Yorgos
Member
- Μηνύματα
- 10.218
- Likes
- 55.390
- Επόμενο Ταξίδι
- Nipon-Αλάσκα-Yellowstone
- Ταξίδι-Όνειρο
- Περού τότε, τώρα, πάντα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2. Μουρμάνσκ και Βόρειο Σέλας: Καλωσήρθατε στο κορωνοπάρτι, έχουμε και φώτα
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 2
- Κεφάλαιο 3. Βουνά Khibiny: Η δίδυμη αδελφή του Βενιζέλου, ενάμισι μέτρο κρέας και μια αναρριχώμενη ρεσεψιονίστ
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 3
- Κεφάλαιο 4. Teriberka: Εκεί που το χιόνι μπερδεύεται με τον αφρό, ο τριανταπεντάρης σάκος και η πτήση του καμπούρη
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 4
- Κεφάλαιο 5. Κρασνογιάρσκ: Επιτέλους πρωινό του επιπέδου μας και ο Υπερκορωνικός
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 5
- Κεφάλαιο 6. Λίμνη Βαϊκάλη: Το τζιπ του Στάλιν και το Ουγιούνι της Ασίας
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 6
- Κεφάλαιο 7. Λίμνη Βαϊκάλη 2: Ρωγμές, σταλακτίτες κι η δεύτερη μέρα που καρα-άξιζε
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 7
- Κεφάλαιο 8. Επιστροφή στο Ιρκούτσκ: Η Οδύσσεια ενός εμβολιασμένου
- Κεφάλαιο 9. Ιρκούτσκ: 5.000 μογγολικές θερμίδες, ιντελεκτουέλ καφέ και στρηπτιτζούδες με μάσκες όχι στο πρόσωπο
- Κεφάλαιο 10. Ιρκούτσκ και Kyzyl: Η μέρα του τεμπέλη, οι Σκύθες, οι βουδιστές και ο λόξιγκας του πισινού της κυρίας
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 10
- Κεφάλαιο 11. Abakan: Η Δημοκρατία της Χακασίας, τα μενίρ, οι αστυνομικοί κι οι ταραντούλες
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 11
- Κεφάλαιο 12. Novosibirsk: Κομουντσκαγια και Σοβιέτσκαγια γωνία
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 12
- Κεφάλαιο 13. Τομσκ: Χιόνια, φοιτητές και τραμ
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 13
- Κεφάλαιο 14. Γεκατερίνεμπουργκ: Γέλτσινμπουργκ...
- Κεφάλαιο 15. Tobolsk: To Τολέδο της Σιβηρίας και ο Dr Snoopy
- Κεφάλαιο 16. Tyumen: H πόλη που δεν είχα ακούσει ποτέ
- Κεφάλαιο 17. Καζάν: Οι Τάταροι, ο ιμάμης και ο νέος Παναθηναϊκός
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 17
- Κεφάλαιο 18. Bolgar: Από πού ήρθαν οι Βούλγαροι, από πού φεύγουν οι προδότες;
- Κεφάλαιο 19. Nizhny-Vladimir: Το Gorky, ο Σαχάροφ και η κουκλίτσα
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 19
- Κεφάλαιο 20. Σαν βγεις στον πηγαιμό για Petrozadovsk να εύχεσαι να είναι τα ρώσικα σου καλά: Αν τη ρωσική δεν ομιλείς, άντε τράβα να πνιγείς, Ρωσία-Τουρισμός 2020
- Κεφάλαιο 21. Ροστόφ: Meh
- Κεφάλαιο 22. Κρασνοντάρ & Roza Khutor: Meh ξανά & καθόλου meh
- Κεφάλαιο 23. Roza Khutor & Sochi: Κορυφές και χλίδα, μια άλλη Ρωσία
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 22
- Κεφάλαιο 24. Elista: Ρωσικές παγόδες, γενοκτονίες και η Alexandra η μογγολοβουδίστρια
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 24
- Κεφάλαιο 25. Elista και προς Βόλγκογκραντ: Παγόδες #2 και ο βανιέρης της καρδιάς μας
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 25
- Κεφάλαιο 26. Volgograd-Stalingrad-Tsaritsyn: Όπως και να το πεις, Soviets do it better
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 26
- Κεφάλαιο 27. ΜΟΣΧΑ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΜΟΣΧΑ Η Μαρία, η γραφειοκρατία, το χόκεϊ και η επιστροφή
- Φωτογραφίες από Κεφάλαιο 27
- Κεφάλαιο 28. ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Teriberka: Εκεί που το χιόνι μπερδεύεται με τον αφρό, ο τριανταπεντάρης σάκος και η πτήση του καμπούρη
Teriberka: Εκεί που το χιόνι μπερδεύεται με τον αφρό, ο τριανταπεντάρης σάκος και η πτήση του καμπούρη
Το πρωινό μάς ήταν πλέον γνωστό, η ρεσεψιονίστ (αυτή με την υδρορροή) είχε ξυπνήσει με νευράκια, αλλά εμείς ξυπνήσαμε με καλή διάθεση, διότι σήμερα θα είχαμε νέες εμπειρίες: είχαμε κλείσει με άλλο πρακτορείο (αυτή τη φορά το Murmanskaurora) να πάμε πριβέ ξενάγηση στο Teriberka, ένα πλέον μικρό παραθαλάσσιο χωριουδάκι που είναι γνωστό για τα τοπία στη Θάλασσα του Μπάρεντς, το ψοφόκρυο και την βραβευμένη ταινία Leviathan (2014), που γυρίστηκε εκεί.
Πάρτε και το τρέιλερ, για να μη μας πείτε και κατσαπλιάδες:
Και μετά είχαμε κανονίσει ο ξεναγός μας να μας αφήσει στο αεροδρόμιο, αφού θα είχαμε βραδινή πτήση για το Κρασνογιάρσκ, απ' όπου θα ξεκινούσε η περιπλάνησή μου στο κυρίως πιάτο αυτού του ταξιδιού, δηλαδή τη Σιβηρία.
Για να είμαι ειλικρινής, σε μια τεράστια επαρχία όπως αυτή του Μουρμάνσκ, με τις τόσες επιλογές για τον επισκέπτη, αφήσαμε αρκετά πράγματα εκτός για να επιλέξουμε τις τρεις εκδρομές που κάναμε και η συγκεκριμένη ήταν ξεκάθαρα επιλογή του Θοδωρή. Εγώ δεν είχα πειστεί ότι θα είναι κάτι το εξαιρετικό, αφού οι λίγες φωτογραφίες τοπίων που είδα ήταν uninspiring: μια παραλία με τεράστια βότσαλα και δυο λόφοι με θέα τη θάλασσα, δεν κατάλαβα τι τα καθιστούσε ιδιαίτερα. Χατίρι στο Θοδωρή βέβαια δε χαλάω, κι έτσι έμειναν εκτός πλάνου άλλες επιλογές, που ίσως εξερευνήσω στο μέλλον, από τους Λάπωνες και τους ταράνδους μέχρι τα πετρογλυφικά της επαρχίας, και φυσικά το ίδιο το Μουρμάνσκ, που λόγω της απαγόρευσης άφιξης μέσω τρίτης χώρας και συνεπώς της αλλαγής της πτήσης, το αδικήσαμε και δεν καταφέραμε καν να επισκεφθούμε τα πυρηνικά του υποβρύχια. Ας είναι.
Ο οδηγός/ξεναγός μας για σήμερα θα ήταν λοιπόν ο 34χρονος λεπτούλης Αντρέι, του οποίου τα Αγγλικά ήταν πραγματικά πολύ “βασικά, προτιμώ Βοσινάκη” αλλά ήταν ευχάριστος, φιλότιμος και το δούλευε το google translator. Στο whatsapp μου είχε πετάξει διάφορα ψυχαγωγικά στα Αγγλικά, παρόμοια με τα ελληνικά της κοπέλας μου, που τελευταία ζωγραφίζει, όπως αυτό που είπε στην Ανάσταση:
- Γιώργο έξω ψέλνουν το ίδιο τραγούδι που έλεγαν στη γιορτή της 25ης Μαρτίου, που έλειπες.
- Μπα, αποκλείεται, άλλο θα είναι, τα μπερδεύεις, απάντησα βγαίνοντας από το ντους.
- Όχι, είμαι σίγουρη!
- Δε γίνεται σου λέω, αυτοί εκεί στην Εκκλησία έχουν ένα μεγάλο βιβλίο με ξόρκια, που λέγεται Βίβλος κι έχει διαφορετικά απολυτίκια για κάθε μέρα του χρόνου
- Ε καλά τώρα, αφού ξέρεις ότι έχω μουσικό αυτί, σου λέω είναι το ίδιο.
- Δεν είναι λέμε, όλα αυτά βυζαντινά είναι, μοιάζουν μεταξύ τους, τα μπερδεύεις.
- Όχι! Το θυμάμαι πολύ καλά, είναι ένα που λέει “Και σαν πρώτα, παντρεμένοι, χέρι ο χέρι λιχουδιάααα”
Συμπαθέστατος πάντως ο Αντρέι και χαμογελαστός! Να τα λέμε αυτά! Του είχαμε πει πως θέλουμε να κάνουμε ρούβλια, δέχτηκε να μας τα αλλάξει αυτός για 88 (δηλαδή ΟΧΙ 44 στον καθένα, χαχα για τον @travelbreak το α-καλό-ε; αστειάκι), που ήταν εξαιρετική ισοτιμία κι έτσι γλιτώσαμε εμείς από τη Sberbank και η χαμένη δίδυμη αδερφή του Βενιζέλου από το μαρτύριο της συμπλήρωσης φόρμας για αλλοδαπούς.
Ο Αντρέι, που όπως μαρτυρά το όνομα του πρακτορείου με το οποίο συνεργάζεται, κάνει και τουρ για το Βόρειο Σέλας, μας είπε πως χθες το βράδυ δεν βγήκαν για το Σέλας γιατί δεν υπήρχε θέαση, ενώ οι συνθήκες σήμερα για την Teriberka θα ήταν καλές, πράγμα που δεν είναι πάντα εγγυημένο: για παράδειγμα για την επομένη προβλεπόταν να κλείσει ο δρόμος λόγω ισχυρών ανέμων. Μα πόσο τυχεροί ήμασταν πια σε αυτό το ταξίδι; Βόρειο Σέλας στα καλύτερά του το πρώτο βράδυ, μουντός-ιδανικός καιρός για την ομιχλίλα στα βουνά με το snowmobile, ηλιοφάνεια και άπνοια στην Teriberka. Αν είχα και φωτογραφική μηχανή θα πήγαιναν όλα πρίμα. Διαβάσαμε πως πλέον θα ξεκινούσαν και οι πτήσεις Τουρκίας-Ελλάδος, οπότε ο Θοδωρής θα μπορούσε να επιστρέψει με την Turkish χωρίς να ακυρώσει και αυτό το εισιτήριο, όλα καλά μας πήγαιναν.
Ο δρόμος προς Teriberka δεν ήταν σαν τον χθεσινό πάντως: από τη χθεσινοβραδινή χιονόπτωση (που τη γιορτάσαμε με χιονοπόλεμο μετά το εστιατόριο, πούδρα το χιόνι), το οδόστρωμα είχε παγώσει παρά το σημερινό ήλιο, ενώ πολύ σύντομα το τοπίο μετατράπηκε σε ένα μαγικό απέραντο λευκό. Μπράβο στο Θοδωρή που επέμενε, σκέφτηκα, και πατάτα να έβγαινε το χωριουδάκι, όπως υποπτευόμουν, χαλάλι. Στο δρόμο περάσαμε και δυο λεωφορεία με (Ρώσους εννοείται) τουρίστες, που έκαναν στάση για να περπατήσουν στο χιόνι, αλλά και για να κάνουν kite ski. ¨Τέλεια, έτσι θα τους προσπεράσουμε και θα έχετε τα τοπία για την πάρτη σας”, μας είπε ο Αντρέι, που μας είπε πως το 99% των τουριστών σε αυτή την εκδρομή είναι Ρώσοι, εκ των οποίων “το 95% είναι Μοσχοβίτες”.
Το μόνο δείγμα μπολιτιζμού στο δρόμο μας ήταν ένα στρατόπεδο κυριολεκτικά στη μέση του πουθενά και λίγο αργότερα, περίπου 2 ώρες μετά την αναχώρησή μας από το Μουρμάνσκ, βλέπαμε πια στο βάθος το λιμάνι της Teriberka. O Αντρέι, η μάλλον το google translate του κινητού του, μας γνωστοποίησε πως πλέον οι μόνιμοι κάτοικοι είναι 506 όλοι κι όλοι, ενώ είχε φτάσει να έχει πάνω από 5.000 στα 60ς, αλλά λίγο η μείωση των ψαριών στο Βόρειο Παγωμένο και λίγο η κατασκευή ενός εργοστασίου κονσέρβας στο Μουρμάνσκ, που έκλεισε τις τοπικές επιχειρήσεις, οδήγησαν την κοινότητα στο χείλος της μετατροπής σε κοινότητα-φάντασμα. Η πρώτη θέα του λιμανιού ήταν εντυπωσιακή, αλλά ο Αντρέι πρότεινε να πάμε πρώτα στα viewpoints, προτού πλακώσουν τα τουριστικά λεωφορεία.
Κινηθήκαμε λοιπόν λίγο δυτικά, αφήνοντας το χωριό πίσω, και λίγα χιλιόμετρα αργότερα φτάσαμε στο σημείο εκκίνησης των ελκήθρων. Είχα διαβάσει στην περιγραφή της εκδρομής πως θα ανέβουμε σε κάποιο μηχανοκίνητο έλκηθρο, αλλά δεν είχα δώσει και πολλή σημασία. Το έλκηθρο θα το τραβούσε ένας συμπαθής (κι άλλος χαμογελαστός! Ρε τι γίνεται σήμερα; ) τύπος που επέβαινε σε snowmobile, οπότε πήραμε τις θέσεις μας στο έλκηθρο και ο Αντρέι μας κάλυψε με δυο πολύ χοντρές προβιές και μας έδωσε κάτι γάντια από μαμούθ. Έκανε αρκετό κρύο, κι όταν πήρε μπρος το snowmobile, το νιώσαμε περισσότερο. Αλλά η διαδρομή ήταν ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΗ με τα κατάλευκα τοπία και το χαβαλέ του ελκήθρου, που μας οδηγούσε ανάμεσα σε γκρεμούς και υψώματα.
Φτάσαμε στο πρώτο viewpoint, που συνειδητοποίησα πως ήταν εκείνη η επαναλαμβανόμενη φωτογραφία που είχα δει στα σάιτ για την εκδρομή. Μόνο που τώρα η απόκρημνη πλαγιά και η παραλία ήταν καλυμμένες από χιόνι, o ουρανός πεντακάθαρος και το τοπίο πανέμορφο. Όπως και στην περίπτωση της Βαϊκάλης, δεν κατάλαβα γιατί δεν προωθείται το μέρος με φωτογραφίες υπό καιρικές συνθήκες που να το ευνοούν. Περπατήσαμε στα κατσάβραχα με θέα τη χιονισμένη παραλία και το γκρεμό και η αίσθηση απομόνωσης ήταν φοβερή, αναλογιζόμενοι πού βρισκόμαστε στο χάρτη. Τα μποτάκια μου έπιασαν τόπο, δεν ήθελε και πολύ να γκρεμοτσακιστείς και να γίνεις είδηση. Το δεύτερο viewpoint ήταν ακόμη καλύτερο, δεν το χορταίναμε το τοπίο, σαν το Τέλος του Κόσμου ήταν.
Ξανακαβαλήσαμε το έλκηθρο κι από την ίδια φοβερή διαδρομή καταλήξαμε στην παραλία με τα τεράστια βότσαλα, όπου ο Θοδωρής αποφάσισε πως ήθελε να βρέξει τα πόδια του στον Αρκτικό Ωκεανό. Τον βοήθησε κι ο ήλιος να στεγνώσει τα πόδια του γρήγορα, γιατί το νερό ήταν κρύο, αν και το συγκεκριμένο κομμάτι ακτής θα ήταν πολύ πιο παγωμένο αν δεν έφτανε μέχρι εκεί το Ρεύμα του Κόλπου.
Σειρά είχε το νεκροταφείο πλοίων, που διέθετε αυτή τη μελαγχολική ντεκαντάνς που λατρεύω, διάχυτη και στα πολλά εγκαταλελειμμένα κτίρια της Teriberka. Άργησα πάντως να συνειδητοποιήσω πως επί πολλή ώρα περπατούσαμε πάνω στα αρκετά μέτρα χιόνι που είχαν καλύψει ένα ολόκληρο πλοίο. Μόνο όταν είδα την πρύμνη του κατάλαβα πως πρακτικά βρισκόταν από κάτω μας.
Είχαμε ψιλοπεινάσει, όπως και ο Αντρέι άλλωστε, που μας είχε πει πως περιλαμβανόταν κάποιου είδους σνακ. “Let's eat my wife beautiful sandwich!”,μας ανακοίνωσε στα Αγγλικά του. Γεια στα χέρι της Αντρέενας, εξαιρετικά ήταν τα σάντουιτς, αλλά πού να χορτάσει κοτζάμ Θοδωρής με αυτό; Πιάσαμε κουβεντούλα για τον Πούτιν, την ΕΣΣΔ (“το 80% δε θα ήθελε να το ξαναζήσει αυτό, φοβόσουν για κάθε λέξη που έλεγες, δεν ήξερες αν θα δεις τη γυναίκα σου επιστρέφοντας στο σπίτι, οι γονείς μου απέκτησαν ψυχολογικά που δεν έχουν ξεπεράσει”), τα όνειρά του και τα παιδάκια του, παρότι ο άνθρωπος δυσκολευόταν πολύ, ήθελε να εκφραστεί και το google translator (ή τέλος πάντων μια άλλη ρώσικη εφαρμογή, πολύ αποτελεσματική) πήρε φωτιά. Το εκτίμησα.
Περπατήσαμε στην “παλιά πόλη”, όπου συνειδητοποιούσες πως το ξεχασμένο αυτό ψαροχώρι κάποτε ήταν βιομηχανικό κέντρο με εργοστάσια, σχολεία, κινηματογράφο και στην παραλία της, όπου είχε αράξει ένα περσινό ναυάγιο. Καταπληκτικό τοπίο, αν καθόσουν στην άμμο και σε έβγαζαν φωτογραφία, δεν ήταν σαφές ότι αυτό πίσω σου ήταν χιόνι κι αυτό μπροστά σου αφρός από τα κύματα της θάλασσας. Πάνω στην παραλία είχαν χτίσει και 2-3 bungalows, με τα οποία έπαθε πλάκα ο Θοδωρής, σχεδόν τόση όση και με κάτι τεράστια καβούρια που είδε να σερβίρονται στο διπλανό εστιατόριο, όπου μπήκαμε για να χρησιμοποιήσουμε την τουαλέτα. Δυστυχώς δε γινόταν να κάτσουμε κι άλλο, διότι έπρεπε να πάρουμε το δρόμο της επιστροφής, προς το αεροδρόμιο του Μουρμάνσκ, όπου η πτήση δε θα μας περίμενε.
Ο άπαιχτος καιρός στη διαδρομή πroς Μουρμάνσκ μας χάρισε πολύ ωραίες εικόνες και καταράστηκα τη χαλασμένη μου φωτογραφική μηχανή. Στο γυρισμό μας πήρε λίγο ο ύπνος κι ο Αντρέι ξέχασε να κάνει στάση στα Burger King για να τσιμπήσουμε κάτι. Δεν πειράζει, σκεφτήκαμε πως κάτι θα είχε κι εκεί για να φάμε. Ανταλλάξαμε χρήματα λοιπόν με το συμπαθέστατο Αντρέι, τον χαιρετίσαμε και μπήκαμε στο αεροδρόμιο του Μουρμάνσκ, ενθυμούμενοι αρκετά από τα μαργαριτάρια του στα Αγγλικά, όπως το “cum in me back, happy end!” που ο Θοδωρής προσέλαβε ως πρόσκληση σε τσόντα αλλά εννοούσε “να ξανάρθετε το Σαββατοκύριακο”.
Στο check-in ο Θοδωρής ερωτήθηκε αν θα τσεκάρει τη βαλίτσα του, είπε πως ναι κι έδειξε και το δικό μου σάκο, λέγοντας “κι αυτό μαζί”. Στο δικό μου εισιτήριο δεν περιλαμβανόταν η αποσκευή, αλλά αφού τη δέχτηκαν χωρίς να με χρεώσουν, δεν είχα πρόβλημα.
Ο Θοδωρής πεινούσε πολύ και οι δύο σαβουροεπιλογές του μικροσκοπικού αεροδρομίου δεν ενθουσίαζαν. Ρωτήσαμε πού υπήρχε εστιατόριο πέριξ του αεροδρομίου, περπατήσαμε πάνω στους πάγους αλλά το ένα ήταν κλειστό και στο δεύτερο, που στεγαζόταν σε ένα ξενοδοχείο, μας γάβγισε μια αγενής ρεσεψιονίστ ενώ μιλούσε στο κινητό της και φύγαμε πριν μας δαγκώσει. Γυρίσαμε στο αεροδρόμιο ηττημένοι και φάγαμε μάλλον το χειρότερο φαγητό του ταξιδιού. Η μεγαλύτερη ήττα πάντως ήρθε αργότερα όταν ο (αγγλόφωνος!) υπεύθυνος της Aeroflot μου είπε πως έπρεπε να πληρώσω 35 ευρώ, δηλαδή σχεδόν όσο όλος ο ναύλος, για το σάκο μου. Διαμαρτυρήθηκα λέγοντας ότι δική τους ευθύνη είναι που δεν μου το είπαν στο ckeck-in, ο σάκος μου μια χαρά χωρούσε και ως χειραποσκευή, αυτός επέμεινε πως δε χωρούσε, ζήτησα να μου τον φέρουν ώστε να τους δείξω ότι χωράει μια χαρά μέσα στο σχετικό κουτί, αλλά κάπου εκεί ξέχασε τα Αγγλικά του, το γύρισε στα Ρώσικα και η επιλογή μου ήταν να πληρώσω ή να μην πετάξω. Τσαντίστηκα, 35 ευρώ πεταμένα, που για τη συγκεκριμένη χώρα είναι πολλά λεφτά, όσο μια εσωτερική πτήση ή τρία καλά γεύματα.
Τέλος πάντων, η επιτυχία στα ταξίδια έγκειται στο να μένεις στα θετικά και να ξεχνάς τα αρνητικά, αν είναι να γκρινιάζω όλη μέρα για μια νεκρή κάμερα και 35 ευρώ ας μην πήγαινα καθόλου. Ειδικά σκεπτόμενος τι τραβούσαν οι δικοί μου με το λοκντάουν στην Ελλάδα, θα ήμουν πολύ αχάριστος να γκρινιάξω πάνω από 10 λεπτά για δυο αναποδιές. Πήγα στο ταμείο, πλήρωσα μια κυρία που μου έδειξε το ποσό σε ένα κομπιουτεράκι χωρίς να με κοιτάξει καν και συνεχάμε και κερδάμε. Στο αεροδρόμιο μου έκανε εντύπωση πως στα “duty free” -όπως συνέβη και σε άλλα αεροδρόμια- πωλούσαν ψάρια. Μεγάλα ψάρια. Τεράστια ψάρια. Απόρησα ποιος Ρώσος business traveller πριν επιστρέψει σπίτι παίρνει τη γυναίκα του τηλέφωνο και της λέει “αγάπη επιστρέφω το βράδυ, να σου φέρω κάτι όμορφο από τα καταστήματα του αεροδρομίου; Ένα μέτρο λούτσο;”. Για τουρίστες δεν το συζητώ καν, δε φαντάζομαι κάποιον να επιστρέφει σπίτι με ένα γοφάρι 10 κιλών χειραποσκευή, περίεργα πράγματα.
Η πτήση μας ήταν για το Sheremetyevo της Μόσχας κι είχα μια αγωνία διότι θα έπρεπε να παραλάβουμε τις αποσκευές μας και να ξανακάνουμε check-in για Κρασνογιάρσκ με τη Nordwind, που έφευγε σε 100 λεπτά, άρα για να προλάβουμε το check-in θα είχαμε λιγότερο από μια ώρα για όλα τα προηγούμενα. Η πτήση έφτασε και λίγο νωρίτερα, οπότε ανακουφίστηκα, μάλιστα παραλάβαμε και τις αποσκευές μας (ναι, και το σάκο που στοίχισε 35 ευρώ) αρκετά γρήγορα. Το μόνο που μας έλειπε ήταν να βρούμε πού είναι το check-in της Nordwind. Το οποίο αποδείχθηκε πάρα πολύ δύσκολο, αφού κανείς δε μιλούσε Αγγλικά.
Δεν μπορούσα να καταλάβω σε ποιο terminal βρισκόμασταν και δεν υπήρχε πίνακας που να δείχνει σε ποιο πρέπει να πάμε. Ρωτώντας εισέπραττα ή βλέμματα απορίας ή... αποστροφή, in a true Russian way, κανείς δεν ήξερε πού είναι το checkin Nordwind. Μια κοπέλα που εργαζόταν στις πληροφορίες μου υπέδειξε (στα Ρώσικα βέβαια, σιγά μη μιλάνε Αγγλικά σε διεθνές αεροδρόμιο) πως έπρεπε να βγούμε από μια μεγάλη πόρτα και να πάμε δεξιά, το οποίο αποδείχθηκε εντελώς λάθος και χάσαμε 10 λεπτά τσάμπα. Σταμάτησα έναν κύριο της ασφάλειας που έκανε τον κόπο να γράψει στο κινητό του τις οδηγίες και να τις βάλει στο google translator, να ναι καλά ο άνθρωπος. Σαν απόδραση από escape room ήταν, 7 σειρές οδηγίες: πηγαίνετε μέχρι το ασανσέρ, στρίβετε αριστερά, εκεί έχει μια σκάλα, πίσω της υπάρχει άλλο ασανσέρ, πάτε στο -2, προχωράτε προς τα εστιατόρια, εκεί θα βρείτε τραίνο, πηγαίνετε στο τέρμιναλ τάδε κλπ. Μ' αρέσει που ο Θοδωρής έκανε και όνειρα ότι θα τρώγαμε. Τρέχαμε (κυριολεκτικά) και δεν προλαβαίναμε, σε ένα αεροδρόμιο που έχει 4 τέρμιναλς, εσωτερικό τραίνο και κανέναν που να μιλάει Αγγλικά, αν και από το τραίνο κι έπειτα υπήρχε επαρκής σηματοδότηση. Ευτυχώς που ο Θοδωρής είναι φιτ και την πάλεψε με τη βαλιτσάρα του, προλάβαμε το τσεκ-ιν λίγα λεπτά πριν κλείσει.
Εκεί μου είπαν πως ο σάκος μου δεν ήταν χειραποσκευή. Ε όχι. Δεν ταξίδεψα εγώ το μισό πλανήτη με αυτό το σάκο για να μου πει μια ξινισμένη στη Ρωσία ότι δεν έχει διαστάσεις χειραποσκευής! Χωρίς καν να μου μιλήσει μου έδειξε ένα κουτί πίσω μου. Το έβαλα στο κουτί, το στρίμωξα, έκλεινε το τσεκιν και τελικά του έχωσα δυο κλωτσιές και χώρεσε, όπως κάνει πάντα. Το έδειξα θριαμβευτικά στην τσεκινατζού που μου έκανε μια γκριμάτσα σαν κόουτς που είδε το σούτινγκ γκαρντ του να κάνει airball σε βολή και μετά μου πήρε τρία λεπτά να τον βγάλω από το κουτί γιατί είχε σφηνώσει, αλλά με κλωτσιές και τραβολογήματα τα κατάφερα. Μου έκανε -θετική- εντύπωση πάντως ότι οι Ρώσοι δε με κοιτούσαν περίεργα. Γενικώς στο ταξίδι μου φάνηκε ότι δεν ασχολούνται με τους άλλους, δεν είναι κουτσομπόληδες, δεν κοροϊδεύουν, τη δουλειά τους κοιτάνε οι άνθρωποι και δεν τους νοιάζει τι κάνουν οι υπόλοιποι. Αν ήμουν σε κανένα λατινοαμερικάνικο αεροδρόμιο θα είχαν μαζευτεί οι λατίνοι γύρω μου, οι μισοί για να βοηθήσουν και οι υπόλοιποι για να γελάσουν ή να βγάλουν φωτογραφίες με τον αλαφιασμένο που δεν μπορεί να βγάλει το σάκο του από το κουτί των χειραποσκευών.
Η Nordwind είναι αυστηρή στο θέμα των αποσκευών, αφού πήρα το σάκο μου ως τέτοια, δεν είχα δικαίωμα για personal item, δηλαδή για τη σάκα μου. Δεν είχα καμία όρεξη για δεύτερη φορά την ίδια μέρα να χρεωθώ καμία τριανταπεντάρα πάλι, οπότε για να κρύψω τη σάκα εφάρμοσα το “σύστημα μπουφάν”. Δηλαδή φόρεσα τη σάκα στην πλάτη μου και το μπουφάν από πάνω. Η επιβίβαση είχε ξεκινήσει ήδη, αλλά με την πτήση να είναι γεμάτη, η ουρά ήταν μεγάλη στο ασφυκτικά γεμάτο αεροδρόμιο των πηγουνομασκόφσκαγιων, οπότε ο Θοδωρής πρόλαβε να χλαπακιάσει κάτι σουσάκια, αλλά όταν επέστρεψε με κοιτούσε περίεργα. “Ρε συ τι καμπούρα είναι αυτή;”. Ε, η σάκα μου ήταν, πρέπει να ήμουν αρκετά γελοίος και θυμήθηκα τις πρώτες πτήσεις μου ως φοιτητής με τη Ryanair, τότε που πετούσαμε από Κομσποστέλα για Παρίσι με 0,99€ φορώντας δυο παντελόνια, τέσσερα μπλουζάκια και τρία μποξεράκια για να μην πληρώσουμε αποσκευές. Εφάρμοσα την τακτική “προφίλ” (δηλαδή έβαλα τη νόμιμη χειραποσκευή, το σάκο, από την πλευρά της κυρίας που ήλεγχε την κάρτα επιβίβασης) ώστε η γωνία οπτικής να είναι τέτοια που να μη φαίνεται η καμπούρα μου και πέρασα αέρας (και καταϊδρωμένος στην πλάτη).
Μπαίνοντας στο αεροσκάφος ένας αεροσυνοδός που είχε καταπιεί μπαστούνι κι είχαν πάθει ατροφία οι μύες του προσώπου του μου έκανε παρατήρηση πως “αποκλείεται” ο σάκος μου να χωράει στο ντουλάπι αποσκευών. Τον κοίταξα με ένα υποτιμητικό ύφος, έβαλα το σάκο μου που χωρούσε κανονικότατα κι έκατσα στη θέση μου, στην τελευταία σειρά. “Έχετε και δεύτερη χειραποσκευή;”, με ρώτησε. “Της γυναίκας μου είναι”, είπα κι έδειξα στο βάθος του αεροσκάφους έναν καράφλα. Ε μα πια. Η επιλογή της τελευταίας σειράς ήταν καλή: ήμασταν από τους ελάχιστους που δεν είχαν άλλο επιβάτη δίπλα τους, οπότε καταφέραμε να κοιμηθούμε και οι δύο, πράγμα σημαντικό διότι η πτήση ήταν βραδινή και ανάμεσα σε Μόσχα και Κρασνογιάρσκ υπάρχουν 4ώρες διαφοράς, συν τις 4,5 ώρες διάρκειας της πτήσης, θα φτάναμε κατά τις 8 το πρωί και θέλαμε να πάμε βόλτα στην πόλη πριν πάρουμε το μεσημεριανό 17ωρο τραίνο για το Ιρκούτσκ. Αχανής η χώρα, όσο και να το βλέπεις στο χάρτη δεν το νιώθεις μέχρι να την ταξιδέψεις.