dim kyr
Member
- Μηνύματα
- 2.089
- Likes
- 6.682
- Ταξίδι-Όνειρο
- ΔΟΥ Κορίνθου
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Περίεργες πολιτικές ποτοαπαγόρευσης
- Run Lola Run
- Ηρθαμε! Φεύγουμε.....
- Kuala Lumbur
- Παναγιά μου!!! Ενα AirBus 320 έρχεται κατα πάνω μας
- Αναλαμβάνουμε απεντομώσεις, καθαρισμούς κτηρίων και αποφράξεις αποχετεύσεων
- Λάος
- Αυτός, Αυτή και οι απάτες
- Για ποιόν χτυπά η εξάτμιση?
- Το στοίχημα του ευρω
- Αρχίσανε τα όργανα
- Στο άγνωστο με πούλμαν την ελπίδα
- Η Αφιξη και το πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων
- Μια γιορτή μια μπύρα και τρια δόντια
- Και ο Γκιούλι ξεσπαθώνει, ξεσπαθώνει
- Οταν ξέρεις και ταξιδεύεις με στυλ
- Θελω να κατέβω απο αυτό το λεωφορείο
- Το αγνό παρθένο σου μαλλί
- Απο την Σκύλλα στην Χαρυβδη και απο τον Αννα στον Καιάφα
- Α ρε γλέντια
- Πνομ Πενχ : η Αυτοκράτειρα με τα κουρέλια
- Η Κάθοδος και ο δρόμος προς το κολαστήριο
- Η Καμπότζη και το εργοστάσιο της κρεατομηχανής
- Οταν η σύνεση εκδιώχνεται μετά κλοτσηδόν
- In the mouth of Darkness
- Το Ιδρυμα
- Κάνε ένα μπάνιο!
- Ψάχνωντας απελπισμένα (ένα) το Ιδρυμα
- Η καλή μας αγελάδα βόσκει κάτω στην λιακάδα
- Μια οικογένεια είμαστε όλοι
Πνομ Πενχ, η Αυτοκράτειρα με τα κουρέλια
Στην αρχή τα τοπία είναι κάπως πληκτικά. Ζούγκλες, εκατέρωθεν του δρόμου, κανένα αυτοκίνητο, σπάνια κάποια παράγκα και ζέστη. Τίποτα εξαιρετικό, τίποτα αξιόλογο. Μετά απο κάποια ώρα φτάνουν στο Stung Treng, την πρώτη μεγάλη πόλη μετά τα σύνορα για στάση κάποιας ώρας. Πάτος με το Π το κεφαλαίο. Βρωμερό, τρισάθλιο, που ενδείκνυται μόνο για τρέκινγκ στην γυρω περιοχή. Ως πόλη, μια αθλιότητα. Αλλά μετά, έρχεται το Kratie μια μικρή πόλη απο την οποία μπορείς να παρακολουθήσεις δελφίνια του γλυκού νερού στα νερά του ποταμού Μεκονγκ και η οποία είναι ομορφούτσικη. Το κομμάτι όμως μετά το Kratie είναι πέραν πάσης περιγραφής. Δεν υπάρχουν λόγια να αποτυπώσεις, αυτήν την βουτιά στο χωροχρόνο. Ο δρόμος βέβαια έχει γίνει απο άσφαλτος, χωμάτινος με λακούβες- κρατήρες, κόκκινη σκόνη, και λάσπες, ΑΛΛΑ τέτοια τοπία αξίζουν όλη την ταλαιπωρία του κόσμου. Απίστευτη ομορφιά, εκπληκτική φύση, υπέροχες εικόνες, καταπληκτική χλωρίδα, μοναδική αίσθηση. Οτι και να πούμε θα το αδικήσουμε. Μια απλή περιγραφή είναι η εξής, Πρόχειρες καλύβες με αχυρένιες σκεπές υπερυψωμένες σε πασσαλους δίπλα απο το ποτάμι, λασπωμένες αυλές στις οποίες παίζουν ημίγυμνα ξυπόλητα παιδιά , ονειρεμένα δάση απο μπαμπού, φοίνικες-στολίδια σήμα κατατεθέν για την Ινδοκίνα, στο μπάκ γκράουντ ο Μεκονγκ ξαπλωμένος νωχελικά, κομμάτια από αδιαπέραστες ζούγκλες, όλα μα όλα είναι μοναδικά υπό την έννοια ότι αυτά που αντικρύζεις τα συναντάς σε ελάχιστες περιοχές. Το εκπληκτικότερο όλων όμως και αυτό που δίνει ψυχή και σώμα σε αυτά που βλέπεις ή φαντάζεσαι, είναι η απλή καθημερινότητα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια σου με τους κατοίκους να μοιάζουν σαν ηρωες κάποιας κινηματογραφικής ταινίας. Ηλιοκαμμένοι, μικρόσωμοι , με αποτυπωμένη στο πρόσωπό τους την φτώχεια και την κακουχία , τους βλέπεις να κοιμούνται στις καλύβες τους στο πάτωμα, να κάνουν μπανιο υπαίθρια, να επισκευαζουν τα δίχτυα τους, να καθαρίζουν τους σωρούς ρυζιού, να σκάβουν την γη, να πλέκουν καλάθια, να κουβαλούν με τα χέρια ότι μπορείς να φανταστείς, να κάνουν χίλια δυο εκτός απο ένα, να γελούν. Ειναι σοβαροί, κατηφείς και απο την όψη τους καταλαβαίνεις ότι η ζωή για αυτούς είναι δύσκολη. Η ανέχεια είναι κάτι παραπάνω απο φανερή. Δεν ψιθυρίζει διακριτικά. Φωνάζει ξεδιάντροπα. Και αναφερόμαστε στην υλική φτώχεια. Την βλέπεις απο τα σπίτια τους, απο τα τρύπια ρούχα τους, απο τον τρόπο/μέσα που καλλιεργούν την γη, απο το σημείο που έχουν φτιάξει τις καλύβες τους (στις όχθες του ποταμού που συνεχώς υπερχειλίζει), αλλά κυρίως την νοιώθεις. Τα πιτσιρικια που τρέχουν δίπλα απο το λεωφορείο και γελούν και φωνάζουν χαρούμενα είναι μια πινελιά αισιοδοξίας. Πάντως αυτες οι εικόνες ήταν ότι καλύτερο είδαν απο άποψη φυσικού τοπίου σε ολόκληρη την χώρα.
Το ταξίδι μόνο άνετο δεν θα το έλεγες. Διαρκεί πολύ, σε δρόμους κάκιστους αλλά ευτυχώς οι στάσεις δεν είναι πολλές και τα τοπία σε αποζημιώνουν. Στις 8 το βράδυ σταματούν σε ένα μαγαζί-εστιατόριο- σταθμό πούλμαν - βενζινάδικο -σουβενιράδικο. Εχει νυχτώσει εδώ και 2 ώρες και οι φίλοι μας είναι "στο πόδι" απο τις 6 το πρωί. Ηδη έχουν κλείσει αισίως τις 14 ώρες στους δρόμους. Οι επιβάτες κατεβαίνουν να καπνίσουν, και να φάνε. Ερχεται ένας τύπος και αρχίζει και φωνάζει "οσοι πάνε στο Siem Reap να πάρουν τα πράγματά τους. Θα αλλάξουν λεωφορείο, όσοι πάνε Πνομ Πενχ να κάτσουν". Δεδομένου ότι οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν στόχο την πρωτευουσα, θα περίμενε κανείς ελάχιστοι να είναι αυτοί που δεν θα θέλουν να πάνε στην Πνομ Πενχ. Κι όμως! Ολοι παίρνουν τις αποσκευές τους εκτός απο 2 καμποτζιανούς. Οι Ελληνες είναι οι μοναδικοί που πάνε στην Πνομ Πενχ. Τους πλησιάζει ο οδηγός και τους λέει "εσεις εδώ. Μαζί μας". Τώρα πως ήξερε ότι αυτοί ήταν οι μοναδικοί για την πρωτεύουσα.... ποιός ξέρει? Μάλλον δεν συμβαίνει συχνά οι τουρίστες να πηγαίνουν Πνομ Πενχ απο τα σύνορα, αλλά να προσεγγίζουν αεροπορικώς. Αλλες 2 ώρες μέχρι τον τελικό προορισμό, συνοδεία βροχής και τριξιμάτων λαμαρίνας, σε ένα άδειο λεωφορείο με 2 Ελληνες και 3 καμποτζιανούς..............
Μετά απο 2 (δύσκολες) ώρες, αρχίζει το πούλμαν να φτάνει στις παρυφές της πόλης. Ηταν νύχτα και τα μπαρ της πόλης είχαν αρχίσει να ανοίγουν. Βροχή. Φωτα νέον, κοπέλες, μπράβοι, νταβατζήδες, σουλάτσα, επιγραφές, αλκοολ, μαριχουάνα, σκοτεινές φιγούρες υπόσχονταν υγρές νύχτες ακολασίας και τα πάντα στους πάντες, αρκεί να διαθέτουν λίγα δολλάρια αφού το νόμισμα που συναλλάσονται είναι το Αμερικάνικο. Πριν της πάρει τα σκίπτρα στην πορνεία η Ταυλάνδη, η Καμπότζη ήταν (και παραμένει ) διάσημος προορισμός για τους απανταχού ενδιαφερόμενους σεξοτουρισμού. Παιδική πορνεία (κυρίως), αντρική πορνεία, μαριχουάνα, ηθική βρωμιά, διαφθορά, παρακμή, φτηνά ποτά, όπλα, ... όλα μα όλα βρίσκουν τον δρόμο τους στην καταπληκτικότερη πρωτεύουσα της Ινδοκίνας, Πνομ Πενχ. Η πιο όμορφη, συναρπαστικότερη ή αν θέλετε ενδιαφέρουσα πόλη ολόκληρης της περιοχής. Οποιος δεν νοιάζεται βέβαια ή δεν θέλει να τα δει, πολύ απλά δεν τα βλέπει. Στέκεται στα ".....χαρούμενα παιδικά πρόσωπα και στους φιλόξενους κατοίκους....". Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν. Η αστυνομία διεφθαρμένη όπως και οι κυβερνώντες προερχόμενοι απο τα πρώην στελέχη του μέγα ηγέτη Πολ Ποτ, οι άνθωποι φτωχοί, η βρωμιά δεδομένη, οι μπύρες κρύες, οι πίτσες με μαριχουάνα και τα ποτά φτηνά. Η σάρκα προς πώληση δε, άφθονη. Χασάπικο σε τιμές προσφοράς. Κρέατα βρίσκεις παντού αν θέλεις, και μάλιστα σε τιμές συμφέρουσες. Φρέσκα. Το αίμα στάζει ακόμα. Ολων των ηλικιών, φύλου και γούστων. Σιτεμένα ή γάλακτος. Κρεμασμένα απο το τσιγκέλι, περιμένουν εσένα. Απογυμωμένα , πρόθυμα και διψασμένα για συνάλλαγμα. Οτι θέλει ο ενδιαφέρομενος. Παράδεισος! Ξενοδοχεία πολυτελείας στέκουν φωτισμένα μεγαλοπρεπώς και στις φτωχές συνοικίες τα ποντίκια έχουν βγει παγανιά στους δρόμους, οι πόρνες κάνουν πιάτσα με τους νταβάδες να τις περιμένουν στην γωνιά, τα πάρκα επικίνδυνα το βράδυ να περάσεις καθότι οι βιασμοί καραδοκούν, πολυτελή εστιατόρια αλλά και τρύπες που ούτε το σκυλί σου δεν θα τάιζες, τουρίστες, καυσαέριο, πολυτέλεια, εξαθλίωση, κίνηση, ανασφάλεια, μπαρ που για να μπεις σε ψάχνουν για οπλοφορία, τσαμπουκάδες, ήχοι τα βράδυα απο μπουκάλια που σπαν, στριγγλιές, δρόμοι φωτισμένοι, δρόμοι σκοτεινοί, δρόμοι με πεζοδρόμια, δρόμοι με αδιέξοδα, δρόμοι επικίνδυνοι, δρόμοι με μηχανάκια... πολλά μηχανάκια. Πάρα πολλά. Ζητιάνοι, ανάπηροι πετσοκομένοι απο νάρκες ή βασανιστήρια στα δύσκολα χρόνια, χωρίς πόδια, όραση, ή χέρια, παραμορφωμένοι που χρησιμοποιούν πατερίτσες ή πατίνια ξαπλωμένοι για να κινηθούν, παιδιά μικροπωλητές, μπαλόνια, φωτάκια, σκότος, βρωμιά, αγνότητα.... όλα ΕΝΑ.
Καλό να περιγραφείς την χαρούμενη τουριστική πλευρά της ζωής σαν τα τουριστικά γραφεία και να εξιδανικεύεις καταστάσεις, να ντύνεις την βασίλισσα με κουρέλια και την ζητιάνα με βελούδα, αλλά ας είμαστε λίγο ακριβοδίκαιοι και ρεαλιστές, η Πνομ Πενχ είναι μια βρώμικη πόλη. Ειτε γουσταρουμε είτε όχι, αυτό είναι. Με καταβολές βίας και ανυπαρξίας ηθικής, είναι και παραμένει δύσκολη και εύκολη μαζί, απλά σου δίνει το δικαίωμα να επιλέξεις τι θέλεις να δεις και τι θέλεις να ΜΗΝ δεις. Αυτό όμως δεν αλλάζει τίποτα. Φυσικά μπορείς να εθελοτυφλησείς και να δεις μόνο αυτά που τα γκρούπ σου δείχνουν. Τι ωραία! Τι καλά! Φτωχοί, πλην όμως τίμιοι. χαρούμενοι καλέ..... χωρίς να νοιάζονται για πιστωτικές, δάνεια , χρηματιστήρια, κλπ κλπ. Τι ωραίο μουσείο! Τι ωραίο ξενοδοχείο! Τι ωραία παλάτι! Το πρόβλημα είναι ότι νομίζουμε ότι οι λαοί τέτοιων χωρων , είναι αποκομμένοι απο υλική επιρροή και δεν τους νοιάζει ή δεν ζηλεύουν τον δυτικό τρόπο ζωής. Λάθος.
Γιατί να θελήσεις να μην δεις και την the dark side of the moon? Η Πνομ είναι μια βασίλισσα που το χεράκι της να κουνήσει μόνο, πέφτεις και την προσκυνάς. Ολες οι όμορες πρωτεύουσες απλά.... υπάρχουν, μόνο και μόνο να την κάνουν να δείχνει σαν ταλαντούχα εκδιδόμενη με ταπεινοφροσύνη και κάποια που ξέρει τα προσόντα της αλλά επιλέγει να μην κάνει επίδειξη δύναμης. Αλλώστε το ξέρει. Τις νικά όλες. Ποιός ο λόγος να κατέβει στο ρίνγκ? Της αρκεί που το γνωρίζει και που επιτρέπει και σε κάποιους μύστες να το μάθουν. Αμα θέλουν. Γιατί πολλοί τουρίστες δυστηχώς την ξεπετούν ή ακόμα χειρότερα την θεωρούν απλά ακόμη μια ασιατική πρωτεύουσα. Κρίμα.
Τα σοκάκια της Πνομ κρύβουν μυστικά. Και σε αυτά τα σοκάκια οι φίλοι μας περπάτησαν , και θα μας πουν την μόνη αλήθεια αυτής της τόσο παρεξηγημένης και τόσο θλιβερής και συνάμα χαρούμενης πόλης.....
Στην αρχή τα τοπία είναι κάπως πληκτικά. Ζούγκλες, εκατέρωθεν του δρόμου, κανένα αυτοκίνητο, σπάνια κάποια παράγκα και ζέστη. Τίποτα εξαιρετικό, τίποτα αξιόλογο. Μετά απο κάποια ώρα φτάνουν στο Stung Treng, την πρώτη μεγάλη πόλη μετά τα σύνορα για στάση κάποιας ώρας. Πάτος με το Π το κεφαλαίο. Βρωμερό, τρισάθλιο, που ενδείκνυται μόνο για τρέκινγκ στην γυρω περιοχή. Ως πόλη, μια αθλιότητα. Αλλά μετά, έρχεται το Kratie μια μικρή πόλη απο την οποία μπορείς να παρακολουθήσεις δελφίνια του γλυκού νερού στα νερά του ποταμού Μεκονγκ και η οποία είναι ομορφούτσικη. Το κομμάτι όμως μετά το Kratie είναι πέραν πάσης περιγραφής. Δεν υπάρχουν λόγια να αποτυπώσεις, αυτήν την βουτιά στο χωροχρόνο. Ο δρόμος βέβαια έχει γίνει απο άσφαλτος, χωμάτινος με λακούβες- κρατήρες, κόκκινη σκόνη, και λάσπες, ΑΛΛΑ τέτοια τοπία αξίζουν όλη την ταλαιπωρία του κόσμου. Απίστευτη ομορφιά, εκπληκτική φύση, υπέροχες εικόνες, καταπληκτική χλωρίδα, μοναδική αίσθηση. Οτι και να πούμε θα το αδικήσουμε. Μια απλή περιγραφή είναι η εξής, Πρόχειρες καλύβες με αχυρένιες σκεπές υπερυψωμένες σε πασσαλους δίπλα απο το ποτάμι, λασπωμένες αυλές στις οποίες παίζουν ημίγυμνα ξυπόλητα παιδιά , ονειρεμένα δάση απο μπαμπού, φοίνικες-στολίδια σήμα κατατεθέν για την Ινδοκίνα, στο μπάκ γκράουντ ο Μεκονγκ ξαπλωμένος νωχελικά, κομμάτια από αδιαπέραστες ζούγκλες, όλα μα όλα είναι μοναδικά υπό την έννοια ότι αυτά που αντικρύζεις τα συναντάς σε ελάχιστες περιοχές. Το εκπληκτικότερο όλων όμως και αυτό που δίνει ψυχή και σώμα σε αυτά που βλέπεις ή φαντάζεσαι, είναι η απλή καθημερινότητα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια σου με τους κατοίκους να μοιάζουν σαν ηρωες κάποιας κινηματογραφικής ταινίας. Ηλιοκαμμένοι, μικρόσωμοι , με αποτυπωμένη στο πρόσωπό τους την φτώχεια και την κακουχία , τους βλέπεις να κοιμούνται στις καλύβες τους στο πάτωμα, να κάνουν μπανιο υπαίθρια, να επισκευαζουν τα δίχτυα τους, να καθαρίζουν τους σωρούς ρυζιού, να σκάβουν την γη, να πλέκουν καλάθια, να κουβαλούν με τα χέρια ότι μπορείς να φανταστείς, να κάνουν χίλια δυο εκτός απο ένα, να γελούν. Ειναι σοβαροί, κατηφείς και απο την όψη τους καταλαβαίνεις ότι η ζωή για αυτούς είναι δύσκολη. Η ανέχεια είναι κάτι παραπάνω απο φανερή. Δεν ψιθυρίζει διακριτικά. Φωνάζει ξεδιάντροπα. Και αναφερόμαστε στην υλική φτώχεια. Την βλέπεις απο τα σπίτια τους, απο τα τρύπια ρούχα τους, απο τον τρόπο/μέσα που καλλιεργούν την γη, απο το σημείο που έχουν φτιάξει τις καλύβες τους (στις όχθες του ποταμού που συνεχώς υπερχειλίζει), αλλά κυρίως την νοιώθεις. Τα πιτσιρικια που τρέχουν δίπλα απο το λεωφορείο και γελούν και φωνάζουν χαρούμενα είναι μια πινελιά αισιοδοξίας. Πάντως αυτες οι εικόνες ήταν ότι καλύτερο είδαν απο άποψη φυσικού τοπίου σε ολόκληρη την χώρα.
Το ταξίδι μόνο άνετο δεν θα το έλεγες. Διαρκεί πολύ, σε δρόμους κάκιστους αλλά ευτυχώς οι στάσεις δεν είναι πολλές και τα τοπία σε αποζημιώνουν. Στις 8 το βράδυ σταματούν σε ένα μαγαζί-εστιατόριο- σταθμό πούλμαν - βενζινάδικο -σουβενιράδικο. Εχει νυχτώσει εδώ και 2 ώρες και οι φίλοι μας είναι "στο πόδι" απο τις 6 το πρωί. Ηδη έχουν κλείσει αισίως τις 14 ώρες στους δρόμους. Οι επιβάτες κατεβαίνουν να καπνίσουν, και να φάνε. Ερχεται ένας τύπος και αρχίζει και φωνάζει "οσοι πάνε στο Siem Reap να πάρουν τα πράγματά τους. Θα αλλάξουν λεωφορείο, όσοι πάνε Πνομ Πενχ να κάτσουν". Δεδομένου ότι οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν στόχο την πρωτευουσα, θα περίμενε κανείς ελάχιστοι να είναι αυτοί που δεν θα θέλουν να πάνε στην Πνομ Πενχ. Κι όμως! Ολοι παίρνουν τις αποσκευές τους εκτός απο 2 καμποτζιανούς. Οι Ελληνες είναι οι μοναδικοί που πάνε στην Πνομ Πενχ. Τους πλησιάζει ο οδηγός και τους λέει "εσεις εδώ. Μαζί μας". Τώρα πως ήξερε ότι αυτοί ήταν οι μοναδικοί για την πρωτεύουσα.... ποιός ξέρει? Μάλλον δεν συμβαίνει συχνά οι τουρίστες να πηγαίνουν Πνομ Πενχ απο τα σύνορα, αλλά να προσεγγίζουν αεροπορικώς. Αλλες 2 ώρες μέχρι τον τελικό προορισμό, συνοδεία βροχής και τριξιμάτων λαμαρίνας, σε ένα άδειο λεωφορείο με 2 Ελληνες και 3 καμποτζιανούς..............
Μετά απο 2 (δύσκολες) ώρες, αρχίζει το πούλμαν να φτάνει στις παρυφές της πόλης. Ηταν νύχτα και τα μπαρ της πόλης είχαν αρχίσει να ανοίγουν. Βροχή. Φωτα νέον, κοπέλες, μπράβοι, νταβατζήδες, σουλάτσα, επιγραφές, αλκοολ, μαριχουάνα, σκοτεινές φιγούρες υπόσχονταν υγρές νύχτες ακολασίας και τα πάντα στους πάντες, αρκεί να διαθέτουν λίγα δολλάρια αφού το νόμισμα που συναλλάσονται είναι το Αμερικάνικο. Πριν της πάρει τα σκίπτρα στην πορνεία η Ταυλάνδη, η Καμπότζη ήταν (και παραμένει ) διάσημος προορισμός για τους απανταχού ενδιαφερόμενους σεξοτουρισμού. Παιδική πορνεία (κυρίως), αντρική πορνεία, μαριχουάνα, ηθική βρωμιά, διαφθορά, παρακμή, φτηνά ποτά, όπλα, ... όλα μα όλα βρίσκουν τον δρόμο τους στην καταπληκτικότερη πρωτεύουσα της Ινδοκίνας, Πνομ Πενχ. Η πιο όμορφη, συναρπαστικότερη ή αν θέλετε ενδιαφέρουσα πόλη ολόκληρης της περιοχής. Οποιος δεν νοιάζεται βέβαια ή δεν θέλει να τα δει, πολύ απλά δεν τα βλέπει. Στέκεται στα ".....χαρούμενα παιδικά πρόσωπα και στους φιλόξενους κατοίκους....". Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν. Η αστυνομία διεφθαρμένη όπως και οι κυβερνώντες προερχόμενοι απο τα πρώην στελέχη του μέγα ηγέτη Πολ Ποτ, οι άνθωποι φτωχοί, η βρωμιά δεδομένη, οι μπύρες κρύες, οι πίτσες με μαριχουάνα και τα ποτά φτηνά. Η σάρκα προς πώληση δε, άφθονη. Χασάπικο σε τιμές προσφοράς. Κρέατα βρίσκεις παντού αν θέλεις, και μάλιστα σε τιμές συμφέρουσες. Φρέσκα. Το αίμα στάζει ακόμα. Ολων των ηλικιών, φύλου και γούστων. Σιτεμένα ή γάλακτος. Κρεμασμένα απο το τσιγκέλι, περιμένουν εσένα. Απογυμωμένα , πρόθυμα και διψασμένα για συνάλλαγμα. Οτι θέλει ο ενδιαφέρομενος. Παράδεισος! Ξενοδοχεία πολυτελείας στέκουν φωτισμένα μεγαλοπρεπώς και στις φτωχές συνοικίες τα ποντίκια έχουν βγει παγανιά στους δρόμους, οι πόρνες κάνουν πιάτσα με τους νταβάδες να τις περιμένουν στην γωνιά, τα πάρκα επικίνδυνα το βράδυ να περάσεις καθότι οι βιασμοί καραδοκούν, πολυτελή εστιατόρια αλλά και τρύπες που ούτε το σκυλί σου δεν θα τάιζες, τουρίστες, καυσαέριο, πολυτέλεια, εξαθλίωση, κίνηση, ανασφάλεια, μπαρ που για να μπεις σε ψάχνουν για οπλοφορία, τσαμπουκάδες, ήχοι τα βράδυα απο μπουκάλια που σπαν, στριγγλιές, δρόμοι φωτισμένοι, δρόμοι σκοτεινοί, δρόμοι με πεζοδρόμια, δρόμοι με αδιέξοδα, δρόμοι επικίνδυνοι, δρόμοι με μηχανάκια... πολλά μηχανάκια. Πάρα πολλά. Ζητιάνοι, ανάπηροι πετσοκομένοι απο νάρκες ή βασανιστήρια στα δύσκολα χρόνια, χωρίς πόδια, όραση, ή χέρια, παραμορφωμένοι που χρησιμοποιούν πατερίτσες ή πατίνια ξαπλωμένοι για να κινηθούν, παιδιά μικροπωλητές, μπαλόνια, φωτάκια, σκότος, βρωμιά, αγνότητα.... όλα ΕΝΑ.
Καλό να περιγραφείς την χαρούμενη τουριστική πλευρά της ζωής σαν τα τουριστικά γραφεία και να εξιδανικεύεις καταστάσεις, να ντύνεις την βασίλισσα με κουρέλια και την ζητιάνα με βελούδα, αλλά ας είμαστε λίγο ακριβοδίκαιοι και ρεαλιστές, η Πνομ Πενχ είναι μια βρώμικη πόλη. Ειτε γουσταρουμε είτε όχι, αυτό είναι. Με καταβολές βίας και ανυπαρξίας ηθικής, είναι και παραμένει δύσκολη και εύκολη μαζί, απλά σου δίνει το δικαίωμα να επιλέξεις τι θέλεις να δεις και τι θέλεις να ΜΗΝ δεις. Αυτό όμως δεν αλλάζει τίποτα. Φυσικά μπορείς να εθελοτυφλησείς και να δεις μόνο αυτά που τα γκρούπ σου δείχνουν. Τι ωραία! Τι καλά! Φτωχοί, πλην όμως τίμιοι. χαρούμενοι καλέ..... χωρίς να νοιάζονται για πιστωτικές, δάνεια , χρηματιστήρια, κλπ κλπ. Τι ωραίο μουσείο! Τι ωραίο ξενοδοχείο! Τι ωραία παλάτι! Το πρόβλημα είναι ότι νομίζουμε ότι οι λαοί τέτοιων χωρων , είναι αποκομμένοι απο υλική επιρροή και δεν τους νοιάζει ή δεν ζηλεύουν τον δυτικό τρόπο ζωής. Λάθος.
Γιατί να θελήσεις να μην δεις και την the dark side of the moon? Η Πνομ είναι μια βασίλισσα που το χεράκι της να κουνήσει μόνο, πέφτεις και την προσκυνάς. Ολες οι όμορες πρωτεύουσες απλά.... υπάρχουν, μόνο και μόνο να την κάνουν να δείχνει σαν ταλαντούχα εκδιδόμενη με ταπεινοφροσύνη και κάποια που ξέρει τα προσόντα της αλλά επιλέγει να μην κάνει επίδειξη δύναμης. Αλλώστε το ξέρει. Τις νικά όλες. Ποιός ο λόγος να κατέβει στο ρίνγκ? Της αρκεί που το γνωρίζει και που επιτρέπει και σε κάποιους μύστες να το μάθουν. Αμα θέλουν. Γιατί πολλοί τουρίστες δυστηχώς την ξεπετούν ή ακόμα χειρότερα την θεωρούν απλά ακόμη μια ασιατική πρωτεύουσα. Κρίμα.
Τα σοκάκια της Πνομ κρύβουν μυστικά. Και σε αυτά τα σοκάκια οι φίλοι μας περπάτησαν , και θα μας πουν την μόνη αλήθεια αυτής της τόσο παρεξηγημένης και τόσο θλιβερής και συνάμα χαρούμενης πόλης.....