babaduma
Member
- Μηνύματα
- 5.082
- Likes
- 8.007
- Επόμενο Ταξίδι
- terra incognita
- Ταξίδι-Όνειρο
- α του Κενταύρου
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Συμπληρωματικές Πληροφορίες
- Έσοδα-Έξοδα
- Πτήσεις][U]Θεσσαλονίκη – Αθήνα – Dubai – Colombo - Singapore[/U
- Kota Kinabalu (Sabah)][U]20.7.2009: Kota Kinabalu[/U
- Poring Hot Springs & Mt.Kinabalu][U]22.7.2009: Poring Hot Springs και Mt. Kinabalu[/U
- Miri (Sarawak)][URL='http://img11.imageshack.us/i/mapsarawak.jpg/'][attach=full]24866[/attach][/URL
- Niah National Park
- Kelabit Highlands & Bario (Sarawak))][URL='http://img62.imageshack.us/i/bariopeople.gif/'][attach=full]24891[/attach][/URL
- Kuching][U]28.7.2009: Kuching[/U
- Batang Ai][URL='http://img4.imageshack.us/i/img0257b.jpg/'][attach=full]24947[/attach][/URL
- Kuching II][U]31.7.2009: Kuching[/U
- Semenggoah Rehabilitation Center][U]1.8.2009: Semenggoh Rehabilitation Center & Cultural Village[/U
- Kota Bharu][U]3.8.2009: Kota Bharu[/U
- Perhentian Islands
- Perhentian Islands II
- Perhentian Islands III
- Ο Βέγγος στη Μαλαισία
- O Βέγγος στη Μαλαισία ΙΙ
… Άρχισε στις 7. Έχοντας ξεπεράσει το jet-lag και ξεκούραστος μετά το χθεσινοβραδυνό μασάζ, ξύπνησα πεινώντας σα λύκος. Στέναξαν οι μπουφέδες. Μέχρι και βιετναμέζικη pho έφαγα ο αθεόφοβος!
Στο lounge, καθώς διάβαζα την πρωινή εφημερίδα, εντόπισα ένα ζευγάρι που περίμενε κι αυτό. Μάλλον οι Κινέζοι που είχε πεί η Elly… νά’ναι καλά (και οι κινέζοι και η Elly!). Το βανάκι έφτασε στην ώρα του και ο συνοδός/οδηγός βγήκε μες στην τρελλή χαρά να μας αναζητήσει. Μετά τις απαραίτητες συστάσεις, μας φόρτωσε. Κάναμε μια στάση να πάρουμε και ένα παλληκάρι κινεζο-αυστραλό, τον Chris, από ένα άλλο ξενοδοχείο και φύγαμε. Οκτώμιση.
Η ΚΚ τελικά εκτείνεται σε πολύ μεγαλύτερη έκταση απ’ότι σου δίνει την εντύπωση αρχικά. Ίσως σ’αυτό να φταίει το γεγονός ότι το αεροδρόμιο είναι κοντά στην πόλη, στα νότια, οπότε, αναγκαστικά, η επέκταση γίνεται προς τον βορρά. Πάρκα, λεωφόροι, τεμένη αλλά και μεγάλα εμπορικά κέντρα … εκτός κέντρου και, κατόπιν, η βιομηχανική ζώνη, κάναμε σχεδόν τρία τέταρτα να βγούμε οριστικά από την πόλη. Σιγά-σιγά ο δρόμος άρχισε να ανηφορίζει, χωρίς όμως να στενεύει, 2 λωρίδες σε κάθε ρεύμα και καλή κατασκευή.
Περιττό να πώ, φυσικά, ότι το A/C κάρφωνε τα μούτρα των επιβατών. Φαίνεται ότι στη Μαλαισία έχουν την αντίληψη ότι όλοι εμείς οι ξεπλυμένοι καταγόμαστε από την Ισλανδία ή, τέλος πάντων, κάποια άλλη σκανδιναβική χώρα! Ίσως πάλι απλά θέλουν να εξυπηρετήσουν καλύτερα. Αυτοί πάντως (φαίνεται ότι) είναι συνηθισμένοι σε τόσο χαμηλή ψύξη…
Ο οδηγός δεν ακολουθούσε την προσφιλή τακτική των οδηγών της Ασίας (οδήγηση στο κέντρο του δρόμου), όμως έτρεχε! Κι όπως είχε αρχίσει να στενεύει και να χαλάει λίγο ο δρόμος, σε κάθε μικροανωμαλία του οδοστρώματος τιναζόμασταν με τον ενθουσιασμό «κυρία, κυρία να πώ εγώ το μάθημα που το ξέρω!». Συν τοις άλλοις ότι δεν μπορούσα να βγάλω μια φωτογραφία της προκοπής του βουνού μπροστά μας ή στο πλάι.

Το ίδιο απελπισμένος και ο κινέζος μπροστά μου. Μόνος ατάραχος ο Chris, στη θέση του συνοδηγού, με πλήρες οπτικό πεδίο έδειχνε να το απολαμβάνει.
Πρώτη στάση. Κλασσικός χώρος, με μικρά μαγαζάκια για φαγητό ή έναν καφέ ή τσάι και τα απαραίτητα σουβενίρ.

Με μεγάλο χώρο πάρκινγκ και υπέροχη θέα στο βουνό όπου, φυσικά, όλοι έτρεξαν για τα δικά τους ενσταντανέ.


Ο ήλιος λαμπρός, βοηθούσε στο κοντράστ των χρωμάτων.


Χρόνος στάθμευσης 30 λεπτά.
Τιγκαρισμένος ακόμη απ’το πρωινό, έκανα μια βόλτα στα σουβενίρ. Όλα τα καλούδια που μπορεί να βρεί κανείς στα greek-arts των ελληνικών τουριστικών τοποθεσιών. Μόνο τσολιάδες made in China δεν είχε… Τα t-shirts άφθονα, ποιότητες ποικίλες, όλα με στάμπες σχετικές με την περιοχή (Sabah), κάποια απ’αυτά καλά και με αρκετά καλαίσθητα σχέδια. Αρκετά μάλιστα φωσφοριζέ – σίγουρα θα εντυπωσίαζαν μερικά από τα καμάρια μας! Οι αναγραφόμενες τιμές όχι ιδιαίτερα χαμηλές, κυμαίνονταν από 5-8 ευρώ για τα κανονικά μεγέθη. Μπήκα λιγάκι στον πειρασμό, αλλά – κι αυτό μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση – κανείς απ’τους μαγαζάτορες δεν έδειξε ιδιαίτερη ζέση να διαφημίσει τα προϊόντα του! Έως χαρακτηριστικά απαθείς θα έλεγα… Ήταν και οι πρώτες μέρες ακόμη, δεν είχα αρχίσει να πετάω αυτά που είχα κουβαλήσει μαζί μου, δεν ήθελα να λειτουργήσω υπό πίεση, ίσως ρίξω μια ματιά στην ΚΚ – σκέφτηκα – και το άφησα. Κακώς: στην ΚΚ, περιέργως, δεν είχε κάτι ανάλογο, ούτε και στο αεροδρόμιο.
Κάναν’ όλοι πιπί τους, ξαναξεκινήσαμε. Ίδιο σκηνικό, καταπράσινο, ανεβαίναμε λίγο-λίγο, δρόσιζε κάπως. Ο οδηγός, κινεζικής καταγωγής και ο ίδιος, ψιλή κουβέντα στα μανδαρίνικα με το εκ Χόνγκ-Κόνγκ ζευγάρι. Ο Chris, αν και σχιστούλικο το ματάκι του δεν συμμετείχε καθώς δε μιλούσε άλλη γλώσσα εκτός από τα OZ-y αγγλικά του. Πώς προέκυψε κοντά 1,90μ. άνθρωπος από κινέζο μπαμπά και αυστραλέζα μάνα, μιαν απορία την είχα… Καλό παλληκάρι πάντως, κοινωνικός και με χιούμορ, δήλωνε επαγγελματίας freelance φωτογράφος και, απ΄ότι φαίνεται, τό’χει: Chris Lee Photo- powered by SmugMug
Δεύτερη, πιο σύντομη στάση, για μερικές ακόμη φωτογραφίες.

Αφού περάσαμε τη διασταύρωση για το πάρκο Kinabalu, μετά από μισή ώρα φτάσαμε στο Poring Hot Springs. Πολύ ωραία τοποθεσία, με όμορφες εγκαταστάσεις και αρκετά πούλμαντα στο πάρκινγκ. Ο οδηγός έβγαλε τα εισιτήρια (που ίσχυαν και για την επίσκεψη στο πάρκο) και προχωρήσαμε προς τα μέσα.
Αφήσαμε τις «πισίνες» με κρύο και ζεστό θειούχο νερό για μετά και συνεχίσαμε για το έτερο σημαντικό αξιοθέατο της περιοχής είναι το λεγόμενο Canopy Walk. Κάπου μισή ώρα, περπάτημα σε ωραίο πλακόστρωτο στα πρώτα μέτρα και μετά απλό μονοπάτι και σχετικά δύσκολο σκαρφάλωμα σε ένα λόφο, μέσα στην σχεδόν αδιαπέραστη βλάστηση.

Η δυσκολία έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι λόγω της απίστευτης υγρασίας πρέπει να προσέχει κανείς να μη γλιστρήσει στο υγρό χώμα ή στα πεσμένα φύλλα. Καλά αθλητικά παπούτσια απαραίτητα, οι σαγιονάρες σε στέλνουν γραμμή για τον Καιάδα…

Όταν επιτέλους φθάσαμε στον προορισμό μας, αρκετός λαός περίμενε τη σειρά του. Άδειασα το πρώτο μπουκαλάκι νερό.


Το Canopy Walk ειναι μια στενή κρεμαστή γέφυρα ανάμεσα στα δέντρα, ψηλά και κάτω το χάος και το ποτάμι. Χωρισμένη σε 4 τμήματα, επιστρέφοντας από άλλο δρόμο μετά το τελευταίο, πλην όμως αυτό ήταν υπό επισκευή, οπότε, αναγκαστικά, εμείς από τον ίδιο.
(βίντεο) http://img24.imageshack.us/img24/7281/mvi0122.mp4
Για λόγους ασφαλείας επιτρεπόταν μόνον 6 άτομα κάθε φορά σε κάθε τμήμα της διαδρομής και οι υπεύθυνοι το τηρούσαν σχολαστικά (και καλά έκαναν). Φροντίσαμε ώστε και οι 4 μας να είμαστε στην ίδια ομάδα.
(βίντεο) http://img190.imageshack.us/img190/4691/mvi0124um.mp4
(Δεν ξέρω αν μπορείτε να δείτε τα βιντεάκια – φαίνεται να έχουν κάποιο πρόβλημα στην ανάλυση αν και στο δικό μου pc παίζουν κανονικά…)
Ευτυχώς, έχω ξεπεράσει το πρόβλημα του ιλίγγου εδώ και 25 χρόνια, οπότε κυριολεκτικά απόλαυσα τη διαδρομή και το συναίσθημα…

Η επιστροφή ήταν ευκολότερη. Στο χώρο με τις πισίνες ήταν έντονη η μυρωδιά του θειαφιού. Πολύς κόσμος έπαιρνε το λουτρό του. Ανοικτά και ελεύθερα. Διαλέξαμε ο καθένας τη δική του και ετοιμαστήκαμε να βουτήξουμε. Αλλά… μας σταμάτησαν! Ο λόγος; Καθένας γέμιζε τη δική του πισίνα! Πράγμα που σήμαινε μια ολόκληρη ώρα για να μπείς μες στο νερό ολόκληρος μιας και οι βρύσες (κρύο – ζεστό ξεχωριστά) έτρεχαν με πολύ μικρή πίεση… Οπότε, απλό ποδόλουτρο… Είχε την πλάκα του πάντως και, στην μεγάλη πισίνα, τα πιτσιρίκια το διασκέδαζαν αφάνταστα!
Είχε έρθει όμως η ώρα για το μεσημεριανό φαγητό…
Όμορφο και καθαρό το μαγαζί, όσο για το μενού… πάρτε μια μικρή γεύση…

Το ποτό, τσάι… φυσικά!
Και κεί, λοιπόν, που κάναμε μια τσιγαριά στον ακάλυπτο, πλήρως ικανοποιημένοι από το πλούσιο γεύμα μας, έρχεται περιχαρής ο οδηγός για να μας ενημερώσει ότι λίγο πιο κάτω, σ’ένα κτήμα μέσα στη ζούγκλα είχε ανθίσει η rafflesia και, αν θέλαμε, μπορούσαμε να πάμε να τη δούμε και να τη φωτογραφίσουμε! Μα τέτοια τύχη; Το μεγαλύτερο και σπανιότερο λουλούδι (όπως λένε) του κόσμου, που δεν έχει εποχή (μπορεί, δηλαδή, ν’ανθίσει οποτεδήπετε στον χρόνο) και ανθίζει μόνο για μια βδομάδα, ήταν εκεί και μας περίμενε, τη μέρα της επίσκεψής μας;!!! Για να καταλάβετε για τι κ…φαρδία μιλάμε, δείτε εδώ: Rafflesia arnoldii - Wikipedia, the free encyclopedia
Τραπεζάκι, καρεκλίτσα, ομπρελίτσα είχαν στηθεί ήδη για το πρόχειρο ταμείο, 20RM εισιτήριο (ουκ ολίγα = 4 ευρώ) αλλά η προσδοκία μεγάλη, σχεδόν όση και η χαρά για την ανέλπιστη τύχη μας… Κάπου 200μ. δρόμος, χωματόδρομος μέχρι τη διασταύρωση με το μονοπάτι για τα ενδότερα του δάσους…

Όπου μας περίμενε η γλυκύτατη (και γνωρίζουσα αγγλικά) κόρη της ιδιοκτήτριας για να μας οδηγήσει στο σημείο.

Μην το βλέπετε έτσι καλοφτιαγμένο, 20μ. παρακάτω ήταν απλώς πατημένα τσαλιά, κομμένα κλαδιά και σημεία που με το ζόρι περνούσες, άλλα καμμιά διακοσαριά μέτρα μέχρι ένα υποτυπώδες ξέφωτο (καθαρισμένο – μάλλον) όπου, στα ριζά ενός δέντρου, το λουλούδι αναδείκνυε όλο του το μεγαλείο!

Πώς διάολο το ανακάλυψαν μέσα σε τόσο πυκνό δάσος;

Θα μου πείτε τώρα, δεν φυτρώνει έτσι στα ξεκούδουνα, μήνες βαστάει το μπουμπούκι, αλλά πάλι… ξέρω γώ…
Εν πάσει περιπτώσει, τέλειωσε κι αυτό, η rafflesia πέρασε στην αιωνιότητα, επιστροφή στο βαν για αναχώρηση για το πάρκο Kinabalu.
Χαμός στο πάρκινγκ. Και στο χώρο υποδοχής. Κυρίως νέοι, 20-30 ετών, κανονίζουν τα της διαμονής τους. Εδώ είναι η «βάση» στα 1500-1600μ. με υποδομές (καφέ, εστιατόρια, ξενώνες). Μέχρι την κορφή υπάρχουν εναλλακτικές διαδρομές, εύκολη και δύσκολη, πιο σύντομη και πιο μακρινή, όλες όμως δεν μπορούν να γίνουν με τη μία ως τα 4000 και βάλε μέτρα της κορφής. Κανονίζουν, λοιπόν, τα καταφύγια, τους (υποχρεωτικούς) οδηγούς και ότι άλλο…

Εμείς, βέβαια δεν θα το αποτολμούσαμε το εγχείρημα, έναν αέρα ήρθαμε να πάρουμε, να κάνουμε μια βόλτα στο πάρκο και να πιούμε έναν καφέ στη μία ώρα που είχαμε στη διάθεσή μας. Ε, να βγάλουμε και καμιά φωτογραφία το βουνό…

που όμως δεν φαίνεται – λόγω της ομίχλης. Γι αυτό τη βολεύουμε με κανένα λουλουδάκι!

Εισπνεύσαμε τα οξυγόνα μας, πήραμε τις δροσιές μας, καιρός να κατηφορίζουμε, περασμένες 5. Μια στάση στο ενδιάμεσο, ο ήλιος δεν είχε δύσει ακόμη.
Το βλέπετε το σύννεφο; Εκεί μέσα ήμασταν…
Λίγο έξω από την ΚΚ η βροχή μας ξαναθυμήθηκε, ένα τροχαίο στο δρόμο και κάτι έλεγχοι της τροχαίας, μποτιλιαρίσματα, σημειωτόν, σχεδόν 8 όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο.

Πλήρωσα τα 170RM στον οδηγό, τον ευχαρίστησα, αποχαιρετιστήκαμε με τους συνταξιδιώτες και ανέβηκα ν’αποθέσω. Δεν έμεινα καθόλου, στο μυαλό μου είχα τα υπέροχα θαλασσινά της προ-προηγούμενης βραδυάς, το ρεζερβουάρ ήταν άδειο, κάτι έπρεπε να κάνω γι αυτό. Πρώτα, όμως, έπρεπε να δώ την Elly…
Οι προθέσεις του καιρού ήταν αδιευκρίνιστες, αλλά μάλλον προς το θυμωμένο έφερνε, οπότε είπα να μην το ρισκάρω με τα τραπεζάκια έξω, δίπλα στη θάλασσα, και κατευθύνθηκα προς το κέντρο, σε μια σκεπαστή – ανοικτή αγορά όπου οι σημειώσεις έλεγαν ότι βρίσκονται τα καλύτερα και φτηνότερα μαγαζιά με θαλασσινά. Δεν ήταν μακριά, κάπου 500μ. απ’το ξενοδοχείο, έφτασα τη στιγμή που γινόταν μια τεράστια έκρηξη!
… Ή, τουλάχιστον, έτσι ακούστηκε! Ήταν ο πρώτος από μια ομοβροντία κεραυνών (χωρίς αστραπές!) που πρώτη φορά άκουγα στη ζωή μου σε τέτοια ένταση. Σχεδόν ταυτόχρονα άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς. Ξεπερνώντας το αρχικό σόκ, προχώρησα προς τα μέσα. Ελλενίτ από πάνω, σε σχήμα ενός τεράστιου Π, γύρω-γύρω μαγαζάκια με φωτεινές επιγραφές, περίτεχνες ζωγραφικές, δεξαμενές με ψάρια, οστρακοειδή, γαρίδες, καβούρια, αστακούς και ότι άλλο φανταστείτε, το ένα δίπλα στο άλλο, ανταγωνίζονταν στο κυνήγι της προσέλκυσης του επίδοξου γκουρμέ, με πού και πού και κανένα παγωτατζίδικο και ολονών τα τραπεζάκια απλωμένα στο πλάτος ολόκληρης της «πλατείας». Εντυπωσιακό!
Μόλις είχα αρχίσει την έρευνα των προτάσεων όταν άκουσα κάποιον να με φωνάζει: Γύρισα και είδα τον Chris να κάθεται σ’ένα τραπέζι με τέσσερα πιάτα και μία τίγρη. Πλησίασα χαρούμενος, ρώτησα τι ήταν αυτά που έτρωγε, δεν πολυκατάλαβα αλλά παρήγγειλα “the same” – χωρίς το ρύζι. Το κυρίως πιάτο ήταν – τελικά – τηγανητά καβουράκια (ο Chris είπε ότι τρώγονται ολόκληρα, εγώ δεν τα βρήκα τόσο τραγανά και άφησα τμήματα του κελύφους τους), συνοδευόμενα από κάτι χόρτα που φέρναν λίγο σε τσόπ-σούι και μια υπέροχη παπάγια σαλάτα – όχι τόσο ώριμη για να την φάς για φρούτο, σκληρούτσικη, ωμή φυσικά, και λάδι, ξύδι και κάτι άλλο (που δεν σας αποκαλύπτω), εξαιρετικό ορεκτικό για να συνοδεύσει ούζο ή τσίπουρο. Μιας και δεν υπήρχε τέτοια περίπτωση, τη συνόδευσαν άλλες δύο ευμεγέθεις τίγρεις.
Η μπόρα είχε κοπάσει, τα νερά, που στη διάρκεια του φόρτε της έτρεχαν σε κάποια σημεία κάτω από τις ενώσεις του ελλενίτ στη σκεπή, σταμάτησαν κι αυτά, καθάρισε ο ουρανός, είχε πάει 10, ευχαρίστησα τον Chris για την πρόσκληση και την παρέα και ξανα-αποχαιρετιστήκαμε. Έπρεπε να πάει στο ξενοδοχείο του – αύριο θα έφευγε νωρίς προς το Sandakan, κι εγώ έπρεπε να είμαι στο ξενοδοχείο στις 10:30.
Στο lounge, καθώς διάβαζα την πρωινή εφημερίδα, εντόπισα ένα ζευγάρι που περίμενε κι αυτό. Μάλλον οι Κινέζοι που είχε πεί η Elly… νά’ναι καλά (και οι κινέζοι και η Elly!). Το βανάκι έφτασε στην ώρα του και ο συνοδός/οδηγός βγήκε μες στην τρελλή χαρά να μας αναζητήσει. Μετά τις απαραίτητες συστάσεις, μας φόρτωσε. Κάναμε μια στάση να πάρουμε και ένα παλληκάρι κινεζο-αυστραλό, τον Chris, από ένα άλλο ξενοδοχείο και φύγαμε. Οκτώμιση.
Η ΚΚ τελικά εκτείνεται σε πολύ μεγαλύτερη έκταση απ’ότι σου δίνει την εντύπωση αρχικά. Ίσως σ’αυτό να φταίει το γεγονός ότι το αεροδρόμιο είναι κοντά στην πόλη, στα νότια, οπότε, αναγκαστικά, η επέκταση γίνεται προς τον βορρά. Πάρκα, λεωφόροι, τεμένη αλλά και μεγάλα εμπορικά κέντρα … εκτός κέντρου και, κατόπιν, η βιομηχανική ζώνη, κάναμε σχεδόν τρία τέταρτα να βγούμε οριστικά από την πόλη. Σιγά-σιγά ο δρόμος άρχισε να ανηφορίζει, χωρίς όμως να στενεύει, 2 λωρίδες σε κάθε ρεύμα και καλή κατασκευή.
Περιττό να πώ, φυσικά, ότι το A/C κάρφωνε τα μούτρα των επιβατών. Φαίνεται ότι στη Μαλαισία έχουν την αντίληψη ότι όλοι εμείς οι ξεπλυμένοι καταγόμαστε από την Ισλανδία ή, τέλος πάντων, κάποια άλλη σκανδιναβική χώρα! Ίσως πάλι απλά θέλουν να εξυπηρετήσουν καλύτερα. Αυτοί πάντως (φαίνεται ότι) είναι συνηθισμένοι σε τόσο χαμηλή ψύξη…
Ο οδηγός δεν ακολουθούσε την προσφιλή τακτική των οδηγών της Ασίας (οδήγηση στο κέντρο του δρόμου), όμως έτρεχε! Κι όπως είχε αρχίσει να στενεύει και να χαλάει λίγο ο δρόμος, σε κάθε μικροανωμαλία του οδοστρώματος τιναζόμασταν με τον ενθουσιασμό «κυρία, κυρία να πώ εγώ το μάθημα που το ξέρω!». Συν τοις άλλοις ότι δεν μπορούσα να βγάλω μια φωτογραφία της προκοπής του βουνού μπροστά μας ή στο πλάι.


Το ίδιο απελπισμένος και ο κινέζος μπροστά μου. Μόνος ατάραχος ο Chris, στη θέση του συνοδηγού, με πλήρες οπτικό πεδίο έδειχνε να το απολαμβάνει.
Πρώτη στάση. Κλασσικός χώρος, με μικρά μαγαζάκια για φαγητό ή έναν καφέ ή τσάι και τα απαραίτητα σουβενίρ.


Με μεγάλο χώρο πάρκινγκ και υπέροχη θέα στο βουνό όπου, φυσικά, όλοι έτρεξαν για τα δικά τους ενσταντανέ.




Ο ήλιος λαμπρός, βοηθούσε στο κοντράστ των χρωμάτων.




Χρόνος στάθμευσης 30 λεπτά.
Τιγκαρισμένος ακόμη απ’το πρωινό, έκανα μια βόλτα στα σουβενίρ. Όλα τα καλούδια που μπορεί να βρεί κανείς στα greek-arts των ελληνικών τουριστικών τοποθεσιών. Μόνο τσολιάδες made in China δεν είχε… Τα t-shirts άφθονα, ποιότητες ποικίλες, όλα με στάμπες σχετικές με την περιοχή (Sabah), κάποια απ’αυτά καλά και με αρκετά καλαίσθητα σχέδια. Αρκετά μάλιστα φωσφοριζέ – σίγουρα θα εντυπωσίαζαν μερικά από τα καμάρια μας! Οι αναγραφόμενες τιμές όχι ιδιαίτερα χαμηλές, κυμαίνονταν από 5-8 ευρώ για τα κανονικά μεγέθη. Μπήκα λιγάκι στον πειρασμό, αλλά – κι αυτό μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση – κανείς απ’τους μαγαζάτορες δεν έδειξε ιδιαίτερη ζέση να διαφημίσει τα προϊόντα του! Έως χαρακτηριστικά απαθείς θα έλεγα… Ήταν και οι πρώτες μέρες ακόμη, δεν είχα αρχίσει να πετάω αυτά που είχα κουβαλήσει μαζί μου, δεν ήθελα να λειτουργήσω υπό πίεση, ίσως ρίξω μια ματιά στην ΚΚ – σκέφτηκα – και το άφησα. Κακώς: στην ΚΚ, περιέργως, δεν είχε κάτι ανάλογο, ούτε και στο αεροδρόμιο.
Κάναν’ όλοι πιπί τους, ξαναξεκινήσαμε. Ίδιο σκηνικό, καταπράσινο, ανεβαίναμε λίγο-λίγο, δρόσιζε κάπως. Ο οδηγός, κινεζικής καταγωγής και ο ίδιος, ψιλή κουβέντα στα μανδαρίνικα με το εκ Χόνγκ-Κόνγκ ζευγάρι. Ο Chris, αν και σχιστούλικο το ματάκι του δεν συμμετείχε καθώς δε μιλούσε άλλη γλώσσα εκτός από τα OZ-y αγγλικά του. Πώς προέκυψε κοντά 1,90μ. άνθρωπος από κινέζο μπαμπά και αυστραλέζα μάνα, μιαν απορία την είχα… Καλό παλληκάρι πάντως, κοινωνικός και με χιούμορ, δήλωνε επαγγελματίας freelance φωτογράφος και, απ΄ότι φαίνεται, τό’χει: Chris Lee Photo- powered by SmugMug
Δεύτερη, πιο σύντομη στάση, για μερικές ακόμη φωτογραφίες.


Αφού περάσαμε τη διασταύρωση για το πάρκο Kinabalu, μετά από μισή ώρα φτάσαμε στο Poring Hot Springs. Πολύ ωραία τοποθεσία, με όμορφες εγκαταστάσεις και αρκετά πούλμαντα στο πάρκινγκ. Ο οδηγός έβγαλε τα εισιτήρια (που ίσχυαν και για την επίσκεψη στο πάρκο) και προχωρήσαμε προς τα μέσα.
Αφήσαμε τις «πισίνες» με κρύο και ζεστό θειούχο νερό για μετά και συνεχίσαμε για το έτερο σημαντικό αξιοθέατο της περιοχής είναι το λεγόμενο Canopy Walk. Κάπου μισή ώρα, περπάτημα σε ωραίο πλακόστρωτο στα πρώτα μέτρα και μετά απλό μονοπάτι και σχετικά δύσκολο σκαρφάλωμα σε ένα λόφο, μέσα στην σχεδόν αδιαπέραστη βλάστηση.


Η δυσκολία έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι λόγω της απίστευτης υγρασίας πρέπει να προσέχει κανείς να μη γλιστρήσει στο υγρό χώμα ή στα πεσμένα φύλλα. Καλά αθλητικά παπούτσια απαραίτητα, οι σαγιονάρες σε στέλνουν γραμμή για τον Καιάδα…


Όταν επιτέλους φθάσαμε στον προορισμό μας, αρκετός λαός περίμενε τη σειρά του. Άδειασα το πρώτο μπουκαλάκι νερό.




Το Canopy Walk ειναι μια στενή κρεμαστή γέφυρα ανάμεσα στα δέντρα, ψηλά και κάτω το χάος και το ποτάμι. Χωρισμένη σε 4 τμήματα, επιστρέφοντας από άλλο δρόμο μετά το τελευταίο, πλην όμως αυτό ήταν υπό επισκευή, οπότε, αναγκαστικά, εμείς από τον ίδιο.
(βίντεο) http://img24.imageshack.us/img24/7281/mvi0122.mp4
Για λόγους ασφαλείας επιτρεπόταν μόνον 6 άτομα κάθε φορά σε κάθε τμήμα της διαδρομής και οι υπεύθυνοι το τηρούσαν σχολαστικά (και καλά έκαναν). Φροντίσαμε ώστε και οι 4 μας να είμαστε στην ίδια ομάδα.
(βίντεο) http://img190.imageshack.us/img190/4691/mvi0124um.mp4
(Δεν ξέρω αν μπορείτε να δείτε τα βιντεάκια – φαίνεται να έχουν κάποιο πρόβλημα στην ανάλυση αν και στο δικό μου pc παίζουν κανονικά…)
Ευτυχώς, έχω ξεπεράσει το πρόβλημα του ιλίγγου εδώ και 25 χρόνια, οπότε κυριολεκτικά απόλαυσα τη διαδρομή και το συναίσθημα…


Η επιστροφή ήταν ευκολότερη. Στο χώρο με τις πισίνες ήταν έντονη η μυρωδιά του θειαφιού. Πολύς κόσμος έπαιρνε το λουτρό του. Ανοικτά και ελεύθερα. Διαλέξαμε ο καθένας τη δική του και ετοιμαστήκαμε να βουτήξουμε. Αλλά… μας σταμάτησαν! Ο λόγος; Καθένας γέμιζε τη δική του πισίνα! Πράγμα που σήμαινε μια ολόκληρη ώρα για να μπείς μες στο νερό ολόκληρος μιας και οι βρύσες (κρύο – ζεστό ξεχωριστά) έτρεχαν με πολύ μικρή πίεση… Οπότε, απλό ποδόλουτρο… Είχε την πλάκα του πάντως και, στην μεγάλη πισίνα, τα πιτσιρίκια το διασκέδαζαν αφάνταστα!
Είχε έρθει όμως η ώρα για το μεσημεριανό φαγητό…
Όμορφο και καθαρό το μαγαζί, όσο για το μενού… πάρτε μια μικρή γεύση…


Το ποτό, τσάι… φυσικά!
Και κεί, λοιπόν, που κάναμε μια τσιγαριά στον ακάλυπτο, πλήρως ικανοποιημένοι από το πλούσιο γεύμα μας, έρχεται περιχαρής ο οδηγός για να μας ενημερώσει ότι λίγο πιο κάτω, σ’ένα κτήμα μέσα στη ζούγκλα είχε ανθίσει η rafflesia και, αν θέλαμε, μπορούσαμε να πάμε να τη δούμε και να τη φωτογραφίσουμε! Μα τέτοια τύχη; Το μεγαλύτερο και σπανιότερο λουλούδι (όπως λένε) του κόσμου, που δεν έχει εποχή (μπορεί, δηλαδή, ν’ανθίσει οποτεδήπετε στον χρόνο) και ανθίζει μόνο για μια βδομάδα, ήταν εκεί και μας περίμενε, τη μέρα της επίσκεψής μας;!!! Για να καταλάβετε για τι κ…φαρδία μιλάμε, δείτε εδώ: Rafflesia arnoldii - Wikipedia, the free encyclopedia
Τραπεζάκι, καρεκλίτσα, ομπρελίτσα είχαν στηθεί ήδη για το πρόχειρο ταμείο, 20RM εισιτήριο (ουκ ολίγα = 4 ευρώ) αλλά η προσδοκία μεγάλη, σχεδόν όση και η χαρά για την ανέλπιστη τύχη μας… Κάπου 200μ. δρόμος, χωματόδρομος μέχρι τη διασταύρωση με το μονοπάτι για τα ενδότερα του δάσους…


Όπου μας περίμενε η γλυκύτατη (και γνωρίζουσα αγγλικά) κόρη της ιδιοκτήτριας για να μας οδηγήσει στο σημείο.


Μην το βλέπετε έτσι καλοφτιαγμένο, 20μ. παρακάτω ήταν απλώς πατημένα τσαλιά, κομμένα κλαδιά και σημεία που με το ζόρι περνούσες, άλλα καμμιά διακοσαριά μέτρα μέχρι ένα υποτυπώδες ξέφωτο (καθαρισμένο – μάλλον) όπου, στα ριζά ενός δέντρου, το λουλούδι αναδείκνυε όλο του το μεγαλείο!


Πώς διάολο το ανακάλυψαν μέσα σε τόσο πυκνό δάσος;


Θα μου πείτε τώρα, δεν φυτρώνει έτσι στα ξεκούδουνα, μήνες βαστάει το μπουμπούκι, αλλά πάλι… ξέρω γώ…
Εν πάσει περιπτώσει, τέλειωσε κι αυτό, η rafflesia πέρασε στην αιωνιότητα, επιστροφή στο βαν για αναχώρηση για το πάρκο Kinabalu.
Χαμός στο πάρκινγκ. Και στο χώρο υποδοχής. Κυρίως νέοι, 20-30 ετών, κανονίζουν τα της διαμονής τους. Εδώ είναι η «βάση» στα 1500-1600μ. με υποδομές (καφέ, εστιατόρια, ξενώνες). Μέχρι την κορφή υπάρχουν εναλλακτικές διαδρομές, εύκολη και δύσκολη, πιο σύντομη και πιο μακρινή, όλες όμως δεν μπορούν να γίνουν με τη μία ως τα 4000 και βάλε μέτρα της κορφής. Κανονίζουν, λοιπόν, τα καταφύγια, τους (υποχρεωτικούς) οδηγούς και ότι άλλο…


Εμείς, βέβαια δεν θα το αποτολμούσαμε το εγχείρημα, έναν αέρα ήρθαμε να πάρουμε, να κάνουμε μια βόλτα στο πάρκο και να πιούμε έναν καφέ στη μία ώρα που είχαμε στη διάθεσή μας. Ε, να βγάλουμε και καμιά φωτογραφία το βουνό…


που όμως δεν φαίνεται – λόγω της ομίχλης. Γι αυτό τη βολεύουμε με κανένα λουλουδάκι!


Εισπνεύσαμε τα οξυγόνα μας, πήραμε τις δροσιές μας, καιρός να κατηφορίζουμε, περασμένες 5. Μια στάση στο ενδιάμεσο, ο ήλιος δεν είχε δύσει ακόμη.

Το βλέπετε το σύννεφο; Εκεί μέσα ήμασταν…
Λίγο έξω από την ΚΚ η βροχή μας ξαναθυμήθηκε, ένα τροχαίο στο δρόμο και κάτι έλεγχοι της τροχαίας, μποτιλιαρίσματα, σημειωτόν, σχεδόν 8 όταν φτάσαμε στο ξενοδοχείο.


Πλήρωσα τα 170RM στον οδηγό, τον ευχαρίστησα, αποχαιρετιστήκαμε με τους συνταξιδιώτες και ανέβηκα ν’αποθέσω. Δεν έμεινα καθόλου, στο μυαλό μου είχα τα υπέροχα θαλασσινά της προ-προηγούμενης βραδυάς, το ρεζερβουάρ ήταν άδειο, κάτι έπρεπε να κάνω γι αυτό. Πρώτα, όμως, έπρεπε να δώ την Elly…
Οι προθέσεις του καιρού ήταν αδιευκρίνιστες, αλλά μάλλον προς το θυμωμένο έφερνε, οπότε είπα να μην το ρισκάρω με τα τραπεζάκια έξω, δίπλα στη θάλασσα, και κατευθύνθηκα προς το κέντρο, σε μια σκεπαστή – ανοικτή αγορά όπου οι σημειώσεις έλεγαν ότι βρίσκονται τα καλύτερα και φτηνότερα μαγαζιά με θαλασσινά. Δεν ήταν μακριά, κάπου 500μ. απ’το ξενοδοχείο, έφτασα τη στιγμή που γινόταν μια τεράστια έκρηξη!
… Ή, τουλάχιστον, έτσι ακούστηκε! Ήταν ο πρώτος από μια ομοβροντία κεραυνών (χωρίς αστραπές!) που πρώτη φορά άκουγα στη ζωή μου σε τέτοια ένταση. Σχεδόν ταυτόχρονα άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς. Ξεπερνώντας το αρχικό σόκ, προχώρησα προς τα μέσα. Ελλενίτ από πάνω, σε σχήμα ενός τεράστιου Π, γύρω-γύρω μαγαζάκια με φωτεινές επιγραφές, περίτεχνες ζωγραφικές, δεξαμενές με ψάρια, οστρακοειδή, γαρίδες, καβούρια, αστακούς και ότι άλλο φανταστείτε, το ένα δίπλα στο άλλο, ανταγωνίζονταν στο κυνήγι της προσέλκυσης του επίδοξου γκουρμέ, με πού και πού και κανένα παγωτατζίδικο και ολονών τα τραπεζάκια απλωμένα στο πλάτος ολόκληρης της «πλατείας». Εντυπωσιακό!
Μόλις είχα αρχίσει την έρευνα των προτάσεων όταν άκουσα κάποιον να με φωνάζει: Γύρισα και είδα τον Chris να κάθεται σ’ένα τραπέζι με τέσσερα πιάτα και μία τίγρη. Πλησίασα χαρούμενος, ρώτησα τι ήταν αυτά που έτρωγε, δεν πολυκατάλαβα αλλά παρήγγειλα “the same” – χωρίς το ρύζι. Το κυρίως πιάτο ήταν – τελικά – τηγανητά καβουράκια (ο Chris είπε ότι τρώγονται ολόκληρα, εγώ δεν τα βρήκα τόσο τραγανά και άφησα τμήματα του κελύφους τους), συνοδευόμενα από κάτι χόρτα που φέρναν λίγο σε τσόπ-σούι και μια υπέροχη παπάγια σαλάτα – όχι τόσο ώριμη για να την φάς για φρούτο, σκληρούτσικη, ωμή φυσικά, και λάδι, ξύδι και κάτι άλλο (που δεν σας αποκαλύπτω), εξαιρετικό ορεκτικό για να συνοδεύσει ούζο ή τσίπουρο. Μιας και δεν υπήρχε τέτοια περίπτωση, τη συνόδευσαν άλλες δύο ευμεγέθεις τίγρεις.
Η μπόρα είχε κοπάσει, τα νερά, που στη διάρκεια του φόρτε της έτρεχαν σε κάποια σημεία κάτω από τις ενώσεις του ελλενίτ στη σκεπή, σταμάτησαν κι αυτά, καθάρισε ο ουρανός, είχε πάει 10, ευχαρίστησα τον Chris για την πρόσκληση και την παρέα και ξανα-αποχαιρετιστήκαμε. Έπρεπε να πάει στο ξενοδοχείο του – αύριο θα έφευγε νωρίς προς το Sandakan, κι εγώ έπρεπε να είμαι στο ξενοδοχείο στις 10:30.
Attachments
-
104,5 KB Προβολές: 67
-
97,2 KB Προβολές: 67
-
14,9 KB Προβολές: 66
-
17,9 KB Προβολές: 142