zmaria
Member
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- 2ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής μας. Going to the airport.
- 3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η χαρά της πολύωρης πτήσης, τα παιδικά συναισθήματα, η δυνατή Κλαίρη.
- 11ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το full moon party, το φθηνό μασάζ & η χαμογελαστή βιοπαλαίστρια μασέρ.
- 12ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τα νευράκια, το Νational Μarine Park, το kayaking, το Mae Koh & η Talay Nai.
- 13ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το Wua Talap, η Bua Boke cave, οι περιπετειώδεις τάσεις & η καταιγίδα.
- 14ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ο αποκλεισμός, οι Ρώσοι, οι περίφημες σαγιονάρες & ολίγον από Άρλεκιν.
- 15ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η αγωνία της αδερφής, ο αρχηγός-Ποσειδώνας & η ηρεμία μετά την μπόρα.
- 16ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τα long tails, ο παραλίγο τσακωμός & ο μίνι απολογισμός της εκδρομής.
- 17ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το παζάρι στην Chaweng, η multiethnic παρέα & ο Ιβάν το κελεπούρι.
- 18ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ H συγκίνηση της απόλυσης, η ανεμελιά στην παραλία, η Κούβα μου.
- 19ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η ρακή, το Moo Ka Ta, η Όι, το reggae bar κι οι ευγενείς Γάλλοι.
- 20ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το βάρβαρο ξύπνημα, ο παράδεισος Koh Nang Yuan, ο κλαψιάρης ουρανός.
- 21ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ To Koh Tao, οι καρχαρίες, το snorkeling. Σχετικές αναλύσεις και «αν».
- 22ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Οι απολυμένοι, το swing bar, η Lamai, τα μπουρδέλα & τα τάπας στο Barrio Latino.
- 23ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Οι τελευταίες τσάρκες στο νησί, ο Τσε & ο βασιλιάς, η Που η ταξιτζού.
- 24ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η άφιξη στην Μπανγκόκ, ο πανικός περί βαλίτσας & η ηλίθια Ελληνίδα υπάλληλος.
- 25ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τουκ τουκ, Patpong, sex shows. Ο γλοιώδης πορνόγερος & ο πιτσιρικάς break dancer.
- 26ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το Μεγάλο Παλάτι, οι αμέτρητοι Βούδες, τα basic αξιοθέατα, η Siam & η Pratunam.
- 27ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το street food, η άθλια πορνεία, το salsa spot La Rueda, ο χορός-το βάλσαμο μου.
- 28ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Το μετρό, ο Chao Phraya, η China Town, ο σεισμός της Japan & ο γυρισμός.
- 29ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Σκέψεις, συναισθήματα και γενικός απολογισμός.
Θυμάμαι παλιά, όταν ήμουνα παιδάκι και είναι πολύ παλιά αυτό δυστυχώς, πριν αρχίσω να ταξιδεύω, μου λέγανε οι μεγαλύτεροι για τα κάλλη των αεροσυνοδών και μου περιέγραφαν κάτι ψηλές και όμορφες λεπτές υπάρξεις. ʽΟταν ξεκίνησα πια να ταξιδεύω με αεροπλάνο, έψαχνα να βρω την ομορφιά αυτή και απορημένη δεν την έβρισκα πουθενά. Σε κάθε ταξίδι έλεγα πως μπαααα έτυχε, η δικιά μου πτήση έτυχε να μην έχει ωραίες αεροσυνοδούς. Όταν άρχισαν να πληθαίνουν τα ταξίδια όμως, συνειδητοποίησα πως όχι δεν έτυχε, απλά δεν ισχύει πια αυτός ο κανόνας. Μια φορά μονάχα είχα δει έναν άντρα (!) όμορφο κι ήταν κι από το Ιράκ (ντοοοοόινγκ). Για πρώτη φορά σήμερα βλέπω όμορφες αεροσυνοδούς. Είναι κούκλες κι έχουν αυτήν την εξωτική ομορφιά που τις κάνει να ξεχωρίζουν. Μας υποδέχονται ευγενικά και χαμογελαστά με τις παραδοσιακές τους στολές. Ειδικά η μία είναι τόσο όμορφη που δεν μπορώ παρά να την χαζεύω. Γρήγορα σταματώ, μην με παρεξηγήσει. Το αεροπλάνο είναι γεμάτο και δεν είχαν να μας δώσουν θέση σε παράθυρο. Έχει τρεις σειρές θέσεων και βρισκόμαστε στην μεσαία. Συνεπιβάτης μας ένας μεγάλης ηλικίας Ασιάτης ο οποίος κάνει την προσπάθεια να φανεί φιλόξενος, αλλά ειλικρινά κι εγώ κάνω μεγάλη προσπάθεια να καταλάβω τα αγγλικά του και δεν τα καταφέρνω. Οπότε και δεν καταλαβαίνω από πιο μέρος της Ασίας είναι τελικά. Κοιτάζω με χαμόγελο την κουβερτούλα και το μαξιλαράκι που υπάρχει σε κάθε θέση. Μετά, με μεγαλύτερο ακόμα χαμόγελο και ζωηρά ενθουσιασμένα μάτια κοιτάζω την entertainment μίνι οθόνη που βρίσκεται ακριβώς μπροστά μου όταν κάθομαι στην θέση μου. Πεθαίνω για κάτι τέτοια. Έχεις πολλές επιλογές για το μακρινό ταξίδι των 9 ωρών. Μουσική, παιχνίδια, ταινίες, ντοκιμαντέρ. Ενθουσιάζομαι σαν μικρό παιδί. Μου αρέσει να χαίρομαι σαν παιδί με μικρά πραγματάκια. Όταν μου συμβαίνει αυτό νιώθω πιο αγνή. Φεύγει το «μεγάλες προσδοκίες» από πάνω μου και είμαι πιο ήρεμη.
Η πτήση ξεκινά και γρήγορα σχετικά μας φέρνουν το μενού να διαλέξουμε το βραδινό μας. Έχει πλάκα που κάτω από το μενού υπάρχει η σημείωση πως οι ταϋλανδέζικες συνταγές είναι από κορυφαίους σεφ. Wow! Παράλληλα, μας σερβίρουν κρασί. Δεν έχω όρεξη να πιω αλλά και να χα, χωρίς τσιγάρο δυσκολεύομαι. Το μενού έχει να διαλέξεις ανάμεσα από κοτόπουλο με κάρυ, ρύζι και λαχανικά και από χοιρινό με γλυκιά σος και πατάτες. Ακόμα, έχει ψωμάκι με βούτυρο & μια πάστα σοκολάτα. Διαλέγουμε κοτοπουλάκι και μόλις έρχεται το καταβροχθίζω, είναι νοστιμότατο. Μου αρέσει το φαγητό στο αεροπλάνο κι η όλη διαδικασία. Παρατηρώ τις αεροσυνοδούς που σερβίρουν συνέχεια κρασί. Ο συνεπιβάτης Ασιάτης έχει πιει τόσο πολύ που απορούμε αν έχει μεθύσει. Τώρα και αν δεν καταλαβαίνουμε τι λέει! Σχολιάζουμε με την Κλαίρη πως το κάνουν για να νυστάξουν τους επιβάτες και να έχουν όλοι ένα πιο ήρεμο ταξίδι. Αλλιώς δεν δικαιολογείται τέτοιο πότισμα. Γελάμε.
Κοιτάζω την αδερφή μου και την βλέπω ήρεμη. Μόνο αν την ξέρει κανείς μπορεί να διακρίνει μια θλίψη στα μεγάλα της μάτια αλλά εμένα μου κάνει ακόμα πιο όμορφη. Αν και της έλαχε αυτό το ταξίδι να μπει μέσα στην μέση και να μην μπορεί να βρίσκεται στην Ελλάδα στην καρδιά των εξελίξεων, είμαι σίγουρη πως θα της κάνει καλό. Της χαμογελώ τρυφερά και χαίρομαι που μοιάζει να είναι καλά και που αυτήν την στιγμή πετάει μακριά (κυριολεκτικά) από τον εργασιακό της εφιάλτη. Έχει όλο τον καιρό όταν με το καλό γυρίσουμε να στρογγυλοκαθίσει κάτω και να δει τι στο καλό θα κάνει από δω και πέρα. Την παραδέχομαι όμως γιατί είναι χαμογελαστή κι έτοιμη να αντιμετωπίσει τα πάντα. Φέρνω στο μυαλό μου ανθρώπους που ξέρω και πως θα αντιμετώπιζαν μια τέτοια κατάσταση και είμαι σίγουρη πως θα τα έβλεπαν όλα μίζερα και με ηττοπάθεια. Όχι αδίκως βέβαια. Το κορίτσι όμως που κάθεται δίπλα μου είναι ξεχωριστό. Ειδικά για μένα.
Αξιώνομαι να διαβάσω λίγο για την Ταϋλάνδη καθώς η ξεδιάντροπη είναι το πρώτο ταξίδι για το οποίο δεν έχω διαβάσει Τ Ι Π Ο Τ Α. Αφενός ποτέ δεν πρόλαβα, αφετέρου «εκμεταλλεύτηκα» την σοβαρή αναζήτηση πληροφοριών και μελέτη που έκανε η αδερφή μου κι έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη σε αυτήν της την αρμοδιότητα έμεινα αδιάβαστη. Πάντα όταν ταξιδεύουμε τα ψάχνει όλα με την κάθε λεπτομέρεια και περισσότερο από μένα, αλλά πάντα συμμετέχω κι εγώ με την δική μου μελέτη. Ε, αυτήν την φορά απλά σηκώθηκα και πήγα, δεν διάβασα τίποτα. Αρχίζω να ξεσκονίζω τον οδηγό. Στις μπροστινές θέσεις βρίσκεται ένα ζευγάρι Ταϋλανδών με το μωρό τους. Ο πατέρας είναι πολύ στοργικός και μου αρέσει πολύ αυτή η εικόνα. Ακριβώς δεξιά τους κάθονται δυο γυναίκες με ένα άλλο μωρό. Είναι κουκλιά, μου αρέσουν πολύ τα ασιάτικα μωράκια. Και τα αραπάκια τα ερωτεύομαι. Και βασικά όλα τα μωρά τα θέλω (των άλλων να είναι). Αγχώνομαι όμως γιατί τώρα είναι δύο, είναι ακριβώς μπροστά μας και άντε να αρχίσουν τα κλάματα… Κι είναι και πολλές ώρες ταξίδι.. Προς το παρόν είναι πολύ ήσυχα και λίγο που πάνε να γκρινιάξουν γρήγορα σταματάνε με τα χάδια των γονιών τους. Τα περισσότερα φώτα κλείνουν, η αδερφή μου κοιμάται κι εγώ είμαι έτοιμη να διαλέξω ταινία αφού πρώτα έχω περιεργαστεί πλήρως την entertainment μίνι οθόνη μου, έχω παίξει κανα δυο παιχνίδια και από τις πολλές επιλογές ταινιών καταλήγω σε κάτι εύκολο τόσο για να το δω ώρα που είναι, όσο και για να καταλαβαίνω καλύτερα τα αγγλικά με τα μικρά ακουστικά μου. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το μιούζικαλ burlesque. Το παρακολουθώ ευχάριστα χωρίς να ξετρελαίνομαι αν και θα ήταν πιο ωραία να το έβλεπα στην μεγάλη οθόνη. Γύρω μου οι αεροσυνοδοί με διαφορετικά ρούχα πια, σερβίρουν συνέχεια χυμούς και νερό. Κάποια στιγμή αποφασίζω να κοιμηθώ κι εγώ λίγο με συνοδεία μουσικής. Επιλογή μου, λάτιν (αλίμονο), ο δίσκος Buena vista social club. Ξεκινά το πρώτο τραγούδι, είναι το chan chan
Σήμερα θα πάμε στην άλλη πλευρά της Τσαβένγκ από αυτήν που μένουμε, μετά την λίμνη, εκεί που συμφορουμίτες μας, μας έχουν προτείνει κάποια εστιατόρια. Έχουμε ξεχωρίσει το Zico’ s και το Ninja. Είναι πολύ κοντά αυτά μεταξύ τους κι έχοντας διαβάσει καλές κριτικές και για τα δύο στο ίντερνετ, έχουμε διπλό λόγο να τα έχουμε στο νου μας. Μεταφερόμαστε με (τι άλλο) songtheaw και πληρώνουμε στον οδηγό 100 μπατ έκαστη. Ξέρουμε πια πως το κόστος για τις κοντινές περιοχές είναι το πρωί 60 μπατ και το βράδυ 100. Μας αφήνει στο βραζιλιάνικο εστιατόριο Zico’ s. Είναι μεγάλο, ψηλοτάβανο και φαίνεται ωραίο. Έχει προκαθορισμένο ατομικό μενού με πολλά πιάτα κρεατοφαγίας κι απεριόριστη salad bar, με 890 μπατ το άτομο. Είναι λίγο πιο ακριβό από άλλα εστιατόρια, μιλώντας για τα δεδομένα της Ταϋλάνδης πάντα. Είναι σε κλειστό χώρο και δεν βλέπουμε να κάθεται πολύς κόσμος μέσα. Παίζει αγαπημένη λάτιν μουσική και παρόλο που είναι εστιατόριο, την έχουν πολύ δυνατά. Τι στο καλό, κουφοί είναι εδώ στην Ταϋλάνδη? Λέμε να το αφήσουμε για μια άλλη φορά. Δεν πεινάμε τόσο όσο μεγάλο είναι το κάθε ατομικό μενού, αλλά επειδή είμαστε λαίμαργες θα το φάμε όλο και θα γκρινιάζουμε μετά. Πωπω, φούσκωσα, πωπω πάχυνα, πωπω δεν μπορώ να περπατήσω κτλ. ωραία γυναικεία. Λέμε να το επισκεφτούμε ίσως κάποιο άλλο βράδυ που θα πεινάμε ΠΟΛΥ. Εξάλλου δεν θεωρούμε ιδιαίτερα ελκυστική την ιδέα να μπούμε αυτήν την στιγμή σε κλειστό χώρο, καθώς είναι καλοκαίρι, έχει πολύ υγρασία και θέλουμε να παίρνουμε τον αέρα μας όσο τρώμε, χαζεύοντας το νυχτερινό Κο Σαμούι. Συνεχίζουμε την βόλτα μας περνώντας ανάμεσα από τα άπειρα μικρομάγαζα που πουλάνε τα πάντα. Η ώρα έχει πάει 21.30, τα εστιατόρια είναι σχεδόν άδεια κι αναρωτιόμαστε τι ώρα τρώνε πια εδώ. Πάντως δεν γίνεται χαμός από τουρισμό, περίμενα πολύ περισσότερο κόσμο να κατακλύζει το νησί, κάτι που βέβαια είναι καλό για μας. Βλέπουμε το Ninja και είναι το μοναδικό φαγητάδικο που είναι σχεδόν γεμάτο. Χωρίς πολλά πολλά αποφασίζουμε να καθίσουμε.
Δεν το λες και εστιατόριο σαν πρώτη ματιά ούτε και σε εντυπωσιάζει σαν χώρος. Πρόχειρα στημένο με καμιά απολύτως διακόσμηση και όλα είναι ακατάστατα. Και λιιιιιίγο βρώμικα, δεν νομίζω να σκουπίζουν και πολύ συχνά! Γενικά, όλο το μαγαζί φαίνεται φτωχικό. Αν δεν στο έχουν προτείνει και το δεις άδειο από κόσμο, αποκλείεται να κάτσεις. Άσχετα όμως που μας το έχουν συστήσει, είναι πολύ πιθανό να καθόμασταν έτσι και αλλιώς. Δεν είναι τυχαίο όταν ένα μαγαζί είναι γεμάτο, την ίδια στιγμή που τα άλλα είναι άδεια. Φαίνεται να το δουλεύουν οικογενειακά, είναι ανοιχτό 24/7 και οι μικρές σερβιτόρες τρέχουν για να εξυπηρετήσουν τους πεινασμένους πελάτες. Αργούν λίγο να φέρουν τα μενού τα οποία μας κάνουν να πέσουμε σε βαριά μελέτη όταν τελικά τα παίρνουμε στα χέρια μας. Όλα τα πιάτα είναι σε φωτογραφίες κάτι που κατά κανόνα με ενοχλεί (δεν υπάρχει πιο τουριστικό) αλλά φαντάζομαι πως το κάνουν για να μην χρειάζεται να τα εξηγούν, καθώς αριθμούν τα 200-250 παρακαλώ! Τι να πρωτοδιαλέξουμε! Κι αυτό μου κακοφαίνεται συνήθως, όπου μεγάλο το μενού, τόσο μικρότερη η ποιότητα. Το φαγητό κατά βάση είναι ταϋλανδέζικο, έχει επιλογές για όλα τα γούστα, κρέας και ψάρι, μέχρι και για χορτοφάγους. Ατού, πως είναι πάρα πολύ φτηνά όλα τα πιάτα οπότε είναι ιδανική ευκαιρία να παραγγείλεις πολλά και να δοκιμάσεις όσες λιχουδιές λαχταράει η καρδιά σου. Ή για να το πω σωστότερα, το στομάχι σου. Τα πιάτα μας πρέπει να προσαρμοστούν στα θέλω και των δυο μας κι έτσι καταλήγουμε σε κάποιες safe επιλογές. Από ποτά δεν έχει και πολλά να επιλέξεις, παρά μόνο μπίρες, αναψυκτικά και Bacardi breezers. Η μπιρόβια δεν δυσκολεύεται και επιλέγει μια τοπική μπίρα, εμένα δεν μου κάνει τίποτα πάλι να πιω αλλά παίρνω ένα breezer, πιο πολύ για συνοδευτικό με το τσιγάρο. Μας τα φέρνουν όπως πάντα στην πρακτική θήκη.
Αυτή η εικόνα έχει σμικρυνθεί. Πατήστε εδώ για να δείτε τη μεγάλη εικόνα.
Μέχρι να μας φέρουν την παραγγελία (η οποία αργεί κι αυτή λίγο), μας φέρνουν διάφορα συνοδευτικά. Δυο πιάτα, καμιά εικοσαριά πλαστικά μπολάκια τα οποία κοιτάμε με απορία, όμως μας φέρνουν ένα σωρό σάλτσες (οπότε και βάζουμε μέσα στα μπολ όσες θέλουμε) και ένα μεγάλο πλαστικό μπολ στο οποίο έχουν μέσα δεκάδες πιρούνια και κουτάλια. Μα τι να τα κάνουμε οοοοοοόλα αυτά αναρωτιόμαστε πάλι, μόνο οι δυο μας θα είμαστε! Έρχονται τα φαγητά και τα πιρουνοκούταλα είναι έτοιμα τώρα για επίθεση. Το κοτόπουλο βουτύρου είναι πεντανόστιμο και με τις διάφορες σάλτσες, κάθε μπουκιά είναι διαφορετική! Η σαλάτα παπάγια (ότι είναι η χωριάτικη για την Ελλάδα) παραείναι πικάντικη και δεν μου πολυαρέσει. Η Κλαίρη δεν την δοκιμάζει καν. Οι πατάτες είναι όπως….. όλες οι τηγανιτές πατάτες (έπρεπε να είμαι σίγουρη πως το Κλαιράκι θα φάει κάτι), τα noodles είναι συμπαθητικά αλλά βαρετά χωρίς έξτρα καρυκεύματα μέσα (μαντέψτε γιατί τα πήραμε σκέτα) και το special ninja που παραγγείλαμε και έμοιαζε με κάτι σαν τυροπιτάκια, είναι τελικά πιτάκια με πικάντικη γέμιση λαχανικών. Και είναι όντως σπέσιαλ. Όταν μας τα έφερε η σερβιτόρα ως τελευταίο πιάτο, στον δρόμο της έπεσε ένα κάτω. Αμήχανη το πήρε όλο το πιάτο πίσω και μας έφερε άλλο μετά από λίγο. Δεν παίρνω και όρκο ότι το αντικατέστησε αυτό που έπεσε, για την ακρίβεια το αποκλείω. Δεν επηρεαζόμαστε και τα τρώμε κανονικότα. Παντού γίνεται αυτό, σε όλες τις κουζίνες του κόσμου. Αν πέσει κάτι κάτω απλά ξαναμπαίνει στο πιάτο κι απλά αυτό δεν γίνεται μπροστά μας. Με τις διάφορες πικάντικες σάλτσες, ο ουρανίσκος μου φλέγεται ευχάριστα και πολύ θα ήθελα να είχα λίγο κρασί τώρα. Η Κλαίρη τσακίζει γρήγορα άλλη μια μπίρα και κάπως έτσι τελειώνει ένα επιτυχημένο βραδινό φαγητό. Για να πληρώσουμε, πρέπει να πάμε κοντά στον συμπαθητικό υπεύθυνο, ο οποίος με κομπιουτεράκι επιβεβαιώνει μαζί μας τα πιάτα που παραγγείλαμε και τα προσθέτει ένα ένα μπροστά μας για να μας πει τον λογαριασμό. Τόσο τυπικός. Πολύ νόστιμο το ninja και οικονομικότατο, πληρώσαμε μόλις 600 μπατ και για τις δυο μας και το συστήνω ανεπιφύλακτα. Αν είχα και άλλη πιο καλοφαγάδικη παρέα θα έτρωγα ακόμα καλύτερα. Όμως την παρέα που έχω, δεν την αλλάζω με τίποτα και για κανένα γαστριμαργικό όργιο στον κόσμο.
Η πτήση ξεκινά και γρήγορα σχετικά μας φέρνουν το μενού να διαλέξουμε το βραδινό μας. Έχει πλάκα που κάτω από το μενού υπάρχει η σημείωση πως οι ταϋλανδέζικες συνταγές είναι από κορυφαίους σεφ. Wow! Παράλληλα, μας σερβίρουν κρασί. Δεν έχω όρεξη να πιω αλλά και να χα, χωρίς τσιγάρο δυσκολεύομαι. Το μενού έχει να διαλέξεις ανάμεσα από κοτόπουλο με κάρυ, ρύζι και λαχανικά και από χοιρινό με γλυκιά σος και πατάτες. Ακόμα, έχει ψωμάκι με βούτυρο & μια πάστα σοκολάτα. Διαλέγουμε κοτοπουλάκι και μόλις έρχεται το καταβροχθίζω, είναι νοστιμότατο. Μου αρέσει το φαγητό στο αεροπλάνο κι η όλη διαδικασία. Παρατηρώ τις αεροσυνοδούς που σερβίρουν συνέχεια κρασί. Ο συνεπιβάτης Ασιάτης έχει πιει τόσο πολύ που απορούμε αν έχει μεθύσει. Τώρα και αν δεν καταλαβαίνουμε τι λέει! Σχολιάζουμε με την Κλαίρη πως το κάνουν για να νυστάξουν τους επιβάτες και να έχουν όλοι ένα πιο ήρεμο ταξίδι. Αλλιώς δεν δικαιολογείται τέτοιο πότισμα. Γελάμε.
Κοιτάζω την αδερφή μου και την βλέπω ήρεμη. Μόνο αν την ξέρει κανείς μπορεί να διακρίνει μια θλίψη στα μεγάλα της μάτια αλλά εμένα μου κάνει ακόμα πιο όμορφη. Αν και της έλαχε αυτό το ταξίδι να μπει μέσα στην μέση και να μην μπορεί να βρίσκεται στην Ελλάδα στην καρδιά των εξελίξεων, είμαι σίγουρη πως θα της κάνει καλό. Της χαμογελώ τρυφερά και χαίρομαι που μοιάζει να είναι καλά και που αυτήν την στιγμή πετάει μακριά (κυριολεκτικά) από τον εργασιακό της εφιάλτη. Έχει όλο τον καιρό όταν με το καλό γυρίσουμε να στρογγυλοκαθίσει κάτω και να δει τι στο καλό θα κάνει από δω και πέρα. Την παραδέχομαι όμως γιατί είναι χαμογελαστή κι έτοιμη να αντιμετωπίσει τα πάντα. Φέρνω στο μυαλό μου ανθρώπους που ξέρω και πως θα αντιμετώπιζαν μια τέτοια κατάσταση και είμαι σίγουρη πως θα τα έβλεπαν όλα μίζερα και με ηττοπάθεια. Όχι αδίκως βέβαια. Το κορίτσι όμως που κάθεται δίπλα μου είναι ξεχωριστό. Ειδικά για μένα.
Αξιώνομαι να διαβάσω λίγο για την Ταϋλάνδη καθώς η ξεδιάντροπη είναι το πρώτο ταξίδι για το οποίο δεν έχω διαβάσει Τ Ι Π Ο Τ Α. Αφενός ποτέ δεν πρόλαβα, αφετέρου «εκμεταλλεύτηκα» την σοβαρή αναζήτηση πληροφοριών και μελέτη που έκανε η αδερφή μου κι έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη σε αυτήν της την αρμοδιότητα έμεινα αδιάβαστη. Πάντα όταν ταξιδεύουμε τα ψάχνει όλα με την κάθε λεπτομέρεια και περισσότερο από μένα, αλλά πάντα συμμετέχω κι εγώ με την δική μου μελέτη. Ε, αυτήν την φορά απλά σηκώθηκα και πήγα, δεν διάβασα τίποτα. Αρχίζω να ξεσκονίζω τον οδηγό. Στις μπροστινές θέσεις βρίσκεται ένα ζευγάρι Ταϋλανδών με το μωρό τους. Ο πατέρας είναι πολύ στοργικός και μου αρέσει πολύ αυτή η εικόνα. Ακριβώς δεξιά τους κάθονται δυο γυναίκες με ένα άλλο μωρό. Είναι κουκλιά, μου αρέσουν πολύ τα ασιάτικα μωράκια. Και τα αραπάκια τα ερωτεύομαι. Και βασικά όλα τα μωρά τα θέλω (των άλλων να είναι). Αγχώνομαι όμως γιατί τώρα είναι δύο, είναι ακριβώς μπροστά μας και άντε να αρχίσουν τα κλάματα… Κι είναι και πολλές ώρες ταξίδι.. Προς το παρόν είναι πολύ ήσυχα και λίγο που πάνε να γκρινιάξουν γρήγορα σταματάνε με τα χάδια των γονιών τους. Τα περισσότερα φώτα κλείνουν, η αδερφή μου κοιμάται κι εγώ είμαι έτοιμη να διαλέξω ταινία αφού πρώτα έχω περιεργαστεί πλήρως την entertainment μίνι οθόνη μου, έχω παίξει κανα δυο παιχνίδια και από τις πολλές επιλογές ταινιών καταλήγω σε κάτι εύκολο τόσο για να το δω ώρα που είναι, όσο και για να καταλαβαίνω καλύτερα τα αγγλικά με τα μικρά ακουστικά μου. Κι αυτό δεν είναι άλλο από το μιούζικαλ burlesque. Το παρακολουθώ ευχάριστα χωρίς να ξετρελαίνομαι αν και θα ήταν πιο ωραία να το έβλεπα στην μεγάλη οθόνη. Γύρω μου οι αεροσυνοδοί με διαφορετικά ρούχα πια, σερβίρουν συνέχεια χυμούς και νερό. Κάποια στιγμή αποφασίζω να κοιμηθώ κι εγώ λίγο με συνοδεία μουσικής. Επιλογή μου, λάτιν (αλίμονο), ο δίσκος Buena vista social club. Ξεκινά το πρώτο τραγούδι, είναι το chan chan
Σήμερα θα πάμε στην άλλη πλευρά της Τσαβένγκ από αυτήν που μένουμε, μετά την λίμνη, εκεί που συμφορουμίτες μας, μας έχουν προτείνει κάποια εστιατόρια. Έχουμε ξεχωρίσει το Zico’ s και το Ninja. Είναι πολύ κοντά αυτά μεταξύ τους κι έχοντας διαβάσει καλές κριτικές και για τα δύο στο ίντερνετ, έχουμε διπλό λόγο να τα έχουμε στο νου μας. Μεταφερόμαστε με (τι άλλο) songtheaw και πληρώνουμε στον οδηγό 100 μπατ έκαστη. Ξέρουμε πια πως το κόστος για τις κοντινές περιοχές είναι το πρωί 60 μπατ και το βράδυ 100. Μας αφήνει στο βραζιλιάνικο εστιατόριο Zico’ s. Είναι μεγάλο, ψηλοτάβανο και φαίνεται ωραίο. Έχει προκαθορισμένο ατομικό μενού με πολλά πιάτα κρεατοφαγίας κι απεριόριστη salad bar, με 890 μπατ το άτομο. Είναι λίγο πιο ακριβό από άλλα εστιατόρια, μιλώντας για τα δεδομένα της Ταϋλάνδης πάντα. Είναι σε κλειστό χώρο και δεν βλέπουμε να κάθεται πολύς κόσμος μέσα. Παίζει αγαπημένη λάτιν μουσική και παρόλο που είναι εστιατόριο, την έχουν πολύ δυνατά. Τι στο καλό, κουφοί είναι εδώ στην Ταϋλάνδη? Λέμε να το αφήσουμε για μια άλλη φορά. Δεν πεινάμε τόσο όσο μεγάλο είναι το κάθε ατομικό μενού, αλλά επειδή είμαστε λαίμαργες θα το φάμε όλο και θα γκρινιάζουμε μετά. Πωπω, φούσκωσα, πωπω πάχυνα, πωπω δεν μπορώ να περπατήσω κτλ. ωραία γυναικεία. Λέμε να το επισκεφτούμε ίσως κάποιο άλλο βράδυ που θα πεινάμε ΠΟΛΥ. Εξάλλου δεν θεωρούμε ιδιαίτερα ελκυστική την ιδέα να μπούμε αυτήν την στιγμή σε κλειστό χώρο, καθώς είναι καλοκαίρι, έχει πολύ υγρασία και θέλουμε να παίρνουμε τον αέρα μας όσο τρώμε, χαζεύοντας το νυχτερινό Κο Σαμούι. Συνεχίζουμε την βόλτα μας περνώντας ανάμεσα από τα άπειρα μικρομάγαζα που πουλάνε τα πάντα. Η ώρα έχει πάει 21.30, τα εστιατόρια είναι σχεδόν άδεια κι αναρωτιόμαστε τι ώρα τρώνε πια εδώ. Πάντως δεν γίνεται χαμός από τουρισμό, περίμενα πολύ περισσότερο κόσμο να κατακλύζει το νησί, κάτι που βέβαια είναι καλό για μας. Βλέπουμε το Ninja και είναι το μοναδικό φαγητάδικο που είναι σχεδόν γεμάτο. Χωρίς πολλά πολλά αποφασίζουμε να καθίσουμε.
Δεν το λες και εστιατόριο σαν πρώτη ματιά ούτε και σε εντυπωσιάζει σαν χώρος. Πρόχειρα στημένο με καμιά απολύτως διακόσμηση και όλα είναι ακατάστατα. Και λιιιιιίγο βρώμικα, δεν νομίζω να σκουπίζουν και πολύ συχνά! Γενικά, όλο το μαγαζί φαίνεται φτωχικό. Αν δεν στο έχουν προτείνει και το δεις άδειο από κόσμο, αποκλείεται να κάτσεις. Άσχετα όμως που μας το έχουν συστήσει, είναι πολύ πιθανό να καθόμασταν έτσι και αλλιώς. Δεν είναι τυχαίο όταν ένα μαγαζί είναι γεμάτο, την ίδια στιγμή που τα άλλα είναι άδεια. Φαίνεται να το δουλεύουν οικογενειακά, είναι ανοιχτό 24/7 και οι μικρές σερβιτόρες τρέχουν για να εξυπηρετήσουν τους πεινασμένους πελάτες. Αργούν λίγο να φέρουν τα μενού τα οποία μας κάνουν να πέσουμε σε βαριά μελέτη όταν τελικά τα παίρνουμε στα χέρια μας. Όλα τα πιάτα είναι σε φωτογραφίες κάτι που κατά κανόνα με ενοχλεί (δεν υπάρχει πιο τουριστικό) αλλά φαντάζομαι πως το κάνουν για να μην χρειάζεται να τα εξηγούν, καθώς αριθμούν τα 200-250 παρακαλώ! Τι να πρωτοδιαλέξουμε! Κι αυτό μου κακοφαίνεται συνήθως, όπου μεγάλο το μενού, τόσο μικρότερη η ποιότητα. Το φαγητό κατά βάση είναι ταϋλανδέζικο, έχει επιλογές για όλα τα γούστα, κρέας και ψάρι, μέχρι και για χορτοφάγους. Ατού, πως είναι πάρα πολύ φτηνά όλα τα πιάτα οπότε είναι ιδανική ευκαιρία να παραγγείλεις πολλά και να δοκιμάσεις όσες λιχουδιές λαχταράει η καρδιά σου. Ή για να το πω σωστότερα, το στομάχι σου. Τα πιάτα μας πρέπει να προσαρμοστούν στα θέλω και των δυο μας κι έτσι καταλήγουμε σε κάποιες safe επιλογές. Από ποτά δεν έχει και πολλά να επιλέξεις, παρά μόνο μπίρες, αναψυκτικά και Bacardi breezers. Η μπιρόβια δεν δυσκολεύεται και επιλέγει μια τοπική μπίρα, εμένα δεν μου κάνει τίποτα πάλι να πιω αλλά παίρνω ένα breezer, πιο πολύ για συνοδευτικό με το τσιγάρο. Μας τα φέρνουν όπως πάντα στην πρακτική θήκη.


Μέχρι να μας φέρουν την παραγγελία (η οποία αργεί κι αυτή λίγο), μας φέρνουν διάφορα συνοδευτικά. Δυο πιάτα, καμιά εικοσαριά πλαστικά μπολάκια τα οποία κοιτάμε με απορία, όμως μας φέρνουν ένα σωρό σάλτσες (οπότε και βάζουμε μέσα στα μπολ όσες θέλουμε) και ένα μεγάλο πλαστικό μπολ στο οποίο έχουν μέσα δεκάδες πιρούνια και κουτάλια. Μα τι να τα κάνουμε οοοοοοόλα αυτά αναρωτιόμαστε πάλι, μόνο οι δυο μας θα είμαστε! Έρχονται τα φαγητά και τα πιρουνοκούταλα είναι έτοιμα τώρα για επίθεση. Το κοτόπουλο βουτύρου είναι πεντανόστιμο και με τις διάφορες σάλτσες, κάθε μπουκιά είναι διαφορετική! Η σαλάτα παπάγια (ότι είναι η χωριάτικη για την Ελλάδα) παραείναι πικάντικη και δεν μου πολυαρέσει. Η Κλαίρη δεν την δοκιμάζει καν. Οι πατάτες είναι όπως….. όλες οι τηγανιτές πατάτες (έπρεπε να είμαι σίγουρη πως το Κλαιράκι θα φάει κάτι), τα noodles είναι συμπαθητικά αλλά βαρετά χωρίς έξτρα καρυκεύματα μέσα (μαντέψτε γιατί τα πήραμε σκέτα) και το special ninja που παραγγείλαμε και έμοιαζε με κάτι σαν τυροπιτάκια, είναι τελικά πιτάκια με πικάντικη γέμιση λαχανικών. Και είναι όντως σπέσιαλ. Όταν μας τα έφερε η σερβιτόρα ως τελευταίο πιάτο, στον δρόμο της έπεσε ένα κάτω. Αμήχανη το πήρε όλο το πιάτο πίσω και μας έφερε άλλο μετά από λίγο. Δεν παίρνω και όρκο ότι το αντικατέστησε αυτό που έπεσε, για την ακρίβεια το αποκλείω. Δεν επηρεαζόμαστε και τα τρώμε κανονικότα. Παντού γίνεται αυτό, σε όλες τις κουζίνες του κόσμου. Αν πέσει κάτι κάτω απλά ξαναμπαίνει στο πιάτο κι απλά αυτό δεν γίνεται μπροστά μας. Με τις διάφορες πικάντικες σάλτσες, ο ουρανίσκος μου φλέγεται ευχάριστα και πολύ θα ήθελα να είχα λίγο κρασί τώρα. Η Κλαίρη τσακίζει γρήγορα άλλη μια μπίρα και κάπως έτσι τελειώνει ένα επιτυχημένο βραδινό φαγητό. Για να πληρώσουμε, πρέπει να πάμε κοντά στον συμπαθητικό υπεύθυνο, ο οποίος με κομπιουτεράκι επιβεβαιώνει μαζί μας τα πιάτα που παραγγείλαμε και τα προσθέτει ένα ένα μπροστά μας για να μας πει τον λογαριασμό. Τόσο τυπικός. Πολύ νόστιμο το ninja και οικονομικότατο, πληρώσαμε μόλις 600 μπατ και για τις δυο μας και το συστήνω ανεπιφύλακτα. Αν είχα και άλλη πιο καλοφαγάδικη παρέα θα έτρωγα ακόμα καλύτερα. Όμως την παρέα που έχω, δεν την αλλάζω με τίποτα και για κανένα γαστριμαργικό όργιο στον κόσμο.
Attachments
-
255,3 KB Προβολές: 158
Last edited by a moderator: