πνευστά. Καταπληκτικοί πραγματικά μουσικοί αν και πιτσιρικάδες στην πλειοψηφία τους, για άλλη μια νύχτα σ’ αυτήν εδώ τη πόλη:

Σιγά να μη τελειώναμε τόσο νωρίς βέβαια τη βραδιά, εξάλλου μόνο δώδεκα η ώρα ήταν ακόμα, έτσι αφού πεταχτήκαμε ν’ αφήσουμε ψώνια και φωτογραφική μηχανή ξανακατεβήκαμε με γοργό βήμα πάλι προς το κέντρο:

Το μπαράκι που την προηγούμενη ακούγαμε ροκιές ζωντανά, είχε μεταβληθεί σε Εγγλέζικη Pub λόγω της παρουσίας αρκετών οπαδών Liverpool & Newcastle για τον επικείμενο τελικό του Carabao Cup. Δε σε πειράζει να κάνω ένα deal φίλε, έχει προσφορά αν πάρεις τέσσερις μεγάλες Carabao μπύρες λόγω του αγώνα με ρώτησε ο Νίκος, λες και είμαι απ’ αυτούς που φέρνουν αντίρρηση.

Είδαμε το ματσάκι μας, ήπιαμε αυτό το αίσχος (κακή μπύρα μη μπείτε στον πειρασμό να τη δοκιμάσετε), κάναμε μια βόλτα και λίγο πριν τις τρεις πήραμε το δρόμο της επιστροφής, με την πρωτεύουσα να ‘χει ησυχάσει αρκετά:

Σε λίγο θα ξημέρωνε η τελευταία μέρα της εκδρομής…
Last edited by a moderator: