psilos3
Member
- Μηνύματα
- 7.503
- Likes
- 59.912
- Επόμενο Ταξίδι
- ;
- Ταξίδι-Όνειρο
- Αναζητείται!
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Μην αγνοείς τα σημάδια (για νιοστή φορά)
- Η προσεκτική και ιδιαίτερη προετοιμασία
- SKG – ATH – IST – SIN – SAI. Μια μικρή Οδύσσεια
- Επιτέλους Ασία!
- Τα «πλωτά» χωριά της Καμπότζης
- Ηλιοβασίλεμα στη λίμνη & πίσω στη βάση
- Ανακαλύπτοντας το θαύμα των Χμερ
- Ώρα Angkor Wat
- Εξερευνώντας το Krong Siem Reap
- Καμπότζη, για λίγο ακόμα
- Πάμε για αλλαγή χώρας;
- Τα μαγικά τοπία του Λάος
- Δειλινό στον ποταμό Mekong!
- Ανακαλύπτοντας την Luang Prabang
- Στη σκιά του Βούδα
- Τι γίνεται, πάλι πετάμε;
- Στην πλωτή αγορά και το τρένο
- Η άλλη όψη της πόλης
- Λίγοι (λέμε τώρα) ακόμα ναοί…
- Πλέοντας την Bangkok
- Ασία κιόλας τέλος
- Απολογισμός & συμπεράσματα
Ώρα Angkor Wat
Ντάλα μεσημέρι. Η κούραση μας; Τεράστια. Ασφαλώς και δε φταίει μόνο η διαδικασία της περιήγησης αλλά η εξαντλητική ζέστη σε συνδυασμό με την υγρασία που σε φτάνει στα όρια σου, παρόλο που ο οδηγός του λεωφορείου έκανε ότι μπορούσε εξακολουθώντας να μας δίνει μια παγωμένη πετσετούλα κι ένα μπουκάλι νερό σε κάθε μας μπες-βγες.
Έλα όμως που αν και είχαμε δει τόσα και τόσα, δεν είχαμε ακόμα δει το σημαντικότερο, το γνωστότερο, τον μεγαλύτερο ναό του συμπλέγματος, αυτόν που σχεδόν ποτέ δεν εγκαταλείφθηκε στην τύχη του όπως οι άλλοι, το ξακουστό στα πέρατα της γης Angkor Wat!
Μπροστά σ’ αυτό το μεγαλείο μπορούσαμε να υπομείνουμε τα πάντα, ακόμα και τη χειρότερη ζέστη. Το λεωφορείο μας άφησε λίγα μέτρα μακριά καθώς -ευτυχώς- απαγορεύονταν να προσεγγίσει την είσοδο του ναού, δίπλα ακριβώς από την περιμετρική μήκους πέντε χιλιομέτρων και γεμάτη νερό τάφρο:
Είχαμε λάβει ήδη από τον υπέρ-αναλυτικό ξεναγό μας την πρώτη ενημέρωση σχετικά με το μνημείο αμέσως, πριν, αλλά και όσο προχωρούσαμε από την γέφυρα προς αυτό. Δεν επιθυμώ να κουράσω με πολλές λεπτομέρειες που μπορεί να βρει κάποιος πολύ εύκολα, παρά μόνο να προσπαθήσω να μεταφέρω το συναίσθημα μέσω γραπτών και εικόνων, αν και πιστεύω πως κάτι τέτοιο είναι δύσκολα κατορθωτό:
Ο ναός δεν αφορά μόνο την παλαιότερη ιστορία της Καμπότζης αλλά δυστυχώς και την πιο σύγχρονη. Οι τρύπες από σφαίρες ως αποτέλεσμα των πρόσφατων εμφύλιων συρράξεων είναι εκεί για να υπενθυμίσουν όσα πέρασε ίσως αυτός ο λαός, βρίσκοντας συχνά πυκνά -όχι μόνο σε πολέμους αλλά και σε άλλες περιπτώσεις όπως φυσικές καταστροφές- καταφύγιο στο σύμβολο της πατρίδας του, έχοντας ανάγκη ίσως από τη μεταφυσική προστασία του, ή απλά για να προσευχηθεί στις θεότητες του καθώς ο ναός δεν έπαψε ποτέ να λειτουργεί ως λατρευτικό κέντρο:
Κι αν τόση ώρα βλέπετε την εισαγωγή και την είσοδο, δείτε τώρα και την γέφυρα που οδηγεί στον κυρίως ναό, στον απόλυτα συμμετρικό με τους εννέα «πύργους» του ναό (δε σώζονται όλοι), το σημαντικότερο παράδειγμα της αρχιτεκτονικής των Χμερ αλλά παράλληλα και τη μεγαλύτερη θρησκευτική δομή στον κόσμο:
Αν δε σας πείθουν ακόμη όλα αυτά, βάλτε από δίπλα την παρακάτω φωτογραφία και την σημαία της Καμπότζης που απεικονίζει ακριβώς αυτό το σημείο, θέτοντας το ακριβώς ως εθνικό σύμβολο στις συνειδήσεις όλων:
Είχαμε κιόλας προχωρήσει προς τα ενδότερα, κάνοντας συχνά επεξηγηματικές στάσεις με τη βοήθεια του Ραμέν. Δεξαμενές αποθήκευσης νερού, σκεφτήκαμε όλοι όταν φτάσαμε στο συγκεκριμένο σημείο. Πρωτόγονες πισίνες μας απάντησε βλέποντας την έκπληξη μας, σε απόλυτη αρμονία γύρω από το κέντρο του Angkor Wat που προσανατολίζεται και αυτό προς έναν αστερισμό, το οποίο πατούσαμε λίγο αργότερα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε και η ακουστική του χώρου, κατασκευασμένη έτσι ώστε να ακούς την καρδιά σου κυριολεκτικά χτυπώντας το στήθος σου, αλλά να μην υπάρχει ηχώ άλλου ήχου όπως φωνής. Εντυπωσιακό, στα όρια του περίεργου, όχι όμως η τοποθέτηση των παραθύρων του χώρου με τον ήλιο να βρίσκει το σημείο σε περιστάσεις ισημερίας, κάτι που έχουμε συναντήσει και σε άλλες περιπτώσεις.
Βλέποντας τους άπειρους συμβολισμούς και τις θεότητες στον τοίχο, αλλά και την άλλη πισίνα που αφορούσε καθαρά τον αυτοκράτορα προχωρήσαμε ως το κεντρικότερο και υψηλότερο σημείο στο οποίο για καλή μας τύχη θ’ ανεβαίναμε από μία πολύ απότομη σκάλα που ήθελε προσοχή και τήρηση κανόνων:
Από εκείνο το ύψος ίσως αντιλαμβάνεσαι καλύτερα το μεγαλείο του τεράστιου αυτού δημιουργήματος και τα όρια της Καμποτζιανής ζούγκλας που είναι πάντα έτοιμη να το κατακλύσει αν ποτέ αφεθεί από τον παράγοντα άνθρωπο:
Ορίστε και μια εικόνα από την κατάβαση της απότομης σκάλας για να μη με λέτε υπερβολικό, διαδικασία που απαιτούσε ακόμη μεγαλύτερη προσοχή, ακατάλληλη για υψοφοβικούς και σίγουρα κατασκευασμένη για ανθρώπους που δε φοράνε 48,5 νούμερο παπούτσι αλλά το μισό! Με μερικές στιγμές χαλάρωσης στα πεζούλια συγκεντρωθήκαμε και κινήσαμε από άλλο δρόμο προς την έξοδο του ναού:
Η λιμνούλα που βρίσκεται ίσως και για φωτογραφικούς λόγους μπροστά από το Angkor Wat καλύπτει και τις ανάγκες για δροσιά των μόνιμων κατοίκων του. Εάν δεν έχετε δει μαϊμούδες να κολυμπούν, να σας πληροφορήσω ότι η συμπεριφορά τους είναι εφάμιλλη με των ανθρώπων, γεγονός εντυπωσιακό:
Σε μια μικρή εξέδρα που ευτυχώς δεν είχε πολύ συνωστισμό -αν και φαντάζομαι τι θα γίνεται εδώ στην ανατολή- μπορεί να έχει κάποιος τις καλύτερες λήψεις, ειδικά όταν οι συνθήκες του καιρού ευνοούν την αντανάκλαση. Ήταν και η τελευταία εικόνα πριν αποχωρήσουμε από το μνημείο, που σίγουρα θα μείνει χαραγμένη πάντα στις καρδιές και το μυαλό μας. Το είχαμε καταφέρει πλέον και αυτό!
Κλείνοντας το κομμάτι Angkor να τονίσω για άλλη μια φορά όχι μόνο τη σπουδαιότητα του χώρου, αλλά κι ενός ακόμη λαμπρού πολιτισμού αυτού εδώ του πλανήτη που έφτασε σε πολύ υψηλά επίπεδα συνολικά και ήκμασε για αρκετά χρόνια, περίπου από τον 9ο έως τον 15ο αιώνα όπου και εγκαταλείφθηκε πιθανότατα λόγω λειψυδρίας, με κατεύθυνση την σημερινή πρωτεύουσα της Καμπότζης Πνομ Πενχ. Ενός πολιτισμού που δεν αρκεί μόνο η αναγνώριση της Unesco το 1992 αλλά χρήζει πολύ περισσότερης προσοχής.
Ενός μέρους που μπορεί η κύρια αναφορά του να είναι θρησκευτική, προφανώς όμως δεν είναι μόνο αυτό που έχει να δείξει. Δεν έχω τις ιστορικές γνώσεις για να συμφωνήσω με όσους το αποκαλούν «Μάτσου Πίτσου της ανατολής» αλλά είμαι περήφανος και ιδιαίτερα χαρούμενος που είχαμε δει και τα δύο μέσα σ’ ένα χρόνο, βλέποντας κοινά σημεία όπως ίσως είναι λογικό σε τόσο ανεπτυγμένους πολιτισμούς.
Τέλος επειδή πολύ θα ρωτήσετε, θα το γράψω στο τέλος, θα το πω κι εδώ. Φύγαμε πλήρως γεμάτοι και ικανοποιημένοι από την ξενάγηση της ημέρας χωρίς να νιώθουμε κάποιο κενό, ωστόσο η γνώμη μου είναι για όποιον έχει έστω και 1-2 ημέρες παραπάνω διαθέσιμες στο Siem Reap να αποκτήσει τριήμερο εισιτήριο, να ακολουθήσει κάτι αντίστοιχο όπως αυτό που περιγράφω τη μία ημέρα με την οργανωμένη ξενάγηση και πληροφόρηση, ώστει τις υπόλοιπες δύο να δει ότι επιλεκτικά θέλει από την αχανή αυτή έκταση (π.χ. ξημέρωμα στο Angkor Wat) κάνοντας συμφωνία με κάποιον οδηγό tuk-tuk μέσω του καταλύματος. Ίσως κι εμείς να κάναμε κάτι ανάλογο, αν κι επαναλαμβάνω, δεν αισθανόμαστε το παραμικρό κενό παρά μόνο ανείπωτη χαρά την οποία ελπίζω να κατάφερα να σας μεταδώσω έστω για λίγο.
Γιατί βιάζομαι όμως; Δεν είχαμε ακόμη τελειώσει και η μέρα είχε να προσφέρει επιπλέον συγκινήσεις. Μια μικρή διαδρομή με το λεωφορείο μας άφησε σ’ ένα πλάτωμα με αρκετά παρκαρισμένα οχήματα και διάφορα μαγαζάκια. Ρίξαμε δύο παγωμένες στο σακίδιο για το καλό και ξεκινήσαμε παλεύοντας με τη ζέστη (μη ξεχνιόμαστε) το χωμάτινο μονοπάτι που στα χαρτιά είναι 20λεπτο, εμείς όμως το κάναμε σε δέκα, βλέποντας και τους μικρότερους διάσπαρτους ναούς χωμένους στα φυλλώματα, σε μια δραστηριότητα που ήταν προαιρετική αλλά σιγά μη δε την κάναμε λες και πάμε στο Angkor κάθε χρόνο, εν αντιθέσει με κάποιους συνεκδρομείς που προτίμησαν να μείνουν στο λεωφορείο:
Στόχος; Ο Ινδουιστικός ναός κατασκευής του 9ου παρακαλώ αιώνα «Phnom Bakheng» που φημίζεται για το ηλιοβασίλεμα που προσφέρει στη θέα του Angkor Wat καθώς βρίσκεται χτισμένος σε λόφο, με τις κλιματολογικές συνθήκες να μην ευνοούν όμως απόλυτα για κάτι τέτοιο όπως μπορείτε να δείτε:
Όπως διαβάζω μετά λύπης βέβαια, ο ναός λόγω του μεγάλου αριθμού επισκεπτών είναι από τα πλέον απειλούμενα μνημεία του Angkor, με αρκετές ενέργειες να γίνονται προς αυτή τη κατεύθυνση. Εμείς αρκεστήκαμε στην ανάβαση από την απότομη σκάλα (τι πιο σύνηθες) και απλά σε μια βόλτα στο χώρο, κατεβαίνοντας λίγο μετά στο μονοπάτι για να πιούμε τη μπυρίτσα μας σ’ ένα παγκάκι ανάμεσα στα δέντρα, σχεδόν μόνοι:
Ήταν γύρω στις επτά όταν κι επιστρέφαμε στο ξενοδοχείο, διαλυμένοι, αποκαμωμένοι αλλά πολύ χαρούμενοι κι όπως ήδη ξέρετε δε φορέσαμε μαγιό και δε κατεβήκαμε στην πισίνα για μπυρίτσες διότι πάνω απ’ όλα, δεν είμαστε τέτοιοι τύποι.
Ένας Ολλανδός (πιθανώς μπεκρόμουτρο) που καθόταν στο μπαρ με την κοπέλα του και τρεις μπύρες μπροστά του, σήκωσε το ποτήρι του αμέσως μόλις πλησιάσαμε με τα δικά μας φωνάζοντας Saludos πιάνοντας μας αμέσως τη συζήτηση. Λες να μας πέρασε για Ισπανούς; Τι πιο σύνηθες θα έλεγε κανείς! Σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση ο άνθρωπος εμμέσως παραδέχτηκε πως είχε μπαϊλντήσει με την άλλη τρεις μήνες στην Ασία, μέχρι που αυτή έφυγε τσατισμένη και αυτός της φώναζε συγγνώμη, χωρίς όμως ν’ αφήνει το πόστο και τις μπύρες που αλληλοκεραστήκαμε…
Λίγο μετά η παρέα διευρύνθηκε με δύο Γερμανούς (άρα σίγουρα μπεκρόμουτρα) που έσκασαν απ’ το πουθενά, παραγγέλνοντας αμέσως τις ποτάρες τους και μπαίνοντας με φόρα στη συζήτηση που εν τω μεταξύ είχε μεταβληθεί σε ποδοσφαιρική μιας και οι άνθρωποι ήταν από το Dortmund και υποστήριζαν την τοπική και βεβαίως μεγαλύτερη Γερμανική ομάδα κιτρινόμαυρων αποχρώσεων. Δεν άργησε βέβαια η όλη κουβέντα να γυρίσει σε ταξιδιωτική, με τις εξορμήσεις καθενός ανά την υφήλιο ως θέμα, από την Ευρώπη ως την Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική. Μη τα πολυλογώ, ευτυχώς που σερβιρίστηκε το φαγητό, αλλιώς ακόμα εκεί θα ήμασταν και θα πίναμε…
Πλήρως ανανεωμένοι μετά από όλο αυτό το χαλάρωμα βγήκαμε τη βόλτα μας αρχικά από τα tuk-tuk bars κι έπειτα από το σχεδόν στέκι μας για τις πρώτες μπυρίτσες της βραδιάς:
Η Pub street εννοείται πως δε παλευότανε, καταλήγοντας ψάχνοντας σ’ ένα άκυρο μπαρ όπου παραγγείλαμε μια κανάτα Κινεζικής μπύρας για να βρέξουμε τα λαρύγγια μας και να περάσει η ώρα, χαζεύοντας παράλληλα μια παρέα από ντόπιες κοπέλες να «δαγκώνουν» ένα χαζούλη Σουηδό, αρχικά στο μπιλιάρδο κι έπειτα στην τσόχα (κοροΐδο της τράπουλας ρε) πριν συνεχίσουμε μέσω μιας καγκουρο-led γέφυρας με το όνομα «Wat Preah Prom Roth Bridge» που οδηγούσε στην άλλη πλευρά του ποταμού:
Ένα ακόμη πρόχειρο ιδιαίτερο μπαράκι με μίξη ντόπιων και δυτικών βρέθηκε στο δρόμο μας, στημένο στην ουσία κάτω από μια παλιά πολυκατοικία, σχεδόν γιαπί θα έλεγα καλύτερα, κάνοντας μας να μην αντισταθούμε στον πειρασμό για μερικές ακόμη. Δε ξέρω γιατί ο σερβιτόρος δε μας έφερε το μενού του φαγητού αλλά μόνο των ποτών, λογικά θα είχε τις πληροφορίες του:
Αυτό που θέλαμε όμως ήταν να βάλουμε μια ίδια τελεία στη βραδιά, στο ίδιο μπαράκι που πήγαμε και χθες του φίλου μας και πάλι καλά που το κάναμε διότι ένα αυτοσχέδιο πάρτυ είχε στηθεί με μουσικές και χορούς, από μια παρέα κάτι σαν …Σλάβων. Τώρα Σλοβάκοι ήταν, Πολωνοί, Ρώσοι, δε μπόρεσα να καταλάβω, θα σας γελάσω και δε το θέλω. Ας τους βαφτίσω επίσης μπεκρόμουτρα για να πέσω 100% μέσα.
Εκείνη τη βραδιά οι τελευταίες μπύρες Angkor ήταν αλλιώς, έχοντας πλέον πολύ διαφορετική και ξεχωριστή σημασία…

Ντάλα μεσημέρι. Η κούραση μας; Τεράστια. Ασφαλώς και δε φταίει μόνο η διαδικασία της περιήγησης αλλά η εξαντλητική ζέστη σε συνδυασμό με την υγρασία που σε φτάνει στα όρια σου, παρόλο που ο οδηγός του λεωφορείου έκανε ότι μπορούσε εξακολουθώντας να μας δίνει μια παγωμένη πετσετούλα κι ένα μπουκάλι νερό σε κάθε μας μπες-βγες.
Έλα όμως που αν και είχαμε δει τόσα και τόσα, δεν είχαμε ακόμα δει το σημαντικότερο, το γνωστότερο, τον μεγαλύτερο ναό του συμπλέγματος, αυτόν που σχεδόν ποτέ δεν εγκαταλείφθηκε στην τύχη του όπως οι άλλοι, το ξακουστό στα πέρατα της γης Angkor Wat!
Μπροστά σ’ αυτό το μεγαλείο μπορούσαμε να υπομείνουμε τα πάντα, ακόμα και τη χειρότερη ζέστη. Το λεωφορείο μας άφησε λίγα μέτρα μακριά καθώς -ευτυχώς- απαγορεύονταν να προσεγγίσει την είσοδο του ναού, δίπλα ακριβώς από την περιμετρική μήκους πέντε χιλιομέτρων και γεμάτη νερό τάφρο:


