dim kyr
Member
- Μηνύματα
- 2.089
- Likes
- 6.682
- Ταξίδι-Όνειρο
- ΔΟΥ Κορίνθου
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Περίεργες πολιτικές ποτοαπαγόρευσης
- Run Lola Run
- Ηρθαμε! Φεύγουμε.....
- Kuala Lumbur
- Παναγιά μου!!! Ενα AirBus 320 έρχεται κατα πάνω μας
- Αναλαμβάνουμε απεντομώσεις, καθαρισμούς κτηρίων και αποφράξεις αποχετεύσεων
- Λάος
- Αυτός, Αυτή και οι απάτες
- Για ποιόν χτυπά η εξάτμιση?
- Το στοίχημα του ευρω
- Αρχίσανε τα όργανα
- Στο άγνωστο με πούλμαν την ελπίδα
- Η Αφιξη και το πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων
- Μια γιορτή μια μπύρα και τρια δόντια
- Και ο Γκιούλι ξεσπαθώνει, ξεσπαθώνει
- Οταν ξέρεις και ταξιδεύεις με στυλ
- Θελω να κατέβω απο αυτό το λεωφορείο
- Το αγνό παρθένο σου μαλλί
- Απο την Σκύλλα στην Χαρυβδη και απο τον Αννα στον Καιάφα
- Α ρε γλέντια
- Πνομ Πενχ : η Αυτοκράτειρα με τα κουρέλια
- Η Κάθοδος και ο δρόμος προς το κολαστήριο
- Η Καμπότζη και το εργοστάσιο της κρεατομηχανής
- Οταν η σύνεση εκδιώχνεται μετά κλοτσηδόν
- In the mouth of Darkness
- Το Ιδρυμα
- Κάνε ένα μπάνιο!
- Ψάχνωντας απελπισμένα (ένα) το Ιδρυμα
- Η καλή μας αγελάδα βόσκει κάτω στην λιακάδα
- Μια οικογένεια είμαστε όλοι
Απο την Σκύλλα στην Χαρυβδη και απο τον Αννα στον Καιάφα....Ωρε μάνα μου! Καλέεε... τι γίνεται εδώ?
Της Τατιάνας το κάγκελο! Κόσμος, νεαρός στην πλειοψηφία του, αυτοκίνητα, καλυβομπαράκια αυτοσχέδια πάνω απο τις όχθες του ποταμού, φωτάκια, αντροπαρέες, μουσικές, ψησταριες ...
SUPER!!! Αλλά... υπάρχει ένα μεγάλο αλλά. Βατράχια! Αδελφια, ο τόπος βρίθει απο αμφίβια. Αδελφια, πάμε να φύγουμε, αδελφια δεν βαστώ, αδελφια με έχει πιάσει τρόμος, αδελφια, δείχτε οίκτο.
Τρια πράγματα αντιπαθεί η αγαπητή Dim. Βατράχια, κότες και ακρίδες. Απλά δεν τα μπορεί. Και εδώ ο τόπος είναι γεμάτος απο βατράχια. Ακους το χαρακτηριστικό κουαξ κουαξ και θέλεις να ανέβεις σε τραπέζι να σωθεις. Η διαπίστωση δυστηχώς δεν έγινε αμέσως. Η βατραχοιστορία έγνε αντιληπτή όταν ήδη είχαν παραγγειλει τις πρώτες μπύρες. Η τουαλέτα δε, ήταν ακριβώς στις όχθες στο επίπεδο του ποταμού, μην φανταστείτε τίποτα πολυτέλειες, (απο μπαμπου και μια κουρελού για κάλυψη, με μια τρυπα στο έδαφος), που έπρεπε να φτάσεις σε αυτήν απο ενα γλυστερο, λασπωμενο, κατηφορικό μονοπάτι μέσα απο καλαμιές και αν είχες πιει και κάτι παραπάνω θα μπορούσες άνετα να κάνεις κολύμβηση στον Μεκογκ ενω αν ήσουν και ο Ιαν Θορπ...εεε τότε θα έφτανες στην Ταυλάνδη απέναντι α ν ε τ ο τ α τ α.
-Θελω να φύγω!
-Φυγε
-Μαζι σου
-Δεν μπορω γλυκιά μου, πίνω την μπύρα μου...
-Δως τη μου, στην καθαρίζω εγώ σε ένα λεπτό...
-Πιες την δική σου
-ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΥΓΩΩΩΩΩΩ... Φοβάμαι...
-Σου είπα.. φύγε...
-Παμε στην πόλη... στο ξενοδοχείο που καθήσαμε για καφε το πρωί.
-Εισαι τρελή? Στην γαλατιέρα επέπλεε ένα κορν φλέικς!
-Ε και? εσυ δεν είπες ότι είναι φυσιολογικότατο? Τι περίμενεις -μου είπες- να βρεις σε μια γαλατιέρα? Ελιές Καλαμών? Ετσι μου είπες. Πάμε εκεί. Και ας βρωμάει..
-Τι βρωμάει? Βρωμά και ζέχνει!
Εμειναν 10 εφιαλτικά λεπτά. Στην επιστροφή διαπίστωσαν ότι το κράτος δεν μπορεί να επιβάλει τους νόμους του στους πολίτες του. Πορνεία υπάρχει. Και μάλιστα μπόλικη. Λεπτομέρειες δεν θα δωθούν για ευνόητους λόγους.
Πήγαν στο βρωμιάρικο για μπύρες, σε ποτήρια που μύριζαν αυγο και μετά απο τον τυπικό έλεγχο για το αν είναι επαρκώς φορτωμένοι σε αλκοολ (έχουν και μια φήμη να συντηρήσουν), γυρισαν στο Pakse Hotel. Αυριο έφευγαν για τα σύνορα με την Καμπότζη....
Το πρωι στις 6 είχαμε αφύπνηση. Βαλίτσες, καφέ και στις 8 έτοιμοι. Ενας τύπος που πούλαγε εκδρομές πλησιάζει τον Γκιούλιβερ και του λέει
-Θέλετε να δείτε κάποιο Wat σήμερα κύριε?
-Τι λες ρε φίλε? Ξέρεις πόσα VAT 69 εχω δει εγώ στην ζωή μου? Νύχτα δούλευα σε μπάρ..
Ο κυριούλης έφυγε απορημένος. Μα υπάρχουν Wat στον δυτικό κόσμο? Μα τον Βούδα!! Πως να ξέρει ένας Λαοτιανός να ξεχωρίσει το Wat απο το Vat69?
Στις 8 ξεκίνησαν. Ηρθε και τους πήρε ενα βανάκι της προκοπής. Επιτέλους! Καιρός ήταν να ταξιδέψουν και αυτοί με ένα μέσο αξιόπιστο. Μπαίνουν, μαζεύουν και άλλυς 5 τουρίστες και μετά απο μια ώρα περίπου φτάνουν στα 4.000 νησιά. Για την ακρίβεια απέναντι απο τα νησάκια, τα οποία είναι επίγειοι παράδεισοι εντός του Μεκογκ χωρίς αυτοκίνητα, ρύπανση, κόρνες, παρά μόνο φοίνικες, μπαμπουδένια καλυβάκια, και ποδήλατα. Το μέρος που τους κατέβασε ήταν ένας λασπωμένος δρόμος (ένας ήταν όλος και όλος) γεμάτος λακούβες, με κάτι εκσκαφείς να ανοίγουν τρύπες, ένα αθλιότατο μαγαζί με ένα ξύλινο τραπέζι, (μην ρωτάτε τι είδους μαγαζί, απροσδιοριστο), κάτι σκελετωμένα σκυλια, γάτες με κομμένες ουρές και στο βάθος οριζώνες. Κάθησαν σε ένα κουτσό πάγκο και περίμεναν να κατέβουν όλοι οι επιβάτες απο το βανάκι. Οταν αυτό έγινε ξαναμπαίνουν στο βανάκι -οι μοναδικοί πελάτες αφού όλοι κατέβηκαν στα 4.000 νησιά- και στρογγυλοκάθονται σαν σουλτάνοι. Ο οδηγός όμως είχε άλλη γνώμη. Τους λέει να κατέβουν κάτω, τους παίρνει και τα πράγματα, τα αφήνει κάτω στο χώμα, κάτι τους ψελίζει και δειχνει με το χέρι του προς ένα τραπέζι που καθόταν ένας με δύο δόντια, φτύνει, βάζει μπρός και φεύγει! Ω Θεοί!!!! Ποτέ σας δεν δείχνετε οίκτο?
Ακολούθησαν σπαρακτικές σκηνές αλά Μαρθα Βούρτση, με την Dim να τρέχει πίσω απο το αυτοκίνητο και τις σκόνες που άφηνε αυτό και να φωνάζει καλέεε που μας αφήνεις? Εμείς Πνομ Πενχ έχουμε πληρώσει.... καλέεε γύρνα πίσω... ξέρω ποιός είσαι.... , τον Γκιούλιβερ να κοιτάει τον τύπο στο ξύλινο τραπέζι προσπαθώντας να μαντέψει το επόμενο ρεζιλίκι προβληματισμένος, 3-4 τουρίστες να κάνουν χάζι, ένας σκύλος να κυνηγάει μια γάτα, μια κοπέλα λαοτιανή να προσπαθεί να διώξει κάτι αλογόμυγες απο τα φαγητά που πούλαγε με ράθυμες κινήσεις και ένα πιτσιρίκι ξυπόλητο να χασμουριέται βαρυεστημένα. Γενικώς επικρατούσε μια σαστιμάρα.
Ξαφνικά πετάγεται ένας τυπάκος απο το πουθενά, τους βουτάει τα πράγματα και τα βάζει σε ένα πουλμανάκι.... άνευ περιγραφής. Οτι χειρότερο έχουν δει τα μάτια τους (και έχουν δει πολλά).
-Γκιούλι, Γκιούλι, γρήγορα..... μας κλέβουν!
-Τι να κλέψουν καλέ? Τα βρακιά σου? Σιγά το λάφυρο...
-Συγγνώμη κύριε, κύριεεε, κυριεεεε , απευθυνόμενη στον τύπο που τον είχε πάρει απο πίσω τρέχωντας, που τα πάτε τα πραγματάκια μας? Τι είναι αυτό? Εμεις Πνομ Πενχ πάμε....
Δια της νοηματικής τελικά βγαζουν άκρη. Το πουλμανάκι θα είναι το επόμενο μέσο. Για που? Μάλλον μέχρι τα σύνορα, και μετά άλλο λεωφορείο μέχρι την Πνομ Πενχ. Απέχουν 10 λεπτά με τα πόδια, 5 με ποδήλατο ή 15 με το συγκεκριμένο πουλμανάκι (οχι δεν έχει γίνει λάθος στα λεπτά, αυτές είναι οι αποστάσεις). Ανεβαίνουν αφού ψευτοσυνενοούνται με τον ανθρωπο στο ξύλινο τραπέζι που τους ζήτησε τα εισιτήρια και περιμένουν. Μετα απο 10 λεπτά αυτό ξεκινά. Μετά απο 3 λεπτά σταματά στην ακρούλα ενός δρόμου. Αχ Θεε μου! Τι αμαρτίες πληρώνουμε? Εντωμεταξύ έχει ανακύψει και ένα πρόβλημα ουρολογικής φύσεως. Τσίσα! Που?
Ο ήλιος καίει, και ο οδηγός έχει πάει σε ένα κιόσκι λίγα μέτρα πιο κάτω.
-Γκιουλι θέλω τσίσα.
-Και εγω τι θες να κάνω? Το παραβάν? Ψυχή δεν περνά... πήγαινε κάπου και κάνε...
-Ααα δεν μπορώ.
-Ε τότε πάνω σου.
Περνάν 5 λεπτά. 10 λεπτά. 20 λεπτά.
Η ζέστη απεριγραπτη. Ο ήλιος έκαιγε. Η Dim πάει στο κιόσκι, βρίσκει τον οδηγό που έκανε χαβαλέ με κάτι ψόφιες, και τον ρωτά που υπάρχει τουαλέτα. Της δείχνει μια υπαίθρια στην μέση ενός λιβαδιού που έπρεπε να περάσει πρώτα απο όλον τον ζωικό κόσμο και τα 3 μέτρα χορτάρι για να φτάσει. Αφου ζυγίζει τις πιθανότητες επιβίωσης με αυτές της ξεφτίλας να τα κάνει πάνω της, καταλήγει στην δεύτερη λύση, αν και εδω που τα λέμε αν διάλεγε την πρώτη θα είχα τεράστιες πιθανότητες μετά απο την επαφή με τα ζώα όλων των ειδών που θα συναντούσε μέσα στο λιβάδι, να αποκτούσε ικανό βαθμό γνώσεων ώστε να συγγράψει μετά τον επαναπατρισμό της, επιστημονικά πονήματα με θέμα "εγώ και τα φίδια" ή "οταν με δάγκωσε σκορπιός" ή "τι να κάνετε αν σας επιτεθει δεινόσαυρος" ή ακόμα και "τα αγριογούρουνα είναι φίλοι μας" ή λίγοτερο επιστημονικά βιβλία και περισσότερο πρακτικά όπως "οι δημόσιες τουαλέτες του Λάος και πως να προστατευτείτε" ή "Καθετήρας-Σωτήρας". Τον ευχαριστεί και φεύγει, αφήνωντας τον να αναρωτιέται "καλέ τι μουρλή είναι αυτή? ήρθε, ρώτησε που είναι η τουαλέτα, της την δείχνω και φεύγει.. πρέπει να είναι θεοπαλαβοί αυτοί οι δυτικοί..."
Κάνουν ένα τσιγαρο. Δυο. Τρια. Ολη την καπνοπαραγωγή του Παπαστράτου και στο τέλος, λίγο πριν το στάδιο ανάφλεξης, ο οδηγός έρχεται. Επιτέλους! Φεύγουν. Μαζί με 3 γαλλίδες, 6 βαλίτσες, ένα εισπράκτορα με σκισμένη μπλούζα και καμμιά δεκαριά μαμούνια που τους κυνήγαγαν μέσα στο λεωφορείο. Μετά απο πολύ λίγο φτάνουν στα σύνορα. Κατεβαίνουν, ο οδηγός βάζει μπρος και φεύγει. Αφού τακτοποιούν τις απαραιτητες τυπικές διαδικασίες, (μίζα 1-2 δολλαρίων στους υπαλλήλους για την σφραγίδα) περνούν πεζή κάτω απο τις μπάρες, περπατούν τα 20 μέτρα νεκρής ζώνης και εισέρχονται στην Καμπότζη με τα διαβατήρια στα χέρια......
Τα βάσανα τελείωσαν, το Λαος είναι πλέον παρελθόν. Απλά ακόμη μια σφραγίδα αναμνησης αυτών που έζησαν. Αν και μεταξύ μας -μην τους το πείτε- τελικά ουτοπικές σκέψεις με μπόλικη -αδικαιολόγητη- αισιοδοξια των πρωταγωνιστών είναι αυτές και ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Μάλλον τα πραγματικά βάσανα μόλις τώρα αρχίζουν...... ραντεβού λοιπόν στην Καμπότζη.

Της Τατιάνας το κάγκελο! Κόσμος, νεαρός στην πλειοψηφία του, αυτοκίνητα, καλυβομπαράκια αυτοσχέδια πάνω απο τις όχθες του ποταμού, φωτάκια, αντροπαρέες, μουσικές, ψησταριες ...
SUPER!!! Αλλά... υπάρχει ένα μεγάλο αλλά. Βατράχια! Αδελφια, ο τόπος βρίθει απο αμφίβια. Αδελφια, πάμε να φύγουμε, αδελφια δεν βαστώ, αδελφια με έχει πιάσει τρόμος, αδελφια, δείχτε οίκτο.
Τρια πράγματα αντιπαθεί η αγαπητή Dim. Βατράχια, κότες και ακρίδες. Απλά δεν τα μπορεί. Και εδώ ο τόπος είναι γεμάτος απο βατράχια. Ακους το χαρακτηριστικό κουαξ κουαξ και θέλεις να ανέβεις σε τραπέζι να σωθεις. Η διαπίστωση δυστηχώς δεν έγινε αμέσως. Η βατραχοιστορία έγνε αντιληπτή όταν ήδη είχαν παραγγειλει τις πρώτες μπύρες. Η τουαλέτα δε, ήταν ακριβώς στις όχθες στο επίπεδο του ποταμού, μην φανταστείτε τίποτα πολυτέλειες, (απο μπαμπου και μια κουρελού για κάλυψη, με μια τρυπα στο έδαφος), που έπρεπε να φτάσεις σε αυτήν απο ενα γλυστερο, λασπωμενο, κατηφορικό μονοπάτι μέσα απο καλαμιές και αν είχες πιει και κάτι παραπάνω θα μπορούσες άνετα να κάνεις κολύμβηση στον Μεκογκ ενω αν ήσουν και ο Ιαν Θορπ...εεε τότε θα έφτανες στην Ταυλάνδη απέναντι α ν ε τ ο τ α τ α.
-Θελω να φύγω!
-Φυγε
-Μαζι σου
-Δεν μπορω γλυκιά μου, πίνω την μπύρα μου...
-Δως τη μου, στην καθαρίζω εγώ σε ένα λεπτό...
-Πιες την δική σου
-ΘΕΛΩ ΝΑ ΦΥΓΩΩΩΩΩΩ... Φοβάμαι...
-Σου είπα.. φύγε...
-Παμε στην πόλη... στο ξενοδοχείο που καθήσαμε για καφε το πρωί.
-Εισαι τρελή? Στην γαλατιέρα επέπλεε ένα κορν φλέικς!
-Ε και? εσυ δεν είπες ότι είναι φυσιολογικότατο? Τι περίμενεις -μου είπες- να βρεις σε μια γαλατιέρα? Ελιές Καλαμών? Ετσι μου είπες. Πάμε εκεί. Και ας βρωμάει..
-Τι βρωμάει? Βρωμά και ζέχνει!
Εμειναν 10 εφιαλτικά λεπτά. Στην επιστροφή διαπίστωσαν ότι το κράτος δεν μπορεί να επιβάλει τους νόμους του στους πολίτες του. Πορνεία υπάρχει. Και μάλιστα μπόλικη. Λεπτομέρειες δεν θα δωθούν για ευνόητους λόγους.
Πήγαν στο βρωμιάρικο για μπύρες, σε ποτήρια που μύριζαν αυγο και μετά απο τον τυπικό έλεγχο για το αν είναι επαρκώς φορτωμένοι σε αλκοολ (έχουν και μια φήμη να συντηρήσουν), γυρισαν στο Pakse Hotel. Αυριο έφευγαν για τα σύνορα με την Καμπότζη....
Το πρωι στις 6 είχαμε αφύπνηση. Βαλίτσες, καφέ και στις 8 έτοιμοι. Ενας τύπος που πούλαγε εκδρομές πλησιάζει τον Γκιούλιβερ και του λέει
-Θέλετε να δείτε κάποιο Wat σήμερα κύριε?
-Τι λες ρε φίλε? Ξέρεις πόσα VAT 69 εχω δει εγώ στην ζωή μου? Νύχτα δούλευα σε μπάρ..
Ο κυριούλης έφυγε απορημένος. Μα υπάρχουν Wat στον δυτικό κόσμο? Μα τον Βούδα!! Πως να ξέρει ένας Λαοτιανός να ξεχωρίσει το Wat απο το Vat69?
Στις 8 ξεκίνησαν. Ηρθε και τους πήρε ενα βανάκι της προκοπής. Επιτέλους! Καιρός ήταν να ταξιδέψουν και αυτοί με ένα μέσο αξιόπιστο. Μπαίνουν, μαζεύουν και άλλυς 5 τουρίστες και μετά απο μια ώρα περίπου φτάνουν στα 4.000 νησιά. Για την ακρίβεια απέναντι απο τα νησάκια, τα οποία είναι επίγειοι παράδεισοι εντός του Μεκογκ χωρίς αυτοκίνητα, ρύπανση, κόρνες, παρά μόνο φοίνικες, μπαμπουδένια καλυβάκια, και ποδήλατα. Το μέρος που τους κατέβασε ήταν ένας λασπωμένος δρόμος (ένας ήταν όλος και όλος) γεμάτος λακούβες, με κάτι εκσκαφείς να ανοίγουν τρύπες, ένα αθλιότατο μαγαζί με ένα ξύλινο τραπέζι, (μην ρωτάτε τι είδους μαγαζί, απροσδιοριστο), κάτι σκελετωμένα σκυλια, γάτες με κομμένες ουρές και στο βάθος οριζώνες. Κάθησαν σε ένα κουτσό πάγκο και περίμεναν να κατέβουν όλοι οι επιβάτες απο το βανάκι. Οταν αυτό έγινε ξαναμπαίνουν στο βανάκι -οι μοναδικοί πελάτες αφού όλοι κατέβηκαν στα 4.000 νησιά- και στρογγυλοκάθονται σαν σουλτάνοι. Ο οδηγός όμως είχε άλλη γνώμη. Τους λέει να κατέβουν κάτω, τους παίρνει και τα πράγματα, τα αφήνει κάτω στο χώμα, κάτι τους ψελίζει και δειχνει με το χέρι του προς ένα τραπέζι που καθόταν ένας με δύο δόντια, φτύνει, βάζει μπρός και φεύγει! Ω Θεοί!!!! Ποτέ σας δεν δείχνετε οίκτο?
Ακολούθησαν σπαρακτικές σκηνές αλά Μαρθα Βούρτση, με την Dim να τρέχει πίσω απο το αυτοκίνητο και τις σκόνες που άφηνε αυτό και να φωνάζει καλέεε που μας αφήνεις? Εμείς Πνομ Πενχ έχουμε πληρώσει.... καλέεε γύρνα πίσω... ξέρω ποιός είσαι.... , τον Γκιούλιβερ να κοιτάει τον τύπο στο ξύλινο τραπέζι προσπαθώντας να μαντέψει το επόμενο ρεζιλίκι προβληματισμένος, 3-4 τουρίστες να κάνουν χάζι, ένας σκύλος να κυνηγάει μια γάτα, μια κοπέλα λαοτιανή να προσπαθεί να διώξει κάτι αλογόμυγες απο τα φαγητά που πούλαγε με ράθυμες κινήσεις και ένα πιτσιρίκι ξυπόλητο να χασμουριέται βαρυεστημένα. Γενικώς επικρατούσε μια σαστιμάρα.
Ξαφνικά πετάγεται ένας τυπάκος απο το πουθενά, τους βουτάει τα πράγματα και τα βάζει σε ένα πουλμανάκι.... άνευ περιγραφής. Οτι χειρότερο έχουν δει τα μάτια τους (και έχουν δει πολλά).
-Γκιούλι, Γκιούλι, γρήγορα..... μας κλέβουν!
-Τι να κλέψουν καλέ? Τα βρακιά σου? Σιγά το λάφυρο...
-Συγγνώμη κύριε, κύριεεε, κυριεεεε , απευθυνόμενη στον τύπο που τον είχε πάρει απο πίσω τρέχωντας, που τα πάτε τα πραγματάκια μας? Τι είναι αυτό? Εμεις Πνομ Πενχ πάμε....
Δια της νοηματικής τελικά βγαζουν άκρη. Το πουλμανάκι θα είναι το επόμενο μέσο. Για που? Μάλλον μέχρι τα σύνορα, και μετά άλλο λεωφορείο μέχρι την Πνομ Πενχ. Απέχουν 10 λεπτά με τα πόδια, 5 με ποδήλατο ή 15 με το συγκεκριμένο πουλμανάκι (οχι δεν έχει γίνει λάθος στα λεπτά, αυτές είναι οι αποστάσεις). Ανεβαίνουν αφού ψευτοσυνενοούνται με τον ανθρωπο στο ξύλινο τραπέζι που τους ζήτησε τα εισιτήρια και περιμένουν. Μετα απο 10 λεπτά αυτό ξεκινά. Μετά απο 3 λεπτά σταματά στην ακρούλα ενός δρόμου. Αχ Θεε μου! Τι αμαρτίες πληρώνουμε? Εντωμεταξύ έχει ανακύψει και ένα πρόβλημα ουρολογικής φύσεως. Τσίσα! Που?
Ο ήλιος καίει, και ο οδηγός έχει πάει σε ένα κιόσκι λίγα μέτρα πιο κάτω.
-Γκιουλι θέλω τσίσα.
-Και εγω τι θες να κάνω? Το παραβάν? Ψυχή δεν περνά... πήγαινε κάπου και κάνε...
-Ααα δεν μπορώ.
-Ε τότε πάνω σου.
Περνάν 5 λεπτά. 10 λεπτά. 20 λεπτά.
Η ζέστη απεριγραπτη. Ο ήλιος έκαιγε. Η Dim πάει στο κιόσκι, βρίσκει τον οδηγό που έκανε χαβαλέ με κάτι ψόφιες, και τον ρωτά που υπάρχει τουαλέτα. Της δείχνει μια υπαίθρια στην μέση ενός λιβαδιού που έπρεπε να περάσει πρώτα απο όλον τον ζωικό κόσμο και τα 3 μέτρα χορτάρι για να φτάσει. Αφου ζυγίζει τις πιθανότητες επιβίωσης με αυτές της ξεφτίλας να τα κάνει πάνω της, καταλήγει στην δεύτερη λύση, αν και εδω που τα λέμε αν διάλεγε την πρώτη θα είχα τεράστιες πιθανότητες μετά απο την επαφή με τα ζώα όλων των ειδών που θα συναντούσε μέσα στο λιβάδι, να αποκτούσε ικανό βαθμό γνώσεων ώστε να συγγράψει μετά τον επαναπατρισμό της, επιστημονικά πονήματα με θέμα "εγώ και τα φίδια" ή "οταν με δάγκωσε σκορπιός" ή "τι να κάνετε αν σας επιτεθει δεινόσαυρος" ή ακόμα και "τα αγριογούρουνα είναι φίλοι μας" ή λίγοτερο επιστημονικά βιβλία και περισσότερο πρακτικά όπως "οι δημόσιες τουαλέτες του Λάος και πως να προστατευτείτε" ή "Καθετήρας-Σωτήρας". Τον ευχαριστεί και φεύγει, αφήνωντας τον να αναρωτιέται "καλέ τι μουρλή είναι αυτή? ήρθε, ρώτησε που είναι η τουαλέτα, της την δείχνω και φεύγει.. πρέπει να είναι θεοπαλαβοί αυτοί οι δυτικοί..."
Κάνουν ένα τσιγαρο. Δυο. Τρια. Ολη την καπνοπαραγωγή του Παπαστράτου και στο τέλος, λίγο πριν το στάδιο ανάφλεξης, ο οδηγός έρχεται. Επιτέλους! Φεύγουν. Μαζί με 3 γαλλίδες, 6 βαλίτσες, ένα εισπράκτορα με σκισμένη μπλούζα και καμμιά δεκαριά μαμούνια που τους κυνήγαγαν μέσα στο λεωφορείο. Μετά απο πολύ λίγο φτάνουν στα σύνορα. Κατεβαίνουν, ο οδηγός βάζει μπρος και φεύγει. Αφού τακτοποιούν τις απαραιτητες τυπικές διαδικασίες, (μίζα 1-2 δολλαρίων στους υπαλλήλους για την σφραγίδα) περνούν πεζή κάτω απο τις μπάρες, περπατούν τα 20 μέτρα νεκρής ζώνης και εισέρχονται στην Καμπότζη με τα διαβατήρια στα χέρια......
Τα βάσανα τελείωσαν, το Λαος είναι πλέον παρελθόν. Απλά ακόμη μια σφραγίδα αναμνησης αυτών που έζησαν. Αν και μεταξύ μας -μην τους το πείτε- τελικά ουτοπικές σκέψεις με μπόλικη -αδικαιολόγητη- αισιοδοξια των πρωταγωνιστών είναι αυτές και ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Μάλλον τα πραγματικά βάσανα μόλις τώρα αρχίζουν...... ραντεβού λοιπόν στην Καμπότζη.