zmaria
Member
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- 2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μας. Going to the airport.
- 3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η χαρά της πολύωρης πτήσης, τα παιδικά συναισθήματα, η δυνατή Κλαίρη.
- 11ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το full moon party, το φθηνό μασάζ & η χαμογελαστή βιοπαλαίστρια μασέρ.
- 12ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τα νευράκια, το Νational Μarine Park, το kayaking, το Mae Koh & η Talay Nai.
- 13ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το Wua Talap, η Bua Boke cave, οι περιπετειώδεις τάσεις & η καταιγίδα.
- 14ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο αποκλεισμός, οι Ρώσοι, οι περίφημες σαγιονάρες & ολίγον από Άρλεκιν.
- 15ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η αγωνία της αδερφής, ο αρχηγός-Ποσειδώνας & η ηρεμία μετά την μπόρα.
- 16ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τα long tails, ο παραλίγο τσακωμός & ο μίνι απολογισμός της εκδρομής.
- 17ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το παζάρι στην Chaweng, η multiethnic παρέα & ο Ιβάν το κελεπούρι.
- 18ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ H συγκίνηση της απόλυσης, η ανεμελιά στην παραλία, η Κούβα μου.
- 19ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ρακή, το Moo Ka Ta, η Όι, το reggae bar κι οι ευγενείς Γάλλοι.
- 20ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το βάρβαρο ξύπνημα, ο παράδεισος Koh Nang Yuan, ο κλαψιάρης ουρανός.
- 21ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ To Koh Tao, οι καρχαρίες, το snorkeling. Σχετικές αναλύσεις και «αν».
- 22ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Οι απολυμένοι, το swing bar, η Lamai, τα μπουρδέλα & τα τάπας στο Barrio Latino.
- 23ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Οι τελευταίες τσάρκες στο νησί, ο Τσε & ο βασιλιάς, η Που η ταξιτζού.
- 24ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η άφιξη στην Μπανγκόκ, ο πανικός περί βαλίτσας & η ηλίθια Ελληνίδα υπάλληλος.
- 25ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τουκ τουκ, Patpong, sex shows. Ο γλοιώδης πορνόγερος & ο πιτσιρικάς break dancer.
- 26ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το Μεγάλο Παλάτι, οι αμέτρητοι Βούδες, τα basic αξιοθέατα, η Siam & η Pratunam.
- 27ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το street food, η άθλια πορνεία, το salsa spot La Rueda, ο χορός-το βάλσαμο μου.
- 28ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το μετρό, ο Chao Phraya, η China Town, ο σεισμός της Japan & ο γυρισμός.
- 29ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Σκέψεις, συναισθήματα και γενικός απολογισμός.
10.10. Ώρα για πρωινό. Νυστάζω. Λες να μην πάω? Κι αν δεν πάω πότε θα δοκιμάσω το πρωινό τους? Άσε που είναι και προπληρωμένο. Στα κομμάτια να πάει. Σηκώνομαι και παραδόξως σηκώνεται κι η Κλαίρη μαζί μου. Σε 5’ βρισκόμαστε στο beach bar. Το πρωινό δεν είναι όπως έχω συνηθίσει στα περισσότερα ταξίδια μου. Δηλαδή δεν έχει εντυπωσιακά μεγάλο μπουφέ κι εγώ δεν τρώω σαν γουρούνι ένα γεμάτο πιάτο με αλμυρά και ένα πιο γεμάτο με γλυκά. Εδώ σου φέρνουν το μενού του πρωινού, έχει καμιά δωδεκαριά επιλογές και εσύ μπορείς να διαλέξεις πέντε. Συν τον καφέ σου. Με χαλάει λίγο, απ’ την άλλη όμως το βρίσκω και σωστό. Μπορεί εγώ να είμαι καλό παιδί και να το τρώω όλο το φαϊ μου, γενικότερα όμως στους μπουφέδες πετιέται πολύ φαγητό. Και δεν μου αρέσει καθόλου αυτό. Τόση πείνα υπάρχει στον κόσμο. Τετριμμένη κουβέντα αλλά σωστή. Παραγγέλνουμε σχεδόν τα πάντα. Η Κλαίρη την βγάζει κυρίως με ψωμί του τοστ και μαρμελάδα αφήνοντας μου το περιθώριο να χρησιμοποιήσω όλα τα υπόλοιπα. Αυγό τηγανητό, μπέικον και πατάτες, είναι κάποια από αυτά που γεμίζουν το στομάχι μου. Από τζανκ φουντ σε τζανκ φουντ πάω. Σαν να έχω παχύνει λίγο. Να, τέτοια σκέφτομαι κι η στεναχώρια με κάνει να τσακίσω άλλη μια φέτα ψωμί με μαρμελάδα.
Είναι νωρίς ακόμα, πρόγραμμα δεν υπάρχει για σήμερα και το πάμε χαλλλαρά. Η Κλαίρη κάθεται στην μικρή μας βεραντούλα με το λάπτοπ της, πίνοντας τον φραπέ της (υλικά για φραπέ δεν λείπουν ποτέ, σε κανένα της ταξίδι) κι εγώ ξαπλώνω στο κρεβάτι για λίγη ξεκούραση ακόμα. Δεν κοιμάμαι ακριβώς, λαγοκοιμάμαι, αλλά μου αρέσει πολύ αυτή η αίσθηση. Το Κλαιράκι βάζει μουσικούλα και αυτό δίνει πόντους στην χαλάρωση μου. Ούτε και ξέρω πόση ώρα περνάει έτσι. Κάποια στιγμή ακούω το «γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον». Αγαπημένο τραγούδι, ακούγεται πάντα ευχάριστα. Το περίεργο είναι πως αφού τελειώνει, η Κλαίρη το ξαναβάζει. Με παραξενεύει αυτό, της αρέσουν οι Κατσιμιχαίοι αλλά δεν είναι και τόσο φαν για να ακούει τραγούδια τους ξανά και ξανά. Είμαι αρκετή ώρα έτσι ξαπλωμένη μεταξύ ύπνου, ονείρων και πραγματικότητας και λέω πως είναι ώρα να πάω να της κάνω λίγο παρέα. Βγαίνω έξω και βλέπω την αδερφή μου κλαμένη.. Έχει μόλις παρακολουθήσει ένα βιντεάκι που έχει φτιαχτεί για το μεγάλο κύμα απολύσεων της πρώην εταιρείας της, με μουσική υπόκρουση το κομμάτι που ακούμε συνέχεια τα τελευταία δέκα λεπτά. Εικόνες της εταιρείας και των απεργιών συνοδεύουν το μελαγχολικό τραγούδι. Σαν να περιγράφει ακριβώς την κατάσταση.
Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον
το μέλλον που φτιάχνετε όπως θέλετε
κι αφού η ιστορία σας ανήκει
σαρώστε το λοιπόν αν επιμένετε
Δακρύζω κι εγώ. Δύσκολο να μη συγκινηθείς. Για όλη αυτήν την αδικία. Για την αδερφή μου που σιχαίνομαι να την βλέπω στεναχωρημένη. Δεν είναι μόνο η αβεβαιότητα που νιώθει. Δέκα χρόνια ήταν εκεί, ευχαριστημένη. Μια ολόκληρη ζωή. Πως προσπερνάς μια ολόκληρη ζωή? Σαν χωρισμός μοιάζει. Και δεν είναι συναινετικός. Ένιωθε σίγουρη, δεν θα μπορούσε να νιώσει αλλιώς. Αν λοιπόν έχασε από το πουθενά μια δουλειά που κανείς δεν πίστευε πως θα χάσει, πως θα μπορέσει να ξανανιώσει ασφαλής σε οτιδήποτε και να κάνει από δω και πέρα? Αυτό το αβέβαιο μέλλον βασανίζει τα όνειρα μας και τις προσδοκίες μας. Το χειρότερο όμως από όλα είναι που μας κάνανε να μην πιστεύουμε πια. Πουθενά. Όχι η συγκεκριμένη εταιρεία μόνο. Όλοι τους. Χάνονται τα ιδανικά μας. Τι χάνονται, χάθηκαν να λέμε. Η νέα γενιά δεν θέλει να κάνει δικιά της οικογένεια. Φοβάται. Που να φέρει στον κόσμο ένα παιδί έτσι όπως είμαστε και πώς να το μεγαλώσει με φόβο? Εγώ φοβάμαι. Με νύχια και με δόντια πρέπει να κρατήσουμε την ελπίδα, το τελευταίο που μας έχει απομείνει. Όχι πως περιμένουμε κάτι να αλλάξει, απλά η ελπίδα πεθαίνει όντως τελευταία. Αν χάσουμε κι αυτήν καλύτερα να πάμε να φουντάρουμε. Εμείς όμως δεν θέλουμε να φουντάρουμε. Την αγαπάμε την ζωή όσα σκατά κι αν έχει. Για αυτό και ελπίζουμε. Και κυρίως ζούμε την στιγμή. Όχι πάντα αλλά προσπαθούμε τουλάχιστον. Σήμερα είμαστε, αύριο δεν είμαστε. Και κυρίως, αύριο ΤΙ είμαστε? Την υγειά μας να χουμε και θα το παλέψουμε κι αυτό. Όλα περαστικά είναι. Σκουπίζουμε τα δάκρυά μας. Τόσα και τόσα έχουμε περάσει, εκεί θα κολλήσουμε?
Αφού φιλοσοφούμε αρκετά με αφορμή το συγκινητικό βιντεάκι, ετοιμαζόμαστε για να πάμε στο beach bar του ξενοδοχείου μας. Ώρα για άραγμα! Ξαπλώστρα, και βιβλίο! Ώρα για μαύρισμα! Αντηλιακό και ηλιοθεραπεία! Ώρα για διακοπές! Φρέσκος χυμός καρύδας (ναι πάλι) και μπανάκι, μανάκι! Ο ήλιος είναι καυτός. Αν και τόσο ανθυγειϊνός, δεν μπορώ να του αντισταθώ. Γιατί όλα τα ωραία πράγματα στην ζωή να έχουν και μια πηγή κακού μέσα τους? Οκ, κομμένη η φιλοσόφηση, έχω αρχίσει να με βαριέμαι. Ένα σωρό πλανόδιοι τριγυρίζουν πουλώντας παγωτό, καρύδες, παρεό και φο μπιζού. Αγοράζουμε κάτι χαριτωμένα βραχιολάκια για το πόδι. Περνάει από μπροστά μας ένας τύπος με ένα μεγάλο ιγκουάνα και το προσφέρει για φωτογραφίες έναντι λίγων μπατ. Ένας νεαρός στις παραδίπλα ξαπλώστρες τον βάζει πάνω στο στέρνο του έτσι γυμνό όπως είναι. Μπρρρρ ανατριχιάζω. Κάτι του κάνει το ιγκουάνα, τον κατουράει? δεν ξέρω, γιατί από κει που το έχει πάνω του άνετος ξαφνικά πετάγεται πάνω ταραγμένος και τρέχει στην θάλασσα για να πλυθεί. Οι φίλοι του τον περιμένουν έξω σκασμένοι στα γέλια ανυπομονώντας να ξεκινήσουν τα πειράγματα. Αυτήν την στιγμή θα την θυμούνται πάντα. Οι πρωινές επιλογές μουσικής είναι πιο ευκολοχώνευτες από τις βραδινές. Για την ακρίβεια είναι μια χαρά. Παίζει μουσική τύπου cafe del mar και για πρώτη φορά στο νησί ευχαριστιέμαι μουσική εκτός δωματίου. Κάποια στιγμή ακούγεται το «γεια» της Βανδή. Έλα ρε Δέσποινα, μέχρι την Ταϋλάνδη έφτασε η χάρη σου! Είναι ωραίο τραγούδι όμως, πολύ έθνικ. Δεν μπορώ να μην το αναγνωρίσω, παρόλο που εγώ είμαι φαν της άλλης. Της θεάς. Αυτής που έχει αλήτισσα ψυχή. Anyway.
Αυτή η εικόνα έχει σμικρυνθεί. Πατήστε εδώ για να δείτε τη μεγάλη εικόνα.
Βουτάμε περιχαρείς στην θάλασσα. Τα νερά εξακολουθούν να είναι θολά. Τι να κάνω? Ψέματα να πω? Αφού και πάλι θολά είναι. Αραλίκι στις ξαπλώστρες και ηλιοθεραπεία. Η Κλαίρη διαβάζει το βιβλίο που αγόρασε από το αεροδρόμιο. Αγόρασα κι εγώ ένα μαζί της, λέγεται «Ο Γυρισμός». Είναι της Victoria Hislop (της συγγραφέας του «Το νησί») και αφορά μια κοπέλα η οποία πάει στην Ισπανία λόγω της μεγάλης της αγάπης. Του χορού. Δεν θα μπορούσα να μην έχω μεγάλες προσδοκίες από ένα τέτοιο βιβλίο με τόσο προσωπική ταύτιση (και Ισπανία και χορός?) αλλά δεν μπορώ να το διαβάσω τώρα. Έχει ιστορικές αναφορές για τον Ισπανικό εμφύλιο, κάτι που με ενδιαφέρει πολύ, όμως τώρα δεν έχω το απαιτούμενο καθαρό μυαλό για να συγκεντρωθώ. Έπρεπε να πάρω ένα βιβλίο ευκολάκι, ένα βιβλίο παραλίας. Όχι άρλεκιν, όχι τόσο low αλλά ένα σαν αυτό της αδερφής μου, ένα σαν της Kathy Kelly ας πούμε να το διαβάζω γαργάρα. Προς το παρόν αφήνω τον νου μου να ταξιδεύει κάτω από τα ζεστά χάδια του ήλιου.
Αυτή η εικόνα έχει σμικρυνθεί. Πατήστε εδώ για να δείτε τη μεγάλη εικόνα.
Και μιας και μιλάμε για άρλεκιν, στις μπροστινές ξαπλώστρες κάθεται ένας μελαχρινός άντρας μόνος του, αδιευκρινίστου καταγωγής και υπολογίζω πως είναι γύρω στα 35. Φοράει καουμπόϊκο καπέλο και είναι κούκλος.. Μοιάζει σαν να χει βγει από παλιά διαφήμιση της Marlboro ή κι ακόμα από εξώφυλλο Άρλεκιν. «ρε Κλαίρη, ένας τέτοιος δεν μπορούσε να βρεθεί να με βοηθήσει χτες στην σπηλιά? Πας και μου βρίσκεις τον Ρώσο… Μα τι να σου πω…» βγάζω την γλώσσα στην αδερφή μου. Γελάμε δυνατά. Είμαστε πολύ ευδιάθετες. Να ναι καλά το «ρεπό» μας. Δεν μπορούμε να το πιστέψουμε πως έχουμε τόσο free πρόγραμμα σήμερα! Ο καουμπόης σαν να καταλαβαίνει ότι τον κουτσομπολεύουμε κι από κει που καθόταν πλάτη έχει γυρίσει πλάι κι αγναντεύει το άπειρο. Είναι ωραίος και το ξέρει. Δεν χρειάζεται να το δείχνει όμως.. (ότι το ξέρει) Χάνει λίγο από την γοητεία του έτσι. Άλλο αυτοπεποίθηση, άλλο ψώνιο. Κάποια στιγμή κάνει να φύγει και περνάει από μπροστά μας. Στέκεται σχεδόν δίπλα μας και κάθεται έτσι όρθιος για λίγα λεπτά σαν να περιμένει κάτι. Μήπως περιμένει να του πιάσουμε την κουβέντα? Δεν πάει καλά. Τελικά φεύγει. Άντε, άντε για ξεκούραση καουμπόη και πάρε και το καλάμι σου μαζί.
Από την ώρα που πάτησα το πόδι μου στην παραλία, έχω ένα άγχος μην σκάσει μύτη ο Ιβάν. Πριν σηκωθώ να βουτήξω στην θάλασσα βάζω την Κλαίρη να τσεκάρει ότι το έδαφος είναι ελεύθερο. Κάνω και μπαμ με το μαλλί, όταν είμαι κάπου με παρέα και ψάχνουν να μας βρουν οι υπόλοιποι, αναζητούν την αφάνα μου. Τώρα όμως φοράω καπελάκι. Κρύβω το κεφάλι μου από τον ήλιο αλλά και από τον Ρώσο. Χτες, είχαμε πει με την ρώσικη παρέα πως μπορεί να βρεθούμε για μπάνιο σήμερα. Και δεν είχα κανένα πρόβλημα. Όχι, μέχρι ο Ιβάν να αρχίσει να μας ακολουθεί στο δωμάτιο. Το καλό όμως εδώ στην Ταϋλάνδη είναι πως δεν έχεις να αντιμετωπίσεις επίμονο καμάκι. Μόλις δουν τα αρπαχτικά ότι δεν θα κοκό το γυρνάνε στην επόμενη επίθεση! Μα υπάρχει τόση προσφορά και ποικιλία που λογικό είναι! Ο Ιβάν δεν έχει το σωστό τηλέφωνο μου, αλλά η Ναταλί έχει της Κλαίρης και είναι ολόσωστο. Ούτε φωνή όμως ούτε ακρόαση. Τι κρίμα! Σιγά σιγά μου φεύγει κι αυτό το «άγχος».
Πίνω την αγαπημένη μου καρύδα και λιάζομαι ήρεμη και χαμένη στις σκέψεις μου. Ακούγεται το «άρωμα γυναίκας» από το κινητό μου. Μήνυμα από την Κούβα! Δεν είναι μήνυμα αυτό. Είναι ένας καταιγισμός από ενθουσιασμό! Μιλάει για βόλτες στην Αβάνα, για διασκέδαση σε σπίτια ντόπιων και για mojitos υπό λάτιν μουσικούς ρυθμούς. Οι δυο άκρες του κόσμου που βρισκόμαστε έχουνε 12 ώρες διαφορά. Εδώ είναι μεσημεράκι κι εκεί είναι ξημερώματα. Είμαι κατακόκκινη και δεν ξέρω αν είναι από τον ήλιο ή από την ζήλια μου. «Χαλάρωσε» μου λέω. «Μην είσαι αχάριστη. Στην Ταϋλάνδη βρίσκεσαι όχι στην Ψάθα. Οκ δεν είναι Κούβα αλλά είναι κοτζάμ Ταϋλάνδη». «Ναι αλλά αυτοί χορεύουν και τα λένε και τα πίνουν με Κουβανούς! Στην ΑΒΑΝΑ!» Με υπερασπίζεται το διαβολάκι στα αριστερά μου. «Αν είσαι καλό παιδί θα πας κι εσύ κάποια στιγμή». Το αγγελάκι δεξιά, προσπαθεί να φέρει την ισορροπία μέσα μου. Και σχεδόν τα καταφέρνει. Σχεδόν.
Είναι νωρίς ακόμα, πρόγραμμα δεν υπάρχει για σήμερα και το πάμε χαλλλαρά. Η Κλαίρη κάθεται στην μικρή μας βεραντούλα με το λάπτοπ της, πίνοντας τον φραπέ της (υλικά για φραπέ δεν λείπουν ποτέ, σε κανένα της ταξίδι) κι εγώ ξαπλώνω στο κρεβάτι για λίγη ξεκούραση ακόμα. Δεν κοιμάμαι ακριβώς, λαγοκοιμάμαι, αλλά μου αρέσει πολύ αυτή η αίσθηση. Το Κλαιράκι βάζει μουσικούλα και αυτό δίνει πόντους στην χαλάρωση μου. Ούτε και ξέρω πόση ώρα περνάει έτσι. Κάποια στιγμή ακούω το «γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον». Αγαπημένο τραγούδι, ακούγεται πάντα ευχάριστα. Το περίεργο είναι πως αφού τελειώνει, η Κλαίρη το ξαναβάζει. Με παραξενεύει αυτό, της αρέσουν οι Κατσιμιχαίοι αλλά δεν είναι και τόσο φαν για να ακούει τραγούδια τους ξανά και ξανά. Είμαι αρκετή ώρα έτσι ξαπλωμένη μεταξύ ύπνου, ονείρων και πραγματικότητας και λέω πως είναι ώρα να πάω να της κάνω λίγο παρέα. Βγαίνω έξω και βλέπω την αδερφή μου κλαμένη.. Έχει μόλις παρακολουθήσει ένα βιντεάκι που έχει φτιαχτεί για το μεγάλο κύμα απολύσεων της πρώην εταιρείας της, με μουσική υπόκρουση το κομμάτι που ακούμε συνέχεια τα τελευταία δέκα λεπτά. Εικόνες της εταιρείας και των απεργιών συνοδεύουν το μελαγχολικό τραγούδι. Σαν να περιγράφει ακριβώς την κατάσταση.
Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον
το μέλλον που φτιάχνετε όπως θέλετε
κι αφού η ιστορία σας ανήκει
σαρώστε το λοιπόν αν επιμένετε
Δακρύζω κι εγώ. Δύσκολο να μη συγκινηθείς. Για όλη αυτήν την αδικία. Για την αδερφή μου που σιχαίνομαι να την βλέπω στεναχωρημένη. Δεν είναι μόνο η αβεβαιότητα που νιώθει. Δέκα χρόνια ήταν εκεί, ευχαριστημένη. Μια ολόκληρη ζωή. Πως προσπερνάς μια ολόκληρη ζωή? Σαν χωρισμός μοιάζει. Και δεν είναι συναινετικός. Ένιωθε σίγουρη, δεν θα μπορούσε να νιώσει αλλιώς. Αν λοιπόν έχασε από το πουθενά μια δουλειά που κανείς δεν πίστευε πως θα χάσει, πως θα μπορέσει να ξανανιώσει ασφαλής σε οτιδήποτε και να κάνει από δω και πέρα? Αυτό το αβέβαιο μέλλον βασανίζει τα όνειρα μας και τις προσδοκίες μας. Το χειρότερο όμως από όλα είναι που μας κάνανε να μην πιστεύουμε πια. Πουθενά. Όχι η συγκεκριμένη εταιρεία μόνο. Όλοι τους. Χάνονται τα ιδανικά μας. Τι χάνονται, χάθηκαν να λέμε. Η νέα γενιά δεν θέλει να κάνει δικιά της οικογένεια. Φοβάται. Που να φέρει στον κόσμο ένα παιδί έτσι όπως είμαστε και πώς να το μεγαλώσει με φόβο? Εγώ φοβάμαι. Με νύχια και με δόντια πρέπει να κρατήσουμε την ελπίδα, το τελευταίο που μας έχει απομείνει. Όχι πως περιμένουμε κάτι να αλλάξει, απλά η ελπίδα πεθαίνει όντως τελευταία. Αν χάσουμε κι αυτήν καλύτερα να πάμε να φουντάρουμε. Εμείς όμως δεν θέλουμε να φουντάρουμε. Την αγαπάμε την ζωή όσα σκατά κι αν έχει. Για αυτό και ελπίζουμε. Και κυρίως ζούμε την στιγμή. Όχι πάντα αλλά προσπαθούμε τουλάχιστον. Σήμερα είμαστε, αύριο δεν είμαστε. Και κυρίως, αύριο ΤΙ είμαστε? Την υγειά μας να χουμε και θα το παλέψουμε κι αυτό. Όλα περαστικά είναι. Σκουπίζουμε τα δάκρυά μας. Τόσα και τόσα έχουμε περάσει, εκεί θα κολλήσουμε?
Αφού φιλοσοφούμε αρκετά με αφορμή το συγκινητικό βιντεάκι, ετοιμαζόμαστε για να πάμε στο beach bar του ξενοδοχείου μας. Ώρα για άραγμα! Ξαπλώστρα, και βιβλίο! Ώρα για μαύρισμα! Αντηλιακό και ηλιοθεραπεία! Ώρα για διακοπές! Φρέσκος χυμός καρύδας (ναι πάλι) και μπανάκι, μανάκι! Ο ήλιος είναι καυτός. Αν και τόσο ανθυγειϊνός, δεν μπορώ να του αντισταθώ. Γιατί όλα τα ωραία πράγματα στην ζωή να έχουν και μια πηγή κακού μέσα τους? Οκ, κομμένη η φιλοσόφηση, έχω αρχίσει να με βαριέμαι. Ένα σωρό πλανόδιοι τριγυρίζουν πουλώντας παγωτό, καρύδες, παρεό και φο μπιζού. Αγοράζουμε κάτι χαριτωμένα βραχιολάκια για το πόδι. Περνάει από μπροστά μας ένας τύπος με ένα μεγάλο ιγκουάνα και το προσφέρει για φωτογραφίες έναντι λίγων μπατ. Ένας νεαρός στις παραδίπλα ξαπλώστρες τον βάζει πάνω στο στέρνο του έτσι γυμνό όπως είναι. Μπρρρρ ανατριχιάζω. Κάτι του κάνει το ιγκουάνα, τον κατουράει? δεν ξέρω, γιατί από κει που το έχει πάνω του άνετος ξαφνικά πετάγεται πάνω ταραγμένος και τρέχει στην θάλασσα για να πλυθεί. Οι φίλοι του τον περιμένουν έξω σκασμένοι στα γέλια ανυπομονώντας να ξεκινήσουν τα πειράγματα. Αυτήν την στιγμή θα την θυμούνται πάντα. Οι πρωινές επιλογές μουσικής είναι πιο ευκολοχώνευτες από τις βραδινές. Για την ακρίβεια είναι μια χαρά. Παίζει μουσική τύπου cafe del mar και για πρώτη φορά στο νησί ευχαριστιέμαι μουσική εκτός δωματίου. Κάποια στιγμή ακούγεται το «γεια» της Βανδή. Έλα ρε Δέσποινα, μέχρι την Ταϋλάνδη έφτασε η χάρη σου! Είναι ωραίο τραγούδι όμως, πολύ έθνικ. Δεν μπορώ να μην το αναγνωρίσω, παρόλο που εγώ είμαι φαν της άλλης. Της θεάς. Αυτής που έχει αλήτισσα ψυχή. Anyway.


Βουτάμε περιχαρείς στην θάλασσα. Τα νερά εξακολουθούν να είναι θολά. Τι να κάνω? Ψέματα να πω? Αφού και πάλι θολά είναι. Αραλίκι στις ξαπλώστρες και ηλιοθεραπεία. Η Κλαίρη διαβάζει το βιβλίο που αγόρασε από το αεροδρόμιο. Αγόρασα κι εγώ ένα μαζί της, λέγεται «Ο Γυρισμός». Είναι της Victoria Hislop (της συγγραφέας του «Το νησί») και αφορά μια κοπέλα η οποία πάει στην Ισπανία λόγω της μεγάλης της αγάπης. Του χορού. Δεν θα μπορούσα να μην έχω μεγάλες προσδοκίες από ένα τέτοιο βιβλίο με τόσο προσωπική ταύτιση (και Ισπανία και χορός?) αλλά δεν μπορώ να το διαβάσω τώρα. Έχει ιστορικές αναφορές για τον Ισπανικό εμφύλιο, κάτι που με ενδιαφέρει πολύ, όμως τώρα δεν έχω το απαιτούμενο καθαρό μυαλό για να συγκεντρωθώ. Έπρεπε να πάρω ένα βιβλίο ευκολάκι, ένα βιβλίο παραλίας. Όχι άρλεκιν, όχι τόσο low αλλά ένα σαν αυτό της αδερφής μου, ένα σαν της Kathy Kelly ας πούμε να το διαβάζω γαργάρα. Προς το παρόν αφήνω τον νου μου να ταξιδεύει κάτω από τα ζεστά χάδια του ήλιου.


Και μιας και μιλάμε για άρλεκιν, στις μπροστινές ξαπλώστρες κάθεται ένας μελαχρινός άντρας μόνος του, αδιευκρινίστου καταγωγής και υπολογίζω πως είναι γύρω στα 35. Φοράει καουμπόϊκο καπέλο και είναι κούκλος.. Μοιάζει σαν να χει βγει από παλιά διαφήμιση της Marlboro ή κι ακόμα από εξώφυλλο Άρλεκιν. «ρε Κλαίρη, ένας τέτοιος δεν μπορούσε να βρεθεί να με βοηθήσει χτες στην σπηλιά? Πας και μου βρίσκεις τον Ρώσο… Μα τι να σου πω…» βγάζω την γλώσσα στην αδερφή μου. Γελάμε δυνατά. Είμαστε πολύ ευδιάθετες. Να ναι καλά το «ρεπό» μας. Δεν μπορούμε να το πιστέψουμε πως έχουμε τόσο free πρόγραμμα σήμερα! Ο καουμπόης σαν να καταλαβαίνει ότι τον κουτσομπολεύουμε κι από κει που καθόταν πλάτη έχει γυρίσει πλάι κι αγναντεύει το άπειρο. Είναι ωραίος και το ξέρει. Δεν χρειάζεται να το δείχνει όμως.. (ότι το ξέρει) Χάνει λίγο από την γοητεία του έτσι. Άλλο αυτοπεποίθηση, άλλο ψώνιο. Κάποια στιγμή κάνει να φύγει και περνάει από μπροστά μας. Στέκεται σχεδόν δίπλα μας και κάθεται έτσι όρθιος για λίγα λεπτά σαν να περιμένει κάτι. Μήπως περιμένει να του πιάσουμε την κουβέντα? Δεν πάει καλά. Τελικά φεύγει. Άντε, άντε για ξεκούραση καουμπόη και πάρε και το καλάμι σου μαζί.
Από την ώρα που πάτησα το πόδι μου στην παραλία, έχω ένα άγχος μην σκάσει μύτη ο Ιβάν. Πριν σηκωθώ να βουτήξω στην θάλασσα βάζω την Κλαίρη να τσεκάρει ότι το έδαφος είναι ελεύθερο. Κάνω και μπαμ με το μαλλί, όταν είμαι κάπου με παρέα και ψάχνουν να μας βρουν οι υπόλοιποι, αναζητούν την αφάνα μου. Τώρα όμως φοράω καπελάκι. Κρύβω το κεφάλι μου από τον ήλιο αλλά και από τον Ρώσο. Χτες, είχαμε πει με την ρώσικη παρέα πως μπορεί να βρεθούμε για μπάνιο σήμερα. Και δεν είχα κανένα πρόβλημα. Όχι, μέχρι ο Ιβάν να αρχίσει να μας ακολουθεί στο δωμάτιο. Το καλό όμως εδώ στην Ταϋλάνδη είναι πως δεν έχεις να αντιμετωπίσεις επίμονο καμάκι. Μόλις δουν τα αρπαχτικά ότι δεν θα κοκό το γυρνάνε στην επόμενη επίθεση! Μα υπάρχει τόση προσφορά και ποικιλία που λογικό είναι! Ο Ιβάν δεν έχει το σωστό τηλέφωνο μου, αλλά η Ναταλί έχει της Κλαίρης και είναι ολόσωστο. Ούτε φωνή όμως ούτε ακρόαση. Τι κρίμα! Σιγά σιγά μου φεύγει κι αυτό το «άγχος».
Πίνω την αγαπημένη μου καρύδα και λιάζομαι ήρεμη και χαμένη στις σκέψεις μου. Ακούγεται το «άρωμα γυναίκας» από το κινητό μου. Μήνυμα από την Κούβα! Δεν είναι μήνυμα αυτό. Είναι ένας καταιγισμός από ενθουσιασμό! Μιλάει για βόλτες στην Αβάνα, για διασκέδαση σε σπίτια ντόπιων και για mojitos υπό λάτιν μουσικούς ρυθμούς. Οι δυο άκρες του κόσμου που βρισκόμαστε έχουνε 12 ώρες διαφορά. Εδώ είναι μεσημεράκι κι εκεί είναι ξημερώματα. Είμαι κατακόκκινη και δεν ξέρω αν είναι από τον ήλιο ή από την ζήλια μου. «Χαλάρωσε» μου λέω. «Μην είσαι αχάριστη. Στην Ταϋλάνδη βρίσκεσαι όχι στην Ψάθα. Οκ δεν είναι Κούβα αλλά είναι κοτζάμ Ταϋλάνδη». «Ναι αλλά αυτοί χορεύουν και τα λένε και τα πίνουν με Κουβανούς! Στην ΑΒΑΝΑ!» Με υπερασπίζεται το διαβολάκι στα αριστερά μου. «Αν είσαι καλό παιδί θα πας κι εσύ κάποια στιγμή». Το αγγελάκι δεξιά, προσπαθεί να φέρει την ισορροπία μέσα μου. Και σχεδόν τα καταφέρνει. Σχεδόν.
Attachments
-
255,3 KB Προβολές: 158
Last edited by a moderator: