taver
Member
- Μηνύματα
- 12.691
- Likes
- 30.254
- Ταξίδι-Όνειρο
- Iles Kerguelen
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Κεφάλαιο 2: Πηγαίνοντας στο Ιράν
- Κεφάλαιο 3: Πρώτη γνωριμία με την Τεχεράνη
- Κεφάλαιο 3 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 4: Μοιάζεις με Ιρανό, το ξέρεις;
- Κεφάλαιο 5: Αρχαίες ιστορίες
- Κεφάλαιο 5 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 5 (συνέχεια II)
- Κεφάλαιο 6: Θρυλική πτήση
- Κεφάλαιο 7: Οι άγιοι και ο αντιβασιλέας
- Κεφάλαιο 7 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 8: Οι ποιητές
- Κεφάλαιο 9: Αρχαία στην έρημο
- Κεφάλαιο 9 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 10: Ζωή στην απομόνωση
- Κεφάλαιο 10 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 10 (συνέχεια II)
- Κεφάλαιο 11: Ο μισός κόσμος...
- Κεφάλαιο 12: Μια βραδιά στο Ισφαχάν
- Κεφάλαιο 13: Η κληρονομιά των Σαφαβίδων
- Κεφάλαιο 13 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 14: Πυρετός το Πεμπτόβραδο
- Κεφάλαιο 15: Παρασκευή, κοντή γιορτή
- Κεφάλαιο 15 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 16: Πετάει-πετάει το αεροπλανάκι…
- Κεφάλαιο 17: Θρησκευτικός τουρισμός
- Κεφάλαιο 17 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 17 (συνέχεια II)
- Κεφάλαιο 18: Πίσω στη μεγάλη πόλη
- Κεφάλαιο 18 (συνέχεια)
- Κεφάλαιο 19: Έξοδος
Κεφάλαιο 5 (συνέχεια):
Το εστιατόριο που μου πρότεινε ο οδηγός μου, το αναφέρει και το Lonely Planet, ως μικρό μουσείο με tourist information και εστιατόριο, αλλά είμαστε σε μια χώρα που τα εστιατόρια δεν είναι και το φόρτε της… είναι γενικά λίγα και δυσεύρετα, και αν βάλεις και τη θέα στην ερειπωμένη πια γέφυρα-φράγμα του Shandravan, που είχε 45 αψίδες και θεωρούνταν θαύμα του αρχαίου κόσμου, το εστιατόριο του Mostofi house είναι μια χαρά επιλογή.


O Abbas μου εξήγησε πως παραγγέλνεις σε εστιατόριο στο Ιράν. Βασικά, διαλέγεις τι κεμπάπ θές, και το παραγγέλνεις με ρύζι
. Αυτό κάναμε κι εμείς. Για κάποιο λόγο, παράγγειλε κι αυτός ακριβώς ότι κι εγώ. Νερό εγώ, νερό κι αυτός. Κοκακόλα εγώ, κοκακόλα κι αυτός. Τσάι εγώ, τσάι κι αυτός. Ήθελα και καφέ μετά, αλλά μου λέει «δεν έχει εδώ». «Θα σε πάω κάπου αλλού για καφέ, μετά».

Μετά το γεύμα, και αφού πλήρωσα το λογαριασμό των 15 ευρώ περίπου, και λίγη ακόμα φόρτιση στο κινητό του, είδαμε ένα μικρό λαογραφικό μουσείο στο υπόγειο του εστιατορίου. Τα υπόγεια, στην περιοχή αυτή χρησίμευαν κυρίως ως φυσική μόνωση. Εκεί που οι θερμοκρασίες έχουν ακραίες διακυμάνσεις στην επιφάνεια, φτάνοντας τους 45 βαθμούς το καλοκαίρι και τους 15 το χειμώνα, οι θερμοκρασίες στο εσωτερικό έχουν μέχρι 5 βαθμούς διακύμανση μόνο, και έτσι όλα τα αρχοντικά σπίτια είχαν κι ένα τουλάχιστον υπόγειο χώρο για διαβίωση υπό ακραίες συνθήκες. Εδώ στο Mostofi House, το υπόγειο σήμερα φιλοξενεί ένα μικρό λαογραφικό μουσείο.


Πήραμε τα γεμάτα στομάχια μας και ξεκινήσαμε για το επόμενο αξιοθέατο, την ακρόπολη/κάστρο του Σαλοσέλ, που είναι δίπλα μας, αλλά η είσοδος είναι από την άλλη πλευρά, 4 τετράγωνα πιο πέρα. Δυστυχώς, εδώ βρήκαμε το χώρο κλειστό. Και συνεχίσαμε για το επόμενο αξιοθέατο, τη γέφυρα/φράγμα Λασγκαρ (Lashgar) στην άκρη της πόλης, με 11 τόξα, που οδηγεί σε ένα ιερό shrine.



Δίπλα στη γέφυρα είδα ένα υπέροχο εστιατόριο, με σοφράδες κάτω από δέντρα δίπλα στο νερό που περνάει από το φράγμα. «Αυτό το εστιατόριο είναι καλύτερο», μου λέει ο Abbas. «Αλλά όχι για μεσημέρι, γιατί το βλέπει ο ήλιος». «Ήμουνα χθες βράδυ εδώ, με ένα ζευγάρι Ούγγρων». «Ωραίοι άνθρωποι. Φοβερά περάσαμε. Τους πήγα μετά από δω στο Ahwaz να πάρουν το νυκτερινό λεωφορείο για Σιράζ, και μετά ήρθα να πάρω εσένα. Δυσκολεύτηκαν, αλλά βρήκαν εισιτήρια έστω και τελευταία στιγμή. Ωραίο σύστημα το νυκτερινό λεωφορείο. 10 ώρες θα κάνανε, το πρωί θα είναι στο Σιράζ…» Στο σημείο αυτό αισθάνθηκα ανακούφιση που είχα κλείσει αεροπλάνο για να πετάξω για Σιράζ το ίδιο βράδυ, και άγχος να μη χάσω αυτή την πτήση γιατί να τι με περιμένει αλλιώς… έχοντας μία μόνο ολόκληρη μέρα στη Σιράζ, δεν είχα καμία πρόθεση να την περάσω συνερχόμενος από ένα ολονύκτιο ταξίδι.

Μετά την αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών, ήρθε η Ελληνιστική περίοδος, μετά κατέφθασαν οι Πάρθοι του Μιθριδάτη από την Κεντρική Ασία και οι μάχες τους με τους Ρωμαίους, και τα χρόνια πέρασαν ως τον 3ο αιώνα μ.Χ., οπότε και γεννήθηκε η Δεύτερη Περσική αυτοκρατορία, γνωστή ως αυτοκρατορία των Σασσανιδών, η πρώτη που έφερε το όνομα Ιράν. Λίγα πράγματα σώζονται δυστυχώς σήμερα από την κληρονομιά της αυτοκρατορίας αυτής, και αυτό που θα επισκεφτούμε τώρα είναι ένα από αυτά. Το υδραυλικό σύστημα της Σούσταρ είναι τόσο παλιό, έχει ρωμαϊκές επιρροές στην κατασκευή του, και είναι σήμερα μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς στη λίστα της Unesco. Πρόκειται για ένα φράγμα που τροφοδοτεί ένα υπόγειο δίκτυο αγωγών, με πύλες που ανοιγοκλείνουν και οδηγούν το νερό σε μια σειρά από νερόμυλους. Αλλά ας αφήσω τις φωτογραφίες να μιλήσουν.
















Σήμερα, το φράγμα δεν έχει και πάρα πολύ νερό (τέλη Οκτωβρίου γαρ), και γι’ αυτό η όδευση του νερού είναι μόνο προς τη μια πλευρά, στους μισούς νερόμυλους δηλαδή. Προς τους άλλους μισούς είναι κλειστή. Την άνοιξη όμως, νερό τρέχει από όλες τις πλευρές…




Μετά το φράγμα, έφτασε η ώρα για καφέ. «Θα σε πάω σε πρώτο μαγαζί», μου λέει ο Abbas. «Πάμε!». Και πήγαμε. 3 στενά παρακάτω, δίπλα σχεδόν στο ξενοδοχείο μου. «Το μαγαζί το έχουν φίλοι μου», μου είπε. «Έρχομαι εδώ συνέχεια». Για κάποιο λόγο, δεν είχα καμία αμφιβολία ότι αυτό θα συνέβαινε. Το μαγαζί τώρα, είναι μια τρύπα στον τοίχο, 2 επί 2, και δε φαίνεται πουθενά μια εσπρεσομηχανή κλπ. Μπαίνουμε μέσα, και με συστήνει στους μαγαζάτορες, που ήταν δυο παλικάρια γύρω στα 20-25, με εμφάνιση που προσπαθούσε έντονα να είναι μοντέρνα, δυτική. Ο στερεοτυπικός χαρακτηρισμός, αν βρισκόμασταν στην Ελλάδα, θα ήταν "κλαρινογαμπροί", αλλά δε βρισκόμαστε στην Ελλάδα. Δυσκολεύτηκαν κι αυτοί να πιστέψουν ότι δεν είμαι Ιρανός, αλλά το ξεπεράσανε σύντομα. Παραγγείλαμε καφέδες. Ένα εσπρέσο λέει ο Αμπάς, ένα Καπουτσίνο λέω εγώ. «Μα τι καπουτσίνο, πάρε ένα εσπρέσο που τον κάνουν τέλειο». «Καλά» λέω με πολλή επιφύλαξη, «βάλε κι έναν εσπρέσο».
Ο εσπρέσο ήρθε. «Πάρε, μου λέει». «Είναι χαρμάνι από όλο τον κόσμο, Κολομβία, Κένυα, Ινδονησία…» Ας τους ψαρέψω λίγο… «Δηλαδή Arabica δεν έχει?». Η ψαγμένη απάντηση με σόκαρε. «Πως δεν έχει. 75% Arabica είναι, και 25% Robusta». Ο εσπρέσο εδώ σερβίρεται πάντα με ένα σοκολατάκι από δίπλα, δε βάζουν ζάχαρη. Κι αυτός εδώ, παρότι φτιάχτηκε σε απλή μηχανή που χώραγε κάτω από το τραπέζι του «μπαρ», ήταν πρώτης τάξης εσπρέσο. Ο Καπουτσίνο πάλι… Ας το θέσω ως εξής: Μην παραγγείλετε ποτέ καπουτσίνο στο Ιράν. Γι’ αυτούς, καπουτσίνο είναι ένα διάλυμα στιγμιαίου καφέ, κάτι σαν το νεσκαφέ εδώ. Και δεν είναι ούτε καν μέτριας ποιότητας…
Όσο πίναμε τους καφέδες, φάγαμε και δυο Gaz (κάτι ιρανικά γλυκά σα Μαντολάτα), και πιάσαμε κουβέντα με τους μαγαζάτορες. Η πρώτη τους ερώτηση είναι περίεργη…
-«Σερβίρουν αλκοόλ στην Ελλάδα;»
-«Ναι, δεν υπάρχει περιορισμός, επιτρέπεται».
-«Εδώ απαγορεύεται. Δηλαδή απαγορεύεται έξω και στα μαγαζιά, γιατί στα σπίτια τους όλοι έχουν»
-«Και που το βρίσκουν;»
-«Περνάει ένας τύπος και μας προμηθεύει»…
-«Και τι ποτά πίνετε;»
-«Ουίσκι κυρίως», μου λένε.
Μπήκαν κι άλλοι πελάτες εκείνη την ώρα, η συζήτηση άλλαξε, έφυγε κι ο ένας του μαγαζιού μετά από λίγο, και ήρθε η ώρα να φύγουμε κι εμείς. Ο Abbas τηλεφώνησε σε κάποιον και φρόντισε η πόρτα του κάστρου (που πριν λίγο βρήκαμε κλειδωμένη) να είναι ανοικτή τώρα που θα ξαναπάμε, και ξεκινήσαμε για κει.
Το κάστρο Salosel στέκει σε ένα λόγο πάνω από τη Σούσταρ. Ο Θρύλος λέει πως όταν οι ο Saphur ο πρώτος νίκησε τους Ρωμαίους στη μάχη της Έδεσσας (σημερινή Urfa στην Τουρκία) το 259 μ.Χ., έπιασε αιχμάλωτο το Ρωμαίο αυτοκράτορα Βαλεριανό, το μοναδικό Ρωμαίο αυτοκράτορα που αιχμαλωτίστηκε ποτέ. Και τον έφερε εδώ, στη Σούσταρ, και συγκεκριμένα σ’ αυτό εδώ το κάστρο, όπου και τον φυλάκισε, μέχρι που τον σκότωσε, «ταΐζοντάς» τον σούπα από λιωμένο χρυσάφι.


Το ίδιο το κάστρο είναι υπό ανασκαφή, και λίγα πράγματα σώζονται, ωστόσο η θέα από δω στην πόλη της Σούσταρ είναι πανοραμική. Το κάστρο επίσης διαθέτει και υπόγεια δωμάτια, από την ίδια περίοδο, τα οποία ήταν κάτω από τη γη για λόγους κλιματισμού (όπως και στα σπίτια).



Δυστυχώς η ώρα έχει περάσει. Ώρα για επιστροφή στο αεροδρόμιο. «Είμαστε οριακά» του λέω. «Μην αγχώνεσαι. Θα είμαστε εκεί μια ώρα πριν την πτήση σου. Πολλή ώρα. Τσάμπα θα περιμένεις. Έτσι κι αλλιώς, οι πτήσεις εδώ ποτέ δεν είναι στην ώρα τους». Και ξεκινήσαμε για τα 75 λεπτά διαδρομής ως το αεροδρόμιο.
Στο δρόμο, με έβλεπε που ανέβαζα στο facebook φωτογραφίες από τα μέρη που είδαμε σήμερα.
-«Έχεις facebook?» με ρώτησε.
-«Ναι», η πληρωμένη απάντηση…
-«Κι εγώ έχω».
-«Δεν είναι μπλοκαρισμένο σε όλη τη χώρα;»
-«Έ, έχω VPN». «Εσύ πιο VPN χρησιμοποιείς;»
Του απάντησα. Δεν το ήξερε. Λογικό, καθώς είναι από τα ακριβά.
-«Πληροφορική σπούδασα», μου λέει. «Αλλά δεν υπάρχουν δουλειές. Η κυβέρνηση μας έχει χαντακώσει, με τα πυρηνικά προγράμματα και τις διεθνείς κυρώσεις που έφεραν». «Προς το παρόν μπορώ μόνο να δουλεύω ως οδηγός».
Επιστρέφοντας, διάβασα μια μελέτη για το Ίντερνετ και τους νέους στο Ιράν. Φαίνεται πως, ανάμεσα στους νέους, ένα 69.3% χρησιμοποιεί τεχνολογίες VPN για να έχει αφιλτράριστη πρόσβαση στο διαδίκτυο, ενώ ένα 58% χρησιμοποιεί τακτικά το facebook, παρά την απαγόρευση. (Πηγή: http://techrasa.com/2015/08/30/iran-even-president-digs-social-media/ ). Δε γνωρίζω πόσο αξιόπιστα είναι τα στοιχεία της έρευνας, αλλά τα νούμερα αυτά είναι συγκλονιστικά υψηλά, αν αναλογιστεί κανείς πως ούτε κάτι ακριβώς νόμιμο είναι, ούτε κάτι τεχνικά απλό και εύληπτο για τον χρήστη. Στην Ελλάδα πρέπει να είσαι (σχεδόν) τεχνικός δικτύων υπολογιστών για να ξέρεις τι είναι και τι κάνει το VPN.
Φτάσαμε στο αεροδρόμιο. Ευχαρίστησα τον Abbas, ανταλλάξαμε τηλέφωνα, του έδωσα και το facebook μου να με κάνει φίλο αν θέλει, και προχώρησα στο εσωτερικό. Αγχωμένος, πέρασα τον έλεγχο αποσκευών στην πόρτα του αεροδρομίου, για να διαπιστώσω ότι άδικα βιαζόμουν. Το check-in της πτήσης μου μόλις είχε ανοίξει.
Το εστιατόριο που μου πρότεινε ο οδηγός μου, το αναφέρει και το Lonely Planet, ως μικρό μουσείο με tourist information και εστιατόριο, αλλά είμαστε σε μια χώρα που τα εστιατόρια δεν είναι και το φόρτε της… είναι γενικά λίγα και δυσεύρετα, και αν βάλεις και τη θέα στην ερειπωμένη πια γέφυρα-φράγμα του Shandravan, που είχε 45 αψίδες και θεωρούνταν θαύμα του αρχαίου κόσμου, το εστιατόριο του Mostofi house είναι μια χαρά επιλογή.


O Abbas μου εξήγησε πως παραγγέλνεις σε εστιατόριο στο Ιράν. Βασικά, διαλέγεις τι κεμπάπ θές, και το παραγγέλνεις με ρύζι

Μετά το γεύμα, και αφού πλήρωσα το λογαριασμό των 15 ευρώ περίπου, και λίγη ακόμα φόρτιση στο κινητό του, είδαμε ένα μικρό λαογραφικό μουσείο στο υπόγειο του εστιατορίου. Τα υπόγεια, στην περιοχή αυτή χρησίμευαν κυρίως ως φυσική μόνωση. Εκεί που οι θερμοκρασίες έχουν ακραίες διακυμάνσεις στην επιφάνεια, φτάνοντας τους 45 βαθμούς το καλοκαίρι και τους 15 το χειμώνα, οι θερμοκρασίες στο εσωτερικό έχουν μέχρι 5 βαθμούς διακύμανση μόνο, και έτσι όλα τα αρχοντικά σπίτια είχαν κι ένα τουλάχιστον υπόγειο χώρο για διαβίωση υπό ακραίες συνθήκες. Εδώ στο Mostofi House, το υπόγειο σήμερα φιλοξενεί ένα μικρό λαογραφικό μουσείο.


Πήραμε τα γεμάτα στομάχια μας και ξεκινήσαμε για το επόμενο αξιοθέατο, την ακρόπολη/κάστρο του Σαλοσέλ, που είναι δίπλα μας, αλλά η είσοδος είναι από την άλλη πλευρά, 4 τετράγωνα πιο πέρα. Δυστυχώς, εδώ βρήκαμε το χώρο κλειστό. Και συνεχίσαμε για το επόμενο αξιοθέατο, τη γέφυρα/φράγμα Λασγκαρ (Lashgar) στην άκρη της πόλης, με 11 τόξα, που οδηγεί σε ένα ιερό shrine.



Δίπλα στη γέφυρα είδα ένα υπέροχο εστιατόριο, με σοφράδες κάτω από δέντρα δίπλα στο νερό που περνάει από το φράγμα. «Αυτό το εστιατόριο είναι καλύτερο», μου λέει ο Abbas. «Αλλά όχι για μεσημέρι, γιατί το βλέπει ο ήλιος». «Ήμουνα χθες βράδυ εδώ, με ένα ζευγάρι Ούγγρων». «Ωραίοι άνθρωποι. Φοβερά περάσαμε. Τους πήγα μετά από δω στο Ahwaz να πάρουν το νυκτερινό λεωφορείο για Σιράζ, και μετά ήρθα να πάρω εσένα. Δυσκολεύτηκαν, αλλά βρήκαν εισιτήρια έστω και τελευταία στιγμή. Ωραίο σύστημα το νυκτερινό λεωφορείο. 10 ώρες θα κάνανε, το πρωί θα είναι στο Σιράζ…» Στο σημείο αυτό αισθάνθηκα ανακούφιση που είχα κλείσει αεροπλάνο για να πετάξω για Σιράζ το ίδιο βράδυ, και άγχος να μη χάσω αυτή την πτήση γιατί να τι με περιμένει αλλιώς… έχοντας μία μόνο ολόκληρη μέρα στη Σιράζ, δεν είχα καμία πρόθεση να την περάσω συνερχόμενος από ένα ολονύκτιο ταξίδι.

Μετά την αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών, ήρθε η Ελληνιστική περίοδος, μετά κατέφθασαν οι Πάρθοι του Μιθριδάτη από την Κεντρική Ασία και οι μάχες τους με τους Ρωμαίους, και τα χρόνια πέρασαν ως τον 3ο αιώνα μ.Χ., οπότε και γεννήθηκε η Δεύτερη Περσική αυτοκρατορία, γνωστή ως αυτοκρατορία των Σασσανιδών, η πρώτη που έφερε το όνομα Ιράν. Λίγα πράγματα σώζονται δυστυχώς σήμερα από την κληρονομιά της αυτοκρατορίας αυτής, και αυτό που θα επισκεφτούμε τώρα είναι ένα από αυτά. Το υδραυλικό σύστημα της Σούσταρ είναι τόσο παλιό, έχει ρωμαϊκές επιρροές στην κατασκευή του, και είναι σήμερα μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς στη λίστα της Unesco. Πρόκειται για ένα φράγμα που τροφοδοτεί ένα υπόγειο δίκτυο αγωγών, με πύλες που ανοιγοκλείνουν και οδηγούν το νερό σε μια σειρά από νερόμυλους. Αλλά ας αφήσω τις φωτογραφίες να μιλήσουν.
















Σήμερα, το φράγμα δεν έχει και πάρα πολύ νερό (τέλη Οκτωβρίου γαρ), και γι’ αυτό η όδευση του νερού είναι μόνο προς τη μια πλευρά, στους μισούς νερόμυλους δηλαδή. Προς τους άλλους μισούς είναι κλειστή. Την άνοιξη όμως, νερό τρέχει από όλες τις πλευρές…




Μετά το φράγμα, έφτασε η ώρα για καφέ. «Θα σε πάω σε πρώτο μαγαζί», μου λέει ο Abbas. «Πάμε!». Και πήγαμε. 3 στενά παρακάτω, δίπλα σχεδόν στο ξενοδοχείο μου. «Το μαγαζί το έχουν φίλοι μου», μου είπε. «Έρχομαι εδώ συνέχεια». Για κάποιο λόγο, δεν είχα καμία αμφιβολία ότι αυτό θα συνέβαινε. Το μαγαζί τώρα, είναι μια τρύπα στον τοίχο, 2 επί 2, και δε φαίνεται πουθενά μια εσπρεσομηχανή κλπ. Μπαίνουμε μέσα, και με συστήνει στους μαγαζάτορες, που ήταν δυο παλικάρια γύρω στα 20-25, με εμφάνιση που προσπαθούσε έντονα να είναι μοντέρνα, δυτική. Ο στερεοτυπικός χαρακτηρισμός, αν βρισκόμασταν στην Ελλάδα, θα ήταν "κλαρινογαμπροί", αλλά δε βρισκόμαστε στην Ελλάδα. Δυσκολεύτηκαν κι αυτοί να πιστέψουν ότι δεν είμαι Ιρανός, αλλά το ξεπεράσανε σύντομα. Παραγγείλαμε καφέδες. Ένα εσπρέσο λέει ο Αμπάς, ένα Καπουτσίνο λέω εγώ. «Μα τι καπουτσίνο, πάρε ένα εσπρέσο που τον κάνουν τέλειο». «Καλά» λέω με πολλή επιφύλαξη, «βάλε κι έναν εσπρέσο».
Ο εσπρέσο ήρθε. «Πάρε, μου λέει». «Είναι χαρμάνι από όλο τον κόσμο, Κολομβία, Κένυα, Ινδονησία…» Ας τους ψαρέψω λίγο… «Δηλαδή Arabica δεν έχει?». Η ψαγμένη απάντηση με σόκαρε. «Πως δεν έχει. 75% Arabica είναι, και 25% Robusta». Ο εσπρέσο εδώ σερβίρεται πάντα με ένα σοκολατάκι από δίπλα, δε βάζουν ζάχαρη. Κι αυτός εδώ, παρότι φτιάχτηκε σε απλή μηχανή που χώραγε κάτω από το τραπέζι του «μπαρ», ήταν πρώτης τάξης εσπρέσο. Ο Καπουτσίνο πάλι… Ας το θέσω ως εξής: Μην παραγγείλετε ποτέ καπουτσίνο στο Ιράν. Γι’ αυτούς, καπουτσίνο είναι ένα διάλυμα στιγμιαίου καφέ, κάτι σαν το νεσκαφέ εδώ. Και δεν είναι ούτε καν μέτριας ποιότητας…
Όσο πίναμε τους καφέδες, φάγαμε και δυο Gaz (κάτι ιρανικά γλυκά σα Μαντολάτα), και πιάσαμε κουβέντα με τους μαγαζάτορες. Η πρώτη τους ερώτηση είναι περίεργη…
-«Σερβίρουν αλκοόλ στην Ελλάδα;»
-«Ναι, δεν υπάρχει περιορισμός, επιτρέπεται».
-«Εδώ απαγορεύεται. Δηλαδή απαγορεύεται έξω και στα μαγαζιά, γιατί στα σπίτια τους όλοι έχουν»
-«Και που το βρίσκουν;»
-«Περνάει ένας τύπος και μας προμηθεύει»…
-«Και τι ποτά πίνετε;»
-«Ουίσκι κυρίως», μου λένε.
Μπήκαν κι άλλοι πελάτες εκείνη την ώρα, η συζήτηση άλλαξε, έφυγε κι ο ένας του μαγαζιού μετά από λίγο, και ήρθε η ώρα να φύγουμε κι εμείς. Ο Abbas τηλεφώνησε σε κάποιον και φρόντισε η πόρτα του κάστρου (που πριν λίγο βρήκαμε κλειδωμένη) να είναι ανοικτή τώρα που θα ξαναπάμε, και ξεκινήσαμε για κει.
Το κάστρο Salosel στέκει σε ένα λόγο πάνω από τη Σούσταρ. Ο Θρύλος λέει πως όταν οι ο Saphur ο πρώτος νίκησε τους Ρωμαίους στη μάχη της Έδεσσας (σημερινή Urfa στην Τουρκία) το 259 μ.Χ., έπιασε αιχμάλωτο το Ρωμαίο αυτοκράτορα Βαλεριανό, το μοναδικό Ρωμαίο αυτοκράτορα που αιχμαλωτίστηκε ποτέ. Και τον έφερε εδώ, στη Σούσταρ, και συγκεκριμένα σ’ αυτό εδώ το κάστρο, όπου και τον φυλάκισε, μέχρι που τον σκότωσε, «ταΐζοντάς» τον σούπα από λιωμένο χρυσάφι.


Το ίδιο το κάστρο είναι υπό ανασκαφή, και λίγα πράγματα σώζονται, ωστόσο η θέα από δω στην πόλη της Σούσταρ είναι πανοραμική. Το κάστρο επίσης διαθέτει και υπόγεια δωμάτια, από την ίδια περίοδο, τα οποία ήταν κάτω από τη γη για λόγους κλιματισμού (όπως και στα σπίτια).



Δυστυχώς η ώρα έχει περάσει. Ώρα για επιστροφή στο αεροδρόμιο. «Είμαστε οριακά» του λέω. «Μην αγχώνεσαι. Θα είμαστε εκεί μια ώρα πριν την πτήση σου. Πολλή ώρα. Τσάμπα θα περιμένεις. Έτσι κι αλλιώς, οι πτήσεις εδώ ποτέ δεν είναι στην ώρα τους». Και ξεκινήσαμε για τα 75 λεπτά διαδρομής ως το αεροδρόμιο.
Στο δρόμο, με έβλεπε που ανέβαζα στο facebook φωτογραφίες από τα μέρη που είδαμε σήμερα.
-«Έχεις facebook?» με ρώτησε.
-«Ναι», η πληρωμένη απάντηση…
-«Κι εγώ έχω».
-«Δεν είναι μπλοκαρισμένο σε όλη τη χώρα;»
-«Έ, έχω VPN». «Εσύ πιο VPN χρησιμοποιείς;»
Του απάντησα. Δεν το ήξερε. Λογικό, καθώς είναι από τα ακριβά.
-«Πληροφορική σπούδασα», μου λέει. «Αλλά δεν υπάρχουν δουλειές. Η κυβέρνηση μας έχει χαντακώσει, με τα πυρηνικά προγράμματα και τις διεθνείς κυρώσεις που έφεραν». «Προς το παρόν μπορώ μόνο να δουλεύω ως οδηγός».
Επιστρέφοντας, διάβασα μια μελέτη για το Ίντερνετ και τους νέους στο Ιράν. Φαίνεται πως, ανάμεσα στους νέους, ένα 69.3% χρησιμοποιεί τεχνολογίες VPN για να έχει αφιλτράριστη πρόσβαση στο διαδίκτυο, ενώ ένα 58% χρησιμοποιεί τακτικά το facebook, παρά την απαγόρευση. (Πηγή: http://techrasa.com/2015/08/30/iran-even-president-digs-social-media/ ). Δε γνωρίζω πόσο αξιόπιστα είναι τα στοιχεία της έρευνας, αλλά τα νούμερα αυτά είναι συγκλονιστικά υψηλά, αν αναλογιστεί κανείς πως ούτε κάτι ακριβώς νόμιμο είναι, ούτε κάτι τεχνικά απλό και εύληπτο για τον χρήστη. Στην Ελλάδα πρέπει να είσαι (σχεδόν) τεχνικός δικτύων υπολογιστών για να ξέρεις τι είναι και τι κάνει το VPN.
Φτάσαμε στο αεροδρόμιο. Ευχαρίστησα τον Abbas, ανταλλάξαμε τηλέφωνα, του έδωσα και το facebook μου να με κάνει φίλο αν θέλει, και προχώρησα στο εσωτερικό. Αγχωμένος, πέρασα τον έλεγχο αποσκευών στην πόρτα του αεροδρομίου, για να διαπιστώσω ότι άδικα βιαζόμουν. Το check-in της πτήσης μου μόλις είχε ανοίξει.
Last edited: