Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.219
- Likes
- 55.390
- Επόμενο Ταξίδι
- Nipon-Αλάσκα-Yellowstone
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2. Μουρμάνσκ και Βόρειο Σέλας: Καλωσήρθατε στο κορωνοπάρτι, έχουμε και φώτα
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 2
- Κεφάλαιο 3. Βουνά Khibiny: Η δίδυμη αδελφή του Βενιζέλου, ενάμισι μέτρο κρέας και μια αναρριχώμενη ρεσεψιονίστ
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 3
- Κεφάλαιο 4. Teriberka: Εκεί που το χιόνι μπερδεύεται με τον αφρό, ο τριανταπεντάρης σάκος και η πτήση του καμπούρη
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 4
- Κεφάλαιο 5. Κρασνογιάρσκ: Επιτέλους πρωινό του επιπέδου μας και ο Υπερκορωνικός
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 5
- Κεφάλαιο 6. Λίμνη Βαϊκάλη: Το τζιπ του Στάλιν και το Ουγιούνι της Ασίας
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 6
- Κεφάλαιο 7. Λίμνη Βαϊκάλη 2: Ρωγμές, σταλακτίτες κι η δεύτερη μέρα που καρα-άξιζε
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 7
- Κεφάλαιο 8. Επιστροφή στο Ιρκούτσκ: Η Οδύσσεια ενός εμβολιασμένου
- Κεφάλαιο 9. Ιρκούτσκ: 5.000 μογγολικές θερμίδες, ιντελεκτουέλ καφέ και στρηπτιτζούδες με μάσκες όχι στο πρόσωπο
- Κεφάλαιο 10. Ιρκούτσκ και Kyzyl: Η μέρα του τεμπέλη, οι Σκύθες, οι βουδιστές και ο λόξιγκας του πισινού της κυρίας
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 10
- Κεφάλαιο 11. Abakan: Η Δημοκρατία της Χακασίας, τα μενίρ, οι αστυνομικοί κι οι ταραντούλες
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 11
- Κεφάλαιο 12. Novosibirsk: Κομουντσκαγια και Σοβιέτσκαγια γωνία
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 12
- Κεφάλαιο 13. Τομσκ: Χιόνια, φοιτητές και τραμ
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 13
- Κεφάλαιο 14. Γεκατερίνεμπουργκ: Γέλτσινμπουργκ...
- Κεφάλαιο 15. Tobolsk: To Τολέδο της Σιβηρίας και ο Dr Snoopy
- Κεφάλαιο 16. Tyumen: H πόλη που δεν είχα ακούσει ποτέ
- Κεφάλαιο 17. Καζάν: Οι Τάταροι, ο ιμάμης και ο νέος Παναθηναϊκός
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 17
- Κεφάλαιο 18. Bolgar: Από πού ήρθαν οι Βούλγαροι, από πού φεύγουν οι προδότες;
- Κεφάλαιο 19. Nizhny-Vladimir: Το Gorky, ο Σαχάροφ και η κουκλίτσα
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 19
- Κεφάλαιο 20. Σαν βγεις στον πηγαιμό για Petrozadovsk να εύχεσαι να είναι τα ρώσικα σου καλά: Αν τη ρωσική δεν ομιλείς, άντε τράβα να πνιγείς, Ρωσία-Τουρισμός 2020
- Κεφάλαιο 21. Ροστόφ: Meh
- Κεφάλαιο 22. Κρασνοντάρ & Roza Khutor: Meh ξανά & καθόλου meh
- Κεφάλαιο 23. Roza Khutor & Sochi: Κορυφές και χλίδα, μια άλλη Ρωσία
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 22
- Κεφάλαιο 24. Elista: Ρωσικές παγόδες, γενοκτονίες και η Alexandra η μογγολοβουδίστρια
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 24
- Κεφάλαιο 25. Elista και προς Βόλγκογκραντ: Παγόδες #2 και ο βανιέρης της καρδιάς μας
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 25
- Κεφάλαιο 26. Volgograd-Stalingrad-Tsaritsyn: Όπως και να το πεις, Soviets do it better
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 26
- Κεφάλαιο 27. ΜΟΣΧΑ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΜΟΣΧΑ Η Μαρία, η γραφειοκρατία, το χόκεϊ και η επιστροφή
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 27
- Κεφάλαιο 28. ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
Novosibirsk: Κομουντσκαγια και Σοβιέτσκαγια γωνία
Novosibirsk: Κομουντσκαγια και Σοβιέτσκαγια γωνία
Αυτή τη φορά πέταξα με την S7, την οποία έχω ξανατιμήσει στο παρελθόν. Πολλές πτήσεις διαβάζετε, ε; Και πού είστε ακόμη... Αλλά τι να κάνω που οι πτήσεις ήταν οι φτηνές και οι αποστάσεις τεράστιες; Για τη σημερινή διαδρομή ας πούμε είχα να επιλέξω ανάμεσα σε 22 ώρες διαδρομή με το τραίνο ή 80 λεπτά με το αεροπλάνο, με τη διαφορά στην τιμή να είναι σεβαστή μεν (περίπου 36 ευρώ το τραίνο στη δεύτερη θέση, 74 το αεροπλάνο) αφού ήταν μια από τις ακριβότερες πτήσεις που πήρα στο ταξίδι, αλλά το χρονικό κέρδος ήταν τεράστιο και ήθελα να δω όσα περισσότερα μπορούσα στη χώρα, χώρια που το τραίνο μου είχε φανεί πολύ βαρετό (αν και θα το ξαναέπαιρνα προφανώς).
Το Νοβοσιμπίρσκ λοιπόν είναι μια μεγάλη πόλη, η τρίτη μεγαλύτερη της χώρας και μεγαλύτερη της αχανούς Σιβηρίας, με την οποία είχα ξανασχοληθεί, έστω σε θεωρητικό επίπεδο, πριν από αρκετά χρόνια, όταν αμφιταλαντευόμουν αν θα έπρεπε να πάω στη Ρωσία να κάνω Ρώσικα (και η πόλη με τα φτηνότερα εντατικά μαθήματα ήταν αυτή), στη Βραζιλία για Πορτογαλικά ή στη Σουηδία για τις γκόμ... ε για τα Σουηδικά. Μαντέψτε πού κατέληξα. Jag är omogen.
Προσγειώθηκα στις 10.20 το πρωί, με το αεροδρόμιο να είναι πολύ πιο μεγάλο, οργανωμένο και... διεθνές. Όχι ότι είδα κανέναν αλλοδαπό, αλλά πτήσεις προς το εξωτερικό διέθετε. Κλασικά, πήρα yandex για το ξενοδοχείο που είχα κλείσει το προηγούμενο βράδυ (πολλές φορές τα έκλεινα και την ίδια μέρα, αυτά είναι ταξίδια), που ήταν καλή απόφαση, αφού δε θα το έβρισκα ποτέ μόνος μου: βρισκόταν σε ένα στενάκι που ήταν αδύνατον να το βρεις, η ρεσεψιόν ήταν σαν καφετέρια, το δε δωμάτιό μου βρισκόταν σε απέναντι κτίριο- σοβιετική εργατική πολυκατοικία, το εσωτερικό του όμως ήταν όμορφα και λειτουργικά διαμορφωμένο. Η χαμογελαστή (έχετε καταλάβει ότι πλέον αναφέρω μόνο τους μη αγενείς Ρώσους, ε; Μη γεμίζω σελίδες με το πόσοι ήταν κακοδιάθετοι, το καταλάβατε) αλλά αυστηρά ρωσόφωνη ρεσεψιονίστ δεσμεύθηκε να μου κάνει και registration για να μην έχω τίποτε μπερδέματα και φάνηκε να διασκεδάζει από την παντομίμα μου για τη ρωσική αστυνομία, με την κλασική ελληνική χειρονομία αυτοϊκανοποίησης-τρομπαρίσματος

Πριν βγω για εξερεύνηση έκανα ένα ντουσάκι, άλλωστε είχα κλείσει εισιτήρια για την όπερα σήμερα, κι έριξα και μια ματιά στα μέιλ μου, ενώ άνοιξα και τον οδηγό μου για να δω τι είχα σημειώσει. Στα must see είχα σταμπάρει κάποιο Μουσείο ΕΣΣΔ, αλλά σύμφωνα με τον οδηγό μου θα ήταν κλειστό σήμερα, Κυριακή. Στο googlemaps όμως εμφανιζόταν ως ανοικτό, οπότε έκανα μια κλήση μπας και σταθώ τυχερός και τελικώς αποδείχθηκε πως ήταν, αν κατάλαβα καλά τα Ρώσικα του κυριούλη. Έβαλα τα μποτάκια μου, γιατί το χιόνι κι ο πάγος ήταν άφθονα, και βγήκα όλο ενθουσιασμό στο ηλιόλουστο κατά τ' άλλα Νοβοσιμπίρσκ.
Το μουσείο ήταν περίπου 20 λεπτά μακριά με τα πόδια, που έγιναν περισσότερα επειδή και ενδιαφέροντα κτίρια είχα σημειώσει να δω, σε μια πόλη με αρκετό αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, αλλά κι επειδή τσίμπησα κάτι σε έναν αξιοπρεπέστατο τοπικό φούρνο. Ο τύπος στην είσοδο του μουσείου, που απέξω φαίνεται πολύ μικρό και στεγάζεται σε ένα από τα ελάχιστα ξύλινα σπίτια που σώζονται στην πόλη, μου έδωσε ένα φυλλάδιο με καλά Αγγλικά που έβγαζε νόημα, ήταν ενθουσιώδης και γενικώς ασχολήθηκε. Βεβαιώθηκε μάλιστα πως κατανόησα πως όχι απλά επιτρέπεται, αλλά επιβάλλεται να αγγίξεις όλα τα αντικείμενα του σπιτιού. To μουσείο λοιπόν είναι ουσιαστικά ένα σπίτι εποχής ΕΣΣΔ, διαρρυθμισμένο θεματικά και με διαφορετικό φυλλαδιάκι σε καλά (!) Αγγλικά για κάθε δωμάτιο, που σου έδινε ένα πολιτιστικό/ιστορικό background για κάθε θέμα.
Η όλη προσέγγιση ήταν νοσταλγική και με χιούμορ, χωρίς να είναι ξέπλυμα για τα όσα συνέβαιναν επί ΕΣΣΔ, αλλά μάλλον ήταν όπως ακριβώς έπρεπε: με σεβασμό, για τη μεγαλύτερη χώρα του κόσμου και για ένα τρόπο ζωής που καλώς ή κακώς αποτέλεσε το καθοριστικό στοιχείο στις ζωές δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων για πολλές δεκαετίες και με την αναπόδραστη νοσταλγία γι' αυτό που για κάποιους ήταν η παιδική ή η εφηβική τους ηλικία και πολύ παραπάνω. Τα δωμάτια ήταν ασφυκτικά γεμάτα με αντικείμενα, στο βαθμό που ήθελες πολλά λεπτά σε κάθε ένα από αυτά, κι ας μην ξεπερνούσαν κάποια τα 10 τετραγωνικά μέτρα. Το ότι το μουσείο ήταν hands on σήμαινε πως μπορούσες να αγγίξεις, διαβάσεις, ξεφυλλίσεις και... να φορέσεις πολλά από τα εκθέματα. Ε, στο δωμάτιο της αστυνομίας λύγισα κι εγώ και ντύθηκα κομισάριος, ποζάροντας κάτω από τη φωτογραφία του πατερούλη Ιωσήφ, χρησιμοποίησα τη γραφομηχανή, θαύμασα τη φοβερή λεπτομέρεια ακόμη και στο ντουλαπάκι με το ιατρικό kit της εποχής και γενικώς εντυπωσιάστηκα με τη λεπτομέρεια και το πλήθος των αντικειμένων, μερικά εκ των οποίων μου θύμισαν πολύ τα μετεφηβικά μου χρόνια σε ένα άλλο μακρινό, κομουνιστικό κράτος, που λειτούργησε ως δορυφόρος της ΕΣΣΔ κι όπου πολλά αντικείμενα μου ξύπνησαν αναμνήσεις. Αναρωτήθηκα πώς θα διαχειριστούμε στην Κούβα ένα τέτοιο μουσείο και τις μνήμες της κομουνιστικής εποχής στο εγγύς μέλλον, αν θα γίνει με τον ίδιο σεβασμό, την ίδια χαλαρότητα, την ίδια νοσταλγία. Πάντως αν το μουσείο άγγιξε τόσο εμένα που δεν έζησα την ΕΣΣΔ, φαντάζομαι τα συναισθήματα που προκαλεί στους πρώην σοβιετικούς πολίτες.
Για την ιστορία, στο μουσείο εκτός από το προαναφερθέν δωμάτιο της Εθνικής Ασφάλειας (από την οποία πέρασαν σε κάποια φάση της ζωής τους όλοι οι πολίτες της ΕΣΣΔ και πολλοί για περισσότερο από “κάποια φάση”), υπήρχε δωμάτιο με παιχνίδια της εποχής, δωμάτιο για τους πιονέρους, δωμάτιο για το σχολείο, άλλο με τα “εργαλεία” νοικοκυράς της εποχής, δωμάτιο αφιερωμένο σε οικογενειακά κειμήλια και προσωπικές φωτογραφίες από τους πολέμους όπου εστάλησαν οι νέοι της εποχής , δωμάτιο της μοδίστρας ή του γκατζετάκια της εποχής, μέχρι κι ένα δωματιάκι αφιερωμένο σε κάθε είδους μπαμπούσκα, ενώ σε όλα μπορούσες να αγγίξεις και να επεξεργαστείς τα πάντα.
Έφυγα πάρα πολύ γεμάτος από το μουσείο, αλλά δε θα ήταν και το μόνο που θα επισκεπτόμουν σήμερα. Αντιθέτως, είχα κυκλώσει στον οδηγό μου το μουσείο Rerikh, ενός τύπου που μπορεί να έμεινε γνωστός ως ζωγράφος, αλλά εμένα με τραβούσε πιο πολύ η φιλοσοφική, επιστημονική, αρχαιολογική και -κυρίως- ταξιδιωτική έκφανση της ζωής του, με δεδομένο ότι τα ταξίδια του έγιναν σε εποχές πολύ μακρινές, πριν το 1930.
Βγήκα λοιπόν από το μουσείο για να πάω... στο μουσείο και στα 2 λεπτά βρέθηκα να είμαι στην οδό Κομουνίτσκαγια. Ξεκίνησα από τη Σοβιέτσκαγια και βρέθηκα στην Κομουνίτσκαγια, ε πόση συγκίνηση ΠΧΙΑ. Αν ήταν ο Κουτσούμποφ στη θέση μου μπορεί και να λιποθυμούσε από την πραγματοποίηση της ονείρωξης, εγώ συγκρατήθηκα κι αρκέστηκα σε φωτογραφίες.
Το μουσείο το βρήκα εύκολα, άφησα το μπουφάν μου στην κλασική γκαρνταρόμπα (παρά το στρωμένο χιόνι και τον πάγο, έκανε ζέστη, βαρούσε και πάλι ο ήλιος, γενικά επί 29 μέρες στη Ρωσία μόνο 2 μέρες έβρεξε), πλήρωσα την είσοδο κι αγόρασα κι ένα audioguide στα Αγγλικά, που αποδείχθηκε φλύαρο και αδιάφορο. Το ακριβώς αντίθετο από το μουσείο δηλαδή. Ρε τι τυπάρα ήταν αυτός ο Rerikh (θα τον βρείτε και ως Roerich)! Πολυσχιδέστατη φυσιογνωμία, με φοβερά ταξίδια, δικηγόρος, προτάθηκε για Νόμπελ πολλές φορές, έγραψε αρχιτεκτονικές μελέτες, ασχολήθηκε με τη συγκριτική θεολογία, είχε αδυναμία στο Θιβέτ και τη βόρεια Ινδία, έζησε στην Αμερική, σε κάποια φάση πίστεψε ότι είναι η μετενεσάρκωση του Δαλάι Λάμα, ο γιος του μιλούσε 28 γλώσσες, ο ίδιος γνώρισε το Νεχρου και την Ιντίρα κι άφησε τεράστια κληρονομιά πίσω του, καλλιτεχνική, φιλοσοφική και ταξιδιωτική θα έλεγα εγώ, με ακούραστες προσπάθειες για τη συντήρηση των μνημείων ακόμη και σε καιρό πολέμου. Έπαθα πλάκα με τους πίνακές του (οι περισσότεροι είναι αντίγραφα, περισσότερους αυθεντικούς έχει στο Κρατικό Μουσείο Τέχνης, λίγα βήματα παραπέρα), μου άρεσε πάρα πολύ η τεχνοτροπία, με το έβγαινες από το μουσείο ήθελες να πας κατευθείαν στην Ινδία, την Κεντρική Ασία ή το Θιβέτ.
Πριν το Θιβέτ πάντως, ήθελα να πάω στον πάνω όροφο, αν κατάλαβα καλά την παντομίμα όμως γινόταν κάποιου είδους συναυλία και η αίθουσα ήταν κλειστή. Κλάφτηκα όταν παρέδωσα το audioguide και μου είπαν αν θέλω να ανέβω. Εκτός από τους επιπλέον πίνακες λοιπόν, είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω και μια συναυλία με τενόρους, ξεκινώντας με μια συμπαθητική χοντρούλα και τελειώνοντας με έναν καταπληκτικό νεαρό ντελικανή βαρύτονο, αν και την παράσταση την έκλεψε ο μέντοράς τους που ήταν φωνάρα.
Πολύ ωραία εμπειρία κι αυτό το μουσείο, βγήκα για περπάτημα κάτω από τον πεντακάθαρο ουρανό, σε μια πόλη-απόλαυση. Τα κτίρια γινόντουσαν όλο και πιο ενδιαφέροντα, πέρασα κι από ένα ευφάνταστο μνημείο στο... πρώτο φανάρι της πόλης και μια ωδή στη ραπτομηχανή κι έπρεπε κάτι να φάω πριν καταβροχθίσω κι άλλη κουλτούρα στην όπερα, εισιτήρια για την οποία είχα κλείσει από το διαδίκτυο από την Ελλάδα κιόλας, σε μια σπάνια κίνηση προγραμματισμού.
Σχετικά κοντά μου ήταν το μπαρ-εστιατόριο-παμπ Goodman, όπου χτύπησα ένα ρύζι με κάρι, ένα στρογγανόφ, μια σαλατάρα και ναι, ένα σουφλέ σοκολάτας γιατί μια ζωή την έχουμε, στην Ελλάδα τα εστιατόρια θα ήταν κλειστά για καιρό ακόμη και με αυτές τις τιμές δεν ήταν για να είναι κανείς εγκρατής. Είχα ψιλοαργήσει πάντως κι έφυγα με βήμα ταχύ, μη χάσουμε και την παράσταση του Πρίγκηπα Ίγκορ (πιο ρωσικό έργο δε θα μπορούσα να βρω). Κατάφερα να φτάσω στην ώρα μου, στο τσακ παρατήρησα πως όλοι οι Ρώσοι απέφευγαν να πατήσουν ένα συγκεκριμένο σημείο μπροστά από την είσοδο του επιβλητικού κτιρίου (αποδείχθηκε πως είχε λεπτό-εύθραστο πάγο, αν το πατούσα μάλλον θα κατέληγα σε κάποιο νοσοκομείο) και μπήκα όλο περιέργεια στο τεράστιο κι εξαιρετικά καλοσυντηρημένο (σε αντίθεση με την όπερα της Αβάνας ας πούμε) κτίριο, για το οποίο τώρα μόλις διαβάζω πως είναι και η μεγαλύτερη όπερα στη χώρα, μεγαλύτερη και από το Μεγάλο Θέατρο (Μπαλσόι) της Μόσχας.
Γενικώς το Νοβοσιμπίρσκ δε μου έδωσε καμία αίσθηση κακομοιριάς, μάλλον το αντίθετο. Και προτρέχοντας λίγο τα τελικά μου συμπεράσματα, γενικώς η επαρχία της Ρωσίας μάλλον ήταν σε πολύ καλύτερη οικονομική κατάσταση από αυτήν που περίμενα. Δεν είναι στα επίπεδα της Ελλάδας βέβαια, πόσο μάλλον των ακόμη πλουσιότερων χωρών της ΕΕ, αλλά φτώχεια, λατέρνα και φιλότιμο δεν είδα, το επίπεδο θα έλεγα πως ήταν ξεκάθαρα (μην πω παρασάγγας) καλύτερο από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας και ίσως θύμιζε ανατολική Ευρώπη, κλάσεις ανώτερο από την πλειοψηφία της Λατινικής Αμερικής. Τα περί “ακραίας φτώχειας των Ρώσων στην επαρχία” που διάβαζα δεν τα διαπίστωσα πουθενά ως απλός τουρίστας σε κανένα από τα μέρη που πήγα (κι ήταν πολλά, σε πολλές επαρχίες), μάλλον αυτοί που τα γράφουν έχουν άλλη αίσθηση της “ακραίας φτώχειας” από μένα, μην πω και της φτώχειας γενικότερα. Οι οπεράτοι ήταν όλων των ηλικιών, με μεγάλο ποσοστό νέων ζευγαριών (γενικά τη νεολαία της Ρωσίας πολύ ζευγαράτη την έβλεπα, ρε τι σχεσάκηδες είναι αυτοί), φαντάρων ή στρατιωτών, κυριών που είχαν έρθει με τις φίλες τους και όλοι τους ήταν από καλά έως τρίκαλα ντυμένοι.
Άφησα κι εγώ το μπουφάν στη γκαρνταρόμπα (πολύ μου αρέσει αυτός ο θεσμός), έδειξα το εισιτήριό μου στην αγέλαστη ταξιθέτρια και διαπίστωσα ότι τα 5,5 ευρώ μου μού είχαν εξασφαλίσει εξαιρετική θέση στην πλατεία, ανάμεσα σε δυο κυρίες πηγονουμασκόφσκαγιες και τρεις κοπελίτσες. Πάνω-κάτω πρόλαβα να γκουγκλάρω την υπόθεση για να ξέρω τι θα δω, αλλά δεν είχα προετοιμαστεί για το πόσο υπερπαραγωγή θα ήταν το θέαμα. Μιλάμε για ορχήστρα άνω των 30 ατόμων (κάτω από τη σκηνή σε μια εξέδρα που ανεβοκατέβαινε με μηχανισμό), τουλάχιστον 60 ηθοποιούς με πολύ προσεγμένο βεστουάριο κι ο χρόνος μέχρι το διάλειμμα έφυγε νεράκι με μένα να κάνω νοητές συγκρίσεις με το μπαλέτο της Αβάνας που, άσχετα από το καλλιτεχνικό του επίπεδο, οι χορευτές δεν έχουν παπούτσια ή εμφανίζονται στις παραστάσεις με σκισμένα ρούχα. Μάσκα είχαν όλοι... στην είσοδο. Με το που έμπαιναν στην είσοδο την έκρυβαν ή την κρατούσαν στο πηγούνι, παρότι το θέατρο είχε πληρότητα τουλάχιστον 80%, ήταν και Κυριακή άλλωστε. Το διάλειμμα ήταν χρόνος κοινωνικοποίησης, με elegant σνακς, σαμπάνια κι έναν ενδιαφέροντα καθωσπρεπισμό.
Όταν βγήκα σουρούπωνε πλέον και η πλατεία μπροστά από την όπερα είχε γεμίσει με πιτσιρικάδες με skateboards, που έκαναν τα κόλπα τους μπροστά ή και πάνω στη βάση του αγάλματος του Λένιν, που μάλλον θα έτριζαν τα κόκκαλά του αν έβλεπε το hip-hop ντύσιμό τους και τα NYC καπελάκια τους. Πάντως για τους πιτσιρικάδες της Ρωσίας έχω να πω πως γενικά στη χώρα μου φάνηκαν πολύ ευπρεπείς, δεν είδα πουθενά αλητείες, συμμορίες, αποκλίνουσες συμπεριφορές, καβγάδες, στραβοκοιτάγματα, τσαμπουκάδες, ακόμη και στο ντύσιμο συντηρητικοί ήταν, με μια αίσθηση πως ωριμάζουν πολύ γρήγορα, πράγμα που θα συζητούσα στη συνέχεια του ταξιδιού με άλλους Ρώσους που γνώρισα. Όσο για το αλκοόλ, για το οποίο διάβασα πως ο πρόεδρος Πούτιν έκανε προσωπικό αγώνα να μειωθεί η υπέρμετρη κατανάλωση, δεν το είδα πουθενά, ούτε ένα μεθύστακα, ούτε ένα καβγά, ούτε ένα ξερατό, να τα ακούν αυτά οι ξερατοΑγγλάρες και οι κρασοκανατοΣκανδιναβοί. Τα σωστά να τα λέμε.
Πήρα το μετρό, ίδιο μου φάνηκε με του Βερολίνου κι ακόμη πιο ίδιο με της... Πιονγιάνγκ. Mιας που έτσι κι αλλιώς το μακρυγορήσαμε το θέμα, πάρτε και μια βορειοκορεάτικη ιστορία από το μακρινό 2006:
Είμαστε στο Μουσείο του Μετρό. Το οποίο... είναι μεγαλύτερο από το ίδιο το μετρό της Πιονγιάνγκ (σε βαθμό που αναρωτιόμασταν αν θα έπρεπε να κάνουν ένα μουσείο... για το μουσείο του Μετρό

Τέλος πάντων, εγώ ήμουν στη Ρωσία κι όχι στη Βόρειο Κορέα, άρα μπορούσα να περπατήσω ελεύθερα όπου ήθελα, χωρίς συνοδούς-κηδεμόνες κι “απαγόρευση εξόδου από το ξενοδοχείο για να μη χαθείτε”, οπότε είπα να πάω μια βόλτα στο άγνωστο. Πήρα το μετρό που, ως συνήθως, είχε ηρωικά ονόματα σταθμών όπως Λένινα και Σταθμός Οκτωβριανής Επανάστασης, περπάτησα μέχρι πολύ μετά τα μεσάνυχτα και στο νέο κομμάτι της πόλης με τους ουρανοξύστες και τα ολοκαίνουρια γραφεία, παρατηρούσα τα ζευγαράκια να περπατούν χέρι-χέρι στα χιονισμένα πάρκα, πήρα το καταπληκτικό vintage τραμ και γύρισα στο ξενοδοχείο αργά, πολύ-πολύ ικανοποιημένος κι ευγνώμων που κυκλοφορούσα ό,τι ώρα ήθελα, έτρωγα σε εστιατόρια, πήγαινα σε μουσεία κι έβλεπα όπερα όταν στην Αθήνα η κοπέλα μου ήταν σπίτι-γραφείο-σπίτι. Μεγάλο πράγμα η ελευθερία, δεν το εκτιμάς αν δεν το χάσεις.