Είχαμε λάβει ήδη από τον υπέρ-αναλυτικό ξεναγό μας την πρώτη ενημέρωση σχετικά με το μνημείο αμέσως, πριν, αλλά και όσο προχωρούσαμε από την γέφυρα προς αυτό. Δεν επιθυμώ να κουράσω με πολλές λεπτομέρειες που μπορεί να βρει κάποιος πολύ εύκολα, παρά μόνο να προσπαθήσω να μεταφέρω το συναίσθημα μέσω γραπτών και εικόνων, αν και πιστεύω πως κάτι τέτοιο είναι δύσκολα κατορθωτό:


Ο ναός δεν αφορά μόνο την παλαιότερη ιστορία της Καμπότζης αλλά δυστυχώς και την πιο σύγχρονη. Οι τρύπες από σφαίρες ως αποτέλεσμα των πρόσφατων εμφύλιων συρράξεων είναι εκεί για να υπενθυμίσουν όσα πέρασε ίσως αυτός ο λαός, βρίσκοντας συχνά πυκνά -όχι μόνο σε πολέμους αλλά και σε άλλες περιπτώσεις όπως φυσικές καταστροφές- καταφύγιο στο σύμβολο της πατρίδας του, έχοντας ανάγκη ίσως από τη μεταφυσική προστασία του, ή απλά για να προσευχηθεί στις θεότητες του καθώς ο ναός δεν έπαψε ποτέ να λειτουργεί ως λατρευτικό κέντρο:


Κι αν τόση ώρα βλέπετε την εισαγωγή και την είσοδο, δείτε τώρα και την γέφυρα που οδηγεί στον κυρίως ναό, στον απόλυτα συμμετρικό με τους εννέα «πύργους» του ναό (δε σώζονται όλοι), το σημαντικότερο παράδειγμα της αρχιτεκτονικής των Χμερ αλλά παράλληλα και τη μεγαλύτερη θρησκευτική δομή στον κόσμο:

Αν δε σας πείθουν ακόμη όλα αυτά, βάλτε από δίπλα την παρακάτω φωτογραφία και την σημαία της Καμπότζης που απεικονίζει ακριβώς αυτό το σημείο, θέτοντας το ακριβώς ως εθνικό σύμβολο στις συνειδήσεις όλων:


Είχαμε κιόλας προχωρήσει προς τα ενδότερα, κάνοντας συχνά επεξηγηματικές στάσεις με τη βοήθεια του Ραμέν. Δεξαμενές αποθήκευσης νερού, σκεφτήκαμε όλοι όταν φτάσαμε στο συγκεκριμένο σημείο. Πρωτόγονες πισίνες μας απάντησε βλέποντας την έκπληξη μας, σε απόλυτη αρμονία γύρω από το κέντρο του Angkor Wat που προσανατολίζεται και αυτό προς έναν αστερισμό, το οποίο πατούσαμε λίγο αργότερα.


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε και η ακουστική του χώρου, κατασκευασμένη έτσι ώστε να ακούς την καρδιά σου κυριολεκτικά χτυπώντας το στήθος σου, αλλά να μην υπάρχει ηχώ άλλου ήχου όπως φωνής. Εντυπωσιακό, στα όρια του περίεργου, όχι όμως η τοποθέτηση των παραθύρων του χώρου με τον ήλιο να βρίσκει το σημείο σε περιστάσεις ισημερίας, κάτι που έχουμε συναντήσει και σε άλλες περιπτώσεις.

Βλέποντας τους άπειρους συμβολισμούς και τις θεότητες στον τοίχο, αλλά και την άλλη πισίνα που αφορούσε καθαρά τον αυτοκράτορα προχωρήσαμε ως το κεντρικότερο και υψηλότερο σημείο στο οποίο για καλή μας τύχη θ’ ανεβαίναμε από μία πολύ απότομη σκάλα που ήθελε προσοχή και τήρηση κανόνων:

Από εκείνο το ύψος ίσως αντιλαμβάνεσαι καλύτερα το μεγαλείο του τεράστιου αυτού δημιουργήματος και τα όρια της Καμποτζιανής ζούγκλας που είναι πάντα έτοιμη να το κατακλύσει αν ποτέ αφεθεί από τον παράγοντα άνθρωπο:


Ορίστε και μια εικόνα από την κατάβαση της απότομης σκάλας για να μη με λέτε υπερβολικό, διαδικασία που απαιτούσε ακόμη μεγαλύτερη προσοχή, ακατάλληλη για υψοφοβικούς και σίγουρα κατασκευασμένη για ανθρώπους που δε φοράνε 48,5 νούμερο παπούτσι αλλά το μισό! Με μερικές στιγμές χαλάρωσης στα πεζούλια συγκεντρωθήκαμε και κινήσαμε από άλλο δρόμο προς την έξοδο του ναού:


Η λιμνούλα που βρίσκεται ίσως και για φωτογραφικούς λόγους μπροστά από το Angkor Wat καλύπτει και τις ανάγκες για δροσιά των μόνιμων κατοίκων του. Εάν δεν έχετε δει μαϊμούδες να κολυμπούν, να σας πληροφορήσω ότι η συμπεριφορά τους είναι εφάμιλλη με των ανθρώπων, γεγονός εντυπωσιακό:


Σε μια μικρή εξέδρα που ευτυχώς δεν είχε πολύ συνωστισμό -αν και φαντάζομαι τι θα γίνεται εδώ στην ανατολή- μπορεί να έχει κάποιος τις καλύτερες λήψεις, ειδικά όταν οι συνθήκες του καιρού ευνοούν την αντανάκλαση. Ήταν και η τελευταία εικόνα πριν αποχωρήσουμε από το μνημείο, που σίγουρα θα μείνει χαραγμένη πάντα στις καρδιές και το μυαλό μας. Το είχαμε καταφέρει πλέον και αυτό!


Κλείνοντας το κομμάτι Angkor να τονίσω για άλλη μια φορά όχι μόνο τη σπουδαιότητα του χώρου, αλλά κι ενός ακόμη λαμπρού πολιτισμού αυτού εδώ του πλανήτη που έφτασε σε πολύ υψηλά επίπεδα συνολικά και ήκμασε για αρκετά χρόνια, περίπου από τον 9ο έως τον 15ο αιώνα όπου και εγκαταλείφθηκε πιθανότατα λόγω λειψυδρίας, με κατεύθυνση την σημερινή πρωτεύουσα της Καμπότζης Πνομ Πενχ. Ενός πολιτισμού που δεν αρκεί μόνο η αναγνώριση της Unesco το 1992 αλλά χρήζει πολύ περισσότερης προσοχής.
Ενός μέρους που μπορεί η κύρια αναφορά του να είναι θρησκευτική, προφανώς όμως δεν είναι μόνο αυτό που έχει να δείξει. Δεν έχω τις ιστορικές γνώσεις για να συμφωνήσω με όσους το αποκαλούν «Μάτσου Πίτσου της ανατολής» αλλά είμαι περήφανος και ιδιαίτερα χαρούμενος που είχαμε δει και τα δύο μέσα σ’ ένα χρόνο, βλέποντας κοινά σημεία όπως ίσως είναι λογικό σε τόσο ανεπτυγμένους πολιτισμούς.
Τέλος επειδή πολύ θα ρωτήσετε, θα το γράψω στο τέλος, θα το πω κι εδώ. Φύγαμε πλήρως γεμάτοι και ικανοποιημένοι από την ξενάγηση της ημέρας χωρίς να νιώθουμε κάποιο κενό, ωστόσο η γνώμη μου είναι για όποιον έχει έστω και 1-2 ημέρες παραπάνω διαθέσιμες στο Siem Reap να αποκτήσει τριήμερο εισιτήριο, να ακολουθήσει κάτι αντίστοιχο όπως αυτό που περιγράφω τη μία ημέρα με την οργανωμένη ξενάγηση και πληροφόρηση, ώστει τις υπόλοιπες δύο να δει ότι επιλεκτικά θέλει από την αχανή αυτή έκταση (π.χ. ξημέρωμα στο Angkor Wat) κάνοντας συμφωνία με κάποιον οδηγό tuk-tuk μέσω του καταλύματος. Ίσως κι εμείς να κάναμε κάτι ανάλογο, αν κι επαναλαμβάνω, δεν αισθανόμαστε το παραμικρό κενό παρά μόνο ανείπωτη χαρά την οποία ελπίζω να κατάφερα να σας μεταδώσω έστω για λίγο.
Γιατί βιάζομαι όμως; Δεν είχαμε ακόμη τελειώσει και η μέρα είχε να προσφέρει επιπλέον συγκινήσεις. Μια μικρή διαδρομή με το λεωφορείο μας άφησε σ’ ένα πλάτωμα με αρκετά παρκαρισμένα οχήματα και διάφορα μαγαζάκια. Ρίξαμε δύο παγωμένες στο σακίδιο για το καλό και ξεκινήσαμε παλεύοντας με τη ζέστη (μη ξεχνιόμαστε) το χωμάτινο μονοπάτι που στα χαρτιά είναι 20λεπτο, εμείς όμως το κάναμε σε δέκα, βλέποντας και τους μικρότερους διάσπαρτους ναούς χωμένους στα φυλλώματα, σε μια δραστηριότητα που ήταν προαιρετική αλλά σιγά μη δε την κάναμε λες και πάμε στο Angkor κάθε χρόνο, εν αντιθέσει με κάποιους συνεκδρομείς που προτίμησαν να μείνουν στο λεωφορείο:

Στόχος; Ο Ινδουιστικός ναός κατασκευής του 9ου παρακαλώ αιώνα «Phnom Bakheng» που φημίζεται για το ηλιοβασίλεμα που προσφέρει στη θέα του Angkor Wat καθώς βρίσκεται χτισμένος σε λόφο, με τις κλιματολογικές συνθήκες να μην ευνοούν όμως απόλυτα για κάτι τέτοιο όπως μπορείτε να δείτε:


Όπως διαβάζω μετά λύπης βέβαια, ο ναός λόγω του μεγάλου αριθμού επισκεπτών είναι από τα πλέον απειλούμενα μνημεία του Angkor, με αρκετές ενέργειες να γίνονται προς αυτή τη κατεύθυνση. Εμείς αρκεστήκαμε στην ανάβαση από την απότομη σκάλα (τι πιο σύνηθες) και απλά σε μια βόλτα στο χώρο, κατεβαίνοντας λίγο μετά στο μονοπάτι για να πιούμε τη μπυρίτσα μας σ’ ένα παγκάκι ανάμεσα στα δέντρα, σχεδόν μόνοι:


Ήταν γύρω στις επτά όταν κι επιστρέφαμε στο ξενοδοχείο, διαλυμένοι, αποκαμωμένοι αλλά πολύ χαρούμενοι κι όπως ήδη ξέρετε δε φορέσαμε μαγιό και δε κατεβήκαμε στην πισίνα για μπυρίτσες διότι πάνω απ’ όλα, δεν είμαστε τέτοιοι τύποι.
Ένας Ολλανδός (πιθανώς μπεκρόμουτρο) που καθόταν στο μπαρ με την κοπέλα του και τρεις μπύρες μπροστά του, σήκωσε το ποτήρι του αμέσως μόλις πλησιάσαμε με τα δικά μας φωνάζοντας Saludos πιάνοντας μας αμέσως τη συζήτηση. Λες να μας πέρασε για Ισπανούς; Τι πιο σύνηθες θα έλεγε κανείς! Σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση ο άνθρωπος εμμέσως παραδέχτηκε πως είχε μπαϊλντήσει με την άλλη τρεις μήνες στην Ασία, μέχρι που αυτή έφυγε τσατισμένη και αυτός της φώναζε συγγνώμη, χωρίς όμως ν’ αφήνει το πόστο και τις μπύρες που αλληλοκεραστήκαμε…

Λίγο μετά η παρέα διευρύνθηκε με δύο Γερμανούς (άρα σίγουρα μπεκρόμουτρα) που έσκασαν απ’ το πουθενά, παραγγέλνοντας αμέσως τις ποτάρες τους και μπαίνοντας με φόρα στη συζήτηση που εν τω μεταξύ είχε μεταβληθεί σε ποδοσφαιρική μιας και οι άνθρωποι ήταν από το Dortmund και υποστήριζαν την τοπική και βεβαίως μεγαλύτερη Γερμανική ομάδα κιτρινόμαυρων αποχρώσεων. Δεν άργησε βέβαια η όλη κουβέντα να γυρίσει σε ταξιδιωτική, με τις εξορμήσεις καθενός ανά την υφήλιο ως θέμα, από την Ευρώπη ως την Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική. Μη τα πολυλογώ, ευτυχώς που σερβιρίστηκε το φαγητό, αλλιώς ακόμα εκεί θα ήμασταν και θα πίναμε…
Πλήρως ανανεωμένοι μετά από όλο αυτό το χαλάρωμα βγήκαμε τη βόλτα μας αρχικά από τα tuk-tuk bars κι έπειτα από το σχεδόν στέκι μας για τις πρώτες μπυρίτσες της βραδιάς:


Η Pub street εννοείται πως δε παλευότανε, καταλήγοντας ψάχνοντας σ’ ένα άκυρο μπαρ όπου παραγγείλαμε μια κανάτα Κινεζικής μπύρας για να βρέξουμε τα λαρύγγια μας και να περάσει η ώρα, χαζεύοντας παράλληλα μια παρέα από ντόπιες κοπέλες να «δαγκώνουν» ένα χαζούλη Σουηδό, αρχικά στο μπιλιάρδο κι έπειτα στην τσόχα (κοροΐδο της τράπουλας ρε) πριν συνεχίσουμε μέσω μιας καγκουρο-led γέφυρας με το όνομα «Wat Preah Prom Roth Bridge» που οδηγούσε στην άλλη πλευρά του ποταμού:


Ένα ακόμη πρόχειρο ιδιαίτερο μπαράκι με μίξη ντόπιων και δυτικών βρέθηκε στο δρόμο μας, στημένο στην ουσία κάτω από μια παλιά πολυκατοικία, σχεδόν γιαπί θα έλεγα καλύτερα, κάνοντας μας να μην αντισταθούμε στον πειρασμό για μερικές ακόμη. Δε ξέρω γιατί ο σερβιτόρος δε μας έφερε το μενού του φαγητού αλλά μόνο των ποτών, λογικά θα είχε τις πληροφορίες του:

Αυτό που θέλαμε όμως ήταν να βάλουμε μια ίδια τελεία στη βραδιά, στο ίδιο μπαράκι που πήγαμε και χθες του φίλου μας και πάλι καλά που το κάναμε διότι ένα αυτοσχέδιο πάρτυ είχε στηθεί με μουσικές και χορούς, από μια παρέα κάτι σαν …Σλάβων. Τώρα Σλοβάκοι ήταν, Πολωνοί, Ρώσοι, δε μπόρεσα να καταλάβω, θα σας γελάσω και δε το θέλω. Ας τους βαφτίσω επίσης μπεκρόμουτρα για να πέσω 100% μέσα.

Εκείνη τη βραδιά οι τελευταίες μπύρες Angkor ήταν αλλιώς, έχοντας πλέον πολύ διαφορετική και ξεχωριστή σημασία…

Last edited by a moderator: