interted
Member
- Μηνύματα
- 1.355
- Likes
- 8.207
- Επόμενο Ταξίδι
- ?
- Ταξίδι-Όνειρο
- Ράφτινγκ στον Ουρουμπάμπα
Περιεχόμενα
- Κεφάλαιο 1
- Πρόλογος
- Μέρα 1η
- Μέρα 2η
- Μέρα 3η
- Μέρα 4η
- Μέρα 5η
- Μέρα 6η
- Μέρα 7η
- Μέρα 8η
- Μέρα 9η - Bali
- Μέρα 10η
- Μέρα 11η
- Μέρα 12η
- Μέρα 13η
- Μέρα 14η
- Μέρα 15η
- Μέρα 16η
- Ημίχρονο
- Μέρα 17η - Ι
- Μέρα 17η - ΙΙ
- Μέρα 18η
- Μέρα 19η
- Μέρα 20η
- Μέρα 21η
- Μέρα 22η
- Μέρα 23η
- Μέρες 24-25
- Μέρα 26η
- Μέρα 27η
- Μέρα 28η
- Μέρα 29η
- Μέρα 30η - Ι
- Μέρα 30η - ΙΙ
- Μέρα 31η - Ι
- Μέρα 31η - ΙΙ
- Ασφάλεια
Μέρα 23η
Αφού μου έτυχε το λαχείο της Χόγκα και αφού είχα φτάσει νωρίς σε σχέση με το αρχικό χοντρικό πλάνο του ταξιδιού, αποφάσισα να κάνω διακοπές στις διακοπές και να μείνω λίγες μέρες εδώ πριν πάω στο χωριό των Μπατζάο. Ένας ακόμα λόγος ήταν ότι θα έπιανα δουλειά την επόμενη μέρα του γυρισμού στην Αγγλία και έτσι ήταν η μοναδική ευκαιρία να αποφορτιστώ σωματικά και ψυχολογικά. Το κατάλυμα δεν είχε ζεστό νερό ή internet και ο ηλεκτρισμός υπήρχε μόνο 4 ώρες την μέρα. Όμως το μόνο που χρειαζόμουν τώρα ήταν μια αιώρα για να διαβάζω βιβλία και μια μάσκα για να κοιτάω τον βυθό. Στις επόμενες 3 μέρες αυτά ήταν τα πιο ενδιαφέροντα:
Σήμερα είχε γενέθλια η Geertje. Για τους Μπατζάο, που την υπεραγαπούν γιατί εκτός των άλλων τους έχει φτιάξει γήπεδο ποδοσφαίρου, ήταν η πιο μεγάλη γιορτή του χρόνου. Και όταν οι Μπατζάο χαίρονται κάνουν αγώνες ταχύτητας! Μαζευτήκαν λοιπόν από το πρωί μπροστά στην παραλία της Geertje πάνω στις βάρκες τους και, ανά δύο, κάναν κόντρες με τα σκάφη τους. Οι μηχανές μούγκριζαν, οι φωνές και τα πειράγματα δίναν και παίρναν – ειδικά όταν η Βία άρχισε να φέρνει τις μπίρες (ψοφάνε οι Μπατζάο για μπίρες, αν και μουσουλμάνοι) – και η τελετή κορυφώθηκε με την απονομή του τίτλου στον νικητή από την ίδια την Geertje.
Όταν βγήκαν για λίγο στην στεριά προσέγγισα έναν. Γύρω στα 20, αν και δύσκολο να πεις την ηλικία των Μπατζάο, μιλούσε λίγα Αγγλικά αλλά ήταν απόμακρος. Τον ρώτησα τι δουλειά κάνει, το σκέφτηκε για λίγο, και ρίχνοντας και μια ματιά στους φίλους του, λέει “ψαροτουφεκάς”. Μετά τον ρώτησα τι μουσική ακούει και πάλι αφού κοίταξε τους φίλους του, απάντησε γελώντας “Σούκα Μιούζικ Τζάουα” (αρχικά νόμιζα ότι σούκα είναι είδος μουσικής, αλλά μάλλον εννοούσε μου αρέσει η μουσική της Ιάβας). Κράτησα το όνομά του, Σίνι.
Ο δεύτερος Μπατζάο που γνώρισα ήταν ο Ντούντα. Κι αυτός ας πούμε γύρω στα 20, μόλις είχε πάρει το δίπλωμα του εκπαιδευτή σε καταδύσεις με μπουκάλα. Ασυνήθιστο γιατί οι Μπατζάο είναι δεινοί δύτες, αλλά ελεύθεροι – δηλαδή χωρίς μπουκάλα. Ήταν ο πιστός καταδυτικός παρτενέρ μου, στις λίγες καταδύσεις που έκανα στην Χόγκα. Δεν αλλάξαμε ποτέ ούτε μια κουβέντα, αλλά το γλυκύτατο χαμόγελο και σεβασμός που έδειχνε ο Ντούντα τον κάνανε ιδανικό σύντροφο. Έδειχνε ότι απολάμβανε το νέο του επάγγελμα. Άραγε πόσοι Μπατζάο έχουν ευκαιρία να κάνουν κάτι διαφορετικό;
Λίγο πριν βραδιάσει έκανα μια εξόρμηση στα βόρεια του νησιού – για να ανακαλύψω έναν οικισμό ντόπιων. Μερικές στοίβες από καρύδες και τα απαραίτητα σκουπιδάκια σηματοδοτούσαν την αρχή του χωριού. Το ίδιο το χωριό ήταν καμιά 50αρια καλύβες ακριβώς από εκεί που τελείωνε η παλίρροια. Μια μάνα περπατούσε με ένα παιδί στην αμμουδιά που είχε φανερώσει το τράβηγμα του νερού, μαζεύοντας όστρακα (η παλίρροια στην Χόγκα είναι μία φορά την μέρα αλλά πολύ έντονη λόγω του σχήματος των ακτών). Το χωριό δεν είναι Μπατζάο (όπως μου τονίσανε οι ίδιοι οι Μπατζάο – ποτέ δεν μένουν στην στεργιά). Η Geertje έχει αγοράσει στα παιδιά του χωριού μια μεγάλη βάρκα για να πηγαίνουν στο σχολείο της Σαμπέλα κάθε πρωί, και να ανταμώνουν με τα παιδάκια των Μπατζάο.
Το βράδυ η Geertje είχε τραπέζι σε όλους τους υψηλά ιστάμενους της περιοχής, με φρεσκότατο ψητό ψαράκι και μεγάλη φωτιά στην παραλία. Ο Αζούλ, ο εκπαιδευτής καταδύσεων (το αφεντικό του Ντούντα) έδωσε σόου με φλεγόμενα ξύλα, θυμίζοντας μου την τρέλα του εκπαιδευτή στο Κομόντο... είναι όλοι οι εκπαιδευτές έτσι, άραγε; Μόλις είχαν φτάσει στο κατάλυμα δύο Ιταλίδες, μάνα και κόρη, από το Τρέντο, οι οποίες μπήκανε αμέσως στο οικογενειακό κλίμα που υπήρχε: ο Άντζελο με τα επιχειρήματά του (τι επιχειρηματίας θα ήταν αν δεν είχε επιχειρήματα – καλο έ; ), η Ίντι που συνδύαζε την πίστη (στο Ισλάμ) με το ανοιχτό μυαλό, ένα ζευγάρι ψυχολόγων από την Ελβετία που μόνο που σου μιλούσανε ηρεμούσες, η Πάτι, μια ώριμη Ολλανδή δασκάλα που μόλις πριν είχε πάει μόνη της στο Καλιμαντάν και πριν από αυτό στο Πήλιο (!), ένα ζευγάρι κοσμογυρισμένων Γάλλων που ήταν καλή παρέα όσο δεν συζητούσαμε για το Παρίσι, και ο βέβαια ο ειρηνικός παράγοντας Τζέφρυ, βετεράνος ταξιδευτής και εξερευνητής των βυθών με το σνόρκελ του (Αγγλικός όρος για την μάσκα με φυσητήρα).
(οι φωτό των 3 ημερών θα μπούνε όλες μαζί)
Αφού μου έτυχε το λαχείο της Χόγκα και αφού είχα φτάσει νωρίς σε σχέση με το αρχικό χοντρικό πλάνο του ταξιδιού, αποφάσισα να κάνω διακοπές στις διακοπές και να μείνω λίγες μέρες εδώ πριν πάω στο χωριό των Μπατζάο. Ένας ακόμα λόγος ήταν ότι θα έπιανα δουλειά την επόμενη μέρα του γυρισμού στην Αγγλία και έτσι ήταν η μοναδική ευκαιρία να αποφορτιστώ σωματικά και ψυχολογικά. Το κατάλυμα δεν είχε ζεστό νερό ή internet και ο ηλεκτρισμός υπήρχε μόνο 4 ώρες την μέρα. Όμως το μόνο που χρειαζόμουν τώρα ήταν μια αιώρα για να διαβάζω βιβλία και μια μάσκα για να κοιτάω τον βυθό. Στις επόμενες 3 μέρες αυτά ήταν τα πιο ενδιαφέροντα:
Σήμερα είχε γενέθλια η Geertje. Για τους Μπατζάο, που την υπεραγαπούν γιατί εκτός των άλλων τους έχει φτιάξει γήπεδο ποδοσφαίρου, ήταν η πιο μεγάλη γιορτή του χρόνου. Και όταν οι Μπατζάο χαίρονται κάνουν αγώνες ταχύτητας! Μαζευτήκαν λοιπόν από το πρωί μπροστά στην παραλία της Geertje πάνω στις βάρκες τους και, ανά δύο, κάναν κόντρες με τα σκάφη τους. Οι μηχανές μούγκριζαν, οι φωνές και τα πειράγματα δίναν και παίρναν – ειδικά όταν η Βία άρχισε να φέρνει τις μπίρες (ψοφάνε οι Μπατζάο για μπίρες, αν και μουσουλμάνοι) – και η τελετή κορυφώθηκε με την απονομή του τίτλου στον νικητή από την ίδια την Geertje.
Όταν βγήκαν για λίγο στην στεριά προσέγγισα έναν. Γύρω στα 20, αν και δύσκολο να πεις την ηλικία των Μπατζάο, μιλούσε λίγα Αγγλικά αλλά ήταν απόμακρος. Τον ρώτησα τι δουλειά κάνει, το σκέφτηκε για λίγο, και ρίχνοντας και μια ματιά στους φίλους του, λέει “ψαροτουφεκάς”. Μετά τον ρώτησα τι μουσική ακούει και πάλι αφού κοίταξε τους φίλους του, απάντησε γελώντας “Σούκα Μιούζικ Τζάουα” (αρχικά νόμιζα ότι σούκα είναι είδος μουσικής, αλλά μάλλον εννοούσε μου αρέσει η μουσική της Ιάβας). Κράτησα το όνομά του, Σίνι.
Ο δεύτερος Μπατζάο που γνώρισα ήταν ο Ντούντα. Κι αυτός ας πούμε γύρω στα 20, μόλις είχε πάρει το δίπλωμα του εκπαιδευτή σε καταδύσεις με μπουκάλα. Ασυνήθιστο γιατί οι Μπατζάο είναι δεινοί δύτες, αλλά ελεύθεροι – δηλαδή χωρίς μπουκάλα. Ήταν ο πιστός καταδυτικός παρτενέρ μου, στις λίγες καταδύσεις που έκανα στην Χόγκα. Δεν αλλάξαμε ποτέ ούτε μια κουβέντα, αλλά το γλυκύτατο χαμόγελο και σεβασμός που έδειχνε ο Ντούντα τον κάνανε ιδανικό σύντροφο. Έδειχνε ότι απολάμβανε το νέο του επάγγελμα. Άραγε πόσοι Μπατζάο έχουν ευκαιρία να κάνουν κάτι διαφορετικό;
Λίγο πριν βραδιάσει έκανα μια εξόρμηση στα βόρεια του νησιού – για να ανακαλύψω έναν οικισμό ντόπιων. Μερικές στοίβες από καρύδες και τα απαραίτητα σκουπιδάκια σηματοδοτούσαν την αρχή του χωριού. Το ίδιο το χωριό ήταν καμιά 50αρια καλύβες ακριβώς από εκεί που τελείωνε η παλίρροια. Μια μάνα περπατούσε με ένα παιδί στην αμμουδιά που είχε φανερώσει το τράβηγμα του νερού, μαζεύοντας όστρακα (η παλίρροια στην Χόγκα είναι μία φορά την μέρα αλλά πολύ έντονη λόγω του σχήματος των ακτών). Το χωριό δεν είναι Μπατζάο (όπως μου τονίσανε οι ίδιοι οι Μπατζάο – ποτέ δεν μένουν στην στεργιά). Η Geertje έχει αγοράσει στα παιδιά του χωριού μια μεγάλη βάρκα για να πηγαίνουν στο σχολείο της Σαμπέλα κάθε πρωί, και να ανταμώνουν με τα παιδάκια των Μπατζάο.
Το βράδυ η Geertje είχε τραπέζι σε όλους τους υψηλά ιστάμενους της περιοχής, με φρεσκότατο ψητό ψαράκι και μεγάλη φωτιά στην παραλία. Ο Αζούλ, ο εκπαιδευτής καταδύσεων (το αφεντικό του Ντούντα) έδωσε σόου με φλεγόμενα ξύλα, θυμίζοντας μου την τρέλα του εκπαιδευτή στο Κομόντο... είναι όλοι οι εκπαιδευτές έτσι, άραγε; Μόλις είχαν φτάσει στο κατάλυμα δύο Ιταλίδες, μάνα και κόρη, από το Τρέντο, οι οποίες μπήκανε αμέσως στο οικογενειακό κλίμα που υπήρχε: ο Άντζελο με τα επιχειρήματά του (τι επιχειρηματίας θα ήταν αν δεν είχε επιχειρήματα – καλο έ; ), η Ίντι που συνδύαζε την πίστη (στο Ισλάμ) με το ανοιχτό μυαλό, ένα ζευγάρι ψυχολόγων από την Ελβετία που μόνο που σου μιλούσανε ηρεμούσες, η Πάτι, μια ώριμη Ολλανδή δασκάλα που μόλις πριν είχε πάει μόνη της στο Καλιμαντάν και πριν από αυτό στο Πήλιο (!), ένα ζευγάρι κοσμογυρισμένων Γάλλων που ήταν καλή παρέα όσο δεν συζητούσαμε για το Παρίσι, και ο βέβαια ο ειρηνικός παράγοντας Τζέφρυ, βετεράνος ταξιδευτής και εξερευνητής των βυθών με το σνόρκελ του (Αγγλικός όρος για την μάσκα με φυσητήρα).
(οι φωτό των 3 ημερών θα μπούνε όλες μαζί)
Attachments
-
395 KB Προβολές: 0