kalspiros
Member
- Μηνύματα
- 2.554
- Likes
- 3.986
- Επόμενο Ταξίδι
- remaining UK
- Ταξίδι-Όνειρο
- yeah, whatever...
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Trip to the under: μικρή γνωριμία με την μαγεία...
- Οι νύχτες της Ακκρά
- Πρωτεύουσα στο φως της ημέρας
- Κυριακή στην παραλία
- Μια βόλτα στα προάστια
- You choose life, Life choose you
- Obruni Vol1
- Obruni Vol2 - The Volta move
- Λαμπερή συλλογή
- Στερεογραφήματα (look closer)
- Ουόταα (το νερό στα Γκανέζικα)
- Obruni Vol3 - Obibini call (για κοιτα με στο χρώμα, λοιπόν...)
- Βραδιές θεάτρου στην Γκάνα?
- Ασκήσεις αντανακλαστικών
- Δαμάζοντας το Eastern Region
- Asafo ένα χωριό σαν όλα τ' άλλα
- Η πρεσβεία των αισθήσεων και των παραισθήσεων
- Η ιστορία του ενός σημείου
- Εικόνες απ' το βάζο vol1
- Εικόνες απ' το βάζο vol2
- Μια Volta στα νησιά
- Πεζός στους αιθέρες: Kakum
- Μια απαίσια ιστορία
- Αθήνα- Elmina έστω κι αυθημερόν
- Συνοπτικά, σύντομα.. πριν το αντίο...
- Μαύρο είναι το δέρμα (αποχαιρετώντας την Γκάνα)][media=youtube]0VgScmN66sM[/media
Μια περίεργη ομίχλη αρχίζει και κυκλώνει το Larteh, το χωριό που δέχτηκα τις περισσότερες προσφωνήσεις μέχρι σήμερα στο χρώμα μου. Η δουλειά πλέον έχει τελειώσει και μαζευόμαστε. Αρχίζει η κατάβαση όπου ξεφεύγουμε από την θολούρα και βρισκόμαστε στο λυκόφως του σούρουπου. Τα φώτα των γύρω πόλεων έχουν ανάψει αλλά μέχρι να βρεθούμε στην κοιλάδα, το σκοτάδι είχε πέσει για τα καλά. Τελειώνοντας οι στροφές και λίγο πριν τον κεντρικό δρόμο που θα μας βγάλει μέσω της Dodowa στην Madina (μουσουλμανικό προάστιο της Accra), υπάρχει μια αρκετά μεγάλη ευθεία με ψηλά και πυκνά δέντρα. Κάπου ανάμεσα στα δέντρα υπάρχει ένα στενό γεφυράκι. Το πλησιάζαμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα καθώς ο οδηγός ήθελε να ξεκαπνίσει το αμάξι μετά την δύσκολη κατάβαση. Περίπου 100 μέτρα πριν από την γέφυρα αντιλήφθηκα τι είχαν εντοπίσει τα έμπειρα μάτια του οδηγού μας, Jonas, όταν αναβόσβησε τους προβολείς. Μια σκιά χαμένη ίσα που φαινόταν μέσα στο σκοτάδι. Βρισκόταν εντός του δρόμου κοντά στο έρεισμα, ενός δρόμου που μετά βίας χωρούσε δύο αμάξια δίπλα δίπλα. «υπάρχουν κάποιοι τρελοί σε αυτή την χώρα, δεν ξέρουν που βρίσκονται, είναι υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών» ή δεν είναι σίγουρη για το τι πρέπει να κάνουν με τους εαυτούς τους και απλώς χάνονται, του συμπληρώνω. Γνέφει καταφατικά περνώντας ξυστά άλλη μια χαμένη ψυχή τριγυρισμένη από το σκοτάδι και με το χρώμα στο δέρμα τους να συνηγορεί υπέρ αυτής της ανυπαρξίας. Έχει μια γλυκιά δροσιά που μας επιτρέπει να κρατάμε κλειστό εκείνο το αναθεματισμένο κλιματιστικό. Με τα παράθυρα ανοιχτά ακούμε και τους ήχους της νύχτας, γεμίζουν το αμάξι και είναι μόνιμοι. Δεν είναι ένας γρύλλος εδώ και ένας παρακάτω που, χάριν Dopler, μπορείς να το εντοπίσεις από πριν αλλά και μετά την έλευσή σου. Είναι ένας μόνιμος ήχος! Εντυπωσιακό πράγμα! Ταξιδεύεις με 80 και 100 χιλιόμετρα αλλά τα αυτιά σου μπορούν να σε τοποθετήσουν ακίνητο, σε ένα μέρος γεμάτο γρύλλους. Και σκοτάδι για τα μάτια..
Πλησιάζοντας το πρώτο χωρίο συνειδητοποίησα ότι είναι η πρώτη νυχτερινή βόλτα στην «εξοχή». Καλό που το αντιλήφθηκα, ανοίγω τις κεραίες. Δεν πρέπει να χάσω τίποτα. Κατ’ αρχάς, δεν έχει αλλάξει τίποτα. Όλα είναι σχεδόν τα ίδια. Ο κόσμος στους δρόμους, πολυπληθείς, τα μαγαζιά όλα ανοιχτά, οι κατσαρόλες δουλεύανε πυρετωδώς. Η νύχτα βοηθάει, εντοπίζεις απευθείας τις πηγές ενδιαφέροντος εν’ αντιθέσει με την σκόνη αλλά και την πληθώρα «πληροφορίας» κατά την ημέρα. Άρα κάθε τι που λαμπιρίζει είναι μια φωτιά κάτω από μια κατσαρόλα, είναι μικρά δοχεία με πετρέλαιο και φυτίλι για να φωτίζουν τα καταστήματά τους, είναι ψυχορραγούσες λάμπες πυρακτώσεως κάπου των 30 watts που ίσα που καταφέρνουν να φωτίσουν τους ξεβαμμένους τείχους και τα τραπεζάκια ακριβώς από κάτω τους με τα ταμπλό της ντάμας εν’ λειτουργία από τις δυο σκιές που κάθονται πρόσωπο- πρόσωπο, αντιμέτωπες μόνο μεταξύ τους αυτή την φορά. Άρα οτιδήποτε βρίσκεται ανάμεσα σε τούτες τις πηγές φωτός, ήταν αμυδρό. Οι έντονες κινήσεις κάποιων νεαρών που δούλευαν το γουδοχέρι για την προετοιμασία της foufou, τραβούσανε το βλέμμα. Ξανά χανόμαστε στο σκοτάδι του δρόμου. Χωρίς φώτα, με ξεβαμμένη διαγράμμιση στο κέντρο και χωρίς εκείνες τις συνεχείς γραμμές στις άκρες του δρόμου, στο έρεισμα, που τόσο βοηθούν την οδήγηση. Και χωρίς ακόμα και εκείνη την βοήθεια, μέσα στο σκοτάδι, θα πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός. Άσκηση αντανακλαστικών. Μέσα σε όλη αυτή την επιστροφή όπου τα χερουβίμ σε φλερτάρανε σε κάθε στροφή και με κάθε μαυρούκο που πεταγόταν στο δρόμο, έχουν την σαδιστική (ή ειρωνική...) συνήθεια να παρατάνε τα στραπατσαρισμένα αυτοκίνητα που μετέχουν στα συχνά αυτοκινητιστικά, στην άκρη του δρόμου, κουφάρια να σου κλείνουν σαρδόνια το μάτι. Αυτό βέβαια, πιθανότατα να συμβαίνει λόγω αδιαφορίας (απλώς, καθώς έχουμε ένα συγγραφικό οίστρο βραδιάτικα, είπα να το εκμεταλλευτώ).
Φτάνουμε στην Dodowa που παρουσιάζει την ίδια εικόνα με ελαφρές προσθήκες, όντας μεγαλύτερη στο μέγεθος. Εδώ για παράδειγμα είδαμε αρκετές παρέες νεαρών να δίνουν τα ρέστα τους πάνω σε τραπεζάκια πινγκ πονγκ και πολλά καταστήματα με ηλεκτρικά είδη και κυρίως τηλεοράσεις (για κανένα λόγο μην φαντάζεστε lcd, ο καθοδικός σωλήνας δίνει και παίρνει!). Επιδόθηκα σε αυτή την πόλη σε έναν αγώνα να ξεκλέψω μερικές στιγμές εντός των σπιτιών των ντόπιων. Την ημέρα τα παράθυρα είναι κλειστά ή και ανοιχτά να είναι, λόγω του σκοταδιού που επικρατεί εσωτερικά, τα πάντα είναι δυσδιάκριτα. Τώρα λοιπόν είναι η ευκαιρία, όπου οι λάμπες φθορίου φωτίζουν ό,τι μπορεί να φαίνεται. Δυστυχώς μόνο σε δύο περιπτώσεις κατάφερα να δω τα εντελώς άδεια δωμάτια κάποιων σπιτιών. Στην μια περίπτωση, το σπίτι ήταν χτισμένο με τσιμεντόλιθους που δεν ήταν σοβαντισμένοι εσωτερικά. Μια μεγάλη ρωγμή έτρεχε διαγώνια στον ένα τοίχο. Καμία διακόσμηση και ελάχιστα έπιπλα. Αυτό διέπει τούτα τα σπίτια. Ένα κρεβάτι και μερικά παραδοσιακά σκαμπό. Σε συνέχεια των όσων είδα, έρχεται η επιβεβαίωση του Jonas στην σχετική μου ερώτηση.
Όμως πρέπει να ομολογήσω, σκεπτόμενος λίγο πιο σφαιρικά και αποστασιοποιημένα από την ορμή των εικόνων, ότι κάποια από όλα αυτά τα σπίτια που είδα, μπορεί να ήταν ελαφρώς καλύτερα από το σπίτι της γιαγιάς μου στον Αβρακόντε. Το σπίτι της γιαγιάς όμως στο γενικότερο σύνολο της χώρας, θα το ονομάζαμε γραφικό και διατηρητέο. Εδώ? Έτσι, απλές σκέψεις πεταμένες.
ΥΓ λόγω έλλειψης φωτογραφιών σε αυτό το κομμάτι, παραθέτω μία από την παραλία Bojo από προηγούμενο κεφάλαιο
Πλησιάζοντας το πρώτο χωρίο συνειδητοποίησα ότι είναι η πρώτη νυχτερινή βόλτα στην «εξοχή». Καλό που το αντιλήφθηκα, ανοίγω τις κεραίες. Δεν πρέπει να χάσω τίποτα. Κατ’ αρχάς, δεν έχει αλλάξει τίποτα. Όλα είναι σχεδόν τα ίδια. Ο κόσμος στους δρόμους, πολυπληθείς, τα μαγαζιά όλα ανοιχτά, οι κατσαρόλες δουλεύανε πυρετωδώς. Η νύχτα βοηθάει, εντοπίζεις απευθείας τις πηγές ενδιαφέροντος εν’ αντιθέσει με την σκόνη αλλά και την πληθώρα «πληροφορίας» κατά την ημέρα. Άρα κάθε τι που λαμπιρίζει είναι μια φωτιά κάτω από μια κατσαρόλα, είναι μικρά δοχεία με πετρέλαιο και φυτίλι για να φωτίζουν τα καταστήματά τους, είναι ψυχορραγούσες λάμπες πυρακτώσεως κάπου των 30 watts που ίσα που καταφέρνουν να φωτίσουν τους ξεβαμμένους τείχους και τα τραπεζάκια ακριβώς από κάτω τους με τα ταμπλό της ντάμας εν’ λειτουργία από τις δυο σκιές που κάθονται πρόσωπο- πρόσωπο, αντιμέτωπες μόνο μεταξύ τους αυτή την φορά. Άρα οτιδήποτε βρίσκεται ανάμεσα σε τούτες τις πηγές φωτός, ήταν αμυδρό. Οι έντονες κινήσεις κάποιων νεαρών που δούλευαν το γουδοχέρι για την προετοιμασία της foufou, τραβούσανε το βλέμμα. Ξανά χανόμαστε στο σκοτάδι του δρόμου. Χωρίς φώτα, με ξεβαμμένη διαγράμμιση στο κέντρο και χωρίς εκείνες τις συνεχείς γραμμές στις άκρες του δρόμου, στο έρεισμα, που τόσο βοηθούν την οδήγηση. Και χωρίς ακόμα και εκείνη την βοήθεια, μέσα στο σκοτάδι, θα πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός. Άσκηση αντανακλαστικών. Μέσα σε όλη αυτή την επιστροφή όπου τα χερουβίμ σε φλερτάρανε σε κάθε στροφή και με κάθε μαυρούκο που πεταγόταν στο δρόμο, έχουν την σαδιστική (ή ειρωνική...) συνήθεια να παρατάνε τα στραπατσαρισμένα αυτοκίνητα που μετέχουν στα συχνά αυτοκινητιστικά, στην άκρη του δρόμου, κουφάρια να σου κλείνουν σαρδόνια το μάτι. Αυτό βέβαια, πιθανότατα να συμβαίνει λόγω αδιαφορίας (απλώς, καθώς έχουμε ένα συγγραφικό οίστρο βραδιάτικα, είπα να το εκμεταλλευτώ).
Φτάνουμε στην Dodowa που παρουσιάζει την ίδια εικόνα με ελαφρές προσθήκες, όντας μεγαλύτερη στο μέγεθος. Εδώ για παράδειγμα είδαμε αρκετές παρέες νεαρών να δίνουν τα ρέστα τους πάνω σε τραπεζάκια πινγκ πονγκ και πολλά καταστήματα με ηλεκτρικά είδη και κυρίως τηλεοράσεις (για κανένα λόγο μην φαντάζεστε lcd, ο καθοδικός σωλήνας δίνει και παίρνει!). Επιδόθηκα σε αυτή την πόλη σε έναν αγώνα να ξεκλέψω μερικές στιγμές εντός των σπιτιών των ντόπιων. Την ημέρα τα παράθυρα είναι κλειστά ή και ανοιχτά να είναι, λόγω του σκοταδιού που επικρατεί εσωτερικά, τα πάντα είναι δυσδιάκριτα. Τώρα λοιπόν είναι η ευκαιρία, όπου οι λάμπες φθορίου φωτίζουν ό,τι μπορεί να φαίνεται. Δυστυχώς μόνο σε δύο περιπτώσεις κατάφερα να δω τα εντελώς άδεια δωμάτια κάποιων σπιτιών. Στην μια περίπτωση, το σπίτι ήταν χτισμένο με τσιμεντόλιθους που δεν ήταν σοβαντισμένοι εσωτερικά. Μια μεγάλη ρωγμή έτρεχε διαγώνια στον ένα τοίχο. Καμία διακόσμηση και ελάχιστα έπιπλα. Αυτό διέπει τούτα τα σπίτια. Ένα κρεβάτι και μερικά παραδοσιακά σκαμπό. Σε συνέχεια των όσων είδα, έρχεται η επιβεβαίωση του Jonas στην σχετική μου ερώτηση.
Όμως πρέπει να ομολογήσω, σκεπτόμενος λίγο πιο σφαιρικά και αποστασιοποιημένα από την ορμή των εικόνων, ότι κάποια από όλα αυτά τα σπίτια που είδα, μπορεί να ήταν ελαφρώς καλύτερα από το σπίτι της γιαγιάς μου στον Αβρακόντε. Το σπίτι της γιαγιάς όμως στο γενικότερο σύνολο της χώρας, θα το ονομάζαμε γραφικό και διατηρητέο. Εδώ? Έτσι, απλές σκέψεις πεταμένες.
ΥΓ λόγω έλλειψης φωτογραφιών σε αυτό το κομμάτι, παραθέτω μία από την παραλία Bojo από προηγούμενο κεφάλαιο
Attachments
-
168,7 KB Προβολές: 4.092