interted
Member
- Μηνύματα
- 1.355
- Likes
- 8.197
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ράφτινγκ στον Ουρουμπάμπα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Πρόλογος
- Μέρα 1η
- Μέρα 2η
- Μέρα 3η
- Μέρα 4η
- Μέρα 5η
- Μέρα 6η
- Μέρα 7η
- Μέρα 8η
- Μέρα 9η - Bali
- Μέρα 10η
- Μέρα 11η
- Μέρα 12η
- Μέρα 13η
- Μέρα 14η
- Μέρα 15η
- Μέρα 16η
- Ημίχρονο
- Μέρα 17η - Ι
- Μέρα 17η - ΙΙ
- Μέρα 18η
- Μέρα 19η
- Μέρα 20η
- Μέρα 21η
- Μέρα 22η
- Μέρα 23η
- Μέρες 24-25
- Μέρα 26η
- Μέρα 27η
- Μέρα 28η
- Μέρα 29η
- Μέρα 30η - Ι
- Μέρα 30η - ΙΙ
- Μέρα 31η - Ι
- Μέρα 31η - ΙΙ
- Ασφάλεια
Μέρα 26η: Σαμπέλα
Έφυγα από την Χόγκα όπως ο Οδυσσέας από το νησί της Κίρκης, όπου έκανε μια στάση και έμεινε ένα ολόκληρο χρόνο. Άραγε οι μικροί δράκοι να ήταν προηγούμενοι ταξιδιώτες που τους μεταμόρφωσε κάποια μάγισσα που σκιάζει τους Μπατζάο; Ήταν οι κραυγές που ακούσαμε κάποια εγκλωβισμένα πνεύματα, καταδικασμένα να ζούνε βλέποντας την παλίρροια να ανεβοκατεβαίνει με τον ίδιο τρόπο, μια φορά κάθε μέρα, έως την αιωνιότητα;
Φάγαμε τον αστακό της Βία-Κίρκης και κατέβηκα στην αμμουδιά για να με παραλάβουν οι δύο βοηθοί του Πόνταν με την βάρκα του. Μετά ένα σύντομο σκαμπανέβασμα, βρέθηκα να σκαρφαλώνω στις καρφωμένες σανίδες σε πασάλους που στηρίζονται στον κοραλλιογενή ύφαλο, οι οποίες αποτελούν τους δρόμους της Σαμπέλα, του χωριού των νομάδων της θάλασσας. Ο Πόνταν με περίμενε με ένα συγκρατημένο χαμόγελο και μου έδειξε αμέσως την καλύβα που θα διέμενα: δύο ολόκληρα δωμάτια με ένα στρώμα και μια λάμπα, και τουαλέτα η οποία είχε άμεση επαφή με την θάλασσα. Αν δεν προσέξεις και πατήσεις βαριά στις λεπτές σανίδες μπορεί να βρεθείς κι εσύ μέσα. Ο Πονταν κάνει μπίζνες, αφού ο μοναδικός από τους νομάδες που ξέρει Αγγλικά.
¨Θέλεις μπίρες;”, μου λέει, “πάει τώρα η γυναίκα με το παιδί μου στην ξηρά να φέρουν νερό”. Γνέφω ναι.
“Πόσο μεγάλο είναι το χωριό σου Πόνταν;” ρωτάω για να αρχίσω συζήτηση. “600 άτομα... Έχει και άλλα δύο χωριά Μπατζάο εδώ γύρω”. (Σημ: Οι Μπατζάο υπολογίζονται σήμερα στους 800,000, οι περισσότεροι από αυτούς πλέον μόνιμα σε χωριά).
“Όλα τα χωριά είναι πάνω στην θάλασσα;”
“Βέβαια” μου λέει, “Ξέρεις, στους Μπατζάο δεν αρέσουν τα κουνούπια.”
“Και δεν έχει κουνούπια εδώ;” “Για να έρθουν τα κουνούπια πρέπει να έχει φυτά, που να τα βρούνε εδώ πάνω στην θάλασσα!”.
“Μένετε όλο τον χρόνο εδώ;” “Ο πατέρας μου πηγαίνει για μήνες σε καράβια για ψάρεμα, αλλά, πίστεψε με, δεν αξίζει τον κόπο”. “Έχεις ταξιδέψει πουθενά, για παράδειγμα στην Ιάβα;” “Ναι,” μου λέει “έχω πάει στην Γερμανία. Με λεφτά ενός Γερμανικού καναλιού! Ήρθε ένας τύπος να γυρίσει ντοκιμαντέρ στην Σαμπέλα. Και μετά μας κάλεσε στο Μόναχο, εμένα ως καλό κολυμβητή και έναν βετεράνο Μπατζάο ως δύτη.” “Πως σου φάνηκε η Γερμανία;”. “Κρύα”, μου λέει. Δεν θα βγάλεις είδηση πάντως από τον Πόνταν που δεν σπαταλάει τα λόγια του.
Ξεκίνησα την ανιχνευτική βόλτα. “Να πατάς στο κέντρο της σανίδας, που είναι ενισχυμένο από κάτω, γιατί μπορεί να είναι σάπιες”. Ένα τσούρμο παιδιά στο κατώπι, φτάνουμε στο προαύλιο του τζαμιού και αρχίζουμε το παιχνίδι (ναι έχει και τζαμί πάνω στον ύφαλο! Ο Πόνταν μου είπε ότι είναι όλοι μουσουλμάνοι, αλλά από τα συμφραζόμενα κατάλαβα ότι δεν είναι και πολύ φανατικοί). Φτάνει και ο Πόνταν και αρχίζει να με ξεναγεί στο χωριό: “Εδώ είναι το σχολείο.” “Α, ναι, έχω ακούσει γι’ αυτό, έρχονται και τα παιδάκια της Χόγκα”. Κατεβάζει το κεφάλι, “Βλέπεις αυτό το κασάκι μπίρες στο προαύλιο; Από αυτό θα καταλάβεις τι σχολείο είναι...” μου λέει. Φτάνουμε στο γηπεδάκι που τους έχει κτίσει η Χίρτζε, στο πιο κεντρικό μέρος του χωριού. Το γήπεδο είναι τόσο μικρό που παίζουν μόνο ποδοβόλεϋ, μαζεύοντας κάθε λίγο την μπάλα από την θάλασσα. Με περηφάνια ο Πόνταν συστήνει τον Έλληνα στους συμπαίχτες του, για να τον εκθέσω άμεσα αφού ως γνωστόν δεν μπορώ να κλοτσήσω μπάλα στο ίσιωμα.
Γύρισε η γυναίκα του Πόνταν μαζί με τον ατίθασο μοναχογιό Πούτρα, ο οποίος δεν έβγαινε από την βάρκα ως διαμαρτυρία που δεν του πήραν παιχνίδι. Το γεύμα βασικό και με τα χέρια, με το ψάρι να είναι το πιο ζουμερό και φρέσκο που έχω φάει ποτέ στην ζωή μου. Οι γάτες από δίπλα μας κοιτούσαν – ναι ζούνε και γάτες πάνω στον ύφαλο. “Ντάγια” (ψάρι), “Εσο” (Χόρτασα) επανέλαβα δύο λέξεις στην γλώσσα των Μπατζάο. Άλλη γλώσσα των Μπατζάο, άλλη γλώσσα μιλούν στην Καλεντούπα (το κυρίως νησί) και άλλη στο Γουάντσι.... Κι όλα αυτά σε μερικά μικρά νησάκια – για να καταλάβετε την γλωσσική ποικιλομορφία της Ινδονησίας.
Η βραδινή διασκέδαση είχε προβολή DVD με το γερμανικό ντοκιμαντέρ στο τσιμεντένιο σπίτι του Πόνταν, μαζί με έναν από τους δύο φίλους-βοηθούς του. Η γυναίκα του, που είχε αλειμμένο το πρόσωπο με την μάσκα από ρύζι για τον ήλιο που φοράνε σε αυτά τα μέρη, παρέμενε μυστηριώδης και σε άλλο δωμάτιο, όμως δεν μου έδωσε καθόλου την αίσθηση ότι είναι καταπιεσμένη. Το άτιμο το DVD κολλούσε και δεν προλάβαμε να δούμε τον οικοδεσπότη μας στην TV, και έτσι διακριτικά έγινε αισθητό ότι ήταν η ώρα για ύπνο – αφού άλλωστε το ηλεκτρικό δεν κρατάει πολύ.
Αύριο μας περιμένουν κι άλλες βόλτες στην Σαμπέλα, παραδοσιακό ψάρεμα και μια σύλληψη!
Η σχολική βάρκα που πήγαινε τα παιδιά της Χόγκα στο σχολείο της Σαμπέλα.
Πλησιάζοντας στην Σαμπέλα με οδηγό τον Κριστιάνο Ρονάλντο.
Πρώτες εικόνες και πρόσωπα.
Ψάρια - Νερό σημειώσατε άσσο.
Κάθε φορα (Α) φοβόμουν μην περνάει κανένας από κάτω και τον λούσω (Β) Φοβόμουν μην περνάει κανένας από κάτω και τον σκοτώσω πέφτοντας πάνω του, αφού οι σανίδες λυγίζαν υπερβολικά.
Βόλτα με τα παιδάκια και οι προσπάθειες μου να μιλήσω Ινδονησιακά...
Οι δρόμοι για τα σπίτια δεν ήταν και λεωφόροι.
Κατασκευές, μερεμέτια.. Μεγαλώνει το χωριό.
Το περιβόητο γήπεδο. Άκουσα αρκετή γκρίνια για το μέγεθος.. Πάρε δώρο στον χωριάτη λένε... Αλλά κι αυτοί την Χιρτζε την έχουν στα όπα όπα. Ο Πόνταν είναι "επίσημα" το παιδί της, κακό λόγο να πει;
Ενοείται ότι μόνο καθόμουν και τους έβλεπα.
Ο Πόνταν μεγάλος μπαλαδόρος, εδώ με το σήμα της ειρήνης στο t-shirt.
Το γήπεδο.
Το βράδυ μόλις κλείναν και τα τελευταία φώτα το σκοτάδι γινόταν απόλυτο.
Έφυγα από την Χόγκα όπως ο Οδυσσέας από το νησί της Κίρκης, όπου έκανε μια στάση και έμεινε ένα ολόκληρο χρόνο. Άραγε οι μικροί δράκοι να ήταν προηγούμενοι ταξιδιώτες που τους μεταμόρφωσε κάποια μάγισσα που σκιάζει τους Μπατζάο; Ήταν οι κραυγές που ακούσαμε κάποια εγκλωβισμένα πνεύματα, καταδικασμένα να ζούνε βλέποντας την παλίρροια να ανεβοκατεβαίνει με τον ίδιο τρόπο, μια φορά κάθε μέρα, έως την αιωνιότητα;
Φάγαμε τον αστακό της Βία-Κίρκης και κατέβηκα στην αμμουδιά για να με παραλάβουν οι δύο βοηθοί του Πόνταν με την βάρκα του. Μετά ένα σύντομο σκαμπανέβασμα, βρέθηκα να σκαρφαλώνω στις καρφωμένες σανίδες σε πασάλους που στηρίζονται στον κοραλλιογενή ύφαλο, οι οποίες αποτελούν τους δρόμους της Σαμπέλα, του χωριού των νομάδων της θάλασσας. Ο Πόνταν με περίμενε με ένα συγκρατημένο χαμόγελο και μου έδειξε αμέσως την καλύβα που θα διέμενα: δύο ολόκληρα δωμάτια με ένα στρώμα και μια λάμπα, και τουαλέτα η οποία είχε άμεση επαφή με την θάλασσα. Αν δεν προσέξεις και πατήσεις βαριά στις λεπτές σανίδες μπορεί να βρεθείς κι εσύ μέσα. Ο Πονταν κάνει μπίζνες, αφού ο μοναδικός από τους νομάδες που ξέρει Αγγλικά.
¨Θέλεις μπίρες;”, μου λέει, “πάει τώρα η γυναίκα με το παιδί μου στην ξηρά να φέρουν νερό”. Γνέφω ναι.
“Πόσο μεγάλο είναι το χωριό σου Πόνταν;” ρωτάω για να αρχίσω συζήτηση. “600 άτομα... Έχει και άλλα δύο χωριά Μπατζάο εδώ γύρω”. (Σημ: Οι Μπατζάο υπολογίζονται σήμερα στους 800,000, οι περισσότεροι από αυτούς πλέον μόνιμα σε χωριά).
“Όλα τα χωριά είναι πάνω στην θάλασσα;”
“Βέβαια” μου λέει, “Ξέρεις, στους Μπατζάο δεν αρέσουν τα κουνούπια.”
“Και δεν έχει κουνούπια εδώ;” “Για να έρθουν τα κουνούπια πρέπει να έχει φυτά, που να τα βρούνε εδώ πάνω στην θάλασσα!”.
“Μένετε όλο τον χρόνο εδώ;” “Ο πατέρας μου πηγαίνει για μήνες σε καράβια για ψάρεμα, αλλά, πίστεψε με, δεν αξίζει τον κόπο”. “Έχεις ταξιδέψει πουθενά, για παράδειγμα στην Ιάβα;” “Ναι,” μου λέει “έχω πάει στην Γερμανία. Με λεφτά ενός Γερμανικού καναλιού! Ήρθε ένας τύπος να γυρίσει ντοκιμαντέρ στην Σαμπέλα. Και μετά μας κάλεσε στο Μόναχο, εμένα ως καλό κολυμβητή και έναν βετεράνο Μπατζάο ως δύτη.” “Πως σου φάνηκε η Γερμανία;”. “Κρύα”, μου λέει. Δεν θα βγάλεις είδηση πάντως από τον Πόνταν που δεν σπαταλάει τα λόγια του.
Ξεκίνησα την ανιχνευτική βόλτα. “Να πατάς στο κέντρο της σανίδας, που είναι ενισχυμένο από κάτω, γιατί μπορεί να είναι σάπιες”. Ένα τσούρμο παιδιά στο κατώπι, φτάνουμε στο προαύλιο του τζαμιού και αρχίζουμε το παιχνίδι (ναι έχει και τζαμί πάνω στον ύφαλο! Ο Πόνταν μου είπε ότι είναι όλοι μουσουλμάνοι, αλλά από τα συμφραζόμενα κατάλαβα ότι δεν είναι και πολύ φανατικοί). Φτάνει και ο Πόνταν και αρχίζει να με ξεναγεί στο χωριό: “Εδώ είναι το σχολείο.” “Α, ναι, έχω ακούσει γι’ αυτό, έρχονται και τα παιδάκια της Χόγκα”. Κατεβάζει το κεφάλι, “Βλέπεις αυτό το κασάκι μπίρες στο προαύλιο; Από αυτό θα καταλάβεις τι σχολείο είναι...” μου λέει. Φτάνουμε στο γηπεδάκι που τους έχει κτίσει η Χίρτζε, στο πιο κεντρικό μέρος του χωριού. Το γήπεδο είναι τόσο μικρό που παίζουν μόνο ποδοβόλεϋ, μαζεύοντας κάθε λίγο την μπάλα από την θάλασσα. Με περηφάνια ο Πόνταν συστήνει τον Έλληνα στους συμπαίχτες του, για να τον εκθέσω άμεσα αφού ως γνωστόν δεν μπορώ να κλοτσήσω μπάλα στο ίσιωμα.
Γύρισε η γυναίκα του Πόνταν μαζί με τον ατίθασο μοναχογιό Πούτρα, ο οποίος δεν έβγαινε από την βάρκα ως διαμαρτυρία που δεν του πήραν παιχνίδι. Το γεύμα βασικό και με τα χέρια, με το ψάρι να είναι το πιο ζουμερό και φρέσκο που έχω φάει ποτέ στην ζωή μου. Οι γάτες από δίπλα μας κοιτούσαν – ναι ζούνε και γάτες πάνω στον ύφαλο. “Ντάγια” (ψάρι), “Εσο” (Χόρτασα) επανέλαβα δύο λέξεις στην γλώσσα των Μπατζάο. Άλλη γλώσσα των Μπατζάο, άλλη γλώσσα μιλούν στην Καλεντούπα (το κυρίως νησί) και άλλη στο Γουάντσι.... Κι όλα αυτά σε μερικά μικρά νησάκια – για να καταλάβετε την γλωσσική ποικιλομορφία της Ινδονησίας.
Η βραδινή διασκέδαση είχε προβολή DVD με το γερμανικό ντοκιμαντέρ στο τσιμεντένιο σπίτι του Πόνταν, μαζί με έναν από τους δύο φίλους-βοηθούς του. Η γυναίκα του, που είχε αλειμμένο το πρόσωπο με την μάσκα από ρύζι για τον ήλιο που φοράνε σε αυτά τα μέρη, παρέμενε μυστηριώδης και σε άλλο δωμάτιο, όμως δεν μου έδωσε καθόλου την αίσθηση ότι είναι καταπιεσμένη. Το άτιμο το DVD κολλούσε και δεν προλάβαμε να δούμε τον οικοδεσπότη μας στην TV, και έτσι διακριτικά έγινε αισθητό ότι ήταν η ώρα για ύπνο – αφού άλλωστε το ηλεκτρικό δεν κρατάει πολύ.
Αύριο μας περιμένουν κι άλλες βόλτες στην Σαμπέλα, παραδοσιακό ψάρεμα και μια σύλληψη!
Πλησιάζοντας στην Σαμπέλα με οδηγό τον Κριστιάνο Ρονάλντο.
Πρώτες εικόνες και πρόσωπα.
Ψάρια - Νερό σημειώσατε άσσο.
Κάθε φορα (Α) φοβόμουν μην περνάει κανένας από κάτω και τον λούσω (Β) Φοβόμουν μην περνάει κανένας από κάτω και τον σκοτώσω πέφτοντας πάνω του, αφού οι σανίδες λυγίζαν υπερβολικά.
Βόλτα με τα παιδάκια και οι προσπάθειες μου να μιλήσω Ινδονησιακά...
Οι δρόμοι για τα σπίτια δεν ήταν και λεωφόροι.
Κατασκευές, μερεμέτια.. Μεγαλώνει το χωριό.
Ενοείται ότι μόνο καθόμουν και τους έβλεπα.
Ο Πόνταν μεγάλος μπαλαδόρος, εδώ με το σήμα της ειρήνης στο t-shirt.
Το γήπεδο.
Το βράδυ μόλις κλείναν και τα τελευταία φώτα το σκοτάδι γινόταν απόλυτο.
Attachments
-
395 KB Προβολές: 0