interted
Member
- Μηνύματα
- 1.355
- Likes
- 8.197
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ράφτινγκ στον Ουρουμπάμπα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Πρόλογος
- Μέρα 1η
- Μέρα 2η
- Μέρα 3η
- Μέρα 4η
- Μέρα 5η
- Μέρα 6η
- Μέρα 7η
- Μέρα 8η
- Μέρα 9η - Bali
- Μέρα 10η
- Μέρα 11η
- Μέρα 12η
- Μέρα 13η
- Μέρα 14η
- Μέρα 15η
- Μέρα 16η
- Ημίχρονο
- Μέρα 17η - Ι
- Μέρα 17η - ΙΙ
- Μέρα 18η
- Μέρα 19η
- Μέρα 20η
- Μέρα 21η
- Μέρα 22η
- Μέρα 23η
- Μέρες 24-25
- Μέρα 26η
- Μέρα 27η
- Μέρα 28η
- Μέρα 29η
- Μέρα 30η - Ι
- Μέρα 30η - ΙΙ
- Μέρα 31η - Ι
- Μέρα 31η - ΙΙ
- Ασφάλεια
Μέρα 17η – μέρος 1ο
Σήμερα έπρεπε να πάρω κάποιες αποφάσεις. Είχα πλέον κατασταλάξει ότι το κλου του ταξιδιού θα ήταν η συμβίωση με τους νομάδες της θάλασσας, τους λεγόμενους Μπατζάο. Στην ζυγαριά μαζί με τους Μπατζάο είχανε μπει οι Νταγιάκ του Καλιμαντάν με τον ηδονιστικό τρόπο ζωής τους στα λεγόμενα λόνγκ-χάουζις (κάτι σαν οριζόντιες πολυκατοικίες) και οι πρωτόγονες φυλές της Παπούα που ζούνε, μερικοί τελευταίοι, σε ξύλινα σπίτια πάνω στα δέντρα. Τελικά κέρδισε το υγρό στοιχείο, αφού ήμουν τόσο περίεργος να συμβιώσω με τους ανθρώπους που γεννιούνται, ζούνε και πεθαίνουν πάνω από το νερό (ένας άλλος λόγος ήταν ότι δεν μου απαντούσε το πρακτορείο που οργάνωνε την μετάβαση στην χώρα των Νταγιάκ, και το μεγάλο κόστος των πτήσεων/αδειών στην Παπούα).
Κανείς δεν ξέρει από που προέρχονται οι Μπατζάο. Εδώ και 1000 τουλάχιστον χρόνια γυρίζουν τις θάλασσες της Κελέβης, του Σούλου και άλλων του αρχιπελάγους, έχουν πάιξει σηματικό ρόλο στο εμπόριο (με την Κίνα), μιλούν την δική τους γλώσσα και έχουν τους δικούς τους θεούς. Στον σύγχρονο κόσμο, της στατικής και ελεγχόμενης ζωής, συμβιβαστήκαν να χτίσουν τα χωριά τους σε πασσάλους πάνω από υφάλους και έτσι τουλάχιστον να διατηρήσουν τον παραδοσιακό τρόπο ζωής που βασίζεται αποκλειστικά στο ψάρεμα.
Το Λαμπουάν Μπάτζο, το χωριό του Φλόρες στο οποίο βρισκόμαστε, κυριολεκτικά σημαίνει “Λιμάνι των Μπατζάο”. Και όντως, υπάρχουν Μπατζάο εδώ – για την ακρίβεια στο μικροσκοπικό νησάκι Μέσα, που βλέπεις φτάνοντας στο λιμάνι. Εγώ όμως θέλω να πάω στην Σαμπέλα. Η Σαμπέλα δεν βρίσκεται στο Φλόρες αλλά στο Σουλαουέζι. Η Σαμπέλα είναι ένα χωριό με περισσότερους από 1000 κατοίκους που βρίσκεται μισό χιλιόμετρο από την κοντινότερη στεριά. Στην Σαμπέλα ζούνε μερικοί από τους πιο “φημισμένους” ελεύθερους δύτες των Μπατζάο. “Φημισμένοι” για το άκοπο στυλ τους και γιατί έχουν πρωταγωνιστήσει σε Ολλανδικά, Γερμανικά, Αγγλικά κτλ. ντοκιμαντέρ από τα οποία είχα πρωτοέρθει σε “επαφή” μαζί τους (ή μήπως ήταν το Γουοτεργουόρλντ με τον Κέβιν Κόστνερ; ). Ο μόνος ενδοιασμός μου ήταν μήπως με αυτή την δημοσιότητα το μέρος είχε αλλοιωθεί... Το μόνο που ίσως μας σώσει είναι το απομακρυσμένο του πράγματος. Για να δούμε:
Χρωματισμένα είναι τα μέρη που μιλάνε Μπατζάο (πηγή)
Ο μονάδικός τρόπος να φτάσουμε στην Σαμπέλα από το Λαμπουαν Μπάτζο είναι μέσω του Μακάσαρ, της πρωτεύουσας του Σουλαουέζι. (Το Σουλαουέζι λεγόταν και Κελέβη, μπορείτε να το συνδυάσετε με το σχήμα του που μοιάζει κάπως με το γράμμα Κ). Βέβαια η Σαμπέλα δεν βρίσκεται στο κύριο νησί του Σουλαουέζι αλλα σε ένα σύμπλεγμα μικρότερων και μυστηριωδών νησιών.... χμμ...
Η Σαμπέλα από ψηλά, ανάμεσα από δύο νησιά.
Τι έπρεπε να αποφασίσω σήμερα; Να κρατήσω την δέσμευση για χρήση μόνο επίγειων μέσων, και επομένως να πάρω το καράβι Λαμπουανμπάτζο – Μακάσαρ; Ή να σεβαστώ τον εαυτό μου και να αποφύγω άλλες 10 ώρες πλεύσης στην επικίνδυνη ανοιχτή θάλασσα, και να πάρω αεροπλάνο πίσω για Μπαλί και μετά Μακασαρ; Αυτά σκεφτόμουν ψάχνοντας το γραφείο της μοναδικής εταιρίας φέρι, ονόματι Πέλνι, και περιμένοντας μέχρι τις 10.15 για να το ανοίξει η δεσποινίδα (ασυνήθιστο γιατί επειδή ξημερώνει από τις 6 τα περισσότερα μαγαζιά ανοίγουν νωρίς). Σύμφωνα με τα δρομολόγια, το καράβι έφευγε μετά από 4 μέρες - ό,τι πρέπει για να δω το Φλόρες στο ενδιάμεσο - και η πλεύση γινόταν αποκλειστικά ημέρα, που ήταν καλό για θέμα ασφάλειας. Αυτό ήταν. Αποφάσισα να κρατήσω τον αρχικό μου σχεδιασμό και να ταξιδέψω με καράβι σαν ντόπιος, γλιτώνοντας μάλιστα κανένα εκατομμύριο ρουπίες που ήταν η διαφορά με το αεροπλάνο. Στην ουρά γνωρίζω τον Πετάρ, ένα ευδιάθετο ντόπιο, ο οποίος έβγαζε εισιτήριο για την αδερφή που ξεκινούσε Πανεπιστήμιο στην Σουραμπάγια. Απόφοιτος φιλοσοφίας ο ίδιος, είχε περάσει 4 χρόνια στις Φιλιππίνες βελτιώνοντας τα Αγγλικά του και αποκτώντας και έναν σοφιστικέ αέρα που δεν είδα σε άλλους ντόπιους. Μάλιστα έμαθα ότι δουλεύει σαν γραμματέας στην εταιρία καταδύσεων που θα χρησιμοποιούσα την επόμενη, αλλά και ότι ο αδερφός του δουλεύει στο ξενοδοχείο που έμενα (και οι συμπτώσεις με τον Πετάρ δεν θα σταματήσουν εδώ!). Με βοήθησε να συνεννοηθώ με την δεσποινίδα στο γκισέ, για να μην μιμηθώ κάποιους άλλους που, απαυδώντας, είχανε μπει μέσα και πατούσαν μόνοι τους τα κουμπιά στον υπολογιστή. Με τα πολλά, πήρα το εισιτήριο στο χέρι, ενημερώθηκα από τον Πετάρ για τα αξιοθέατα του Φλόρες, του είπα `εις το επανιδείν’ και ξεκίνησα χαρούμενος για την εξερεύνηση του νησιού, αγνοώντας, ο ανόητος, την μοίρα που μου επιφύλασσαν οι θεοί των Μπατζάο.
Τα δρομολόγια. Το εισιτήριο μου ήταν για τις 8 Αυγούστου με το Μπινάγια.
Σήμερα έπρεπε να πάρω κάποιες αποφάσεις. Είχα πλέον κατασταλάξει ότι το κλου του ταξιδιού θα ήταν η συμβίωση με τους νομάδες της θάλασσας, τους λεγόμενους Μπατζάο. Στην ζυγαριά μαζί με τους Μπατζάο είχανε μπει οι Νταγιάκ του Καλιμαντάν με τον ηδονιστικό τρόπο ζωής τους στα λεγόμενα λόνγκ-χάουζις (κάτι σαν οριζόντιες πολυκατοικίες) και οι πρωτόγονες φυλές της Παπούα που ζούνε, μερικοί τελευταίοι, σε ξύλινα σπίτια πάνω στα δέντρα. Τελικά κέρδισε το υγρό στοιχείο, αφού ήμουν τόσο περίεργος να συμβιώσω με τους ανθρώπους που γεννιούνται, ζούνε και πεθαίνουν πάνω από το νερό (ένας άλλος λόγος ήταν ότι δεν μου απαντούσε το πρακτορείο που οργάνωνε την μετάβαση στην χώρα των Νταγιάκ, και το μεγάλο κόστος των πτήσεων/αδειών στην Παπούα).
Κανείς δεν ξέρει από που προέρχονται οι Μπατζάο. Εδώ και 1000 τουλάχιστον χρόνια γυρίζουν τις θάλασσες της Κελέβης, του Σούλου και άλλων του αρχιπελάγους, έχουν πάιξει σηματικό ρόλο στο εμπόριο (με την Κίνα), μιλούν την δική τους γλώσσα και έχουν τους δικούς τους θεούς. Στον σύγχρονο κόσμο, της στατικής και ελεγχόμενης ζωής, συμβιβαστήκαν να χτίσουν τα χωριά τους σε πασσάλους πάνω από υφάλους και έτσι τουλάχιστον να διατηρήσουν τον παραδοσιακό τρόπο ζωής που βασίζεται αποκλειστικά στο ψάρεμα.
Το Λαμπουάν Μπάτζο, το χωριό του Φλόρες στο οποίο βρισκόμαστε, κυριολεκτικά σημαίνει “Λιμάνι των Μπατζάο”. Και όντως, υπάρχουν Μπατζάο εδώ – για την ακρίβεια στο μικροσκοπικό νησάκι Μέσα, που βλέπεις φτάνοντας στο λιμάνι. Εγώ όμως θέλω να πάω στην Σαμπέλα. Η Σαμπέλα δεν βρίσκεται στο Φλόρες αλλά στο Σουλαουέζι. Η Σαμπέλα είναι ένα χωριό με περισσότερους από 1000 κατοίκους που βρίσκεται μισό χιλιόμετρο από την κοντινότερη στεριά. Στην Σαμπέλα ζούνε μερικοί από τους πιο “φημισμένους” ελεύθερους δύτες των Μπατζάο. “Φημισμένοι” για το άκοπο στυλ τους και γιατί έχουν πρωταγωνιστήσει σε Ολλανδικά, Γερμανικά, Αγγλικά κτλ. ντοκιμαντέρ από τα οποία είχα πρωτοέρθει σε “επαφή” μαζί τους (ή μήπως ήταν το Γουοτεργουόρλντ με τον Κέβιν Κόστνερ; ). Ο μόνος ενδοιασμός μου ήταν μήπως με αυτή την δημοσιότητα το μέρος είχε αλλοιωθεί... Το μόνο που ίσως μας σώσει είναι το απομακρυσμένο του πράγματος. Για να δούμε:
Χρωματισμένα είναι τα μέρη που μιλάνε Μπατζάο (πηγή)
Ο μονάδικός τρόπος να φτάσουμε στην Σαμπέλα από το Λαμπουαν Μπάτζο είναι μέσω του Μακάσαρ, της πρωτεύουσας του Σουλαουέζι. (Το Σουλαουέζι λεγόταν και Κελέβη, μπορείτε να το συνδυάσετε με το σχήμα του που μοιάζει κάπως με το γράμμα Κ). Βέβαια η Σαμπέλα δεν βρίσκεται στο κύριο νησί του Σουλαουέζι αλλα σε ένα σύμπλεγμα μικρότερων και μυστηριωδών νησιών.... χμμ...
Η Σαμπέλα από ψηλά, ανάμεσα από δύο νησιά.
Τι έπρεπε να αποφασίσω σήμερα; Να κρατήσω την δέσμευση για χρήση μόνο επίγειων μέσων, και επομένως να πάρω το καράβι Λαμπουανμπάτζο – Μακάσαρ; Ή να σεβαστώ τον εαυτό μου και να αποφύγω άλλες 10 ώρες πλεύσης στην επικίνδυνη ανοιχτή θάλασσα, και να πάρω αεροπλάνο πίσω για Μπαλί και μετά Μακασαρ; Αυτά σκεφτόμουν ψάχνοντας το γραφείο της μοναδικής εταιρίας φέρι, ονόματι Πέλνι, και περιμένοντας μέχρι τις 10.15 για να το ανοίξει η δεσποινίδα (ασυνήθιστο γιατί επειδή ξημερώνει από τις 6 τα περισσότερα μαγαζιά ανοίγουν νωρίς). Σύμφωνα με τα δρομολόγια, το καράβι έφευγε μετά από 4 μέρες - ό,τι πρέπει για να δω το Φλόρες στο ενδιάμεσο - και η πλεύση γινόταν αποκλειστικά ημέρα, που ήταν καλό για θέμα ασφάλειας. Αυτό ήταν. Αποφάσισα να κρατήσω τον αρχικό μου σχεδιασμό και να ταξιδέψω με καράβι σαν ντόπιος, γλιτώνοντας μάλιστα κανένα εκατομμύριο ρουπίες που ήταν η διαφορά με το αεροπλάνο. Στην ουρά γνωρίζω τον Πετάρ, ένα ευδιάθετο ντόπιο, ο οποίος έβγαζε εισιτήριο για την αδερφή που ξεκινούσε Πανεπιστήμιο στην Σουραμπάγια. Απόφοιτος φιλοσοφίας ο ίδιος, είχε περάσει 4 χρόνια στις Φιλιππίνες βελτιώνοντας τα Αγγλικά του και αποκτώντας και έναν σοφιστικέ αέρα που δεν είδα σε άλλους ντόπιους. Μάλιστα έμαθα ότι δουλεύει σαν γραμματέας στην εταιρία καταδύσεων που θα χρησιμοποιούσα την επόμενη, αλλά και ότι ο αδερφός του δουλεύει στο ξενοδοχείο που έμενα (και οι συμπτώσεις με τον Πετάρ δεν θα σταματήσουν εδώ!). Με βοήθησε να συνεννοηθώ με την δεσποινίδα στο γκισέ, για να μην μιμηθώ κάποιους άλλους που, απαυδώντας, είχανε μπει μέσα και πατούσαν μόνοι τους τα κουμπιά στον υπολογιστή. Με τα πολλά, πήρα το εισιτήριο στο χέρι, ενημερώθηκα από τον Πετάρ για τα αξιοθέατα του Φλόρες, του είπα `εις το επανιδείν’ και ξεκίνησα χαρούμενος για την εξερεύνηση του νησιού, αγνοώντας, ο ανόητος, την μοίρα που μου επιφύλασσαν οι θεοί των Μπατζάο.
Τα δρομολόγια. Το εισιτήριο μου ήταν για τις 8 Αυγούστου με το Μπινάγια.
Attachments
-
395 KB Προβολές: 0